Στό σημερινό Εὐαγγέλιο ἀκούσατε τόν Χριστό νά λέει «Ὑμεῖς ἐστὲ τὸ φῶς τοῦ κόσμου». Αὐτός ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μόνο προτροπή, ἀλλά καί ἐντολή σ΄αὐτούς πού τόν πιστεύουν καί τόν ἀποδέχονται.
Ὁ ἀληθινός πιστός τοῦ Χριστοῦ δέν μπορεῖ νά εἶναι κάτι ἄλλο ἀπό φῶς. Κι αὐτό τό φῶς δέν πρέπει νά κρύβεται, ἀλλά νά φαίνεται ἀπό ψηλά σ΄ὅλους. Παλιά κάθε σπίτι εἶχε τό λύχνο του, πού γιά νά φέγγει «πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκία», ὅπως λέει ὁ Χριστός, θά ΄πρεπε νά τοποθετεῖται ὄχι «ὑπό τόν μόδιον» ἀλλά «ἐπί τήν λυχνίαν», πάνω στό λυχνοστάτη δηλαδή. Τό χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι γιά νά φαίνεται τό φῶς πρέπει νά βρίσκεται σέ κάποιο ὕψος. Δέν φτάνει πῶς στέλνει τή λάμψη του ψηλά, πρέπει καί τό ἴδιο, ἡ ἑστία του νά βρίσκεται ψηλά. Ὅπως καί ἡ πόλη, πού γιά νά διακρίνεται πρέπει νά εἶναι κτισμένη σέ ψηλό μέρος, ἔτσι καί ὁ ἀληθινός πιστός μέ τήν ἀρετή του ὡς φῶς τῆς ψυχῆς, πρέπει νά στέκεται στό ὕψος του.Καί δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία πώς τέτοιοι ὑπῆρξαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού γιορτάζουμε τήν σημερινή Κυριακή. Εἶναι τά φῶτα τῆς Ἐκκλησίας «ἀστέρες πολύφωτοι», ὄπως τούς ὀνομάζει ὁ ὑμνογράφος.
Μέ τήν φωτεινή διδασκαλία τους διέλυσαν τό σκοτάδι πού θέλησε νά φέρει ὁ αἱρετικός Εὐτυχής. Καί μόνον αὐτό;
Τέτοιοι ἡγέτες εἶναι τό δίχως ἄλλο καί σήμερα οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας. Καί μαζί μ΄αὐτούς φυσικά οἱ δασκάλοι, οἱ καθηγητές, οἱ ἐπιστήμονες, οἱ διανοούμενοι καί ὅλοι γενικά οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι πού κατέχοντας μιά θέση στήν πνευματική κορυφή τῆς κοινωνίας εἶναι προορισμένοι νά δώσουν, μέ τά λόγια τους καί τό παράδειγμα τους, τό «φῶς».
Ἄς συνειδητοποιήσουμε τήν εὐθύνη μας καί ἄς καλλιεργήσουμε τήν ἀρετή, ὥστε νά εἴμαστε «φῶς τοῦ κόσμου».
π.Φρ.Δημ.