Μέ ἀφορμή τό ἑξάμηνο μνημόσυνο τοῦ ἀειμνήστου πατρός ἡμῶν Βασιλείου Βολουδάκη θά ἐπαναλάβουμε τούς λόγους τοῦ μακαριστοῦ Γέροντας Φιλοθέου Ζερβάκου, τούς ὁποίους ἐξεφώνησε ἐπί τῇ κοιμήσῃ τοῦ Φωτίου Κόντογλου. Ἔλεγε λοιπόν ὁ μακαριστός Γέροντας «Ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν, οὕτω καί ἐγένετο. Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον. Τόν ἠθέλαμε νά εἶναι κοντά μας ἀκόμη, δίπλα μας, στό πλευρόν μας. Τόν εἴχομεν ἀνάγκην εἰς τάς δυσκόλους στιγμάς πού περνοῦμε. Ἦτο πολύτιμος, ἀκατάβλητος ἀγωνιστής ὁ κυρ Φώτης (ὁ π. Βασίλειος), ἀλλά ὁ Κύριος τόν ἥρπασεν ἐκ μέσου ἡμῶν καί τόν μετέθεσεν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῶν πρωτοτόκων. Ἀληθῶς! Ποῖος δύναται νά ἐξιχνιάση τόν Νοῦν τοῦ Κυρίου ἤ νά ἀντισταθῆ εἰς τό θέλημα Αὐτοῦ; Ἄς ἔχη δόξαν τό Πανάγιον ὄνομά Του».
Γιά τόν πρωτοπρεσβύτερο πατέρα Βασίλειο Βολουδάκη κανείς δέν μπορεῖ νά ἀμφισβητήση ὅτι ὑπῆρξε μία ἀπό τίς πιό χαρισματικές καί ἐμβληματικές μορφές τῆς σύγχρονης Ὀρθόδοξης Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας καί μάλιστα ὅτι ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τόν εἶχε στολίσει μέ σπάνια χαρίσματα. Ὀξύνοια, διαλεκτική δεινότητα, πλούσια θεολογική μόρφωση, ἐξαιρετική ἐγκυκλοπαιδική κατάρτιση, ἑτοιμότητα πνεύματος καί εὐστροφία σέ ἀσύγκριτο βαθμό, ὅλα αὐτά ὑπῆρξαν ἡ ἀνεκτίμητη πνευματική του περιουσία, τήν ὁποία ὡς ἄλλος ἐκκλησιαστικός Πατέρας, τήν διέθεσε «παρά τούς πόδας» τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, χωρίς νά ἀποβλέπη σέ κανένα προσωπικό ὄφελος. Καρπός τῆς ἀνεκτίμητης καί μοναδικῆς θεολογικῆς περιουσίας του ὑπῆρξε χωρίς ἀμφιβολία ἡ πλούσια συγγραφική του δράση, στῆς ὁποίας τά ὀφέλη ὅλοι γίναμε μέτοχοι. Ἄρθρα, μελέτες, βιβλία, τά ὁποῖα καλύπτουν σημαντικό ἀριθμό σελίδων, πού ἀποτελοῦν ἤδη ἀπό τώρα κληρονομιά τόσο γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὅσο καί γιά τό πολύπαθο Ἔθνος μας.
Ἀλλά ὁ πολυαγαπημένος πατήρ Βασίλειος δέν ἦταν μόνον συγγραφέας σπάνιας δύναμης καί ὑψηλῆς θεολογικῆς στάθμης, ὑπῆρξε πρό παντός «Χριστοῦ βίβλος ἔμψυχος» καί «ἄνθος πολύτιμον» ἁγιότητος. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι μέ τήν κοίμησή του ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἀπώλεσε ἕνα πνευματικό κεφάλαιο, στερήθηκε ἕνα στρατιώτη τοῦ Χριστοῦ μέ ζῆλο Ἠλιού, ἕνα στρατιώτη πού ἦλθε σέ διαλεκτικές καί ἰδεολογικές συγκρούσεις μέ πολλούς, πάντοτε ὅμως μέ γνώμονα τήν ἀγάπη καί χωρίς καμμία κακία καί ἰδιοτέλεια, πάντα μέ σκοπό νά λάμψη ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί νά ἀποκαλυφθῆ τό θέλημα τοῦ πανάγαθου Κυρίου μας.
Ὅμως αὐτό τό ὁποῖο σκέπαζε, τροφοδοτοῦσε καί ἀνανέωνε τά ποικίλα χαρίσματα τοῦ πατρός ἦταν τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης, ἕνα χάρισμα τό ὁποῖο τοῦ δωρήθηκε πλούσια ἀπό τόν Χριστό μας, τό ὁποῖο ὅμως ὁ πατήρ ἐργάσθηκε ὅσο λίγοι πάνω σέ αὐτό καί ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς συνεχοῦς, χρόνιας καί ἔμπονης ἐργασίας του ἦταν ἡ πλούσια καρποφορία του.
Ἀναφερόμενος ὁ μακαριστός πατήρ Βασίλειος στό μεγαλεῖο τοῦ χαρίσματος τῆς Ἱερωσύνης, θά γράψη στό πόνημά του «Ἡ φανέρωση τῆς Ἱερωσύνης στόν κόσμο», ὅτι πρόκειται «γιά τήν ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἐπισκόπων, Πρεσβυτέρων καί διακόνων ὡς ὁρατῶν εἰκόνων, διά τῶν ὁποίων ἐνεργεῖται καί ἀσκεῖται ἐπί τῆς γῆς ἡ Θεανθρώπινη αὐτή ἐξουσία». Ἐπιβεβαιώνοντας μέ τόν λόγο αὐτό ὅτι ἡ Ἱερωσύνη εἶναι φρικτό Μυστήριο, ὅτι πρόκειται περί Θείου λειτουργήματος, περί μίας ἐξουσία ἡ ὁποία δίδεται ἀπό τόν οὐρανό, ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό. Μία ἐξουσίας ἡ ὁποία, ἐνῶ ἀσκεῖται ἀπό σαρκικά ὄντα, ὁ ἴδιος ὁ Θεός τήν καθιστᾶ τέτοια ὥστε νά φαίνεται ὅτι ἀσκεῖται ἀπό ἀγγέλους. Αὐτήν τήν ἐξουσία ἀσκοῦσε καί ὁ μακαριστός πατήρ Βασίλειος καί ὅσοι εἶχαν ἀξιωθῆ ἔστω καί μία φορά νά λειτουργηθοῦν μαζί του αὐτό τό αἴσθημα ἀλλά καί αὐτήν τήν βεβαιότητα ἀξιώνονταν νά αἰσθανθοῦν, ὅτι δηλαδή πρόκειται περί ἑνός Θείου Λειτουργήματος. Στεκόμενος ὁ πατήρ μπροστά στήν Ἁγία Τράπεζα καί μετέχοντας συνειδητά στά τελούμενα, γίνονταν οἱ πιστοί μάρτυρες τῆς καθόδου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν γῆ. Αἰσθήματα καί καταστάσεις τά ὁποῖα ἀπό τότε πού κοιμήθηκε ποτέ δέν τά ξανασυναντήσαμε.
Σημειώνει ὁ θεῖος πατήρ στό ἴδιο πόνημά του ὅτι «Ἡ Ἱερωσύνη ἔδρασε πάντοτε στήν ἱστορία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ (Ἰσραηλιτικοῦ καί Χριστιανικοῦ) σάν μέτρο φανερώσεως τῆς Χάριτος, Δυνάμεως καί Ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί σάν δυνατότητα ἀσφαλοῦς καί βεβαίας μετοχῆς τοῦ ἀνθρώπου στήν θεία αὐτή καί ζωοποιό Ἐνέργεια καί Δύναμι, μέ σκοπό τήν προοδευτική τελείωσί του καί τήν, κατά χάριν, ὁμοίωσί του μέ τόν Θεό». Αὐτήν τήν Χάρη, τήν Δύναμη καί τήν Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἀξιωνόταν ὁ πιστός νά μετάσχη, τό κατά δύναμιν, μέσῳ τοῦ πατρός, καί μάλιστα μέ ἀσφαλῆ τρόπο, ὅπως σημειώνει καί ὁ ἴδιος, ὥστε νά ἐπιτύχη τήν προοδευτική του τελείωση. Ἔτσι, τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης, μέ τό ὁποῖο τόν εἶχε στολίσει ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, καθίστατο τό ἀσφαλές μέσο διά τοῦ ὁποίου ὁ πιστός ἐσχετίζετο μέ τόν Θεό, μέσῳ τοῦ ὁποίου ἐζωοποιεῖτο, ἡγιάζετο, ἐφωτίζετο καί ἐχειραγωγεῖτο πρός τό καθ’ ὁμοίωσιν. Γίνεται κατανοητό τί ψυχικά προσόντα, τί ἀνδρεία καί δύναμη ψυχῆς πρέπει νά διαθέτει ὁ ποιμένας, γιά νά μπορέση νά ἀνταπεξέλθη στίς ἀπαιτήσεις τοῦ ὑπουργήματός του, γιά νά ὁδηγήση τά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ στήν τελείωση. Μέ τέτοια ἀνδρεία καί ἰσχυρή ψυχή ἦταν στολισμένος καί ὁ πατήρ Βασίλειος, ὥστε μπόρεσε καί ἀνταποκρίθηκε μέ τόν καλύτερο τρόπο στήν πολυχρόνια, πλούσια καί πολύ δύσκολη ἱερατική του διακονία.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος στόν λόγο του Εἰς τόν Ποιμένα σημειώνει ὅτι «Ποιμήν στήν κυριολεξία εἶναι ἐκεῖνος πού μπορεῖ νά ἀναζητήση καί νά θεραπεύση τά ἀπολωλότα λογικά πρόβατα μέ τήν ἀκακία του, τόν ζῆλο του καί τήν προσευχή του. Τόν ἀληθινό ποιμένα θά τόν φανερώση ἡ ἀγάπη του. Ἀπό ἀγάπη ἄλλωστε ὁ Ποιμήν ἐσταυρώθηκε». Οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου δέν ἐπιβεβαιώνουν ὅτι ὁ πατήρ Βασίλειος ὑπῆρξε γνήσιος ποιμένας, ἀφοῦ ποιός μπορεῖ νά ἀμφισβητήση ὅτι οἱ ἀρετές τῆς ἀκακίας, τοῦ ζήλου γιά τόν συνάθρωπο, τῆς προσευχῆς καί βέβαια τῆς ἀγάπης δέν τίς κατεῖχε σέ πλούσιο βαθμό; Ἄλλωστε Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔδωσε ὡς ἀντίτιμο τό ἴδιο του τό αἷμα, τονίζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, γιά τήν σωτηρία τῶν προβάτων του, δέν θά ἀνταμείψη ἐκείνους πού ποιμαίνουν αὐτά; Καί ὅλοι μας εἴμαστε μάρτυρες αὐτῆς τῆς ἀγάπης του, τῆς φροντίδας τοῦ πατρός Βασιλείου γιά κάθε λογικό πρόβατο τοῦ Χριστοῦ.
Στό βιβλίο «Φανέρωση τῆς Ἱερωσύνης στόν κόσμο» ὁ πατήρ Βασίλειος γράφει ὅτι «Γιά νά ζήση ὅμως ὁ ἄνθρωπος αὐτόν τόν ἐν Χριστῷ τρόπο ὑπάρξεως χρειάζεται νά γεννηθῆ ξανά, μέ νέο τρόπο, ὄχι σωματικά ἀλλά πνευματικά. Καί γιά τήν πνευματική αὐτή γέννησι χρειάζεται πνευματικός γεννήτορας, πνευματικός Πατέρας… νά τό (τέκνο) βοηθήση νά ἀποκτήση νέους ὀφθαλμούς νοητικῆς καί πνευματικῆς ὁράσεως, μέχρι νά ἀναπτυχθῆ αὐτό πνευματικά “εἰς ἄνδρα τέλειον εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ”. Αὐτό τό ἔργο τῶν πνευματικῶν γεννητόρων καλοῦνται νά ἐπιτελέσουν οἱ ἱερεῖς, ὥστε ἡ καταλλαγή, δηλαδή ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς, πού δώρησε στό ἀνθρώπινο γένος σάν δυνατότητα μέ τήν Ἐνανθρώπησί Του ὁ Χριστός, νά ἐξαπλωθῆ σέ ὅσο τό δυνατόν περισσότερους ἀνθρώπους, γιά νά διακονηθῆ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού “θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν”. Γι’ αὐτό καί ὀνομάζονται “διάκονοι τῆς καταλλαγῆς” καί “διάκονοι τῆς Καινῆς Διαθήκης”, πού εἶναι ταυτόσημο, ἐφ’ ὅσον Καινή Διαθήκη εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Γιατί ὅλη τους ἡ παιδαγωγική καί ἡ διδασκαλία εἶναι μία παράκλησι καί μία ἔμπρακτη πρόσκλησι τῶν ἀνθρώπων νά συμφιλιωθοῦν καί νά εἰρηνεύσουν μέ τόν Θεό καί ἡ ἱερατική τους ἐξουσία, φανέρωσι καί μετάδοσι τῶν θεανθρωπίνων δωρεῶν τῆς καταλλαγῆς».
Γιά ὅλους αὐτούς τούς λόγους ὁ θεῖος πατήρ ἦταν ὄντως “διάκονος τῆς καταλλαγῆς” καί “διάκονος τῆς Καινῆς Διαθήκης”. Πόσοι ἄνθρωποι ποὺ τὸν γνώρισαν δέν ἐπιβεβαιώνουν ὅτι ἔγιναν πραγματικά κάτοχοι αὐτῆς τῆς εἰρήνης, ὅτι ἦλθαν εἰς ἐπίγνωσι ἀληθείας, κατάφεραν νά ἀντιληφθοῦν τί σημαίνει ἀγώνας γιά τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, νά γνωρίσουν καί νά συνδεθοῦν μέ τήν Ἀλήθεια, νά ἔλθουν σέ καταλλαγή μέ τούς ἄλλους καί ὅλα αὐτά ἐπειδή ὑπῆρχε τό γνήσιο πρότυπο, ὁ πνευματικός γεννήτορας, ὁ ὁδηγός. Γιά τόν ὁποῖο ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης γράφει ὅτι «Σάν συνεργάτη τῶν ἀσωμάτων καί νοερῶν δυνάμεων καθιστᾶ τόν ἑαυτό του ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος, μέ τήν καθαρότητα πού τοῦ δόθηκε ἀπό τόν Θεό σπογγίζει τήν ἀκαθαρσία τῶν ἄλλων (καί τήν καθαρίζει) καί προσφέρει ἔτσι στόν Θεό ἀπό “ἐπίμωμα” “ἄμωμα” δῶρα. Διότι αὐτό εἶναι συνεχῶς τό μοναδικό ἔργο τῶν Θείων Λειτουργῶν νά φέρουν δῶρα, δηλαδή ψυχές», αὐτό ἔκανε καί ὁ θεῖος πατήρ, προσέφερνε συνεχῶς δῶρα στόν Κύριό μας.
Γιά αὐτόν τόν λόγο τονίζει ὁ πατήρ Βασίλειος ὅτι «Δέν εἶναι δυνατόν νά γίνη ποιμήν ὁ ὁποιοσδήποτε καί νά ἀναλάβη τήν χειραγωγία ἀνθρώπων πρός τήν γνῶσι καί βίωσι τοῦ θεανθρωπίνου τρόπου ὑπάρξεως, ἀλλά μόνο ἐκεῖνος πού ἔχει ἤδη ἀναγεννηθῆ πνευματικά ἀπό γνήσιο πνευματικό Πατέρα καί ἔχει ἀρχίσει νά βιώνη, μέ τήν ἄσκησι τῶν ἁγίων ἀρετῶν, τήν ἐν Χριστῷ “κρείττονα ὕπαρξιν”». Ἔτσι, ὁ ἱερός Χρυσόστομος θά τονίση ὅτι «Ὅση εἶναι ἡ διαφορά τῶν ἀλόγων μέ τούς λογικούς ἀνθρώπους, τόση εἶναι καί ἡ ἀπόσταση μεταξύ ποιμένα καί ποιμαινομένων, γιά νά μή πῶ καί μεγαλύτερη». Βαρεῖς οἱ λόγοι τοῦ θείου Πατρός, ἐάν ὅμως ἀναλογισθοῦμε ὅτι ἡ πάλη τῶν ποιμένων δέν εἶναι κατά τοῦ αἵματος καί τῆς σάρκας, ἀλλά κατά τῶν ἀρχῶν καί τῶν ἐξουσιῶν, κατά τῶν κοσμοκρατόρων τοῦ σκότους τῆς ἐποχῆς μας, κατά τῶν πονηρῶν πνευμάτων τοῦ οὐρανοῦ· καί ἐάν ἀναλογισθοῦμε ὅτι εἰδικά στήν ἐποχή μας, ὅπου τά πνεύματα τοῦ σκότους δέν κρύβονται ἀλλά ἀνοικτά καί βίαια ἐπιβουλεύονται κάθε τι τοῦ Κυρίου, ἀντιλαμβανόμαστε τό μέγεθος τῆς ἀρετῆς τοῦ πατρός Βασιλείου.
Ὁ πατήρ θά τονίση στό πόνημά του γιά τόν ποιμένα ὅτι «Ἐκεῖνοι, πού ἀφοῦ καθαρίσθηκαν ψυχικά καί σωματικά καί ἔγιναν εἰκόνες τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἀοράτου, σάν “σύμμορφοι” τοῦ Χριστοῦ, ἔλαβαν ἐπί τῆς γῆς τό χάρισμα τῆς μετοχῆς στήν μοναδική ἱερωσύνη τοῦ Ἑνός Χριστοῦ». Σέ μία ἐποχή ὅπου κάθε τι τό ἱερό χλευάζεται καί περιθωριοποιεῖται ὁ πατήρ Βασίλειος κατάφερε νά τιμήση τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνη ὅσο λίγοι, διότι ἔγινε “σύμμορφος” τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, βλέπαμε σέ αὐτόν «μία ἄλλη ζωή, μία ἄλλη ποιότητα. Ὄχι εὐσεβεστικούς ἐξωτερικούς τρόπους καί ὑποκριτική σοβαροφάνεια, ἀλλά ἁπλότητα, καταδεκτικότητα, σοβαρότητα, ταπείνωσι ἀληθινή, ἀγάπη ἀνυπόκριτη, πραότητα καί ἀνεξικακία, χαρά καί εἰρήνη, ἐγκράτεια καί ἀφιλαργυρία, πίστι ἔμπρακτη».
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος περατώνοντας τόν λόγο του Εἰς τόν Ποιμένα γράφει ὅτι «Προχώρησες στό ἅγιο ὄρος, ἀνύψωσες τό βλέμμα πρός τόν οὐρανό, ἐπάτησες τό πόδι σου στήν ἄκρη, ἔτρεξες, ἀνέδραμες, ἀνυψώθηκες, “ἐπέβης ἐπί χερουβείμ”, δηλαδή στίς ἀγγελικές ἀρετές, “καί ἐπετάσθης”, ἀφοῦ κατετρόπωσες τόν ἐχθρό. Μᾶς ἄνοιξες τόν δρόμο, προηγήθηκες, ἀλλά καί τώρα ἀκόμη ἡγεῖσαι καί προηγεῖσαι ὅλων μας, διότι ἔχεις τρέξει καί ἔχεις φθάσει στήν κορυφή τῆς ὁσίας Κλίμακος καί ἔχεις ἑνωθῆ μέ τήν ἀγάπη. Ἡ δέ ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός. Αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν».
Γεώργιος Κ. Τραμπούλης