Ολοένα και πιο δύσκολο γίνεται για τις κυβερνήσεις, της
ελληνικής συμπεριλαμβανομένης, να αποκρύψουν το πραγματικό, δυσθεώρητο
κόστος της λεγόμενης «πράσινης μετάβασης» και των μηδενικών εκπομπών
ρύπων.
Χαρακτηριστικό είναι το φιάσκο έλαβε χώρα στη Μεγάλη Βρετανία, όπου ο
ινδικών καταβολών και ανθέλλην πρωθυπουργός Rishi Sunak δημιούργησε ένα
σύστημα ποσοστώσεων που απαιτούσε από τους κατασκευαστές να πωλούν
περισσότερες αντλίες θερμότητας στα νοικοκυριά.
Οι κατασκευαστές ονόμασαν –σωστά– το καθεστώς «φόρο λέβητα», και η οργή των καταναλωτών, μοιραία, σκότωσε τον κανονισμό.
Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, τα περισσότερα νοικοκυριά στην Αγγλία
χρησιμοποιούν φυσικό αέριο για θέρμανση και ζεστό νερό, αλλά η
κυβέρνηση θέλει να αναγκάσει τους πολίτες να αλλάξουν τους υπάρχοντες
λέβητες με ηλεκτρικές αντλίες θερμότητας που θα τροφοδοτούνται από
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Εν προκειμένω αξίζει να γίνει υπόμνηση στο ότι προηγούμενη πρόταση για
κατάργηση των λεβήτων έως το 2035 απεδείχθη πολιτικά τοξική, καθώς έτυχε
πλήρους αποδοκιμασίας από τους Βρετανούς, οι οποίοι δεν δέχθηκαν να
αντικαταστήσουν τις δοκιμασμένες συσκευές τους με άλλες, αμφιβόλου
ποιότητας.
Σημειώνεται πως η Worcester Bosch, ο
κορυφαίος κατασκευαστής της Βρετανίας, το 2023 προειδοποίησε ότι η
προτεινόμενη ποσόστωση θα προσθέσει έως και 300 £ (376 $) στο κόστος των
λεβήτων φυσικού αερίου, οι οποίοι πωλούνται από 1.000 £ και άνω.
Πρωτοφανές δε είναι το ότι στην καινούργια νομοθεσία την οποία επεδίωξε
να περάσει η κυβέρνηση αντέδρασε και η βαριά βιομηχανία της χώρας.
Οι κατασκευαστές ήταν σαφείς σε ό,τι αφορά τη μετακύλιση του κόστους των
προστίμων της αντλίας θερμότητας στους καταναλωτές, αποκαλώντας τα
«φόρο λέβητα».
Η κυβέρνηση του κ. Sunak προσπάθησε να κατηγορήσει τις εταιρείες για
αντι-ανταγωνιστική συμπεριφορά, αλλά όταν οι ψηφοφόροι συνειδητοποίησαν
ότι θα πλήρωναν για αντλίες θερμότητας, ακόμα και αν δεν τις αγόραζαν,
το παιχνίδι τελείωσε.
Ο «φόρος ανέμου» του Biden
Στις ΗΠΑ, οι κατασκευαστές δεν έχουν ακόμη βρει το κουράγιο να
αντιταχθούν στις ανόητες κανονιστικές ρυθμίσεις του Biden, κυρίως επειδή
έχουν λάβει φορολογικά κίνητρα που απόκρύβουν το πραγματικό κόστος.
Αλλά το πραγματικό κόστος είναι δύσκολο να κρυφτεί τώρα που οι επιδοτήσεις τελειώνουν.
Έτσι, τα σχέδια του Biden αποκαλύπτονται.
Το Bloomberg αναφέρει αύξηση 48% στο κόστος – κάτι που καταστρέφει τα σχέδια Biden για την αιολική ενέργεια.
Όταν ο Αμερικανός πρόεδρος το 2021 έθεσε στόχο για την ανάπτυξη 30
γιγαβάτ υπεράκτιας αιολικής ισχύος τα επόμενα εννέα χρόνια, το σχέδιο
θεωρήθηκε από τολμηρό έως εξαιρετικά φιλόδοξο.
Δύο χρόνια αργότερα, η βιομηχανία έχει άλλη λέξη: αδύνατο.
Μετά από μια κλιμακωτή σειρά οπισθοδρομήσεων, από αναθεωρήσεις κόστους
έως δισεκατομμύρια σε πιθανές χρεώσεις απομείωσης, ο στόχος παραγωγής
της υπεράκτιας αιολικής βιομηχανίας των ΗΠΑ φαίνεται τώρα πιο μακριά από
ποτέ.
Ακυρώθηκε το Νιου Τζέρσεϊ
Στο μεταξύ, τα υπεράκτια αιολικά πάρκα βαίνουν προς… ακύρωση.
Εύλογα το EnergyWire διερωτάται: μπορεί ο Biden να σώσει τη βιομηχανία;
Αν μη τι άλλο, η αμερικανική κυβέρνηση αντιμετωπίζει αυξανόμενες πιέσεις
να αναλάβει δράση για την ενίσχυση της υπεράκτιας αιολικής βιομηχανίας –
ειδικά μετά την ακύρωση ενός μεγάλου έργου στο Νιου Τζέρσεϊ – αν και οι
επιλογές για την άμβλυνση των οικονομικών εμποδίων που αντιμετωπίζουν
οι developers είναι περιορισμένες, οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, γράφουν
απώλειες δισεκατομμυρίων.
Αιτία; Τι άλλο… παρά μόνον η έκρηξη κόστους των πρώτων υλών, η πτώση της
αξίας των περιουσιακών στοιχείων και οι αυξήσεις επιτοκίων…
Δύο εταιρείες στη Μασαχουσέτη αποχώρησαν από συμφωνίες που δεν κάλυπταν το κόστος.
Οι ρυθμιστικές αρχές της Νέας Υόρκης απέρριψαν τις προσπάθειες
επαναδιαπραγμάτευσης συμβάσεων με εταιρείες αιολικής ενέργειες για
υψηλότερες τιμές, δημιουργώντας αβεβαιότητα για το μέλλον πολλών
αιολικών πάρκων στα ανοικτά των ακτών της πολιτείας.
Αλλά το πιο έντονο σημάδι ήρθε την Τρίτη, όταν η Ørsted, ο
μεγαλύτερος κατασκευαστής υπεράκτιων αιολικών στην αγορά των ΗΠΑ, δήλωσε
ότι θα εγκαταλείψει το έργο Ocean Wind.
Η αιολική διάταξη δύο φάσεων στα ανοιχτά της ακτής του Τζέρσεϊ ήταν ένα
από τα πέντε μόνο μεγάλα υπεράκτια αιολικά έργα που εγκρίθηκαν στις ΗΠΑ —
όλα από την κυβέρνηση Biden.
Μαζί με τη δημιουργία μεγαλύτερης αβεβαιότητας για τον κλάδο, η ακύρωση
προκαλεί εικασίες για το αν θα ακολουθήσουν και άλλα έργα.
Σημειώνεται πως η Ørsted αναστέλλει το μέρισμά της, περικόπτει θέσεις
εργασίας και αποχωρεί από πολλές αγορές, καθώς ο όμιλος αντιμετώπισε ένα
καταστροφικό 12μηνο.
Ο διευθύνων σύμβουλος Mads Nipper παλεύει να αποκαταστήσει την
εμπιστοσύνη των επενδυτών μετά από μια υπερβολικά επιθετική επέκταση
στην αγορά των ΗΠΑ και τα υψηλότερα επιτόκια που οδήγησαν τον όμιλο
αντιμέτωπο με απομειώσεις πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Mυτιληναίος: Κίνδυνος για το πολιτικό σύστημα η πράσινη μετάβαση – Σοβαρές οι επιπτώσεις στη βιομηχανική παραγωγή
Εν προκειμένω αξίζουν μνείας όσα είχε αναφέρει ο Ευάγγελος
Μυτιληναίος, στο πλαίσιο του συνεδρίου που διοργάνωσε η Morgan Stanley
και το Ελληνικό Χρηματιστήριο στο Λονδίνο.
Στην ερώτηση, τι σημαίνει η ενεργειακή μετάβαση στην Ελλάδα και τι
εργαλεία έχει η χώρα για να πετύχει απανθρακοποίηση, ο κ. Mυτιληναίος
σχολίασε ότι αυτό δεν επιλύεται αποκλειστικά με την κατασκευή
περισσότερων ΑΠΕ.
«Αυτός ήταν ένας μύθος που έχει πια καταρριφθεί, καθώς συμβαίνει ολοένα
και πιο συχνά να έχουμε μηδενικές τιμές, εξαιτίας των ΑΠΕ.
Και αυτό γιατί υπάρχει υπερεπάρκεια σε συγκεκριμένες ώρες και το αντίθετο σε άλλες, όπως π.χ. κατά το σαββατοκύριακο.
Και αυτό καθίσταται πλέον μεγάλο πρόβλημα.
Αν δεν επενδύσουμε στην κατασκευή δικτύων και στη χωρητικότητά τους τότε η κατάσταση θα εκτροχιαστεί».
Στη συνέχεια, ο κ. Mυτιληναίος τόνισε πως το μοντέλο του
μέλλοντος θα πρέπει να βασίζεται σε ένα μείγμα ΑΠΕ και φυσικού αερίου,
που θα εμπλουτίζεται σταδιακά και από άλλα «πράσινα» προϊόντα όπως το
υδρογόνο και η βιομάζα.
Το βασικό θα πρέπει να είναι η ασφάλεια τροφοδοσίας, ώστε ο πλανήτης να
μην απειλείται από παράγοντες όπως ο πόλεμος π.χ. στην Ουκρανία.
«Ας μην λαμβάνουμε ως δεδομένη την ενεργειακή ασφάλεια, εν μέσω και της
ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή. Και αυτό το κατάλαβαν ακόμα και χώρες όπως η
Γερμανία που για δεκαετίες απολάμβαναν φθηνή ενέργεια.
Η Ελλάδα και συνολικά η Ευρώπη αντιμετωπίζουν σήμερα δύο κινδύνους:
Αφενός το υψηλό κόστος της πράσινης μετάβασης, που επιδρά πλέον και στην
ευρωπαϊκή πολιτική, οδηγώντας μία στροφή προς αντισυστημικά κόμματα.
Αφετέρου το υψηλό κόστος των ορυκτών καυσίμων που επιδρά και στις τιμές
της ηλεκτρικής ενέργειας, με σοβαρές επιπτώσεις στην βιομηχανική
παραγωγή.
Οι πιο βιομηχανοποιημένες χώρες θα έχουν τις μεγαλύτερες επιπτώσεις.
Τα νούμερα δείχνουν ότι η υψηλή παραγωγή ΑΠΕ θα ευνοήσει εν τέλει τη χώρα μας και τη βιομηχανική παραγωγή της».
www.bankingnews.gr