ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 8η Ιουλίου 2024
ΕΙΝΑΙ ΒΙΒΛΙΚΑ ΠΡΟΦΗΤΕΥΜΕΝΗ Η ΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΟ ΑΙΡΕΤΙΚΟ ΠΑΠΙΣΜΟ;
(Αναίρεση παραδοξολογιών Καθηγητή Θεολογίας)
Είναι όντως αλγεινό το φαινόμενο στους εσχάτους καιρούς μας, εκκλησιαστικοί παράγοντες, κληρικοί όλων των βαθμών, λαϊκοί καθηγητές και θεολόγοι, τους οποίους τίμησε η Εκκλησία να την διακονούν, να αποδέχονται την δήθεν ενότητα στις κακόδοξες διαφορετικότητες. Επ’ αυτού έχουμε γράψει πάμπολλες ανακοινώσεις μας και έχουμε αποδείξει επαρκώς τις πραγματικές επιδιώξεις του οικουμενιστικού συγκρητισμού, ο οποίος στοχεύει να συνενώσει την Αγία Εκκλησία του Χριστού με τις πολυποίκιλες αιρέσεις και θρησκείες του κόσμου, με απώτερο σκοπό την εξαφάνισή της σε αυτόν τον δαιμονικό κυκεώνα.
Όπως προαναφέραμε, δραστήριοι «σκαπανείς» αυτής της εκθεμελίωσης είναι πάμπολλα υψηλά ιστάμενα εκκλησιαστικά πρόσωπα, τα οποία εργάζονται τις τελευταίες δεκαετίες για την ένωση του κατακερματισμένου χριστιανικού κόσμου, για την «ένωση των εκκλησιών», διδάσκοντας και ακολουθώντας την βλάσφημη δοξασία, ότι δήθεν η Εκκλησία είναι διασπασμένη και είναι ανάγκη να συνενωθούν τα «κομμάτια» της, ως «θεία εντολή», προβάλλοντας το άσχετο με τις αρχές του οικουμενιστικού συγκρητισμού, αίτημα του Κυρίου προς τον Θεό Πατέρα: «πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς (σ.σ. τους Αποστόλους) ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς» (Ιωάν.17,11), εν αληθεία και δικαιοσύνη, όπως είναι Εκείνος ενωμένος με τον Πατέρα. Ο Χριστός ζήτησε την ενότητα των μαθητών Του, προκειμένου να συνεχίσουν το απολυτρωτικό Του έργο και όχι τη συνένωση της σώζουσας αλήθειας με το ψεύδος, το οποίο είναι γέννημα του Σατανά, του «πατέρα του ψεύδους» (Ιωάν.8,44). Κανένας από τους Μεγάλους Πατέρες και Οικουμενικούς Διδασκάλους δεν ερμήνευσε το χωρίο αυτό, όπως το ερμηνεύουν (στην ουσία το κακοποιούν) οι θιασώτες του οικουμενιστικού συγκρητισμού!
«Μεγαλοπράγμονες» καθηγητές της θεολογίας, επιχειρούν να διαστρεβλώνουν βιβλικές αναφορές, να παρερμηνεύουν χωρία και να κάνουν «τολμηρές ακροβασίες», προκειμένου να «θεμελιώσουν αγιογραφικά» τα απαράδεκτα «ανοίγματα» προς τους αμετανόητους αιρετικούς.
Θεωρούμε ότι ένα τέτοιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι και ένα, προσφάτως δημοσιευμένο, άρθρου του Ομ. Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Παναγιώτη Μπούμη, με τίτλο: «Ένωση ή ενότητα Ορθοδόξων και Ρ/Καθολικών;»[1]. Σε αυτό προσπαθεί να πείσει τους αναγνώστες του ότι ο Παπισμός είναι αληθινή και γνήσια Εκκλησία και ως εκ τούτου είναι δεδομένη η ενότητα ορθοδόξων και παπικών πιστών και απομένει η τυπική ένωση! Το μόνο πρόβλημα είναι ο διαφορετικός τρόπος διοικήσεως των «δύο εκκλησιών», η αρχομανία του «Πάπα» και οι αυτοκεφαλίες στην Ορθοδοξία, οι οποίες εμποδίζουν την αποδοχή μιας «ορατής κεφαλής» στην Εκκλησία!
Αφού μελετήσαμε με προσοχή το ως άνω άρθρο, θεωρήσαμε υποχρέωσή μας να το ανασκευάσουμε, προς άρση ενδεχόμενων παρανοήσεων.
Να δηλώσουμε εξ’ αρχής ότι σεβόμαστε και αγαπάμε τον αγαπητό και ευγενέστατο Καθηγητή, του οποίου πολλοί υπήρξαν φοιτητές του. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρέπει να σιωπούμε όταν διαπιστώνουμε κίνδυνο για παραπλάνηση και βλάβη στο ορθόδοξο πλήρωμα.
Σύμφωνα με τον αρθογράφο, έλαβε αφορμή για την συγγραφή και δημοσίευση του άρθρου του, από πρόσφατο διάλογο στην αγωνιστική εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος» (29-3-2024), σχετικά με παλαιότερη δήλωση του μακαριστού Μητροπολίτου Περγάμου κυρού Ιωάννου, ότι «δεν πρόκειται να γίνει η ένωση της Ορθοδόξου και Ρ/Καθολικής Εκκλησίας», εκλαμβάνοντας κάποιοι τον ισχυρισμό του ως συμπέρασμα «λόγω της εδραίωσης του κινήματος του αντιοικουμενισμού».
Δεν γνωρίζουμε ακριβώς το απαισιόδοξο αυτό «σκεπτικό» του μακαριστού Μητροπολίτου, ο οποίος υπήρξε θερμότατος θιασώτης της «ένωσης των εκκλησιών». Όμως έρχεται ο εν λόγω Καθηγητής να «ερμηνεύσει» το ως άνω μητροπολιτικό ρηθέν. Με ποιο τρόπο; Με το να διαχωρίζει τις έννοιες «ένωση» και «ενότητα», τονίζοντας πως αυτή η άποψη «δέν ὀφείλεται σέ διορατικότητα τοῦ Μητροπολίτου Περγάμου Ἰωάννου ἡ ἄποψή του ὅτι “δέν πρόκειται νά γίνει ἡ ἕνωση” Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν, ἐπειδή “ὁ ἀντιοικουμενισμός ἔχει ἑδραιωθεῖ . . . ἰσχυρά” (σ.σ. όπως ισχυρίστηκε αρθρογράφος του “Ορθοδόξου Τύπου”). Πρός τούτοις πρέπει νά προσέξουμε ὅτι ὁ Περγάμου λέει ἡ ἕνωση, ὄχι ἡ ἑνότητα. Τήν ἕνωση ἀποκλείει ὄχι τήν ἑνότητα»! Ακολούθως προσπαθεί να διευκρινίσει ότι, «“Ἕνωση” σημαίνει μία ὁλότητα ὑπό ἕνα πρόσωπο, ὑπό ἕνα πρῶτο, ἕνα πάπα. […] Μιλᾶμε, καί ὁ Περγάμου μαζί, γιά μία Ἕνωση καί ὄχι γιά μιά ἑνότητα. Ἕνωση ὑπό ἕνα Πάπα ἤ Πατριάρχη δέν θά γίνει, ἀλλά ἑνότητα μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν θά ἔχουμε ἤ μᾶλλον ἔχουμε ἀρχίσει νά ἔχουμε. Αὐτό ἐπιβεβαιώνεται καί μέ τά γεγονότα, μέ τίς ἐπαφές καί μέ τίς ἐπικοινωνίες πού βλέπουμε ἰδίως στούς χρόνους μας μεταξύ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν»!
Ο κ. Καθηγητής «διαπιστώνει» την «ενότητα» μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών, με τις ανούσιες και υποκριτικές επαφές και συναντήσεις των «εκκλησιαστικών ηγετών», οι οποίες ειρήσθω σκανδαλίζουν σφόδρα το λαό του Θεού, παραβλέπει όμως τις χαώδεις δογματικές και άλλες διαφορές, τις οποίες έχουν διαπιστώσει μια σειρά αγίων Συνόδων (879-880 (Οικουμενική), Ησυχαστικές Σύνοδοι 1341, 1347, 1351, 1483, 1848, κλπ) και πάμπολλοι θεοφόροι Πατέρες και Άγιοι της Εκκλησίας μας! Ο άγιος Μάρκος Ευγενικός, παρά τις τιτάνιες προσπάθειές του και τις ταπεινωτικές υποχωρήσεις του για την ένωση στην Σύνοδο Φεράρας – Φλωρεντίας (1438-1439) βλέποντας την εμμονή των παπικών στις δεκάδες κακοδοξίες τους έγραψε, πως «ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν και δια τούτο αυτοίς εχωρίσθημεν... αιρετικοί εισιν άρα και ως αιρετικούς αυτούς απεκόψαμεν»[2].
Μπορεί να μας πει ο κ. Καθηγητής τι άλλαξε από τότε, πόσες πλάνες απέρριψαν οι παπικοί και «διαπιστώνει» ενότητα με την Ορθοδοξία μας; Καμία πλάνη δεν απέβαλε ο Παπισμός, αντίθετα μάλιστα πρόσθεσε και συνεχίζει να προσθέτει και άλλες! Να αναφέρουμε κάποιες από τις πάμπολλες παπικές κακοδοξίες, οι οποίες έχουν ανοίξει μέγα χάσμα με την μία και αδιαίρετη Εκκλησία του Χριστού, την Ορθόδοξη και οι οποίες αποκλείουν κάθε ενδεχόμενο ενότητας: Φιλιόκβε, κτιστή χάρις και ενέργεια, ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης, καθαρτήριο, πρωτείο και αλάθητο «Πάπα», μαριολατρία, αξιομισθία των έργων των αγίων, άσπιλη σύλληψη Θεοτόκου, ανάληψη Θεοτόκου, υποχρεωτική αγαμία του κλήρου, κλπ. Επί πλέον ο Παπισμός είναι «φορτωμένος» στην χιλιόχρονη ιστορική του πορεία με φοβερά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και είναι συνώνυμος με την ακολασία και την ηθική καταβαράθρωση, με τις χιλιάδες χιλιάδων παιδοφθορίες αθώων παιδιών από χιλιάδες διεφθαρμένους φραγκοπαπάδες, τους οποίους κάλυπτε το Βατικανό για πολλές δεκαετίες! Ως καθηγητής του Κανονικού Δικαίου, γνωρίζει πολύ καλά πως η Εκκλησία του Χριστού είναι αγία, άμωμος και ακηλίδωτη «μη έχουσα σπίλον ή ρυτίδα, ή τι των τοιούτων» (Εφ.5,27), σε αντίθεση με τον Παπισμό, ο οποίος είναι απόλυτα ρυπαρός με ομολογίες ακόμη και των ιδίων των παπικών! Πως είναι δυνατόν να είναι Εκκλησία ο Παπισμός και να πλανάται ανάγοντας ως δόγματα, δεκάδες φρικτές πλάνες, να διαπράττει διαχρονικά, με τη «βούλα» του Βατικανού, φρικαλέα εγκλήματα και να είναι βουτηγμένος στην ανηθικότητα; Σε τι διαφέρει ο Αρειανισμός από τον Παπισμό, αφού και οι δύο, ο μεν ένας κηρύττει τον Υιό ως κτίσμα, ο δε έτερος την Θεία Χάρη και Ενέργεια κτιστές; Είναι δυνατόν μια τέτοια «εκκλησία» να έχει ενότητα με την αληθινή Εκκλησία του Χριστού, την Ορθόδοξη; Πως μπορεί να είναι αληθινή Εκκλησία, με γνήσια και αποτελεσματικά Μυστήρια, με πίστη σε κτιστή χάρη; Παραβλέπει την λειτουργική αναφορά για την «ενότητα της πίστεως», η οποία προϋποθέτει την «κοινωνία του Αγίου Πνεύματος», που χωρίς αυτά δεν μπορούμε να προσέλθουμε στο Άγιο Ποτήριο;
Αρνείται ο κ. Καθηγητής την «ένωση», την οποία διαχωρίζει από την «δεδομένη (κατ’ αυτόν) ενότητα», με το αιτιολογικό ότι «στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά εὐδοκιμήσει ἕνα παπικό πρωτεῖο ἐξουσίας καί ἄς ὑπάρχει Οἰκουμενικός Πατριάρχης, ὁ ὁποῖος ἔχει τά πρεσβεῖα τιμῆς στήν Ὀρθοδοξία. Ἔτσι δέν πρέπει νά φοβοῦνται οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί Χριστιανοί γιά μιά Ἕνωση Ρωμαιοκαθολικῶν καί Ὀρθοδόξων»! Όχι ένωση λοιπόν με τον Παπισμό, αλλά ενότητα! Δεν τον ενοχλεί ότι το παπικό πρωτείο, κακοδοξία ερειδομένη στο ανύπαρκτο και ψευδέστατο «πέτρειο δόγμα», αλλά το ότι «στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά εὐδοκιμήσει ἕνα παπικό πρωτεῖο ἐξουσίας»! Αν «ευδοκιμούσε» θα ήταν αποδεκτό; Θα μπορούσαμε να δεχτούμε έναν θεσμό, δαιμονικής υπερηφάνειας, ο οποίος είναι θεμελιωμένος σε πλαστά παπικά μεσαιωνικά κείμενα (Ψευδοκωνσταντίνειος Δωρεά, Ψευδοκλημέντεια, Ψευδοϊσιδώρειες Διατάξεις, κλπ);
Για να στηρίξει την άποψή του ο κ. Καθηγητής, ότι η παπική «εκκλησία» είναι αληθινή Εκκλησία, επαναφέρει παλιότερη παράδοξη και καινοφανή θεωρία του, στηριγμένη σε μια εντελώς αυθαίρετη ερμηνεία, δικής του εμπνεύσεως, των Β΄ και Γ΄ Καθολικών Επιστολών του Ευαγγελιστή Ιωάννη. Με απίστευτους ερμηνευτικούς μετεωρισμούς προσπαθεί να τις παρουσιάσει ως «προφητικά κείμενα», τα οποία αναφέρονται δήθεν στην «ένωση των εκκλησιών» των εσχάτων, δηλαδή στις μέρες μας. Και το χειρότερο: τα προβάλλει ως «τεκμήρια» ότι ο Παπισμός ουδέποτε έπαψε να είναι Εκκλησία, παρά τα προβλήματα που προκάλεσαν οι «Πάπες»! Με έναν περίεργο και ανεξήγητο ενθουσιασμό, διακηρύσσει ότι δήθεν ήρθε ο καιρός να «επαληθευτούν» οι «προφητείες» των ως άνω Επιστολών, να ενωθούμε με τους παπικούς!
Όπως είναι γνωστό, ο ιερός συγγραφέας των Επιστολών, απευθύνεται, στην μεν Β΄ Επιστολή σε κάποια «κυρία» και στην Γ΄ Επιστολή σε κάποιον Γάιο. Πολλοί προσπάθησαν να ερμηνεύσουν ποιοι ήταν οι αποδέκτες τους. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι πρόκειται, (στην Β΄ Επιστολή), για κάποια ευσεβή γυναίκα, προφανώς κάποιας τοπικής Εκκλησίας της Μ. Ασίας. Άλλοι ισχυρίζονται ότι απευθύνεται σε κάποια τοπική Εκκλησία, όμορη της Εκκλησίας της Εφέσου, που ήταν επίσκοπος ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Οπωσδήποτε όμως όχι στην μακρινή Ρώμη, στην οποία ουδέποτε μετέβη και ουδεμία σχέση είχε. Και το σπουδαιότερο: ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο σφοδρός στηλιτευτής των αιρέσεων, σε καμιά περίπτωση δε θα μπορούσε να προφητεύσει ένωση του αμετανόητου Παπισμού τους με την Εκκλησία!
Όταν κανένας μεγάλος Πατέρας και θεολόγος της Εκκλησίας δεν προσπάθησε να εξηγήσει ποιοι ήταν οι αποδέκτες των δύο Επιστολών, ο κ. Καθηγητής, απόλυτα αυθαίρετα, και χωρίς την παραμικρή επιφύλαξη, ορίζει ως αποδέκτη της Β΄ Επιστολής την «Δυτική Εκκλησία» και το πιο παράδοξο, όχι εκείνη των ημερών του την ορθόδοξη, αλλά των ημερών μας την αιρετική! Έγραψε: «Σύμφωνα μέ τό περιεχόμενο τῶν δύο ἀλληλοεξαρτημένων αὐτῶν ἐπιστολῶν οἱ δύο ἐκλεκτές αὐτές, ἀλλά ἀνώνυμες, ἀδελφές, συμβολίζουν τίς δύο μεγάλες Ἐκκλησίες καί μέ τίς διαρθρώσεις τους. Γιά νά ὑποστηρίξουμε αὐτήν τήν ἑρμηνεία παραθέτουμε τά ἑξῆς: Μία πρώτη πρόκληση-ὑπόδειξη γιά τήν ἑρμηνεία αὐτή εἶναι τό παράδοξο φαινόμενο στή Β΄ Ἐπιστολή ὅτι, ἐνῶ μιλάει γιά δύο ἐκλεκτές ἀδελφές, ἐν τούτοις τίς ἀναφέρει ἀνωνύμως (Β΄ Ἰωάν., στίχ. 1 καί 13), πρᾶγμα πού προβληματίζει τόν ἀναγνώστη καί τόν ἀναγκάζει νά ἀναζητήσει τί κρύβεται πίσω ἀπό τίς ἐκλεκτές (= ἐκλεγμένες) “ἀδελφές”. Σ' αὐτό βοηθάει καί ἡ Γ΄ Ἐπιστολή, τήν ὁποία συνδέει ὁ Ἰωάννης μέ τή Β΄ διά τῆς αὐθεντικῆς ἐκφράσεως “Ἔγραψά τι (= κάτι τι) τῇ Ἐκκλησίᾳ” (στ. 9). Αὐτό τό “τί”, αὐτό τό “μικρό” μᾶς κατευθύνει νά ἐννοήσουμε τή Β΄, αὐτήν τή μικρή ἐπιστολή, ὅπου ἀναφέρονται οἱ δύο ἀδελφές Ἐκκλησίες καί μάλιστα “ὡς Ἐκκλησία μία”»!
Μάλιστα φτάνει στο σημείο να ερμηνεύει και τα ονόματα που αναφέρονται στις Επιστολές, έτσι που να «θεμελιώνουν» την «ερμηνεία» του! Έγραψε: «Καί ἐνισχύεται ἡ ἄποψη ὅτι πρόκειται περί τῶν μεγάλων Ἐκκλησιῶν (καί ἐδῶ περί τῆς Δυτικῆς), γιατί ἡ ἐν συνεχείᾳ πρόταση, “ἀλλ' ὁ φιλοπρωτεύων αὐτῶν Διοτρεφής”, μᾶς ὑποδεικνύει τόν ἀγαπῶντα τό πρωτεῖον (ὄχι πρωτεύοντα) Διοτρεφή. Ἀλλά μήπως καί ἡ ὀνομασία Διοτρεφής δέν μᾶς παραπέμπει στόν Δία, τόν πατέρα τῶν θεῶν; Στον Διοτρεφή, τ.ἔ. τόν ἐμφορούμενο ἤ μᾶλλον τρεφόμενο μέ τίς περί θεοῦ Διός ἰδέες τῶν Ἐθνικῶν. Μέ αὐτούς τούς χαρακτηρισμούς εὐχερῶς ἐννοοῦμε τόν παπικό θεσμό τῆς Δύσεως. Βεβαίως καί εὐτυχῶς, ἐκτός ἀπό αὐτήν τήν κακή ὄψη τοῦ παπικοῦ θεσμοῦ καί τήν ἀγάπη του πρός τό πρωτεῖον, ἔχουμε καί τήν καλή του ὄψη καί πλευρά, τήν ὁποία ἀντιπροσωπεύει ὁ “Δημήτριος” (Γ΄ Ἰω. 12): “Δημητρίῳ μεμαρτύρηται … καί ἡμεῖς δέ μαρτυροῦμεν, καί οἴδατε ὅτι ἡ μαρτυρία ἡμῶν ἀληθής ἐστι”. Ἀναφέρεται δηλ. καί στούς καλούς Πάπες, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε ἀναφερθεῖ στούς μή καλούς. Ἐδῶ πρέπει νά ἐπισημάνουμε ὅτι τό Δημήτριος σημαίνει τόν προσγειωμένο, τόν μετρημένο καί ἀκόμη τόν ταπεινόφρονα (Δα=Δη=Γη=Γήινος)»! Θα έπρεπε ο κ. Καθηγητής, προτού αναλωθεί σε εντελώς αυθαίρετες ονοματικές ερμηνείες, να γνωρίζει ότι στην αρχαία Εκκλησία εισέρχονταν εθνικοί, διατηρώντας τα εθνικά τους ονόματα (π.χ. Τυχικός, Έπαφρος, Ηρωδίων, Ερμόλαος, Ερμογένης, Φοίβη, Αφροδίτη, κλπ) και μετά το Βάπτισμά τους. Άρα η «συμβολική ερμηνεία» των ως άνω ονομάτων είναι αυθαίρετη και χρειάζεται ισχυρή φαντασία για να βγει ασφαλές συμπέρασμα και μάλιστα τέτοιο που να «θεμελιώνει» την άποψή του ότι αποδέκτης της Επιστολής του Ευαγγελιστή Ιωάννη είναι η «Δυτική Εκκλησία», ή οι «καλοί» και οι «κακοί» «Πάπες»!
Φτάνει μάλιστα στο σημείο να ισχυρίζεται ότι «ὁ Ἰωάννης μέ τίς δύο ἐπιστολές, μία (τήν Β΄) γιά τίς δύο ἀδελφές Ἐκκλησίες ὡς σύνολο, καί τήν ἄλλη (τήν Γ΄) μέ τούς ἡγέτες τους δείχνει ὅτι διακρίνει τήν μεταξύ τους ὕπαρξη. Ἄλλο ἡ Ἐκκλησία ὡς σύνολο καί ἄλλο ὁ ἡγέτης της, ὁ πρῶτος. Τούς ἀναφέρει χωριστά Ἐκκλησίες καί ἡγέτες τους ὄχι ὅμως ὅτι εἶναι χωρισμένοι»! Το μόνο που μας χωρίζει με τον αιρετικό Παπισμό είναι ο «Πάπας» και όχι οι δεκάδες παπικές κακοδοξίες του Παπισμού, τις οποίες συγκεφαλαιώνει και εκφράζει ο αιρετικός «Πάπας»! Αναμασά τον ισχυρισμό, ότι δήθεν το 1054 απλά έχουμε αναθεματισμό ανάμεσα στον Οικουμενικό Πατριάρχη και τον Πάπα και όχι των Εκκλησιών, ότι η Δυτική Εκκλησία δεν αποκόπηκε από τον ενιαίο κορμό της Εκκλησίας! Αυτό είναι ανιστόρητο και το γνωρίζει πολύ καλά!
Αλλά προχωρά και σε άλλη αυθαίρετη θεωρία, προκειμένου να αποφανθεί ότι παπικοί και ορθόδοξοι έχουμε «ενότητα»: «Μᾶλλον θά πρέπει νά ἐννοήσουμε τίς πολλές αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες (“τά τέκνα”), οἱ ὁποῖες καταλαμβάνουν τό χῶρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί στίς ὁποῖες εἶναι διακλαδωμένη σήμερα. Οἱ αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες ἀντικατέστησαν τούς τελευταίους αἰῶνες τή Μία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Αὐτές ὡς συνέχεια, ὡς τέκνα, τῆς Ἑνιαίας Ὀρθοδοξίας (τῆς ἀδελφῆς της τῆς ἐκλεκτῆς), ἔχουν ἐπικοινωνία καί μποροῦν αὐτοβούλως νά στέλνουν τούς ἀσπασμούς (π.χ. τίς ἑορταστικές ἐπιστολές) τους στή Δυτική Ἐκκλησία»! Ρωτάμε τον κ. Καθηγητή: από το ότι οι σημερινοί ταγοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όπως και του Παπισμού, αναλώνονται σε κοσμικού τύπου σχέσεις, σημαίνει απαραίτητα ότι υπάρχει ενότητα της Εκκλησίας με τους αμετανόητους αιρετικούς; Τότε γιατί δεν προχωρούν στο κοινό Ποτήριο; Γιατί διστάζει να προτείνει και ο ίδιος κάτι τέτοιο;
Και κάτι άλλο πολύ σημαντικό. Όπως προαναφέραμε, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, τόσο στις συγκεκριμένες Επιστολές του, όσο και στα άλλα ιερά συγγράμματά του, στηλιτεύει με σφοδρότητα την αίρεση! Ως εκ τούτου θα μπορούσε να προφητεύσει την ένωση του αμετανόητου αιρετικού Παπισμού με την Αγία του Χριστού Εκκλησία; Κάθε άλλο, αφού αναγγέλλει στην «εκλεκτή κυρία» της Β΄ Καθολικής Επιστολής του, ότι «πᾶς ὁ παραβαίνων καὶ μὴ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ Θεὸν οὐκ ἔχει· ὁ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ, οὗτος καὶ τὸν πατέρα καὶ τὸν υἱὸν ἔχει. εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν, καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε· ὁ γὰρ λέγων αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Β΄Ιωάν.9-11)! Ρωτάμε τον κ. Καθηγητή: είναι ο Παπισμός κακόδοξος; Αν ναι, θα μπορούσε ο θεόπνευστος ιερός συγγραφέας να αναιρέσει τα γραφόμενά του και να τον θεωρεί ως αληθινή εκκλησία, η οποία στο μέλλον θα έχει «ενότητα» πίστεως με την γνήσια Εκκλησία του Χριστού; Αν όχι, γιατί δεν ασπάζεται ο ίδιος τον Παπισμό; Γιατί δεν κοινωνεί σε παπικές «εκκλησίες»;
Προφανώς δεν ισχύει ο ισχυρισμός του ότι ο θεόπνευστος ιερός συγγραφέας των ως άνω Καθολικών Επιστολών, τις έγραψε, «προφητεύοντας» την «ενότητα» (αλλά όχι την «ένωση»!!!) Ορθόδοξου και Ρ/καθολικής Εκκλησίας στα έσχατα, για τον απλούστατο λόγο, ότι ο Παπισμός παραμένει αμετανόητος και με δαιμονικό θράσος απαιτεί να υποταχτεί η Εκκλησία στο υποπόδιο των ποδών του καταληψία φράγκου ηγεμόνα του σεβασμίου αποστολικού θρόνου της Δύσεως. Ο Καθηγητής του Κανονικού Δικαίου, θέλει να παραβλέπει το γεγονός ότι στον Παπισμό δεν διαχωρίζεται ο ηγέτης (Πάπας) από το ποίμνιο, διότι αυτός θεωρεί τον εαυτό του ως «εκκλησία»! Χωρίς αυτόν δεν μπορεί να υπάρξει η Εκκλησία και στην απίθανη περίπτωση, που θα απέβαλε το δαιμονικό πρωτείο του, αυτομάτως θα κατέρρεε ο Παπισμός ως χάρτινος πύργος!
Ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους «ορθοδόξους» και έχουν κοινωνία με τον αιρετικό Παπισμό; Οι Ουνίτες! Τηρούν όλα τα ορθόδοξα «σχήματα», αλλά υπάγονται στον «Πάπα»! Αυτή την «ενότητα» οραματίζεται ο κ. Καθηγητής; Δεν είναι βεβαίως άσχετο γεγονός ότι το σχήμα που προβάλλεται ως «μοντέλο» της «ένωσης των εκκλησιών», είναι αυτό της Ουνίας, ήτοι: «Κρατάμε τα δικά μας, κρατούν τα δικά τους και κάνουμε την Ένωση»! Το δε Βατικανό διατηρεί και συντηρεί με πείσμα την Ουνία, παρά τις διαμαρτυρίες από ορθοδόξου πλευράς, βλέποντάς την ως τον μόνο πρόσφορο τρόπο «ενώσεως των εκκλησιών»! Μόνο οι ουνίτες πιστεύουν στην «ενότητα» που προβάλλει ο κ. Καθηγητής! Μήπως οραματίζεται κάποια «ενότητα» τύπου Ουνίας;
Άξια σχολιασμού είναι και η φράση του: «Οἱ αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες ἀντικατέστησαν τούς τελευταίους αἰῶνες τή Μία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία»! Αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι αυτό εκφράστηκε αυτό από καθηγητή της Θεολογίας και μάλιστα του Κανονικού Δικαίου! Από πότε οι Τοπικές Εκκλησίες αντικατέστησαν την «Μία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία»; Δηλαδή, έπαψε να υπάρχει η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία; Το ίδιο προβληματικός είναι και ο απόλυτα αδόκιμος χαρακτηρισμός του, για «διακλαδωμένη» Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία. Ρωτάμε: μήπως αυτό είναι ένα πρόσφορο πρόσκομμα να αποκτήσουμε και στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας κάποιον «Πάπα» για να «ξαναγίνει» «Μία» η Ορθόδοξη Εκκλησία;
Περαίνουμε την ανακοίνωσή μας εκφράζοντας την βαθειά μας λύπη και την ανησυχία μας, την οποία εκφράσαμε πολλές φορές, ότι κληρικοί και λαϊκοί, για διαφόρους λόγους, έχουν αλωθεί από τον οικουμενιστικό συγκρητισμό, απορρίπτοντας την μοναδικότητα της εν Χριστώ σωτηρίας, η οποία συντελείται αποκλειστικά μέσα στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία Του, την Ορθόδοξη! Οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες, τους οποίους έχουν περιθωριοποιήσει, δεν γνωρίζουν άλλους τρόπους σωτηρίας των αιρετικών, εκτός από την ειλικρινή και έμπρακτη μετάνοιά τους και την επιστροφή τους στην μία και αδιαίρετη Εκκλησία του Χριστού! Όλα τα υπόλοιπα είναι παραπλανητική παραφιλολογία του οικουμενιστικού τέρατος, το οποίο επιβουλεύεται την γνησιότητά της και την μοναδικότητά της!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών