Πέμπτη 21 Μαρτίου 2024

Μανιασμένοι Χριστομάχοι

Κατάχλωμ' η Σελήνη, αχνή,

βουβή, θλιμμένη,

αμίλητ' η Γεθσημανή, μαρμαρωμένη.

- Είν' εκεί γονατιστός και προσεύχετ' ο Χριστός.

Γ. Βερίτης

 

... Δεκαπέντε άνδρες μανιασμένοι με καπετάνιο τον έπαρχο, χύμηξαν στην εκκλησιά και μπήκαν στο ιερό. Άρχισαν ν' αρπάζουν από την Άγια Τράπεζα κι από την Πρόθεση και να πετούν στη μέση της εκκλησιάς τα δισκοπότηρα, τ' Αντιμήνσιο, τ' αρτοφόρια, τα ιερά σκεύη, τα θυμιατά, τα Ευαγγέλια και να φτιάχνουν ένα σωρό μαζί με τ' άμφια και τα ιερά επιτραπέζια. Ύστερα άρχισαν να ξηλώνουν τις εικόνες του τέμπλου και να ξεκρεμούν όλα τα εικονίσματα, που ήταν κρεμασμένα στον τοίχο και να τα πετούν σαν σκουπίδια πάνω στο σωρό. Ξεκρεμάσανε τα καντήλια, μαζέψανε τα καντηλέρια κι όλα τ' ασημένια τάματα, αδειάσαν τα κελλιά απ' τα εικονίσματα και τα φτωχά χράμια και τις φλοκάτες, πήρανε όλα τα υφαντά που είχανε φτιάξει με τα χέρια τους στους αργαλιούς οι καλόγρηες κι αρπάξανε ως κι αυτά τα τσουκάλια της κουζίνας και τα μπακιρικά. Όλα τούτα τα πράματα τα φορτώσανε ανάκατα στα ζώα κι αφού ερημώσανε και χαλάσανε το μοναστήρι, πέσανε σαν αγαρινοί στις καλόγρηες, τις μαστίγωσαν, τις σούρανε από τα μαλλιά, τις πέταξαν όξω, κάρφωσαν τις πόρτες και τα παράθυρα και φύγανε.
  • Γιατί ξέσπασε τέτοια μανία σ' αυτό το μοναστήρι;

  • Γιατί η Αθήνα είχε πάρει την απόφαση να κλείσει πολλά μοναστήρια. Τάβρισκε περιττά και βλαφτικά”.

    (Από το βιβλίο “Παπουλάκος” του Κ. Μπαστιά).

 

Ό,τι δεν είχαν κάμει οι Τούρκοι, το κάνανε οι δικοί μας Έλληνες, βαπτισμένοι στην θρησκεία του Χριστού. Πότε; Λίγα χρόνια μετά την επανάσταση του '21 και την “απελευθέρωση” της Ελλάδος. Τα μοναστήρια, που στα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς φυλάξανε την πίστη και την παιδεία και μάθανε γράμματα στο χωριατόπαιδο μέχρι και τον γραμματισμένο, τιμωρήθηκαν παραδειγματικά από τους αυτόχθονες αγαρινούς. Αυτούς που επιθυμούσαν η “πατρίδα” μας να παραμείνει σκλάβα, γιατί τα “κονομούσαν” καλύτερα και “διέπρεπαν” σε θέσεις δυναστών, με την άδεια του κατακτητού.

Αυτή είναι η πικρή ιστορία της μαρτυρικής πατρίδος μας. Πολύ πρόσφατη και κοντινή, χωρίς να αλλάξει τίποτα μέχρι των ημερών μας. Τα διαλείμματα με τις περίτρανες νίκες των αθανάτων ηρώων μας αλατίζουν την άνοστη και μονότονη ζωή μας για λίγο και μετά εκ νέου στήνεται το φαγοπότι των συνδαιτημόνων της κλεψιάς και της απάτης, των ρωμαϊκών οργίων, της προκλητικής ιεροσυλίας και της συνέχισης του ξεπουλήματος των ιδεωδών μας.

 

Κάτι ανάλογο συνέβη στην πατρίδα μας τα πρότερα χρόνια, συγκεκαλυμμένο, ευπρεπισμένο και ενταγμένο περιτέχνως, στα πλαίσια ενός πρωτοτύπου ανορθοδόξου πολέμου, που επεβλήθη αστραπιαία εν μια νυκτί, επισκιάζοντας απόλυτα και διαγράφοντας αριστοτεχνικά τις μέχρι τούδε αρχές και τα μυστικά των μαχητών του ομολόγου δόγματος. Ευρισκόμενα στελέχη των ειδικών δυνάμεων σε μία σύναξη, μετέπειτα, όλα ομόφωνα ανεφώνησαν: “Αυτός είναι ανορθόδοξος πόλεμος”. Και φυσικά αναφέρονταν στον πόλεμο του κορωνοϊού, κατά τον οποίο η μυστική εχθρική διείσδυση διασφαλίσθηκε μέσω ενός ιού. Ενός ιού που εξεπλήρωσε χρέη και αποστολή αναγνώρισης, κυρίας κρούσης, και πρωτοφανούς μετέπειτα “διαφυγής”, αφήνοντας μία Ελλάδα εκ νέου ρημαγμένη. Εν μέσω των ερειπίων πολλαπλών ιώσεων και λοιμώξεων σώματος και πολύ περαιτέρω ψυχής. Ο μυστηριώδης εισβολέας, στάθηκε ανέλπιστο όπλο στα εγκληματικά χέρια των εγχωρίων πορθητών, μέσω του οποίου πέρασαν σίδερα και καδένες στον ορθόδοξο Έλληνα τέτοια, που ούτε ο Μωάμεθ ο Πορθητής δεν έπραξε. Ούτε ο αποτρόπαιος και αιμοσταγής Ιμπραήμ δεν επέτυχε και ούτε φυσικά διενοήθη. Γιατί οι πρότεροι σκότωναν κορμιά και αφάνιζαν περιουσίες, ενώ οι “δικοί μας” άρχισαν έκτοτε να σκοτώνουν εμφανώς τις ψυχές μας με το πρόσχημα ενός “ιού”.

Γιατί ποια η διαφορά των συγχρόνων Χριστομάχων με εκείνων της εποχής Παπουλάκου; Τότε κάρφωσαν τις πόρτες και τα παράθυρα του μοναστηριού και φύγανε. Στα χρόνια μας “κάρφωσαν” τις πόρτες των εκκλησιών, ώστε να μη δύναται να προσεγγίσει προς πνευματική σίτιση ο πεινών ορθόδοξος και φυσικά έμειναν να παραφυλάγουν οι περιφανείς ρουφιάνοι. Τότε όμως έφυγαν! Τότε επίσης πέταξαν τα δισκοπότηρα... Στις μέρες μας τα πέταξαν χωρίς να τα αγγίξουν κατηγορώντας όμως την θεία κοινωνία για μετάδοση ιών. Τότε ξήλωσαν τις εικόνες και τις πέταξαν. Τώρα οι φθονεροί εικονομάχοι τις κατηγόρησαν ως ιογόνες εστίες. Μία άνευ προηγουμένου εικονομαχία και περίτεχνη εκκλησιομαχία, μαστιγώνοντας παράλληλα άγρια τον Ναζωραίο μέσω απρεπών και άκρως ασεβεστάτων λεκτικών συριγμών. Την ίδια ώρα οι υποκριτές Χριστομάχοι διεσκέδαζαν τον όχλο με τραγουδίστρια περιφερόμενη πάνω σε νταλίκα με την ανάλογη μουσική υπόκρουση. Την ίδια ώρα απηγορεύετο η περιφορά του επιταφίου, μέσω του οποίου θα “ψυχαγωγούνταν” πνευματικά ο δοκιμαζόμενος λαός.

Την ώρα δε που έκειτο ο λαός έγκλειστος στις οικίες, ο ανώτατος άρχων της πολιτείας περιφερόταν επιδεικτικά με την δίτροχη μηχανή του, εις τας κορυφάς των πέριξ ορέων του κλεινού άστεος, επιθεωρών την “καιομένη Ρώμη”. Πόσο παράλληλοι είναι οι βίοι των αθέων κυβερνητών, που θεοποίησαν τους εαυτούς τους; Αλλά και πόσο τιποτένιοι καταντούν όλοι αυτοί οι αναθεματισμένοι αργυρώνητοι άρχοντες, που χουφτώνουν τα γρόσια, μετατρέποντες τελικά τα αγαπητά τους οικογενειακά πρόσωπα σε ολόχρυσα αγάλματα; Τελικώς όμως όλες οι βδέλλες ρουφούν αίμα. Το δε χριστιανικό αίμα είναι το πιο γλυκό. Το προτιμούν όλοι οι διώκτες. Οι μεν εμμένοντες παραβάτες καταλήγουν όλοι με την παραδοχή της ήττας τους από τον Ναζωραίο χωρίς όμως να μετανοούν. Οι έτεροι, οι μεταστρεφόμενοι, γκρεμιζόμενοι από το άλογο της μεγαλαυχίας τους, χάνουν το φως της “σοφίας” του αθέου και διεφθαρμένου κόσμου, αλλά τελικώς κερδίζουν το πραγματικό φως με το χέρι του Ανανία. Γιατί το θαύμα του Χριστού στην κοινωνία των διωκτών βρίσκεται στη τύφλωσή τους.

Να ευχηθούμε και οι σήμερον τυφλοί κυβερνήτες της πατρίδος μας, πολιτικοί και εκκλησιαστικοί, να ανεύρουν συντόμως το Παύλειον φως, πριν συμπαρασύρουν όλο το έθνος στο σκοτάδι της διαστροφής και της παράνοιας που τους διακατέχει. Η κοινωνία χρειάζεται επειγόντως πρότυπα. Αν έστω και την εσχάτη στιγμή οι πρότεροι δεν συνέλθουν, ώστε να φέρουν το έργο τους σε πέρας σύμφωνα με τις επιταγές του Θεού, τότε αναγκαστικά ο λαός πρέπει ανερχόμενος στην πνευματική σφαίρα να αναζητήσει την Γεθσημανή.

“– Είν' εκεί γονατιστός και προσεύχεται ο Χριστός”.

Ας κάνουνε το ίδιο.

 

Αρίσταρχος