Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ μήνας Ἰανουάριος κοσμεῖται ἀπὸ πολλὲς καὶ ἐξέχουσες μορφὲς Ἁγίων, ἀνάμεσα στὶς ὁποῖες ξεχωριστὴ θέση κατέχει ὁ «θεοφόρος» Ἀντώνιος, «τῶν ἀσκητῶν ἡ δόξα καὶ μοναζόντων τὸ καύχημα». Ἐξ ἄλλου καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας τὸν ἀποκαλεῖ Μέγα εἶναι δηλωτικὸ τῆς ἀξίας τοῦ ἀνδρός, καθ’ ὅτι τὸ προσωνύμιο αὐτὸ σὲ λίγους μόνον ἀπὸ τὸν ἀναρίθμητο χορὸ τῶν Ἁγίων ἔχει δοθῆ.
Εἶναι γνωστός, βεβαίως, ὁ βίος καὶ θαυμαστὴ ἡ πολιτεία τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, τὸ ἄστρο τοῦ ὁποίου μεσουράνησε γιὰ ἑκατὸ καὶ πλέον ἔτη, ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 3ου ἕως καὶ τὰ μέσα τοῦ 4ου αἰ., σὲ μιὰ ἰδιαίτερα κρίσιμη περίοδο καὶ μάλιστα γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἐπειδή, ὅμως, «ἐπιλήψῃ ἡμᾶς ὁ χρόνος διηγουμένους» τὴν πολύπλευρη προσφορὰ τοῦ Ἁγίου, θὰ σταθοῦμε ἁπλῶς σὲ 1-2 σημεῖα τῆς ζωῆς του, ποὺ θεωροῦμε ὅτι ὑπῆρξαν σημαντικὰ καὶ συγχρόνως μποροῦν νὰ βοηθήσουν καὶ τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο στὴν χάραξη τῆς δικῆς του ζωῆς καὶ πολιτείας.
Ὁδηγό, ὅπως πάντοτε, στὴν ἐνδιαφέρουσα αὐτὴν πορεία μας γιὰ τὴν διαφώτιση τῆς προσωπικότητος τοῦ Ἁγίου, θὰ ἔχωμε τὰ ὑπέροχα κείμενα τῆς Ἐκκλησίας μας, λειτουργικὰ καὶ ὑμνογραφικά, μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα καταδεικνύεται ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν ὑπῆρξε μόνον ἕνα λαμπρὸ ἀστέρι τῆς ἐρήμου στὴν ἐποχή του ἀλλὰ μπορεῖ νὰ γίνῃ ἕνας ἀληθινὸς φάρος καὶ γιὰ τὴν δική μας πορεία μέσα στὰ σκοτάδια τοῦ κόσμου.
Τὸ πρῶτο ἀξιοπρόσεκτο σημεῖο στὸν βίο τοῦ Ὁσίου εἶναι ὅτι «νέος ὑπάρχων ἡλικίᾳ σώματος, καινὴν ὁδὸν ἀρετῆς ἀνέλαβε…» (τροπάριο α’ ὡδῆς τοῦ κανόνος). Ὡς γνωστόν, ὁ Ἀντώνιος, ὅταν ἄκουσε τὴν γνωστὴ περικοπὴ τοῦ πλουσίου νέου, ποὺ τὸν κάλεσε ὁ Κύριος νὰ μοιράσῃ τὰ πλούτη του στοὺς φτωχοὺς καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήσῃ, σκέφτηκε ὅτι τὸ μήνυμα ἦταν γιὰ τὸν ἴδιο, ὁ ὁποῖος, μετὰ ἀπὸ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, βρέθηκε διαχειριστὴς μιᾶς τεράστιας κληρονομιᾶς. Χωρὶς δεύτερη σκέψη, «νόμῳ καινῷ πειθόμενος καὶ ζωηφόροις προστάγμασι τοῦ Εὐαγγελίου ἑπόμενος», χάρισε στοὺς ἐνδεεῖς τὴν περιουσία του, ἀποκατέστησε τὴν ἀδελφή του καὶ στὴν συνέχεια «ὥδευσε ἀκινδύνως ἕως τέλους θερμῶς καὶ ἀνεπιστρόφως».
Ὁ ὑμνογράφος τονίζει, ὄχι τυχαῖα, τὸ «ἀνεπιστρόφως», διότι, λόγῳ τοῦ νεαροῦ τῆς ἡλικίας του, ὁ Ἀντώνιος θὰ μποροῦσε εὔλογα νὰ λυγίσῃ στὶς δυσκολίες τοῦ ἀσκητικοῦ βίου καὶ νὰ ὑπαναχωρήσῃ. Ἐκεῖνος, ὅμως, γεμᾶτος ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, παρέμεινε σταθερὸς καὶ ἀκλόνητος «ἕως τέλους» στὴν ἀρχική του ἀπόφαση. Ἐξ ἄλλου, χάρη στὸν ἔνθερμό του ζῆλο καὶ στὴν ταπείνωσή του κατώρθωσε, μὲ τὴν θεϊκὴ ἀσφαλῶς εὐλογία, νὰ ἀντιμετωπίσῃ «ἀκινδύνως» τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου καὶ νὰ καταστῆ πραγματικὸς «ἰσάγγελος ἐπὶ τῆς γῆς» καὶ ἀληθινὰ θεοφόρος.
Ἕνα ἄλλο σημεῖο, ποὺ ἀξίζει νὰ προσέξωμε, εἶναι ὅτι ὁ Ἅγιος, μὲ τὸν ὑποδειγματικό του βίο καὶ τὴν ἰσάγγελή του πολιτεία, κατέστη «Πατήρ Πατέρων», ἀπετέλεσε πρότυπο γιὰ ἄλλους, οἱ ὁποῖοι ἔσπευσαν νὰ τὸν μιμηθοῦν στὴν σταθερὴ πίστη, στὴν ἐνάρετη ζωὴ καὶ στὴν ἀγαπητικὴ πολιτεία.
Γιὰ νὰ τὸ πετύχῃ, βεβαίως, αὐτὸ ὁ Ἅγιος, μαθήτευσε ὁ ἴδιος πρῶτα στὰ διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου, καθ’ ὅτι ἀνατράφηκε ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς γονεῖς του «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου», καὶ ἀκολούθησε μὲ τὴν σειρά του τὰ βήματα ἄλλων δασκάλων. Αὐτὸ ἐξ ἄλλου τονίζεται καὶ στὸ τροπάριό του: «τὸν ζηλωτὴν Ἠλίαν τοῖς τρόποις μιμούμενος, τῷ Βαπτιστῇ εὐθείαις ταῖς τρίβοις ἑπόμενος». Ὁ Ἀντώνιος, δηλαδή, ἀφ’ ἑνὸς μὲν μιμήθηκε τὸν ζῆλο τοῦ προφήτη Ἠλία, ποὺ στιγμάτιζε τὴν ἀπιστία τῶν βασιλέων τῆς ἐποχῆς του καὶ τὴν προσκόλλησή των στὴν εἰδωλολατρεία, στὴν ὁποία παρέσυραν καὶ τὸν λαό, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἀκολούθησε τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου, ποὺ κήρυσσε μὲ συνέπεια τὴν ὀρθότητα τοῦ βίου καὶ τὴν μετάνοια, τὴν ἐγκατάλειψη τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν καθολικὴ ἀλλαγὴ τοῦ τρόπου ζωῆς των.
Πράγματι, ὁ Ἀντώνιος δὲν πόλισε μόνον τὴν ἔρημο, ὅπως ἄλλοτε ὁ Ἰωάννης, ὅπου συγκεντρώνονταν οἱ μαθητές του γιὰ νὰ τοὺς καθοδηγῆ στὶς εὐθεῖες ὁδοὺς τοῦ Κυρίου, ἀλλά, μὲ τὶς διδαχές του ἐνδυνάμωνε παράλληλα τοὺς ἀνθρώπους, ἄρχοντες καὶ λαό, νὰ ἀντισταθοῦν στὴν ἀσέβεια, στὴν ἀνηθικότητα καὶ στὴν ἀδικία τοῦ κόσμου. Ἔτσι, ὅταν παρέστη ἀνάγκη, ὁ Ὅσιος ἐγκατέλειψε τὴν προσφιλῆ σὲ αὐτὸν ἡσυχία τῆς ἐρήμου καὶ κατέβηκε στὴν πόλη τῆς Ἀλεξανδρείας, τὴν μία φορὰ γιὰ νὰ ἐνισχύσῃ τοὺς πιστούς, κατὰ τοὺς διωγμοὺς τοῦ Μαξιμιανοῦ, καὶ τὴν ἄλλη πάλι γιὰ τὴν ἐνίσχυσή των ἀπὸ τοὺς ἀρειανόφρονες. Ἦταν τόσο μεγάλη ἡ αἴγλη του καὶ τόσο ἀδιαμφισβήτητο τὸ κύρος του, ὥστε πολλοὶ πεπλανημένοι ἐπέστρεψαν στὴν ὀρθὴ πίστη, διότι «ὅ τι ὑποστήριζε ὁ Ἀντώνιος ἦταν σίγουρα ἡ ἀληθινὴ πίστη».
Γιὰ τὸν ἴδιο ἐξ ἄλλου λόγο, ἐπειδὴ «μύριζε» ἀλήθεια καὶ γνησιότητα, γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς προσέτρεχαν σ’ αὐτόν ὅλοι οἱ μορφωμένοι, γιὰ νὰ συμπληρώσουν τὶς ἀνεπαρκεῖς των γνώσεις μὲ τὴν πλούσια καὶ ἀνώτερη σοφία τοῦ Θεοῦ. Μεταξὺ αὐτῶν καὶ ὁ μετέπειτα ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας, Μέγας Ἀθανάσιος, ποὺ μαθήτευσε ἀρχικὰ κοντὰ στὸν καθηγητὴ τῆς ἐρήμου Ἀντώνιο, συνέγραψε μάλιστα καὶ τὸν βίο του. Μὲ τέτοιον καθηγητὴ πῶς νὰ μὴν ἀριστεύσῃ ὁ μαθητής; Ἀπ’ τὴν ἄλλη, ὁ Ἀντώνιος διατηροῦσε ἀλληλογραφία μὲ τὸν αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο καὶ τοὺς γιούς του, ποὺ τὸν εὐλαβοῦνταν καὶ τὸν συμβουλεύονταν, ἀσχέτως ἐὰν δὲν ἀκολουθοῦσαν πάντοτε τὶς συμβουλές του!
Εἴθε τὸ παράδειγμα τοῦ ὁσίου τοῦ Θεοῦ Ἀντωνίου νὰ ἐμπνέῃ καὶ σήμερα ὅλους, καὶ μάλιστα τοὺς νέους, πρὸς ἐπιλογὴ τοῦ ὀρθοῦ βίου, ποὺ θὰ ἀκολουθοῦν μὲ εὐσέβεια, ἀρετὴ καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ πρὸς ἀλλήλους.
Γιὰ νὰ καθοδηγηθοῦν, ὅμως, οἱ νέοι μας, σὲ ἕναν τέτοιο θεάρεστο βίο, χρειάζεται νὰ ὑπάρχουν σωστοὶ «πατέρες» καὶ «καθηγητές», σὰν τὸν Ἅγιο Ἀντώνιο, σὲ ὅλα τὰ «μαθήματα» τοῦ βίου, στὰ πνευματικά, στὰ μορφωτικὰ καὶ στὰ κοινωνικά, ποὺ θὰ τοὺς τροφοδοτοῦν μὲ τὰ σωτήρια νάματα, ὥστε νὰ γίνωνται καὶ ἐκεῖνοι, μὲ τὴν σειρά των, συνεχιστὲς τῆς ζωντανῆς αὐτῆς παραδόσεως «εἰς αἰῶνας αἰώνων». Ἀμήν!
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος – θεολόγος
https://enromiosini.gr/arthrografia/patir-pateron-o-antonios/