Α. Παπαγιάννης,ιατρός
Παραδοσιακά θεωρούσαμε φυσικό ότι οι άνδρες πρέπει να συμπεριφέρονται σαν άνδρες και οι γυναίκες σαν γυναίκες. Αυτό με τη σειρά του προϋπέθετε ότι σε όλα τα στάδια της ανάπτυξης, από την βρεφονηπιακή μέχρι την ώριμη ηλικία, η όλη παιδεία και η καλλιέργεια της συμπεριφοράς των δυο φύλων ήταν ανάλογη με τον τελικό σκοπό. Πρόχειρο παράδειγμα: τα αγόρια έπαιζαν με στρατιωτάκια και τα κορίτσια με κούκλες. Αυτή ήταν η παραδοσιακή εικόνα και ‘νόρμα’ της κοινωνίας, έστω κι αν δεν της είχαμε δώσει ποτέ ιδιαίτερο όνομα. Έτσι μεγαλώσαμε επί πολλές γενεές, και δεν πάθαμε και τίποτε.
Έρχεται όμως ο σημερινός κόσμος και εφευρίσκει μια ετικέτα και την επικολλά ωσάν ‘ρετσινιά’ στην παραδοσιακή αυτή τακτική και αυθαίρετα την μετατρέπει σε απευκταία συμπεριφορά. Την βαφτίζει ‘στερεότυπο’ (εννοώντας κάτι απολιθωμένο, που δεν δέχεται με τίποτε να αλλάξει) και επιπλέον της δίνει πολωτικό χαρακτήρα με τον προσδιορισμό του ‘εμφύλου’. Κι έτσι η φυσιολογική – απόλυτα σύμφωνη με την βιολογία και την ψυχολογία του ανθρώπου – συμπεριφορά γίνεται έγκλημα καθοσιώσεως για τους λεγόμενους προοδευτικούς, εκείνους που πρεσβεύουν και προπαγανδίζουν την ‘ρευστότητα του φύλου’, που σαν πουκάμισο μπορούμε να το αλλάζουμε κατά τα γούστα μας ή να το φορούμε ανάποδα γιατί «έτσι μας αρέσει».
Η μοντέρνα αυτή τακτική εντάσσεται στο ευρύτερο κίνημα ‘Woke’ (αφύπνιση) που επιδιώκει να μας πείσει ότι μέχρι τώρα κοιμόμασταν επειδή πιστεύαμε σε παραδοσιακή οικογένεια, ότι το έθνος και το θρήσκευμα είναι περιττά βαρίδια που θέτουν μόνο περιορισμούς στην αχαλίνωτη ‘ελευθερία’ μας, και ότι ο καθένας μπορεί να ζει όπως του καπνίσει, αδιαφορώντας για ηθικές ή νομικές επιταγές. Ουσιαστικά πρόκειται για μια διακήρυξη ακραίου ατομισμού και φιλαυτίας, που δεν αναγνωρίζει σε κανέναν άλλο το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού που το κίνημα διεκδικεί (αποκλειστικά!) για τον εαυτό του.
Τα αποτελέσματα της προπαγάνδας αυτής στην κοινωνία μας είναι ολοφάνερα σε όποιον έχει μάτια να τα βλέπει. Η αυξανόμενη βία των ανηλίκων, η κάθε είδους κακοποίηση γυναικών, παιδιών και ανημπόρων ατόμων, ο διαδικτυακός διασυρμός και η εκδικητική πορνογραφία, η μέχρι ναυτίας δημόσια προβολή σεξουαλικών παρεκκλίσεων, η γελοιοποίηση εκκλησιαστικών προσώπων και θεσμών και ποικίλες άλλες εκδηλώσεις αποτελούν συμπτώματα της ίδιας νόσου. Οφείλονται στη σύγχυση που δημιουργεί στον νου και την ψυχή των νέων ιδίως ανθρώπων η αμφισβήτηση των παραδοσιακών αξιών που λειτουργούσαν ως σταθερά σημεία αναφοράς και μέτρα κρίσεως της κάθε είδους κοινωνικής συμπεριφοράς.
Όπως είναι γνωστό όμως, κάθε δράση, είτε στην φυσική είτε στην κοινωνία, γεννά και αντίδραση, που είναι ανάλογη με το μέγεθος και την ένταση της δράσης. Έτσι δεν είναι παράδοξο που η αντίδραση φθάνει κάποτε να παίρνει ακραίες μορφές. Αυτό βέβαια δεν επιτρέπεται ούτε επικροτείται. Η αντίδραση πρέπει να είναι λογική, πολιτισμένη, νόμιμη, αλλά σε κάθε περίπτωση σταθερή, χωρίς εκπτώσεις και εξαιρέσεις. Κυρίως πρέπει να στρέφεται στην αποτροπή της επίσημης κατάργησης παραδοσιακών θεσμών όπως π.χ. με την νομοθέτηση γάμου ομοφύλων ατόμων και τεκνοθεσίας από αυτά, που προωθείται ως ‘προγραμματική δέσμευση’ της κυβέρνησης. Δεν γίνεται από τη μία να κλαιγόμαστε για τον δημογραφικό μας μαρασμό και από την άλλη να υπονομεύουμε την φυσική οικογένεια.
Ευτυχώς τέτοια αντίδραση αρχίζει να γίνεται έκδηλη. Όπως διαβάζω, ήδη συγκροτείται μέτωπο θρησκειών και εκκλησιών για το θέμα αυτό, το οποίο ανέδειξε και ο πρώην πρωθυπουργός Α. Σαμαράς σε πρόσφατη συνέντευξή του, ενώ και άλλοι βουλευτές και υπουργοί αντιτίθενται σ’ αυτή την ‘προγραμματική δέσμευση’, προς μεγάλη στενοχώρια του… οικονομικού συμβούλου του πρωθυπουργού που απειλεί με παραίτηση (να πάει στο καλό, ως τάχιστα). Επιτέλους θα πρέπει να δοθεί ένα σαφές δημόσιο μήνυμα προς την κυβέρνηση ότι δεν ήταν αυτός ο λόγος που την ψήφισαν οι πολίτες και ότι μια τέτοια ενέργεια θα έχει αντίκρυσμα στις κάλπες (ο Μάιος δεν είναι μακριά…). Μόνο αυτή τη γλώσσα καταλαβαίνουν οι πολιτικοί.