Κυριακὴ ΙΘ΄ ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. 11,31 – 12,9)
3 Νοεμβρίου 2024, ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀγαπητοί μου, ὅπως ἔχουμε πεῖ καὶ ἄλλοτε, εἶχε καὶ ἐχθρούς. Δὲν εἶχε μόνο πιστοὺς μαθητὰς καὶ συνεργάτες, ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν καὶ τὸν βοηθοῦσαν· εἶχε καὶ ἄλλους, ποὺ τὸν μισοῦσαν καὶ μὲ κάθε τρόπο ζητοῦσαν νὰ τὸν βλάψουν, νὰ ἐμποδίσουν τὸ ἔργο του.
Καὶ ὁ Παῦλος τί κάνει; πῶς τ᾽ ἀκούει αὐτό; πῶς ἀντιδρᾷ; Ὁ ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ δὲν λυπᾶται γιατὶ θίγεται τὸ προσωπικὸ γόητρό του, δὲν νοιάζεται γιὰ τὴν τιμὴ τοῦ προσώπου του. Ἐκεῖνο ποὺ τὸν ἐνδιαφέρει εἶνε, νὰ μὴ σκανδαλιστοῦν οἱ πιστοί, νὰ μὴ χαθοῦν ψυχὲς μαθητῶν του. Πρέπει νὰ προλάβῃ τὸ κακὸ καὶ νὰ τοὺς στηρίξῃ. Δὲν θέλει νὰ μείνῃ οὔτε ἡ παραμικρὴ ἀμφιβολία σ᾽ ἐκείνους ποὺ ἔφερε στὴν πίστι· δὲν θέλει χάσουν τὴν βεβαιότητα ὅτι αὐτὰ ποὺ τοὺς δίδαξε εἶνε ἡ καθαρὴ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Τί νὰ κάνῃ λοιπόν; Αἰσθάνεται χρέος νὰ γράψῃ, νὰ δώσῃ ἐξηγήσεις· νὰ μιλήσῃ γιὰ τὸν ἑαυτό του. Θ᾽ ἀναγκαστῇ νὰ φανερώσῃ μυστικὰ ποὺ χρόνια τὰ ἔκρυβε.
* * *
Γι᾽ αὐτό, ἀγαπητοί μου, βλέπουμε ἐν
συνεχείᾳ τὸν ἀπόστολο Παῦλο ν᾽ ἀντικρούῃ μὲ δύναμι τοὺς συκοφάντες
του. Συντρίβει τὰ ἐπιχειρήματά τους καὶ δείχνει τὸν ἑαυτό του γνήσιο
ἀπόστολο τοῦ Χριστοῦ.
Εἶμαι ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ, εἶχε πεῖ καὶ ἄλλοτε, στὶς ἐπιστολές του
(βλ. Γαλ. 1,11-19). Ἔλαβα τὸ χρῖσμα ἀπ᾽ εὐθείας ἐξ οὐρανοῦ. Δὲν μὲ
κάλεσε στὴν ἀποστολή μου κάποιος ἄνθρωπος, δὲν μὲ δίδαξε τὸ εὐαγγέλιο
ποὺ κηρύττω κάποιος ἄλλος ἀπόστολος· μὲ κάλεσε καὶ μοῦ ἀποκάλυψε τί νὰ
λέω ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Εἶμαι ἀπόστολος, ἐπαναλαμβάνει καὶ στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα
(βλ. Β΄ Κορ. 11,31 – 12,9)· διότι, γιὰ νὰ κηρυχθῇ ἀνόθευτο τὸ μήνυμα τοῦ
εὐαγγελίου, ἔχω δώσει ἀγῶνες καὶ μάχες ποὺ κανένας ἄλλος ἀπόστολος
δὲν ἔχει.
Εἶμαι ἀπόστολος, τὸν ἀκοῦμε νὰ λέῃ ἐπίσης σήμερα, διότι ἔχω λάβει παράσημα καὶ βραβεῖα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο.
Τὰ δύο αὐτὰ ἐπιχειρήματα τοῦ σημερινοῦ ἀποστόλου ἂς τὰ κάνουμε τώρα λιανά, ἂς τὰ δοῦμε πιὸ ἀναλυτικά.
⃝ Εἶνε ἀπόστολος, εἶπε, γιατὶ ἔχει δώσει
ἀγῶνες. Καὶ πράγματι ἔδωσε ἀγῶνες πολλοὺς καὶ μεγάλους. Δὲν μοιάζει ὁ
Παῦλος μὲ κάποιους ἀξιωματικοὺς τοῦ στρατοῦ ποὺ καταφέρνουν νὰ μένουν
πίσω, ν᾽ ἀναπαύωνται μακαρίως στὰ γραφεῖα, καὶ δὲν ἔχουν γνωρίσει τὴ
βοὴ τῆς μάχης καὶ τοὺς κινδύνους τοῦ πολέμου. Δὲν ἦταν ἄκαπνος ὁ Παῦλος.
Ἂν γενναῖοι ἀξιωματικοὶ παίρνουν τὰ γαλόνια καὶ τοὺς βαθμοὺς ἐπάνω
στὴ μάχη, καὶ ὁ Παῦλος πῆρε τρόπον τινὰ τὰ «γαλόνια» τοῦ ἀποστολικοῦ
ἀξιώματος ἐπάνω στὴ μάχη τοῦ εὐαγγελίου.
Θυμηθῆτε τὸν ὕμνο ἐκεῖνο ποὺ λέει· «Τὰ κατὰ πόλιν δεσμὰ καὶ τὰς θλίψεις
σου τίς διηγήσεται, ἔνδοξε ἀπόστολε Παῦλε; ἢ τίς παραστήσει τοὺς
ἀγῶνας καὶ τοὺς κόπους σου, οὓς ἐκοπίασας ἐν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ,
ἵνα πάντας κερδήσῃς καὶ Χριστῷ προσαγάγῃς τὴν Ἐκκλησίαν;» (ἀπόστιχ.
ἑσπερ. τῆς 29ης Ἰουν.). Ποιός, λέει, δοξασμένε ἀπόστολε Παῦλε, θὰ
μπορέσῃ νὰ διηγηθῇ τὶς φυλακίσεις μὲ χειροπέδες καὶ τὶς θλίψεις ποὺ
ὑπέμεινες σὲ διάφορες πόλεις; ἢ ποιός μπορεῖ νὰ περιγράψῃ τοὺς ἀγῶνες
καὶ τοὺς κόπους ποὺ κατέβαλες ἐπάνω στὴν διάδοσι τοῦ εὐαγγελίου, γιὰ
νὰ κερδήσῃς ὅλους στὴν σωτηρία καὶ νὰ φέρῃς τὴν Ἐκκλησία στὸ νυμφίο
Χριστὸ καὶ νὰ τὴ νυμφεύσῃς μαζί του; Ποιός, συνεχίζει ὁ ὑμνῳδός, μπορεῖ
νὰ περιγράψῃ «τοὺς κόπους, τοὺς μόχθους, τὰς ἀγρυπνίας, τὰς ἐν λιμῷ
καὶ δίψει κακοπαθείας, τὰς ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι, τὴν σαργάνην (=τὸ
κοφίνι ὅπου τὸν κατέβασαν γιὰ νὰ διαφύγῃ τὴν σύλληψι), τοὺς ῥαβδισμούς,
τοὺς λιθασμούς, τὴν περίοδον (=τὴν περιοδεία μὲ τὰ πόδια), τὸν βυθόν
(=τὸ πέλαγος ὅπου ἔμεινε ναυαγὸς ἐπὶ ἕνα ἡμερόνυχτο), τὰ ναυάγια;»
(ἔ.ἀ.).
Ποιός μπορεῖ νὰ περιγράψῃ τοὺς κινδύνους στοὺς ὁποίους ἐξέθεσε τὴ ζωή
του γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ μείνῃ πιστὸς στὴν ἐντολή του; Ὁ
ἴδιος ἀναγκάζεται νὰ μᾶς δώσῃ μία περίληψι.
Εἶχα, λέει, πόλεμο ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ σὰν λυσσασμένα σκυλιὰ μὲ
κατεδίωκαν παντοῦ. Εἶχα πόλεμο μὲ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως. Δὲν ἦταν
εὔκολο νὰ φεύγῃς ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος καὶ νὰ πηγαίνῃς στὸ ἄλλο, σὲ καιρὸ ποὺ
οὔτε δρόμοι οὔτε μέσα συγκοινωνίας οὔτε ἀσφάλεια στὶς μετακινήσεις
῾πῆρχε. Κινδύνεψα ἀπὸ λῃστάς, ποὺ σὰν θηρία καραδοκοῦσαν στὰ
περάσματα νὰ πιάσουν τοὺς διαβάτες. Κινδύνεψα νὰ μὲ παρασύρουν ποτάμια
ποὺ ἤμουν ὑποχρεωμένος νὰ περάσω. Κινδύνεψα νὰ πνιγῶ στὴ θάλασσα·
τρεῖς φορὲς ναυάγησα καὶ ἕνα ὁλόκληρο μερόνυχτο πάλεψα μὲ τὰ κύματα
στὸ πέλαγος. Ἅμαξες κι αὐτοκίνητα δὲν εἶχα. Πόσα ὑπέφερα στὶς
ὁδοιπορίες! Πολλὲς φορὲς πείνασα, δίψασα, ἔμεινα γυμνὸς καὶ ἔρημος,
εἶδα τὸ θάνατο μὲ τὰ μάτια μου.
Ὅπως τότε, πηγαίνοντας γιὰ τὴ Δαμασκό! Εἶχα πάει ἐκεῖ γιὰ νὰ κηρύξω τὸ
λατρευτὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἐχθροί μου μὲ συκοφάντησαν πὼς
εἶμαι ἐπικίνδυνος ταραξίας. Ὁ φρούραρχος ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς
στρατιῶτες νὰ μὲ συλλάβουν. Καὶ τότε οἱ Χριστιανοί, νύχτα μὲ κίνδυνο,
μὲ κατέβασαν ἀπὸ παράθυρο ἔξω ἀπὸ τὸ τεῖχος μὲ σχοινιὰ μέσα σὲ
ζεμπίλι.
Ἀκοῦτε τί ἀγῶνες εἶχε στὴ ζωή του ὁ Παῦλος, ὁ γενναῖος στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ;
⃝ Οἱ γενναῖοι ὅμως στρατιῶτες βραβεύονται καὶ παρασημοφοροῦνται ἀπὸ
τοὺς βασιλιᾶδες. Καὶ ὁ γενναῖος Παῦλος πῆρε βραβεῖα καὶ παράσημα ὄχι
ἀπὸ χέρια βασιλέων, ἀλλ᾽ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Ποιό τὸ βραβεῖο, ποιά ἡ
ἀμοιβὴ ποὺ πῆρε; Ἀναγκάζεται νὰ τὰ πῇ ὁ ἴδιος.
Κάποτε, λέει, –πᾶνε τώρα 14 χρόνια–, μοῦ συνέβη ἕνα ἔκτακτο καὶ
ἀλησμόνητο γεγονός. Μία μυστηριώδης δύναμις μὲ ἅρπαξε ἀπὸ τούτη τὴ γῆ
τῶν δακρύων καὶ τοῦ πόνου καὶ μὲ μετέφερε – ποῦ; στὸν τρίτο οὐρανό! Ὤ,
ἐκεῖ ποὺ εἶνε ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ποὺ ἄγγελοι μὲ μαλαματένια
θυμιατὰ κυκλώνουν τὸ θρόνο τοῦ αἰωνίου Θεοῦ· ἐκεῖ ποὺ ὄχι ψάλτες τῆς γῆς
ἀλλὰ ἄγγελοι μὲ οὐράνιες κιθάρες ψάλλουν καὶ ὑμνοῦν τὸν Παντοκράτορα.
Σ᾽ ἐκεῖνο τὸν κόσμο, ποὺ ὡραιότερός του δὲν ὑπάρχει, ἐκεῖ μὲ μετέφερε ἡ
χάρις τοῦ Θεοῦ.
Τί εἶδε καὶ τί ἄκουσε ἐκεῖ ὁ Παῦλος δὲν περιγράφεται. Ἀπὸ ταπείνωσι μὰ
κι ἀπὸ ἀδυναμία πραγματική, γράφει σήμερα καὶ –σὰν νὰ πρόκειται γιὰ
κάποιον ἄλλο, ἐνῷ πρόκειται γιὰ τὸν ἴδιο– λέει ὅτι· «ἡρπάγη εἰς τὸν
παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ῥήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι» (Β΄
Κορ. 12,4).
Δὲν μπορῶ –λέει μὲ ἄλλα λόγια–, ἀδελφοί μου, νὰ σᾶς περιγράψω τὰ κάλλη
τοῦ παραδείσου. Ἡ γλῶσσα μου εἶνε πολὺ φτωχή, δὲν βρίσκω λέξεις γιὰ νὰ
σᾶς πῶ τί ἔζησα στὸν πάμφωτο ἐκεῖνο κόσμο. Ἔπρεπε νά ᾽χω γλῶσσα
ἀγγέλων γιὰ νὰ σᾶς μιλήσω γιὰ τὰ μεγαλεῖα τοῦ οὐρανοῦ. Μὰ κ᾽ ἐσεῖς θά
᾽πρεπε νὰ εἶστε ὄχι ἄνθρωποι ἀλλὰ ἄγγελοι, γιὰ νὰ μπορῆτε νὰ μὲ
καταλάβετε. Μπορεῖ ἕνα παιδὶ νὰ καταλάβῃ τὸ μάθημα ἑνὸς σοφοῦ
καθηγητοῦ; ἄλλο τόσο μποροῦμε κ᾽ ἐμεῖς νὰ μιλήσουμε καὶ νὰ καταλάβουμε
τὴ γλῶσσα καὶ τὴ διδασκαλία τῶν ἀγγέλων γιὰ τὰ οὐράνια κάλλη.
Καὶ ὁ Παῦλος σιωπᾷ. Μᾶς ἄνοιξε ἁπλῶς ἕνα φεγγίτη, γιὰ ν᾽ ἀγναντέψουμε
τὴ χώρα ἐκείνη, ποὺ εἶνε λαμπρότερη κι ἀπ᾽ τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου· τὴ
χώρα ποὺ εἶνε ἡ κατοικία ὅλων τῶν ἀΰλων ἀσωμάτων δυνάμεων καὶ ὅλων τῶν
ἁγίων πνευμάτων· «προπατόρων, πατέρων, πατριαρχῶν, προφητῶν, ἀποστόλων,
κηρύκων, εὐαγγελιστῶν, μαρτύρων, ὁμολογητῶν, ἐγκρατευτῶν καὶ παντὸς
πνεύματος δικαίου ἐν πίστει τετελειωμένου» (θ. Λειτ. καθαγ.). Εἶνε ἡ
χώρα ποὺ κ᾽ ἐμεῖς εὐχόμαστε νὰ φτάσουμε!
* * *
Θ᾽ ἀξιωθοῦμε ἆραγε, ἀδελφοί μου; Ναί.
Ἀλλὰ πότε; Ὅταν ἀγωνιστοῦμε κ᾽ ἐμεῖς ὅπως ὁ Παῦλος καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι
δοῦλοι τοῦ Θεοῦ. Ὤ, δὲν πηγαίνει κανεὶς χορεύοντας στὸν παράδεισο.
Πρέπει προηγουμένως νὰ δουλέψῃ, ν᾽ ἀγωνισθῇ. Πρῶτα οἱ μάχες καὶ μετὰ τὰ
βραβεῖα· πρῶτα ἡ ἐργασία καὶ ἔπειτα ἡ ἁμοιβή· πρῶτα οἱ κόποι καὶ ἔπειτα ἡ
ἀνάπαυσις· πρῶτα ἡ σπορὰ καὶ ἔπειτα ὁ θερισμός.
Αὐτὸ τὸν κανόνα τήρησε ὁ Παῦλος. Αὐτὸν ἂς τηρήσουμε κ᾽ ἐμεῖς, ἂν θέλουμε
ν᾽ ἀπολαύσουμε τ᾽ ἀγαθὰ ἐκεῖνα, τὰ ἀνεκτίμητα, τὰ ὁποῖα ὁ Κύριος ἔχει
ἑτοιμάσει γιὰ ὅσους ἀγωνίζονται καὶ μάχονται σ᾽ ἐτοῦτο τὸν κόσμο.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπὸ τὸ χειρόγραφο ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἄγνωστο ἱ. ναὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας καὶ πιθανῶς τὴν 23-10-1938. Ἀνάγνωσις, τιτλοθεσία, στοιχειοθεσία, μεταφορὰ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα καὶ ἀναπλήρωσις 7-6-2024.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παναγιώτη Τρεμπέλα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ΄31 Θα σας πω πράγματα που ίσως σας φανούν απίστευτα. Αλλά ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο Οποίος είναι ευλογημένος στους αιώνες, γνωρίζει ότι δεν λέω ψέματα. 32 Στη Δαμασκό ο διοικητής που είχε διοριστεί από τον βασιλιά Αρέτα φρουρούσε την πόλη των Δαμασκηνών, επειδή ήθελε να με συλλάβει. 33 Κι από κάποιο παράθυρο με κατέβασαν κάτω μέσα σε δικτυωτό καλάθι, μέσα από κάποιο άνοιγμα του τείχους της πόλεως, και ξέφυγα από τα χέρια του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ΄ 1 Να σας μιλήσω λοιπόν και για άλλους διωγμούς μου, δεν με συμφέρει να καυχιέμαι. Σταματώ λοιπόν γι’ αυτό να μιλώ για τους διωγμούς και τους άλλους κόπους μου. Θα αναφερθώ όμως σε οπτασίες και αποκαλύψεις που μου χάρισε ο Κύριος. 2 Γνωρίζω έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε στενή σχέση και επικοινωνία με τον Χριστό. Ο άνθρωπος αυτός πριν από δεκατέσσερα χρόνια αρπάχθηκε και ανυψώθηκε μέχρι τον τρίτο ουρανό, όπου διαμένουν οι αγγελικές δυνάμεις. Δεν γνωρίζω όμως εάν ήταν με το σώμα του την ώρα εκείνη ή ήταν σε έκσταση, έξω από το σώμα του. Ο Θεός ξέρει. 3Και γνωρίζω ότι ο άνθρωπος αυτός (είτε με το σώμα του, είτε έξω απ’ το σώμα του, μόνο με την ψυχή του, δεν γνωρίζω, ο Θεός γνωρίζει) 4 αρπάχθηκε και μεταφέρθηκε στον Παράδεισο κι άκουσε λόγια που κανένας άνθρωπος δεν έχει τη δύναμη να τα πει, κι ούτε επιτρέπεται να τα ξεστομίσει λόγω της ιερότητάς τους.
5 Για τον άνθρωπο αυτόν θα καυχηθώ. Δεν είναι ο συνηθισμένος Παύλος αυτός, αλλά άλλος Παύλος, στον οποίο ο Κύριος έδωσε πολλές χάριτες. Για τον εαυτό μου όμως δεν θα καυχηθώ παρά μόνο για τις θλίψεις και τους πειρασμούς μου, όπου φανερώνεται η ασθένειά μου, αλλά και η δύναμη του Θεού που δεν μ’ αφήνει να καταρρεύσω. 6 Μόνο για τις ασθένειές μου αυτές θα καυχηθώ και όχι για τις επιτυχίες και τη δράση μου. Διότι εάν θελήσω και γι’ αυτά να καυχηθώ, δεν θα είμαι άφρων και ανόητος, επειδή θα πω την αλήθεια. Δυσκολεύομαι όμως να καυχηθώ, για να μη μου λογαριάσει κανείς τίποτε περισσότερο από εκείνο που βλέπει ή ακούει από μένα. 7 Και εξαιτίας των πολλών και μεγάλων αποκαλύψεων επέτρεψε ο Θεός και μου δόθηκε αγκαθωτό ξύλο στο σώμα, αρρώστια αθεράπευτη, άγγελος του σατανά, για να με χτυπά στο πρόσωπο και να με ταλαιπωρεί, για να μην υπερηφανεύομαι. 8 Για τον πειρασμό αυτό τρεις φορές παρακάλεσα τον Κύριο να μου τον απομακρύνει. 9 Αλλά ο Κύριος μου είπε: «Σου είναι αρκετή η χάρις που σου δίνω». Διότι η δύναμή μου αναδεικνύεται τέλεια, όταν ο άνθρωπος είναι ασθενής και με την ενίσχυσή του κατορθώνει μεγάλα και θαυμαστά. Με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση λοιπόν θα καυχιέμαι περισσότερο στις ασθένειές μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού.