Εἶναι χαρακτηριστικό, Χριστιανοί μου, τό σημερινό ἐπεισόδιο, πού περιγράφει τό Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα.
Κάποιος εἶχε τό παιδί του ἄρρωστο. Τό ἄφησε στό σπίτι κι ἔτρεξε νά δεῖ τόν Ἰησοῦ. Ὅταν Τόν συνάντησε τοῦ περιέγραψε τόν πόνο του. Ὁ Κύριος προθυμοποιήθηκε νά μεταβεῖ στήν οἰκία καί νά θεραπεύσει τό γιό του.
Μά ὁ πατέρας εἶχε πίστη βαθειά στόν Χριστό. Καί τόλμησε νά ζητήσει τήν ἀπό μακρυά θεραπεία. Ὄχι δέ μόνο αὐτό, ἀλλά -ἔχοντας διαβλέψει πώς ὁ Ἰησοῦς διέθετε ἀπεριόριστη δύναμη – τοῦ ἀνέπτυξε τήν δική του (φτωχή μπροστά στήν Θεϊκή δύναμη) ἐμπειρία : Τοῦ εἶπε πώς ὁ ἴδιος, δίνοντας ἐντολή στούς ὑπηρέτες του, μπορεῖ νά πραγματώνει αὐτό πού ἔχει ἀποφασίσει. Ἁπλᾶ, χωρίς πληθωρικά ἐπιχειρήματα, χωρίς λογικές ἀποδείξεις, χωρίς ἔπαρση, καί -κυρίως- χωρίς καμμιά ἀμφιβολία, ὁμολόγησε στόν Κύριο, τήν ἀπέραντη ἐμπιστοσύνη του σ’ Αὐτόν.
Καί ὁ Χριστός μας, βλέποντας τά βάθη τῆς ψυχῆς τοῦ πονεμένου πατέρα, ὄχι μόνο θεράπευσε τό παιδί, ἀλλά καί, μπροστά σέ ὅλους, ἐπαίνεσε τήν πίστη τοῦ ἑκατοντάρχου.
Μήπως ἆραγε, αὐτή ἡ πίστη δέν θἆταν κι’ ἕνα πρότυπο γιά τίς δικές μας προσευχές;
Συχνά προσευχόμαστε, ἐνῶ ταυτόχροντα ἀμφιβάλλουμε. Πολλές φορές ζητᾶμε κάτι ἀπό τόν Κύριο καί περιμένουμε ἐπιβεβαίωση σύμφωνα μέ τό θέλημά μας. Ἄλλοτε, στήν προσευχή μας δοξολογοῦμε ἤ εὐχαριστοῦμε, ἐνῶ οἱ ἀμφιβολίες μας ἐμποδίζουν τούς αἴνους μας νά φθάσουν ψηλότερα ἀπό τόν καπνό τοῦ θυμιατοῦ καί «ἐκλείπουν ὡσεί καπνός». Αὐτά δέν συμβαίνουν μόνον ἀπό τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Ὀφείλονται στό ὅτι στήν προσευχή μας ἀφήνουμε νά παρεισφρύουν ὀρθολογισμοί καί ὑπολογισμοί. Καί, ἀφοῦ τό ἀνθρώπινο μυαλό εἶναι πεπερασμένο καί ἀνεπαρκές, παγιδευόμαστε στήν ἀγωνία.
Ἐνῶ ὁ Κύριός μας μᾶς θέλει ἁπλούς, ὅπως τά παιδιά! Νά τοῦ ζητᾶμε μέ ἁπλότητα. Νά Τόν παρακαλοῦμε ὡς παιδιά Του. Νά τόν εὐχαριστοῦμε ἀνεπιτήδευτα. Νά Τόν δοξολογοῦμε μέ Ἀγάπη…