Τὸ Εὐαγγέλιο ἔχει τὴ δύναμι νὰ σῴζῃ, ἀλλὰ μὲ τὴν προϋπόθεσι τῆς πίστεως. Τὸ Εὐαγγέλιο «δύναμις Θεοῦ ἐστιν εἰς σωτηρίαν παντὶ τῷ πιστεύοντι» (Ρωμ. 1:16). Ὅποιος ἀκούει τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ δὲν πιστεύει, αὐτὸς καταδικάζεται. Ὅποιος ἀκούει καὶ πιστεύει, αὐτὸς σῴζεται (Μάρκ. 16:15-16). «Εἰσερχόμεθα εἰς τὴν κατάπαυσιν οἱ πιστεύσαντες» (Ἕβρ. 4:3). Ὅλοι, κουρασμένοι καὶ καταπονημένοι σ᾽ αὐτὴ τὴ ζωὴ τὴν πλήρη δοκιμασιῶν, ἐπιθυμοῦμε τὴν ἀνάπαυσι. ᾿Αλλὰ στὸν τόπο τῆς αἰωνίας ἀναπαύσεως, στὸν παράδεισο τοῦ Θεοῦ τὸν πλήρη ἀπολαύσεων, εἰσερχόμεθα ὅσοι προηγουμένως πιστεύσαμε.
Κηρύττοντας ὁ ᾿Αρχηγὸς τῆς Πίστεως, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τὸ Εὐαγγέλιο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἔλεγε: «Ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ» (Μάρκ. 1:15). Γιὰ τὴν εἴσοδο στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀσάλευτη καὶ ἀπερίγραπτη, ἀπαιτεῖται πίστις, πίστις στὸ Εὐαγγέλιο.
Καὶ τί πίστις; Πίστις τυφλή; Θέλει ὁ Ἀρχηγὸς τῆς Πίστεως νὰ πιστεύωμε στὸ Εὐαγγέλιο τυφλά, χωρὶς τεκμήρια, χωρὶς ἀποδεικτικὰ στοιχεῖα, ὅπως πιστεύουν οἱ ὀπαδοὶ τῶν ἄλλων Θρησκειῶν; Ὄχι! Συκοφαντοῦν τὴ Χριστιανικὴ Θρησκεία ὅσοι ἰσχυρίζονται, ὅτι αὐτὴ διδάσκει τὸ «Πίστευε καὶ μὴ ἐρεύνα». Οὔτε ἡ Γραφὴ οὔτε ἡ Ἐκκλησία διδάσκει τέτοιο πρᾶγμα. Ἀντιθέτως, ὁ Κύριος βεβαιώνει τὴν ἀλήθεια τῆς Πίστεως μὲ διάφορα καὶ πολλὰ τεκμήρια, σημεῖα, θαύματα, ὑπερβάσεις τῶν φυσικῶν νόμων, ὥστε νὰ πιστεύωμε «μετὰ
λόγου», ὄχι τυφλά.
Πρέπει δὲ νὰ πιστεύωμε σὲ ὅλα, ὅσα περιέχονται στὸ Εὐαγγέλιο, γραπτὰ καὶ προφορικά. Ὅταν ὁ Χριστὸς ἔλεγε, «Πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ» (Μάρκ. 1:15), τὸ Εὐαγγέλιο ἦταν προφορικὴ διδασκαλία, ὄχι γραπτή. Ὁ Παῦλος στὸ Β΄ Θεσ. 2:15 συνιστᾷ νὰ κρατᾶμε καὶ τὶς γραπτὲς («δι᾽ ἐπιστολῶν») καὶ τὶς προφορικὲς («διὰ λόγου») διδασκαλίες. ᾿Επίσης πρέπει νὰ πιστεύωμε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, τὴν ὁποία τὸ Εὐαγγέλιο ἐπικυρώνει, καὶ ἀπὸ τὴν ὁποία παραθέτει πλῆθος χωρία ὡς θεόπνευστα. Πρέπει νὰ πιστεύωμε σὲ ὅλα τὰ ζητήματα τῆς Πίστεως, τὰ ὁποῖα διδάσκει ἡ ᾿Εκκλησία, διότι ἡ Ἐκκλησία εἶνε «στύλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α΄ Τιμ. 3:15).
Δὲν ἀρκεῖ δὲ νὰ πιστεύωμε. Πρέπει καὶ νὰ ὁμολογοῦμε. «Καρδίᾳ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι δὲ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν» (Ρωμ. 10:10). Μὲ τὴν καρδιὰ πιστεύει κανεὶς γιὰ δικαίωσι, καὶ μὲ τὸ στόμα ὁμολογεῖ γιὰ σωτηρία.
Κηρύττοντας ὁ ᾿Αρχηγὸς τῆς Πίστεως, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τὸ Εὐαγγέλιο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἔλεγε: «Ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ» (Μάρκ. 1:15). Γιὰ τὴν εἴσοδο στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀσάλευτη καὶ ἀπερίγραπτη, ἀπαιτεῖται πίστις, πίστις στὸ Εὐαγγέλιο.
Καὶ τί πίστις; Πίστις τυφλή; Θέλει ὁ Ἀρχηγὸς τῆς Πίστεως νὰ πιστεύωμε στὸ Εὐαγγέλιο τυφλά, χωρὶς τεκμήρια, χωρὶς ἀποδεικτικὰ στοιχεῖα, ὅπως πιστεύουν οἱ ὀπαδοὶ τῶν ἄλλων Θρησκειῶν; Ὄχι! Συκοφαντοῦν τὴ Χριστιανικὴ Θρησκεία ὅσοι ἰσχυρίζονται, ὅτι αὐτὴ διδάσκει τὸ «Πίστευε καὶ μὴ ἐρεύνα». Οὔτε ἡ Γραφὴ οὔτε ἡ Ἐκκλησία διδάσκει τέτοιο πρᾶγμα. Ἀντιθέτως, ὁ Κύριος βεβαιώνει τὴν ἀλήθεια τῆς Πίστεως μὲ διάφορα καὶ πολλὰ τεκμήρια, σημεῖα, θαύματα, ὑπερβάσεις τῶν φυσικῶν νόμων, ὥστε νὰ πιστεύωμε «μετὰ
λόγου», ὄχι τυφλά.
Πρέπει δὲ νὰ πιστεύωμε σὲ ὅλα, ὅσα περιέχονται στὸ Εὐαγγέλιο, γραπτὰ καὶ προφορικά. Ὅταν ὁ Χριστὸς ἔλεγε, «Πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ» (Μάρκ. 1:15), τὸ Εὐαγγέλιο ἦταν προφορικὴ διδασκαλία, ὄχι γραπτή. Ὁ Παῦλος στὸ Β΄ Θεσ. 2:15 συνιστᾷ νὰ κρατᾶμε καὶ τὶς γραπτὲς («δι᾽ ἐπιστολῶν») καὶ τὶς προφορικὲς («διὰ λόγου») διδασκαλίες. ᾿Επίσης πρέπει νὰ πιστεύωμε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, τὴν ὁποία τὸ Εὐαγγέλιο ἐπικυρώνει, καὶ ἀπὸ τὴν ὁποία παραθέτει πλῆθος χωρία ὡς θεόπνευστα. Πρέπει νὰ πιστεύωμε σὲ ὅλα τὰ ζητήματα τῆς Πίστεως, τὰ ὁποῖα διδάσκει ἡ ᾿Εκκλησία, διότι ἡ Ἐκκλησία εἶνε «στύλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α΄ Τιμ. 3:15).
Δὲν ἀρκεῖ δὲ νὰ πιστεύωμε. Πρέπει καὶ νὰ ὁμολογοῦμε. «Καρδίᾳ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι δὲ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν» (Ρωμ. 10:10). Μὲ τὴν καρδιὰ πιστεύει κανεὶς γιὰ δικαίωσι, καὶ μὲ τὸ στόμα ὁμολογεῖ γιὰ σωτηρία.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Ι. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ, Θεολόγου - Φιλολόγου "ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ", Ἔκδοσις
᾿Ορθοδόξου Ἱεραποστολικῆς ᾿Αδελφότητος «Ο ΣΤΑΥΡΟΣ», ΑΘΗΝΑΙ 2005