ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ
Η ΔΡΑΣΗ των δυτικών ιεραποστολών στην ελληνική Ανατολή εντείνεται και επεκτείνεται κατά τον ΙΗ’ αιώνα. Οι Ιησουίτες ιδιαίτερα βελτιώνουν τις πολυπλόκαμες βάσεις προσηλυτισμού και προπαγάνδας που έχουν δημιουργηθή σ’ όλα τα σημαντικά κέντρα της τουρκικής αυτοκρατορίας. Από την εποχή των διομολογήσεων (1673) οι Ιησουίτες είχαν εξασφαλίσει προνομιακή μεταχείριση σ’ ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία. Το αντάλλαγμα ήταν να μεταβληθούν σε πιστούς πράκτορες και άριστους κατασκόπους του Λουδοβίκου ΙΔ’ στην Τουρκία. Οι έδρες των μισσιοναρίων αποτελούσαν πολιτικά προγεφυρώματα στην οθωμανική Ανατολή για την εξυπηρέτηση των φιλόδοξων σχεδίων του Γάλλου μονάρχη στα πλαίσια του ανταγωνισμού με τους Ισπανούς, Πορτογάλους, Βενετούς, και αργότερα με τους Έλληνες και τους Άγγλους, για την εμποροναυτική κυριαρχία στη Μεσόγειο.
Η φιλοτουρκική πολιτική της Γαλλίας ήταν πολύτιμη για τους σουλτάνους ως αντίβαρο της απειλής από τις Δυνάμεις της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης. Έτσι οι μισσιονάριοι απόχτησαν μεγάλη ισχύ και επιρροή στην πρωτεύουσα και τα μεγάλα κέντρα της αυτοκρατορίας. Από το 1620 οι Ιησουίτες κατηύθυναν τον μυστικό και ανοιχτό αγώνα της γαλλικής πρεσβείας στην Πόλη και των γαλλικών προξενείων εναντίον των ορθοδόξων πατριαρχών. Η φιλοτουρκική πολιτική του Λουδοβίκου ΙΔ’ θα συνεχισθή και από τους διαδόχους του σ’ ολόκληρο τον ΙΗ’ αιώνα. Φιλοτουρκική θα είναι η γαλλική πολιτική ακόμη και μετά την επανάσταση του 1789. Στις αρχές του ΙΗ’ αιώνα είχε ολοκληρωθή το δίκτυο των Ιησουιτών στον ελληνικό χώρο. Εκτός από την Κωνσταντινούπολη, κέντρα του τάγματος υπήρχαν στη Σμύρνη, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Θάσο, Εύβοια, Νάξο, Σαντορίνη. Αλλά και οι Καπουκίνοι δεν έδειχναν μικρότερη δραστηριότητα προπαγάνδας και προσηλυτισμού. Στα μοναστήρια και στις εκκλησίες τους, στη Σμύρνη, στα νησιά του Αιγαίου και σε άλλες περιοχές, το κήρυγμα γινόταν γαλλικά και ελληνικά για την προσέλκυση ορθοδόξων. Το παρατήρησε ο Ισπανός λοχαγός των δραγόνων Bellerive που ταξίδεψε το 1711 στην Ανατολή για να επισκεφθή τον πολέμαρχο βασιλιά της Σουηδίας Κάρολο IB’, ο οποίος ύστερα από τον άτυχο πόλεμο με τους Ρώσσους είχε εγκατασταθή στο Μπέντερ της Βεσσαραβίας.
Η φυσική αποστολή των μισσιοναρίων, όπως και όλων γενικά των ευρωπαϊκών ιεραποστολών, ήταν να προσηλυτίσουν τους «άπιστους», να εκχριστιανίσουν τους μωαμεθανούς. Αλλά οι απεσταλμένοι των δυτικών δογμάτων στην Ανατολή δεν ασχολήθηκαν ποτέ με χριστιανική προπαγάνδα στο μουσουλμανικό κόσμο. Όχι μόνο γιατί δεν τολμούσαν να ασκήσουν προσηλυτισμό μεταξύ των Τούρκων, αλλά κυρίως επειδή ο στόχος των ιεραποστόλων στο χώρο της μωαμεθανικής αυτοκρατορίας ήταν η Ανατολική Εκκλησία, οι ορθόδοξοι. Η Αγία Έδρα εγκαθιστούσε στην Ανατολή τους Ιησουίτες και τους Καπουκίνους για να προσηλυτίσουν τους «σχισματικούς», όπως αποκαλούσαν επί αιώνες τους Έλληνες.
Ταυτόχρονα όμως, οι μισσιονάριοι, έχοντας εξασφαλίσει την προστασία των βασιλιάδων της Γαλλίας, συμμάχων από την εποχή του Φραγκίσκου Α’ των σουλτάνων, έγιναν πράκτορες της Γαλλίας στην Ανατολή, προφυλακή του γαλλικού εμπορίου και δεινοί πολέμιοι του Ελληνισμού.
«Σ’ όλες τις χώρες όπου κατόρθωσαν να διεισδύσουν οι μοναχοί μας», γράφει ο Γάλλος Andre Vandal, «έγιναν πολύτιμοι πληροφοριοδότες μας. Χάρη στους ιεραποστόλους η γαλλική κυβέρνηση ήταν άριστα ενημερωμένη για τις τοπικές πλουτοπαραγωγικές πηγές, για τις δυνατότητες εμπορικών συναλλαγών, για τη δημιουργία νέων προξενικών κέντρων. Παντού έπαιζαν το ρόλο των ντελάληδων του εμπορίου μας, άνοιγαν νέους δρόμους εμπορικής επιρροής, δημιουργούσαν νέες αγορές. Ήταν οι πρόδρομοι των εμπόρων μας, των προξένων μας, ήταν η προφυλακή της Γαλλίας».
Ο πρεσβευτής της Γαλλίας και οι πρόξενοι φρόντιζαν με κάθε τρόπο να ενισχύσουν το γόητρο των μισσιοναρίων και καθιστούσαν απαραβίαστα τα καθολικά κέντρα προπαγάνδας στην ελληνική Ανατολή. Αδίστακτοι και κυνικοί, κατέφευγαν στις ωμές πιέσεις και τους εκβιασμούς εναντίον των Ελλήνων, επιστρατεύοντας όχι μονάχα την εύνοια της τουρκικής εξουσίας αλλά και τους ομόδοξους πειρατές που λυμαίνονταν το Αιγαίο. Οι πειρατές, γράφει ο Andre Vandal, ήταν, πρέπει να το ομολογήσουμε, όργανα των ιεραποστόλων μας. Έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ανυψώσουν στα νησιά το γαλλικό γόητρο.
Όπως ήταν φυσικό η ύπουλη δραστηριότητα των δυτικών ιεραποστολών προκαλούσε έντονες αντιδράσεις των Ελλήνων. Κυρίως γιατί, δεν προπαγάνδιζαν ποτέ τη χριστιανική πίστη ανάμεσα στους μουσουλμάνους. Το προσηλυτιστικό τους μένος περιοριζόταν στον προσεταιρισμό Ελλήνων αποκλειστικά. Έγραφε ο Άγγλος περιηγητής Adolphus Slade έναν αιώνα αργότερα: «Οι μισσιονάριοι που συχνάζουν στα παράλια της τουρκικής επικράτειας, δεν ασχολούνται, αλίμονο, με τον προσηλυτισμό των μη χριστιανών στο χριστιανισμό αλλά με τον προσηλυτισμό των χριστιανών στις δικές τους δοξασίες, δηλαδή διδάσκουν αν είναι καλύτερα να στέκεται κανείς όρθιος στην εκκλησία ή να γονατίζη, να προσεύχεται μόνος ή με άλλους, να νηστεύη ή να γιορτάζη ωρισμένες μέρες. Η θρησκεία έπρεπε να είναι το τελευταίο άσυλο της υποκρισίας. Και όμως υπάρχουν κάτω από την εξουσία του σουλτάνου δεκαπέντε εκατομμύρια μουσουλμάνοι. Προσπάθησε κανένας μισσιονάριος να σώση έστω και έναν από αυτούς;»
Ικανοί και μορφωμένοι κληρικοί, οι δυτικοί ιεραπόστολοι, διπλωματικότατοι και συχνά κυνικοί δημιουργούσαν σχέσεις κοινωνικές με την ηγεσία της ελληνικής Εκκλησίας, τους φαναριώτες και τους τοπικούς προύχοντες και δεν δίσταζαν μπροστά σε καμμιά ανίερη πανουργία για την απόσπαση πιστών από το ορθόδοξο ποίμνιο. Τη δραστηριότητά τους στα διάφορα κέντρα της Ανατολής εικονίζουν οι εκθέσεις και κάθε λογής αναφορές τους στους προϊσταμένους τους. Αυτά τα κείμενα αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφοριών όχι μόνο για τις προσηλυτιστικές μεθόδους των ιεραποστόλων αλλά και για το δημόσιο και ιδιωτικό βίο στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Γιατί οι μισσιονάριοι ήταν πεπαιδευμένοι, παρατηρητικοί, μεθοδικοί, γνώριζαν πρόσωπα και καταστάσεις, πραγματοποιούσαν συχνές περιοδείες και κατέγραφαν, ύστερα από πολυχρόνια παραμονή στην Ελλάδα, τις προσωπικές τους εμπειρίες.
Το 1714 κυκλοφόρησε στο Παρίσι μια σειρά 26 τόμων με εκθέσεις απομνημονεύματα μισσιοναρίων από τις έδρες τους σε διάφορες χώρες της ελληνικής Ανατολής. Οι τρεις πρώτοι τόμοι περιλαμβάνουν υπομνήματα από οθωμανικές επαρχίες στην Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Στο δεύτερο μέρος του πρώτου τόμου δημοσιεύεται υπόμνημα του μισσιονάριου Tarillon προς τον υπουργό Εξωτερικών του Λουδοβίκου ΙΔ Louis de Poirtchartrain, με τίτλο «Η σημερινή κατάσταση των ιεραποστολών των Ιησουιτών πατέρων στην Ελλάδα».
…
Στον Ιησουίτη μισσιονάριο προκάλεσε εντύπωση η ασκητική ζωή του πατριάρχη. «Έμεινα κατάπληκτος από τη λιτότητα της κατοικίας και της υπηρεσίας του. Η κάμαρά του φτωχή και γυμνή. Η υπηρεσία του αποτελείται από δυο κακοντυμένους υπηρέτες και δυο τρεις κλητήρες. Επειδή η ενδυμασία του είναι λιτή, κατά τις εξόδους του τον αναγνωρίζεις μόνο από τη συνοδεία των κληρικών που τον περιστοιχίζουν. Μοναδική διάκριση είναι ο διάκος που προ πορεύεται κρατώντας την ποιμαντορική ράβδο. Τον είδα όμως και σε πιο απλή έξοδο. Συνωδευόταν μονάχα από δυο τρεις κληρικούς».
Οι Ιησουίτες καλλιεργούσαν στενές σχέσεις με τον πατριάρχη και τους άλλους αρχιερείς για να προσεγγίζουν ευκολώτερα τους Έλληνες και να ασκούν την προπαγάνδα τους. «Οι Έλληνες γονείς στέλνουν με ευχαρίστηση τα παιδιά τους στα σχολεία μας. Τελευταία είχαμε και τα παιδιά του μπέη της Βλαχίας. Γνωρίζω στην Κωνσταντινούπολη πολλούς Έλληνες που μας συμπαθούν. Γενικά όμως δεν πρέπει να περιμένουμε πολλούς προσηλυτισμούς ανάμεσα στους σχισματικούς αυτού του έθνους. Η θέα των λειψάνων του αρχαίου μεγαλείου, μ’ όλο που είναι θλιβερή και ταπεινωτική, γεμίζει τα μυαλά τους με υπερφίαλες ιδέες, έτσι που γίνονται δύστροποι και κενόδοξοι. Παρά το γεγονός ότι δεν εννοούν τα κείμενα των Πατέρων και απομακρύνονται κάθε μέρα και περισσότερο από τη διδασκαλία τους, δυσφορούν ακούγοντας πως οι Δυτικοί καταλαβαίνουν καλύτερα και ότι έρχονται από την άκρη του κόσμου για να διδάξουν τα έργα τους».
…
Στη Σμύρνη ασκούσαν μεγαλύτερη επιρροή οι Ιησουίτες. «Οι Έλληνες είναι πιο συνεργάσιμοι από τους Κωνσταντινουπολίτες. Έχουμε φιλίες με τον αρχιεπίσκοπο και τους προεστούς. Μας στέλνουν τα παιδιά τους από την πιο τρυφερή ηλικία για σπουδές. Πολλοί Έλληνες της Σμύρνης, ακόμη και κληρικοί, έρχονται σε μας να εξομολογηθούν και συχνάζουν στις εκκλησίες μας».
Η πανούκλα του 1712 αφάνισε στη Σμύρνη 10.000 ψυχές. Μεγάλες καταστροφές σημειώνονταν παλαιότερα από τους συχνούς σεισμούς. Αλλά αυτή η μάστιγα αντιμετωπίσθηκε αποτελεσματικά στα τέλη του ΙΖ’ αιώνα με την οικοδόμηση αντισεισμικών σπιτιών. Η μεγάλη καταστροφή από το σεισμό του 1688 ώφειλόταν στο γεγονός ότι τα σπίτια ήταν χτισμένα με πέτρα. Όταν ξαναχτίστηκε η πολιτεία, μόνο στα θεμέλια και στη βάση των τοίχων χρησιμοποιήθηκε πέτρα. «Το υπόλοιπο σπίτι γινόταν από ξυλοδεσιά και τούβλα. Ύστερα άπ’ αυτή την ανοικοδόμηση σημειώθηκαν ισχυρότεροι σεισμοί αλλά δεν γκρεμίστηκε κανένα σπίτι».
Τη μεγαλύτερη ωστόσο επιτυχία είχε η προσηλυτιστική προπαγάνδα των Ιησουιτών στο Αιγαίο. Στη Νάξο ιδιαίτερα δεν δίσταζαν να καταφεύγουν σε ανοιχτή προπαγάνδα και σε σατανικές σκηνοθεσίες για τον επηρεασμό των κατοίκων.
«Κάθε Κυριακή και γιορτή σκορπιζόμαστε στα χωριά. Η καλύτερη μέθοδος προπαγάνδας που βρήκαμε είναι η εξής: Πηγαίνουμε στην ελληνική εκκλησία λίγο πριν από το ευαγγέλιο. Όταν τα διαβάση ο Έλληνας παπάς, ζυγώνει ο δικός μας, το παίρνει από το χέρι του, το ασπάζεται, το τοποθετεί στο κεφάλι του και αρχίζει να το εξηγή λέξη με λέξη σε λαϊκή γλώσσα. Ύστερα παραδίνει το ευαγγέλιο στον Έλληνα παπά, ανεβαίνει σ’ ένα βήμα και αρχίζει το κήρυγμα. Μόλις τελειώση η λειτουργία καλεί τα παιδιά και τους μιλάει για το χριστιανικό δόγμα. Σιγά σιγά συγκεντρώνονται γύρω και οι μεγάλοι. Και καθώς οι Έλληνες είναι αυθόρμητοι, βλέποντας πατεράδες και μανάδες πως τα παιδιά τους δεν τα βγάζουν πέρα με το δικό μας παπά, παίρνουν συχνά το λόγο για να δώσουν απάντηση. Αλλά δεν μπορούν να μας αντικρούσουν. Αυτή η προπαγάνδα αποδίδει περισσότερους καρπούς από το κήρυγμα στη λειτουργία».
Κατά τις μεγάλες γιορτάδες οι Έλληνες πηγαίνουν ομαδικά να εξομολογηθούν στους Ιησουίτες. «ΟΙ πλουσιότεροι μάλιστα χωριάτες μας καλούσαν στα σπίτια τους για να διαβάσουμε παράκληση». Ντελάληδες καλούσαν τους Έλληνες να παρακολουθήσουν τις θρησκευτικές ομιλίες των Ιησουιτών. Οι αντιδράσεις ωστόσο στον προσηλυτισμό ήταν έντονες και οι μισσιονάριοι δεν είχαν καμμιά βεβαιότητα για τη σταθερότητα των νεοφώτιστων. «Οι Έλληνες με μεγάλη δυσκολία δέχονται τα άζυμά μας, δύσκολα επίσης συνηθίζουν την κοινωνία μας».
Είχε γίνει και προπαρασκευή για την ίδρυση γυναικείου μοναστηριού. «Αρκούν δυο τρεις καλόγριες από τη Γαλλία για να ακολουθήσουν το μοναχικό βίο πολλές νέες των καλύτερων ελληνικών οικογενειών από όλα τα νησιά, κάθε μια με την προίκα της και μάλιστα σε τέτοιον αριθμό που θα χρειαστούν νέα κτίρια για τη στέγασή τους». Υπήρχε έπειτα ο μεγάλος αριθμός των χηρών στα νησιά του Αιγαίου, που σύμφωνα με τα τοπικά έθιμα δεν ξαναπαντρεύονταν. Πρόθυμα όμως θα έμπαιναν σε καθολικό μοναστήρι.
Στη Σαντορίνη είχαν εξασφαλίσει ασυδοσία προπαγάνδας: «Κηρύττουμε, εξομολογούμε, κατηχούμε μέσα στις ελληνικές εκκλησίες, τόσο στην πόλη όσο και στα χωριά, απαράλλαχτα όπως και στους δικούς μας ναούς. Υπάρχουν όμως τα κακά πνεύματα που το 1704 ζήτησαν την επέμβαση του πατριάρχη. Κι’ εκείνος απηύθυνε εγκύκλιο σ’ όλα τα νησιά με εκατό χονδροειδείς κατηγορίες εναντίον του δόγματος των Καθολικών. Τους αποκαλούσε μάλιστα «διαφθορείς ψυχών». Η εγκύκλιος αυτή απαγόρευε στους κληρικούς να έρχωνται σ’ επαφή με τους Λατίνους.
Αλλά στη Χίο οι Καθολικοί είχαν υποστή πανωλεθρία. Έχασαν την τουρκική συμπαράσταση και η ακμάζουσα Εκκλησία τους διαλύθηκε. Ο Tarillon αποδίδει τους διωγμούς των Καθολικών στις ραδιουργίες των Ελλήνων που κατηγορούσαν τους Λατίνους ότι αυτοί κάλεσαν τους Βενετούς να καταλάβουν το νησί. Το μίσος των Τούρκων, γράφει ο Tarillon, «στράφηκε εναντίον των Καθολικών, οι εκκλησίες τους γκρεμίστηκαν η έγιναν τζαμιά ή παραχωρήθηκαν στους Τούρκους, τα σπίτια των Φράγκων λεηλατήθηκαν και τα καλύτερα χτήματα μοιράστηκαν ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τούρκους. Τέτοια συμφορά πρώτη φορά δοκίμαζαν οι Λατίνοι».
Οι Ιησουίτες ωστόσο δεν θέλησαν να εγκαταλείψουν τη Χίο. «Οι Έλληνες σχισματικοί, αποφασισμένοι να αποστερήσουν τη λατινική Εκκλησία από τις προσόδους της, πρόσφεραν μεγάλα ποσά, και μέσα σε λίγες μέρες η έδρα τους λεηλατήθηκε, η στέγη του ναού γκρεμίστηκε, οι πατέρες διώχτη καν από τα δωμάτιά τους και μερικοί πληγώθηκαν από σπαθιά. Ο ναός μας παραδόθηκε σ’ ένα Τούρκο, κι’ εκείνος τον μετέτρεψε σε καραβάν – σεράι. Ταυτόχρονα απαγορεύθηκε η παπική λατρεία με ποινή θανάτου ή σκλαβωμού και δόθηκε εντολή στους Καθολικούς να προσεύχωνται σε ελληνικούς ναούς».
ΞΕΝΟΙ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1700 – 1780
Δημόσιος και ιδιωτικός βίος, λαϊκός πολιτισμός, Εκκλησία και οικονομική ζωή, από τα περιηγητικά χρονικά.
© Κυριάκος Σιμόπουλος Δέκατη έκδοση, Πολιτιστικές εκδόσεις ΕΠΕ, ΑΘΗΝΑ 2003
Σελ. 76-84 (αποσπάσματα χωρίς τις σημειώσεις)
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ- ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ