«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Ἕνας Ἕλληνας, μετανάστης στήν κεντρική Ἀφρική καί φίλος τοῦ ἱεραποστολικοῦ μας ἔργου ἐκεῖ στό Μπουρούντι, ἦλθε προσκαλεσμένος γιά πρώτη φορά στό Ἅγιον Ὄρος στίς ἀρχές Ἰουλίου τοῦ 2005. Μετά τήν ἐπίσκεψί του στήν Μονή μας, τήν τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου, δεύτερο σταθμό ἐπιλέξαμε νά τόν συνοδεύσουμε στήν γειτονική Μονή τοῦ ἁγίου Διονυσίου.
Μέ εὐλάβεια καί πόθο ἀσπασθήκαμε τά Ἅγια Λείψανα, ἐλάβαμε τήν εὐχή τοῦ ἁγίου Καθηγουμένου π. Πέτρου καί κατόπιν ἐπισκεφθήκαμε ἄλλους χώρους.
Εἶχα καί ἄλλες φορές ἀντικρύσει ἀπό μακριά βέβαια τόν ἀσκητικό καί ψιλόλιγνο μοναχό π. Διονύσιο. Μοῦ ἔκαναν ἐντύπωσι ἡ φωτεινότης τοῦ προσώπου του, τό κλασσικό ἁγιορείτικο ὕφος του στήν ἀπόδοσι τῶν ψαλμωδιῶν του, χωρίς ἐπιτηδεύσεις καί φωνητικές καλλιτεχνίες καί τό ἀσκητικό του παράστημα.
Ἐπειδή ἐκεῖ ἀποσύρονται στά κελλιά τους πρίν ἀπό τήν δύσι τοῦ ἡλίου, γιά τό νυκτερινό πρόγραμμα τῶν προσευχῶν τους, ἔτρεξα νά τόν προλάβω πρίν κλειδώση τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του. Πράγματι, τόν πρόλαβα στήν πόρτα καί τόν σταμάτησα ζητῶντας τήν εὐλογία του.
-Πάτερ Διονύσιε, νομίζω μέ γνωρίζετε. Εἶμαι ἀπό τήν γείτονα Μονή τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου. Ζητῶ νά μᾶς πῆτε κάτι γιά τήν προσευχή.
-Ἐσύ νά μέ διδάξης. Ἐσύ!....Ἄκουσε, δέν ἔχω νά σοῦ εἰπῶ πολλά πράγματα. Ἡ προσευχή δέν εἶναι καρπός ἀναγνώσεως βιβλίων. Εἶναι δῶρον τοῦ Θεοῦ. Ἐγώ νά σοῦ εἰπῶ τώρα τήν κατάστασί μου.
Ἠμουν στό Μοναστήρι μου 11 χρόνια. Ὑπηρέτησα στό μαγειρεῖο, στό ἀρχονταρίκι, στούς Κήπους, κι ὅμως προσευχή δέν εἶχα. Τί ἔκανα; Παρακαλοῦσα τόν Θεό νά μοῦ δώση τό χάρισμα τῆς προσευχῆς. Ἤθελα νά διακονῶ καί νά λέγω καί τήν εὐχή. Ἐπῆγα στόν παπᾶ Χαράλαμπο, πρίν ἔλθη γιά ἡγούμενος στήν Μονή μας. Αὐτός μέ βοήθησε ἀρκετά.
Γιά νά μᾶς δώση ὁ Θεός τό χάρισμα τῆς εὐχῆς πρέπει κι ἐμεῖς νά τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, νά ἐξομολογούμεθα, νά πηγαίνουμε στήν ἐκκλησία. "Ἑπτάκις τῆς ἡμέρας ἤνεσά σε ἐπί τά κρίματα τῆς δικαιοσύνης σου", λέγει ὁ Δαβίδ. Αὐτή τήν τάξι νά τηροῦμε ἀκαταπαύστως. Ἀδιάλειπτος συμμετοχή στίς Ἀκολουθίες, ἐξομολόγησις καί θεία Κοινωνία.
Ξέρεις ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών. Ἀκούει τίς προσευχές καί τοῦ παπᾶ, καί τοῦ μοναχοῦ καί τοῦ κάθε λαϊκοῦ. Ἀκούει ὅλα τά αἰτήματά τους. Αὐτό δέν τό λέγω ἐπειδή κἄπου τό διάβασα, ἀλλά τό ἔχω γνωρίσει ἐκ τῆς πράξεως.
-Δέν ξέρεις Ἐσύ τί θέλω ἐγώ!....
-Τό ξέρω, λέγει ὁ Θεός, ἀλλά δἐν ἦλθε ἡ ὥρα καί γιά σένα!
Καταλάβατε; Ξέρει πῶς καί πότε θά ἐνεργήση ὁ Θεός γιά τήν σωτηρία μας.
Πρέπει νά ξέρουμε ὅτι τό δῶρο τῆς προσευχῆς δέν δίδεται σέ ὅλους. Ἄν δέν μᾶς τό δώση, αὐτό σημαίνει ὅτι δέν εἶναι συμφέρον γιά τήν σωτηρία μας, διότι ὁ ἄνθρωπος δέν σώζεται ἐπειδή ἀποκλειστικά προσεύχεται. Προσεύχονται καί οἱ πλανεμένοι στήν πίστι καί οἱ ἀλλόθρησκοι καί οἱ αἱρετικοί. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι προσεύχονται ἀληθῶς καί θά σωθοῦν.
-Ἀπό ποῦ κατάγεσθε, πάτερ Διονύσιε;
-Κατάγομαι ἀπό τήν Καρδίτσα, ἀπό τό χωριό Κανάλια, τό ὁποῖον εἶναι δίπλα στό χωριό τοῦ μακαριστοῦ Γέροντός μου, τοῦ παπᾶ Γαβριήλ, τό Ὀποῖον λέγεται Μεσενικόλας.
-Καί πότε ἤλθατε νά μονάσετε στήν Μονή αὐτή;
-Ἤλθα τό 1961 σέ ἡλικία 35 ἐτῶν.
-Πῶς ἀπεφασίσετε νά γίνετε μοναχός; Ἦτο θέλημα Θεοῦ;
-Ναί, ἐγώ ἔτσι τό θεωρῶ. Ἦτο θέλημα Θεοῦ. Ζοῦσα στόν Βόλο καί ἐργαζόμουν σάν εἰσπράκτορας στό ΚΤΕΛ. Εἶχα τόν πόθο τῆς ἡσυχίας καί τῆς προσευχῆς ἐπί ἕξι χρόνια. Σκεπτόμουν νά μαζέψω χρήματα καί νά βρῶ κάποια καλή γυναίκα νά νυμφευθῶ καί νά ζήσω τήν ζωή μου. Ἀλλά ὁ Θεός μέ ξέμπλεξε ἀπ᾿ ὅλες αὐτές τίς κοσμικές προσπάθειες καί μ᾿ ἔφερε ἐδῶ. Βέβαια μέ τό θέλημα μου ἦλθα. Καί τώρα; Τώρα δέν ἔχω μέ ποιά λόγια νά εὐχαριστήσω τόν Θεό. Αὐτό συμβαίνει μέ ὅλους τούς μοναχούς.
-Γέροντα Διονύσιε, προσπαθώντας νά λέμε τήν εὐχή, μπαίνουν ξαφνικά καί λογισμοί ὑπερηφανείας. Καί τότε χάνουμε τήν αἴσθησι τῆς θείας Χάριτος. Τί πρέπει νά προσέξουμε λοιπόν;
-Πράγματι, ὅποιος θέλει νά προχωρήση στήν ἐσωτερική καί ἐκστατική προσευχή, χρειάζεται ἕναν ἔμπειρο ὁδηγό. Γι᾿ αὐτό πολλές φορές εἶχα ἐπισκεφθῆ τόν μεγάλο ἀσκητή τῶν ἡμερῶν μας, τό Γέρο Παΐσιο καί πολύ μέ εἶχε βοηθ΄λησει μέ τίς συμβουλές του.
Ἀλλά ἔχω νά πῶ καί τοῦτο. Γνώμη μου εἶναι ὅτι ὁ Θεός φωτίζει τόν νοῦ μας ὅταν πίπτουμε σέ κάποιο σφάλμα καί μᾶς λέγει μέσα ἀπό τήν συενίδησί μας: "πρόσεχε αὐτόν τόν λογισμό..." ἤ "Κάνε αὐτό ἤ τό ἄλλο". Δηλαδή εἶναι παρών ὁ Θεός καί μᾶς χειραγωγεῖ. Ἐμεῖς ὅμως δέν πρέπει 100% νά ἐμπιστευώμεθα στόν λογισμό μας ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι ἀπό τόν Θεό. Μπορεῖ νά εἶναι καί ἀπό τόν διάβολο μέ ἀποτέλεσμα κινδυνεύσουμε νά πλανηθοῦμε.
-Πῶς νά ἀντιμετωπίσουμε, Γέροντα, τόν θάνατο;
-Δέν ὑπάρχει θάνατος. Ὑπάρχει μόνο ζωή. Γι᾿ αὐτό λέγει καί ἡ Ἐκκλησία μας ὅτι αὐτός πού πεθαίνει μεταβαίνει ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν. Ἄκουσε. Ἐμεῖς οἱ μοναχοί κυρίως, ἀλλά καί οἱ λαϊκοί, πρέπει νά φθάσουμε στό σημεῖο νά περιπαίζουμε τόν θάνατο. Νά τόν ἐπιθυμοῦμε ἤ τουλάχιστον νά μή τόν φοβούμεθα. Ἐάν τόν φοβούμεθα σημαίνει ὅτι κάτι δέν πάει καλά στήν ζωή μας. Ὁ ἅγιος Διάδοχος, ἐπίσκοπος Φωτικῆς (περιοχή Αὐλῶνος τῆς Ἀλβανίας) εἶχε φθάσει σέ τέτοια μέτρα προσευχῆς ὥστε ἔλεγε στόν Χριστό: "Δῶσε Χριστέ μου, νά γλυστρήση ἡ ψυχή μου καί νά βρεθῆ μέσα στό κάλλος τῆς θεϊκῆς Σου λαμπρότητος. Ὅπως λέγει καί τό Ψαλμικό: "Πότε ἥξω καί ὀφθήσομαι τῶ προσώπω σου...". Λοιπόν, ἔχει σκαλοπάτια ἡ προσευχή. Εἶναι σάν ἕνα πανεπιστήμιο. Ἄλλοι μέ ὑπομονή καί κούρασι παίρνουν τό δίπλωμά τους μέ ἄριστα καί ἄλλοι μέ λιγώτερο βαθμό, ἀνάλογα μέ τήν ἐπιμέλειά τους. Ὅλοι τους ὅμως εἶναι γιατροί καί θά βγοῦν στόν κόσμο νά ἐξασκήσουν τό ἐπάγγελμά τους. Ἔτσι κι ἐδῶ στήν προσευχή.
Μέ τόν θάνατο τοῦ σώματος δέν ἔχουμε θάνατο, ἀλλά χαρά. Ἐκείνη τήν ἡμέρα πετᾶμε μέ τά πτερά τῆς ἀγάπης μας στόν οὐρανό νά συναντήσουμε ἐπί Θρόνου ὑψηλοῦ τόν Παντοδύναμο καί Φιλάνθρωπο Θεό μας.
Ἄν παρακαλοῦμε τόν Θεό κάθε ἡμέρα, αὐτό σημαίνει ὅτι εἴμεθα κοντά στόν Θεό καί Ἐκεῖνος θά μᾶς σώση. Ἀληθινή προσευχή σημαίνει νά ἑνωθοῦμε καί νά γίνουμε ἕνα μέ τόν Θεό. Τότε ὁ μοναχός ἁρπάζεται καί καθοδηγεῖται ἀπό τήν Θεία Χάρι. Δέν κυβερνᾶται ἀπό τήν θέλησί καί τόν νοῦ του, ἀλλά ὅλη τήν ὕπαρξί του τήν κυβερνᾶ ὁ Θεός.
-Ποία εἶναι, Γέροντα, ἡ βαθύτερη ἔννοια τῆς ὑπακοῆς;
-Ὑπακοή γιά τόν μοναχό εἶναι νά ὑπακούη στόν Γέροντά του καί νά κόβη τό θέλημά του. Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Λαυριώτης περίμενε μέχρι τό "Πιστεύω" τοῦ Μεσονυκτικοῦ νά ἔλθουν οἱ μοναχοί του στήν ἐκκλησία. Κατόπιν ἔβαζε δύο φύλακες μοναχούς γιά νά ἐμποδίζουν τήν εἴσοδό τους. Ἐάν κάποιος ἦτο ἀσθενής, ἐδικαιολογεῖτο νά ἀπουσιάση. Πάντως χωρίς ἐκκλησιασμό καί βία στήν προσευχή δέν νομίζω ὅτι θά ἠμπορέσουμε νά ἐπετύχουμε κάτι καλλίτερο στήν μοναχική μας ζωή.
Τό πρωΐ κτυπάει ἡ καμπάνα γιά τήν Ἀκολουθία. Ἐγώ ἔχω ἤδη σηκωθῆ καί προσεύχομαι. Ἡ Χάρις τῆς προσευχῆς δέν μ᾿ ἀφήνει νά τήν διακόψω, ἀλλά ἡ ἐντολή τῆς ὑπακοῆς γιά τόν ἐκκλησιασμό μέ διατάζη νά κατέβω. Τί πρέπει νά κάνω; Διακόπτω τήν προσευχή καί κάνω τήν ὑπακοή μου καί πηγαίνω στήν ἐκκλησία.
Τό πᾶν στό Κοινόβιο εἶναι νά κρατοῦμε καί νά σεβώμεθα τήν τάξι. Ὁ Γέροντάς μας δέν καθιέρωσε ἄσκοπα τήν ἀνάγνωσι ἐγκαίρως τοῦ Μικροῦ Ἀποδείπνου καί τήν δίκην βολίδος ἀναχώρησιν τοῦ μοναχοῦ γιά τό κελλί του. Ὅπως σοῦ εἶπα, ἀγαπῶ τό κελλί μου περισσότερο ἀπό κάθε τι ἄλλο στήν ζωή μου. Λοιπόν, μετά τό Ἀπόδειπνο ἐξαφανίζομαι τροχάδην γιά τό κελλί. Ἐάν δέν ἠμπορῶ νά προσευχηθῶ, πέφτω ἀμέσως καί κοιμᾶμαι. Χρειάζεται ὁ ὕπνος. Ξεκουράζεται τό σῶμα καί ἡ ἐπιτέλεσις τοῦ ἔργου τῆς νοερᾶς καί καρδιακῆς προσευχῆς εἶναι κατόπιν εὐκολώτερη καί λίαν ἀποτελεσματική.
Σοῦ εἶπα γιά μένα ἡ μεγαλύτερη χαρά μου εἶναι ἐκείνη ἡ ἡμέρα πού θά ἔλθη ὁ Ἄγγελός μου νά παραλάβη τήν ψυχή μου. Λοιπόν νά κρατήσουμε τήν τάξι τοῦ Κοινοβίου πού εἶναι κατ᾿ ἐμέ ἕνας μικρός παράδεισος. Προσπαθῶ νά μήν καθυστερῶ, οὔτε νά ἀπουσιάζω ἀπό τήν ἐκκλησία, διότι οἱ ἄλλοι Πατέρες θά σκανδαλισθοῦν. Θά ἐρωτήσουν νά μάθουν: "Ποῦ εἶναι ὁ π. Διονύσιος; Γιατί δέν κατέβηκε στήν ἐκκλησία; Τό ἴδιο κάνω καί στήν τράπεζα. Δέν ἐπιτρέπεται ὁ κοινοβιάτης μοναχός νά τρώγη κάτι ἐκτός τραπέζης, διότι εἶναι λαθροφαγία καί ἁμαρτία. Μόνο σέ περίπτωσι ἀσθενείας του ἐπιτρέπεται νά παραβῆ τόν κανόνα τοῦ φαγητοῦ του.
Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ, πάτερ Διονύσιε, γιά τά λίγα μέν ἀλλά σοφά καί ὠφέλιμα λόγια σας.
-Νά ἔχουμε τήν εὐχή σας. Εὐλογεῖτε.
-Τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας. Νά πᾶτε στό καλό.
Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου