Γράφει ὁ κ. Ἀνδρέας Κεφαλληνιάδης, διδάσκαλος
Πρόσφατα, μὲ τὴν κυκλοφορία ἑνὸς ἀνέκδοτου βιβλίου, ἦλθε πάλι στὴν ἐπικαιρότητα τὸ ὄνομα τοῦ Νίκου Καζαντζάκη. Εἶναι γνωστὸ ἀπὸ παλιὰ ὅτι πολλοὶ προσπαθοῦν νὰ παραστήσουν τὸν Νίκο Καζαντζάκη ὡς βαθιὰ θρησκευόμενο ἄτομο καὶ παρεξηγημένο μονάχα ἀπὸ ὁρισμένους «στενοκέφαλους», «θρησκόληπτους» καὶ «φανατικούς». Ἀκόμα καὶ ἄτομα ποὺ βρίσκονται στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο, ἀφήνουν νὰ παρασύρονται ἀπὸ αὐτὸ τὸ ρεῦμα, γιὰ νὰ παραστήσουν τὰ «ἀνοικτὰ» μυαλά. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ Καζαντζάκης ἀσχολήθηκε μὲ τὸ Θεό, ἀφοῦ ἡ μεταφυσικὴ ἀγωνία καὶ τὸ ἀνυπέρβλητο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ τὸν ἄφηναν ἀδιάφορο. Ὡστόσο ἡ ἐνασχόλησή του δὲν ἦταν καλοπροαίρετη. Δὲν εἶχε ὡς κίνητρο τὴν ἀγάπη γιὰ τὸ Θεό, ἀλλὰ τὴν ἔχθρα ἐναντίον του. Ὁ ὑπερτροφικός του ἐγωισμὸς ὄχι μόνο δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ ταπεινωθεῖ μπροστὰ στὸ Θεό, ἀλλὰ τὸν ὤθησε νὰ τὸν πολεμήσει μὲ ἑωσφορικὴ πανουργία.
Οἱ ὑπερασπιστές του, γιὰ νὰ κατηγορήσουν τὴν Ἐκκλησία γιὰ σκοταδισμό, παρουσιάζουν ὁρισμένα ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ ἔργο του, προκειμένου νὰ ἀποδείξουν στοὺς ἀδαεῖς ὅτι ὁ Καζαντζάκης πίστευε στὸ Θεό! Ὅμως ἡ ἔννοια τοῦ Θεοῦ στὸν Καζαντζάκη ἔχει πολλὲς καὶ διαφορετικὲς ὄψεις. Ὅποιος λοιπὸν κρίνει ἀποσπασματικὰ τὰ ἔργα του, κι ὄχι συνολικά, παραποιεῖ τὴν πραγματικότητα. Ἔτσι, γιὰ καθαρὰ ἀντικειμενικοὺς λόγους, πρέπει νὰ τονισθεῖ ὅτι ἡ κεντρικὴ καὶ τελικὴ ἔννοια ποὺ προσιδιάζει στὴ φιλοσοφία του εἶναι τὸ ἀπόλυτο μηδέν. Ὁ Καζαντζάκης εἶχε κυρίως ὡς πνευματικούς του ὁδηγοὺς τὸν Φρόιντ, τὸν Δαρβίνο, τὸν Μπερξόν, τὸν Νίτσε, τὸν Λένιν, τὸν Βούδα. Ὑπῆρξε τὰ πάντα καὶ τίποτα. Ἀλλὰ μὲ τέτοιους ὁδηγοὺς πῶς θὰ μποροῦσε νὰ βρεῖ τὸ Θεό;
Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ κριτικὴ στάση τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι στὸν Καζαντζάκη οὔτε αὐστηρή, οὔτε ἄδικη εἶναι. Ἡ ποιμαίνουσα Ἐκκλησία ὀφείλει πάντοτε νὰ ἐνημερώνει ὑπεύθυνα τὸ λαό της, μέσα στὰ πλαίσια τῆς πνευματικῆς της εὐθύνης, παρὰ τὶς εἰρωνικὲς ἀντιδράσεις τοῦ κόσμου. Ἂν δὲν τὸ κάνει γιὰ λόγους σκοπιμότητας, θὰ εἶναι σὰν νὰ προδίδει τὴν ἀποστολή της. Κι ἂν οἱ συνήγοροι τοῦ Ν.Κ. εἶχαν ἀγαθὰ κίνητρα, δὲν θὰ κατέκριναν τὴν Ἐκκλησία ποὺ ἐφιστᾶ τὴν προσοχὴ τῶν πιστῶν γιὰ τὸ ἔργο του, ἀλλὰ θὰ συμφωνοῦσαν μαζί της. Εἶναι ἀδύνατο κάποιος νὰ πάρει στὰ σοβαρὰ ὡς πνευματικὸ ὁδηγὸ του τὸν Καζαντζάκη καὶ νὰ μὴ καταλήξει στὸ τίποτα.
Κάποιοι βέβαια μπορεῖ νὰ μᾶς ποῦν: Ποιοὶ εἶσθε ὅλοι ἐσεῖς ποὺ τολμᾶτε νὰ κρίνετε ἕνα τόσο μεγάλο καὶ σπουδαῖο συγγραφέα; Βεβαίως εἴμασθε μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν μᾶς ἀφαιρεῖ τὸ δικαίωμα κρίσης. Αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία δὲν εἶναι μόνο στὸ ποιὸς λέει κάτι, ἀλλὰ καὶ στὸ τί λέει. Ἂν μία κρίση εἶναι λαθεμένη καὶ ἄδικη, τότε μπορεῖ εὔκολα μὲ ἐπιχειρήματα νὰ ἀναιρεθεῖ. Ἂν ὅμως μία κρίση εἶναι ὀρθὴ καὶ σωστὰ τεκμηριωμένη, τότε γιατί νὰ μὴν εἰπωθεῖ; Ὅποιος ἔχει τὴν ἀλήθεια μαζί του, δὲν ἔχει νὰ φοβηθεῖ κανένα καὶ τίποτα.
Καὶ ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ Καζαντζάκης δὲν ἄφησε καμιὰ ἀπὸ τὶς θεολογικὲς διδασκαλίες ποὺ νὰ μὴ τὴν ἀρνηθεῖ. Δὲν πίστευε στὴ θεϊκὴ καὶ ἀναμάρτητη φύση τοῦ Χριστοῦ καὶ γι’ αὐτὸ στὴ θέση του ἔβαλε ἕνα δικό του Χριστό, βουτηγμένο κι αὐτὸν μέσα στὰ ἴδια πάθη, ποὺ βασανίζουν τὸν ἄνθρωπο. Καὶ μπορεῖ ὁ Καζαντζάκης νὰ ἔγινε παγκοσμίως γνωστός, ἀλλὰ ποιὰ σημασία ἔχει, ἂν ἕνας ἄνθρωπος κερδίσει ὁλόκληρο τὸν κόσμο καὶ χάσει τὴν ψυχή του; Γι’ αὐτὸ ἂς σοβαρευθοῦμε: Μπορεῖ κάποιος νὰ εἶναι φίλος ἢ καὶ θαυμαστής τῶν ἰδεῶν τοῦ Καζαντζάκη. Δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ εἶναι φίλος καὶ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ.