Σάββατο 1 Ιουλίου 2023

ΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΑΣ

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

'Ολίγα ιστορικά στοιχεία γιά τήν Τρανσυλβανία

 Ή Τρανσυλβανία άποτελεῖ τήν τρίτη παλαιά ήγεμονία τής Ρου­μανίας, ή όποία εύρίσκεται στό βορειοδυτικό μέρος αύτής. Πρό τής ώργανωμένης κοινοβιακής ζωής πού εισήλθε στήν Ρουμανία τόν 15ον αιώνα, είχε έδώ άναπτυχθή ό ήσυχασμός άπό τόν 11ov αιώνα. Δέν είχε όμως τίς προϋποθέσεις πού είχαν ἡ Μολδαβία καί ἡ Ούγγροβλαχία, γι' αύτό δέν άναπτύχθηκε έπαρκώς. Ό μεγαλύτε­ρος έχθρός ήταν οί προσηλυτιστικές διαθέσεις τών καθολικών, ούνιτών καί οί συνεχείς έπιδρομές τών βαρβάρων Ούγγρων.

Τόν 15ο αιώνα μνημονεύονται 20-30 κοινόβια μοναστήρια, καλά ώργανωμένα, πού διατηρήθηκαν μέχρι τόν 18ον αιώνα, όπότε κα­τόπιν ἡ πλειονότης αύτών κατεστράφησαν άπό τήν βασίλισσα τής Αύστρίας Μαρία Τερέζα κάί τήν Ούνία.

Ἔτσι δέν άναδείχθηκαν έδώ όσιοι τοῦ ύψους τοῦ όσίου Δανιήλ τοῦ Ήσυχαστού, τής όσίας Θεοδώρας τής Σύχλας καί άλλων ά­γιων άπό τήν Μολδαβία. 'Αναδείχθηκαν όμως μάρτυρες πολλοί καί όμολογηταί καί προστάται τής ορθοδόξου πίστεως. Τέτοιοι εί­ναι οί όμολογηταί ίεράρχαι Σάββας καί Ίορέστ, οί όσιομάρτυρες Βησσαρίων καί Σωφρόνιος, ό νεομάρτυς "Οπρεα καί άλλοι. 'Ελά­χιστα μοναστήρια διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα, ένώ άλλα, άφοῦ πυρπολήθηκαν καί διαλύθηκαν άπό τούς ούνίτας, ιδρύθηκαν πάλι άργότερα.

'Αποτελούν άληθινές πνευματικές οάσεις γιά τούς τρανσυλβανούς σήμερα, τών όποιων ἡ πίστις καί ἡ άγάπη στήν έκκλησία καί τήν παράδοσι της είναι παροιμιώδης. Συνολικά ιδρύθηκαν, καθ' ό­λη τήν περίοδο άπό τόν 11ο αιώνα καί εντεύθεν 200 μοναχικά κτί­σματα, δηλαδή σκήτες, μοναστήρια καί κελλία, κυρίως στήν βό­ρειο Τρανσυλβανία, όπου το ρουμανικό στοιχείο είναι έπάνω άπό 95%. Τα περισσότερα άπ' αύτά ιδρύθηκαν μέ τίς προσωπικές θυ­σίες τών έγγάμων κυρίως ιερέων καί τών πιστών χριστιανών. Ελάχιστα άποτελούν κτιτορικά έργα άρχόντων τής Ούγγροβλαχίας ἤ Μολδαβίας. Πολλά άπ' αύτά, μετά τήν πυρπόλησι ἤ έρείπωσί των άπό τούς έχθρούς τής πίστεως, μεταβλήθηκαν σέ ενοριακές έκκλησίες καί έτσι λειτουργούν μέχρι σήμερα.

Άπό τά ελάχιστα μοναστήρια πού λειτουργούν μέ ολίγους κατά κανόνα μοναχούς, μετά άπό άλλεπάλληλες άνακαινίσεις των, θά μνημονεύσουμε μερικά εξ αύτών, κάπως έκτενώς, τά όποια καί ε­πισκεφθήκαμε.

 

1) Τό μοναστήρι Σίμπατα ντε Σιούς

Ταξιδεύοντας μέ τό τραίνο τρεις περίπου ώρες βορειοδυτικά, φθάνουμε στήν πόλι Φαγκαράς. Σέ άπόστασι 30 χιλιομέτρων, κον­τά στό ομώνυμο χωριό, εύρίσκεται τό έν λόγφ μοναστήρι.

Ή πρώτη έκκλησία, φτιαγμένη άπό ξύλο, έχρονολογεῖτο άπό τό 1656 καί ήταν έργο τοῦ ήγεμόνος Πρέντα Μπρινκοβεάνου. Τό 1696 ό άνεψιός του ήγεμών Κωνσταντίνος ήγειρε τήν πέτρινη έκ­κλησία, άργότερα τά κελλιά καί έβοήθησε νά άναδειχθή ἡ Μονή κέντρο πνευματικής μορφώσεως. Πλησίον αύτής στό ομώνυμο χω­ριό είχε καί τό παλάτι του προκειμένου ό ίδιος νά προΐσταται στά έργα ζωγραφικής, τυπογραφίας καί σχολών κατηχήσεως πού είχε δημιουργήσει στήν Μονή.

Τό 1762 οί ούνῖται ούγγροι έκαυσαν τήν Μονή μέ αρκετές άλλες καί παρέμεινε έτσι σέ έρείπια έπί 150 χρόνια. Μόλις τό 1922, μετά τήν ένσωμάτωσι της Τρανσυλβανίας μέ τίς άλλες δύο ήγεμονίες, έ­γινε ἡ άναστήλωσις τών έρειπίων τής Μονής ύπό τοῦ μητροπολίτου Άρντεάλ Νικολάου Μπάλαν. Οί τελευταίες άνακαινίσεις καί νέες οικοδομές γιά μουσείο, έργαστήρια άγιογραφίας κλπ. έγιναν τό 1963.

Ὅλα τά νέα κτίρια τής Μονής ευρίσκονται σέ άπόστασι 500 μέ­τρων άπό τήν μοναστηριακή έκκλησία. Τό μουσείο τους έχει είκόνες κυρίως άπό τζάμι. Ή τέχνη αύτή είναι ντόπια καί πολύ διαδε­δομένη έκεῖ. Οί μορφές τών άγίων σχεδιάζονται πρώτα στό τζάμι καί ό άγιογράφος ζωγραφίζει τίς μορφές άπό τό δπισθεν μέρος τού τζαμιού μέ τά κατάλληλα χρώματα. Είναι χωριάτικη ζωγραφική, άλλ' ὅμως γιά τούς έντοπίους χριστιανούς άποτελεῖ ένα άπό τά βασικώτερα μέσα εκφράσεως τού θρησκευτικού των συναισθήματος.

Σήμερα ἡ Μονή έχει 12 μοναχούς μέ ήγούμενο τόν άρχιμ. Βενια­μίν. Οί πατέρες περισσότερο άσχολοῦνται μέ τήν ζωγραφική εικό­νων σέ τζάμι, μέ τούς κήπους καί τήν κτηνοτροφία. "Ενας άπό τούς πλέον δραστήριους καί άγιους ίερομονάχους είναι ό έκ γενε­τής τυφλός π. Θεόφιλος. Ήλικίας τώρα 56 έτών, γεμάτος θερμή ά­γάπη γιά όλους, είναι ό ξεναγός τής Μονής, ό φλογερός ίεροκήρυξ του θείου λόγου, ό μεταφραστής δεκάδων βιβλίων στήν γλώσσα του άπό τρεις άλλες γλώσσες: τήν γερμανική, άγγλική καί γαλλι­κή.

Μάς ύποδέχθηκε μέ πρωτοφανή χαρά καί ώμίλησε στήν έκκλη­σία γιά τόν ερχομό μας καί τήν άνάγκη άμοιβαίας επισκέψεως ρου­μάνων καί έλλήνων μοναχών γιά νά συσφίγγωνται καί οί πνευματι­κοί δεσμοί τών δύο όρθοδόξων χωρών. Τόν θαυμάσαμε γιά τίς πολλες άρετές του. Ειρηνικός, πράος, χαρούμενος σάν ένα μικρό παι­δί, πρόθυμος νά μάς άναπαύση, νά μάς ξεναγήση καί νά μάς είπή λόγους πνευματικούς. Σπούδασε εξ ακοής τά στοιχειώδη γράμμα­τα καί τέλος τήν θεολογία. "Εμαθε μόνος του μέ τήν βοήθεια τυφλού συστήματος γραφής τρεις γλώσσες. Τήν νηπτική καί πατερική θεολογία διδάχθηκε άπό κασσέτες στίς όποιες είχε γράψει όλη τήν φιλοκαλία κάι άλλα πατερικά κείμενα. Σήμερα είναι ένας άπό τούς μεγαλύτερους πνευματικούς διδασκάλους τής Ρουμανικής Έκκλησίας. "Ολα τά έργα του τά άρχίζει καί τελειώνει μέ τόν Χρι­στό. Είναι ένας πραγματικός φίλος τοῦ Χριστού, όπίος τό λέγη καί τό όνομά του.

Θά τόν γνωρίσουμε καλλίτερα μέσα άπό τίς άπαντήσεις του πού έδωσε σέ διάφορα έρωτηματά μας.

 

2) Πνευματική συζήτησις μέ τόν ίερομ. π. Θεόφιλο

   Πάτερ Θεόφιλε, ποιός είναι ό βασικώτερος ρόλος τού μονα­χισμού στήν Έκκλησία μας;

   Οί μοναχοί ώνομάσθηκαν άπό τούς 'Αγίους Πατέρας «έπίγειοι άγγελοι». Αύτοί έχουν στήν γή τόν ίδιο σκοπό πού έχουν καί οί άγγελοι στόν ούρανό· νά δοξάζουν άκατάπαυστα τόν Θεό, νά Τόν ομολογούν ενώπιον τών άνθρώπων μέ τόν λόγο, μέ τό παράδειγμά των, νά προοδεύουν στήν όδό τής τελειότητος καί νά βοη­θούν τούς άνθρώπους στή όδό τής σωτηρίας.

   Ποία είναι τά άναγκαιότερα γιά τήν σωτηρία μας πνευματι­κά έργα;

   Κάθε τι πού κάνουμε μέ πολύ καλό σκοπό είναι άναγκαϊο. Καί ή τακτική προσευχή, ή συμμετοχή στίς άγιες άκολουθίες, ή έξομολόγησις τών λογισμών, ή ύπακοή, ή έργασία, ή σιωπή, ή νήψις, ή νηστεία, ή ταπείνωσις καί όλα τά παρόμοια. Καθένα ξεχωρι­στά καί όλα μαζί είναι καί μπορούν νά γίνουν πολύ άπαραίτητα. «Πάσαν τήν ζωήν ήμών Χριστώ τω θεώ παραθώμεθα».

   Πώς μπορούμε ν' άποκτήσουμε τήν άδιάλειπτη καρδιακή προσευχή, ή όποία είναι ένα έργο άγγελικό;

   Μπορούμε νά τήν άποκτήσουμε μέ τήν χάρι του Θεού, κατά τό μέτρο τών προσπαθειών μας. Ή έπιμονή φέρει τήν συνήθεια, έ­νώ ή συνήθεια οδηγεί, όσο είναι δυνατόν, στήν άδιάλειπτη προσευχή. "Ομως δέν πρέπει νά έννοοῦμε τήν προσευχή σάν μία συνεχή έπανάληψι ένός καθορισμένου τύπου, άλλά προπαντός σάν μία κατάστασι, δηλαδή παντοτεινή έπίγνωσι καί συναίσθησι τής παρου­σίας τοῦ Θεοῦ, άπό τήν όποία πηγάζει αύθόρμητα ή μεγαλωσύνη τοῦ Θεοῦ.

  Ό μοναχός πού είναι στήν ύπακοή καί ιδιαίτερα ό Πνευματι­κός πού διακονεί τούς άλλους καί βοηθει τούς πιστούς εύκαίρως άκαίρως στήν όδό τής σωτηρίας καί δέν έχει καιρό γιά τίς έκκλησιαστικές άκολουθίες, ούτε γιά προσευχή στό κελλί του, μπορεί νά σωθή μέ αύτό τό έργο;

  Κάθε τι πού κάνουμε έπ' ονόματι τοῦ Θεοῦ, είναι γιά τήν δό­ξα τοῦ Θεοῦ καί συνεπώς, μπορούμε νά έχουμε έλπίδα σωτηρίας, χωρίς όμως νά στηρίζουμε τίς έλπίδες μας στό έργο πού μποροῦμε νά κάνουμε.

  Επειδή είσθε τυφλός έκ γενετής, πάτερ Θεόφιλε, είπέτε μας, σάς παρακαλοῦμεν, πώς μπορέσατε νά σηκώσετε μέ χαρά αύτή τήν δοκιμασία τοῦ σταυροῦ, τόν όποιο σάς έχάρισε ό Κύριος; Σέ τί πράγμα εύρήκατε παρηγοριά καί πνευματική άνάπαυσι;

  Έγώ πράγματι εισήλθα στήν γνώσι τοῦ έαυτοῦ μου χωρίς όρασι σωματική. Αύτό σημαίνει λοιπόν γιά μένα ότι ή στέρησις τής σωματικής μου άκεραιότητος είναι ή κανονική διάπλασις τής ύπάρξεώς μου, ένώ ή ζωή μου λογίζεται κανονική μέσα στά δρια τής στερήσεως τοῦ φωτός μου. 'Απόδειξι αύτής τής πραγματικότητος άποτελεῖ τό γεγονός ότι έγώ άπό τούς άλλους διδάχθηκα ότι είμαι τυφλός, χωρίς όμως νά μπορέσω ποτέ νά άντιληφθώ τί είναι ή όρασις τών ματιών στήν πραγματικότητά τους, πού έμπειρικά είναι γνωστή σ' όλους αύτούς πού έχουν τήν ικανότητα νά βλέπουν. Πι­στεύω ότι είναι καλό νά διευκρινίσω έδώ ότι καί έγώ έχω ένα πολύ έλάχιστο ποσοστό δράσεως καί συγκεκριμένα: κάνω τήν διάκρισι μεταξύ φωτός καί σκότους καί ότι τό φώς δέν είναι ομοιογενές, άλ­λά λαμβάνει τίς άποχρώσεις τών πραγμάτων στά όποια πέφτει. "Ε­χω καί άντίληψι τοῦ φωτός καί τής σκιάς, όσον άφορα μέ τά άντικείμενα πού είναι πιό κοντά μου. Μέ τόν τρόπο αύτό έπισημαίνω τά γύρω μου άντικείμενα, χωρίς νά μπορώ νά προσδιορίσω τί άντικείμενα έχω μπροστά μου. Διακρίνω άκόμη καί τίς άποχρώσεις τών χρωμάτων, έάν κλίνουν πρός τό άνοικτό ή τό σκούρο. "Ετσι γιά ε­μένα τό κίτρινο είναι τό 'ίδιο μέ τό άσπρο ένώ τό μπλέ όμοιο μέ τό μαῦρο.

Δέν αισθάνθηκα ξένος καί μόνος στόν κόσμο, λόγω τής τυφλότητός μου, διότι πάντοτε μοῦ συμπαρίσταντο φιλάδελφοι άνθρω­ποι. 'Ανθρώπινη παρηγοριά δέν μοῦ έδωσε κανείς, διότι δέν μοῦ ή­ταν άναγκαία. Ό πλέον άνεκτίμητος βοηθός μου γιά τήν προσωπι­κή μου γαλήνη καί ήσυχία, στήν κατάστασι πού εύρίσκομαι, ήταν πάντοτε ή πίστις στόν Θεό. Μέ έβοήθηκε καί μέ βοηθή πολύ καί ή μόρφωσις. Αύτά γιά έμένα δημιουργούν ένα πνευματικό περιεχόμε­νο άπό τό όποιο προσφέρομαι στόν Θεό μέ εύχαριστίες.

  Πώς χωρίζετε τόν χρόνο σας γιά τήν προσευχή, τό διακόνημα, ήν άνάγνωσι καί τήν άνάπαυσι;

  Λαμβάνω μέρος στίς άκολουθίες τής Μονής, ένώ τήν προ­σωπική μου προσευχή έπιτελώ τίς πρωινές ώρες. Δέν έχω συγκε­κριμένο διακόνημα, άλλά κάνω ό,τι μπορώ μέσα στό χώρο τής Μονής. Ή αρχή μου είναι: «Τό πάν γιά τόν Θεό μέ τόν Θεό». Δέν άπαριθμώ τίς μετάνοιες (προσκυνητές ή έδαφιαῖες), διότι δέν μέ εν­διαφέρει τόσο ή ποσότης όσο ή ποιότης τους. "Εχω πεποίθησι ότι δέν πληγώνω τόν Θεό, όταν δέν κατορθώσω νά ολοκληρώσω τό πρόγραμμα τής προσωπικής μου προσευχής. Κάνω ό,τι είναι δυνα­τόν καί έχω τήν πληροφορία ότι δέν θά μέ τιμωρήση ό Θεός, διότι εργάσθηκα μέ τίς δυνάμεις πού 'Εκείνος μού έδωσε.

  Ποιές προσευχές συνηθίζετε νά διαβάζετε περισσότερο, ποιές σάς άναπαύουν τήν ψυχή καί σάς ενώνουν μέ τόν Χριστό;

   'Εκτός άπό τίς προσευχές στήν έκκλησία, άγωνίζομαι καί στό κελλί νά κάνω αύτά πού δέν κάνω στήν έκκλησία, δηλαδή 'Α­πόδειπνο καί Μεσονυκτικό. Μέ τό 'Απόδειπνο διαβάζω τήν Παράκλησι τής Παναγίας, τρία καθίσματα τήν ήμέρα καί τόν Κανόνα τής Θεοτόκου. Τήν νεορά προσευχή λέγω πάντοτε καί προτρέπω καί τούς άλλους νά κάνουν τό ίδιο, άλλά δέν κάνω καταγραφή κομποσχοινιών καί μετανοιών. Τό κάθε τι έπιτελεῖται στόν καιρό του ύπακούοντας στήν άρετή τής καλής συνήθειας, κατά τρόπο ο­μαλό καί χωρίς άδιάκριτη βία Δέν μπορώ νά ειπώ ποιές συγκεκρι­μένα προσευχές μοῦ δίνουν περισσότερη χαρά ή ποιές θά μοῦ δώ­σουν έλπίδα. 'Εγώ κάνω τό κάθε τι μέ πόθο γιά νά ύπηρετήσω τόν Θεό, γιά νά σωθώ καί νά τελειωθώ. Δέν έχω πάντοτε χαρά μέ αύτά πού κάνοι, ούτε μπορώ νά ίσχυρίζωμαι ότι προτιμώ τήν τάδε ή τήν τάδε προσευχή, διότι καί άπ' αύτές τίς φαινομενικά άσήμαντες, ενίοτε αισθάνομαι περισσότερη ώφέλεια παρά άπό τίς άλλες.

  Είπέτε μας μερικά λόγια γιά τήν σπουδαιότητα τής Θείας Λειτουργίας. Ποιός ό ρόλος της γιά τήν πνευματική μας τελειοποί- ησι;

   Δέν ύπάρχει άλλος ρόλος γιά τούς μοναχούς καί άλλος γιά τούς λαϊκούς. Κατόπιν ό άγιαστικός σκοπός τής Θείας Λειτουρ­γίας δέν πραγματοποιείται αύτομάτως, άλλά σταδιακά καί κατά τό μέτρο τής συμμετοχής μας σ' αύτήν. Ή Θεία Λειτουργία παρέ­χει ώφέλεια μόνο σ' αύτούς πού γνωρίζουν τήν πνευματική της ά­ξια, γι' αύτούς πού πιστεύουν ότι ό Χριστός είναι ό ίδιος παρών στήν Θεία Λειτουργία καί ποθούν νά ένωθούν μέ τό Σώμα καί τό Αί­μα Του. Όπότε ούσιαστικά ωφελούνται όσοι συμμετέχουν ένεργώς σ' αύτήν. Διαφορετικά ή Λειτουργία είναι μία άπλή τελετή, χωρίς πνευματική δύναμι καί νόημα, μάλιστα γίνεται καί πληκτική γι' αύ­τούς πού δέν είναι συνηθισμένοι νά συμμετέχουν διαρκώς καί δέν γνωρίζουν τήν σημασία καί τόν σκοπό της.

  Τί γνώμη έχετε γιά τήν θορυβώδη έξάπλωσι τών αιρέσεων κατά τίς τελευταίες δεκαετίες;

  Πιστεύω ότι ή έξάπλωσις τών αιρέσεων οφείλεται στήν έλλειψι μιάς ορθοδόξου αύθεντικής ζωής. Πολλοί άπό τούς θεωρημέ­νους ορθοδόξους δέν γνωρίζουν κάν ότι άνήκουν τήν 'Ορθοδοξία, πράγμα πού σημαίνει ότι δέν συμμετέχουν καί δέν γνωρίζουν τί εί­ναι ή 'Ορθοδοξία. Πολλοί άπό τούς ορθοδόξους δέν γνωρίζουν τά άσύγκριτα δώρα τής 'Ορθοδοξίας μπροστά στίς άλλες οργανώσεις καί χριστιανικές κοσμοθεωρίες. Συμπερασματικά μπορώ νά ειπώ ότι δέν εισχωρούν οί ορθόδοξοι στίς αιρέσεις, άλλά αύτοί πού δέν έ­χουν καμμία θρησκευτική έξάρτησι μέ τήν Έκκλησία τού Χριστού. "Ενας άληθινός όρθόδοξος είναι καί θά παραμείνη όρθόδοξος καί άποβλέπει πώς νά προοδεύση στήν ορθόδοξο πίστι καί ζωή.

  Πάτερ Θεόφιλε, μέ ποιά άρετή στεφανώνει περισσότερο ό Θεός τήν ζωή τού μοναχού, άλλά καί τού λαϊκού χριστιανού;

  Τόσο τούς μοναχούς όσο καί τούς λαϊκούς στεφανώνει ό Θε­ός μόνο όταν άγωνισθοῦν γιά τήν άγιότητα τής ψυχής των. Νά ζη­τάμε λοιπόν τήν ειρήνη καί τόν άγιασμό στήν ζωή μας, χωρίς τά ό­ποια κανείς δέν μπορεί νά ίδή τόν Κύριο.

  "Εζησαν ένάρετοι μοναχοί στό μοναστήρι σας, πάτερ Θεόφι­λε;

     Πατέρες, έμεῖς δέν έχουμε μοναχική παράδοσι στήν Τραν­συλβανία. Είμεθα μόλις στήν άρχή. Πρέπει νά σκεφθούμε σέ τί δύ­σκολες καταστάσεις έζησαν οί τρανσυλβανοί στό παρελθόν γιά νά άντιληφθοῦμε ότι ήταν άδύνατο τότε νά ζήση κανείς ώς έρημίτης στά βουνά. Περίπου 175 μοναστήρια καί έκκλησίες έκάησαν καί κατεστράφησαν άπό τά πυροβόλα τών αύστριακών. Καί τό μονα­στήρι μας κτυπήθηκε άπό τά πυρά τους, άλλά δέν έπέτυχαν νά τό καταστρέψουν τελείως. Έπυρπόλησαν καί κατεδάφισαν μόνο τόν τροῦλλο τής έκκλησίας καί τό μοναστήρι μας παρέμεινε έγκαταλελειμένο σέ έρείπια άπό τό 1785 μέχρι τό 1925, όπότε ό μητροπολί­της Νικόλαος άρχισε τίς έπισκευές. Μόλις τό 1934 σχηματίσθηκε μία μικρή κοινοβιακή άδελφότης. Τώρα είμεθα περίπου 20 πατέρες καί αδελφοί. Γι᾿  αύτό δέν μπορεί νά γίνη λόγος γιά άγιασμένους μο­ναχούς στό μοναστήρι μας.

  Πάτερ Θεόφιλε, δώστε καί σ' έμάς μία πνευματική συμβουλή γιά τήν σωτηρία μας.

   "Ολοι είμεθα καλεσμένοι νά γίνουμε μαθηταί τοῦ Χριστοῦ. Τί σημαίνει νά είσαι μαθητής; Νά διευθύνεσαι άπό άλλον, νά ύπακούης σέ κάποιον, νά μή κάνης τίποτε μέ τό θέλημά σου. Νά ύποτάσσουμε τήν λογική μας στήν λογική τοῦ Χριστού. Άπό έδώ αρχίζει ή μαθητεία μας κοντά στόν Χριστό. Άπό έδώ άρχίζει ή ζωή έν Χρι­στώ. "Οπως έκαναν οί μαθηταί τοῦ Κυρίου, νά κάνουμε καί έμεῖς. "Ας άφήσουμε νά κατευθύνη τήν ζωή μας ό Χριστός. Αλλιώς δέν θά είμεθα μαθηταί Του. Ό Χριστός έκάλεσε όλους νά γίνουν μαθη­ταί Του, άλλά όχι καί άπόστολοί Του. Νά ένθυμούμεθα αύτόν πού θεράπευσε καί διέταξε κατόπιν ό Κύριος: «Πήγαινε στό σπίτι σου καί διηγήσου όσα έπετέλεσε σέ σένα ό Θεός». 'Ιδού μία πρόσκλησις, μία ύπηρεσία, μία μαθητεία. Λοιπόν, νά έρωτάμε τόν έαυτόν μας: διατηροῦμε τήν στάσι μαθητείας ένώπιον τοῦ Χριστοῦ; Γνωρίζουμε τί ζητά άπό έμάς ό Χριστός; 'Εκπληρώνουμε τόν έπί γής σκοπό μας; Νά ζοῦμε έτσι όπως έζησαν οί μαθηταί Του, γιά νά μποροῦμε νά είποῦμε καί έμείς, ό,τι είπε ό Απόστολος Παῦλος: «Νά γίνετε μαθηταί μου, όπως καί έγώ τοῦ Χριστού». 'Εάν καταπατού­με τίς εντολές τοῦ Χριστοῦ, καταπατοῦμε ούσιαστικά τόν "Ιδιο. Ό νοῦς μας δέν πρέπει μόνο νά συνομιλή μέ τόν Χριστό, άλλά νά ύποτάσσεται σ' Αύτόν χωρίς λόγια. Νά ένθυμούμεθα άκόμη καί τήν άπάντησι τοῦ μαθητοῦ Του στόν "Ιδιο: «Κύριε, ποῦ νά ύπάγωμεν διό­τι έσύ έχεις ρήματα ζωής αιωνίου». Αύτή τήν έπίγνωσι νά έχουμε καί έμείς. Έάν τήν έχουμε είμεθα μαθηταί Του. Αύτός πού δέχεται τούς λόγους Του, δέχεται τόν Χριστό, διότι ό Θεός είναι κρυμμένος στίς έντολές Του. Νά άγωνιζώμεθα νά τηρούμε τίς έντολές Του, γιά νά άποδείξουμε ότι είμεθα μαθηταί Του. Είθε νά μή γίνουμε δού­λοι τών έργων τοῦ κόσμου. Πρέπει νά είμεθα πεπεισμένοι ότι ή άλήθεια είναι έκεῖ στήν 'Αγία Γραφή καί όχι στό μυαλό μας. Νά έπιτελούμε τόν σκοπό μας, έκεῖ όπου είμεθα καλεσμένοι άπό τόν Χρι­στό. Είθε νά μάς φωτίζη ή Χάρις τοῦ 'Αγίου Πνεύματος γιά νά γνω­ρίσουμε τό κάλεσμα, τόν έπίγειο σκοπό μας καί νά μπορούμε νά άκολουθοῦμε τίς έντολές Του.

Εντυπωσιασμένοι άπό τήν σοφία των λόγων τοῦ πατρός Θεοφί­λου άναχωρήσαμε μέ τήν εύχή του γιά τό διπλανό χωριό.

 

3) Ή επίσκεψις στό χωριό Σίμπατα ντέ Σιούς

Τό χωριό Σίμπατα ντέ Σιούς, πού στά έλληνικά σημαίνει «τό υ­ψηλό Σάββατο», άπέχει άπό τήν ομώνυμη Μονή 9 χιλιόμετρα καί έχει δύο ένορίες. Στήν μία έφημερεύει ό π. Στέφανος Ποπίκα, έγγα­μος ιερεύς καί νέος κληρικός. Είναι θεολόγος, δραστήριος καί έχει σέ ύψηλό βαθμό τήν άρετή τής φιλοξενίας καί φιλαδελφίας. Ό έρχομός μας προκάλεσε πανήγυρι στό σπίτι τους.

Καθώς μάς έπληροφόρησε, ή θρησκευτική ζωή στό χωριό του καί κατ' έπέκτασι σ' όλα τά χωριά τής Τρανσυλβανίας είναι έντονη καί έκδηλώνεται μέ ποικίλους τρόπους άπό τούς πιστούς. "Οπως στήν Ελλάδα, έτσι καί έκεῖ τελούν άγρυπνίες στήν έορτή Γεννήσε­ως τοῦ Χριστού, στά Θεοφάνεια καί τό Πάσχα. Τήν ήμέρα τών Θεοφανείων όπου τελείται ό Μέγας 'Αγιασμός ραντίζουν μέ αύτόν τά σπίτια, τά χωράφια, τίς έκκλησίες καί τά έργαστήριά τους. Ό Μέ­γας 'Αγιασμός γίνεται συνήθως σέ παραπλήσιο ποταμό ή λίμνη ή μεγάλη δεξαμενή, όπου πηγαίνουν όλοι οί πιστοί. Τήν ήμέρα άγιασμοῦ τών σπιτιών άπό τόν ιερέα τοῦ χωριοῦ μας, ντύνονται όλοι στά γιορτινά καί μέ άναμμένα κεριά ύποδέχονται τόν παπά μέ ανοικτές τίς πόρτες καί τίς καρδιές... 'Αφού ό ιερεύς ραντίσει τό σπίτι καί τούς ιδίους, τότε όλη ή οικογένεια τόν συνοδεύει μέχρι τό διπλανό σπίτι.

"Οταν τελοῦνται Μυστήρια, όπως γάμος, βάπτισις κλπ. έκδηλώνουν οί πιστοί τήν χαρά τους μέ πατριωτικούς χορούς καί τραγούδια, δπως συμβαίνει άλλωστε καί στήν Ελλάδα. Μετά άπό ένα Μυστήριο, ευλογεί ό ιερεύς τήν τράπεζα τών καλεσμένων, κάθεται λίγα λεπτά γιά νά εύχηθή καί φεύγει χωρίς νά καθήση γιά φαγητό.

Ό ιερεύς στό Μυστήριο είναι ύποχρεωμένος νά κηρύξη. Οί ίδιοι οί χριστιανοί τοῦ έπιβάλλουν νά κηρύξη καί έάν άρνηθή δέν τελούν τό Μυστήριο μέ αύτόν άλλά μέ άλλον πού θά δεχθή νά είπή τό κήρυγ­μα. Στήν Τρανσυλβανία έάν ό παπάς τής ένορίας δέν κηρύττη, οί ένορῖται διαμαρτύρονται στόν οικείο Επίσκοπο καί ζητούν έπιμόνως ή νά άντικατασταθή ή νά ύποσχεθή ότι θά κηρύττη.

Στήν έκκλησία προσφέρουν ώς δώρα προσφορές, κρασί, κερί, λάδι καί χαρτί ονομάτων γιά μνημόνευσι ζώντων καί νεκρών. Στήν διάρκεια τής Θείας Λειτουργίας γονατίζουν δλοι στήν ώρα άναγνώσεως τοῦ 'Ιερού Εύαγγελίου, στό «Σέ ύμνοῦμεν...» στό «"Αξιό ε­στίν...» καί στό «Μετά φόβου Θεοῦ πίστεως...». "Οταν κάποιος έορτάζη, πηγαίνει στήν έκκλησία χρήματα, πρόσφορο καί κερί. Τό βράδυ έπισκέπτονται μεταξύ των στά σπίτια των τούς εορτάζοντας καί ψάλλουν ένα ύμνο παρόμοιο μέ τά κάλαντα μέ τόν όποιο εύ­χονται τά «Χρόνια Πολλά» στόν έορτάζοντα. Σέ τέτοιες έπίσημες ήμέρες καί έορτές φορούν τίς τοπικές τους ένδυμασίες, πού ομοιά­ζουν μέ τίς έλληνικές φουστανέλλες, ένώ τό γελέκο τους είναι γε­μάτο άπό σειρήτια καί κεντητά σχέδια.

"Οταν πρόκειται νά γίνουν εγκαίνια ναών, συμμετέχουν πλήθος πιστών άπό τίς γειτονικές περιοχές. 'Υποδέχονται τούς Επισκό­πους, όπως τόν Χριστό. Στρώνουν χαλιά στόν δρόμο άπό όπου θά περάση, ρίχνουν λουλούδια, κρατούν στά χέρια τους άναμμένα κε­ριά, σταυρούς καί είναι δλοι ντυμένοι μέ τίς άσπρες κεντητές ένδυ­μασίες τους. Μερικοί άπό τούς νέους μέ στολισμένα άλογα βγαί­νουν στήν είσοδο τοῦ χωριού γιά τήν ύποδοχή τοῦ 'Επισκόπου, τόν όποιον καί συνοδεύουν τιμητικά μέχρι τήν ε'ίσοδό του στήν έκκλη­σία. Αύτό τό έθιμο έπικρατεῖ περισσότερο στά χωριά τής Μολδα­βίας καί Τρανσυλβανίας.

"Εχουν ιδιαίτερη άγάπη γιά τούς νεκρούς, προσφιλή πρόσωπα, κτίτορας 'Ιερών Μονών, εύεργέτας αύτών, ήγεμόνας, μοναχούς κλπ. Γι' αύτό κάθε ήμέρα στά μοναστήρια καί κάθε Κυριακή στίς ε­νορίες φτιάχνουν κόλλυβα καί ψάλλουν όλοι μαζί τό «Αιωνία ή μνήμη αύτών».

Στήν Τρανσυλβανία κοινωνούν τών 'Αχράντων Μυστηρίων συ­χνότερα καί μέ όλιγώτερη νηστεία, άπό ό,τι γίνεται στήν Μολδα­βία. Διότι στήν Μολδαβία νηστεύουν πολύ καί κοινωνοῦν οί πιστοί μόλις 4 φορές τόν χρόνο.

Οί Τρανσυλβανοί, όπως είπαμε, άγαπούν τό κήρυγμα, ένώ οί Μολδαβοί τήν έκκλησιαστική άκολουθία, τήν προσευχή, τήν νη­στεία. Πολλοί άπ' αύτούς κρατοῦν μέχρι σήμερα τό τριήμερο τής νηστείας πρό τής εισόδου στήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή. 'Επίσης, ώς γνωστόν, οί Μολδαβοί άγαποῦν πολύ τό ψαλτήρι καί τούς Χαι­ρετισμούς τών 'Αγίων, τήν ήσυχαστική ζωή, γι' αύτό έκεῖ άναπτύχθηκε εύκολώτερα ό ήσυχασμός καί ή άσκησις.

Οί χριστιανοί τής Τρανσυλβανίας είναι δλοι ψάλται. Είναι αδια­νόητο γι' αύτούς νά έκκλησιάζωνται μέ τό στόμα κλειστό. 'Εάν δέν ξέρουν νά ψάλλουν, δέν πηγαίνουν στήν έκκλησία. Ή έκκλησιαστική τους μουσική είναι ή βυζαντινή μέ έντόπιες επιδράσεις. Τίς τελευταίες δεκαετίες εισήχθη καί έδώ σχεδόν παντοῦ για τήν Θεία Λειτουργία ή ευρωπαϊκή μουσική.

 

4) Ή επίσκεψις στήν 'Αρχιεπισκοπή Σιμπίου

Μετά τό ανωτέρω χωριό άναχωρήσαμε μέ τόν ιερέα π. Στέφανο Ποπίκα γιά τήν πόλι Σιμπίου, ή όποία άπέχει άπό τό Φαγκαράς 60 χιλιόμετρα. Είναι έδρα τοῦ Μητροπολίτου ολοκλήρου τής Τραν­συλβανίας. Σήμερα Μητροπολίτης είναι ό Σεβασμιώτατος κ. 'Αν­τώνιος Πλαμαντεάλα, πρώην 'Επίσκοπος στό Μπουζέου. Πρόκει­ται περί λογίου ίεράρχου μέ σπουδές στό εξωτερικό, συγγραφέως άρκετών βιβλίων, άρθρων θεολογικών ή ποιμαντικών καί δραστή­ριου ποιμένος. 'Εσχάτως έξέδωκε ένα βιβλίο μέ τίτλο «Παράδοσις καί Ελευθερία» στό όποιο έκφράζει τόν πλοῦτο τής ορθοδόξου ρουμανικής πνευματικότητος. Μεταφράζεται, καθώς έμαθα, καί στά έλληνικά άπό τόν ελληνομαθή ρουμάνο θεολόγο ιερέα π. Κωνσταντίνο Κόμαν.

Ό Σεβασμιώτατος μάς ύποδέχθηκε μέ έγκαρδιότητα καί πατρι­κή άγάπη καί μάς έδωσε ώς εύλογία δύο βιβλία: «Ιστορία τής 'Αρ­χιεπισκοπής Σιμπίου» καί τό μνημονευθέν βιβλίο του «Παράδοσις καί Ελευθερία».

Μία άλλη πνευματική προσωπικότης πού σπάνια συναντά κα­νείς στήν έποχή μας, είναι ό Διευθυντής έπί τών διοικητικών ύπηρεσιών τής 'Αρχιεπισκοπής άρχιμανδρίτης π. Βασίλειος Κορνίλα. Στήν μορφή του συναντά κανείς τήν άρετή τών όσίων τής έρήμου, τήν φιλοξενία τοῦ άββά Μωῦσέως καί Σαμψών τοῦ Ξενοδόχου. Πρό διετίας παρέλυσε τό άριστερό του χέρι τελείως καί τό πόδι του όλιγώτερο, λόγω έγκεφαλικοῦ επεισοδίου. "Ομως αύτή ή άναπηρία του δέν τόν εμπόδιζε νά έκφράζη άνέκφραστα τόν πλοῦτο τών ένθέων άρετών του. 'Ιδού, σχεδόν επιγραμματικά τό έργο του, όπως τό έξεδήλωσε στήν ταπεινότητά μας. Μάς έφιλοξένησε έξι άτομα σέ ένα χώρο πολύ μικρών δωματίων. Κοιμήθηκε ό ίδιος στήν πολυθρόνα-κρεββάτι καί έδωσε τό κρεββάτι του στόν άγιορείτη μοναχό, παρά τίς πολλές του άντιρρήσεις. Στό πρόσωπο σου, τοῦ εί­πε, φιλοξενώ τό "Αγιον "Ορος. Μάς ξενάγησε σέ μερικές έκκλησίες τής .πόλεως, στίς αίθουσες καί τό παρεκκλήσιο τής θεολογι­κής σχολής, στόν Καθεδρικό ναό τής πόλεως, ό όποιος είναι ατε­λής μίμησις τοῦ ναοῦ τής 'Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως καί όλα αύτά μέ πολλή τιμή καί ταπείνωσι. "Εβαζε δίπλα στόν όδηγό τόν άγιορείτη καί έκεῖνος καθόταν σφηνωμένος στό πίσω μέρος τού αύτοκινήτου μέ τούς άλλους άδελφούς. Μάς άνοιγε καί έκλεινε τίς πόρτες τοῦ αύτοκινήτου, μάς προέτρεπε νά προπορευομεθα καί νά ψάλλουμε στίς έκκλησίες τιμητικά τά τοῦ πρώτου ψάλτου τροπάρια καί ρωτούσε συχνά: «μήπως κουρασθήκατε, μήπως έχετε κάποια ανάγκη, πώς αίσθάνεσθε;».

Ή τράπεζα τοῦ φαγητού, τά ποτά στά πολυτελέστερα ποτήρια πού είχε, ή εύγένεια, ή καλωσύνη του, τά πάντα διάχυτα, ώσάν νά φιλοξενούσε όχι άνθρώπους, άλλά άγγέλους. Αύτήν άκριβώς τήν έντύπωσι καλλιεργούσε στήν καρδιά του, όπως διαπιστώσαμε μέ τόν τρόπο πού μάς προσέφερε τά αγαθά τοῦ Θεοῦ, χορηγούμενα ά­πό τήν πανοσιότητά του. Πρίν άναχωρήσουμε, χωρίς νά μάς είδοποιήση, μόνος του άγόρασε τά εισιτήρια ταξειδίου καί μάλιστα μέ αεροπλάνο γιά έπιστροφή στό Βουκουρέστι. Μάς ετοίμασε μία τσάντα τρόφιμα γιά τό ταξείδι τών 50 λεπτών, μάς συνώδευσε έρχόμενος ό ίδιος, καίτοι κουτσός, μέχρι τά γραφεία έλέγχου τοῦ αε­ροδρομίου Σιμπίου, μάς άσπάσθηκε ταπεινά καί ειλικρινά καί άντί άλλου χαιρετισμού μάς είπε: «Μήν εύχαριστήτε γιά τίποτε, δέν έ­κανα τίποτε. Μόνο προσευχηθήτε, έάν είναι θέλημα Θεού νά μοῦ δώση τήν ύγεία μου, έάν όχι άς είναι δοξασμένο τό "Ονομά Του».

Αυτές τίς αρετές καλλιεργούν οί ορθόδοξοι ρουμάνοι άδελφοί μας, παρότι έχουν τόσα διοικητικά καθήκοντα καί ζοῦν μέσα στόν κόσμο καί όχι σέ μοναστήρι. Γιά κάθε έπισκέπτη καί προσκυνητή τό πρώτο πού θά έχη έξ άρχής νά θαυμάση στόν ρουμανικό λαό καί ιδιαίτερα στήν ύπαιθρο χώρα, είναι ή πρόσχαρη συμπεριφορά καί ή εγκάρδια φιλοξενία τους. Ένώ όσοι ταξιδεύσουν στήν Ρουμανία, νά τό θεοορήσουν ώς εύλογία στήν ζωή τους, έάν φθάσουν στό Σιμ­πίου καί γνωρίσουν τίς μορφές πού έμνημονεύσαμε: Τόν Σεβασμιώ- τατο, τόν άρχιμ. π. Βασίλειο, τόν ιερέα Στέφανο Ποπίκα, τόν ιερέα π. Συμεών Σαζαουζάν άπό τήν διπλανή πόλι Άγνίτσα καί άλλους.

 

5) Τό μοναστήρι Σινάϊα

Σέ άπόστασι δύο περίπου ώρών άπό τό Βουκουρέστι εύρίσκεται ή ομώνυμη πόλις μέ 20.000 κατοίκους. Είναι κτισμένη άνάμεσα σέ μία ευρύχωρη κοιλάδα τών Καρπαθίων ορέων, όπου οργιάζει ή βλάστησις, οί πυκνές δασικές έκτάσεις καί τά άφθονα νερά. Είναι του­ριστική πόλις, λόγω τών γραφικών της περιοχών καί τής ίδιοτύπου άρχιτεκτονικής τών σπιτιών τους, τά όποια ελκύουν τήν προσοχή τών έπισκεπτών. Στήν πλαγιά ένός λόφου, πλησίον τής πόλεως, εί­ναι κτισμένο τό μοναστήρι Σινάϊα, τό όποιο γιά τούς κατοίκους τής πόλεως καί τών γύρω χωριών είναι μία πραγματική όασις ψυχικής γαλήνης καί χαράς.

Ιδρύθηκε άπό τόν πρωτοσπαθάριο Μιχαήλ Κατακουζηνό τό 1695. Τό ώνόμασε Σινάϊα πρός άνάμνησι τής μονής τού όρους Σινά, τήν όποία επισκέφθηκε ό ίδιος καί θέλησε νά ίδρύση στήν χώρα του μία παρόμοια μονή μέ τά άρχιτεκτονικά σχέδια τής μονής Σινά. Στήν περιοχή αύτή παλαιότερα ήκμασε ό ήσυχασμός (15ος αιών) μέ πρωτοπόρους άγιορείτας μοναχούς, οί όποιοι άνεχώρησαν άπό τόν Άθωνα, μετά τήν άλωσι τής Κωνσταντινουπόλεως, πρός διά­φορες κατευθύνσεις.

Ή Μονή έξωτερικά περιβάλλεται άπό τείχος καί έσωτερικά ύπάρχουν τά κελλιά τών πατέρων. Στό μέσον διασώζεται άκόμη ή παλαιά έκκλησία. "Εχει άνοικτό έξωνάρθηκα στηριζόμενο σέ κο­λώνες μέ κιονόκρανα, πού έχουν σκαλιστές παραστάσεις φαντα­στικών ζώων. Ό δεσμός μέ τήν Μονή τού Σινά διαφαίνεται έπίσης μέ τήν ῦπαρξι δύο άνδριάντων στόν περίβολο τής μονής Σινάϊα, τού προφήτου Μωῦσέως καί τού άδελφού αύτού 'Ααρών.

'Επάνω άπό τήν θύρα εισόδου εύρίσκεται ό δικέφαλος άετός, ώς στέμμα καί έμβλημα τής δυναστείας τών Κατακουζηνών του Βυζαντίου.

Ή άγιογραφία είναι γεμάτη άπό ζωντάνια καί φώς καί είναι πο­λύ ένδιαφέρουσα έξ έπόψεως εικονογραφίας καί τεχνικής εκτελέ­σεως. "Εγινε άπό τόν ρουμάνο άγιογράφο Πίρβο Μούτου, φίλο τών Κατακουζηνών. Στόν θόλο τού έξωνάρθηκος ιστορούνται σκηναί άπό τήν ζωή στρατιωτικών 'Αγίων. Στό μέτωπο του έξωνάρθηκος εικονίζονται σκηναί τής έσχάτης κρίσεως, παραδείσου καί κολάσεως. Στόν νάρθηκα άριστερά ύπάρχει ή οικογένεια τοῦ κτίτορος, άποτελουμένη άπό δύο συζύγους καί 17 παιδιά. Σημειωτέον ότι ό κτίτωρ νυμφεύθηκε γιά δεύτερη φορά, άφοῦ άπέθανε ή πρώτη σύζυ­γος του.

Τό τέμπλο είναι κατασκευασμένο άπό πέτρα καί κεραμίδια.

Δύο άργυροεπένδυτες εικόνες αύτοῦ είναι τοῦ 1795. Ό πολυέλεος, έργο τριακοσίων καί πλέον έτών, είναι δώρο τοῦ κτίτορος στήν Μονή, ή όποία τιμάται στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου.

Δίπλα στήν παλαιά Μονή ιδρύθηκε ή νέα κατά τό 1842-1848. Στό νότιο μέρος, όπου καί ή είσοδος, κτίσθηκε έπάνω άπ' αύτήν έ­να μεγαλοπρεπές καμπαναριό τό 1892. Ή έκκλησία άνακαινίσθηκε τό 1897-1903 καί είναι επιβλητική, εύρύχωρη καί μέ πλούσιες έ­ξωτερικά διακοσμήσεις. "Εχει τρεις τρούλλους, ένα ύψηλό στήν μέση τού κυρίως ναού και δύο μικροτέρους ύπεράνω τοῦ νάρθηκος μέ έγχρωμο διάκοσμο. Ή άγιογραφία μέ έλαιοχρώματα σέ στύλ βυζαντινό, είναι έργο ένός Δανοῦ ζωγράφου. Ό χρωματισμός της είναι άρμονικός καί λιτός. Τό εικονοστάσιο είναι φτιαγμένο άπό σκαλιστή βελανιδιά καί έπενδεδυμένο έξωτερικά μέ φύλλα χρυσού καί έγχρωμο μετάξι.

Τό μουσείο συνεστήθηκε τό 1895 ύπό τού στάρετς Νήφωνος Ποπέσκου. Μεταξύ τών σπουδαιοτέρων άντικειμένων περιέχονται: ε­πιτάφιοι, ιερατικά χρυσοαργυροκέντητα άμφια, θυμιατήρια, Τ. Πο­τήρια, σταυροί σκαλιστοί μέ πολυτίμους λίθους, φορηταί εικόνες, διάφορα άλλα σκαλιστά άντικείμενα καί παλαιά ρουμανικά βι­βλία.

Έπί τοῦ παρόντος ή πνευματική ζωή στό μοναστήρι διεξάγεται κατά τήν παραδοσιακή μοναχική παράδοσι. Είναι κοινόβιο μέ 20 πατέρες καί ήγούμενο τόν τριακονταετή άρχιμ. Λαυρέντιο. Ή Μο­νή έπιτελεῖ καί σπουδαίο ιεραποστολικό έργο, λόγφ τής άθρόας συρροής προσκυνητών, κυρίως κατά τίς Κυριακές καί έορτές.

 

6) Τό μοναστήρι Ροχία

Εύρίσκεται στό νομό Μαραμοῦρες τής Τρανσυλβανίας καί άπέχει άπό τήν μεγάλη πόλι Κλούζ 100 χιλιόμετρα. Είναι κτισμένο στούς γεωγραφικούς τόπους τών παλαιών προγόνων τους, τών Δακών, καθώς άπεκάλυψαν πρόσφατες άρχαιολογικές έρευνες.

Οί κάτοικοι έδώ είναι πολύ εγκάρδιοι καί άνοικτοί σέ όλους. Καθαροί στήν καρδιά, γαλήνιοι στήν όψι, πιστοί χριστιανοί. "Αλλο τους χαρακτηριστικό ή φιλοπονία καί εύρεσιτεχνία. Γι' αύτό έπέτυχαν νά δημιουργούν ιδική τους τέχνη, γλυπτά άντικείμενα σέ ξύλο ή πέτρα, νά διατηρούν ώραῖες θρησκευτικές παραδόσεις καί νά ξέρουν χάριν τής πίστεώς των νά θυσιάζωνται άκόμη.

Ή ίδρυσις τής Μονής έγινε τό 1925 ύπό τού έγγάμου ιερέως Νι­κολάου Γκέρμαν μέ τήν βοήθεια τών ένοριτών του. Ή άρχή τού έρ­γου έγινε κατόπιν τοῦ παρακάτω θαυμαστού γεγονότος: Αύτός ό κληρικός είχε 10 παιδιά άπό τά όποια ένα κοριτσάκι του απεβίωσε σέ ήλικία 10 έτών, τό έτος 1922. Ή άπώλεια αύτή τοῦ παιδιού του έβύθισε τόν ίδιο καί τούς συγγενείς του σέ βαρύ πένθος καί τοῦ προ­κάλεσε σοβαρές ψυχικές διαταραχές μέ άποτέλεσμα νά έχη παραι­σθήσεις καί όνειρα. Στά όνειρά του παρουσιαζόταν πάντοντε τό κοριτσάκι του καί τόν παρακαλούσε νά φτιάξη έναν Οίκο γιά τήν Κυρία Θεοτόκο, στά σύνορα τής Ροχίας. Ό ιερεύς έκρυβε τό μυστι­κό αύτό στήν καρδιά του μέχρις ότου σέ κάποια έορτή μία πιστή γερόντισσα άπό κάποιο χωριό, ήλθε μέ πολλούς χριστιανούς στόν ιερέα καί τοῦ είπε: «Πάτερ, γιατί δέν άκούεις τήν φωνή τοῦ Θεοῦ, πού σέ διατάζει πάντοτε μέ τήν πεθαμένη κόρη σου 'Αννούλα, νά φτιάξης Οίκο γιά τήν Ύπεραγία Θεοτόκο;». Ό ιερεύς, άφοῦ κατά­λαβε ότι τό μυστικό πού έκρυβε, τό άπεκάλυψε ό Θεός καί σέ άλ­λους, γιά νά διευκρίνιση καλλίτερα, ερώτησε: «Τί οίκο νά φτιάξω γιά τήν Θεοτόκο;». Τήν στιγμή έκείνη θείο φώς διαπέρασε τήν καρδιά του, μία μεγάλη χαρά και ψυχική ειρήνη τόν περιέλουσε καί α­μέσως έπήρε τήν άπόφασι, γιά τήν μνήμη τής κόρης του, νά ίδρυση ένα μοναστήρι, σ' έκείνους τούς τόπους πού έστεροῦντο τελείως τέτοιων ιερών σκηνωμάτων.

Γιά τήν έπιλογή τοῦ χώρου βοηθήθηκε άπό τούς χωρικούς του καί ιδιαίτερα άπό τόν 'Αλέξανδρο Γκέρμαν μέ τόν όποιον έμπηξαν σ' ένα μέρος ένα ξύλινο σταυρό, ώς κατάλληλο τόπο. Τήν άλλη ή­μέρα ό σταυρός εύρισκόταν τοποθετημένος σ' άλλο μέρος, στούς πρόποδες ένός λόφου, έκεῖ όπου τώρα είναι τό μοναστήρι. Τόν έβα­λε πάλι στήν πρώτη θέση καί έφύλαξε μέχρι άργά τήν νύκτα μήπως κανείς ύπάγη καί μετακινήση τόν σταυρό. 'Αφού δέν είδε κανέναν, έπέστρεψε στό σπίτι του. Τό πρωῖεύρήκε μετακινημένο τόν σταυ­ρό καί 'ίχνη πουθενά έπάνω στό άφθονο χιόνι που είχε πέσει. Τό γε­γονός αύτό τόν θορύβησε τόσο πολύ, ώστε παρέμεινε μουγγός σ' ό­λη του τήν ζωή. Εκτός άπ' αύτό τό θαυμαστό γεγονός συνέτειναν γιά τήν ϊδρυσι τής Μονής καί τά διάπυρα αισθήματα τής εύγνωμοσύνης τοῦ λαοῦ πρός τόν Θεό, ό Όποιος εύλόγησε τήν έθνική ένότητα τών τριών ήγεμονιών. Αύτή ή ένωσις τής Μολδαβίας, Ούγγρο­βλαχίας καί Τρανσυλβανίας έγινε τό 1918, ένώ ή ϊδρυσις τής Μονής τό 1923. Κτίτορες λοιπόν είναι οί ίδιοι οί έντόπιοι χριστιανοί οί ό­ποιοι παρά τίς οικονομικές τους δυσχέρειες καί τά δεινά έκ τού Α' Παγκοσμίου Πολέμου, κατώρθωσαν μέ πίστι, ένθουσιασμό καί προσωπική έργασία νά ύψώσουν πρός τιμήν τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, τό εύλογημένο αύτό μοναστικό καθίδρυμα.

Τό Τέμπλο είναι φτιαγμένο στό Βουκουρέστι τό 1979 άπό σκαλι­στή βελανιδιά. Ό έξωνάρθηξ στηρίζεται σέ κολώνες ένώ στό έξωτερικό άέτωμα είναι άγιογραφημένη μέ νωπογραφία ή Κοίμησις τής Θεοτόκου.

Άπό τό 1925 μέχρι τώρα ύπηρέτησαν 11 ήγούμενοι. Ό παρών ή­γούμενος είναι ό π. Σεραφείμ Μάν ήλικίας τώρα 64 έτών, ό όποιος συνεχίζει τίς προσπάθειες τών προκατόχων του γιά τήν άνύψωσι τής μοναχικής ζωής μέ τήν βοήθεια τών 10 άδελφών τής Μονής. Ή Θεία Λειτουργία τελείται καθημερινώς, ώς καί όλες οί άλλες άκολουθίες, ένώ τίς Κυριακές καί έορτές γίνεται συλλείτουργο μέ τήν προσέλευσι στήν έκκλησία πυκνού έκκλησιάσματος.

Νεώτερη φυσικά είναι καί ή βιβλιοθήκη τής Μονής, ή όποία έχει περί τούς 20.000 τόμους διαφόρου ύλης.

 

7) Τό μοναστήρι Νικούλα

Τό μοναστήρι Νικούλα εύρίσκεται στό βορειοδυτικό μέρος τής Ρουμανίας, στόν νομό Κλούζ. Τό Κλούζ είναι πόλις, έδρα τοῦ νο­μού καί τής 'Αρχιεπισκοπής. 'Από έδώ λοιπόν απέχει 45 χιλιόμε­τρα, ένώ άπό τήν γειτονική πόλι Γκέρλα 5 χιλιόμετρα.

Τά πρώτα βήματα τής μοναχικής ζωής στό μοναστήρι αύτό άρχίζουν τόν 14ο αίώνα, άφ' ότου ό μεγαλόσχημος μοναχός Νικόλα­ος, άπό τόν όποιον έλαβε καί τό μοναστήρι τό όνομά του, ύψωσε μία'ξύλινη έκκλησία καί άρκετά κελλιά, στούς πρόποδες ένός δα­σώδους λόφου, όπου καί άσκήτευσε μέ μία όμάδα μαθητών του. 'Από τότε καί μέχρι σήμερα διατηρείται ή μοναχική ζωή καί παρά- δοσις στό Νικούλα έν μέσφ ποικίλων καί δύσκολων εθνικών καί θρησκευτικών περιπετειών.

Τό πολυτιμώτερο θησαύρισμα τής Μονής είναι ή Θαυματουργός Είκών τής Παναγίας, ζωγραφισμένη τό 1681 άπό ένα ιερέα ονόματι Λουκά. Τό γεγονός τής θαυματουργίας της συνδέεται μέ τήν ροή δακρύων τής Θεοτόκου πού έγινε τό 1698 στίς 12 Φεβρουαρίου καί 15 Μαρτίου. "Εκτοτε έγιναν πολλά θαύματα πού άποδεικνύουν τήν θαυματουργική χάρι τής Εικόνος, άλλά καί τήν εύλάβειά καί πίστι τοῦ λαοῦ. Εορτάζεται στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου καί είναι ένα ά­πό τά μεγαλύτερα έθνικά καί θρησκευτικά προσκυνήματα τής Ρου­μανίας.

Σήμερα αύτή ή Είκών εύρίσκεται, γιά λόγους άσφαλείας, στό παρεκκλήσιο τής 'Αρχιεπισκοπής Κλούζ Ναπόκα, ένώ στήν Μονή ύπάρχει άντίγραφο αύτής.

Στήν Μονή ύπάρχουν συνολικώς τρεις έκκλησίες: Ή κεντρική, κτισμένη μέ πέτρα τόν περασμένο αίώνα καί άγιογραφημένη πρό 25 έτών καί τιμάται στόν Τίμιο Πρόδρομο, Προστάτη καί Πολιού­χο τής Μονής, ή δεύτερη είναι ξύλινη πρό τιμήν τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, όπου έδώ φυλάγεται μία σπουδαία συλλογή άπό εικόνες σέ ξύλο ή τζάμι καί τό τρίτο παρεκκλήσιο τού Εύαγγελισμοῦ τής Θεοτόκου χρησιμοποιείται γιά τούς θερινούς κυρίως μήνας. Αγιο­γραφήθηκε πρόσφατα καί έγκαινιάσθηκε τό 1959. Εικόνες σέ τζάμι ύπάρχουν πολλές καί στήν τράπεζα τής Μονής. Ή τοποθεσία είναι έξαιρετικά ώραία καί ήσυχη, κατάλληλη γιά προσευχή, γι' αύτό καί προσελκύει πλήθος προσκυνητών.

 

Σύντομες πληροφορίες για μοναστήρια πού δέν επισκεφτήκαμε

 

1)  Τό μοναστήρι Μπούτσιουμ τοῦ Ιασίου

'Αποτελεί Μετόχιο τής Ρουμανικής Σκήτης Τιμίου Προδρόμου "Αγίου "Ορους, άλλά άν καί είναι μετόχιο λειτουργεί ώς μοναστήρι. Κτίσθηκε τό 1856 έπί άλλων παλαιοτέρων έρειπωμένων κτισμάτων. 'Απέχει τρία χιλιόμετρα άπό τό 'Ιάσιο καί είναι πνευματικός σταθ­μός τόσο γιά τούς εύλαβεῖς χριστιανούς όσο καί γιά τόν ίδιο τόν Μητροπολίτη Μολδαβίας Σεβασμιώτατο κ. Θεόκτιστο. Ή κατανυκτικότης τών καθημερινών άκολουθιών, ή έλλειψις τηλεφώνου, ή άποχή κρέατος, ή άπαγόρευσις διανυκτερεύσεως τών λαϊκών, ή ήσυχία τοῦ τόπου άποτελοῦν τίς βασικώτερες προῦποθέσεις γιά τήν ειρηνική διαβίωσι τών 20 μοναχών πού σήμερα κυβερνώνται άπό τόν άρχιμανδρίτη π. 'Ελευθέριο, ενάρετο κληρικό καί ήλικίας τώ­ρα 76 έτών.

Τό μετόχιο Μπούτσιουμ είναι καί τό κέντρο παραγωγής γλυκού κρασιού πού χρησιμοποιείται ώς νάμα γιά τίς ένορίες ολοκλήρου τής έπαρχίας τής Μολδαβίας. "Εχει λοιπόν, άμπέλια έκτάσεως 160 χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων καί περί τούς 50 έργάτες, τούς ό­ποιους βέβαια πληρώνει ή Μητρόπολις.

Τά πάντα έκεῖ, ώς πρός τά τυπικά καί τίς άκολουθίες ένθυμίζουν "Αγιον "Ορος, διότι άγιορεῖται ρουμάνοι πατέρες τό έκυβερνοῦσαν έπί χρόνια. Γι' αύτό ώς πολιοῦχοι τιμώνται οί "Αγιοι άγιο­ρεῖται Πατέρες.

Στό μοναστήρι αύτό ιστορήθηκε θαυματουργικώς καί ή μορφή τής θαυματουργού Εικόνος τής Θεοτόκου τής επονομαζόμενης Προδρομιτίσης κατά τό 1856. Τό ιστορικό έν συντομία έχει ώς έξής: Κατ' έντολήν τής νεοϊδρυθείσης τότε αγιορείτικης Ρουμανικής Σκήτης, δύο πατέρες έξ αύτής έπήγαν στό 'Ιάσιο καί άνέθεσαν στόν εύλαβέστατο λαϊκό άγιογράφο Νικόλαο Ίορδάκε τήν άγιογράφησι τής Εικόνος τής Παναγίας. Τούτο άποτελεῖ εύλαβή συνή­θεια καί εύλογία νά έχη κάθε άγιορείτικο μοναστήρι έστω καί μία εικόνα τής Θεοτόκου, ή όποία είναι Προστάτις καί Ήγουμένη Αύ­τοῦ τοῦ "Ορους.

Ό έν λόγφ αγιογράφος λοιπόν, άφοῦ έζωγράφισε τά ενδύματα τής Θεοτόκου, ένήστευσε καί προσευχήθηκε κατόπιν περισσότερο γιά νά άρχίση τήν ίστόρησι τής 'Αγίας Μορφής της. Δέν τό κατώρ- θωσε όμως διότι έτρεμαν τά χέρια του. Μετά άπό έντονη καί πάλι προσευχή καί νηστεία, άρχισε τήν επομένη τό ίδιο έργο. Μέ κατάπληξί του όμως είδε ότι οί Μορφές τής Θετόκου καί τοῦ 'Ιησού Χρι­στού είχαν ζωγραφισθή θαυμασίως χωρίς νά έπεμβή άνθρώπινο χέ­ρι. Μετά τό πρωτοφανές αύτό θαύμα χιλιάδες πιστοί συνέρρευσαν άπό όλη τήν Ρουμανία γιά νά προσκυνήσουν τήν Παναγία. Τότε έ­γιναν πολλά θαύματα. Τυφλοί άνέβλεψαν, χωλοί έπεριπάτησαν, α­σθενείς άπό διάφορες άσθένειες ίατρεύθηκαν καί γενικώς πάντες έ­λαβαν τήν εύλογία τής Θεοτόκου.

'Αφού έμεινε έκεί ή Είκών ολίγες ημέρες, μεταφέρθηκε στήν Κωνστάντζα καί μέ τό πλοίο ήλθε στό "Αγιον "Ορος καί φυλάγεται μέ περισσή εύλάβειά άπό τούς ρουμάνους πατέρας στήν Ρουμανική Σκήτη.

2) Τό μοναστήρι Γκόλια

Εύρίσκεται έντός τής πόλεως τοῦ 'Ιασίου. 'Ιδρύθηκε τό 1564 ά­πό τόν άρχοντα 'Ιωάννη Γκόλη. Παλαιότερα ήταν άνδρικό καί άπό τό 1660 έπί τι διάστημα ήταν μετόχιο τής Μονής Βατοπεδίου 'Αγίου "Ορους. Τιμάται στήν 'Ανάληψι τοῦ Κυρίου. Είναι σήμερα μετόχιο τής Μητροπόλεως 'Ιασίου, έχει τρεις μοναχές καί γίνεται Θεία Λει­τουργία Κυριακές καί έορτές. Ώς ήγούμενος είναι ό βοηθός 'Επί­σκοπος κ. Ποιμήν. Ή άρχιτεκτονική τής έκκλησίας είναι τής 'Α­νατολής μέ έντόπιες έπιδράσεις, μοναδική στήν Ρουμανία.

 

3)    Τό μοναστήρι Τσετατσούϊα

Εύρίσκεται στά προάστεια τοῦ 'Ιασίου καί ιδρύθηκε τό 1672 ά­πό τόν ήγεμόνα Γεώργιο Δούκα. "Ενα διάστημα ήταν μετόχιο τών 'Αγίων Τόπων τής 'Ιερουσαλήμ. Τιμάται στήν έορτή τών άγίων 'Α­ποστόλων Πέτρου καί Παύλου. 'Εδώ έζησε ό πατριάρχης 'Ιεροσο­λύμων Δοσίθεος καί έξετύπωνε στό ύπάρχον έκεῖ τυπογραφείο έκ- κλησιαστικά βιβλία στήν έλληνική καί άραβική γλώσσα, γιά τούς 'Αγίους Τόπους. Σήμερα έχει 12 μοναχούς μέ ήγούμενο τόν άρχιμ. Μητροφάνη. "Ολες οί άκολουθίες καί ή Θεία Λειτουργία γίνονται καθημερινά, κατά τό γνωστό μοναστηριακό τυπικό. Ή προσφορά αύτής τής Μονής στόν ιεραποστολικό τομέα είναι μεγάλη, διότι προσέρχονται χιλιάδες οί πιστοί άπό τό 'Ιάσιο, πού άριθμεῖ 300.000 κατοίκους, γιά έξομολόγησι, άκρόασι θείου κηρύγματος καί ιερές άκολουθίες.

 

4)     Τό μοναστήρι Γαλατάς

Είναι έπίσης πλησίον τοῦ 'Ιασίου. 'Ιδρύθηκε τό 1582-83 άπό τόν ήγεμόνα τής Μολδαβίας Πέτρο Σκιόπου. Τά κελλιά του κτίσθηκαν τό 1584 άπό τόν μητροπολίτη Θεοφάνη, πού ήταν καί κτίτωρ τής Μονής Δοχειαρίου 'Αγίου "Ορους. Τιμάται στήν 'Ανάληψι τού Κυ­ρίου. Ή έκκλησία τής Μονής λειτουργεί ώς ένορία, στήν όποία ύπηρετούν μερικοί ιερομόναχοι.

 

5)    Τό μοναστήρι Ράνταουτς

Είναι ένα άπό τά παλαιότερα μοναστήρια τής Μολδαβίας, κτι­σμένο τό 1359-1365 άπό τόν ήγεμόνα της Μπόγδανο. Τιμάται στόν άγιο καί Θαυματουργό Νικόλαο. 'Εδώ άσκήτευσε ό άγιος Λεόντιος τού Ράντουτς (βλέπε Ρουμανικό Γεροντικό σελ. 51) τοῦ όποιου τά άγια λείψανα διατηρήθηκαν στήν έκκλησία μέχρι τό 1637 καί κα­τόπιν καταληστεύθηκαν άπό τούς βαρβάρους Κοζάκους. Τό 1410 στεγάστηκε ή 'Επισκοπή τού Ράνταουτς. Μετά τό 1900, άφοῦ κα­ταργήθηκε ή έδρα αύτής τής 'Επισκοπής, ή έκκλησία έγινε ένοριακή. Σ' αύτή τήν έκκλησία ένταφιάσθηκαν πολλοί ήγεμόνες κατά τόν 14ο καί 15ο αιώνα. Σήμεραπαραμένει ώς διατηρητέο έκκλησιαστικό μνημείο καί δεν λειτουργείται πλέον.

 

6) Τό μοναστήρι Κοκός

Εύρίσκεται στήν Νπομπρότζεα (πλησίον τής Κωνστάντζας) καί στίς έκβολές τού Δουνάβεως ποταμού. 'Ιδρύθηκε τόν 18ον αίώνα άπό μερικούς μοναχούς ήσυχαστάς. Είναι κτισμένο σέ μία ώραιότατη τοποθεσία καί άπέχει άπό τήν πόλι Τούλτσεα 20 χιλιόμετρα.

 

Τό μοναστήρι Κοκός.

Έδώ διατηρούνται σέ τέσσερις ξεχωριστές λειψανοθήκες τά μαρ­τυρικά Λείψανα τεσσάρων μαρτύρων, πού ήθλησαν άρχές τοῦ 4ου αιώνος. Τά όνόματά των είναι: Άτταλός, Ζωτικός, Φίλιππος καί Κάμασις. Εύρέθηκαν σέ μία κρύπτη πλησίον τής πόλεως Νικολιτσέλ τό 1971. Σήμερα τό μοναστήρι αύτό έχει 25 μοναχούς μέ ήγού­μενο τόν άρχιμανδρίτη Μόδεστο. "Ολες οί άκολουθίες καί ή Θεία Λειτουργία έπιτελούνται καθημερινώς.

 

7) Τό μοναστήρι Τσελίκ-Ντέρε

'Ανήκει στόν νομό Τούλτσεα καί άπέχει 10 χιλιόμετρα άπό τό Κοκός. Ιδρύθηκε πρίν άπό τό 1840 καί είναι γυναικείο μέ 75 μοναχές καί ιδιόρρυθμη ζωή. Ή ήγουμένη καλείται Σεραφείμα.

 

8)    Τό μοναστήρι Σαών

'Απέχει άπό τό μοναστήρι Κοκός 10 χιλιόμετρα. Ιδρύθηκε τόν 19ο αιώνα καί έορτάζει στόν Εύαγγελισμό τής Θεοτόκου. Είναι γυ­ναικείο κοινόβιο μέ 10 μοναχές καί ήγουμένη τήν μοναχή Ρωμάνα. Σήμερα είναι μετόχιο τής 'Αρχιεπισκοπής Τόμεως καί Κάτω Δου­νάβεως.

 

9)    Τό μοναστήρι Πολοβράντο

Εύρίσκεται στήν Όλτένια στον νομό Γκόρζ καί άπέχει άπό τήν γειτονική πόλι Τίργκου Ζίου 30 χιλιόμετρα. 'Ιδρύθηκε τό 1505, άνακαινίσθηκε άργότερα καί ύπήρξε άνδρικό κοινόβιο μέχρι το 1950.

 

Τό μοναστήρι Πολοβράντζι

"Εκτοτε κατοικείται άπό 20 μοναχές μέ ήγουμένη τήν μοναχή Σε­ραφείμα. 'Εορτάζει πανηγυρικώς στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου καί έπιτελεϊ όλες τίς άκολουθίες καθημερινώς.

 

10) Τό μοναστήρι Άρνότα

'Απέχει 25 χιλιόμετρα άπό τήν πόλι Ρίμνικ-Βίλτσεα τής Όλτέ­νιας. 'Ιδρύθηκε τό 1637 άπό τόν ήγεμόνα τής Ούγγροβλαχίας Ματ­θαίο Μπασαράμπ στόν τόπο μιάς παλαιάς σκήτης πού ώνομαζόταν «Σκήτη τών Έλαιών». Διατηρήθηκε ώς ανδρικό κοινόβιο μέ­χρι τό παρόντα καιρό καί σήμερα έχει τρεις μοναχούς μέ ήγούμενο τόν άρχιμ. Παυλῖνο. Εορτάζει στήν μνήμη τών Αρχαγγέλων Μι­χαήλ καί Γαβριήλ.

 

II) Ή Σκήτη Λαϊνίτσι

Εύρίσκεται στόν νομό Γκόρζ καί απέχει 30 χιλ. άπό τήν πόλι

 

Τό Καθολικό τής Σκήτης Λαϊνίτσι.


Τίργκου Ζίου. "Ιδρύθηκε άπό μοναχούς ήσυχαστάς πρίν άπό τό 1780 ώς μικρή ήσυχαστική έστία. Τιμάται στά Είσόδια τής Θεοτό­κου καί λειτουργεί ώς άνδρικό κοινόβιο μέ 20 άδελφούς καί ήγού­μενο τόν άρχιμ. Καλλιόπιο. "Ολες οί άκολουθίες καί ή Θεία Λει­τουργία τελούνται καθημερινώς. Έδώ άσκήτευσε καί άγιασε ό ήγούμενος Ήρωδίων Ίονέσκου.

 

12)    Τό μοναστήρι Σναγκώβ

'Απέχει 40 χιλ. άπό τό Βουκουρέστι. Ιδρύθηκε τόν 14ο αιώνα ά­πό ήσυχαστάς μοναχούς. Μέχρι σήμερα λειτουργεί ώς άνδρικό κοινόβιο καί έχει πέντε μοναχούς. Τιμάται στά Είσόδια τής Θεοτό­κου. Είναι κτισμένο δίπλα στήν ομώνυμη λίμνη καί προσελκύει με­γάλο πλήθος προσκυνητών, άλλά καί τουριστών τό καλοκαίρι άπό τό Βουκουρέστι. Έδώ έξετύπωσε πλήθος θρησκευτικών βιβλίων στά έλληνικά, ρουμανικά καί άραβικά ό μητροπολίτης Βουκουρε­στίου "Ανθιμος ό "Ιβηρ κατά τά έτη 1695-1705.

 

13)    Τό μοναστήρι Συχάστρου

Εύρίσκεται στήν Μολδαβία. "Ιδρύθηκε τόν 18ο αιώνα ώς μικρή ήσυχαστική έστία καί λειτούργησε ώς άνδρικό κοινόβιο μέχρι τό 1955. "Εκτοτε ζούν 50 μοναχές μέ τήν ίδια κοινοβιακή ζωή καί ή­γουμένη τήν μοναχή 'Αγάθη. Τιμάται στήν μνήμη τοῦ άγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Μυροβλήτου.

 

14)    Τό μοναστήρι Βορόνα

'Απέχει 25 χιλιόμετρα άπό τή πόλι Μποτοσάνι τής βορείου Μολδαβίας. 'Ιδρύθηκε άπό ήσυχαστάς μοναχούς τόν 18ο αιώνα. Τιμάται στήν Γέννησι τής Θεοτόκου. Λειτούργησε ώς άνδρικό κοι­νόβιο μέχρι τό 1965 καί έκτοτε είναι γυναικείο μέ 20 μοναχές καί ή­γουμένη τήν μοναχή Θεοφάνα. Ή Θεία Λειτουργία καί οί άλλες ά­κολουθίες τελοῦνται καθημερινώς.

 

15)   Ή Σκήτη Συχαστρία τής Βορόνας

Άπέχει άπό τό μοναστήρι Βορόνα 4 χιλιόμετρα. 'Ιδρύθηκε τόν 18ο αίώνα. Έδώ άσκήτευσαν μεγάλοι ήσυχασταί μερικοί άπό τούς οποίους άγιασαν. Εορτάζεται στόν Εύαγγελισμό τής Θεοτόκου καί έχει 5 μοναχούς μέ ήγούμενο τόν ιερομόναχο Θεόκτιστο.

16)   Τό μοναστήρι Ριμέτς

Άπέχει 25 χιλιόμετρα άπό τήν πόλι "Αλμπα 'Ιουλία. 'Ιδρύθηκε τόν 13ο αίώνα, ώς ήσυχαστήριο ερημιτών μοναχών. Γι' αύτό καί ή ονομασία Ριμέτς προέρχεται άπό παραφθορά τής έλληνικής λέξε­ως «ερημίτης». Μέχρι τό 1955 έκυβερνάτο άπό μοναχούς, έκτοτε λειτουργεί ώς γυναικείο κοινόβιο μέ 70 μοναχές καί ήγουμένη τήν μοναχή Ίερουσαλήμα. Είναι πρότυπο κοινοβιακής καί πνευματι­κής ζωής. Τώρα τελευταία 'ίδρυσαν καί καινούργια κεντρική έκ­κλησία πρόν τιμήν τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου.

17) Τό μοναστήρι Γκοροβέϊ

'Απέχει 30 χιλιόμετρα άπό τήν πόλι Μποτοσάνι της Μολδα­βίας. Είναι μία ήσυχαστική έστία πού λειτούργησε άπό τό 1740, έ­τος ίδρύσεώς της, ώς άνδρική. Σήμερα έχει 6 μοναχούς μέ ήγούμε­νο τόν άρχιμανδρίτη Βενέδικτο. Τιμάται στόν "Αγιο Νικόλαο, άρχιεπίσκοπο Μύρων τής Λυκίας.

 

18)   Τό μοναστήρι Τοπλίτσα

Εύρίσκεται στήν Τρανσυλβανία πλησίον τής ομωνύμου πόλεως. Τδρύθηκε τό 17ο αίώνα καί τιμάται στήν μνήμη τοῦ Προφήτου Ήλιοῦ τοῦ Θεσβίτου. Σήμερα έχει 8 μοναχούς μέ ήγούμενο τόν άρχιμ. Μιχαήλ. Τό μικρό αύτό κοινόβιο έπιτελεϊ μεγάλο ιεραποστολικό έργο στήν δυτική Τρανσυλβανία.

 

19)   Τό μοναστήρι Σαράκα

Άπέχει 50 χιλιόμετρα άπό τήν πόλι Τιμισιοάρα. Χρονολογείται άπό τόν 16ο αίώνα καί τιμάται στά Είσόδια τής Θεοτόκου. Περιέ­χει τεμάχια Λειψάνων τών μαρτύρων Άρτέμωνος καί Άρέθα καί τεμάχιο δακτύλου τής Αγίας Μαρίας τής Μαγδαληνής. Διατη­ρούνται νωπογραφίες άπό τό 1740 μέ βυζαντινές επιδράσεις. Άπό τής ίδρύσεώς του καί μέχρι σήμερα εξακολουθεί νά άγωνίζεται διά τών έκπροσώπων του γιά τήν προστασία τής ορθοδόξου πίστεως, ή όποία έπολεμεῖτο άπό τούς ούνίτας καί καθολικούς.

 

20) Τό μοναστήρι Πάρτος

'Απέχει 36 χιλιόμετρα άπό τήν Τιμισιοάρα καί 6 άπό τήν κοινό­τητα Μπανλόκ. Χρονολογείται άπό τόν 15ο αιώνα. Ή περοχή αύ­τή πού λέγεται Μπάνατ έζησε ύπό τήν τουρκική κυριαρχία άπό τό 1552 έως τό 1716, ένώ ύπό τήν αύστριακή άπό τό 1775 έως τό 1922. Τό μοναστήρι αύτό παρέμεινε άπόρθητο στήν πίστι χάριν τών άγώνων του γιά τήν διαφύλαξι τής άμωμήτου ήμών πίστεως. Τιμάται στήν "Υψωσι του Τιμίου Σταυρού, ένώ τό παρεκκλήσιο, πρός τιμήν τοῦ έν Χώναις θαύματος τοῦ 'Αρχιστρατήγου Μιχαήλ. Σήμερα ή Κεντρική έκκλησία λειτουργεί καί ώς ενοριακή. Κατοικούν καί με­ρικές μοναχές, οί όποιες μέ τήν φιλοξενία καί έν Χριστώ άγάπη στηρίζουν τίς ψυχές τών χριστιανών. Έδώ έζησε καί τά τελευταία του χρόνια ό άγιος μητροπολίτης Τιμισιοάρας 'Ιωσήφ, όταν άπεχώρησε άπό τό εκκλησιαστικό του άξίωμα.

 

21.Τό μοναστήρι Καλουγκάρα

Εύρίσκεται στήν δυτική Τρανσυλβανία σέ ήσυχαστικό τόπο μιάς όμωνύμου κοιλάδος. Ή παράδοσις λέγει ότι άρχάς τοῦ περα­σμένου αιώνος μερικοί ποιμένες άκουγαν συχνά σέ ένα μέρος πρω­τάκουστες ψαλμωδίες. Τήν Κυριακή τών Βαῖων τοῦ 1859 ένα χρι­στιανός μέ μερικούς άλλους έπλησίασαν έκεῖνο τό μέρος. Ήταν μία παλαιά έκκλησία μέ άντικείμενα λατρείας καί άπολιθωμένα λείψανα. Τό 1860 άρχισε ή ϊδρυσις μιάς νέας έκκλησίας καί μερι­κών κελλιών. Κτίτωρ ήταν ό 'Αλέξιος Ναντίτσι, ό όποιος άπέθανε σέ ήλικία 26 έτών. Ή έκκλησία άνακαινίσθηκε άκόμη δύο φορές καί τήν τρίτη τό 1965. Τιμάται στήν μνήμη τής Θείας Σκέπης τής Θεομήτορος. Έδώ πλησίον τής Μονής πηγάζει ιαματικό νερό χάριτι τής Κυρίας Θεοτόκου, γι' αύτό χιλιάδες πιστοί προσέρχονται ζη­τώντας τήν βοήθεια τής Παναγίας. Πολλοί άπ' αύτούς έρχονται ά­πό τήν γειτονική Σερβία.

 

22) Τό μοναστήρι Τσεμπζά

'Απέχει άπό τήν Τιμισιοάρα 31 χιλιόμετρα. Χρονολογείται άπό τόν 14ο αιώνα. Ή έκκλησία καί τά κελλιά είναι ξύλινα. Τιμάται στήν "Υψωσι τού Τιμίου Σταυρού. Είναι καλά ώργανοομένο καί δια­τηρεί βιβλιοθήκη μέ παλαιά βιβλία καί χειρόγραφα. Σήμερα διατη­ρείται ώς έκκλησιαστικό μνημείο καί έχει ολίγους μοναχούς.

 

23) Τό μοναστήρι τοῦ άγίου Ήλιοῦ τής Πηγής

Εύρίσκεται κοντά στήν πόλι Βασιόβα τής περιοχής Μπάνατ. Ή πηγή πού ύπάρχει έκεῖ κοντά μέ τήν πίστι τών χριστιανών γίνεται 'ιαματική. Μέ άφορμή έπανακτήσεως τού φωτός τών ματιών του έ­νός λαϊκού, μερικοί χριστιανοί μέ έπικεφαλής ένα μοναχό ονόματι Μακάριο έφτιαξαν τό 1903 τά πρώτα κελλιά καί τό 1905 έγινε ή θεμελίωσις τής έκκλησίας. Σήμερα κατοικείται άπό μοναχές, οί ό­ποιες άσχολοῦνται κυρίως μέ τήν κατασκευή ταπήτων καί πλε­κτών.

 

24) Τό μονοστήρι Τιμισένι

Εύρίσκεται 14 χιλιόμετρα νοτίως τής Τιμισιοάρας. 'Ιδρύθηκε τό 1944 άπό τόν μητροπολίτη Μπανάτου Βασίλειο Λαζαρέσκου. Τιμά­ται στήν μνήμη τού Τιμίου Προδρόμου καί έχει 25 μοναχές μέ κοι­νοβιακή ζωή. Σήμερα είναι πολύ καλά ώργανωμένο καί προσφέρει τούς καρπούς τοῦ Άγίου Πνεύματος στούς πιστούς ολοκλήρου τής επαρχίας.

 

25) Τό μοναστήρι Χόντος-Μποντρόγκ

Είναι ένα άπό τά παλαιότερα μοναστικά καθιδρύματα τής Ρου­μανικής Έκκλησίας. Παλαιά χειρόγραφα μνημονεύουν τήν ῦπαρξί του άπό τόν 12ο αίώνα. Ανήκει στόν νομό Άράντ κοντά στό χωριό Μποντρόγκ. Ή σημερινή έκκλησία είναι άπό τό 1400 καί έχει ρυθ­μό τρικόγχου σταυροειδούς μετά τρούλλου. Κατά τήν περίοδο τής τουρκικής κατοχής ύπέστη πολλούς βανδαλισμούς καί άναστηλώθηκε τόν 18ο αίώνα.

 

Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης (Ἀπό τήν πρώτη μου ἐπίσκεψι στήν Ρουμανία, τό 1984)

 Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου