Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος – θεολόγος
Καθοριστικῆς σημασίας εἶναι ὁρισμένα γεγονότα στὴν πορεία τῆς ζωῆς κάθε ἀνθρώπου. Ἕνα τέτοιο γεγονὸς ὑπῆρξε, γιὰ τὸν Διονύσιο Ἀρεοπαγίτη, ἡ συνάντησή του μὲ τὸν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν Παῦλο. Συγκεκριμένα, ὅταν ὁ τελευταῖος κατῆλθε ἀπὸ τὴν Μακεδονία στὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν, «τὴν κατείδωλον οὖσαν», βρῆκε πρόσφορο ἔδαφος γιὰ συζήτηση μὲ διαφόρους φιλοσόφους, στωϊκοὺς καὶ ἐπικουρείους, ποὺ ἐνδιαφέρονταν νὰ μάθουν «τίς ἡ καινὴ αὕτη ἡ ὑπ’ αὐτοῦ λαλουμένη διδαχή».
Πράγματι, ὁ σοφὸς Παῦλος, στὴν ὁμιλία του στὸν Ἄρειο Πάγο, προκειμένου νὰ γίνῃ περισσότερο κατανοητός, χρησιμοποίησε καὶ λόγια φιλοσόφων, ὅπως τὸ τοῦ στωϊκοῦ Ἀράτου: «τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν». Τὸ κήρυγμα τοῦ Παύλου (Πράξ. ιζ’ 22-34) βρῆκε ἀμέσως ἀνταπόκριση στὴν ψυχὴ τοῦ ὥριμου πλέον Διονυσίου, λόγῳ καὶ τῆς δικῆς του φιλοσοφικῆς προπαιδείας. Νέος εἶχε φτάσει μέχρι καὶ τὴν Ἡλιούπολη τῆς Αἰγύπτου, γιὰ νὰ μαθητεύσῃ κοντὰ στοὺς μεγάλους αἰγυπτίους σοφούς. Κατὰ τὴν ἐκεῖ, μάλιστα, παραμονή του, ἔγινε μάρτυρας ἑνὸς παραδόξου γεγονότος, τοῦ συσκοτισμοῦ τοῦ ἡλίου ἐν μέσῳ τῆς ἡμέρας, -κατὰ τὴν ὥρα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου-, ποὺ τὸν συγκλόνισε τόσο, ὥστε νὰ ἀναφωνήσῃ μὲ θαυμασμό: «ἢ Θεός πάσχει, ἢ τὸ πᾶν ἀπόλλυται». Φανταστῆτε, λοιπόν, τὸν συγκλονισμὸ ποὺ νοιώθει καὶ πάλι μέσα στὴν ψυχή του ὁ Διονύσιος, ὅταν ἀκούῃ τὸν Παῦλο, τώρα, νὰ μιλάῃ γιὰ τὸν πάσχοντα Θεὸ καὶ τὴν Ἀνάστασή Του!
Ὑπῆρξε, ἀσφαλῶς, ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας καὶ ὄχι μόνον προϊὸν ἀγαθῆς προαιρέσεως ἡ μεταστροφὴ τοῦ Ἁγίου στὴν νέα πίστη. Ἡ θεία χάρις ἐργάστηκε μὲ τέτοιον τρόπο, ὥστε νὰ μὴν χρειαστῆ ὁ Διονύσιος ἄλλες ἀποδείξεις, γιὰ νὰ προσκολληθῆ στὴν καινὴ διδασκαλία. Ἐκεῖνος, ὁ φιλόσοφος, θὰ γίνῃ πλέον μύστης μιᾶς ἄλλης σοφίας, «διαμείψας τῆ χαμαιζήλῳ τὴν ὑπὲρ ἄνθρωπον» (= ἀνταλλάσσοντας τὴν ὑπερ-άνθρωπη, τὴν θεϊκή, μὲ τὴν ἐπίγεια σοφία), στὴν ὁποία θὰ μυήσῃ, μὲ τὴν σειρά του, καὶ ἄλλους.
Ἔτσι, «ὁ τῷ Παύλῳ ἀγρευθείς» ἔγινε «καὶ πολλῶν ἀγρευτὴς ἐν χάριτι». Ἄξιος, πράγματι, μαθητὴς ἀξίου διδασκάλου ἀναδείχθηκε ὁ Διονύσιος. Οὐρανοφάντωρ ὁ Παῦλος, ἱερομύστης ὁ Διονύσιος! Σκεῦος τῆς ἐκλογῆς ὁ Παῦλος, «ἀπεικόνισμα τοῦ σκεύους» ὁ Διονύσιος! Θεολόγος ὁ Παῦλος, «τριαδικὸς θεολόγος τῇ χάριτι» καὶ ὁ Διονύσιος! Θαυμαστά, ἀλήθεια, τὰ ἔργα τῆς θείας χάριτος.
Ὅμως, γιὰ νὰ ἐνεργήσῃ ἡ θεία χάρις, χρειάζεται ἡ ἐλευθέρα βούληση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Διονύσιος, λοιπόν, ἔγινε, μὲ τὴν συγκατάθεσή του, «δοχεῖον τοῦ Πνεύματος εὐάρμοστον» καὶ «φωτισθεὶς τῇ χάριτι τῆς θείας ἐλλάμψεως … κατεφώτισε ἅπαντας». Δὲν καταδέχθηκε νὰ κρατήσῃ γιὰ τὸν ἑαυτό του ὅ τι ἔλαβε ἀπὸ τὸν δάσκαλό του, ποὺ τὸν ὡδήγησε στὴν πηγὴ τῆς σοφίας, ἀλλὰ «τῇ ἀγάπη τῆς σοφίας συμπεριφερόμενος πολλοστὸς ἐγένετο» καὶ ἔκτοτε «ποταμοὺς θείων ναμάτων ἀενάως πηγάζει τῷ κόσμῳ».
Γι’ αὐτὴν τὴν προσφορὰ τῶν θείων ναμάτων, μὲ τὰ ὁποῖα πότισε πλουσιοπάροχα «τὴν οἰκουμένην ἅπασαν» εἴμαστε ἀληθινὰ εὐγνώμονες στὸν Διονύσιο ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ ἰδιαιτέρως ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες καὶ μάλιστα οἱ Ἀθηναῖοι﮲ διότι ὁ Διονύσιος συνεδύασε ἄριστα, στὸ πρόσωπό του καὶ στὴν διδασκαλία του, τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφικὴ παιδεία μὲ τὴν χριστιανικὴ ἀγωγὴ καὶ μάθηση. Χρησιμοποίησε τὴν φιλο-σοφία, τὴν ζήτηση τοῦ ἀληθοῦς, τοῦ δικαίου, τοῦ ὡραίου, ὡς μέσο γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς μόνης ἀγαθῆς, τῆς ἄνωθεν σοφίας (Ἰάκ. γ’ 17-18).
Κατ’ οὐσίαν, ὁ Διονύσιος εἶναι ὁ πρῶτος Πατέρας ποὺ ἔγινε κοινωνὸς τοῦ ἑλληνοχριστιανικοῦ ἰδεώδους ἐκεῖ ψηλὰ στὸν βράχο τοῦ Ἄρεως. Γι’ αὐτὴν τὴν «κοινωνία», ποὺ ἀπέδωσε τόσους καρποὺς στὴν συνέχεια, ἐμεῖς, οἱ κάτοικοι τοῦ «κλεινοῦ ἄστεως», τοῦ εἴμαστε διπλᾶ εὐγνώμονες! Ἐξ ἄλλου, ἡ πόλη τῶν Ἀθηνῶν, «τῆς Ἑλλάδος ἡ παίδευσις», προσέφερε πλουσιοπάροχα τὴν σοφία της καὶ στοὺς μετέπειτα μεγάλους Πατέρες καὶ διδασκάλους, τοὺς φωστῆρες τῆς οἰκουμένης, Βασίλειο καὶ Γρηγόριο, οἱ ὁποῖοι βάδισαν πιστὰ στὰ βήματα τῶν προκατόχων των, τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Διονυσίου, καὶ γονιμοποίησαν ἀκόμη περισσότερο τὴν σχέση τοῦ Ἕλληνος λόγου μὲ τὸν Θεὸ Λόγο.
Πόσο σοφά, ἀλήθεια, χρησιμοποίησε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ τὸν Ἕλληνα λόγο, τὴν ὑπέροχη ἑλληνικὴ γλῶσσα, γιὰ νὰ γίνῃ γνωστὸς στὰ πέρατα τῆς γῆς! Ἀλλὰ καὶ πόσο μικρόνοες –τοὐλάχιστον- εἶναι ὅσοι «ὑπὲρ ἄγαν» Ἕλληνες ἢ Χριστιανοὶ ὑπονομεύουν καὶ καταστρέφουν τὴν εὐλογημένη αὐτὴν σχέση καὶ θαυμαστὴ συνεργασία Ἑλληνισμοῦ καὶ Χριστιανισμοῦ!
Ἄς πρεσβεύωμε, λοιπόν, θερμῶς πρὸς τοὺς πρώτους Ἀθηναίους Ὀρθοδόξους Ἁγίους, τὸν Διονύσιο, τὸν Ἱερόθεο, τὴν Δάμαρι καὶ τοὺς ἄλλους ἀκολούθους τοῦ Παύλου, νὰ δέωνται ἀκαταπαύστως ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῆς πόλεώς των, τῆς Ἑλλάδος καὶ τοῦ κόσμου ὅλου, ὅπου σκόρπισαν τὸ φῶς Του, ἀπὸ παντὸς κινδύνου, ἀρρωστείας καὶ πάσης ἄλλης κακοδαιμονίας πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ ἐπ’ ὠφελείᾳ πάντων ἡμῶν. Ἀμήν! Γένοιτο!
Ἐνδεικτικὴ βιβλιογραφία
Μηναῖον τοῦ Ὀκτωβρίου, Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἔκδοση στ’, Ἀθήνα, 2002.
Ἀκολουθία Πλήρης τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, Νικολάου Β. Νάκη, ἐκ τοῦ τυπογραφείου Γεωργίου Σ. Σταυριανοῦ, Ἐν Ἀθήναις, 1894.
Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, ποίημα Ἀποστόλου Βαλληνδρᾶ, Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἔκδοση β’, Ἀθήνα, 1996.
https://enromiosini.gr/arthrografia/synantisi-ellinismoy-christianismoy-stin/