Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου
ΛΟΓΟΣ ΑΣΚΗΤΙΚΟΣ
ΕΠΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΟΣ «ΠΛΑΚΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑΙ»
ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ
ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ
Είναι διηρημένος εις τριάκοντα κεφάλαια,τα οποία ωσάν βαθμίδες κλίμακος,
αναβιβάζουν όσους τα ακολουθούν από τα χαμηλότερα εις τα υψηλότερα,
εξ ου και το βιβλίον ωνομάσθη
Κ Λ Ι Μ Α Ξ
Περί δειλίας
(Για την άνανδρη δειλία)
Ὅποιος ἐργάζεται τὴν ἀρετὴ σὲ Κοινόβιο ἢ σὲ συνοδεία, δὲν εἶναι συνηθισμένο νὰ πολεμεῖται ἀπὸ τὴν δειλία. Ἐκεῖνος ὅμως πού βρίσκεται σὲ ἠσυχαστικώτερους τόπους, ἂς ἀγωνίζεται μήπως καὶ τὸν κυριεύσει, τὸ γέννημα τῆς κενοδοξίας καὶ ἡ θυγατέρα τῆς ἀπιστίας, δηλαδὴ ἡ δειλία.
Ἡ δειλία εἶναι νηπιακὴ συμπεριφορὰ μιᾶς ψυχῆς πού γέρασε στὴν κενοδοξία. Ἡ δειλία εἶναι ἀπομάκρυνση τῆς πίστης, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι ἀναμένονται ἀπροσδόκητα κακά.
Ὁ φόβος εἶναι κίνδυνος ποὺ προμελετᾶται. Ἢ διαφορετικά, ὁ φόβος εἶναι μία ἔντρομη καρδιακὴ αἴσθηση, πού συγκλονίζεται καὶ ἀγωνιᾶ ἀπὸ ἀναμονὴ ἀπροβλέπτων συμφορῶν. Ὁ φόβος εἶναι μία στέρηση τῆς ἐσωτερικῆς πληροφορίας. Ἡ ὑπερήφανη ψυχὴ εἶναι δούλη τῆς δειλίας, ἔχοντας πεποίθηση στὸν ἑαυτόν της καὶ ὄχι στὸν Θεό, φοβᾶται τοὺς κρότους τῶν κτισμάτων καὶ τὶς σκιές.
Ὅσοι πενθοῦν καὶ ὅσοι καταπονοῦνται χωρὶς νὰ ὑπολογίζουν κόπους καὶ πόνους, δὲν ἀποκτοῦν δειλία.Πολλὲς φορὲς ὅσοι ὑποκύπτουν στὴν δειλία χάνουν τὸ μυαλό τους. Καὶ εἶναι φυσικὸ αὐτό, διότι εἶναι δίκαιος Ἐκεῖνος πού ἐγκαταλείπει τοὺς ὑπερήφανους, ὥστε καὶ οἱ ὑπόλοιποι νὰ μάθουμε νὰ μὴ ὑψηλοφρονοῦμε.
Ὅλοι ὅσοι φοβοῦνται εἶναι κενόδοξοι, ἀλλ΄ ὅμως ὅλοι ὅσοι δὲν φοβοῦνται δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι ταπεινόφρονες, ἀφοῦ καὶ οἱ ληστές καὶ οἱ τυμβωρύχοι δὲν ὑποκύπτουν εὔκολα στὴ δειλία.
Σὲ ὅποιους τόπους συνηθίζεις νὰ φοβάσαι, μὴ διστάζεις νὰ πηγαίνεις, ὅταν ἀκόμη δὲν ἔχη ξημερώσει. Ἐὰν δείξεις κάποια χαλαρότητα στὸ σημεῖο αὐτό, τότε θὰ γεράσει μαζί σου τὸ νηπιακὸ καὶ ἀξιογέλαστο τοῦτο πάθος. Ἐνῶ βαδίζεις πρὸς τὰ ἐκεῖ ὁπλίζου μὲ τὴν προσευχή. Μόλις φθάσεις σ΄ ἐκείνους τοὺς τόπους, ἀνύψωσε τὰ χέρια σου. Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ μάστιζε τοὺς ἐχθρούς, διότι δὲν ὑπάρχει οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε στὴν γῆ ἰσχυρότερο ὅπλο. Ἀφοῦ ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ τὴν ἀρρώστια αὐτή, ἂς ἀνυμνήσης τὸν Λυτρωτή σου, διότι ἐὰν τὸν εὐγνωμονεῖς, θὰ σὲ σκεπάζει παντοτινά.
Ποτὲ δὲν μπορεῖς διὰ μιᾶς νὰ γεμίσεις τὴν κοιλία. Παρόμοια βέβαια δὲν μπορεῖς διὰ μιᾶς νὰ νικήσεις τὴν δειλία. Ὅταν ἔχουμε πολὺ πένθος, θὰ ὑποχωρήσει πιὸ γρήγορα. Ὅταν ὅμως αὐτὸ μᾶς λείπει, θὰ παραμένουμε συνεχῶς δειλοί. «Ἔφριξάν μου τρίχες καὶ σάρκες» εἶπε ὁ Ἐλιφὰζ (Ἰὼβ δ΄ 15), περιγράφοντας τὴν πανουργία τούτου τοῦ δαίμονος.
Ἄλλοτε ἐδειλίασε πρῶτα ἡ ψυχὴ καὶ ἄλλοτε τὸ σῶμα, καὶ ἐν συνεχείᾳ μεταβίβασε τὸ ἕνα στὸ ἄλλο τὸ πάθος. Ἂν συμβεῖ νὰ φοβηθεί τὸ σῶμα, χωρὶς ὅμως νὰ εἰσδύσει ὁ ἄκαιρος φόβος στὴν ψυχή, βρισκόμαστε κοντά στὴν θεραπεία. Ὅταν δὲ, ὅλα τὰ δυσάρεστα καὶ ἀπροσδόκητα τὰ δεχόμαστε πρόθυμα, μὲ συντετριμμένη καρδιά, τότε ἐλευθερωθήκαμε πραγματικὰ ἀπὸ τὴν δειλία.
Δὲν ἐνισχύει τοὺς δαίμονας ἐναντίον μας τὸ σκότος καὶ ἡ ἐρημία τῶν τόπων, ἀλλὰ ἡ ἀκαρπία τῆς ψυχῆς μας. Μερικὲς φορὲς ὅμως πρόκειται γιὰ οἰκονομικὴ παίδευση ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ.
Ἐκεῖνος ποὺ ἔγινε δοῦλος τοῦ Κυρίου, θὰ φοβηθεῖ μόνο τὸν ἰδικὸ του Δεσπότη. Καὶ ἐκεῖνος πού δὲν φοβᾶται ἀκόμη Αὐτόν, φοβεῖται πολλὲς φορὲς τὴν σκιά του.
Ὅταν πλησιάσει ἀοράτως ἕνα πονηρὸ πνεῦμα, φοβᾶται τὸ σῶμα.
Ὅταν ὅμως πλησιάσει κάποιος Ἄγγελος, ἀγάλλεται ἡ ψυχὴ τῶν ταπεινῶν. Γι΄ αὐτό, μόλις ἀπὸ τὴν ἐνέργεια αὐτὴ ἀντιληφθοῦμε τὴν παρουσία του, ἂς τρέξουμε γρήγορα στὴν προσευχή, διότι ἦρθε νὰ προσευχηθεί μαζί μας ὁ ἀγαθός μας φύλαξ.
Ὅποιος νίκησε τὴν δειλία, εἶναι φανερὸ ὅτι ἀνέθεσε στὸν Θεὸ καὶ τὴν ζωὴ καὶ τὴν ψυχή του.
Έκδοσις Ι.Μ.Παρακλήτου