«Ὁ Χριστὸς θὰ μποροῦσε νὰ γεννηθῆ καὶ ἀπὸ μία ἔγγαμη γυναίκα»
«Μήπως ὁ προφήτης δὲν προφήτευσε σαφῶς περὶ μίας παρθένου καὶ ὄχι ἁπλῶς μίας γυναίκας;» (Ἅγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)
Γράφει ὁ κ. Δημήτριος Β. Ἐμμανουήλ, Ἱεροψάλτης,Πτολεμαΐδα
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἀφορμὴ γιὰ τὴ συγγραφὴ τοῦ παρόντος κειμένου στάθηκε ἡ ἀκρόαση – ἐν ὥρᾳ Ὄρθρου καὶ Θείας Λειτουργίας – τῆς ὁμιλίας τοῦ ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς μὲ τίτλο «Ὁμιλία γιὰ τὴν πρόρρηση τοῦ προφήτη Ἠλία: …ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει, καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ; (Ἡσαΐας 7,14)» [1], σκοπὸς δὲ αὐτοῦ ἡ «διὰ τῆς μετανοίας καὶ αὐτομεμψίας» ἐπιστροφὴ ὅλων μας ἀπὸ τὴν λατρεία τοῦ «Ἄλλου» (δηλ. τοῦ Ἀντίχριστου) στὴν λατρεία τῶν «Ἄλλων», δηλαδὴ τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Τρισυπόστατου Θεοῦ, μίας καὶ «ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας, ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνος» (Πατερικὴ ρήση).
Ἡ ἄγνοια τοῦ πνευματικοῦ νόμου
«Ἡ ἄγνοια τοῦ πνευματικοῦ νόμου», θὰ μᾶς πεῖ ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου ‘’ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ τοῦ ἀσκητοῦ, ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΚΟΥΣΙΩΝ ΘΛΙΨΕΩΝ’’, «ἔχει ὡς συνέπεια τὴν ἀπροσεξία στοὺς λογισμούς, ἡ ὁποία ἀφήνει νὰ διέρχεται ἐλεύθερα ἀπὸ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά, κάθε εἴδους φαυλότης εἰκόνων καὶ λογισμῶν.»! Φωτίζοντας περισσότερο τὰ τῆς ὑπόθεσής μας ὁ Καρεώτης Μοναχὸς Παΐσιος προσθέτει: «Ἀγνοεῖ ἡ συνείδηση ὅτι «ἑκάστη κίνησις, καὶ ἡ πλέον παροδική, τῆς καρδιᾶς ἢ τοῦ νοὸς ἀφήνει ἴχνος τι ἐπὶ τοῦ ὅλου σώματος τῆς ζωῆς ἡμῶν», καὶ καταλήγει στὴν ἑξῆς «ὑπόθεση»: «Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι καθ’ ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς ἐπιγείου ὑπάρξεώς μου εἰσέβαλεν εἰς τὴν καρδία μου πονηρός τις λογισμός, φόνου ἐπὶ παραδείγματι, ἔστω καὶ ἅπαξ μόνον. Καὶ ἡ μοναδικὴ αὕτη σκέψις θὰ παραμείνη ὡς μελανή τις κηλὶς ἐπὶ τοῦ συνόλου τῆς ζωῆς μου, ἐὰν δὲν ἀποβάλω αὐτὴν διὰ τῆς μετανοίας καὶ αὐτομεμψίας. Οὐδέν δυνάμεθα νὰ ἀποκρύψωμεν: «Οὐδὲν δὲ συγκεκαλυμμένον ἐστὶν ὅ οὐκ ἀποκαλυφθήσεται καὶ κρυπτὸν ὅ οὐ γνωσθήσεται» (Λουκ. 12, 2-3)» [2].
«Εἶπεν ἄφρων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι Θεὸς» (Ψαλμ. 52,2)
Ἀδελφοί, ὅπως μία καὶ μόνο φευγαλέα (μυστικὴ) σκέψη μᾶς ἀφήνει τὸ ἴχνος της «ἐπὶ τοῦ ὅλου σώματος τῆς ζωῆς ἡμῶν», ἔτσι καὶ ἡ συγγραφὴ καὶ δημοσίευση «ὀρθόδοξου» βιβλίου μὲ τὴν ἐπίμαχη φράση («Ὁ Χριστὸς θὰ μποροῦσε νὰ γεννηθεῖ καὶ ἀπὸ μία ἔγγαμη γυναῖκα») ἀφήνει τὸ ἴχνος-ἀποτύπωμα-σημάδι της ἐπὶ τοῦ ὅλου σώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Θυμίζουμε ὅ,τι σχετικὸ σημειώνει ὁ κ. Σταμούλης, ὁ τόσο «σκασμένος» (καταθλιβόμενος ἀπὸ τὴν Ἀειπάρθενο Παναγία), στὸ βιβλίο του «Ἔρως καὶ Θάνατος». Γράφει: «ἐντὸς τῆς Ὀρθόδοξης πνευματικότητας,.. κυριαρχεῖ πλέον σχεδὸν ὁλοκληρωτικά, καὶ ὡς ἐκ τούτου καταθλιπτικά, ἡ συνήθεια, προκειμένου νὰ μιλήσει κανεὶς γιὰ τὴ μητέρα τοῦ Θεοῦ, νὰ χρησιμοποιεῖ τὸν ὅρο “Παρθένος “… Ἡ παρθενία εἶναι μία δευτερεύουσα πραγματικότητα… Θὰ τολμοῦσα ἔτσι νὰ πῶ, ὅτι ἡ παρθενία εἶναι ἕνα ἐργαλεῖο… Καὶ νομίζω ὅτι μία τέτοια ἐξήγηση μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ποῦμε καὶ τὸ κατὰ τὰ ἄλλα “αἱρετικό”, πὼς ἐὰν δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀνάγκη ἑνὸς ἐξωτερικοῦ “συμβόλου”, ποὺ θὰ ἀπεδείκνυε τὴ θεοπρέπεια τοῦ μυστηρίου – τὴν ἀνθρωποπρέπεια ἔτσι κι ἀλλιῶς ἀπεδείκνυε ἡ παρουσία τῆς Μαρίας – ὁ Χριστὸς θὰ μποροῦσε νὰ γεννηθεῖ καὶ ἀπὸ μία ἔγγαμη γυναῖκα»” [3].
Θέλοντας λοιπὸν νὰ «ἀποβάλουμε» αὐτὴν τὴν κατὰ τὰ ἄλλα αἱρετικὴ σκέψη ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, καταθέτουμε πρὸς ἔλεγχο τοῦ ἐν λόγῳ πανεπιστημιακοῦ θεολόγου (κοσμήτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.) τὰ λόγια ἑνὸς ἀκόμη ὀρθόδοξου ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας, ἑνὸς ἀκόμη γνήσιου ἀκόλουθου τοῦ ἴχνους «Ἐκείνων». Εἴθε ὁ Θεὸς τῶν ἁγίων Πατέρων μας νὰ φωτίσει τὸν ἐν Χριστῷ ἀδελφὸ Χρυσόστομο, ὥστε διὰ τῆς μετανοίας καὶ (δημόσιας) αὐτομεμψίας ἀποβάλει κάθε θεολογικὸ ρύπο καὶ ἀπ’ ὅλα τὰ συγγράμματά του, ἀμήν.
«Ὁμιλία γιὰ τὴν πρόρρηση τοῦ προφήτη Ἠλία
…ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει, καὶ τέξεται υἱόν,
καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ; (Ἡσ. 7,14)
Ἡ θαυμαστὴ αὐτὴ προφητεία, σχετικὰ μὲ τὴ Γέννηση τοῦ Κυρίου ἀπὸ μία παρθένο, εἰπώθηκε ἀπὸ τὸν Ἡσαΐα – τὸν προφήτη, ὁ ὁποῖος εἶδε τὸν Θεὸ – σὲ ὥρα βαθιᾶς ἀπογοήτευσης γιὰ τὴν Ἱερουσαλήμ. Τότε, ὁ πολυάριθμος στρατὸς τῆς Συρίας καὶ τοῦ Ἐφραὶμ εἶχε κυκλώσει τὰ ἴδια τὰ τείχη τῆς πόλεως. Ὁ βασιλιὰς Ἄχαζ καὶ οἱ κάτοικοι τῆς Ἱερουσαλὴμ – χωρὶς νὰ ἔχουν στρατὸ οὔτε ὅπλα – συνέχονταν ἀπὸ θανάσιμο φόβο: καὶ ἐξέστη ἡ ψυχὴ αὐτοῦ καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, ὅν τρόπον ἐν δρυμῷ ξύλον ὑπὸ πνεύματος σαλευθῆ (Ἡσαΐας 7,2). Ἐκείμη τὴν ὥρα τῆς ἀπελπισίας, ἦλθε ὁ Ἡσαΐας πρὸ τοῦ βασιλέως καὶ τοῦ εἶπε, μὲ Θεῖο πρόσταγμα! …φύλαξαι τοῦ ἡσυχάσαι καὶ μὴ φοβοῦ (Ἡσαΐας ,4). Τότε ὁ προφήτης προφήτευσε ὅτι οἱ ἐχθροὶ δὲν θὰ κυρίευαν τὴν Ἱερουσαλήμ. Βλέποντας ὅτι ὁ βασιλιὰς Ἄχαζ δὲν τὸν πίστεψε, ὁ Ἡσαΐας τοῦ εἶπε νὰ ζητήσει κάποιο σημεῖο – ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἢ ἀπὸ τὴ γῆ ἕνα θαῦμα. Ὅμως ὁ ἄπιστος ἄρχοντας δὲν θέλησε νὰ αἰτηθεῖ καὶ παρέμενε ἀμετανόητος στὴν ἀμφισβήτησή του.
Τότε ὁ προφήτης εἶπε πὼς ὁ Θεὸς θὰ τοὺς ἔδειχνε κάποιο σημεῖο, παρότι δὲν τὸ ἐπιζητοῦσαν: ἡ παρθένος ἐν γαστρί ἕξει, καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ποὺ σημαίνει: «ὁ Θεὸς μεθ’ ἡμῶν ἐστιν» (Ματθ. 1,23). Τὸ σημεῖο αὐτὸ ἀναφέρεται σὲ ἀπώτατο μελλοντικὸ χρόνο καὶ ἀφορᾶ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Γιατί δὲν ἔδωσε ὁ προφήτης ἕνα σημεῖο, ὥστε ὁ βασιλιὰς νὰ πιστέψει ἀμέσως; Ἡ προφητεία τοῦ Ἡσαΐα γιὰ τὴ σωτηρία τῆς Ἱερουσαλὴμ – λεχθεῖσα ἀκριβῶς τὴν ὥρα ποὺ ὁ βασιλιὰς νόμισε ὅτι τὰ πάντα εἶχαν χαθεῖ – ἦταν ἀρκετή, γιὰ νὰ δείξει τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπιστία τοῦ βασιλιᾶ. Γιατί ὁ προφήτης, ἐκείνη ἀκριβῶς τὴν ὥρα καὶ ὑπὸ ἐκεῖνες τὶς συνθῆκες, προφήτευσε τὴ γέννηση τοῦ Σωτῆρος;
Τὸν καιρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Σωτῆρος, ἡ ἀνθρωπότητα ἔμελλε νὰ βρίσκεται στὴν ἴδια κατάσταση ἀπελπισίας, περικυκλωμένη ἀπὸ ἐπιτιθέμενες δαιμονικὲς δυνάμεις – ἀκριβῶς ὅπως ἦταν ἡ Ἱερουσαλὴμ τὴν ὥρα τῆς προφητείας. Μήπως ὁ προφήτης δὲν προφήτευσε σαφῶς περὶ μίας παρθένου καὶ ὄχι ἁπλῶς μίας γυναίκας; Ἀναμφίβολα, ἡ προφητεία του ἀναφέρεται σὲ μία παρθένο. Διότι, ἂν ἀναφερόταν ἁπλῶς σὲ μία γυναῖκα, τί θαῦμα θὰ ὑπῆρχε τότε; Τί εἴδους σημεῖο; Μήπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δὲν γεννιοῦνται ἀπὸ γυναῖκες; Ὅλο τὸ βάρος τῆς προφητείας βρίσκεται στὴ λέξη παρθένος.
Ἔτσι λοιπόν, ὁ παντεπόπτης Θεὸς γνωρίζει πῶς νὰ συνδέσει τὰ ἐγγὺς μὲ τὰ μακράν καὶ μὲ τὴν ἐκπλήρωση μίας προφητείας στὸν παρὸν ἐπιβεβαιώνει μία δεύτερη προφητεία στὸ μέλλον. «Ἐμμανουὴλ – ὁ Θεὸς μεθ’ ἡμῶν». Τότε ἔσωσε τὴν Ἱερουσαλὴμ ὡς ἕνας ἀόρατος Θεός. «Ἐμμανουὴλ – ὁ Θεὸς μεθ’ ἡμῶν». Ἀργότερα ἔσωσε ἀπὸ ἀνάλογους κινδύνους τὴν ἀνθρωπότητα, ὡς ὁ Ἔνσαρκος, Ἐνανθρωπήσας Θεός, ὁ Θεάνθρωπος, γεννηθεὶς ἐκ Πνεύματος Ἁγίου ἀπὸ τὴν Παναγία Παρθένο.
Ὢ Κύριε, Σὺ ὁ ὁποῖος ἱκάνωσες τοὺς προφῆτες νὰ δοῦν τὴν ἀλήθεια τηλαυγῶς, ἱκάνωσε καὶ ἐμᾶς νὰ ἀσπαστοῦμε τὴν ἀλήθεια αὐτή, ποὺ ἤδη ἔχει ἔλθει!
Σοὶ πρέπει πᾶσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.»
Σημειώσεις:
[1] Ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΑΧΡΙΔΟΣ 8: ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ (ΣΚΛΗΡΟΔΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ), ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
[2] «ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ τοῦ ἀσκητοῦ, ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΚΟΥΣΙΩΝ ΘΛΙΨΕΩΝ», Ἔκδοση Ἱεροῦ Κελλίου Ἁγίων Ἀρχαγγέλων Ἅγιον Ὄρος, Σελ. 14
[3]“Περὶ Παρθενομάχου «θεολόγου»”, romfea.gr