Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

Ἡ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ καὶ τὸ Ντενιζλὶ τῆς Φρυγίας

Γράφει ὁ κ. Χαράλαμπος Ἀθ. Μηνάογλου, Δρ. Ἱστορίας

  Πρὶν ἀπὸ ἑκατό χρόνια, τὸ 1922, ἔλαβε χώρα ἡ μεγαλύτερη καταστροφὴ ποὺ γνώρισε ὁ Ἑλληνισμός. Τὸ Γένος δὲν ἔχασε τότε ἁπλῶς ἕνα τμῆμα του, ἀλλὰ στὴν κυριολεξία, ἀπώλεσε τὸν μισὸ ἑαυτό του. Σὲ ὅλες τὶς ἐποχὲς τῆς ἱστορίας μας, ἡ Μ. Ἀσία ἀποτελοῦσε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο βάθρα τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Μετὰ τὸ 1922, ἔχει μείνει τὸ ἕνα μόνο βάθρο, ἡ κυρίως Ἑλλάδα, καὶ γι’ αὐτὸ χωλαίνουμε. Σὲ ἕνα σύντομο κείμενο ὅπως αὐτό, δὲν μποροῦν νὰ γίνουν ἀναφορές στὰ αἴτια τῆς Καταστροφῆς καὶ στὶς συνέπειές της. Ἐκεῖ­νο ποὺ πρέπει νὰ ἐπισημανθεῖ εἶναι, ὅτι οἱ Δυτικοὶ «Σύμμαχοι» (Ἀμερικανοί, Γάλλοι, Ἰταλοί) στήριξαν τὸν Κεμάλ, τὸν σφαγέα τοῦ Μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ γιὰ δύο λόγους. Πρῶτον, ἐπειδὴ ἡ Ἑλλάδα μὲ τὴν προσάρτηση τῆς Μ. Ἀσίας μὲ τὰ γεωστρατηγικὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς θὰ ἀνερχόταν στὸ ἐπίπεδο μεγάλης δύναμης, πρᾶγμα ποὺ δὲν συν­έφερε καμία ἀπὸ τὶς Μ. Δυνάμεις. Δεύτερον, ἐπειδὴ ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἤθελαν ἡ Τουρκία νὰ ἀποτελεῖ, ὅπως συμβαίνει καὶ σήμερα, τὸν ἐνδιάμεσο ἀνάμεσα στὸν Δυτικὸ Κόσμο καὶ τὸ Ἰσλάμ.

  Πέραν ὅμως ἀπὸ αὐτὰ, σὲ βάρος τῶν Μικρασιατῶν προσ­φύγων δὲν  ἔγιναν μόνον οἱ τουρκικὲς φρικαλεότητες, ἀλλὰ καὶ δύο βασικότατες παραβιάσεις τῶν ἀνθρωπίνων τους δικαιωμάτων ἀπὸ τὴν Διεθνῆ Κοινότητα. Οἱ Ἕλ­ληνες τῆς Μ. Ἀσίας ὑποχρεώθηκαν σὲ ἀνταλλαγή, ἄρα ἀναγκάστηκαν νὰ φύγουν ἀπὸ τὴν Μ. Ἀσία, σύμφωνα μὲ ὅσα συμφωνήθηκαν στὴν Λωζάννη. Ἡ παραμονὴ σὲ ἕνα ὁποιονδήποτε τόπο εἶναι, ἀναφαίρετο δικαίωμα κάθε ἀνθρώπου, σύμφωνα μὲ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, ὅπως αὐτὰ τὰ ἔχει καθορίσει ὁ δυτικὸς κόσμος. Ἀλλὰ ἀκόμη χειρότερα παραβιάστηκαν τὰ δικαιώματά τους, ὅταν ὑπὸ τὴν πίεση καὶ τῶν Μ. Δυνάμεων, τὸ 1930, ἡ ἑλληνικὴ κυβέρνηση τοῦ Βενιζέλου οὐσιαστικὰ χάρισε στὸ στρατοκρατικὸ κεμαλικὸ δημόσιο τὶς περιουσίες τουλάχιστον 1.500.000 Μικρασιατῶν Ἑλλήνων, παρότι σύμφωνα μὲ τὸ πρωτόκολλο ἀνταλλαγῆς τοῦ 1923 προβλεπόταν πλήρης ἀποζημίωση ὅλων τῶν ἀνταλλασσομένων Ἑλλήνων καὶ Μουσουλμάνων. Εἶχαν, μάλιστα, συσταθεῖ καὶ σχετικὲς ἐπιτροπὲς ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Γεωργίας, οἱ ὁποῖες κατέγραφαν τὶς περιουσίες τῶν Μικρασιατῶν καὶ οἱ ὁποῖες λειτούργησαν μέχρι τὸ 1930. Ἡ Τουρκία, ὅπως εἶναι φυσικό, κωλυσιεργοῦσε καὶ μὲ τὴν ὑποστήριξη τῶν Δυτικῶν Δυνάμεων ἐμπόδιζε τὴν πρόοδο ὁποιασδήποτε ἀντικειμενικῆς ἐκτίμησης καὶ ὑπολογισμοῦ ἔστω καὶ κατὰ προσέγγιση τοῦ συνόλου τῶν περιουσιῶν τῶν Ἑλλήνων ποὺ «ἀνταλλὰγησαν», καθὼς γνώριζε καλὰ ὅτι, ἐὰν ὑποχρεωνόταν νὰ πληρώσει τὶς περιουσίες τῶν Μικρασιατῶν, αὐτὸ θὰ σήμαινε τὴν πλήρη οἰκονομικὴ καταστροφή της.

  Ἡ ἐπαίσχυντη λοιπόν, συμφωνία τοῦ 1930 ἀποτελεῖ μοναδικὸ παράδειγμα παγκοσμίως ἀπροκάλυπτης ληστείας, ποὺ ἔλαβε χώρα μὲ τὴν συγκατάθεση τῆς Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν Μ. Δυνάμεων μὲ πρωτοστατοῦσα τὴν Μ. Βρετανία. Οἱ Δυτικὲς Δυνάμεις στήριξαν τὸν Κεμὰλ νὰ μὴ ἀποζημιώσει τοὺς Μικρασιάτες, ἐπειδὴ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὸν ἐνίσχυαν οἰκονομικὰ χωρὶς νὰ δεσμεύσουν δικά τους κεφάλαια. Προτίμησαν νὰ τὸν χρηματοδοτήσουν μὲ τὶς δικές μας περιουσίες, καθὼς ἐπιθυμοῦσαν πάσῃ θυσίᾳ τὴν ἐπικράτησή του στο ἐσωτερικὸ καὶ τὴν ἐπιβολή του ὡς ἰσόβιου ἡγέτη στὴν Τουρκία, ἐπειδὴ τότε ἦταν ὁ μοναδικὸς οὐσιαστικὰ μὴ μουσουλμάνος καὶ σὲ κάθε περίπτωση δυτικόφιλος ἡγέτης μουσουλμανικοῦ κράτους. Ἔτσι, σήμερα, ἡ Τουρκικὴ Δημοκρατία γνωρίζει πρωτοφανῆ οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη καὶ βρίσκεται πλέον μὲ δική της ἀμυντικὴ βιομηχανία μὲ τὰ δικά μας χρήματα. Ἐὰν ἡ Τουρκία εἶχε πληρώσει τὶς περιουσίες τῶν Μικρασιατῶν, αὐτὴ τὴν στιγμὴ θὰ βρισκόταν στὴν οἰκονομικὴ κατάσταση τοῦ Ἀφγανιστάν, ἴσως καὶ σὲ χειρότερη.

  Ἀκόμη σὲ αὐτὴν τὴν σύντομη ἀναφορὰ στὸ τεράστιο αὐτὸ ζήτημα, δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε ―παρὰ τὴν ἐπίσημη πολιτικὴ τῆς λήθης― τὰ δεινὰ ποὺ ἡ κεμαλική Τουρκία προκάλεσε στὸν Μικρασιατικὸ Ἑλληνισμὸ ὄντες βέβαιοι πὼς καὶ ἡ τωρινὴ νεο-ὀθωμανικὴ κυβέρνηση δὲν ἔχει καλύτερες προθέσεις.

  Ἕνας ἀπὸ τοὺς τόπους ποὺ ὑπέστησαν τὴν Καταστροφὴ καὶ τὴν γενοκτονία ἀπὸ τοὺς Τούρκους, τὸ ἀδίστακτο αὐτὸ ἔγκλημα κατὰ τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ σύνολης τῆς ἀνθρωπότητας, ὑπῆρξε καὶ τὸ Ντενιζλὶ τῆς Φρυγίας, μερικὲς δεκάδες χιλιόμετρα δυτικὰ τῆς Φιλαδέλφειας. Πρόκειται γιὰ κωμόπολη ποὺ πρωτοδημιουργήθηκε τὴν ἐποχὴ τῶν συγκρούσεων γιὰ τὸν ἔλεγχο τῆς Δυτικῆς Μ. Ἀσίας ἀνάμεσα στὴν Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία καὶ τοὺς Σελτζούκους, κάπου γύρω στὴν Γ΄ Σταυροφορία. Κτίστηκε ἕξι μόλις χιλιόμετρα μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἀρχαία Λαοδίκεια στὸν Λύκο ποταμό. Ἐπειδή κατὰ μίαν ἔννοια ἀποτέλεσε συνέχεια αὐτῆς τῆς πόλης, ἡ ὁποία σταδιακὰ ἐρημώθηκε τελείως, οἱ Τοῦρκοι τὴν ἔλεγαν καὶ Ladiq, δηλαδὴ Λαοδίκεια.

  Ἡ κωμόπολη διαρκῶς αὐξανόταν καὶ μεγάλωνε κατὰ τοὺς αἰῶνες τῆς Ὀθωμανοκρατίας. Ἡ ὀνομασία Ντενιζλὶ προῆλθε ἀπὸ τὰ πολλὰ νερὰ ποὺ εἶχε ἡ περιοχή (στὰ τουρκικὰ Ντενιζλὶ σημαίνει «ὁ τόπος τῆς θάλασσας, τοῦ νεροῦ»). Βρισκόταν οὐσιαστικά στὴν διασταύρωση τοῦ Λύκου μὲ τὸν Μαίανδρο ποταμό, λίγο βορειότερα ὑπῆρχαν ἰαματικὲς πηγές, ἐνῶ λίγο ἔξω ἀπὸ τὴν κωμόπολη ὑπῆρχαν καὶ μικρὲς λίμνες. Ἡ παρουσία τῶν Ἑλλήνων φαίνεται ὅτι γνώρισε μία σταθερὴ αὔξηση στὴν κωμόπολη. Ἀναφέρονται 70 οἰκογένειες στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰώνα, ἐνῶ ἀργότερα 120. Ὁ πάστορας Ἀρουντὲλ ποὺ πέρασε ἀπὸ τὸ Ντενιζλὶ στὶς 20-21 Ἀπριλίου τοῦ 1828, μνημονεύει ἕνα νεομάρτυρα ποὺ μαρτύρησε, ὅπως σημειώνει πέντε ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὴν δική του διέλευση, δηλαδὴ γύρω στὶς 15 Ἀπριλίου. Δυστυχῶς, δὲν μᾶς ἔχει διασώσει τὸ ὄνομα τοῦ μάρτυρος, ἀλλὰ μᾶς διηγεῖται τὸ ἱστορικὸ τοῦ μαρτυρίου: ὁ ἀσεβὴς κατὰ τὸν προτεστάντη πάστορα μάρτυρας συνελήφθη νὰ ἔχει σαρκικὲς σχέσεις μὲ μία μουσουλμάνα. Τοῦ προτάθηκε ἀπὸ τὸν καδὴ νὰ ἀλλαξοπιστήσει, ὥστε νὰ γλυτώσει, ἀλλὰ ὁ μάρτυρας ἀρνήθηκε νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστό, ὁπότε ὁ καδής, ἴσως ἐλπίζοντας νὰ τὸν μεταπείσει, ἴσως θέλοντας νὰ τὸν βασανίσει ἁπλῶς, ὅρισε νὰ τοῦ δώσουν 2000 μαστιγώματα, μετὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα καὶ ἀφοῦ ἔμεινε γιὰ τρεῖς ἡμέρες δεμένος ὄρθιος στὸν τόπο τοῦ βασανιστηρίου, ὁ μάρτυρας ἐκοιμήθη.

  Κατὰ τὴν Καταστροφὴ οἱ Ἕλληνες ἦταν γύρω στὶς 500 οἰκογένειες. Οἱ περισσότεροι ζοῦσαν στὸν πάνω μαχαλά, τὸν παλιότερο τῆς πόλης. Ὅπως πίστευαν οἱ κάτοικοι, ἡ μαγιὰ τῶν ντόπιων κατοίκων τοῦ Ντενιζλί προερχόταν ἀπὸ τὴν ἀρχαία Λαοδίκεια. Τὰ ἐρείπια τῆς Λαοδίκειας βρίσκονται 6-7 χλ. βόρεια τοῦ Ντενιζλί. Ὁ Π. Κοντογιάννης δίνει 28.000 κατοίκους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους 4500 Ἕλληνες, 20000 Τοῦρκοι, 2000 Ἀρμένιοι καὶ 500 Ἑβραῖοι. Ὀγδόντα ἑλληνικὲς οἰκογένειες ποὺ εἶχαν μεταναστεύσει προφανῶς κατὰ τὸν 19ο αἰώνα ἀπὰ τὰ δυτικὰ παράλια καὶ τὴν Ἑλλάδα ἔμεναν στὸν κάτω μαχαλά.

  Στὶς ἀρχὲς πλέον τοῦ 20οῦ αἰώνα τὸ Ντενιζλί ἦταν μουτεσαριφλίκι ποὺ ὑπαγόταν στὸ βαλελίκι τῆς Σμύρνης. Παλιότερα ἀνῆκε στὸ βαλελίκι Ἀϊδινίου. Στὸ Ντενιζλί ὑπῆρχε δημαρχία μὲ Ἕλληνες συμβούλους καὶ ἡ κωμόπολη συνδεόταν μὲ τὸ Ἀϊδίνι καὶ τὴν Σμύρνη μέσῳ σιδηροδρομικῆς γραμμῆς (τοπικὴ διακλάδωση σιδηροδρομικῆς γραμμῆς Σμύρνης-Ἀϊδινίου-Σπάρτης). Ἀπὸ τὸ Ντενιζλὶ μέχρι τὸν σιδηροδρομικὸ σταθμὸ ὑπῆρχε ὡραῖος δρόμος, φαρδὺς καὶ ἠλεκτροφωτισμένος. Γιὰ τὰ γύρω χωριὰ ὑπῆρχαν ἁμαξιτοὶ δρόμοι (π.χ. Χῶ­νες). Στὴ Σμύρνη ἔφτανε κανείς μόνον μὲ τὸν σιδηρόδρομο.

  Ἡ κωμόπολη ὑπαγόταν ἐκκλησιαστικὰ στὴν Μητρόπολη Φιλαδελφείας, μὲ Μητροπολίτη κατὰ τὴν Καταστροφὴ τὸν Χρυσόστομο, μετέπειτα ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Χρυσόστομο Β΄.

Σὲ ἕνα παραπόταμο τοῦ Μαιάνδρου, ὁ ὁποῖος δέσποζε στὴν περιοχὴ καὶ καθιστοῦσε τὰ χωράφια τοῦ Ντενιζλὶ ἰδιαίτερα εὔφορα ὑπῆρχε μακαρονοποιία καὶ ἀλευροποιία ποὺ ἀνῆκαν σὲ Ἕλληνα. Ἡ κωμόπολη ἦταν κατάφυτη.

  Ὁ κάτω μαχαλάς ἦταν δημιούργημα τῶν ἀδελφῶν Πανταζόπουλου, οἱ ὁποῖοι ἦταν οἱ πλουσιότεροι ἀπὸ τοὺς νεοφερμένους Ἕλληνες στὸ Ντενιζλί. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ζαγορὰ τοῦ Πηλίου. Ἐγκαταστάθηκαν στὸ Ντενιζλὶ καὶ ἄνοιξαν τρεῖς ἀλευρόμυλους. Ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ ἦταν ὁ μητροπολιτικὸς ναὸς τοῦ Ντενιζλὶ καὶ βρισκόταν στὸν ἐπάνω μαχαλά. Ἦταν πέτρινο κτίσμα παλιὸ καὶ χωροῦσε πολὺ κόσμο. Εἶχε ξυλόγλυπτο τέμπλο. Δέν εἶναι γνωστὸ πότε κτίστηκε. Εἶχε μεγάλη αὐλὴ, ὅπου στεγαζόταν καὶ τὸ σχολεῖο. Ἡ μεγάλη καμπάνα του ἦταν δῶρο τοῦ τσάρου Νικολάου τῆς Ρωσίας καὶ ἀκουγόταν σὲ ἀπόσταση δύο ὡρῶν. Στὸν κάτω μαχαλά ὑπῆρχε ἡ ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, ποὺ ἔφτιαξαν οἱ Πανταζόπουλοι. Στὸν ἐπάνω μαχαλά εἶχε νηπιαγωγεῖο καὶ Δημοτικό. Τὸ Δημοτικὸ ἦταν στὴν αὐλὴ τῆς Ἐκκλησίας. Στὸν κάτω μαχαλά ὑπῆρχε ἄλλο δημοτικὸ ποὺ ἔφτιαξαν οἱ Πανταζόπουλοι. Ὅποιος ἤθελε νὰ προχωρήσει στὰ γράμματα πήγαινε στὸ Γυμνάσιο τῆς Εὐαγγελικῆς Σχολῆς Σμύρνης.

  Ἡ βασικὴ παραγωγὴ τοῦ τόπου ἦταν τὸ ἀλεύρι. Ὑπῆρχαν πολλοὶ ἀλευρόμυλοι. Ἔκαναν ἐξαγωγὴ μέχρι καὶ στὴν Ἀμερική. Οἱ ἀλευρόμυλοι ἦταν κοντὰ στὸν κάτω μαχαλά, ἀπὸ ὅπου ξεκινοῦσε καὶ ὁ δρόμος γιὰ τὸν σιδηροδρομικὸ σταθμό. Τὸ ἑλληνικὸ νεκροταφεῖο βρισκόταν ἔξω ἀπὸ τὸν ἐπάνω μαχαλά. Εἶχε καὶ ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Γεωργίου.

  Οἱ περισσότεροι Ἕλληνες ἦταν ἔμποροι, πολλοὶ ὅμως ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς Ἕλληνες κατοίκους ἦταν καὶ γαιοκτήμονες μὲ σημαντικὴ περιουσία, ἡ ὁποία σὲ κάποιες περιπτώσεις ἀνερχόταν σὲ ἔκταση τσιφλικιοῦ. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἀσχολοῦνταν μὲ τὰ καπνά. Ἐνδεικτικὸ τοῦ πλούτου τῆς ἑλληνικῆς κοινότητας τῆς κωμόπολης εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὑπῆρχαν στὸ Ντενιζλὶ Ἕλληνες ἐπιχειρηματίες καὶ γαιοκτήμονες, ποὺ μάθαιναν στὰ κορίτσια τους γαλλικὰ καὶ πιάνο λίγα χρόνια πρὶν τὴν Καταστροφή.  Ὑπῆρχαν πολλὲς ἐπιγαμίες μὲ Σπάρτη (Μ. Ἀσίας) καὶ Ναζλί. Ἄλλα κοντινὰ χωριά μὲ ἑλληνικὸ πληθυσμὸ ἦταν: Ἄππα, Γκότζαλι, Καντίκιοϊ, Κακλίκ, Μπουλαντάν, Σαράκιοϊ, Ταβάς, Τσάλ, Χῶνες.

  Αὐτὸν τὸν ἐπίγειο παράδεισο γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἦλθε νὰ καταστρέψει στὰ 1922 ἡ ἐκδικητικὴ μανία τοῦ δυτικόφιλου δικτάτορα Μουσταφὰ Κεμάλ, ὁ ὁποῖος συγκαταλέγεται ὁπωσδήποτε ἀνάμεσα στοὺς μεγαλύτερους ἐγκληματίες πολέμου ὅλων τῶν ἐποχῶν. Γιὰ τὸ τὶ συνέβη στὸ Ντενιζλὶ θὰ ἀφήσουμε νὰ μιλήσει ἡ Χρυσάνθη Χελιώτη, αὐτόπτης καὶ θῦμα τῆς τουρκικῆς θηριωδίας:

   «Πεντακόσιοι Τοῦρκοι ζεημπέκια μὲ φυσίγγια στὴ μέση, στὸ γόνατο, ὁ καθένας θὰ σήκωνε ἀπάνου του ἕνα σωρὸ σφαῖρες. Μέναν τὴν νύχτα στὸ ἐργοστάσιο τοῦ Πανταζόπουλου, ὅπου μέναμε καὶ ἐμεῖς μερικὲς οἰκογένειες τῶν ὑπαλλήλων. Τὴν μέρα φεῦγαν γιατὶ λεηλατοῦσαν, τὴν νύχτα γύριζαν καὶ κοιμοῦνταν. Τὸ πρωί καθὼς φεῦγαν λέγαν «ἀπόψε ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς θὰ τοὺς σκοτώσουμε». Καὶ λέγαμε «Θεέ μου, μὲ τι θάνατο θὰ πᾶμε ἄραγε; Μὲ πιστόλι; Μὲ μαχαίρι; Ποιό θὰ εἶναι το τέλος μας; Αὐτὴ ἡ τυραννία βάσταξε δυό ὁλόκληρα χρόνια».

  Πολλοὶ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Ἀττάλεια. Ἔφυγαν πρῶτα γυναῖκες, παιδιά καὶ ὅσοι ἄντρες γλύτωσαν ἀπὸ τὸν ἐκτοπισμό, πῆγαν καὶ τοὺς βρῆκαν μετά. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς μεῖναν στὸ δρόμο ἀπὸ τὴν πεῖνα, τὴν κούραση, τὴν τυραννία. Παιδάκια μεῖναν στὸν δρόμο. Τοὺς λήστευαν στὸν δρόμο. Τὶς γυναῖκες τὶς βίαζαν. Τοὺς λήστευαν καὶ κακομεταχειρίζονταν μέχρι τέλους. «Μὲ τὴν ἐξορία τῶν συμπατριωτῶν μας στὰ βάθη τῆς Ἀνατολῆς τὸ 1920, πολλοὶ χάθηκαν. Ὅσοι γύρισαν ἐγκαταστάθηκαν σὲ διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδας».

  Ὁ ἑλληνικὸς Στρατὸς πλησίασε, ἀλλὰ δὲν εἰσῆλθε ποτὲ στὸ Ντενιζλί. Παρόλα αὐτά, Ἕλληνες ἀλευροβιομήχανοι τοῦ παρεῖχαν ἀλεύρι, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ συλληφθοῦν καὶ νὰ βασανιστοῦν μετὰ τὴν Καταστροφή. Ἕνας ἐξ αὐτῶν, ὁ Ἀθανάσιος Ἀμπατζόγλου, κατόρθωσε νὰ ἀποδράσει καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες νὰ φθάσει στὸν Πειραιά, καὶ συγκεκριμένα στὴν Νίκαια, καὶ νὰ βρεῖ ἐκεῖ τὴν οἰκογένειά του. Στὴν Νίκαια, καὶ ἰδίως στὴν ἐνορία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου, ἐγκαταστάθηκαν ἀρκετοὶ Ντενιζλιῶτες, ἀνάμεσά τους καὶ ἡ οἰκογένεια Μηνάογλου (συγγενεῖς ἐξ ἀγχιστείας τοῦ Ἀθ. Ἀμπατζόγλου). Παρότι ἄμεσους συγγενεῖς δὲν θρήνησε, ἐντούτοις ἀντὶ γιὰ 500 στρέμματα καλλιεργήσιμες ἐκτάσεις ποὺ ἄφησε στὸ Ντενιζλί, δύο οἰκεῖες ἀνάμεσά τους καὶ τὸ σημερινὸ δημαρχεῖο τῆς πόλης, ἔλαβε ἕνα προσφυγικὸ 50 τ.μ., ὅπως συνέβη καὶ μὲ τοὺς περισσότερους Μικρασιάτες.

https://orthodoxostypos.gr