Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2024

«Κρέμασε τὸ ράσο του πάνω στὴν ἀκτῖνα»

 

  Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους (ιβ΄, 8) ἐπιστολὴ του τονίζει:

  «εἴτε ὁ παρακαλῶν, ἐν τῇ παρακλήσει, ὁ µεταδιδούς, ἐν ἁπλότητι, ὁ προϊστάµενος, ἐν σπουδῇ, ὁ ἐλαιῶν, ἐν ἱλαρότητι». (Δηλ: Καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὸ χάρισµα νὰ προτρέπῃ εἰς τὴν ἀρετὴν καὶ εἰς τὴν ἐφαρµογὴν τῶν θείων ἀληθειῶν, τὰς ὁποίας ἀποκαλύπτει µὲν ὁ προφήτης, ἐξηγεῖ δὲ ὁ διδάσκαλος, ἂς µένῃ εἰς τὸ ἔργον τῆς προτροπῆς. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει κλίσιν νὰ µοιράζῃ ἀπὸ τὰ ἀγαθά του εἰς τοὺς πτωχούς, ἂς πράττῃ τοῦτο µὲ ἁπλότητα, χωρὶς ἐπίδειξιν ἢ ἄλλα ἐγωϊστικὰ ἐλατήρια. Ἐκεῖνος, εἰς τὸν ὁποῖον ἀνετέθη ἡ ἐπιστασία καὶ φροντὶς καὶ ἐπιµέλεια ὁποιουδήποτε καλοῦ ἔργου, ἂς ἐπιστατῇ µὲ προθυµίαν καὶ δραστηριότητα. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ κάνει ἐλεηµοσύνην, ἂς ἐλεῇ µὲ χαρὰν καὶ καλωσύνην).

  • Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς διδάσκει:

  «Ἄς γίνουμε μετριόφρονες, ταπεινοὶ καὶ ἐπιεικεῖς. Γιατὶ αὐτοὺς πρὸ πάντων τοὺς μακάρισε ὁ Χριστός, λέγοντας: «μακάριοι οἱ ταπεινόφρονες στὸ πνεῦμα». Καὶ πάλι φώναζε, λέγοντας: «μάθετε ἀπὸ μένα ὅτι εἶμαι πρᾶος καὶ ταπεινὸς στὴν καρδιά» (Ματθ. 5, 3 καὶ 11, 29). Γι’ αὐτὸ ἔπλυνε τὰ πόδια τῶν μαθητῶν, δίνοντας σὲ μᾶς παράδειγμα ταπεινοφροσύνης.

  • Στὸ Γεροντικὸ διαβάζουμε:

  «Ψηλότερα ἀπ’ ὅλες τὶς ἀρετές, συνήθιζε νὰ λέγη ὁ Ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβός, στέκονται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη.

Κάποτε ρώτησε ἕνα ἀπὸ τοὺς ἐπισκέπτες του, ποιὸς νόμιζε πὼς πούλησε τὸν Ἰωσήφ.

– Τ’ ἀδέλφια του, ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος.

– Ὄχι, εἶπε ὁ Γέροντας. Ἡ μεγάλη ταπεινοφροσύνη. Δὲν μποροῦσε τάχα, τὴ στιγμὴ ποὺ τὸν πουλοῦσαν, νὰ διαμαρτυρηθῆ καὶ νὰ φωνάξη πὼς εἶναι ἀδελφός τους; Σώπασε ὅμως κι ἄφησε νὰ τὸν δώσουν στοὺς ἐμπόρους. Αὐτή του ἡ ταπείνωση τὸν ἔκανε ἄρχοντα στὴν Αἴγυπτο.

Ἄλλοτε πάλι ἔλεγε:

– Τί ἀνόητοι ποὺ εἴμεθα ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι! Πετᾶμε μακριὰ τὸ ἐλαφρότερο φορτίο, τὴν παραδοχὴ τοῦ λάθους μας καὶ τὸ «συγχώρεσέ με», καὶ φορτωνόμαστε τὸ πιὸ βαρύ, τὴ δικαιολογία.

  Ὁ ἴδιος ὁ Ἀββᾶς Ἰωάννης ἦταν τόσο ταπεινός, ποὺ οἱ Πατέρες τῆς σκήτης συνήθιζαν νὰ λένε γι’ αὐτόν:

  Ὁ Κολοβὸς μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη του ἔχει κρεμάσει τὴ σκήτη ὁλόκληρη στὸ μικρό του δακτυλάκι».

  • «Ὁ ταπεινός, καὶ θαύματα νὰ κάνη, πάλι δὲν πιστεύει στὸν λογισμό του. Ἦταν στὴν Ἰορδανία ἕνας πολὺ ἁπλὸς παπὰς ποὺ ἔκανε θαύματα. Διάβαζε ἀνθρώπους καὶ ζῶα ποὺ εἶχαν κάποια ἀρρώστια καὶ γίνονταν καλά. Πήγαιναν καὶ Μουσουλμάνοι σ᾿ αὐτόν, ὅταν ἔπασχαν ἀπὸ κάτι, καὶ τοὺς θεράπευε. Αὐτός, πρὶν λειτουργήση, ἔπαιρνε ἕνα ρόφημα μὲ λίγο παξιμάδι καὶ μετὰ ὅλη τὴν ἡμέρα δὲν ἔτρωγε τίποτε. Κάποτε ἔμαθε ὁ Πατριάρχης ὅτι τρώει πρὶν ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία καὶ τὸν κάλεσε στὸ Πατριαρχεῖο. Πῆγε ἐκεῖνος, χωρὶς νὰ ξέρη, γιατί τὸν ζητᾶνε. Ὥσπου νὰ τὸν φωνάξη ὁ Πατριάρχης, περίμενε μαζὶ μὲ ἄλλους σὲ μιὰ αἴθουσα. Ἔξω ἔκανε πολλὴ ζέστη· εἶχαν κλειστὰ τὰ παντζούρια καὶ ἀπὸ μιὰ τρυπούλα περνοῦ­σε μιὰ ἀκτῖνα. Αὐτὸς νόμισε ὅτι εἶναι σχοινί. Ἐπειδὴ εἶχε ἱδρώσει, βγάζει τὸ ράσο του καὶ τὸ κρεμάει πάνω στὴν ἀκτῖνα. Ὅταν τὸ εἶδαν οἱ ἄλλοι ποὺ κάθονταν ἐκεῖ στὴν αἴθουσα, τὰ ἔχασαν. Πᾶνε καὶ λένε στὸν Πατριάρχη: «Ὁ παπὰς ποὺ κολατσίζει πρὶν ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία κρέμασε τὸ ράσο του πάνω σὲ μιὰ ἀκτῖνα!». Τὸν κάλεσε μέσα ὁ Πατριάρχης καὶ ἄρχισε νὰ τὸν ρωτάη: «Τί κάνεις; Πῶς πᾶς; Κάθε πότε λειτουργεῖς; Πῶς ἑτοιμάζεσαι γιὰ τὴν Θεία Λειτουργία;». «Νά, λέει, διαβάζω τὴν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου, κάνω καὶ μερικὲς μετάνοιες καὶ ὕστερα φτιάχνω ἕνα ρόφημα, κολατσίζω λίγο, καὶ ἔπειτα λειτουργῶ». «Γιατί τὸ κάνεις αὐτό;», τὸν ρωτάει ὁ Πατριάρχης. «Ἅμα φάω λιγάκι πρὶν ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία, λέει ἐκεῖνος, ὅταν κάνω κατάλυση, πάει ὁ Χριστὸς ἐπάνω. Ἐνῶ, ἂν φάω μετὰ τὴν Θεία Λειτουργία, πάει ὁ Χριστὸς ἀπὸ κάτω»! Μὲ καλὸ λογισμὸ τὸ ἔκανε! Τοῦ λέει τότε ὁ Πατριάρχης: «Ὄχι, δὲν εἶναι σωστὸ αὐτό. Πρῶτα νὰ κάνης κατάλυση, καὶ ἔπειτα νὰ τρῶς λίγο». Ἔβαλε μετάνοια καὶ τὸ δέχθηκε.

  Παρόλο ποὺ εἶχε φθάσει σὲ τέτοια κατάσταση, νὰ κάνη θαύματα, τὸ δέχθηκε μὲ ἁπλότητα· δὲν εἶχε δικό του θέλημα. Ἐνῶ, ἂν πίστευε στὸν λογισμό του, μποροῦσε νὰ πῆ: «Ἐγὼ διαβάζω ἀνθρώπους καὶ ζῶα ἄρρωστα καὶ γίνονται καλά, κάνω θαύματα· τί μοῦ λέει αὐτός; Ἔτσι ποὺ τὸ σκέφτομαι, εἶναι πιὸ καλά, γιατὶ ἀλλιῶς πάει τὸ φαγητὸ πάνω ἀπὸ τὸν Χριστό».