Τοῦ προφήτου Ἠλιοὺ
Του Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστινου Καντιωτου
«Ἕως πότε ὑμεῖς χωλανεῖτε ἐπ᾽ ἀμφοτέραις ταῖς ἰγνύαις; εἰ ἔστι Κύριος ὁ Θεός, πορεύεσθε ὄπισθεν αὐτοῦ· εἰ δὲ ὁ Βάαλ, πορεύεσθε ὄπισθεν αὐτοῦ. καὶ οὐκ ἀπεκρίθη ὁ λαὸς λόγον» (Γ΄ Βασ. 18,21)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, 20 Ἰουλίου, εἶνε ἡ ἑορτὴ τοῦ προφήτου Ἠλία. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ ὁμιλία μας αὐτόν θὰ ἔχῃ ὡς θέμα.
Ἀλλὰ ποιός εἶνε ἱκανὸς νὰ περιγράψῃ τὴ ζωή του καὶ νὰ τὸν ἀνυμνήσῃ; Ὁ προφήτης Ἠλίας δὲν εἶνε τυχαῖος· εἶνε ἱστορικὸ πρόσωπο, ὄχι μῦθος. Εἶνε μία μεγάλη καὶ σπάνια μορφὴ τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ἀστέρι πρώτου μεγέθους στὸν οὐρανὸ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τὸν περιγράφει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη. Ἦταν καὶ αὐτὸς ἄνθρωπος «ὁμοιοπαθὴς ἡμῖν», ὅπως λέει ὁ σημερινὸς ἀπόστολος (Ἰακ. 5,17)· ἀλλὰ μὲ τὴν πίστι, τὴν προσευχή, τὴν αὐταπάρνησί του ἔφτασε πολὺ ψηλά, ἔγινε «ἔνσαρκος ἄγγελος» (ἀπολυτ.) καὶ φτερούγισε στὸν οὐρανό.
Ἔκανε πράγματα καταπληκτικά.
Ἔκλεισε τὸν οὐρανό, καὶ ἐπὶ τρία χρόνια κ᾽ ἕξι μῆνες δὲν ἔβρεξε·
ἄνοιξε μετὰ τὰ οὐράνια κ᾽ ἔπεσε ἄφθονο νερό· εὐλόγησε μιὰ φούχτα
ἀλεύρι, τὸ πολλαπλασίασε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα· τρεφόταν ὁ ἴδιος
στὴν ἔρημο μὲ τροφὴ ἀπὸ κοράκια· πέρασε ἱπτάμενος τὸν Ἰορδάνη·
κατέκαυσε τοὺς ἐχθρούς του μὲ φωτιά· κατέσφαξε στὸν χείμαρρο Κισσῶν 400
ἱερεῖς τῆς αἰσχύνης· ἤλεγξε δριμύτατα τὸν βασιλέα Ἀχαὰβ καὶ τὴν
περιβόητη Ἰεζάβελ· καὶ δὲν ἔχει γνωρίσει θάνατο φυσικό, ἀφοῦ πύρινο
ἅρμα τὸν ἅρπαξε στοὺς οὐρανούς. Θὰ τὸν δοῦμε ἔνδοξο στὴν ἑορτὴ τῆς
Μεταμορφώσεως νὰ συνομιλῇ μὲ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦν Χριστὸν στὴν κορυφὴ
τοῦ Θαβώρ. Καὶ τέλος τὸν περιμένουμε ὡς «δεύτερον πρόδρομον τῆς
παρουσίας Χριστοῦ» (ἀπολυτ.), νὰ προηγῆται τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ
Κυρίου.
Αὐτὸς εἶνε, μὲ συντομία, ὁ προφήτης Ἠλίας· οὐρανομήκης ψυχή,
πύρινος προφήτης. Γι᾽ αὐτὸ καὶ εἶνε δημοφιλὴς ἰδίως στὰ Βαλκάνια
(Ἑλλάδα, Σερβία, Βουλγαρία, ῾Ρουμανία) καὶ στὴν ἀχανῆ ῾Ρωσία.
Ἀπ᾽ ὅλο τὸν βίο του θὰ ὑπενθυμίσω στὴν ἀγάπη σας ἕνα
στιγμιότυπο, ἀφοῦ δώσω καὶ τὸ ἱστορικὸ πλαίσιο μέσα στὸ ὁποῖο ἔδρασε. Ὁ
προφήτης Ἠλίας ὀνομάζεται Θεσβίτης, γιατὶ γεννήθηκε καὶ ἔζησε σ᾽ ἕνα
μικρὸ χωριὸ τῆς Παλαιστίνης, τὶς Θεσβές, τὸν ὄγδοο πρὸ Χριστοῦ αἰῶνα.
Βασιλιᾶς στὸ θρόνο τοῦ Ἰσραὴλ ἦταν τότε ὁ φιλάργυρος, πλεονέκτης καὶ
ἄδικος Ἀχαάβ. Ἂν ἕνας κακὸς ἄντρας σμίξῃ καὶ μὲ γυναῖκα κακιά, τότε ἡ
κακία …τετραγωνίζεται. Καὶ ὁ Ἀχαὰβ πῆρε νύφη μία διεφθαρμένη
εἰδωλολάτρισσα, τὴν περιβόητη Ἰεζάβελ. Ὑπὸ τὴν ἐπιρροὴ τῆς γυναίκας
του ὁ Ἀχαὰβ ἐγκατέλειψε τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ἔφερε στὸν Ἰσραηλιτικὸ
λαὸ τὴ λατρεία τῶν εἰδώλων, τοῦ Βάαλ καὶ τῆς Ἀστάρτης (ἦταν ζευγάρι
αἰσχρῶν θεῶν, προστάτες τῆς ἀκολασίας) καὶ ἔκανε θυσίες. Κατασκεύασε
ἕνα πελώριο ἄγαλμα τοῦ Βάαλ ἀπὸ ὀρείχαλκο, μπροῦντζο· ἦταν κούφιο
καὶ λειτουργοῦσε σὰν κλίβανος – φοῦρνος· τὸ γέμιζαν κληματσίδες,
εὔφλεκτες ὗλες, ἔβαζαν φωτιὰ κι αὐτὸ πυρακτωνόταν. Κι ὅπως ἐμεῖς
καῖμε λιβάνι στὸ θυμιατό, ἔτσι ἐκεῖνοι πάνω στὶς ἁπλωμένες τεράστιες
παλάμες τοῦ ἀγάλματος ἄφηναν – τί· ἀθῷα παιδάκια! κι αὐτὰ μέσα σὲ
κλάματα σπαραγμοῦ ἔλειωναν σὰν τὸ λιβάνι! Ἀπίστευτα πράγματα, μὰ τὰ
βεβαιώνει ἡ ἀρχαιολογία.
Ὁ προφήτης Ἠλίας μὲ τὸ κήρυγμά του ἤλεγξε τὸν ἀσεβῆ Ἀχαάβ, καὶ
ἔθεσε στὸ λαὸ ποὺ παρασυρόταν τὸ καίριο ἐρώτημα· Μὲ ποιόν εἶστε; ἂν
εἶστε μὲ τὸν Βάαλ, ἀκολουθῆστε τον· ἂν εἶστε μὲ τὸν Κύριο, ἀκολουθῆστε
τον (βλ. Γ΄ Βασ. 18,21) ἢ μὲ τὸ εἴδωλο, ἢ μὲ τὸ Θεό! ἀποφασίστε.
* * *
Μὴ νομίσουμε ὅμως, ἀγαπητοί μου,
ὅτι ἡ ἐποχή μας διαφέρει πολὺ ἀπὸ τότε. Δὲν ἐννοῶ οἰκονομικῶς, δὲν
μὲ πειράζει αὐτό· ἐννοῶ θρησκευτικῶς. Ἐὰν ἄγγελος Κυρίου ἢ ὁ προφήτης
Ἠλίας πάρῃ τὸ κόσκινο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ κοσκινίσῃ τὴ δική μας
κοινωνία, θὰ δοῦμε ὅτι οἱ ἄνθρωποι διακρίνονται σὲ 3 κατηγορίες.
Εἶνε βέβαια πρῶτα οἱ πιστοί. Τώρα πλέον ἔγιναν εἶδος δυσεύρετο
μέσα σ᾽ ἕνα πλῆθος, ποὺ ἔχει στὸ στόμα τὸ Χριστὸ καὶ στὴν καρδιὰ τὸ
δαίμονα. Πιστοὶ εἶνε ὅσοι ἔχουν ἀκλόνητη τὴν ἐλπίδα τους στὸν Κύριο,
ἀκοῦνε στὴν ἐκκλησία τὰ λόγια του καὶ ἡ καρδιά τους πάλλει καὶ δακρύζει
τὸ μάτι τους, προσεύχονται καὶ τὸ «Κύριε, ἐλέησον» φεύγει σὰν πύραυλος
ἀπὸ τὴν ψυχή τους, ἀκολουθοῦν τὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο μέχρι τέλους,
προσπαθοῦν νά ᾽νε ὅσο μποροῦν συνεπεῖς. Σπάνιο εἶδος σήμερα, ζήτημα
ἂν εἶνε ἕνας στοὺς χίλιους.
Ἄλλη κατηγορία εἶνε οἱ ἄπιστοι. Αὐτοὶ πῆραν τὴ γομμολάστιχα
τοῦ διαβόλου κ᾽ ἔσβησαν ἀπὸ τὸ λεξικὸ καὶ τὴ ζωή τους τὸ Θεό. Ἦρθε
προχθὲς στὴ μητρόπολι ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἕνας ἐπιστήμονας. Τὸν ρώτησα·
–Πιστεύεις; –Ἐγώ, λέει, εἶμαι ἄθεος. –Ἄθεος; ῥώτησα… Κάθησα περίπου μία
ὥρα μαζί του. Φαίνεται πὼς κλονίστηκε καὶ στὸ τέλος λέει· –Πάτερ, δὲν
φταίω ἐγώ· εἶχα καθηγητὴ στὸ γυμνάσιο ἕναν φυσικό, ποὺ εἰρωνευόταν τὰ
θρησκευτικὰ μὲ ἕνα φαρμακερὸ μειδίαμα… Ὁ ἐμπαιγμὸς ἐκεῖνος ἐπηρέασε
τὴν ψυχὴ τοῦ μαθητοῦ καὶ ἔγινε ἄπιστος. Κάποτε ἡ ἀπιστία ἦταν στὰ
μεγάλα κέντρα, τώρα ἄπιστοι εἶνε καὶ στὰ χωριά· ἔφτασε σὰν μεταδοτικὴ
νόσος ὣς τὰ βουνά.
Τρίτη κατηγορία, τέλος, εἶνε τὰ ἐκκρεμῆ ἢ βάτραχοι. Αὐτοὶ οὔτε
πιστοὶ εἶνε οὔτε ἄπιστοι. Μιὰ φορὰ – δυὸ φορὲς τὸ χρόνο ἐμφανίζονται
στὴν ἐκκλησία, ἀνάβουν κανένα κερί, κάνουν ἕνα σταυρὸ ὑποτυπώδη,
προσκυνοῦν καμμιὰ εἰκόνα, ἀλλὰ στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τους ἔχουν
ἐρωτηματικά.
Στὴν πίστι μας πρέπει νὰ ἔχῃς θαυμαστικά, ὄχι ἐρωτηματικά·
ἐὰν δὲν ἔχῃς θαυμαστικά, δὲν εἶσαι Χριστιανός. Ὅπως γιὰ τὴν πατρίδα
πρέπει νά ᾽χῃς θαυμαστικὰ κι ὄχι ἐρωτηματικά, ὅπως καὶ γιὰ τὴ σύζυγό
σου δὲν πρέπει νὰ ἔχῃς οὔτε τὸ παραμικρὸ ἐρωτηματικό (ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ
γιὰ τὴ γυναῖκα σου βάλῃς ἐρωτηματικό, καταλύεται ἡ ἀγάπη μεταξὺ τῶν
συζύγων, θραύεται ὁ θεσμός)· ὅπως λοιπὸν γιὰ τὴ γυναῖκα σου, ἔτσι καὶ
γιὰ τὴ θρησκεία μας μὴν ἔχεις ἐρωτηματικά. Ἐὰν ἔχῃς ἔστω καὶ ἕνα
ἐρωτηματικό, μία ἀμφιβολία, τότε παύεις νὰ εἶσαι πιστός· κυμαίνεσαι,
εἶσαι σὰν τὸ ἐκκρεμές. Εἶσαι σὰν τὸ βάτραχο, τὸ ἀμφίβιο, ποὺ πότε
βγαίνει στὴν ξηρό, πότε πέφτει στὰ νερά· ἔτσι εἶνε καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς
σημερινούς, βατραχοειδῆ. Ἡ Ἀποκάλυψις λέει κάπου, ὅτι ἡ γῆ θὰ γεμίσῃ
ἀπὸ βατράχους (βλ. Ἀπ. 16,13). Θά ᾽νε ἄνθρωποι ποὺ θὰ κάνουν σὰν τὰ
βατράχια, τὴ μία θὰ λένε «Ναὶ», τὴν ἄλλη «ὄχι»· θὰ πηγαίνουν πότε μὲ τὸ
Θεό, πότε μὲ τὸν διάβολο.
* * *
Σήμερα ὁ προφήτης Ἠλίας
ἐπαναλαμβάνει καὶ σ᾽ ἐμᾶς αὐστηρὰ τὸ καίριο ἐρώτημά του· Ἀγαπητέ μου,
ἕνα ἀπὸ τὰ δύο ἰσχύει· τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ἢ εἶνε ἀληθινὸ ἢ εἶνε
ψέμα· ἐσὺ μὲ ποιόν συντάσσεσαι; ἀπάντησε.
Ἐὰν ἐρεύνησες καὶ βρῆκες ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε ψέμα, μὴ μένεις
ἐδῶ· βγὲς ἔξω, ἑνώσου μὲ τοὺς ἀπίστους, κάψτε τὶς ἐκκλησίες καὶ σφάξτε
τοὺς παπᾶδες· νὰ σβήσῃ τὸ παραμύθι αὐτό· δὲν πρέπει ὁ κόσμος νὰ ζῇ μὲ
τὸ ψέμα.
Ἐὰν ὅμως ἀπὸ τὴν ἔρευνά σου βρῆκες ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε
ἀληθινό, διῶξε ἀπ᾽ τὴν ψυχή σου κάθε ἀμφιβολία καὶ ἀμφιταλάντευσι·
μὴν εἶσαι ἐκκρεμές, μὴν εἶσαι βάτραχος. Πὲς «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ
προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ βασιλεῖ καὶ Θεῷ ἡμῶν». Προσπάθησε νὰ ζῇς κατὰ
τὶς ἐντολές του. Ὅ,τι θέλει ὁ Χριστός, αὐτὸ νὰ κάνῃς· ὅ,τι διατάζει ὁ
διάβολος, μίσησέ το. Ἢ Θεός, ἢ διάβολος· καὶ τὰ δυὸ μαζὶ δὲν χωροῦν! Ἂν
λοιπὸν τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε ἀληθινό, ζῆσε μ᾽ αὐτό. Θέλετε μερικὰ πρόχειρα
παραδείγματα; Τὸ Εὐαγγέλιο λέει·
• ὄχι μόνο τὰ λόγια ἀλλὰ καὶ ἡ ἐξωτερικὴ ἐμφάνισι, ἡ ἐνδυμασία
μας, νά ᾽νε εὐπρεπής. Ἰδίως ἡ γυναίκα, νά ᾽νε σκεπασμένη καλά (βλ. Α΄
Τιμ. 2,9)·
• ἡ ζωή μας στὸ σπίτι νὰ εἶνε εἰρηνική, τὸ ἀντρόγυνο νὰ μένῃ
ἑνωμένο διὰ βίου· μόνο τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη τοὺς χωρίζει. Ἄλλοι
λόγοι διαζυγίου, ποὺ ἀκοῦμε, δὲν ὑπάρχουν·
• τὰ παιδιά μας νὰ τὰ μεγαλώνουμε ἐν φόβῳ Κυρίου (βλ. Ἐφ. 6,4). Αὐτὰ λέει τὸ Εὐαγγέλιο. Τ᾽ ἀκοῦμε, προσπαθοῦμε νὰ τὰ κάνουμε;
Ἀλλοίμονο· τὸν Βάαλ ἀκοῦμε, τὸν διάβολο ἀκολουθοῦμε! Τί
διατάζει ὁ διάβολος; • Γδύσου, λέει στὴ γυναῖκα· κι αὐτὴ ὑπακούει καὶ
γίνεται κινητὸ κρεοπωλεῖο. • Κατεβῆτε στὶς παραλίες καὶ κολυμπᾶτε μαζὶ
ἀρσενικοὶ καὶ θηλυκοί· ἐγὼ ἐπιτρέπω τὰ μικτὰ λουτρά. • Βαρεθήκατε τὴ
συμβίωσι; πάρτε διαζύγιο· ὁ ἄντρας ν᾽ ἀλλάζῃ γυναῖκες σὰν τὶς
γραβάτες του καὶ ἡ γυναίκα ν᾽ ἀλλάζῃ ἄντρες σὰν τὶς ῥόμπες της. Αὐτὰ
λέει, αὐτὰ ἀκούει ὁ κόσμος, καὶ κοιτάξτε τ᾽ ἀποτελέσματα. Βγῆτε στοὺς
δρόμους καὶ πῆτε μου πόσες γυναῖκες θὰ δῆτε ντυμένες σωστά; κι αὐτὲς ποὺ
ξεγυμνώνονται θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους σεμνό! Δῆτε καὶ τὰ διαζύγια·
ἄλλοτε στὴν πατρίδα μας, ἀπὸ τὴν Κρήτη μέχρι τὴ Μακεδονία, περνοῦσαν
ἑκατὸ χρόνια καὶ διαζύγιο δὲν ὑπῆρχε· τώρα; λίγο μετὰ τὸ γάμο τρέχουν
στοὺς δικηγόρους νὰ χωρίσουν γιὰ διαφόρους λόγους.
Ποῦ εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο; Τὸ καταπατοῦν κυβερνήσεις καὶ κόμματα,
ἀριστεροὶ καὶ δεξιοί, λαϊκοὶ καὶ κληρικοί, παπᾶδες καὶ δεσποτάδες.
* * *
Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί μου, καὶ στὴν
ἐποχή μας ἁρμόζει ν᾽ ἀκουστῇ πάλι τὸ ἐρώτημα· Θεὸς ἢ Βάαλ; τὸ Εὐαγγέλιο
ἢ τὰ ἀντι-ευαγγέλια; Ἐγὼ εἶμαι ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας. Καθένας ἂς
διαλέξῃ ὅ,τι ἐπιθυμεῖ· ἂς γίνῃ μασόνος, μαρξιστής, ἰσλαμιστής, ὅ,τι
θέλει. Καὶ νὰ μείνουν λίγοι. Πέντε; πέντε! Τοὺς ἄλλους τί νὰ τοὺς κάνῃς;
Ἀνακατεύουν ἀλήθεια καὶ πλάνη, πᾶνε πότε μὲ τὸν διάβολο καὶ πότε μὲ τὸ
Θεό. Στὸ ναὸ κάνουν τὸ Χριστιανό, καὶ μόλις βγοῦν ἔξω «ξεβαφτίζονται»·
ἀπὸ τὴ μιὰ ὀργιάζουν, κι ἀπὸ τὴν ἄλλη κόπτονται πὼς εἶνε πιστοί.
«Ὅσοι πιστοί»! Ἐγὼ πιστεύω, ὅτι ὑπάρχει ἀκόμα πολὺς λαός, λαὸς
προδομένος. Τὸν πρόδωσαν δεξιοὶ καὶ ἀριστεροί, ἀπὸ μέσα καὶ ἀπ᾽ ἔξω.
Ἀλλὰ «ἔσται ἦμαρ», θά ᾽ρθῃ ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου. Καυχήθηκε κάποιος
ὑπουργός, ὅτι θὰ κάνῃ τὴν πατρίδα μας Σουηδία. Δὲν θὰ τὴν κάνῃς, κύριε,
τὴν Ἑλλάδα Σουηδία, ὅποιος κι ἂν εἶσαι. Ἡ γωνιὰ αὐτὴ θὰ μείνῃ ὡς ἄστρο
φωτεινὸ καὶ θὰ ζῇ ὑπὸ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸν Ἐσταυρωμένο· Ὅν, παῖδες,
ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν Κυριακὴ 20-7-1975 πρωί. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 20-6-2023.