
«Καὶ εἶπε Μαριάμ· Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρί μου, ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ. Ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λουκ. 46-50). (: Καὶ εἶπεν ἡ Μαριάμ· Ἀνυμνεῖ καὶ δοξάζει ἡ ψυχή μου τὸ μεγαλεῖον τοῦ Κυρίου· καὶ ἐχάρη πολὺ τὸ βάθος τῆς καρδίας μου διὰ τὸν Θεόν, ποὺ ἔσωσε καὶ ἐμὲ μαζὶ μὲ ὅλον τὸ ἀνθρώπινον γένος. Ἀνυμνεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, διότι ἔρριψεν εὐμενὲς βλέμμα εἰς τὴν μικρότητα καὶ ἀσημότητα ἐμοῦ, ποὺ εἶμαι δούλη του. Καὶ διὰ τοῦτο ἰδού, ἀπὸ τώρα θὰ μὲ μακαρίζουν ὅλαι αἱ γενεαὶ τῶν πιστῶν).
Ἡ Ἀειπάρθενος εἶναι ἡ γυνή, «ἐξ ἧς πηγάζει τὰ κρείττω». Διότι εἶναι ἡ εὐεργέτις ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου Γένους. Χάρη στὴν ἰδική Της ἀρετή, ἐπισκέφθηκε τὴν γῆ ὁ Ὕψιστος Θεὸς καὶ σώθηκε ὁ κόσμος. Κανένας ἄλλος ἀπόγονος τῆς Εὔας δὲν εὐεργέτησε τόσο τὴν ἀνθρωπότητα, ὅσο ἡ στοργικὴ Αὐτὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ὑπέφερε Αὐτὴ καὶ ταλαιπωρήθηκε γιὰ τὴν σωτηρία ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος.
Αὐτὴ εἶναι καὶ εὐεργέτις τοῦ κάθε Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ προσωπικά. Ποιὸς πιστὸς Ὀρθόδοξος δὲν ὠφελήθηκε ἀπὸ τὴν Θεοτόκο; Ποιὸς Χριστιανὸς στὰ βάσανά του δὲν ἔτρεξε σὲ Αὐτὴν καὶ δὲν βοηθήθηκε θαυματουργικά; Σ’ Αὐτὴ δὲν καταφεύγουμε περισσότερο καὶ ἀπὸ τὴν μητέρα μας; Στὰ βάσανα ποὺ μᾶς κτυποῦν, «Παναγιά μου»! δὲν φωνάζουμε;
Πολλὲς προσευχὲς ἔχουν γραφτῆ γιὰ τὴν Παναγία μας. Ἰδιαίτερα οἱ Χαιρετισμοί, ὁ Μεγάλος Παρακλητικὸς καὶ ὁ Μικρὸς Παρακλητικός.
Ὁ Μικρὸς καὶ Μεγάλος Παρακλητικὸς Κανόνας στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, εἶναι ἀπὸ τὶς πιὸ λαοφιλεῖς Ἀκολουθίες τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὀνομάζονται «Παρακλητικοὶ» οἱ δύο Κανόνες στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ἐπειδὴ οἱ πιστοί, τὰ αἰσθήματα τῶν ὁποίων ἐκφράζουν οἱ Κανόνες, ἱκετεύουν καὶ παρακαλοῦν τὴν Παναγία μὲ τὶς μεσιτεῖες καὶ πρεσβεῖες Της πρὸς τὸν φιλάνθρωπο Θεὸ καὶ Υἱό της (“πολλὰ γὰρ ἰσχύει δέησις μητρὸς πρὸς εὐμένειαν Δεσπότου”), νὰ ἱκανοποιήση καὶ νὰ ἐκπληρώση τὰ φλέγοντα αἰτήματα τῶν προσευχῶν των πρὸς Αὐτὴν (“τάχυνον εἰς πρεσβείαν καὶ σπεῦσον εἰς ἱκεσίαν”).
Στὸ ἐκκλησιαστικὸ βιβλίο ΩΡΟΛΟΓΙΟ γράφεται ὅτι ὁ Μικρὸς Παρακλητικὸς Κανόνας εἶναι «Ποίημα Θεοστηρίκτου Μοναχοῦ». Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος (17 Μαρτίου), γεννημένος στὶς ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰώνα, καταγόταν ἀπὸ τὴν Βιθυνία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας κι ἔζησε στὰ χρόνια τῆς Εἰκονομαχίας. Νεώτατος ἔγινε μοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Θεολόγου, ποὺ ὀνομαζόταν Πελεκητή, ὅπου ἀργότερα ἐξελέγη καὶ ἡγούμενος. Ἡ καλὴ φήμη τῆς Μονῆς Πελεκητῆς καὶ ἰδιαίτερα τοῦ ἡγουμένου ἐνόχλησε τοὺς ἰσχυροὺς τῆς ἐποχῆς του καὶ θέλησαν διὰ τῆς βίας νὰ ἐπιβάλλουν τὶς αἱρετικές τους ἀπόψεις. Ἔτσι Μεγάλη Πέμπτη τὸ 763 μ.Χ., ποὺ τὸ πλῆθος τῶν μοναχῶν τελοῦσε τὴν θεία Λειτουργία, εἰσέβαλαν ἄγριοι στρατιῶτες, συνέλαβαν τοὺς μοναχούς, τοὺς φόνευσαν, πυρπόλησαν τὸ Μοναστήρι καὶ τὸν ἡγούμενο τὸν ἔστειλαν στὴν Κων/πολη. Δέσμιος κάτω ἀπὸ φοβερὲς συνθῆκες ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος φυλακίσθηκε μαζὶ μὲ ἄλλους Ὁμολογητές. Ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ: «Ἐπειδὴ δὲν συγκατατέθηκα μὲ τὴν αἵρεση ὁ βασιλιὰς πρόσταξε τοὺς στρατιῶτες νὰ μὲ βασανίσουν ἐκεῖνοι μοῦ ἀπέκοψαν τὴν ρίνα καὶ χρίσαντες ἔπειτα μὲ πίσσα τὰ γένειά μου μὲ κατέκαυσαν καθὼς μαρτυρεῖ ἡ ὄψις μου…».
Ἐδῶ μέσα ἀπὸ τὴ φυλακὴ σὰν μία φλογερὴ προσευχὴ ἀναπήδησε ἀπὸ τὴ καρδιὰ του ὁ Μικρὸς Παρακλητικὸς Κανόνας τῆς Παναγίας καὶ μὲ πόνο ψιθυρίζει: «Ἄλαλα τὰ χείλη τῶν ἀσεβῶν τῶν μὴ προσκυνούντων τὴν εἰκόνα σου τὴν σεπτήν». Στὸν χρόνο ἐπάνω πεθαίνει ὁ Κοπρώνυμος ἀπὸ Ἄνθρακα καὶ ἀνεβαίνει στὸν θρόνο τοῦ Βυζαντίου ὁ Λέων Δ΄, γυιὸς τοῦ Κοπρωνύμου, φυματικὸς καὶ ἀσθενικὸς στὸ σῶμα, εὔσπλαγχνος ὅμως στὴν ψυχή.
Ὁ Λέων Δ΄ δίνει πάλι ἐλευθερία στοὺς προσκυνητὲς τῶν σεβασμίων εἰκόνων καὶ ἐλευθερώνει ἀπὸ τὶς φυλακὲς ὅλους τοὺς εὐσεβεῖς.
Ὅταν ἔπαψε ὁ διωγμὸς ἐλεύθερος γύρισε στὸ ἐρειπωμένο Μοναστήρι του, ὅπου ἄλλοτε κατοικοῦσαν τὰ 780 λατρευτά του πνευματικὰ τέκνα. Σύντομα μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τὸ ξανάκτισε καὶ ἡ συνοδεία του ἔφθασε στὸν ἀριθμὸ τῶν 800 μοναχῶν. Ἔζησε ἐκεῖ μέχρι τὸ τέλος του περιβεβλημένος τὸν στέφανο τῶν γενναίων Ὁμολογητῶν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως.
Μέσα στούς διωγμούς καί στίς δοκιμασίες γράφτηκε αὐτός ὁ ἐξαίσιος Παρακλητικός Κανόνας τῆς Παναγίας μας, πού ἀξίζει να τόν διαβάζουμε ὅσο πιό συχνά μποροῦμε, επικαλούμενοι τήν βοήθειά Της.