«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Εὐχαριστοῦμεν τόν Κύριόν μας Ἰησοῦν Χριστόν διότι μᾶς ἀνέχεται ἀκόμη καί μέχρι σήμερα καί μᾶς προσφέρει δωρεάν τήν Χάριν του. Δέν θά ἠμπορούσαμε νά ζήσουμε οὔτε μία στιγμή τοῦ χρόνου, χωρίς αὐτήν τήν θείαν βοήθειαν. Θά εἴμασταν ἀληθινά ὀρφανοί. Ἀλλά ὁ Χριστός μας ἐφρόντισε νά στείλει στούς ἁγίους Ἀποστόλους του τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἔτσι ὥστε νά μήν αἰσθάνωνται ὀρφανοί, χωρίς δηλαδή προστασία καί συνεχῆ θεία ἐπισκίασι στόν ἱεραποστολικό τους ἀγῶνα.
Μοῦ κάνει μεγίστην ἐντύπωσιν ὅτι καί ὁ Χριστός, ἐνῶ εἶναι Θεός παντοδύναμος καί συνάναρχος μέ τόν Θεόν Πατέρα, εἶχεν ἀνάγκην προσευχῆς ὡς ἄνθρωπος. Καί τίς βραδυνές ὧρες, ἀποσυρόταν μακριά ἀπό τόν κόσμο, καί ἐνίοτε ἀπό τούς Μαθητάς του καί προσευχόταν στίς πλαγιές τῶν βουνῶν μόνος του. Τί νά ζητοῦσε ἄραγε Ἕνας Θεός ἀπό τόν ἄλλον Θεόν Πατέρα του; Ἕνα Μέγα Μυστήριο ἐκτυλίσσεται ἐνώπιον μας. Δέν εἶναι δύο Θεοί, ἀλλά ἕνας! Εἶναι δύο τά Πρόσωπα. Καί οἱ δύο εἶναι ξεχωριστές προσωπικότητες, ἀλλά Ἕνας Θεός. Πραγματικά εἶναι ἀκατάληπτον τό Μυστήριον τῆς Τριαδικῆς Θεότητος. Τό δεχόμεθα, ὅπως τό διδαχθήκαμε ἀπό τά στόματα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, χωρίς νά ἠμποροῦμε νά τό ἑρμηνεύσωμεν.
Οἱ λαοί πού δέν ἐγνώρισαν ἀκόμη τόν Χριστόν καί ἀνήκουν σέ ἄλλες θρησκεῖες, δέν ἔχουν τήν προνομιακή αὐτή τιμή νά συνομιλοῦν μέ τόν δικό τους θεό. Οἱ θεοί τους βέβαια δέν ἔχουν καμμία συγγένεια μέ τό Ἰδικόν μας Θεόν. Δέν εἶναι κἄν θεοί, ἀλλά δαιμόνια, τά ὁποῖα κατά παραχώρησιν τοῦ ἀληθινοῦ μας Θεοῦ ἐμφανίζονται σάν θεοί. Ἀπαιτοῦν ἀπό τά θύματά τους νά λατρεύωνται σάν θεοί. Νά δέχωνται θυσίες ἐνώπιον τῶν ἀγαλμάτων τους καί νά κλέβουν τήν δόξαν πού ἀνήκει μόνον στόν Δημιουργόν ὅλων μας, τόν ἀληθινόν Θεόν μας.
Ὁ Θεός μας, Ἰησοῦς Χριστός, δέν κατοικεῖ μόνον στούς οὐρανούς, ἀλλά καί στις καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἀπαιτεῖ νά τόν λατρεύουμε ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ, ὅπως τό εἶπε ὁ Ἴδιος στήν Σαμαρείτιδα, διότι Πνεῦμα εἶναι καί ὁ Ἴδιος. Πνευματική λατρεία ταιριάζει στόν Χριστόν μας, δηλαδή μέ ὅλες τίς πνευματικές καί νοερές δυνάμεις πού ὑπάρχουν δοσμένες ἀπ᾿ Αὐτόν στήν ὕπαρξίν μας. Αὐτή εἶναι ἡ δυνατότης πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος: Νά ἠμπορεῖ, ἐνῶ κατοικεῖ στήν γῆ, νά ἐπικοινωνεῖ καί μέ τόν Ἐπουράνιον Θεόν, μέσῳ τῶν πνευματικῶν του λειτουργιῶν, πού προικίσθηκε ἀπό τόν Ἴδιον τόν Θεόν μας! Γι᾿ αὐτό καί ὁ ἄνθρωπος εἶναι διττός. Προέρχεται τό σῶμα του ἀπό τό χῶμα καί ἡ ψυχή του μέ ὅλες τίς νοερές δυνάμεις της ἀπό τήν πνοή τοῦ Θεοῦ. Για νά ἠμπορεῖ ἔτσι νά ζῆ ἐπί τῆς γῆς καί νά πολιτεύεται ὡσάν νά εὑρίσκεται στούς οὐρανούς.
Τί μεγάλο μυστήριο εἶναι ἡ κατασκευή τοῦ ἀνθρώπου! Καί πόσον ὑψηλός εἶναι καί ὁ προορισμός του! Δέν θά ἠμποροῦσε νά ἐπικοινωνεῖ μέ τόν οὐράνιον κόσμον, ἐάν δέν εἶχε στολισθῆ μέ τά ψυχικά του χαρίσματα, τά ὁποῖα τόν ξεχωρίζουν ἄλλωστε καί ἀπό τήν ἄλογον φύσιν τῶν ἄλλων ζώντων πλασμάτων. Ἀλλά καί μέ τά χαρίσματα αὐτά, ὅπως εἶναι ὁ νοῦς, ἡ βούλησις, ἡ σκέψις, ἡ φαντασία, τό συναίσθημα γίνεται φίλος τοῦ Πλαστουργοῦ του. Αἰσθάνεται πλησίον του καί τά ἄλλα ἐναέρια πλάσματα τοῦ Θεοῦ, τούς Ἀσωμάτους Ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι τόν συντροφεύουν ἀοράτως καί τόν βοηθοῦν παντοιοτρόπως, κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος ἠμπορεῖ νά διατηρεῖ τίς σχέσεις του καί μ᾿ αὐτούς τούς ἁγιασμένους ἀνθρώπους πού ἔφυγαν ἀπό τόν παρόντα κόσμον καί κατετάχθησαν στίς παρατάξεις τῶν δεδοξασμένων τέκνων τοῦ Θεοῦ. Εἶναι οἱ Ἅγιοί μας. Σωματικῶς ἀνεχώρησαν, ὅπως ἄλλωστε θά γίνει αὐτό καί σ᾿ ἐμᾶς στόν καιρό πού μᾶς ὥρισε ὁ Χριστός.
Τό θαυμαστό εἶναι ὅτι αὐτοί οἱ Ἅγιοί μας, «ὡς οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ καί κοινωνοί θείας χάριτος», συνεχίζουν νά μᾶς ἀγαποῦν. Ὁσάκις τούς ἐπικαλούμεθα, τρέχουν νά μᾶς βοηθήσουν. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἔχουν τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ ὑπέρτατον βαθμόν καί ὅλοι μᾶς ὑπακούουν. Ὅλοι ἠμποροῦν νά κάνουν θαύματα, ἀρκεῖ νά τούς ἐπικαλεσθοῦν οἱ ἐπί τῆς γῆς Χριστιανοί μας μέ βαθειά ταπείνωσι καί δυνατήν πίστι. Μερικοί ἀπό τούς Χριστιανούς μας ξεχωρίζουν μερικούς Ἁγίους ὡς πλέον θαυματουργούς καί ἄλλους ὄχι. Ἄλλους τιμοῦν περισσότερο καί ἄλλους ὀλιγώτερο ἤ καθόλου. Παρ᾿ ὅλα αὐτά οἱ Ἅγιοί μας εἶναι πρός ὅλους μας συμπαθητικοί, ἀσχέτως ἐάν δέν τιμῶνται, ὅπως ἄλλοι Ἅγιοι, μέ ἀσματικές ἀκολουθίες, μνημόσυνα, ἀρτοκλασίες καί πανηγύρεις.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ ἐπιτέλεσις θαυμάτων δέν εἶναι ἔργον τῶν Ἁγίων μας, ἀλλά ἔργον τοῦ Χριστοῦ μας. Ἁπλῶς οἱ Ἅγιοί μας εὐηρέστησαν τόν Χριστόν μέ τήν καθαρά καί ταπεινή ζωήν τους καί ἔλαβαν ὡς δωρεά κάποιο χάρισμα τοῦ Θεοῦ.
Μέ τά χαρίσματά του αὐτά τά ὁποῖα διανέμει ὁ Θεός τούς διαφόρους Ἁγίους του, κατά τήν ἰδικήν του πάντοτε κρίσιν καί ἀπόφασιν, κυβερνᾶ τόν κόσμον. Συντηρεῖ τήν πίστιν τῶν εὐσεβῶν ἀνθρώπων. Τούς ἀναπτερώνει τό φρόνημα διά ἀγῶνας πνευματικούς. Τούς καθιστᾶ μετόχους τῶν εὐλογιῶν τοῦ οὐρανοῦ. Ἀποδεικνύει ὅτι μέ τά χαρίσματα αὐτά ἀγαπᾶ καί ὑπηρετεῖ τόν κόσμον μέσῳ τῶν ἐκλεκτῶν δούλων του, τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Κλείνει τά στόματα τῶν ἀπίστων, τά ὁποῖα ἐνίοτε βλασφημοῦν τόν Ἴδιον τόν Θεόν, τήν Γλυκυτάτην Μητερούλα μας, τήν Κυρίαν Θεοτόκον καί τούς πολυσεβάστους μεγάλους Ἀδελφούς μας, τούς Ἁγίους μας.
Οἱ Ἅγιοί μας, εἶναι οἱ αἰώνιοι μεσίτες τῶν ἀνθρώπων ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Χριστοῦ μας. Εἶναι οἱ ἀκούραστοι μάρτυρες τῆς ἀληθινῆς μας Πίστεως ἐδῶ στόν κόσμον, μέ τά θαύματά τους, τήν διδασκαλία τους καί τό παράδειγμά τους.
Ὁ ἅγιος Διονύσιος τῆς Ζακύνθου, ἠγάπησε τήν ἡσυχίαν καί τήν προσευχήν. Ἐγκατέλειψε τήν ἐπισκοπικήν του διακονία στήν Αἴγινα, ὅπου μόλις εἰργάσθη περί τά τέσσαρα χρόνια. Καί ἀποσύρθηκε στήν μονή Ἀναφωνητρίας τῆς Ζακύνθου, ὅπου ὡς ἀσκητής διεπέρασε τήν ζωή του μέ ἕνα πενιχρό ἔνδυμα. Εἶναι αὐτός πού ὑποδέχθηκε στήν αὐλή τῆς Μονῆς του, ἕνα ἀπόγευμα, τόν δολοφόνο τοῦ ἀδελφοῦ του, Κωνσταντίνου Σιγούρου, πού τόν κυνηγοῦσαν νά τόν συλλάβουν μία ὁμάδα ἀνθρώπων.
-Ἅγιε Δέσποτα, σήμερα ἐσκότωσε κάποιος τόν ἀδελφόν σου. Ἔφυγε πρός τά βουνά. Μήπως ἐπέρασε ἀπό ἐδῶ;
-Δέν ἦλθε παιδιά μου τέτοιος ἄνθρωπος ἀπό ἐδῶ σήμερα. Ἀνεβῆτε πρός τό βουνό καί εὔχομαι νά τόν βρῆτε.
Μέ αὐτά τά λόγια τούς ἀπέτρεψε νά πράξουν τό ἔργο τῆς συλλήψεως τοῦ δολοφόνου τοῦ ἀδελφοῦ του, τόν ὁποῖον πρό ὀλίγου τόν ἐπέρασε μέσα στήν αὐλή, τοῦ ἔδωσε νά φάγη καί τόν ἔκρυψε σέ μία ἀποθήκη!
Τό 1953, δύο χρόνια πρίν ἀναγνωρισθῆ ἐπισήμως ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἀπό τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖον, ὑπῆρχε μεγάλη διαφωνία μεταξύ τῶν Ἁγιορειτῶν μοναχῶν, ὅσον ἀφορᾶ για τήν ἁγιότητά του. Φυσικά καί στήν ἰδική μας Μονή. Ὁ τότε ἡγούμενος τῆς Μονῆς μας π. Ἀθανάσιος, μέγας ἀσκητής τοῦ κοινοβίου, διορατικός καί προορατικός, συνεβούλευσε τούς μοναχούς του νά τελέσουν τριήμερη ἀγρυπνία. Καί ὁ Ἐπίσκοπος Πενταπόλεως Νεκτάριος θά τούς πληροφορήσει ἐάν εἶναι ἤ δέν εἶναι Ἅγιος. Ἐτελείωσαν τήν πρώτη ὁλονύκτια ἀγρυπνία. Ξεκουράσθηκαν καί μπῆκαν στήν δεύτερη. Μετά τόν Ἑσπερινό ἀνέβηκε ὁ Γέροντας π. Ἀθανάσιος νά ξεκουρασθῆ ὀλίγον τι στό κελλάκι του. Ἐκτύπησε κάποιος τήν πόρτα του. Ἦταν ὁ ἅγιος Νεκτάριος. Τόν ἀνεγνώρισε ὁ Γέροντας, διότι τόν ἀγαποῦσε. Ἤξερε ὅτι εἶναι ἅγιος γι᾿ αὐτό καί εἶχε τήν εἰκόνα του στό ἐπάνω μέρους τοῦ κρεββατιοῦ του!
Τοῦ ἀσπάσθηκε τό χέρι ὁ Γέροντας καί ὁ Ἅγιος τοῦ εἶπε:
-Διατί ἅγιε Γέροντα, ταλαιπωρεῖς γιά μένα τά καλογέρια σου, ἄν εἶμαι ἤ δέν εἶμαι ἅγιος; Μάθε, ὅτι ὁ Θεός μέ ἔχει κατατάξει πλησίον τῶν μεγάλων Τριῶν ἱεραρχῶν. Καί ὁ Γέροντας τόν ἐρώτησε:
-Καί πῶς ἁγίασες Ἅγιέ μου;
-Ἐγώ δέν ἔζησα οὔτε σέ μοναστήρια, οὔτε σέ σπηλιές, ὅπως ζῆτε ἐσεῖς. Ἔζησα μέσα στόν κόσμον, κοντά στόν ἀνθρώπινο πόνο. Καί μόλις στά γεράματά μου ἔκτισα τό μοναστήρι μου στήν Αἴγινα καί ἐκεῖ ἐτελείωσα τήν ζωήν μου σάν μοναχός!
-Καί τότε πῶς σέ ἁγίασε ὁ Κύριός μας;
-Ὄχι για τούς ἀσκητικούς μου ἀγῶνες, ἀλλά διότι συγχώρησα τούς ἐχθρούς μου. Ἦλθαν μία ἡμέρα ἁρμόδιοι διαφόρων ὑπηρεσιῶν, ἀστυνομικοί, δικαστές κλπ. καί μέ ὕβρισαν. Μέ κατηγόρησαν ὅτι ἐγέννησα παιδιά μέ τίς μοναχές μου. Καί ἦλθαν νά ψάξουν στά πηγάδια τῆς περιοχῆς μας, νά εὕρουν ποῦ ἔχω πετάξει τά μωρά τῶν μοναζουσῶν μου! Ὅλες οἱ μοναχές μου ἦσαν γύρω μου καί ἔκλαιγαν. Ἀφοῦ ἐτελείωσαν τό ὑβριολόγιο, τούς ἐπρότεινα νά πάρουν στήν τραπεζαρία τόν καφέ τους. Καί τούς συγχώρησα μέ τήν καρδιά μου.
Γι᾿ αὐτή μου τήν ἀγάπη καί τήν συγχωρητικότητα ὁ Θεός μέ ἔσωσε καί μοῦ ἔδωσε καί τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας».
Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ξεπέρασαν τό ἑαυτόν τους. Ἀγάπησαν τούς ἐχθρούς τους. Ὑπέμειναν θλίψεις καί δοκιμασίες για τίς ὁποῖες δέν εἶναι ἄξιος ὁ κόσμος. Ἐμιμήθησαν τίς τάξεις τῶν Ἀσωμάτων Ἀγγέλων. Ἐχαροποίησαν τόν Χριστόν καί τόν συνεκίνησαν. Καί ὁ Χριστός τούς ἐδόξαζε, ὅπως ἄλλωστε τούς ἄξιζε! Γι᾿ αὐτό οἱ Ἅγιοί μας εἶναι τό ἴδιο τό Εὐαγγέλιο ἐφαρμοσμένο στήν καθημερινή τους ζωή. Ὅλα τά κατορθώματά τους εἶναι ἀπό ὅλους μας ἀξιοθαύμαστα, ἀλλά δύσκολα κατορθώνονται ἀπό τήν δική μας γενεά.
Εἶναι μεγάλη ἡ χαρά ὅλων μας διότι ἔχουμε μόνιμους πρεσβευτάς πρός Κύριον τούς Ἁγίους μας! Ὑπάρχουν καί μέχρι σήμερα ἁγιορεῖτες μοναχοί, οἱ ὁποῖοι δέν δέχονται νά πάρουν οὔτε ἕνα χάπι, οὔτε ἐπισκέπτονται κάποιον ἰατρόν για τήν ὑγεία τους. Καί μᾶς λέγουν ἁπλοϊκά καί ταπεινά:
-Ὁ Χριστός πού εἶναι ἰατρός ψυχῶν καί σωμάτων, δέν μπορεῖ καί σήμερα στήν δική μας διεστραμμένη γενεά νά κάνει θαύματα; Δέν χρειάζομαι, σοῦ λέγουν, γιατρούς. Γιατρός μας εἶναι ὁ Χριστός, ἡ Θεοτόκος καί οἱ Ἅγιοί μας!
Καί ἔχουν βέβαια ἀπόλυτο δίκαιο. Ἀλλά ποιός κρατεῖ μέσα του μία τόσο δυνατή πίστι; Εἶναι ὀλίγοι στίς ἡμέρες μας τέτοιου εἴδους ἀθλητές τῆς πίστεως καί περιφρονητές τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας τους! Τούς θαυμάζουμε, ἀλλά ἡ φιλαυτία δέν μᾶς ἐπιτρέπει νά τούς ἀκολουθήσουμε. Δέν ἀποφασίσαμε ἀκόμη νά ἀποθάνουμε. Καί μία τέτοια ἀπόφασι, χρειάζεται τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ. Χωρίς τόν Θεόν οὐδείς ἠμπορεῖ κάτι καλό νά ἐπιτύχει στήν ζωή του.
Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου