Στὶς Γοῦβες, σύμφωνα μὲ μαρτυρίες, τοποθετήθηκε ἐφημέριος ὁ πατέρας τοῦ Νεομάρτυρα καὶ ἐκεῖ γεννήθηκε τὸ 1758 ὁ Ἰωάννης, γι’ αὐτὸ καὶ κατὰ πολλούς, πῆρε τὴν προσηγορία Γουβιώτης. Ἀπὸ μικρὸς ὁ Ἰωάννης, προσπαθοῦσε νὰ μιμεῖται τὴν ζωὴ τοῦ ἱερέα πατέρα του, τὸν βοηθοῦσε στὶς δουλειὲς τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ πάντα θυμόταν ὅτι αὐτὸς ἦταν “παπᾶ υἱὸς” καὶ ἔπρεπε νὰ προσέχει τὴν συμπεριφορά του, ὥστε νά ‘ναι παράδειγμα γιὰ τὰ ὑπόλοιπα παιδιὰ τῆς ἡλικίας του.
Τὸ ἔτος 1770 οἱ ὀρδὲς τοῦ Ἀλβανοῦ Χατζῆ Ὀσμάν, ἀφοῦ κατέπνιξαν κάθε σημεῖο ἑλληνικῆς ἀντίστασης, ἔφτασαν καὶ στὶς Γοῦβες. Οἱ Ἀρβανίτες σκότωσαν τὸν πατέρα τοῦ Ἰωάννη καὶ ἐν συνεχείᾳ αἰχμαλώτισαν τὸν ἴδιο καὶ τὴν μητέρα του, ἐνῶ τοὺς πῆραν μαζί τους στὴν Λάρισα, ὅπου ἐκεῖ πουλήθηκαν δύο καὶ τρεῖς φορὲς ὁ καθένας ξεχωριστά. Ὕστερα ἀπὸ δύο χρόνια ξαναπουλήθηκαν ἀλλὰ αὐτὴ τὴν φορὰ ἀγοράσθηκαν ἀπὸ τὸ ἴδιο ἀφεντικό, ἕναν Τοῦρκο ποὺ εἶχε κτήματα καὶ ὑποστατικά.
Αὐτὸς ὁ Τοῦρκος δὲν εἶχε παιδιὰ καὶ βλέποντας τὰ χαρίσματα τοῦ Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ἦταν πολὺ ἔξυπνος γιὰ τὴν ἡλικία του, πρόθυμος, πειθαρχικὸς καὶ σβέλτος στὴν δουλειά, σκέφτηκε μαζὶ μὲ τὴν γυναίκα του νὰ τὸν κάνουν ψυχοπαίδι τους. Ἀπὸ τὴν στιγμή, λοιπόν, ἐκείνη, προσπαθοῦσε καθημερινὰ νὰ τὸν διαστρέψει ἀπὸ τὴν πίστη τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ τὸν κάνει Ὀθωμανό. Ἀρχικά, προσπάθησε μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις καὶ κατόπιν μὲ φοβέρες καὶ βασανισμούς, νὰ κάμψει τὴν ἀντίσταση τοῦ 15χρονου Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ὅμως ἔστεκε στερεὸς καὶ ἀκλόνητος στὴν χριστιανικὴ πίστη του.
Μία
μέρα ὁ ἀφέντης κουράστηκε νὰ παρακαλεῖ τὸν Ἅγιο νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ
θυμωμένος ὅπως ἦταν, τὸν ὁδήγησε στὴν αὐλὴ τοῦ Τζαμιοῦ. Ἐκεῖ μαζεύτηκαν
πολλοὶ Ἀγαρηνοί, ποὺ προσπαθοῦσαν μὲ χτυπήματα, φοβέρες καὶ σπαθισμοὺς
νὰ κάνουν τὸν Μάρτυρα νὰ τουρκίσει. Ἡ ἀπάντηση ὅμως τοῦ Ἰωάννη ἦταν
ξεκάθαρη: “Ἐγὼ δὲν γίνομαι Τοῦρκος. Χριστιανὸς εἶμαι καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω”.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ
τὸν Ἀγαρηνὸ καὶ ἡ γυναίκα του προσπαθοῦσε καθημερινὰ μὲ μαγεῖες καὶ
σατανικὰ γοητεύματα νὰ ξεμυαλίσει τὸν Ἅγιο ἢ νὰ τὸν κάνει νὰ κυριευτεῖ
ἀπὸ σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἔτσι νὰ τὸν τουρκίσουν. Ἀλλά, ὁ Ἰωάννης,
ἔχοντας τὸν Θεὸ μέσα του ἔμεινε καθαρὸς ἀπ’ ὅλα. Ἡ Θεία Χάρη τὸν φύλαξε ἀπ’ ὅλα τὰ διαβολικὰ τεχνάσματα τῆς γυναίκας τοῦ Ἀγαρηνοῦ.
Ἔφθασε ὅμως ἡ νηστεία τῆς Παναγίας, τὸν δεκαπενταύγουστο. Ὁ Τοῦρκος, μόλις κατάλαβε ὅτι ὁ Ἰωάννης δὲν ἤθελε νὰ χαλάσει τὴν νηστεία καὶ νὰ ἀρτυθεῖ, ἀποφάσισε νὰ τὸν κλείσει σ’ ἕνα στάβλο. Ἐκεῖ τὸν κλειδαμπάρωσε γιὰ ὅλο τὸ διάστημα τῶν 15 ἡμερῶν καὶ πότε τὸν κρεμοῦσε καὶ τὸν κάπνιζε μὲ ἄχυρα καὶ πότε τὸν χτυποῦσε μὲ τὸ σπαθὶ τοῦ προσπαθώντας νὰ τὸν κάνει νὰ φάει καὶ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία. Ἀλλὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὄχι ἁπλῶς δὲν ἔφαγε ἀρτυμένα φαγητά, ἀλλὰ οὔτε κἂν τὰ δοκίμασε καὶ παρακαλοῦσε καὶ προσευχόταν στὴν Παναγία νὰ τὸν βοηθήσει νὰ μὴν ἀρτυθεῖ, ἐνῶ προτιμοῦσε καλύτερα νὰ θανατωθεῖ παρὰ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία.
Ὁ ἀφέντης του, βλέποντας ὅτι δὲν πείθεται, τὸν ἄφηνε νηστικὸ 2 καὶ 3 ἡμέρες, χωρὶς νὰ τοῦ δίνει τίποτε νὰ φάει. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννη στεκόταν κοντὰ στὸν γιό της καὶ βλέποντάς τον ἀποκαμωμένο ἀπὸ τὰ βασανιστήρια καὶ ἀπὸ τὴ νηστεία, τὸν παρακινοῦσε νὰ φάει λέγοντάς του:
“Φάε, γιέ μου, ἀπὸ αὐτὰ τὰ φαγητὰ γιὰ νὰ μὴν πεθάνεις καὶ ὁ Θεὸς καὶ ἡ Παναγία σὲ συγχωροῦν, γιατί δὲν τὸ κάνεις μὲ τὸ θέλημά σου, ἀλλὰ ἀπὸ ἀνάγκη. Λυπήσου με καὶ ἐμένα τὴν φτωχὴ καὶ στενοχωρημένη μητέρα σου καὶ μὴ θελήσεις νὰ πεθάνεις παράκαιρα καὶ μὲ ἀφήσεις ἀπαρηγόρητη σ’ αὐτὴ τὴν σκλαβιὰ καὶ ξενιτιά”.
Στὶς παρακλήσεις αὐτὲς τῆς μητέρας του ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε:
“Γιατί κάνεις ἔτσι, μητέρα μου, καὶ γιὰ ποιό λόγο κλαῖς; Γιατί δὲν μιμεῖσαι καὶ σὺ τὸν Πατριάρχη Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θέλησε νὰ θυσιάσει τὸν μοναδικὸ γιό του, ἀλλὰ μόνο κλαῖς καὶ θρηνεῖς; Ἐγὼ εἶμαι παπᾶ υἱὸς καὶ πρέπει νὰ φυλάγω καλλίτερα ἀπὸ τοὺς γιοὺς τῶν λαϊκῶν τοὺς νόμους καὶ τὰ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί ὅταν δὲν φυλᾶμε τὰ μικρά, πῶς μποροῦμε νὰ φυλάξουμε τὰ μεγάλα;”.
Ὕστερα
ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπάντηση, ἐξαγριωμένος πιὰ ὁ Τοῦρκος, στὶς 19 Ὀκτωβρίου
1773 τοῦ ἔδωσε μία θανατηφόρα μαχαιριὰ στὴν καρδιὰ καὶ μετὰ ἀπὸ δύο
ἡμέρες ὁ Ἅγιος Ἰωάννης πέθανε καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὶς 21 Ὀκτωβρίου.