«Απόσπασμα ομιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Ἡ
Ἑλλάδα ἡ ἀγαπητή μας Πατρίδα εἶνε μιὰ μικρὴ χώρα σὲ ἔκταση, εἶνε μιὰ
χώρα πτωχή, ποὺ τὰ παιδιά της ἀναγκάστηκαν νὰ φύγουν καὶ νὰ σκορπίσουν
στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὀρίζοντα, γιὰ νὰ ἐξοικονομήσουν τὸν ἄρτον τῆς
ζωῆς.
Ἡ Πατρίδα μας δὲν ἔχει τοὺς ἀπεράντους κάμπους, ἄλλων κρατῶν.
Δὲν ἔχει τὰ μεγάλα ποτάμια, ἄλλων χωρῶν, ὅπως ὁ Δούναβης καὶ ὁ Βόλγας
στὴ Ρωσία, ὅπως ὁ Γάγγης κάτω στὶς Ἰνδίες, ὅπως ὁ Νεῖλος στὴν Αίγυπτο
καὶ ὁ Μισσισιπὴς στὴν Ἀμερική.
Δὲν ἔχει ἡ Πατρίδα μας πλούσια κοιτάσματα χρυσοῦ. Δὲν ἔχει φλέβες χρυσοῦ, ὅπως ἡ Καλιφόρνια μὲ τὰ περίφημα χρυσορυχεῖα της.
Δὲν ἔχει ἡ Πατρίδα μας τὸν κίτρινο, τὸν μαῦρο καὶ τὸν πράσινο χρυσό.
Θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχη τὸν πράσινο χρυσό, ποὺ εἶνε τὰ δάση. Κάποτε ἡ
χώρα μας ἦτανε κατάφυτος. Ἦταν εὐλογία Θεοῦ καὶ οἱ ἄνθρωποι ἦτανε
μακρόβιοι τότε. Ἐμεῖς οἱ δαίμονες τῆς κολάσεως τὰ κάψαμε καὶ μολύναμε
τὸν ἀέρα τῆς γῆς. Ἔχουμε τὰ λιγότερα δάση στὰ Βαλκάνια. Ἡ Ἀλβανία, ἡ
Βουλγαρία, ἡ Σερβία ἔχουν ἀπέραντα δάση…
Δὲν ἔχουμε καὶ τὸν κίτρινο χρυσό, ἤ μάλλον τὸν ἔχουμε, ἀλλὰ
αὐτὸς εἶνε δαιμονιώδης. Ὁ κίτρινος χρυσός εἶνε οἱ λῖρες οἱ Ἐγγλέζικες,
εἶνε τὸ χρυσάφι, τὸ ἄτιμον αὐτὸ νόμισμα ποὺ τὸ κινηγοῦν ὅλοι
ἀνεξαιρέτως, δεξιοὶ καὶ ἀριστεροί . Μπορεῖ στὰ ἄλλα νὰ ἔχουν τὶς
διαφορές τους, ἀλλὰ ὡς πρὸς τὸν ἔρωτα τοῦ χρήματος εἶνε ὅλοι ἐρασταί.
Κάποτε ρώτησαν ἕναν ἀρχαῖο φιλόσοφο, γιατὶ τὸ χρυσάφι εἶνε
κίτρινο; Καὶ ἀπήντησε, ἀπὸ τὸ πολὺ κυνηγητό. Ὅπως ὅταν κυνηγοῦν τὸν
ἄνθρωπο, γίνεται ὡχρὸ τὸ πρόσωπό του, ἔτσι κιτρίνησε καὶ τὸ νόμισμα αὐτὸ
τῆς γῆς, ἀπὸ τὸ πολὺ κυνηγητό.
Λοιπόν ἡ Ἑλλάδα, ἡ μικρὴ καὶ φτωχή μας χώρα δὲν ἔχει πλούτη καὶ
θησαυρούς. Καὶ ὅμως, αὐτὴ ἡ πτωχὴ πατρίδα μας μπορεῖ νὰ γίνη ἡ πιὸ
ἔνδοξη, ἡ πιὸ μεγάλη, ἡ πιὸ πλούσια καὶ ἡ πιὸ εὐτυχισμένη χώρα τοῦ
κόσμου.
Θὰ μοῦ πῆτε, ὅτι παράξενα πράγματα
σᾶς λέω καὶ ὅτι ἀπὸ τὸ ἕνα στὸ ἄλλο σᾶς φέρνω. Ἀπὸ τὴν μιὰ σᾶς λέω ὅτι ἡ
Πατρίδα μας εἶνε μικρὴ καὶ πτωχὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ὅτι μπορεῖ νὰ γίνη ἡ
πιὸ πλούσια, ἡ πιὸ ἔνδοξη καὶ ἡ πιὸ εὐτυχισμένη χώρα τοῦ κόσμου.
Ναί, ἡ Ἑλλάδα μας μπορεῖ νὰ γίνη παράδεισος. Τὰ βράχια της μπορεῖ νὰ
τινάξουν ρόδα καὶ τριαντάφυλλα, γιατὶ ἔχει κάποιο θησαυρὸ κρυμμένο στὰ
σπλάχνα της. Ὅπως κάτω στὴν γῆ ὑπάρχουν κρυμμένοι θησαυροὶ καὶ ψάχνουν
καὶ τοὺς βρίσκουν καὶ πλουτίζουν οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι καὶ ἐγὼ σήμερα θὰ
σκάψω, γιὰ νὰ βρῶ ἕναν κρυμμένο θησαυρό, ποὺ ἄν ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες τὸν
ἐκμεταλλευτοῦμε, ὅπως πρέπει, θὰ γίνουμε τὸ πλουσιώτερο καὶ τὸ
ἐνδοξότερο καὶ τὸ εὐτυχέστερο κράτος τοῦ κόσμου καὶ ἄς μὴν ἔχουμε τὰ
ὑλικὰ ἀγαθά καὶ τὰ μεγάλα ποτάμια καὶ τὰ πλούτη τῶν ἄλλων κρατῶν.
Ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ θησαυρός;
Δὲν θὰ ἀπαντήσω ἀμέσως, ἀλλὰ ἐμμέσως, μὲ μιὰ μικρὴ ἱστορία, ποὺ
συνέβη τὸν δεύτερον μετὰ Χριστὸ αἰώνα στὴν Ρώμη, ποὺ ἦταν ἡ πρωτεύουσα
τῆς ἀπεράντου Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας.
Σὲ μιὰ πτωχὴ συνοικία τῆς Ρώμης ζοῦσε μιὰ πολὺ πτωχὴ καὶ σεμνὴ
γυναίκα, ἀλλὰ μὲ αἰσθήματα μεγάλα καὶ ὑψηλά. Συμβαίνει αὐτὸ συχνα, μέσα
στὶς καλύβες νὰ κατοικοῦν ἄγγελοι καὶ στὰ παλάτια δαίμονες.
Μιὰ μέρα τὴν ἐπισκέφτηκαν κάτι κυράδες τῆς ἀριστοκρατίας τῆς
Ρώμης, φαντασμένες καὶ στολισμένες ἀπὸ τὴν κορυφὴ μέχρι τὰ πόδια καὶ
καυχόταν γιὰ τὰ δακτυλίδια, γιὰ τὰ βραχιόλια τους, γιὰ τὶς καδένες τους,
γιὰ τὰ στέμματά τους, γιὰ τὸν περίφημο στολισμό τους, γιὰ τὰ μεταξωτά
τους καὶ γιὰ τοὺς θησαυροὺς τῶν συζύγων τους. Κάποια στιγμή, αὐτὲς οἱ
φαντασμένες κυρίες κοίταξαν μ᾿ ἕνα βλέμμα ἐσχάτης περιφρονήσεως τὴν
Κορνηλία, ἔτσι ὁνομάζοταν ἡ σεμνή καὶ πτωχή χήρα. Καὶ τὶς λένε: Ποῦ εἶνε
οἱ δικοί σου θησαυροί;
Καὶ ἀπήντησε ἡ Κορνηλία, μὲ ἕνα δάκρυ στὰ μάτια. Ἐγὼ κυράδες
μου, ἔχω ἕναν θησαυρὸ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸν δικό σας, ἀνώτερον ἀπὸ τὰ
διαμάντια σας, τὰ χρυσάφια σας καὶ τὰ νομίσματά σας, τὰ χρυσὰ καὶ τ᾿
ἀργυρά.
Περίεργο πράγμα, τῆς εἶπαν εἰρωνικά οἱ ἀριστοκράτησες. Ποῦ τὸν
ἔχεις αὐτὸν τὸν πολύτιμο θησαυρό, μέσα στὴν καλύβα σου; Δεῖξτόν μας.
Περιμένετε καὶ σὲ λίγο θὰ τὸν δῆτε.
Περίμεναν καὶ νά, ἀπὸ τὸ σχολεῖο ἦρθαν δύο ἀγοράκια χαριτωμένα. Τὰ παιδιά μου τὶς εἶπε, αὐτοὶ εἶνε οἱ θησαυροί μου.
Πόσο ὁ λόγος της αὐτὸς ἦταν σοφός! Καὶ πράγματι τὰ παιδιὰ εἶνε ὁ
θησαυρός. Τὰ δυὸ ἐκείνα ἀδέλφια ποὺ ἔτυχαν καλῆς ἀνατροφῆς, οἱ
λεγόμενοι ἀδελφοί Γράκχοι, ἀνεδείχθηκαν παράγοντες πολιτισμοῦ καὶ
ἔπαιξαν σπουδαιότατο ρόλο μέσα στὴν Ρωμαϊκή αὐτοκρατορία.
Τὸ παιδί, αὐτὸς εἶνε ὁ θησαυρός. Ἀνώτερος ἀπὸ τοὺς θησαυροὺς
ὅλου τοῦ κόσμου. Ἀνώτερος καὶ ἀπὸ τὸν πράσινο καὶ ἀπὸ τὸν κίτρινο καὶ
τὸν μαῦρο χρυσό.