των «Μαρτύρων του Ιεχωβά»
Στο βιβλίο της «Σκοπιάς» «Μπορείτε να ζήτε για πάντα στον παράδεισο στη γη» διαβάζουμε στις σελ. 135138: «Ο Κύριος ητοίμασε τον θρόνο αυτού (Ψαλμ. ΡΓ19). Ώστε ο Ιεχωβά πάντοτε ήταν ύψιστος κυβερνήτης πάνω σ’ όλα τα πλάσματά του. Ωστόσο εξαιτίας της ανταρσίας ενάντια στη διακυβέρνησή του στον κήπο της Εδέμ, ο Θεός διευθέτησε να υπάρξει μια ειδική κυβέρνηση. Αυτή είναι η κυβέρνηση για την οποία ο Ιησούς Χριστός δίδαξε τους ακολούθους του να προσεύχωνται (Ματθ. ΣΤ’ 9,10). Ο σκοπός της κυβερνήσεως αυτής είναι να βάλει τέρμα στα προβλήματα που προκλήθηκαν όταν ο Σατανάς και άλλοι απομακρύνθηκαν από την διακυβέρνηση του Θεού. Η νέα αυτή κυβέρνηση της βασιλείας παίρνει την εξουσία της. . . από τον μεγάλο βασιλιά τον Ιεχωβά Θεό. Ο Ιεχωβά έχει διορίσει τον Γιό του να είναι Κύριος Άρχοντας. . . 144. 000 άτομα παρμένα από το ανθρώπινο γένος θα κυβερνήσουν μαζί με τον Χριστό στη Βασιλεία αυτή. Γι’ αυτό η Αγία Γραφή την ονομάζει επίσης βασιλεία τους».
Έχουμε
λοιπόν μία κυβέρνηση του Θεού που πάντοτε υπήρχε και δεύτερη τη νέα
ειδική κυβέρνηση-βασιλεία που αποτελείται από 144. 001 άτομα.
Ακολουθώντας το σκεπτικό της «Σκοπιάς» παρατηρούμε καθαρά ότι, η πρώτη
κυβέρνηση του Θεού απέτυχε εξ αιτίας του Σατανά και της γνωστής
προκλήσεως εκ μέρους του Σατανά προς τον Θεό (το περίφημο «Επίμαχο
Ζήτημα»). Έτσι ο Θεός αποτυγχάνοντας με την πρώτη κυβέρνηση του,
αναγκάζεται εκ των πραγμάτων να δημιουργήσει την νέα ειδική κυβέρνηση, η
οποία καλείται να διορθώσει όλα όσα δεν κατόρθωσε η πρώτη αφού ο σκοπός
της είναι να εξαλείψει όλα τα προβλήματα που δημιούργησε ο Σατανάς.
Όμως η «Σκοπιά» δεν σταματά στις κυβερνήσεις για εξουσία στα κοσμικά και
στα γήινα, προχωρεί και στα πνευματικά σε όσα άπτονται της σχέσεως Θεού
και άνθρωπου και γίνεται ο ρυθμιστής.
Ο
Ιησούς Χριστός, λέει στους μαθητές του πως να προσεύχονται στον Ουράνιο
Πατέρα (Πάτερ ημών. . . . ) και μάλιστα τονίζει «μην βαττολογήσητε ως
οι εθνικοί. . . . διότι εξεύρει ο Πατέρας σας. . . » (Ματθ. ΣΤ’ 713).
Είναι σαφής ο λόγος του Ιησού όπως πάντοτε. Η «Σκοπιά» όμως τα
παρουσιάζει διαφορετικά. Όχι όπως τα παρέδωσε ο Χριστός άλλα όπως τα
θέλει ο «πιστός και φρόνιμος δούλος», ο οποίος κηρύττει ότι το «Πάτερ
ημών» απευθύνεται στην ειδική κυβέρνηση (άρα αυτή είναι ο «πατέρας»).
Γεννάται όμως το ερώτημα πως γίνεται αυτό; Τεχνικώς
και λογικώς είναι ασυμβίβαστο με την πραγματικότητα. Διότι κατ’ αρχήν
όταν ο Ιησούς θέσπισε αυτήν την προσευχή, δεν είχε ακόμη «γεννηθεί» αυτή
ή ειδική κυβέρνηση (ή οποία πάντοτε κατά την εταιρία γεννήθηκε το 1914
αοράτως στους ουρανούς). Ο Ιησούς δεν θα μπορούσε να καλέσει τους
μαθητές του να απευθύνουν την προσευχή τους σε κάτι ανύπαρκτο και άρα οι
μαθητές Του δεν προσηύχοντο. Έτσι ο Ιησούς τους ξεγέλασε και τους είπε
ψέμματα, τους πλάνησε. Εκεί μας οδηγεί η «Σκοπιά».
Εκτός όμως από αυτά δεν ήταν δυνατό να
προσευχηθούν κατά τον λόγο του ευαγγελίου, διότι οι μαθητές του Ιησού,
ανήκουν κατά την «Σκοπιά» στους 144. 000, δηλαδή θα έπρεπε, αν
υποθέσουμε ότι γνώριζαν για την γέννηση της βασιλείας το 1914, στην
οποία όμως μετέχουν και αυτοί, να προσεύχωνται στον εαυτόν τους και να
τον αποκαλούν Πατέρα. Λογικά η προσευχή του Ιησού Χριστού μένει μετέωρη
έως το 1914, άλλα και τότε δεν ισχύει γιατί οι «νεκροί εν Κυρίω», κατά
την «Σκοπιά» πάντοτε, αναστήθηκαν το 1918, όταν ο Ιησούς ήλθε στον ναό
του (δηλαδή στην «Σκοπιά») τον καθάρισε και εγκατέστησε τον «πιστό και
φρόνιμο δούλο», τον αγωγό. Όμως ούτε και τότε ήταν δυνατό να
προσευχηθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο, διότι τα γεγονότα του 1918 τα «πήραν
είδηση» οι «κεχρισμένοι» μόλις το 1927.
Συμπεραίνομε
λοιπόν ότι ο Ιησούς παρέδωσε μία προσευχή η οποία θα εφαρμοζόταν από το
1927 και κατόπιν. Εκεί οδηγεί τους οπαδούς ο «αγωγός»,
σε αδιέξοδα πνευματικά που σαν αποτέλεσμα έχουν όλα αυτά που
συμβαίνουν, για τις οικογένειες που διαλύονται, για νέους που φεύγουν,
αλλά που είναι δύσκολο να αποβάλουν όλα αυτά τα παρανοϊκά που βίωσαν όσο
διάστημα και εάν παρέμειναν στο «καταφύγειον» της οργανώσεως,
υφιστάμενοι την πλύση εγκεφάλου.
Ποιος λέει το «Πάτερ ημών» και από πότε; Σε
ποιόν απευθύνεται και σε ποιους, σε ποια κυβέρνηση ανήκουν και ποιος
κυβερνάει και από που και έως πότε; Όλα αυτά ταλαιπωρούν τον δυστυχή
«Μάρτυρα του Ιεχωβά», αλλά τρέχει, τρέχει να προλάβει. . . . Δεν
αναγνωρίζω το παιδί μου, είναι μια έκφραση που ακούγεται με πόνο ψυχής
από πολλούς γονείς. Δεν καταλαβαίνουν όμως ότι αναφέρονται όχι πλέον στο
παιδί που γνώριζαν, άλλα σε ένα άρρωστο άτομο που και το ίδιο υποφέρει
κατά βάθος, δεν το γνωρίζει όμως. Είναι το κατασκεύασμα της «Σκοπιάς»
που με την καθημερινή «εκπαίδευση» έχει μάθει να μισεί κάθε τι εκτός
οργανώσεως, αφού όλα είναι του Σατανά και η θρησκεία είναι η πόρνη η
Βαβυλώνα και ότι οι «Μάρτυρες του Ιεχωβά» είναι ο «όσιος λαός» και
πρέπει να έχουν το «θεοσεβές μίσος» για τους εκτός, όποιοι και εάν είναι
αυτοί.
Το μόνο τελικά που μένει στην διάνοια του «Μάρτυρος του Ιεχωβά» είναι η τυφλή υπακοή στα κελεύσματα του «δούλου» και η νομιμοφροσύνη στην οργάνωση, γιατί διαφορετικά είναι «ανταρσία εναντίον του Ιεχωβά».
Τέλος,
υπάρχει και τρίτη κυβέρνηση-βασιλεία, είναι «του Αγαπητού Υιού του
Θεού». «Αυτή είναι μία βασιλεία μόνο επάνω στα 144. 000 άτομα. Στο
πέρασμα των αιώνων αυτοί ήταν οι μόνοι υπήκοοι της. . . θα τελειώσει
όταν ο τελευταίος απ’ αυτούς τους υπηκόους με την ουράνια ελπίδα πεθάνει
και ενωθεί με τον Χριστό στον ουρανό. Δεν θα είναι πια υπήκοοι άλλα θα
έχουν γίνει βασιλείς μαζί Του» (βλ. παραπάνω παραπομπή).
Σ’
αυτήν την τρίτη κυβέρνηση παρατηρούμε, αφ’ ενός, τον μικρό αριθμό των
υπηκόων και, αφ’ ετέρου, το προκαθορισμένο τέλος της. Είναι μια
βασιλεία-κυβέρνηση, η οποία βαδίζει σταθερά προς το τέλος της, αφού οι
υπήκοοι της τελειώνουν την πορεία τους στη γη» (βλ. ανωτέρω).
Τι
γίνεται όμως με τα εκατομμύρια των οπαδών της «Σκοπιάς» που ανήκουν
στον «πολύ όχλο»; Αυτοί ούτε κυβερνήτες είναι, ούτε συμβασιλείς. Ζουν
στην πραγματικότητα μετέωροι. Αυτοί ούτε και το «Πάτερ ημών» μπορούν να
προφέρουν, αφού δεν είναι παιδιά του θεού. Δεν είναι υπήκοοι του
Χριστού. Δεν είναι «Χριστιανοί» αφού δεν είναι μέλη του σώματος του
Χριστού. Τι τους μένει; Να τρέχουν. Να δίδουν
βιβλία-βιβλιάρια, να γράφουν ώρες έργου στον «αγρό», στα ατομικά δελτία
τους, να δίδουν τις εισφορές τους στον Ιεχωβά, καθιστώντας τον «χαρωπό»
και να δικαιώνουν την κυριαρχία του, περιμένοντας με αγαλλίαση την
μεγάλη σφαγή του Αρμαγεδώνα. Έτσι γίνεται κατανοητό ότι αλλοιώνεται ο
χαρακτήρας των οπαδών και ότι καταλήγει το άτομο να γίνεται αγνώριστο,
αντικοινωνικό, απόμακρο, με συμπλέγματα καλλιεργημένου εγωισμού,
«οσιότητας» και ενοχής, γιατί κάποια στιγμή, βαθειά μέσα τους
τρεμοανάβει κάτι από της παλιάς ζωής τις αναμνήσεις, αυτό που η «Σκοπιά»
μεθοδικά πολεμά να εξαφανίσει, ώστε να μεγαλώνει ο αριθμός των οπαδών
προς εντυπωσιασμό όλων.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΕΥΧΟΣ18 1999