Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2023

Θαυμαστή διήγησις άπό τίς περιοδείες του Αποστόλου Θωμά στίς Ινδίες

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ό Απόστολος Θωμάς πωλήθηκε κατά παραχώρησι Κυρίου στόν έμπορο Άμβάνη ώς δούλος καί πολύ ικα­νός καί έμπειρος οικοδόμος. Ό Άμβάνης έφερε τόν δούλο στις Ἰνδίες και τον παρουσίασε στον Βασιλέα ώς μέγα αρχιτέκτονα και οικοδόμο. Εκείνος τον δέχθηκε και του προσέφερε πολλά χρήματα για να του οικοδομήση καινούργια παλάτια.

Ό Απόστολος τοῦ Χριστοῦ μόλις επήρε τά χρήματα τά έμοίρασε στους πτωχούς καί στούς έχοντας ανάγκη.

Μετά άπό λίγο χρόνο έστειλε ὁ Βασιλεύς τούς αύλικούς του γιά νά ιδούν πώς πηγαίνουν οἱ νέες οικοδομές. Όταν είδαν κατάπληκτοι ότι ούτε τά θεμέλια δέν έχει τοποθετήσει ὁ οικοδόμος καί μαθαίνοντας ότι τά χρήμα­τα τά έμοίρασε στούς πτωχούς, έτρεξαν στόν βασιλέα καί τοῦ άνήγγειλαν τό γεγονός. Εκείνος διέταξε νά δέ­σουν τόν Απόστολο όπισθάγκωνα καί νά τόν φέρουν μπροστά του. Άφού ήλθε, τοῦ είπε μέ όργή:

Μοῦ έκτισες τό παλάτι;

Ναί, άπάντησε μέ ήρεμία ό Απόστολος καί μάλι­στα είναι πολύ ωραίο.

Εμπρός λοιπόν, είπε ὁ βασιλεύς, πάμε νά τό ιδώ καί έγώ.

Δέν είναι δυνατόν, βασιλεῦ, νά ιδής αύτό τό άνάκτορο σ' αύτή τήν ζωή. Μετά τήν άναχώρησί σου άπό τόν κόσμο αύτό θά τό άπολαύσης καί θά άγαλλιασθή ἡ ψυχή σου.

Τά λόγια αύτά τοῦ αληθινού δούλου τοῦ Θεοῦ, έθεώρησε ὁ βασιλεύς Γουνδαφόρος, διότι αύτό ήταν τό ονομά του, ώς εμπαιγμό καί χλεύη. Καί επειδή έμαθε ότι αύτός ὁ άνθρωπος είναι πτωχός καί δέν έχει τίς οικονομι­κές δυνατότητες νά τοῦ έπιστρέψη τά σπαταληθέντα χρήματα, σκέφθηκε ότι μόνο ὁ θάνατος του θά ίκανοποιήση κάπως τόν θυμό του. Γι' αύτό διέταξε νά τόν γδά­ρουν ζωντανό καί ύστερα νά τόν ρίξουν στήν φωτιά νά καή.

Τί κάνει όμως ὁ Παντοδύναμος Θεός; ὁ άδελφός του βασιλέως ώργίσθηκε περισσότερο κατά τοῦ Αποστόλου και εβίαζε τον βασιλέα να τον τιμωρήση. Ξαφνικά όμως απέθανε και ὁ θάνατος του αγίου Θωμά ματαιώθηκε. Ετσι όλοι πλέον ασχολοῦντο με την εκφορά του νεκρού.

Ὁ Θεός όμως πού δέν επιθυμεί τόν θάνατο τοῦ αμαρτωλού, έπετέλεσε εδώ καταπληκτικό θαύμα. Μόλις απέθανε ὁ Γάδ, αὐτό ήταν τό όνομά του, παρέλαβαν τήν ψυ­χή του άγγελοι καί τῆς έδειχναν τίς αιώνιες κατοικίες τῶν άνθρώπων πού έσώθησαν ἀπό τήν ἁμαρτία ἤ μετενόησαν. Ἡ ψυχή τοῦ Γάδ κυριεύθηκε ἀπό θαυμασμό γιά τό έξοχο κάλλος εκείνης τῆς ούρανίου έπαύλεως, πού ξεχώριζε άπό τίς άλλες καί παρακαλοῦσε τούς συνοδούς αγγέλους της νά τήν άφήσουν νά κατοικήση σ' ένα άπ' αύτά τά μικρά δωμάτια πού έβλεπε. Οι άγγελοι όμως δέν έδέχοντο τήν παράκλησί του λέγοντες ότι αύτό τό παλά­τι άνήκει στόν άδελφό του Γουνδαφόρο καί τό έκτισε έ­νας ξενόφερτος άνθρωπος ονόματι Θωμάς.

Μόλις πληροφορήθηκε αύτό ὁ Γάδ παρακαλοῦσε ε­πίμονα τούς άγγέλους νά τοῦ έπιτρέψουν νά γυρίση στόν κόσμο γιά ν' άγοράση αύτό τό λαμπρό παλάτι ἀπό τόν άδελφό του.

Μέ τό θέλημα λοιπόν τοῦ Θεοῦ επανήλθε η ψυχή του Γάδ στό σώμα της γιά νά λυτρωθή έτσι ο Απόστο­λος άπό τόν θάνατο καί πολλοί άνθρωποι νά σωθούν ά­πό τό θαύμα τής αναστάσεως του Γάδ.

Ένώ οί συγγενείς του ετοίμαζαν τό νεκρό σώμα του Γάδ γιά τόν ενταφιασμό, ξαφνικά άρχισε αύτό νά άναπνέη. Πάντες έξεπλάγησαν καί έφώναξαν τόν βασιλέα στόν όποιο είπε ό άναστημένος άδελφός του:

 Αν μέ άγαπάς, άδελφέ μου, έχω τήν άξίωσι νά μου πωλήσης αύτό τό ωραίο παλάτι πού σου έκτισε στόν ούρανό ό χριστιανός Θωμάς.

'Ακούοντας τά λόγια αυτά ο βασιλεύς φωτίσθηκε εκ Πνεύματος Αγίου ότι ό Θωμᾶς είναι αληθινός Απόστολος του Θεού και φωτισμένος στην ψυχή είπε στον άδελφό του:

Αδελφέ μου, δέν μπορώ να σού πουλήσω αυτό το παλάτι, γιατί η άπόκτησίς του δέν έπιτυγχάνεται εύκο­λα. Θεωρώ προτιμώτερο νά συστήσω σέ έσένα τόν τε­χνίτη του, ό όποιος ζή άκόμη, καί έκείνος πρός χάριν σου θά οικοδομήση παρόμοιο ανάκτορο.

Αμέσως διέταξε ν' άποφυλακίσουν καί φέρουν ενώ­πιον του τόν Θωμά. Όταν παρουσιάσθηκε μπροστά τους, εκείνοι έπεσαν καί οί δύο γονατιστοί στά πόδια του ζητώντας συγχώρησι διότι άπό άγνοια, διέπραξαν τό κακό σέ βάρος του καί τόν παρακάλεσαν νά κηρύξη στήν χώρα τους τόν άληθινό Θεό πού λατρεύει καί τήν διδασκαλίαν Του, ώστε όλοι οί άνθρωποι νά άπολαύσουν τά αιώνια καί άφθαρτα άγαθά, τά όποία αξιώθηκε νά γνωρίση ό Γάδ.

Μέ κατάπληξι άκουσε όλα αύτά ό Απόστολος Θω­μάς καί εύχαρίστησε έκ βάθους καρδίας τόν Θεό γιά τά θαυμάσιά Του καί τήν Θεία Πρόνοιά Του. Άμέσως τούς έκατήχησε καί τούς έβάπτισε όλους καί άλλα άναρίθμη τα πλήθη ινδών, στό Όνομα του Πατρός καί του Υιού καί του Αγίου Πνεύματος.

Ἀπό π. Δαμασκηνό Γρηγοριάτη

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου