Ας δούμε την εικόνα της Υπαπαντής του Κυρίου. Της υποδοχής του Κυρίου, κατά την τεσσαρακοστή μέρα της Γεννήσεώς του στον ναό. Στον μοναδικό ενυπάρχοντα τότε ναό, τον ναό των Ιουδαίων, τον ναό του Σολομώντος. Η Ιουδαϊκή θρησκεία είχε μόνο έναν ναό. Μέχρι να κατασκευαστεί ο ναός αυτός από τον Σολομώντα, δεν είχαν ναό. Απλώς, είχαν μία σκηνή από τα χρόνια του Μωϋσή, τη σκηνή του Μαρτυρίου, στην οποία φύλατταν όλα τα αγιασμένα αντικείμενα. Είχαν τοποθετήσει τις πλάκες του νόμου, το μάννα, την ράβδο, ότι είχαν σαν στοιχεία. Και τα κουβαλούσαν στις πλάτες τους, λέγοντας, πως αυτή είναι η σκηνή του Μαρτυρίου, όπου έκαναν προσευχή. Όταν ο Ισραήλ εγκαθήσταται - οριστικά πια - στον τόπο του και αποκτά βασίλειο, (ο Σολομών είναι ο τρίτος μεγάλος βασιλιάς) τότε χτίζουν και τον ναό του Σολομώντος. Και ήταν ο μοναδικός ναός όπου εγίνοντο οι τελετουργίες και οι θυσίες. Χωρίς την ύπαρξη ναού δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Και όταν μάλιστα αργότερα, καταλύθηκε ο ναός, ή όταν έφυγαν οι Εβραίοι από τον τόπο τους που πιάστηκαν αιχμάλωτοι, όσο ήταν στην εξορία και είχε καταστραφεί ο ναός τους, λειτουργίες δεν γίνονταν. Μονάχα προσευχή γινόταν. Οι Εβραίοι πέρασαν δύο αιχμαλωσίες. Την βαβυλώνια αιχμαλωσία και την αιχμαλωσία στους Ασυρίους. Μάλιστα, την κατάλυση του ναού του Σολομώντος το 67 μ.Χ., την είχε προβλέψει ο Χριστός και είχε πει πως σε αυτόν τον ναό δεν θα μείνει λίθος επί λίθον. Το 67μ.Χ. όταν μπήκαν μέσα τα στρατεύματα του Βεσπασιανού, διέλυσαν τα πάντα. Έγινε στα Ιεροσόλυμα μια τριετής πολιορκία και οι Εβραίοι άντεξαν τρία χρόνια. Κατέληξαν όμως, σε τραγικές στιγμές. Πρώτα, έφαγαν όλα τα ζώα της πόλης, μέχρι γάτες και ποντικούς και μετά έφαγαν τα παιδιά τους για να υπερασπιστούν την ιερά πόλη. Και κατέπεσε η πόλη και διεσπάρησαν. Είναι η ιστορική διασπορά του Ισραήλ σε όλα τα μέρη του κόσμου, μέχρι το έτος 1948 που γύρισαν και απέκτησαν το κράτος του Ισραήλ. Από τότε και μέχρι τώρα που δεν έχουν τον ναό (παρόλο που έχουν κράτος, αλλά επειδή δεν έχουν τον ναό), τελετουργίες δεν κάνουν. Ουδεμία τελετουργία. Όλα τα άλλα που κάνουν είναι μια έκφραση συνάξεως, συγκέντρωσης στη συναγωγή, για να θυμηθούν τα τελούμενα εν τω ναώ. Για αυτό μέχρι σήμερα, ο λαός του Ισραήλ έχει φοβερό πόθο να χτίσει ξανά τον ναό του Σολομώντος. Ο ναός όμως δεν μπορεί να χτιστεί. Έχει μόνο το τείχος των δακρύων. Γιατί πάνω στο χώρο του ναού του Σολομώντος, σήμερα βρίσκεται το τέμενος του Ομάρ. Ένα ισλαμικό τέμενος το οποίο αυτή τη στιγμή λειτουργεί σαν μουσείο, αλλά αυτό τους αναιρεί όλη τη δυνατότητα να κάνουν λατρεία. Και αυτό είναι μεγάλη προσδοκία για όλο τον λαό του Ισραήλ. Η προσδοκία του Ισραήλ είναι να ανοιχτεί αυτός ο χώρος, ως ναός.
Στην εικόνα της Υπαπαντής, βρισκόμαστε στον μοναδικό χώρο που γίνονταν λατρείες. Και γίνονταν τότε λατρείες. Ο Χριστός έρχεται στην εποχή που υπάρχει ο ναός του Σολομώντος. Βρισκόμαστε λοιπόν σε αυτό τον ναό, ο οποίος όπως τον βλέπουμε στην εξωτερική του εμφάνιση, έχει ύφος ορθοδόξου χριστιανικού ναού. Γιατί βλέπετε υπάρχουν τα διμόθυρα, όπως ήταν μέχρι τον 8ο ή 9ο αιώνα. Έχουμε την Αγία Τράπεζα και έχουμε το κιβώριο - ή ουρανός όπως λεγόταν - το οποίο είναι ένα στοιχείο που συναντάται στην ορθόδοξη αρχιτεκτονική. Κιβώριουμ, είναι αυτό που σκεπάζει. Και αν πάτε σε πρωτοχριστιανικούς ναούς ή ναούς μέχρι του 4ου, 5ου αιώνα θα βρείτε κιβώρια. Αν πάτε στην Εκατονταπυλιανή της Πάρου και προσκυνήσετε, θα δείτε το ιερό που έχει πάνω κιβώριο. Και όλοι οι παλιοί ναοί έχουν κιβώριο. Άρα, αυτός ο ναός εδώ, εκ της εμφανίσεώς του, μας θυμίζει χριστιανικό ναό. Είναι πάρα πολύ σωστό αυτό, γιατί ο ναός του Σολομώντος καταλύεται και μετασχηματίζεται σε ένα ναό χριστιανικό. Δηλαδή, ο ναός απλώς αλλάζει τον τρόπο της θυσίας. Γινόταν θυσία με ζώα, τώρα γίνονται θυσίες λογικές. Θυσιάζεται ο Χριστός και κάνουμε θυσία λογική. Θυσιάζουμε την καρδιά μας στον Χριστό. «Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην» θέλει ο Θεός. «Έλεος θέλω και ου θυσία». Καρδίαν η οποία είναι συντετριμμένη. Άρα, αυτός ο ναός εδώ στην εικόνα της Υπαπαντής, καλώς αγιογραφείται ως ορθόδοξος, παρόλο που όταν μπήκε ο Χριστός ήταν ο ναός του Σολομώντος. Αλλά εδώ, γίνεται μετασχηματισμός γιατί μπαίνει και ο Χριστός. Κι όλα τα μετασχηματίζει σε έναν ορθόδοξο ναό. Προσέξτε αυτές τις μεταφορές. Άρα, ξεπερνάμε εδώ την ιστορικότητα των γεγονότων και μπαίνουμε στην ερμηνεία των γεγονότων. Σας το έχω πει και άλλη φορά, εμείς δεν κάνουμε ιστορική ανάλυση. Ούτε παρουσιάζουμε δίκην εικονογραφημένων σχεδίων μια ιστορία. Στην αγιογραφία θεολογούμε πάνω στην ιστορία. Για αυτό πολύ σωστά, δεν αγιογραφούμε τον ναό του Σολομώντος όπως φανταζόμασταν ή ξέρουμε περίπου πως ήταν. Μπαίνουμε σε στοιχεία του χριστιανικού ναού, που διατηρεί τα παλιά τα στοιχεία και δίνει απλώς και ένα άλλο ήθος. Δεν υπάρχει το θυσιαστήριο που θυσίαζαν τα ζώα, αλλά υπάρχει το θυσιαστήριο που θα θυσιαστεί ο Χριστός στην Αγία Τράπεζα.
Να πω λίγα λόγια ακόμη για το υπόβαθρο της εικόνας αυτής, που είναι η αρχιτεκτονική. Μίλησα ήδη, για τα διμόθυρα. Πράγματι, από τον 1ο μέχρι τον 9ο αιώνα, τα διμόθυρα ήταν πιο κάτω. Μετά τον 9ο με 10ο αιώνα, τα διμόθυρα ανυψώνονται και γίνεται το γνωστό τέμπλο. Αυτό είναι πάρα πολύ σωστό. Η εκκλησία μας εξελίσσει την αρχιτεκτονική της κατά τα μέτρα της θεολογίας της. Και η θεολογία είναι πάντοτε αναπτυσσόμενη, αυξανόμενη. Αυξανόμενο, δεν σημαίνει κατάργηση του προηγούμενου. Είναι ένας πολλαπλασιασμός. Γιατί όσο ζούμε μέσα στην ιστορία του κόσμου, έρχεται η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και φωτίζει τους χριστιανούς. Και αυξάνουμε τη θεολογία μας. Έχουμε δηλαδή, αυξανόμενη θεολογία. Αυτό δεν σημαίνει ότι καταργήθηκε ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος που έζησαν τον 4ο με 5ο αιώνα. Όσα είπαν είναι πάρα πολύ σπουδαία και μεγάλα. Έρχονται μεταγενέστεροι πατέρες και προσθέτουν και άλλα. Είναι αυτό που είχε πει ο Χριστός στους μαθητές του «όταν θα έρθει το Πνεύμα το Άγιον ο Παράκλητος θα οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν». Κάποιος που δεν το καταλαβαίνει, ένας προτεστάντης για παράδειγμα, θα ρωτήσει: «δηλαδή ο Χριστός δεν είπε όλη την αλήθεια»; Και βέβαια, ο Χριστός είπε όλη την αλήθεια. Και δεν υπάρχει κάτι που έχουμε να προσθέσουμε. Αλλά αυτήν την αλήθεια που είπε, την αναλύουμε με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, κατά τα μέτρα των εγκεφαλικών και λογικών μας δυνατοτήτων. Για αυτό βλέπετε οι Πατέρες, το ίδιο χωρίο το αναλύουν πιο βαθύτερα. Ακόμη και εγώ για παράδειγμα, διαβάζω ένα κείμενο, βλέπω μια ερμηνευτική προσέγγιση, μετά το ξαναδιαβάζω, προσεγγίζω ερμηνευτικές και με αυτό τον τρόπο, βλέπω το ίδιο κείμενο σε μεγαλύτερο βάθος. Πάντα το κείμενο επειδή είναι κείμενο θεϊκό και αποκαλυπτόμενο, έχει μεγαλύτερο βάθος. Αυτό λέγεται αύξηση της θεολογίας μας. Για αυτό το τέμπλο κατά τα μέτρα της αυξανόμενης θεολογίας ανέβηκε.
Τι αυξανόμενη θεολογία είχαμε; Είχαμε τότε, μετά από τον 10ο αιώνα μια κατάσταση, η οποία δημιούργησε και τις τρομερές λεγόμενες ησυχαστικές έριδες, ξεκινώντας από τη Θεσσαλονίκη με το Γρηγόριο τον Παλαμά, όπου ετέθη το μεγάλο θέμα πώς προσεγγίζουμε τον Θεό. Είμαστε κοντά Του ή μακριά Του; Τον βλέπουμε ή δεν Τον βλέπουμε; Ο Θεός είναι και ορατός και αόρατος. Είναι και προσεγγίσιμος και μη προσεγγίσιμος. Είναι ορατός, κατά τα μέτρα που μπορούμε να Τον δούμε σύμφωνα με τη δική μας φύση, όπως ο ήλιος. Κατά τα μέτρα που αντέχουν τα μάτια μας και δεν θα καούμε, βλέπουμε τον ήλιο. Κατά τα μέτρα που θα καούν, δεν τον βλέπουμε. Άρα τον Θεό και Τον βλέπουμε και δεν Τον βλέπουμε. Βλέπουμε ότι αντέχει η ανθρώπινή μας φύση. Ότι δεν βλέπουμε από τον Θεό, που σημαίνει ότι δεν το αντέχει η ανθρώπινή μας φύση, το λέμε Ουσία του Θεού. Ότι μπορούμε να δούμε από το Θεό και το αντέχει η ανθρώπινή μας φύση το λέμε Ενέργειες του Θεού. Προσέξτε, όταν λέω Ενέργειες είναι άλλο πράγμα από την ενέργεια την ηλεκτρική. Είναι ο ίδιος ο Θεός. Είναι ορολογία. Όταν πω Ενέργεια του Θεού, εννοώ τον Θεό όσο μπορώ να τον δω. Και όταν πω Ουσία Του, εννοώ τον Θεό, τον ίδιο Θεό όσο δεν μπορώ να τον δω. Άρα έχουμε τη θεολογία της Ουσίας και των Ενεργειών και δη των άκτιστων ενεργειών του Θεού, για να το διαφοροποιήσουμε από οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, όπως για παράδειγμα ηλεκτρομαγνητική, ηλεκτρική. Το μόνο άκτιστο είναι ο Θεός. Άρα, αν είναι Άκτιστες Ενέργειες, αυτός είναι ο Θεός. Αυτή είναι μια ορολογία, η οποία έρχεται να περάσει στην αρχιτεκτονική της εκκλησίας, όπου χωρίζεται το ιερό από τον κυρίως ναό, με ένα τέμπλο. Όπου το ιερό δηλώνει συμβολικά την Ουσία του Θεού, και το έξω από το ιερό τις Ενέργειες του Θεού. Το προσιτό και το απρόσιτο. Το βλέπω, και δεν βλέπω. Είναι συμβολισμοί. Αλλά βλέπετε, αυξάνεται η θεολογία, παίρνει οριστική μορφή τον 13ο, 14ο αιώνα με τον Γρηγόριο τον Παλαμά, και έχουμε και εμείς ανύψωση του τέμπλου. Δεν είναι δηλαδή μία ιδιοτροπία αρχιτεκτονική. Η θεολογία οδηγεί την εκκλησία σε εξελίξεις.
Βλέπετε στην αρχή οι εκκλησίες ήταν δρομικές. Ήταν ένας διάδρομος. Οι λεγόμενες βασιλικές. Έμπαινες μέσα στην πόρτα και μπροστά είχες το ιερό. Πολύ σωστό. Μπαίνεις μέσα στο χώρο του Θεού και προχωρείς να βρεις τον Θεό. Αυτή είναι μια δρομική, οριζόντια κίνηση. Μετά όμως όταν αυξήθηκε η θεολογία περί της Τριαδολογίας και δη της άκρας συγκαταβάσεως του Χριστού, ειδικά με την 4η Οικουμενική Σύνοδο το 451, που έρχεται ο Χριστός και σαρκώνεται και προσλαμβάνει τον κόσμο, θέλουμε να εκφράσουμε και την κάθοδο του Χριστού. Ο Χριστός κατεβαίνει. Και βάζουμε τον τρούλο. Είναι η αγκαλιά του Χριστού που προσλαμβάνει, κατεβαίνει και εμείς ανεβαίνουμε προς τα επάνω. Υπάρχει η πορεία προς τον Χριστό και ταυτόχρονα η πρόσληψη του Χριστού. Βλέπετε, την χρονιά 451, υπάρχει η θεολογία της Χριστολογίας. Χτίζεται η Αγιά Σοφιά και φτιάχνεται ο πρώτος τρούλος στην ιστορία, περίπου το 532 με 538, που είναι αποτέλεσμα της θεολογίας αυτής, ως ενέργεια θεολογική του βασιλιά Ιουστινιανού. Και η εκκλησία τον σέβεται τον Ιουστινιανό και ως άγιο. Δηλαδή, είχε θεολογική σύλληψη όταν προσπαθεί να κάνει αυτόν τον ναό.
Ας δούμε τώρα την Αγία Τράπεζα. Πάνω στην Αγία Τράπεζα υπάρχει πάντοτε το Ευαγγέλιο. Ενώ στον ναό του Σολομώντος δεν υπήρχε το Ευαγγέλιο. Υπήρχε ο χώρος που γίνονταν οι θυσίες. Το Ευαγγέλιο είναι ο Λόγος του Θεού. Το έχουμε πάντοτε πάνω στην Αγία Τράπεζα, εκτός από μια περίπτωση. Στο μέσο της Θείας Λειτουργίας, όταν κάνουμε τη μεγάλη είσοδο, όπου φέρουμε τα τίμια δώρα για να αγιασθούν, παίρνουμε το Ευαγγέλιο και το μεταθέτουμε στα πλάγια. Και στο κέντρο βάζουμε το ψωμί και το κρασί που θα γίνουν Σώμα και Αίμα Χριστού. Είναι η μόνη στιγμή όπου πάνω στην Αγία Τράπεζα δεν υπάρχει ο Λόγος του Θεού. Και αυτό είναι πολύ σωστό. Ο Χριστός που είναι ο Λόγος, έρχεται και κηρύττεται και μετά θυσιάζεται. Η πρώτη είσοδος γίνεται με το Ευαγγέλιο. Διαβάζουμε το Ευαγγέλιο. Όλα αυτά είναι δεμένα μεταξύ τους και είναι μια θεολογία. Γίνεται η είσοδος του Ευαγγελίου στη Θεία Λειτουργία, που σημαίνει πως ο Λόγος θα κηρυχθεί. Μετά γίνεται η είσοδος των Τιμίων Δώρων, που σημαίνει πως ο Λόγος θα θυσιαστεί. Έχουμε λοιπόν την λειτουργία του Λόγου και την λειτουργία της Θυσίας. Όπου μπαίνουν τα τίμια δώρα και μετατίθεται το Ευαγγέλιο.
Προσέξτε εδώ αυτή την λειτουργική κίνηση. Έρχεται ο πρεσβύτης Συμεών, ο οποίος πήρε στα χέρια του τον Χριστό την ημέρα του σαραντισμού Του και τον λαμβάνει σαν ένα πρόσφορο να τον βάλει στην Αγία Τράπεζα, να τον θυσιάσει. Είναι μια καθαρά λειτουργική κίνηση. Βλέπετε; Ο πρεσβύτης Συμεών είναι ιερέας και παίρνει τον Χριστό βρέφος, σαν να παίρνει πρόσφορο από την Παναγία, για να θυσιάσει τον Χριστό πάνω στην Αγία Τράπεζα, όπως κάνει πάντοτε ο ιερέας. Και μας δηλώνει εδώ, ότι ο Χριστός ήρθε για να θυσιαστεί. Δεν μπορείς αυτήν την εικόνα να την κάνεις αλλιώτικα. Οι ιερείς, όταν λειτουργούν στην εκκλησία έχουν το πάνω ρούχο που λέγεται φελόνιο με το οποίο καλύπτουν τα χέρια τους. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν τα δικά τους χέρια, επειδή τα δανείζουν στον Θεό. Ο πρεσβύτης Συμεών λοιπόν, παίρνει τον Χριστό, τον κρατάει με κλειστά τα χέρια γιατί δεν έχει να πει τίποτα δικό του. Θα κάνει ότι του πει ο Θεός. Και θα λειτουργήσει τον Χριστό. Και μάλιστα στην αγιογραφία, αυτή η κίνηση της κλίσεως της κεφαλής σημαίνει αποδοχή του γεγονότος. Η εικόνα μιλάει μόνη της με τις κινήσεις. Είναι ο πρεσβύτης Συμεών, ο οποίος περίμενε στο ναό να έρθει ο Χριστός και να πει «νυν απολύεις τον δούλο σου Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη».
Στην εικόνα έχουμε την Παναγία, όπως αγιογραφείται με τα τρία οκτάκτινα αστεράκια. Όπως βλέπετε η Παναγία το ένα χέρι το έχει ανοιχτό και το άλλο κλειστό. Το κλειστό σημαίνει το χέρι με το οποίο διακονεί. Και το ανοιχτό είναι το χέρι της αποδοχής. Όχι απλώς το χέρι που προσέφερε τον Χριστό, αλλά το χέρι κατεξοχήν, της αποδοχής του γεγονότος. Δηλαδή, Τον προσφέρει για να θυσιαστεί, δεχόμενη το γεγονός. Γιατί ο Χριστός για αυτό και μόνο ήρθε στον κόσμο, για να θυσιαστεί.
Πίσω βρίσκονται, η προφήτης Άννα θυγάτηρ του Φανουήλ, όπως την περιγράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς, που ξέρει τα γεγονότα της ζωής της Παναγίας πάρα πολύ καλά, επειδή ο ίδιος έζησε κοντά στην Παναγία και έμαθε από το στόμα της τις ιστορίες αυτές. Εχουμε λοιπόν, την θυγατέρα του Φανουήλ η οποία λέγεται προφήτης και η οποία περίμενε να δει κι αυτή τον Χριστό. Και αγιογραφείται να δείχνει με το δάχτυλό της. Οι προφήτες δείχνουν. Και η προφήτις Άννα έχει το ένα χέρι κεκλιμένο.
Πίσω τελευταίος είναι ο Ιωσήφ ο μνήστωρ. Διάκονος και πάλι του μυστηρίου, όπως και στην εικόνα της Γεννήσεως. Στην αγιογραφία δεν αποτυπώνουμε ποτέ μια θεία οικογένεια. Αν ήταν η θεία οικογένεια, ο Ιωσήφ θα ήταν μαζί της, δίπλα της. Εδώ όμως βρίσκεται πίσω. Όλοι λειτουργούν τον Χριστό. Δεν υπάρχει μια οικογένεια έτσι αυτοτελής.
Και πάλι ο Ιωσήφ είναι διάκονος του μυστηρίου και στα χέρια του κρατάει δύο περιστέρια. Ήταν η ιουδαϊκή παράδοση, όταν πήγαιναν στον ναό να προσφέρουν μια προσφορά. Μια φτωχή οικογένεια προσέφερε σιμιγδάλι, προϊόντα της γης, δηλαδή δημητριακά. Επίσης, μια οικογένεια μπορεί να προσέφερε ζώα προς θυσίαν και κάποια άλλη μπορεί να προσέφερε δυο νεοσσούς περιστεριών. Τα δύο περιστέρια δηλώνουν την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη.
Ο ουρανός όπως βλέπετε, έχει μια κλίση, είναι σαν τρούλος ο οποίος συγκαταβαίνει προς τα κάτω για να προσλάβει τον κόσμο. Και πάλι ο χώρος αγιογραφείται ως εξωτερικός, υπαίθριος, ενώ είμαστε μέσα στον ναό. Ποτέ δεν υπάρχει κλειστός χώρος στην ορθόδοξη αγιογραφία. Οι χώροι είναι πάντοτε ανοιχτοί και είμαστε σε μια πορεία εξόδου. Πάντοτε εξερχόμαστε.
Επανέρχομαι, στη λειτουργία του Λόγου και της Θυσίας. Δεν επιτρέπεται ποτέ στην Ορθόδοξη Εκκλησία, στη Θεία Λειτουργία μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου και την ερμηνεία του να γίνει σε άλλο σημείο λόγος (κήρυγμα). Μετά την ερμηνεία του Ευαγγελίου μπαίνουμε στη Θυσία. Την ώρα που ο Χριστός θυσιαζόταν, δεν μιλούσε. Είναι τελείως παράταιρο, αντιλειτουργικό και μη ορθόδοξο, ο ιερέας να κάνει κήρυγμα σε κάποια άλλη στιγμή. Εκηρύχθηκε το Ευαγγέλιο; Αμέσως μετά θα γίνει ο λόγος και έπειτα τίποτε άλλο. Το παράλογο που μερικές φορές γίνεται σήμερα είναι να πλησιάζουμε την ώρα που είναι να κοινωνήσουμε και λίγο πριν την Θεία Κοινωνία, να βγει ο ιερέας να κάνει κήρυγμα. Αυτό είναι παράλογο. Ποιο είναι το αιτιολογικό; Να μας ακούσουν οι άνθρωποι. Γιατί να μας ακούσουν; Ήρθαν για να λειτουργηθούν. Να ζήσουν στην εκκλησία του Χριστού. Το κήρυγμα πρέπει να γίνεται πριν. Αλλά εκείνη την ώρα ο κόσμος είναι λίγος. Δεν πειράζει. Εμείς θέλουμε να κάνουμε Λειτουργία, δεν θέλουμε να κάνουμε λόγο. Αν δεν ξέρουμε θεολογία, ούτε Λειτουργία κάνουμε σωστή, ούτε και αγιογραφία.
Ερώτηση: Πως αγιογραφούμε το αυτί;
Απάντηση: Ήδη, ολοκληρώνουμε τα μέρη του προσώπου. Και το τελευταίο μέλος του προσώπου το οποίο δεν το αναλύσαμε καθόλου, ήτανε το ους. Το αυτί, το ωτίον. Όλο το κεφάλι αν είναι ένα μέτρο, το σώμα αποτελείται από οκτώ κεφάλια. Αυτό να το θυμάστε πάντοτε. Όλο το σώμα του ανθρώπου, έχει οκτώ κεφάλια μέσα. Κάτι για τη λέξη ους, ωτίον. Ακούτε ωτίον και μπορείτε να συνδυάσετε τη λέξη ους – ωτίον με άλλες λέξεις. Πολλές φορές θα βρείτε στην Αγία Γραφή τη λέξη ενωτίζου. Εν, ώτιον. Ενωτίζου σημαίνει, άκουσε καλά. Την λέει μάλιστα και ο προφήτης Μωϋσής όταν φοβάται πως δεν θα τον ακούσουν οι Ισραηλίτες, λέει «ενωτίζου ουρανέ και άκουε γη». Δηλαδή λέει, να με ακούσουν τουλάχιστον ο ουρανός και η γη, τα άψυχα, μπας και αυτοί (οι Ισραηλίτες) συγκινηθούν και ακούσουν και εμένα. Το ωτίον. Υπάρχει το ωμέγα μπροστά. Το ωμέγα κατά την αρχαία ελληνική γλώσσα, είναι δύο όμικρον. Το όμικρον πάντα ήταν ένας τόπος. Σαν να είναι ένα (μαντρί) και ορίζει αυτό το πράγμα. «Ο». Είναι οπτικό. Ένα όριο, έναν χώρο τον ορίζεις και αυτός είναι «Ο». Είναι ένας τόπος, βλέπετε; Τόπος. Βλέπετε η λέξη τόπος έχει όμικρον μέσα. Είναι ένα εκφραστικό μέσο γεωγραφικό, περιγραφόμενο σε συγκεκριμένα όρια. Ακόμα και η λέξη όριο, δηλώνει τόπο. Αν ο τόπος είναι μεγάλος, είναι δύο όμικρον πλάι – πλάι. Αυτό είναι το ωμέγα. Το ωτίον λοιπόν έχει το ωμέγα αυτό μπροστά, γιατί είναι το εκφραστικό μέγεθος του ανθρώπου που επεκτείνεται πάρα πολύ μακριά. Βλέπετε όπως και τα ώπα, που είναι τα μάτια, είναι ωμέγα. Ότι πάει πολύ μακριά ως αίσθηση είναι ωμέγα. Ωτίον και ώπα. Οπότε το αυτί στην αγιογραφία εκφράζει τη δυνατότητα να ακούς πολύ μακριά, που σημαίνει, τα μηνύματα του Θεού. Όταν αγιογραφούμε το αυτί, σχετικώς προσφαινόμενο και σχετικώς μη φαινόμενο, το αυτί μισοφαίνεται. Πρέπει να υπάρχει η ύπαρξη του ωτός, αλλά υπό την έννοια της πνευματικής παρουσίας του ωτός. Είναι αυτό το οποίο συλλαμβάνει σε βαθιά πνευματική ευρύτητα, τα ακούσματα του Θεού. Άρα, έτσι θα προσεγγίσετε το αυτί. Μην πείτε, εντάξει τώρα, και ο άγιος όταν έχει πολλά μαλλιά και δε φανεί κτλ. Πάντοτε μια μικρή εκφραστική ακρούλα του αυτιού υπάρχει, για να φανεί ότι υπάρχει και αυτή η αίσθηση. Η οποία καλλιεργείται όπως όλες οι αισθήσεις.
[1]. Ο πρώτος τρούλος στην Ιστορία είναι της αγίας Σοφίας. Να διευκρινήσουμε ότι «οι τρούλοι του Πάνθεου της Ρώμης και της Ροτόντας της Θεσσαλονίκης» έχουν άλλο αρχιτεκτονικό σχεδιασμό.