Σάββατο 4 Μαΐου 2024

ΣΤΟΝ ΑΔΗ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ

 «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Γρηγόριος: Ό Κύριος μας λέει στό θεῖο του Εύαγγέλιο, «περιπατεῖτε, ἕως τό φῶς ἔχετε»· περπατάτε, ώσότου φέγγει άκόμα. Μάς λέει έπίσης, μέ τό στόμα τοῦ Προφή­τη, «καιρῷ δεκτώ έπήκουσά σου, καί έν ήμέρα σωτηρίας έβοήθησά σοι»" τόν καιρό πού έπρεπε σ' άκουσα· κι ό­ταν μπορούσες νά σωθής σ' έβοήθησα. Κι' ό Σολομώντας έπίσης λέει, «εἰ τι δ' άν δύναται ἡ χείρ σου ποιήσαι, ὅση σοι δύναμις έργάζου· ούτε γάρ έργον, ούτε εἴδησις, ούτε σοφία έν τῷ Ἄδη υπάρχει, έν ω σύ πορεύει». Ὅ,τι σοῦ περνά άπό τό χέρι σου, κάνε το" κι όσο μπο­ρείς, δούλευε. Γιατί στόν "Αδη πού θά πάς, ούτε δουλειά, ούτε σοφία, ούτε καί είδηση καμμιά υπάρχει.

Άπ' ὅλες λοιπόν τίς μαρτυρίες αὐτές φαίνεται όλοφάνερα, πώς όπως εἶσαι ὅταν φεύγης ἀπό τόν κόσμο μας αύ­τόν, τέτοιος θά παρουσιασθῆς καί τέτοιος θά μείνης καί στήν ἔσχατη κρίση. Πρέπει νά ξέρωμε όμως, πώς οί πεθα­μένοι λυτρώνονται άπό τίς μικρές κι' άλαφρές τους άμαρ­τίες, μέ τίς ελεημοσύνες, τίς θεῖες λειτουργίες καί μέ τίς δεήσεις καί τίς ικεσίες πού κάνουμε γι' αύτούς οί ζωντα­νοί. Καί ότι τούς ώφελούνε πολύ οί καλές πράξεις τῶν έναρέτων. Καί μποροῦνε, χάρις σ' αύτές, νά καταξιωθούνε τήν συγχώρεσή τους άπό τ' άλαφρά τους άνομήματα.

Πέτρος: Επιθυμώ καί σέ παρακαλῶ νά μοῦ έξηγήσης κι' αύτό. Εκείνοι δηλαδή πού καταδικασθήκανε μιά φορά καί ριχθήκανε στή γέεννα τής Κόλασης, πρέπει νά πιστεύωμε πώς θά καταφλέγωνται καί θά βασανίζωνται ἀπό τή φωτιά της αιώνια;

Γρηγόριος: Αύτό είναι άναμφισβήτητη άλήθεια, κι' ούτε πρέπει ν' άμφιβάλλης γι' αύτό διόλου. Γιατί, όπως δέν υπάρχει τέλος τῆς χαράς τών δικαίων παρόμοια δέν ύπάρχει τέλος καί γιά τά βασανιστήρια τών κακών. Κι' αύτό τό είπε τό άδιάψευστο στόμα τοῦ ίδιου τοῦ Χρι­στού, πώς οί κακοί δηλαδή θά πάνε στήν αιώνια κόλα­ση, καί οί δίκαιοι καί καλοί στήν αιώνια ζωή. Άν λοι­πόν είναι άληθινό καί πραγματικότητα αύτό πού ύποσχέθηκε στούς καλούς, θάναι, χωρίς άλλο, άληθινό κι αύτό πού είπε γιά τούς κακούς. Γιατί έπάνω κι' άπό τούς δυό βρίσκεται ἡ αιωνιότητα. Κι' άν τυχόν κανένας ισχυ­ρίζεται, πώς έπειδή ό Θεός είναι πανάγαθος δέν θά πραγ­ματοποίηση τήν ἀπειλή του, ἄς ξέρη, πώς λέγοντάς τον έλεήμονα καί φιλεύσπλαχνο, τόν λέει μαζί καί ψεύτη, πρᾶγμα πού είναι πολύ ἐπικίνδυνο νά τό σκεφθή κανείς.

Πέτρος: Θέλω νά μοῦ ἐξηγήσης καί θέλω νά καταλά­βω, πώς συμβιβάζεται μέ τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, καί πώς είναι σωστό, ἀφοῦ τό κακό παίρνει τέλος, νά τιμωριέται ὅμως αιώνια αὐτός πού τώκανε;

Γρηγόριος: Ό παντοδύναμος Θεός, πού είναι πολυ εύσπλαχνος, κάθε άλλο βέβαια παρά ἱκανοποιεῖται κι' εύχαριστιέται μέ τά βασανιστήρια τών κακών' επειδή ό­μως είναι δίκαιος δέν μπορεί νά παύση νά τιμωρή αιω­νίως τούς άδικους. Κι' όλοι οί άδικοι πού παραδίνονται στά αιώνια βασανιστήρια, τιμωρούνται, γιατί μόνοι τους, τό θελήσανε, κι' άπό τίς δικές τους άνομίες. Οί δέ δίκαιοι πού βρίσκονται κοντά στό Θεό, βρίσκουνε μέσα τους τήν άρρητη χαρά, πού τήν παίρνουν άπό τό Θεό. Καί βλέποντας τά βασανιστήρια τών άδικων, κι' άπό τά όποία ξεφύγανε αύτοί, λογιάζουνε τούς εαυτούς των χρε­ώστες στό Θεό αιωνίως.

Πέτρος: Καί πώς, σέ παρακαλώ, ἀφοῦ είναι άγιοι δέν παρακαλούνε τόν Θεό γιά τούς δυστυχισμένους αύ­τούς, πού τούς βλέπουνε νά καίωνται;

Γρηγόριος: Οί άγιοι, Πέτρο, εύχονται καί παρακαλοῦνε τόν Θεό γιά τούς κακούς· καί γιά τούς έχθρούς τους, όταν είναι καιρός γι' αύτό, καί μπορούνε, μετανοώ­ντας, νά σωθούνε καί νά έπιστρέψουνε στήν καρποφορία τών καλών έργων. Κι' αύτό σημαίνει ἐκεῖνο πού λέει ό θείος άπόστολος' νά δεώμαστε δηλαδή γιά τούς έχθρούς μας νά λυτρωθούνε άπό τίς παγίδες τοῦ Σατανά, πού έ­χουνε πιασθή μέσα σ' αύτές καί δουλεύουνε στό κακο­ποιό του θέλημα. Όταν όμως δέν μπορούνε μέ κανένα τρόπο ν' άνανήψουνε, καί παρατώντας τά έργα τῆς άνομίας νά γυρίσουνε στά έργα τῆς αρετής καί τῆς δικαιοσύνης, τί ωφελε τότε νά προσευχώμαστε καί νά δεώμαστε γι' αύτούς; Γιατί τό νά παρακαλοῦμε γι' αύτούς, εί­ναι τό ίδιο πράγμα σάν νά δεώμαστε γιά τόν Σατανά καί τούς υπηρέτες του, πού είναι καταδικασμένοι στήν αιώ­νια κόλαση. Γι' αύτό καί οί "Αγιοι δέν προσεύχονται γιά άπιστους άνθρώπους, ούτε καί γιά πεθαμένους πού ζήσα­νε βουτηγμένοι μέσα στήν άσέβεια, καί πού ξέρουνε πώς καταδικασθήκανε σ' αιώνια κόλαση, γιά νά μή ἀχρηστεύεται έτσι μπροστά στό δικαιοκρίτη Θεό ἡ δύναμη τῆς δέησης καί τῆς προσευχῆς. "Αν λοιπόν οί δίκαιοι άνθρωποι δέν έλεονε καί δέν συμπονάνε διόλου, ζώντας άκόμη, τούς πεθαμένους άπιστους, γιατί νά μή συμπονά­νε πολύ περισσότερο τούς άμαρτωλούς, όταν διαπιστώνουνε πώς τά βασανιστήριά τους τελειώσανε καί πώς βγήκανε άπό τήν άμαρτία κι' άφωσιωθήκανε στήν άρετή; Γιατί λογιάζοντας μέ τόν νοῦ τους τό θέλημα τοῦ δι­καιοκρίτη Θεού, δέν τολμοῦνε μέ κανένα τρόπο νά κά­νουνε κάτι, πού ξέρουνε πολύ καλά πώς εἶναι άντίθετο πρός τό θέλημά Του.

Πέτρος: Καθώς βλέπω, δέν μοῦ εἶναι δυνατό νά δώ­σω καμμιά ἀπάντηση σ' ἕνα ζήτημα, πού εἶναι ολοφάνε­ρη ἡ ἀπόδειξή του. Καί τό μόνο πού θέλω νά μάθω εί­ναι, γιατί λένε πώς ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου πεθαίνει μέσα στήν αιώνια φωτιά, ἐνῶ εἶναι ἀθάνατη;

Γρηγόριος: Έπειδή ἡ ζωή έχει δυό φανερώματα, φυ­σικό είναι νά νοιώθωμε καί τόν θάνατο κατά δύο τρό­πους. Γιατί άλλο πράγμα είναι ἡ ζωή μας ἡ σύμφωνη καί συνταιριασμένη μέ τό θεῖο θέλημα, ἡ μακαριότητα δηλαδή, κι' άλλο πράγμα τό νά ζοῦμε καθώς έπλασθήκαμε κι' έγεννηθήκαμε, μέσα στή φυσική μας δηλαδή υπό­σταση. Ἡ ψυχή λοιπόν τοῦ άνθρώπου εἶναι καί θνητή καί άθάνατη μαζί. Καί θνητή μέν είναι, όταν άποξεχάση νά ζῆ κατά τρόπο μακάριο. "Αθάνατη δέ είναι, όταν ζῆ πνευματικά. Ἡ ψυχή δηλαδή δέν χάνει ποτέ τή φυσική της υπόσταση· κι' όταν άκόμη καταδικασθή στόν αιώνιο θάνατο. Γιατί όταν καταντήση σ' αύτό τό σημείο, δέν χάνει απλώς τή ζωή, άλλά καί τήν μακάρια ζωή. Κι' άπ' αύτό μπορεί νά βγάλη κανείς τό συμπέρασμα, πώς ὑπομένει καί θάνατον άθάνατο καί τέλος άτελείωτο.

Ἀπό π. Δαμασκηνό Γρηγοριάτη

 Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου