Κυριακὴ ΣΤ΄ Ματθαίου (Ματθ. 9,1-8)
Του Μητροπολιτου Φλωρινης π. Αυγουστινου Ν. Καντιωτου
«Ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου… Ἐγερθεὶς ἆρόν σου
τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου» (Ματθ. 9,2,6)
Ἀρχίζω τὴν ὁμιλία μὲ μιὰ λέξι, ποὺ ἐκφράζει ὅ,τι μέγα καὶ εὐγενές, ὅ,τι ὑψηλὸ καὶ ὡραῖο. Καὶ ἡ λέξι αὐτὴ εἶνε «Χριστός».
Ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε ἁπλὸς ἄνθρωπος· εἶνε Θεός. –Ἐμεῖς δὲν τὸ
πιστεύουμε, λένε οἱ ἄπιστοι, θέλουμε ἀποδείξεις. Τοὺς ἀπαντοῦμε·
Ὑπάρχουν μύριες ἀποδείξεις γιὰ τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Μιὰ τρανὴ
ἀπόδειξι εἶνε τὰ θαύματα, ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας
τοῦ αἰῶνος, εἰς πεῖσμα τῶν ἐχθρῶν του, ὁ Χριστός. Ζωντανὴ εἶνε ἡ πίστι
μας. Ἀληθινός, μέγας καὶ ὑψηλὸς εἶνε ὁ Θεός μας. «Τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ
Θεὸς ἡμῶν; σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ ποιῶν θαυμάσια» μόνος (Ψαλμ. 76,14-15).
Ἕνα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ διηγεῖται τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο· ἕνα θαῦμα διπλό. Τί θὰ πῇ αὐτό; Τὸ ἐξηγῶ.
* * *
Ὁ ἄνθρωπος εἶνε διπλός, ὁρατὸς καὶ ἀόρατος· ἔχει ὑλικὸ σῶμα ἀλλὰ καὶ ἄφθαρτο πνεῦμα.
Τὸ κορμί μας εἶνε φθαρτό («Γῆ εἶ
καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» – Γέν. 3,19), ἀποτελεῖται ἀπὸ ὑλικὰ στοιχεῖα. Ἂν
πάρουν οἱ ἐπιστήμονες τὸ σῶμα στὸ χημεῖο καὶ τὸ ἀναλύσουν,
ἀποτελεῖται ἀπὸ φθηνὰ ὑλικά. Τὸ νερό, ποὺ ἔχει, καλύπτει τὸ
μεγαλύτερο ποσοστὸ τοῦ σώματος. Ἔχει ἐπίσης λίπος ὅσο γιὰ νὰ γίνουν λίγα
σαπούνια. Ἔχει σίδερο ὅσο γιὰ νὰ γίνῃ ἕνα καρφί. Ἔχει ἀσβέστιο, ὅσο γιὰ
ν᾿ ἀσπρίσῃς ἕνα δωμάτιο. Ἔχει φωσφόρο ὅσο γιὰ νὰ γίνουν τέσσερα –
πέντε κουτιὰ σπίρτα. Ἔχει μόλυβδο ὅσο γιὰ νὰ γίνουν μερικὰ μολύβια.
Αὐτός εἶνε ὁ ἄνθρωπος. Ἂς πάρῃ λοιπὸν ἡ ἐπιστήμη τὰ στοιχεῖα αὐτά, ἀφοῦ
τὰ γνωρίζει, καὶ ἂς κάνῃ τὸν ἄνθρωπο. Μπορεῖ; Τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ
κάνῃ· οὔτε ἕνα μάτι, οὔτε ἕνα αὐτί, οὔτε ἕνα πνευμόνι, οὔτε μία καρδιά.
Ἔχει μεγαλεῖο τὸ ἀνθρώπινο σῶμα. Καὶ μόνο αὐτὸ φτάνει ν᾿ ἀποδείξῃ τὴ
θεότητα τοῦ Δημιουργοῦ.
Ἀλλ᾿ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σῶμα ὑπάρχει καὶ τὸ πνεῦμα. Καὶ ὅπως κανείς
δὲν ἀμφιβάλλει γιὰ τὸ ἂν ὑπάρχει σῶμα, ἔτσι δὲν πρέπει ν᾿ ἀμφιβάλλῃ καὶ
γιὰ τὸ ἄλλο συστατικὸ μὲ τὴν ἀνυπολόγιστη ἀξία, τὴν ψυχὴ δηλαδή. Πολλοὶ
λένε, ὅτι πείθονται μόνο γιὰ ὅ,τι βλέπουν, ἐνῷ ἡ ψυχὴ δὲν φαίνεται… Πόσα
ὅμως πράγματα τὰ πιστεύουμε ἐνῷ δὲν τὰ βλέπουμε! Βλέπουμε τὸν
ἠλεκτρισμό; καὶ ὅμως κανείς δὲν ἀμφιβάλλει γι᾿ αὐτόν. Ἂν ἀμφιβάλλῃ καὶ
πιάσῃ τὰ καλῴδια, κάηκε. Βλέπουμε τὸ μαγνητισμό; καὶ ὅμως δὲν
ἀμφιβάλλουμε γιὰ τὴν ὕπαρξί του, βλέποντας τὴν πυξίδα. Καὶ τόσα ἄλλα
ἔτσι τὰ πιστεύουμε. Καὶ ἡ ψυχὴ εἶνε βέβαια ἀόρατη, ἔχει ὅμως
ἐκδηλώσεις ποὺ εἶνε ὁρατές. Ἡ ψυχὴ σκέπτεται, αἰσθάνεται, ἐνεργεῖ,
ἐκλέγει τὸ κακὸ ἢ τὸ καλό. Κ᾿ ἐδῶ εἶνε τὸ μυστήριο· ἄλλος ἐκλέγει τὸ
καλὸ καὶ γίνεται ἄγγελος ἐπὶ τῆς γῆς, ἄλλος τὸ κακὸ καὶ γίνεται Ἰούδας.
Καὶ κάποτε οἱ ἄνθρωποι διάλεγαν περισσότερο τὸ καλό, καὶ ἡ γῆ ἦταν
παράδεισος· τώρα ὅλοι σχεδὸν διαλέγουμε τὸ κακό, καὶ ἡ γῆ ἔγινε
κόλασι.
Διπλὸς λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος. Ἔχει σῶμα καὶ ψυχή. Ἀνώτερη ἀπὸ τὸ
σῶμα εἶνε ἡ ψυχή. Μὰ ἐμεῖς μόνο γιὰ τὸ κορμί, μόνο γιὰ τὸ τομάρι μας,
φροντίζουμε. Τὰ πάντα κάνουμε γι᾿ αὐτό. Καὶ δὲν εἶπε κανεὶς νὰ μὴ
προσέχουμε τὸ σῶμα, ἀφοῦ κι αὐτὸ ὁ Θεὸς τὸ ἔδωσε. Ἀλλ᾿ ἐὰν μία φορὰ
φροντίζουμε γιὰ τὸ σῶμα, πόσο περισσότερο πρέπει νὰ φροντίζουμε γιὰ τὴν
ψυχή! Αὐτὸ μᾶς διδάσκει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, μὲ τὸ διπλὸ θαῦμα ποὺ
ἔκανε ὁ Χριστός.
* * *
Μᾶς μιλάει γιὰ ἕνα παράλυτο, ποὺ
δὲν μποροῦσε νὰ κουνήσῃ ὄχι τὸ χέρι ἢ τὸ πόδι του ἀλλὰ ὁλόκληρο τὸ
κορμί του· εἶχε γενικὴ παράλυσι. Ἦταν καρφωμένος πάνω στὸ κρεβάτι. Ἄλλοι
τὸν τάιζαν. Εἶδα στὴν Ἀθήνα, στὸ Ἄσυλο Ἀνιάτων, νέο 25 χρονῶν, ποὺ εἶχε
παραλύσει ὅλως δι᾿ ὅλου ἀπὸ τὶς ἀσωτίες καὶ τὸν τάιζε ἡ νοσοκόμα. Θεέ
μου, ποῦ καταντᾷ ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἀπομακρύνεται ἀπὸ σένα! αἰτία ὅλων τῶν
κακῶν εἶνε ἡ ἁμαρτία. Τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μὲ τὸν παράλυτο αὐτόν. Ἦταν
σὰν νεκρός. Καὶ ὅπως τέσσερις πᾶνε τὸ νεκρὸ στὴν ἐκκλησία, ἔτσι κι
αὐτὸν τὸν πῆραν τέσσερις σπλαχνικοὶ ἄνθρωποι καὶ τὸν πῆγαν στὸ Χριστό.
Τί περίμεναν ὅλοι; Νὰ τοῦ πῇ ὁ Χριστός, Σήκω καὶ περπάτα. Δὲν
τὸ ἔκανε ὅμως αὐτὸ ἀμέσως ὁ Χριστός. Ἀλλ᾿ ἔκανε κάτι ἄλλο ἀνώτερο.
Θεράπευσε πρῶτα τὴν ψυχή του, ποὺ ἀπὸ ᾿κεῖ προερχόταν ἡ ἀρρώστια τοῦ
σώματος. Τοῦ εἶπε· «Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Παιδί
μου, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σου (Ματθ. 9,2).
Αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ Χριστὸς εἶνε ἀνώτερο. Οἱ γραμματεῖς καὶ
φαρισαῖοι σκανδαλίστηκαν καὶ ἔλεγαν· Ποιός εἶν᾿ αὐτὸς ποὺ συγχωρεῖ
ἁμαρτίες; Τότε ὁ Χριστός, ἀφοῦ θεράπευσε τὴν ἄρρωστη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία
ψυχή, ποὺ εἶνε τὸ φοβερώτερο κακό, εἶπε· Σήκω ἐπάνω. Καὶ σὰν νὰ πέρασε
ἠλεκτρισμὸς τὸ κορμί του, αὐτός, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσῃ τὸ κουτάλι
νὰ φάῃ, σήκωσε τὸ κρεβάτι του στὴν πλάτη καὶ πῆγε στὸ σπίτι του
δοξάζοντας τὸ Θεό.
* * *
Αὐτὸ εἶνε τὸ διπλὸ θαῦμα, ποὺ
μᾶς διδάσκει, ὅτι πρέπει νὰ ἐνδιαφερώμαστε βέβαια γιὰ τὸ σῶμα, ἀλλὰ πολὺ
περισσότερο γιὰ τὴν ἀθάνατη ψυχή μας. Οἱ ἄπιστοι λένε· Αὐτὰ εἶνε
παραμύθια, λόγια τῶν παπάδων· δὲν ὑπάρχει ψυχή, δὲν ὑπάρχει τίποτα…
Μερικοὶ πιστοὶ λένε· Ἡ πίστι μου κλονίζεται· γιατὶ βλέπω ἐκεῖνο τὸν
ψεύτη, ἐκεῖνο τὸν ἄτιμο, ἐκεῖνο τὸν κλέφτη καὶ ἐκμεταλλευτή, νά ᾿χῃ
σπίτια, γυναῖκα καὶ παιδιά, κι ὅλα τοῦ πᾶνε καλά· κ᾿ ἐγώ, ποὺ ζῶ μὲ τὸ
Εὐαγγέλιο, δὲν πάω καλά… Σκανδαλίζονται βλέποντας τὸ ἀγαθὸ νὰ παρακμάζῃ
καὶ τὸ κακὸ νὰ θριαμβεύῃ στὸν κόσμο.
Ἀλλὰ μὴν ἀπατᾶσθε. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ἕνα αὐτὶ
ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, κ᾿ ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα. Καὶ ἀργὰ ἢ γρήγορα
τιμωρεῖ ὁ Θεός· πολλὲς φορὲς καὶ σ᾿ αὐτό τὸν κόσμο. Νὰ σᾶς ἀναφέρω
παραδείγματα; Ἔχω πάρα πολλά. Κάποτε ὁ πρόεδρος τοῦ δικαστηρίου εἶπε
σὲ κάποιον, ποὺ ἔλεγε ψέματα, νὰ ὁρκιστῇ. Κ᾿ ἐκεῖνος, μόλις ἔβαλε τὸ
χέρι του στὸ Εὐαγγέλιο, ἔπαθε συγκοπὴ καὶ πέθανε ἀμέσως. Ἦταν ψεύδορκος
καὶ τιμωρήθηκε ἐπὶ τόπου. Τότε ποὺ ἤμουν στρατιωτικὸς ἱερεὺς στὰ ψηλὰ
βουνὰ καὶ ἔπεφταν οἱ σφαῖρες βροχή, κάποιος στρατιώτης, τὴν ὥρα ποὺ
βλαστημοῦσε τὸ Θεό, ἦρθε μιὰ σφαῖρα καὶ τὸν ἄφησε στὸν τόπο. Ἄλλους
πάλι τὴν ὥρα ποὺ βλαστημοῦσαν ἦρθε κεραυνὸς καὶ τοὺς ἔκαψε. Ἔχουμε καὶ
ἀνθρώπους πού, τὴν ὥρα ποὺ ἔμπαιναν στὸ ξένο σπίτι γιὰ νὰ ἀτιμάσουν τὴ
γυναῖκα, ἔμειναν στὸν τόπο.
Φωτιὰ καὶ ἀστροπελέκι εἶνε ἡ ἁμαρτία, καὶ δὲν πρέπει νὰ
παίζουμε μ᾿ αὐτήν. Θὰ ἔρθῃ μέρα ποὺ ὁ Θεὸς θὰ τὰ δικάσῃ ὅλα· νὰ εἴμαστε
βέβαιοι γι᾿ αὐτό, τὸ εἶπε ὁ Χριστός.
Μὴν ἀπελπιστοῦμε ὅμως. Ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοὶ νὰ πᾶμε μὲ μετάνοια
στὸ Χριστό. Καὶ τότε, ὅπως ὁ παράλυτος ποὺ τὸ σῶμα του ἐκάμπτετο ἀπὸ τὸ
βάρος τῶν ἁμαρτιῶν, θ᾿ ἀκούσουμε κ᾿ ἐμεῖς τὴ γλυκειὰ φωνή του «Θάρσει,
τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου».
–Μὰ ποῦ εἶνε ὁ Χριστός, λένε μερικοί, ποῦ θὰ τὸν βροῦμε; Ἂν
ἦταν στὸν κόσμο, καὶ στὸ Βόρειο Πόλο καὶ στὰ ἄστρα ἀκόμη θὰ πηγαίναμε
γιὰ νὰ τὸν βροῦμε…
Λάθος ὅμως κάνουν ποὺ ψάχνουν τὸ Χριστὸ μακριά. Ἐδῶ εἶνε ὁ Χριστός, μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἔλα μὲ πίστι καὶ θὰ τὸν δῇς.
Βλέπεις τὸν παπᾶ; Ἂς εἶνε ὅ,τι νά ᾿νε ὁ παπα-Δημήτρης, ὁ
παπα-Γιώργης, ὁ παπα-Θωμᾶς, ὅ,τι ὄνομα κι ἂν ἔχῃ. Ἀπ᾿ ἔξω εἶνε
ἄνθρωπος σὰν κ᾿ ἐμᾶς. Μόλις μπῇ στὴν ἐκκλησία καὶ φορέσῃ τὸ πετραχήλι,
εἶνε ἄγγελος, ἀνώτερος ἀγγέλου. Ἔτσι νὰ βλέπῃς τὸν παπᾶ.
Λοιπόν, ἀδελφοί μου. Εἶστε ἁμαρτωλοί; εἶστε παράλυτοι ψυχῇ καὶ
σώματι; Ἐλᾶτε στὸν ἱερέα, ἐλᾶτε στὸν πνευματικὸ πατέρα. Κι ὅταν
ἐξομολογηθῆτε καὶ πῆτε τὰ ἁμαρτήματά σας, παράδεισος θὰ φυτρώσῃ στὴν
καρδιά σας. Θὰ φύγῃ ἕνα βουνὸ ἀπὸ πάνω σας. Θὰ τὰ πάρῃ ὁ ἄγγελος καὶ θὰ
τὰ ῥίξῃ μέσα στὸν ἀπέραντο ὠκεανὸ τοῦ θείου ἐλέους καὶ τῶν οἰκτιρμῶν,
καὶ θ᾿ ἀκούσετε βαθειὰ μέσα σας τὴ φωνή· «Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι
αἱ ἁμαρτίαι σου».
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Δημητρίου Μαυροπηγῆς – Ἑορδαίας τὴν 3-8-1986. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 4-8-2002, ἐπανέκδοσις 2-7-2024.