“ταῦτα πάντα σοι δώσω,
ἐάν πεσών προσκυνήσης μοι”
Ματ. 4,9
Πιο πάνω διαβάζουμε ανοιχτή πρόσκληση, της γνωστής μπαλαρίνας του λούνα παρκ, προς μικρούς και μεγάλους. “ΠΑΙΞΤΕ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ”.
Η νεοποχίτικη πλέον μπαλαρίνα, απόλυτα διαβολική στην όψη της, ένας red devil, προσκαλεί τα ανύποπτα παιδιά για “παιχνίδι”. Την πρόσκληση την προσυπογράφει το κερασφόρο κρανίο, προδίδοντας μία ετέρα υποδοχή, με στόχους σκοτεινής κηδεμονίας. Αλλά, όποιος δεν έχει καθαρό μέτωπο, κρύβεται κάτω από ποικίλα προσωπεία. Ειδικά οι σύγχρονοι παλιάτσοι, οι “υποκριτές” πάνω στην ετοιμόρροπη σκηνή της κοινωνίας, αυτοί που προσποιούνται, αποκρύπτοντες τις πραγματικές σκέψεις, διαθέσεις ή πεποιθήσεις τους, ώσπου φυσικά να “καταπέσει το προσωπείο” και να αποκαλυφθεί το παιχνίδι τους. Το ολοκληρωτικό μάντρωμα από τον Βεελζεβούλ τον θεό της κόπρου.
Έτσι λοιπόν, ο Μεφιστοφελής του Γκαίτε, ο κρυφός διάβολος που προσφέρει το ελιξήριο της νεότητος στον μεγαλογιατρό Φάουστ, παίρνοντας ως αντίτιμο την ψυχή του, ΤΩΡΑ σε νέα έκδοση, αποκαλυπτόμενος πλέον στις μέρες μας με ιδιάζοντα τρόπο. Η έως τούδε γνωστή “ωραία” μπαλαρίνα, μεταμορφώνεται τώρα σε “τέρας” προσκαλώντας ανερυθρίαστα (αφού ήδη είναι ερυθρά) και άκρως προκλητικά, τα παιδιά να παίξουν μαζί της. Γιατί όχι και τους μεγάλους, που αρέσκονται στο παιχνίδι. Ταλαντεύοντας τα θύματά της σε έξαλλους ρυθμούς, με την ανάλογη ηχητική “μουσική” επήρεια, τα ζαλίζει, παίρνοντας τα μυαλά τους και κόβοντας την ανάσα τους, οπότε μετέπειτα προχωρεί ακάθεκτη και στην αναμόχλευση των παθών τους. Μη μας φαίνεται παράξενο! Ο εθισμός με τον Διάβολο –την όψη του, το όνομά του, τους συμβολισμούς του κ.λ.π.– προλειαίνουν το έδαφος για την καλύτερη γνωριμία του εξουσιαστού με τους εξουσιαζομένους. Του δεσμοφύλακα με τους έγκλειστους.
Ας περιεργασθούμε όμως επ΄ ολίγον, την έννοια του ρήματος “παίζω” και χρησιμοποιώντας την “νοηματική” γλώσσα, ας μεταφέρουμε στους σύγχρονους “κωφάλαλους”, το εύρος, αλλά και το βάθος της ελληνικής λέξης “παίζω” έναντι της ξερακιανής ξενικής λέξης “play”. “Παίζω”, σημαίνει διασκεδάζω, αστειεύομαι, χωρατεύω, χορεύω, χορεύω και άδω μαζί. Κάπως έτσι, παίζω παιχνίδι, παίζω μουσικό όργανο, αλλά και εμπαίζω, περιπαίζω, κοροϊδεύω, περιγελώ. Η έννοια λαμβάνει ιδιόμορφη διάσταση, όταν παίζω άσχημο παιχνίδι εξαπατώντας κάποιον. Ειδικά όταν παίζω στην πλάτη κάποιου, οπότε και τον καρφώνω πισώπλατα. Όταν επίσης τον παίζω στα δάχτυλα, όταν παίζω με τις λέξεις ή με τα λόγια, αποφεύγοντας να μιλήσω ξεκάθαρα. Πολλές φορές παίζω και με την φωτιά, μη υπολογίζοντας τον κίνδυνο. Άλλοτε πάλι παίζω το τελευταίο μου χαρτί, βασιζόμενος στο εναπομείναν πλεονέκτημά μου. Ελάχιστοι στις μέρες μας παίζουν με ανοιχτά χαρτιά, εξωτερικεύοντας την τιμιότητα και επέκεινα ειλικρίνειά τους. Οι πλείστοι, φτηνοί παπατζήδες, παίζουν σε διπλό ταμπλό, κάποιοι έτεροι δε, απόγονοι του φαντομά, αρέσκονται να παίζουν θέατρο σκιών, διαφεύγοντας εντέχνως την σύλληψή τους. Εν κατακλείδι, οι ριψοκίνδυνοι τα παίζουν όλα για όλα...
Μήπως όμως τελικά κάποιες φορές, παίζουμε με πράγματα με τα οποία δεν θα έπρεπε να παίζουμε; Τυχαία ειπώθηκε από τους παλιούς “παίζω ἐν οὐ παικτοῖς;”.
Αλλά ας επανακάμψουμε στο παιχνίδι, όπως το γνωρίζει ο πολύς κόσμος. Η θελκτική του έννοια, γοητεύει μικρούς και μεγάλους, καθηλώνοντάς τους κάτω από την επιστασία του. Γι' αυτό ο Διάβολος, ως διαβολέας και ανέντιμος παίκτης, χρησιμοποίησε την λάμψη του παιχνιδιού ως θέλγητρο, με στόχο να προσεταιρισθεί τον άνθρωπο. Το μεγάλο παιδί! Τι άλλο ήταν η προσέγγιση της Εύας από τον Σατανά στον Παράδεισο; Ένα παιχνίδι ύπουλο, ένα λογοπαίγνιο μέσω του οποίου ο Διάβολος μετέτρεψε την γυναίκα σε ευτελές παίγνιό του, αφού πρότερον εξέθεσε τον Θεό. Στη συνέχεια και ο άνδρας τελών παίγνιο της γυναικός, κατήντησε άθυρμα του Διαβόλου, μέσω της διαβολογύναικας που αναζητούσε απεγνωσμένα συνένοχο.
Κάπως ανάλογα ο Διάβολος, χρησιμοποίησε το παιχνίδι με τις ιδιότυπες μορφές που θίξαμε, για να περιπαίξει–παγιδεύσει πολλούς. Ακόμη και τον ίδιο τον Χριστό, μέσω του λογοπαιγνίου των ερωτήσεων που του απηύθυνε μέσα στην έρημο, προσπάθησε να τον παγιδεύσει, εκπειράζοντάς τον τρεις φορές. Όμως η αντεπίθεση του Χριστού με το ηγετικό παράγγελμα “ὕπαγε, Σατανᾶ” (Ματ.4,10), έθεσε εκτός μάχης τον τελευταίο. Εκτός “παιχνιδιού”.
Παρ' όλα αυτά ο δειλός και ύπουλος παίκτης, καιροφυλακτούσε συνεχώς αποτυπώνοντας την στρατηγική του Χριστού, προκειμένου κάποια στιγμή να τον εκτρέψει από το έργο της σωτηρίας του. Όταν όμως άκουσε ο ελεεινός ωτακουστής την προσταγή του Χριστού, “ἄφετε τά παιδία καί μή κωλύετε αὐτά ἐλθεῖν πρός με τῶν γάρ τοιούτων ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν” (Ματ. 19,14), τρομοκρατήθηκε δεινά ο ανέντιμος παίκτης, καθότι διείδε ότι κινδύνευε να βρεθεί εκτός παιχνιδιού, χάνοντας τα νιάτα, αν τα εν λόγω ακολουθούσαν το Χριστό. Οπότε ρίχτηκε στη βρώμικη μάχη προσεταιρισμού του ανθού της νεότητος, για να διασφαλίσει την τωρινή έναρξη της νέας εποχής του.
Έτσι οικειοποιούμενος απόλυτα την Κυριακή, την ημέρα του Κυρίου, απέσπασε τα νιάτα από το ιερό “παιχνίδι” του εκκλησιασμού και τα έριξε στα τερπνά παιχνίδια της ύλης. Όλα τα παιδιά και οι νέοι, απασχολημένοι στον ύπνο “της αδικίας”, μετά την προηγηθείσα σατανική αγρυπνία στα σκοτεινά καταγώγια. Άλλα, σε κυριακάτικες και πάντοτε πρωινές αθλοπαιδίες, σχολές χορού, εκδρομές και έτερες “ψυχαγωγικές” ενασχολήσεις. Πέρα απ' όλα αυτά, τα ιδιόρρυθμα καταναγκαστικά έργα στις φυλακές του διαδικτύου μέρα νύχτα, ολοκληρώνουν τα σύγχρονα γκουλάγκ εν μέσω μιας παράξενης προόδου και προπάντων ελευθερίας. Έτσι φτάσαμε, στα φανερά, να καλούνται τα παιδιά μας να “παίξουν” με τον Διάβολο. Γιατί όχι; Αφού τα πάντα στις μέρες μας έχουν ονομασθεί προοδευτικά, τα δε έτερα μεσαιωνικά. Οπότε γυμνισμός, ελεύθερες σχέσεις και πανσεξουαλισμός, στην πρώτη γραμμή επικοινωνίας της νεότητος. Επιπροσθέτως η ομοφυλοφιλία των ημερών μας, “χοντραίνει” ολονέν και περαιτέρω το παιχνίδι. Ένα παιχνίδι με παρελάσεις “υπερηφάνειας”, “γυμνοποδηλασίας”, “ορατότητος” μέσα στην ομίχλη της γύμνωσης, ψυχικής και σωματικής, και σύνθημα “στον διάολο η οικογένεια και η πατρίδα” για να επιβιώσουν ασύδοτα, τα ομώνυμα δίποδα της “διαφορετικότητος” και του “δικαιωματισμού”. Δύο όροι νέοι, για να μας γνωρίσουν με την νέα εποχή.
Την εποχή της έντονης αμφισβήτησης απάντων των θείων και αιωνίων αληθειών και θεοποίησης των υλικών απολαύσεων και υποταγής του κόσμου στην ειδωλολατρία της φιλαργυρίας και φιληδονίας.
Το παιχνίδι στις μέρες μας, συνώνυμο της απάτης της συνωμοσίας, της προδοσίας, της αργυρολογίας, της εκμετάλλευσης και του εμπορίου αποτελεί μία παραλλαγή του παιχνιδιού της αμαρτίας. Μιας αμαρτίας που έχει καταστεί σιγά-σιγά η φοβερώτερη έξις. Η έξις όμως και ειδικά η εν λόγω, είναι ο δεσποτικώτερος αυθέντης. Αυθέντης δε κρυφός, αλλά στις μέρες μας πλέον φανερός, είναι ο Βελίαλ.
Όμως, “τίς δέ συμφώνησις Χριστῶ πρός Βελίαλ” (Β' Κορ. 6,15).
Μήπως ήλθε η “Ὥρα τοῦ ἀπιέναι” από την έδρα του τελευταίου, διακόπτοντας κάθε σχέση μαζί του και η επάνοδος στο σπίτι του Θεού πατέρα μας;
Δεν βλέπουμε ότι ευρισκόμενοι στην αρένα της κραιπάλης, ανοίγουν ολονέν και άλλες σιδερόπορτες των κλουβιών των παθών μας και ορμούν πάνω μας κατασπαράσσοντάς μας;
Αλλά δυστυχώς, κάποιος κανόνας του παιχνιδιού επιτάσσει, να παραμένει ο ηττημένος μέσα στο εν λόγω, μήπως και νικήσει.
Αυτό το παιχνίδι όμως, δεν έχει ούτε κανόνες, ούτε όρια, οπότε‧
“Πότε Βούδας, πότε Κούδας, πότε Ιησούς και Ιούδας, έχω καταλάβει ήδη της ζωής μου το παιχνίδι...” προλαβαίνει το βλάσφημο άσμα, εντάσσοντας και τον ίδιο τον Χριστό μέσα στην ανθρώπινη βρωμιά.
Δυστυχώς όμως, ο Ιούδας μπορεί να εξέλειψε, αλλά άφησε απογόνους πάμπολλους και αυτοί δεν αρκούνται στα τριάκοντα.
“Λεφτά όμως υπάρχουν”, οπότε αμείβονται αδρά οι εν λόγω, και το παιχνίδι συνεχίζεται... ολονέν και χοντρότερο.
Τούτη την ώρα έρχεται στη θύμησή μου ο απόηχος των λόγων του αειμνήστου αρχιμανδρίτου Επιφάνιου Θεοδωρόπουλου: “Πονώ και αγωνιώ για την πορεία του Ελληνικού Έθνους, το οποίο συνεχώς αφελληνίζεται, αποχριστιανίζεται, αποχρωματίζεται, αποκόπτεται από τις ρίζες του και χάνει τα στοιχεία της ταυτότητός του”. Προς στιγμή τα λόγια αυτά με συνθλίβουν, αλλά τελευταία στιγμή παίρνω κουράγιο, καθότι οι πολυλάλητες νέες ταυτότητες θα μας προσδώσουν τα στοιχεία που χάσαμε. Της υποταγής! ΟΧΙ όμως στον Χριστό, αλλά στον Διάβολο. Ας παίξουμε μαζί του πλέον, είτε θέλουμε είτε όχι.
Βοήθεια μας!