Σάββατο 17 Ιουνίου 2023

ΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΓΡΟΒΛΑΧΙΑΣ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ολίγα λόγια γιά τήν Ούγγροβλαχία

Ἡ περιοχή αύτή εκτείνεται στό νοτιώτερο μέρος τῆς Ρουμανίας, έχουσα ώς νότιο φυσικό σύνορο τόν Δούναβι ποταμό, άνατολικά τήν Μαύρη Θάλασσα καί δυτικά τήν περιοχή τής Τρανσυλβα­νίας πού λέγεται Μπάνατ. Γεωφυσικώς είναι πολύ εύφορη χώρα μέ άπέραντες πεδινές έκτάσεις, όπου καλλιεργείται κυρίως τό σιτάρι. Στολίζεται μέ πολλά ποτάμια, λίμνες, δένδρα καί πλούσια βλάστησι.

Στήν περιοχή αύτή λειτουργούν περί τά 40 μοναστήρια καί σκή­τες. Τό ώραιότερο άπό όλα είναι τό Κούρτεα στήν πόλι Άρτζες. Στήν συνέχεια θά παρουσιάσουμε τά περισσότερα άπ' αύτά τά ό­ποια καί έπισκεφθήκαμε.

1) Τό μοναστήρι Πάσαρεα

Έξω άπό τό Βουκουρέστι, σέ άπόστασι 10 καί πλέον χιλιομέ­τρων εύρίσκεται τό μοναστήρι Πάσαρεα, λέξις ἡ όποία στά ρουμα­νικά σημαίνει πτηνά. Είναι γυναικείο μέ τό ιδιόρρυθμο σύστημα ζω­ής ώς πρός τό φαγητό. Αποτελείται άπό 160 μοναχές πού διοι­κούνται άπό τήν μοναχή ήγουμένη Λουκία. Πνευματικός καί λει­τουργός των είναι ό ένάρετος κληρικός ιερομόναχος Μακάριος. Κατοικούν ώς μικρές οικογένειες σέ μεμονωμένες κατοικίες, γύρω άπό τήν κεντρική έκκλησία τής Μονής, τών όποιων τήν έπιστασία στά άμεσα διοικητικά καί πνευματικά προβλήματα έχει ή γεροντό­τερη μοναχή κάθε μικράς συνοδείας.

Ἡ Μονή κτίσθηκε τό 1813 άπό τόν ήγούμενο τής γειτονικής μο­νής Τσερνίκα, τόν άρχιμανδρίτη Τιμόθεο. Ή κεντρική έκκλησία κτίσθηκε άπό τόν άγιο Καλλίνικο, ήγούμενο τής ιδίας Μονής, τό 1846 καί έορτάζεται στήν ήμέρα τής Πεντηκοστής. Τελείται καθη­μερινώς ή Θεία Λειτουργία, στήν όποία συμμετέχουν καί πολλοί πι­στοί άπό τό Βουκουρέστι.

Οί μοναχές, έκτός άπό τίς γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες, οί όποιες ύπάρχουν άλλωστε σ' όλα τά μοναστήρια, έχουν καί τέσσε­ρα μεγάλα έργαστήρια: Ράπτουν ιερατικές στολές, κατασκευάζουν μικρούς μεταλλικούς σταυρούς μέ πρέσα γιά εύλογία στό Βάπτι­σμα τών νηπίων, κεντούν εγκόλπια, σταυρούς καί άλλα ιερά άντικείμενα καί ράπτουν έπίσης μοναχικά ένδύματα.

Σήμερα μία άπό τίς έναρετώτερες καί ήλικιωμένες μοναχές εί­ναι καί ή Δωροθέα Μπαρμπιέρου, τής όποιας θά διηγηθούμε κατω­τέρω τόν τρόπο έλεύσεώς της στό μοναστήρι, όπως έκείνη τόν εί­πε: «Ήλθα στό μοναστήρι σέ ήλικία 15 ετών. Οί γονείς μου άπέθαναν καί μάς άφησαν ορφανά έπτά άδέλφια. Έγώ μεγάλωσα κοντά στήν θεία μου.Ὅταν ήμουν 9 ετών, ήλθαν στό χωριό μας δύο μο­ναχές μέ άγιες εικόνες στά χέρια, διότι ήταν τότε μεγάλη άνομβρία.Ὅταν τίς είδα ντυμένες στά μαύρα, σκέφθηκα μόνη μου: Τί νά είναι αύτές; Νά είναι ή Παναγία; Άλλά γιατί είναι δύο, άφού ή Παναγία είναι μόνο μία; Ερώτησα τήν θεία μου καί μαθαίνω ότι αύτές είναι μοναχές καί προσεύχονται γιά όλο τόν κόσμο. Τότε λέ­γω έγώ στή θεία μου: Πηγαίνω καί έγώ στό μοναστήρι! Πηγαίνω καί έγώ στό μοναστήρι! Πιάσθηκα λοιπόν άπό τά φορέματά τους καί δέν ήθελα νά τίς άφήσω. Δέν μέ έπήραν όμως τότε, άλλά μοῦ ύποσχέθηκαν νά μέ πάρουν άργότερα. Συχνά λοιπόν στεκόμουν στόν δρόμο καί άγνάντευα μήπως καί τίς ιδώ. Ρωτοῦσα τούς αν­θρώπους, έάν τίς είδαν καί μοῦ έλεγαν, όχι παιδί μου, δέν τίς είδα­με. Δέν είχα καθόλου ήσυχία. Έφόρεσα καί έγώ μαῦρα ροῦχα καί μαῦρο μαντήλι στό κεφάλι γιά νά όμοιάζω μέ αύτές. Ή θεία μου δέν μέ άφηνε νά πάω.

Σέ ήλικία 14 έτών μέ στέλνει στήν κοντινή πόλι Κοραμπία γιά νά μάθω ραπτική.Ἤμουν μόνη μου, χωρίς άδέλφια και γονείς. Έδούλευα καί έκλαιγα δλη τήν ήμερα. Ἔμεινα ἐκεῖ δύο χρόνια. Μα­θαίνω ότι ό μεγάλος άδελφός μου έφυγε γιά μοναχός στό Γκιγκίου. Μαθαίνω τό άλφάβητο καί τοῦ στέλνω τό πρώτο μου γράμμα, διότι μέχρι τότε δέν έγνώριζα νά γράφω. Μέ πηγαίνει ἐκεῖνος στήν μονή Τσιγκανέστ, όπου έμεινα μέχρι τό 1956 καί κατόπιν ήλθα έδώ. Ε­χω τρία άδέλφια μοναχούς πού έγιναν καί Ιερείς. Ό ένας ό πατήρ Νήφων είναι ό δεύτερος Πνευματικός τής Μονής μας, ό μεγαλύτε­ρος π. Ποιμήν πού ήταν στό Γκιγκίου έβοήθησε καί έμάς τούς ὑπολοίπους νά γίνουμε μοναχοί. Σ' αύτόν χρεωστώ πολλή εύγνωμοσύνη...».

2) Τό μοναστήρι  Τσερνίκα

Σέ άπόστασι έξι χιλιομέτρων άπό τό ανωτέρω μοναστήρι ύπάρ­χει ή μονή Τσερνίκα. Πλησίον της διέρχεται ή λίμνη Κολεντίνα πού δέν διαφέρει καθόλου στό πλάτος άπό ένα ποταμό, ένώ τό μήκος της φθάνει τά 55 χιλιόμετρα. Έντός τής λίμνης υπήρχαν δύο μικρά νησιά τά όποια τώρα μέ προσχώσεις ένώθηκαν μέ τήν ξηρά. Ἐκεῖ τόν 16ον αιώνα είχε ίδρυθή ήσυχαστική έστία μοναχών πού άσκήτευαν στά γύρω δάση τοῦ τόπου έκείνου. Ή μεγαλύτερη έκκλησία φτιαγμένη άπό ξύλο στό μεγαλύτερο νησί, έτιμάτο στήν μνήμη τοῦ άγίου Ίεράρχου Νικολάου γι' αύτό έπήρε τό νησί καί τό όνομά του.

Λόγω τής πνευματικής άκτινοβολίας τής σκήτης αύτής τό 1608 άναδείχθηκε τό μοναστήρι Τσερνίκα. Παράλληλα όμως συνεχί­σθηκε καί ἡ ήσυχαστική ζωή μέχρι καί τόν 17ον αιώνα. Στά μισά τοῦ 18ου αιώνος έρήμωσε ἡ Μονή, λόγω τής μεγάλης έπιδημίας τής πανώλους. Τό 1781 ήλθε ό όσιος Γεώργιος, μαθητής τοῦ όσίου Παϊσίου Βελιτσικόβσκυ καί έδωσε νέα ώθησι στήν ήσυχαστική ζωή. 'Αρκετοί μοναχοί άσκοῦντο καί στό άλλο μικρό νησί, όπου ύπήρχε ξύλινη έκκλησία πρός τιμήν τοῦ άγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου.

Τίς Κυριακές καί έορτές έπήγαιναν στό μεγάλο νησί, όπου τό μοναστήρι Τσερνίκα γιά νά έξομολογηθοῦν καί κοινωνήσουν.

Ἄλλος σπουδαίος έκπρόσωπος τοῦ ρουμανικοῦ μοναχισμού καταγόμενος άπό τήν Τσερνίκα, έκτός τοῦ όσίου Γεωργίου, ήταν ό άγιος Καλλίνικος. Καταγόταν άπό τό Βουκουρέστι, άσκήθηκε στό κοινόβιο αύτό μέ άσυνήθη άγώνα, έξελέγη ήγούμενος τής άδελφότητος καί κατόπιν Επίσκοπος στό Ρίμνικ-Βίλτσεα. Προικίσθηκε άπό τόν Θεό μέ τό προφητικό καί θαυματουργικό χάρισμα καί τε­λειώθηκε στήν Μετάνοιά του τό έτος 1868.

Ή τεραστίων διαστάσεων έκκλησία τοῦ άγίου Γεωργίου στό μι­κρό νησί οικοδομήθηκε άπό τόν άγιο Καλλίνικο τό 1838, κατόπιν θείου δράματος. Παρουσιάσθηκαν ό άγιος Νικόλαος, ό άγιος μεγαλομάρτυς Γεώργιος καί ό όσιος ήγούμενος τής Μονής Γεώργιος καί τόν προέτρεψαν στήν ἵδρυσι τής εκκλησίας. Πράγματι έγινε ή έκ­κλησία, ή όποία όμως λόγω σεισμού έπλήγη σοβαρά καί έπανακτίσθηκε, όπως έχη σήμερα τό 1842. Τό μοναστήρι Τσερνίκα πρός τι­μήν τοῦ άγίου Νικολάου είναι έπίσης έργο τοῦ άγίου Καλλινίκου. Σήμερα έκεῖ διαβιοῦν 55 πατέρες μέ ήγούμενο τόν 40ετή άρχιμ. Καλλίνικο, ό όποιος προσφάτως έξελέγη 'Επίσκοπος.

Δεξιά καί έντός τής έκκλησίας φυλάσσονται εντός μεγάλης λει­ψανοθήκης τά Λείψανα τοῦ άγίου Καλλινίκου, τά όποια λιτανεύονται κατά τήν ήμέρα τής κοιμήσεώς του, τήν 11ην Απριλίου, ή ό­ποία είναι καί ή έορταστική του ήμέρα. Εύλαβεῖς χριστιανοί μέ λου­λούδια στά χέρια, μέ κεριά, θυμιάματα, άρρωστα παιδάκια, παρα­λύτους, χωλούς τρέχουν στόν πατριώτη τους Ἅγιο, ζητώντας μέ θερμές ικεσίες τήν χάρι καί βοήθειά του. Καί είναι πολλές οί περιπτώσεις πού ό Άγιος έθεράπευσε τούς εύλαβώς καί μετά πίστεως προστρέχοντας σ' αύτόν.

Εκτός τής Μονής, δίπλα στήν λίμνη σέ μία γραφική τοποθεσία, εύρίσκεται το ήσυχαστικό κελλί τοῦ κτίτορος άγίου Καλλινίκου. Διασώζονται πολλά άπό τά προσωπικά του άντικείμενα όπως, τό ξυλόγλυπτο γραφείο του, ή καρέκλα, τό σκαμνί όπου προσευχό­ταν, ιερά του άμφια, τά διοικητικά βιβλία τής Μονής, στά όποια ό ίδιος έγραφε καί άλλα.

Τίς πνευματικές άνάγκες τών άδελφών τής Μονής καί λαϊκών έξυπηρετοῦν τρεις διακεκριμένοι Πνευματικοί. Αξίζει νά άναφερθοῦμε καί σ' αύτούς έν συντομία. Ό άρχιμ. πατήρ Βενέδικτος Γκίους ήλικίας τώρα 80 έτών είναι ό κοινοβιάτης ήσυχαστής, ό πα­τήρ τής μυστικής άγάπης πρός τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο. Διδά­κτωρ πρώην τής θεολογίας στήν Γαλλία, συγγραφεύς πολλών βι­βλίων, Πνευματικός κυρίως τών διανοουμένων, έφθασε, χωρίς νά έξέλθη άπό τό κοινόβιο, στίς υψηλότερες βαθμίδες τής Χάριτος. Νεώτατος ύπηρέτησε ώς ιερεύς, Πνευματικός καί ίεροκήρυξ στόν Καθεδρικό ναό τοῦ Βουκουρεστίου. 'Απέκτησε πολλά πνευματικά παιδιά καί έσκόρπισε στίς καρδιές τών χριστιανών μία άτμόσφαιρα φιλοκαλικής εύλαβείας, διότι ήταν ό ίδιος έμπειρος καθοδηγητής στήν όδό τής σωτηρίας. Τώρα στά τελευταία του έτοιμάζεται γοργά γιά τήν όδό τής αίωνιότητος...

Φεύγοντας έσκυψα νά πάρω τήν εύχή του, τό αύτό όμως ηθέλη­σε νά κάνη καί ό ίδιος σέ έμένα, λόγω τής μεγάλης εύλαβείας πού τρέφει πρός τό Αγιον Ορος. Γι' αύτό καί μοῦ είπε: «Τό Αγιον Ο­ρος είναι ό Πνευματικός Κήπος τής 'Ορθοδοξίας. Μακάριοι είσθε εσείς πού κατοικείτε έκεῖ...».

Αλλος άγιος Πνευματικός είναι ό πρωτοσύγκελος Ίλαρίων. Ήλικίας τώρα 70 έτών, έχει ειδική άποστολή άπό τό Αγιον Πνεύ­μα νά έξορκίζη τά άκάθαρτα πνεύματα καί νά δίνη τήν ύγεία σέ πολλούς άσθενεῖς. Γι' αύτό είναι γνωστός σ' όλη σχεδόν τήν Ρου­μανία. Δεκάδες οί πιστοί περιμένουν έξω άπό τό έξομολογητάριό του γιά νά τούς έξομολογήση καί διαβάση τούς έξορκισμούς στούς άσθενείς.

Τρίτος Πνευματικός είναι ό πατήρ Ποιμήν, ό όποιος έχει άφιερωθή στήν πνευματική καθοδήγησι καί έν Χριστώ προκοπή τών πατέρων τής Μονής.

'Αλλά καί μοναχοί ύπήρξαν άρκετοί πού προώδευσαν στήν μο­ναχική ζωή. Πολλά έχουν νά λέγουν οί νεώτεροι πατέρες γιά τόν πατέρα Βασσιανό, ό όποιος έζησε 62 χρόνια ώς μοναχός καί άπέθανε τό 1972. Άπό 23 ετών άνεχώρησεν γιά τόν Άθωνα όπου καί εγκαταστάθηκε στήν σκήτη τοῦ Προδρόμου. Έκεῖ έγνώρισε ενάρε­τους ρουμάνους πατέρας. Πάντα ώμιλοῦσε γιά τόν π. Βαρλαάμ...

Ό ίδιος όταν ζοῦσε έδιηγεῖτο στούς πατέρας τά εξής γιά τόν μο­ναχό Βαρλαάμ:

«Ό π. Βαρλαάμ τήν νύκτα δέν κοιμόταν καθόλου. Ολο τόν καιρό τόν περνούσε στήν έκκλησία, στίς μετάνοιες, στό διακόνημα, στήν προσευχή καί τήν σιωπή. Στίς μεγάλες έορτές πού αγρυ­πνούσαμε, έκεῖνος δέν άναπαυόταν, συνέχιζε τήν άγρυπνία μέχρι τό πρωί. Μετά τήν πρωινή τράπεζα όλοι οί πατέρες άνεπαύοντο, ε­κείνος όμως δέν έξάπλωνε. Προσευχόταν πάντοτε. Κάποτε τόν έρώτησα:

  Δέν ξαπλώνεις λίγο, πάτερ Βαρλαάμ;

  "Οχι, άδελφέ, δέν είμαι κουρασμένος...

"Ενα καιρό ό πατήρ Βαρλαάμ άνεχώρησε γιά ένα ήσυχαστικό κελλί, ένα χιλιόμετρο μακριά άπό τήν Σκήτη. Έκεϊ άγωνιζόταν μό­νος του μέ νηστεία καί προσευχή. Ήλθε καιρός καί άρρώστησε, άδυνάτισε πολύ καί ειδοποίησε τόν Πνευματικό άπό ένα άλλο πλη­σιέστερο κελλί νά τόν κοινωνήση.

  Άδελφέ, μού είπε ό Πνευματικός, άναψε ένα κερί καί πήγαι­νε μπροστά γιά τήν καλύβα τοῦ πατρός Βαρλαάμ.

"Οταν μπήκαμε μέσα στήν καλύβα, ό πατήρ Βαρλαάμ ήταν ξα­πλωμένος σέ μία σανίδα καί έξαντλημένος. Ξαφνικά δυνάμωσε τό σώμα του, φωτίσθηκε τό πρόσωπο του καί έγειρόμενος στά πόδια του, έλεγε:

  Τί βλέπω έγώ! Τί θαυμάσια πράγματα βλέπω! Ήταν χαρού­μενος στό πρόσωπο του, φωτεινός καί στεκόταν ώς έκστατικός.

  Πάτερ Βαρλαάμ, ήλθαμε νά σέ κοινωνήσουμε.

  Καλά, καλώς ήλθατε... Άλλά νά σάς ειπώ τί πράγματα βλέ­πω... "Ομως δέν μπορούσε νά μάς μιλήση, διότι άγγελος Κυρίου τόν έμπόδιζε. Άφοῦ έλαβε τά "Αχραντα Μυστήρια, χάρηκε περισ­σότερο καί πρίν άναχωρήσουμε, μάς είπε:

  Καθήστε νά σάς ειπώ τί θαυμαστά γεγονότα είδα έγώ!...

  Αέγε μας, πάτερ Βαρλαάμ, τί πράγματα σοῦ άπεκάλυψε ό Θεός. Άλλά όσο καί νά έβίαζε τόν εαυτό του νά μάς είπή κάτι, δέν μπορούσε νά μιλήση. Ισως νά μή εϊμασταν άξιοι νά άκούσωμε τά μυστήρια τοῦ Θεού. Αναχωρήσαμε, άφήνοντας τόν π. Βαρλαάμ στήν φροντίδα ένός άδελφοῦ. Μετά άπό μερικές ήμέρες, έμάθαμε ότι έκοιμήθη έν Κυρίω.

  Ενθυμούμαι, όταν ένα διάστημα ήμουν μέ τόν π. Βαρλαάμ στό κελλί του καί ξεβοτάνιζα τά κηπουρικά, δέν μέ άφηνε νά όμι- λώ.

  'Αδελφέ, μοῦ έλεγε, καλλίτερα νά προσευχώμεθα. Λέγε τούς Χαιρετισμούς τής Θεοτόκου...

Αιωνία του ή μνήμη».

Στήν μονή Τσερνίκα είχα τήν εύλογία νά παρευρεθώ στήν μονα­χική κουρά ένός άδελφοῦ. Επειδή έχει ώρισμένες παραλλαγές ή άκολουθία τους, ώς πρός τό τελετουργικό μέρος, θά σημειώσουμε έ­δώ τίς βασικώτερες.

Κατά τήν ώρα τής Δοξολογίας, στήν άγρυπνία τής 'Αγίας Αικα­τερίνης, ό ήγούμενος μέ άρχιερατική ράβδο καί μαύρο μανδύα, ει­σήγαγε στό κέντρο τοῦ ναού τόν ύποψήφιο μοναχό. Αύτός φορούσε εσωτερικά λευκό ποδήρη χιτώνα καί έξωτερικά ένα μαύρο ζωστικό. "Εβαλε τή υποδείξει τού ήγουμένου τίς άνάλογες μετάνοιες στίς εικόνες τού τέμπλου, στά προσκυνητάρια, πρός τά τέσσερα σημεία τοῦ ναού καί άπομακρύνθηκε μέ τόν ήγούμενο στό πίσω μέ­ρος τοῦ ναοῦ (νάρθηκος). Τότε έπήγαν έκεῖ όλοι οί ψάλται, περιεκύκλωσαν τόν ύποψήφιο, ό όποιος ήταν μέ τόν λευκό μόνο χιτώνα καί σκεπασμένος σχεδόν όλος μέ τόν μανδύα τοῦ ήγουμένου, ό όποιος τόν έκάλυπτε άπό δεξιά του καί σιγά-σιγά θά τόν ώδηγοῦσε πρός τό κέντρο τού ναοῦ. Γρήγορα-γρήγορα έμοίρασαν σ' όλο τό εκκλησίασμα άναμμένα κεριά, όπότε φωταγωγήθηκε όλη ή έκκλη­σία. Οί ψάλται έψαλαν συνολικά τρεις φορές τό «Άγκάλας πατρι­κός...» καί σέ ήχο πλάγιο τοῦ Α'. Τήν πρώτη πρίν ξεκινήσουν άπό τόν νάρθηκα, τήν δεύτερη, όταν έφθασαν περίπου στήν Λιτή, έχον­τας στήν μέση, άπό παντού σκεπασμένον τόν ύποψήφιο, καί τήν τρίτη κάτω άπό τόν κεντρικό πολυέλεο τής έκκλησίας. Έκεῖ τοῦ έδιάβασε ό έξαρχος τών μοναστηριών τής έπαρχίας άρχιμ. Καισάριος Γκεωργέσκου τήν άκολουθία τής κουράς. Μέχρι πού έφόρεσε όλη τήν μοναχική του στολή, ήταν σχεδόν έξ ολοκλήρου άθέατος άπό τούς άλλους πατέρας ή προσκυνητάς. Στό τέλος τού έδωσαν τόν σταυρό μέ τό κομποσχοίνι έπ' αύτοῦ, μία λαμπάδα καί στό δε­ξιό του χέρι τό Εύαγγέλιο καί τόν έτοποθέτησαν στά στασίδια τών ψαλτών τοῦ άριστεροῦ χορού, όπου έπέρασαν όλοι καί τοῦ εύχήθηκαν μέ τήν έρώτησι:

   Πώς έκλήθης, αδελφέ;

   Δανιήλ μοναχός.

  Νά ζήσης καί νά εύαρεστήσης τόν Θεό, τούς άγγέλους, τόν Γέροντα σου καί τήν άδελφότητα. Καλές ύπομονές καί καλόν Πα­ράδεισο.

Ό νεόκουρος λουσμένος κυριολεκτικά στό φώς τής θείας Χάρι­τος απαντούσε μέ κατάνυξι στήν έρώτηση τών προσερχομένων, οί όποιοι βλέποντάς τον έχαίροντο καί ένδυναμώνοντο στήν πίστι.

Αλλες παραλλαγές πού παρετήρησα στίς άκολουθίες τους εί­ναι οί έξής: Τήν Κυριακή στόν όρθρο ψάλλουν τό «'Ανάστασιν Χρι­στού θεασάμενοι...», λέγουν χύμα τόν 50ον ψαλμό καί έκείνη τήν στιγμή βγάζουν τό Εύαγγέλιο γιά προσκύνησι τοποθετώντας το σ' ένα άναλόγιο. Τό ξαναπαίρνουν πρό τής έννάτης ώδής. Επίσης τό «Πάσα πνοή αίνεσάτω τόν Κύριον» πού ψάλλεται, ώς γνωστόν, έ­δώ άπό τούς ίεροψάλτας, έκεί τό ψάλλει τρίς ό ιεροδιάκονος άπό τήν ώραία Πύλη. Τό φαινόμενο πού είδα καί σ' άλλους μοναστηριακούς ναούς, όπου έκκλησιάζοντο πιστοί, τό είδα καί στήν Τσερνίκα. Στήν ώρα πού μετά τό Εύαγγέλιο έξέρχοντο οί ιεροδιάκονοι στό κέντρο τού ναού καί ό προεστώς ιερεύς νά θυμιατίση πρό τής Μεγάλης Εισόδου, οί χριστιανοί τότε σχεδόν τούς περιεκύκλωσαν καί άσπάζοντο τά στιχάριά των, έβαζαν τά κεφάλια των στίς ά­κρες τών όραρίων των, έσταυροκοπούντο καί έμεναν συνεχώς γο­νατιστοί. Τό ίδιο έγινε καί στήν Μεγάλη Είσοδο. Ή εύλάβειά καί ό σεβασμός πού έχουν πρός τά Θεία καί τούς κληρικούς ξεπερνά τίς δυνατότητες κάθε περιγραφής.

Τελευταία έπίσκεψις έγινε στό Κοιμητήριο τής Μονής. Είναι στίς διαστάσεις σάν ένα κοσμικό κοιμητήριο καί τούτο διότι, ύπάρχει ή παράδοσις στά μοναστήρια πού γειτονεύουν μέ πόλεις, νά θάπτωνται καί λαϊκοί νεκροί· κατ' έπιθυμία τών συγγενών των, ά­φοῦ πληρώσουν πρός τούτο καί τό άνάλογο ένοίκιο. 'Ανάμεσα λοι­πόν στά άναρίθμητα, μπορώ νά ειπώ, μνήματα, όλα σχεδόν ολομάρμαρα καί μέ σταυρούς καί λουλούδια στολισμένα, είδαμε καί τό προσφάτως κατασκευασμένο οικογενειακό τάφο τοῦ ζώντος ά­κόμη ίεροῦ ζεύγους Πρωτοπρεσβυτέρου π. Δημητρίου Στανιλοάε καί τής πρεσβυτέρας του Μαρίας, οί όποιοι ήδη έφρόντισαν νά εύτρεπίσουν καί τήν αιώνια έπί γής κατοικία των...

3) Τό μοναστήρι Καλνταρονσάνι

Τό μοναστήρι αύτό απέχει 40 περίπου χιλιόμετρα άπό τό Βου­κουρέστι. Στήν ίδια περιοχή, κατά τόν 15ον αιώνα, ύπήρχε ήσυχα­στική έστία μοναχών, πού κατοικούσαν σέ ξύλινα κελλιά καί έκκλησιάζοντο σέ ξύλινη έπίσης έκκλησία πρός τιμήν τού άγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου. Ιδιαίτερη πρόοδο έσημείωσε αύτή ή έ­στία τών ήσυχαστών κατά τόν 17ον αιώνα, όπότε ό εύλαβής ήγε­μών τής Ούγγροβλαχίας Ματθαίος Μπασαράμπ ίδρυσε τό μέχρι σήμερα διασωζόμενο μεγαλόπρεπο μοναστήρι (1637) καί τό άφιέρωσε πάλι στόν Μεγαλομάρτυρα Δημήτριο. Τόν 18ον αιώνα ή ήσυ­χαστική κίνησις παρήκμασε καί είχε άνάγκη μιάς νέας πνευματι­κής πνοής. Αύτήν τήν πνοή έδωσε ό στάρετς Γεώργιος μέ τόν μαθητή του, τόν ήγούμενο Δωρόθεο κατά τά έτη 1793-1806, όσον χρό­νο δηλαδή κυβερνούσαν τό μοναστήρι.

Ή δεύτερη κτιριακή άνακαίνισις τής Μονής έγινε στήν περίοδο τοῦ ήγεμόνος 'Αλεξάνδρου Ύψηλάντου (1774-1782). Αύτός έμπιστεύθηκε τό μοναστήρι στόν άρχιμ. Φιλάρετο, τόν μετέπειτα μη τροπολίτη, έπί ήγουμενείας τοῦ οποίου έγιναν ό έξωραϊσμός τής έκ­κλησίας, τοῦ καμπαναριοῦ καί ιδρύθηκαν νέα κελλιά καί τό άρχονταρίκιο.

Ή έκκλησία μήκους 34 μέτρων καί φάρδους 13 είναι ένα άπό τά μεγαλύτερα καί λαμπρότερα έργα τοῦ κτίτορος Ματθαίου Μπασαράμπ. "Εχει τρεις τρούλλους, τόν μεγαλύτερο ύπεράνω τοῦ κυρίως ναοῦ καί τούς άλλους δύο ύπεράνω τοῦ νάρθηκος. Ή άγιογραφία είναι πολύ σπουδαία σέ περιεχόμενα καί ή έκφραστικότης τών προ­σώπων. Γιά πρώτη φορά άγιογραφήθηκε τό 1638. Οί ολίγες ακόμη ύπάρχουσες άγιογραφίες εκφράζουν τό πνεύμα καί τό ῦψος τής τέ­χνης αύτής τής έποχής. Ή δευτέρα άγιογράφησις επάνω στήν πρώτη έγινε τόν 18ον αιώνα καί είναι έργο τοῦ μεγάλου άγιογράφου Γρηγορέσκου. "Αλλη μικρή έκκλησία μέ ένδιαφέρουσες άγιογρα­φίες είναι ή τοῦ Κοιμητηρίου τής Μονής. 'Ιδρύθηκε τό 1804 καί τι­μάται στόν άγιο Εύαγγελιστή 'Ιωάννη.

Έδώ ύπάρχει καί σπουδαία βιβλιοθήκη μέ ρουμανικά, σλαβωνικά, γαλλικά, ιταλικά καί 277 έλληνικά βιβλία, τά περισσότερα χει­ρόγραφα. Έπί έποχής τού μητροπολίτου Γρηγορίου τοῦ Διδασκά­λου (18ος αιών) λειτουργούσε τυπογραφείο, τό όποιον συνέβαλε τό­τε πολύ στήν διάδοσι καί πλουτισμό τής ρουμανικής κυρίως γραμ­ματείας.

Τό μουσείο καί σκευοφυλάκιο τής Μονής προκαλεί τόν θαυμα­σμό στόν έκάστοτε επισκέπτη, λόγω τοῦ πλήθους καί τής σπανίας τέχνης τών φυλασσομένων άντικειμένων. Δέν θά άναφέρω κανένα άπ' αύτά διότι θά χρειασθώ πολλές σελίδες. Εκτός τών ιερών κει­μηλίων έχουν καί Λείψανα 'Αγίων, ώς τού άγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου, Δημητρίου, Παντελεήμονος, 'Αρτεμίου, Χαραλάμπους καί 'Ελευθερίου.

Σήμερα ή Μονή λειτουργεί, όπως άνέκαθεν άλλωστε, ώς κοινόβιος μέ ήγούμενο τόν άρχιμ. Ειρηναίο καί 25 πατέρας. Τελείται ή Θεία Λειτουργία καθημερινώς μέ τήν συμμετοχή πολλών πιστών, κυρίως τίς Κυριακές καί έορτές.

Πλησίον τής Μονής ύπάρχει καί ή ομώνυμος λίμνη, ή όποία μέ τά ψάρια της άναπαύει σωματικούς τούς άδελφούς καί τούς επισή­μους έπισκέπτας αύτής.

Γενικώς είναι ένα άπό τά ώραιότερα μοναστήρια τής Ρουμα­νίας, φημιζόμενο γιά τήν ιστορία του, τά κειμήλιά του, τήν φιλοξε­νία καί καθαριότητά του.

 

4) Τό μοναστήρι Τσιγκανέστ

Εύρίσκεται μακριά άπό τό Βουκουρέστι περί τά 30 χιλιόμετρα, άλλά σέ άλλη κατεύθυνσι άπό έκείνη πού εύρίσκεται ή μονή Καλνταρουσάνι.

Ιδρύθηκε τόν 17ον αιώνα. Ή πρώτη έκκλησία ήταν ξύλινη. Λείψανά της, δηλαδή τμήμα άπό τό σκαλιστό τέμπλο καί πολλές φορητές εικόνες φυλάσσονται στό μουσείο τής Μονής. Μέχρι τό 1805 λειτούργησε ώς άνδρικό κοινόβιο. Κατόπιν ό ήγεμών τής Ούγγροβλαχίας Κωνσταντίνος Άλεξ. 'Υψηλάντης μέ τόν μητροπολίτη Δοσίθεο μετέφεραν τούς μοναχούς στό Καλνταρουσάνι καί έβαλαν μοναχές μέ τίς όποιες λειτούργησε ώς κοινόβιο μέχρι τό 1882. Ε­κτοτε καί μέχρι σήμερα λειτουργεί ώς ιδιόρρυθμο μέ ήγουμένη τήν Χερουβίμα μοναχή καί μέ συνοδεία 160 μοναχών. Ή Θεία Λειτουρ­γία καί όλες οί λοιπές άκολουθίες γίνονται καθημερινώς μέ ύποχρεωτική τήν φοίτησι τών μοναζουσών.

Ή υπάρχουσα κεντρική έκκλησία τιμωμένη στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου κτίσθηκε τό 1812. Τοῦ ιδίου έτους είναι καί ή άγιογραφία (νωπογραφία), ή όποία διατηρείται μόνο στόν νάρθηκα καί έχει έλληνικά γράμματα. Ή άγιογράφησις τής έκκλησίας έπαναλήφθηκε τό 1929 υπό τοῦ ζωγράφου Γεωργίου Βελισσαρίου, τοῦ οποίου ό άδελφός αγιογράφησε τόν καθεδρικό ναό τοῦ Βουκουρεστίου. Ό σεισμός τοῦ 1976 έπροκάλεσε μεγάλες ρωγμές στούς τοίχους καί ζημιές στήν αγιογραφία. "Ηδη έχει άρχίσει νά γίνεται ή έπιδιόρθωσις καί άποκατάστασις, πλήν τοῦ τρούλλου, τοῦ όποιου ή άγιογράφησις έγινε άπό τήν άρχή. Σέ τελευταία άνάλυσι, ό πρόναος καί ό κυρίως ναός αγιογραφήθηκαν τρεις φορές, ένώ τό 'Ιερό Βήμα τέσσερεις.

Γύρω άπό τήν έκκλησία σέ άνεξαρτήτους ισομεγέθεις κύκλους έχουν τοποθετηθή μέ μωσαϊκή ψηφιδογραφία 10 άπόστολοι καί 10 προφήται, ένώ στήν πρόσοψι εικονίζεται ό άγιος Νικόλαος καί ή Κοίμησις τής Θεοτόκου.

Κατόπιν έπισκεφθήκαμε τά έργαστήρια τών μοναζουσών. Έδώ λειτουργούν 22 υπεραύτόματοι ήλεκτρικοί κλωστοῦφαντουργικοί άργαλειοί, όπου ύφαίνονται τά παντός είδους ιερατικά άμφια γιά τίς άνάγκες τού Κλήρου ολοκλήρου τής Ρουμανικής Εκκλησίας. 'Υπάρχουν άκόμη έργαστήρια κεντημάτων, κατασκευής σταυρών, έγκολπίων, άρχιερατικών μιτρών καί άλλων άντικειμένων, άπαραιτήτων γιά τίς ιερατικές στολές.

Τό μουσείο τους είναι πλουσιώτατο σέ περιεχόμενο καί ιστορι­κή άξία. 'Υπάρχουν εικόνες άπό ξύλο, τζάμι, μέταλλο καί δέρμα. Ενα έλληνικό Εύαγγέλιο τοῦ 1811 μέ τόπο έκδόσεως τά 'Ιωάννινα. "Ενα άλλο έλληνορουμανικό τού 1693. Σέ άλλη αίθουσα διαφυλάσ­σονται βιβλία τοῦ 16ου αιώνος, ένώ άλλοῦ έκτίθενται συλλογαί άπό χρυσοκέντητα ιερά άμφια, σκαλιστούς σταυρούς, έπιταφίους καί άλλα.

 

5) Τό μοναστήρι Γκιγκίου

Εύρίσκεται 4 χιλιόμετρα μακριά άπό τό Πλοέστι σέ μία εύρύχωρη πεδιάδα καί 40 άπό τό Βουκουρέστι. 'Ιδρύθηκε στόν τόπο ένός παλαιού μοναστηριού πού είχε ῦπαρξι άπό τόν 16ον αιώνα. Πρωτοϊδρύθηκε τό 1817 μέ ξύλινη τήν πρώτη έκκλησία, διότι ή παροῦσα οικοδομήθηκε τό 1858-1866 άπό τόν μητροπολίτη Βουκουρε­στίου Νήφωνα. Τιμάται έπ' ονόματι τής Θείας Σκέπης τής Θεομή­τορος. 'Αγιογραφήθηκε τό Ι866 ύπό τοῦ γνωστοῦ στήν Ρουμανία καί διασήμου άγιογράφου Γεωργίου Ταταρέσκου. Έξ αιτίας σεισμοῦ τό 1940 καί τών βομβαρδισμών τοῦ 1944, ή έκκλησία καί τά κελλιά υπέστησαν μεγάλες ζημιές. Γι' αύτό τό 1954-1958 ή έκκλη­σία αναστηλώθηκε, ένώ τά κελλιά ξανακτίσθηκαν μέ τήν φροντίδα τού πατριάρχου Ιουστινιανού. Μέχρι τό 1952 λειτούργησε ώς αν­δρικό κοινόβιο καί έκτοτε μέχρι σήμερα ώς γυναικείο κατά τό ήμι­συ κοινόβιο καί κατά τό άλλο ήμισυ ώς ιδιόρρυθμο.

Ηγουμένη τής Μονής είναι ή ένάρετος μοναχή Πελαγία, ή όποία διακρίνεται γιά τήν πνευματικότητά της, τήν διάκρισι στά διοικητικά καί πνευματικά προβλήματα τής Μονής καί τήν φιλοξε­νία της. Συνολικά οί μοναχές είναι στόν άριθμό πενήντα καί έχουν ώς έργόχειρο, έκτός άπό τίς γεωργοκτηνοτροφικές έργασίες, τήν κατασκευή κορνιζών.

Έκτός τής κεντρικής έκκλησίας είναι καί ή τοῦ Κοιμητηρίου πρός τιμήν τοῦ άγίου Φίλου τοῦ Χριστοῦ Λαζάρου. Ιδρύθηκε τό 1832 άπό τήν εύγενή οικογένεια τοῦ Παναγιώτου Μαρουσιάνου. Έ­δώ φυλάσσεται καί μία θαυματουργός εικών τής Θεοτόκου, ή ό­ποία είναι εργο τοῦ 16ου αιώνος καί δωρήθηκε στήν Μονή άπό τόν Επίσκοπο Δαμασκοῦ Βασίλειο Σαμάχα. Γύρω άπό τήν έκκλησία ύπάρχουν τά μνήματα τών νεκρών, τά περισσότερα τών όποιων άνήκουν σέ χριστιανούς τής κοντινής πόλεως τού Πλοεστίου.

Κατόπιν επισκεφθήκαμε τό· μουσείο. Μάς ξενάγησε μέ άγάπη ή μοναχή Λαυρεντία, ή όποία μάς έξήγησε γιά όλα τά άντικείμενα, τά όποια άνήκουν στήν περίοδο τοῦ 18ου καί 19ου αιώνος καί είναι εύαγγέλια, εκκλησιαστικά σκεύη, ίερά άμφια καί άλλα.

Ιδιαίτερα μέ συνεκίνησε ή αύθόρμητη έκδήλωσις τής προσφο­ράς κομβοσχοινίων τών μοναζουσών γιά άγιορείτας πατέρας. Ή κάθε μία σχεδόν έτρεχε νά δώση τό κομβοσχοίνιό της ώς εύλογία γιά πατέρας τοῦ Άγίου "Ορους! Καί ένώ άκόμη έμπαίναμε στό αύτοκίνητο γιά άναχώρησι ήλθε καί ή τελευταία μοναχή νά δώση ώς ευλογία τό κομβοσχοίνι της.

Μαζί των ήγρύπνησα στήν Εορτή τών Είσοδίων τής Θεοτόκου καί χάρηκα γιά τήν ώραία ψαλμωδία των καί τήν κατανυκτική άτμόσφαιρα. Εύχαριστώ γιά τήν άγάπη καί φιλοξενία τους. Είθε ό Θεός νά εύλογή τούς κόπους των καί νά τίς άξιώση τής αιωνίας μακαριότητος. Τήν έπομένη άναχωρήσαμε μέ τόν ιερομόναχο π. Νι­κόδημο, Γέροντα τής σκήτης Κράσνας γιά τό Βουκουρέστι.

 

6) Τό μοναστήρι Ντεάλον

Άπό τό Βουκουρέστι, μέ συνοδεία τούς δύο εκλεκτούς ίερομοναχούς, τόν π. Ίωαννίκιο καί τόν π. Νικόδημο, άναχωρήσαμε γιά τό μοναστήρι Ντεάλου. Απέχει περί τά 100 χιλιόμετρα άπό τό Βου­κουρέστι καί εύρίσκεται έπάνω σέ ένα λόφο. Ντεάλου στά ρουμανι­κά σημαίνει λόφος, όπότε τό μοναστήρι τοῦ Λόφου. Στούς πρόπο­δες τού λόφου αύτοῦ είναι ή παλαιά πρωτεύουσα τής Ούγγροβλαχίας ή Τιργκόβιστα μέ 80 χιλιάδες κατοίκους καί γύρω άπ' αύτήν οί άμέτρητοί αύτόματοι μηχανισμοί άντλήσεως πετρελαίου. Καθώς έμάθαμε, είναι ή παραγωγικότερη περιοχή σέ ποσότητα πετρελαίου, τό όποιον πρό 40 έτών έτρεχε ελεύθερο στούς δρόμους.

'Εδώ τά πρώτα μοναχικά κελλιά κτίσθηκαν τόν 14ον αιώνα καί άπετέλεσαν τήν σκήτη τού άγίου Νικολάου τοῦ Θαυματουργού, ή όποία ήταν φηφισμένη κατά τόν 15ον αιώνα. Πρώτος ήγεμών πού άναδιωργάνωσε τήν σκήτη αύτή ήταν ό Μίρτσεα ό Γέρων. Οί διά­δοχοι του τήν άνέδειξαν σπουδαίο μοναστικό κέντρο. Κτίτωρ λοιπόν αύτοῦ είναι ό ήγεμών Ράδος ό Μέγας (1495-1508) καί άνακαινιστής ό πρωτοσπαθάριος Μιχαήλ ό Γενναίος (1551-1601), τοῦ ό­ποιου ή προτομή είναι στημένη στήν είσοδο, δεξιά τής Μονής. Μέ­χρι σήμερα λειτούργησε ώς άνδρικό κοινόβιο καί παράλληλα μέ αύτό διατηρήθηκε καί ή ήσυχαστική ζωή μέχρι τόν 17ον αιώνα.

Σήμερα λόγω έλλείψεως νέων μοναχών, εισήλθε γυναικεία άδελφότης άποτελουμένη άπό 15 άδελφές καί μέ ήγουμένη τήν μο­ναχή Εύφρασία. Έκτός άπό τό άνακαινιστικό έργο πού κάνουν, τά πνευματικά των καθήκοντα καί τήν έξυπηρέτησι τών ξένων, άνέλαβαν μέ χαρά νά έξυπηρετοῦν καί τά 10 έναπομείναντα γεροντά­κια άπό τήν πρώτη συνοδεία τής Μονής.

 

Τό Μοναστήρι Ντεάλου.

Ή κεντρική έκκλησία μέ έτος έγκαινιάσεως 1501, ήταν ή ώραιότερη άπό όσες είχαν οίκοδομηθή μέχρι τότε στήν Ρουμανική Χώρα. Καί τοῦτο διότι έχει κατασκευασθή άπό λευκό μάρμαρο μέ έπιβλητικούς καί ύψηλούς τούς τρεις τρούλλους, οί όποιοι έχουν γλυπτές διακοσμήσεις καί ώραῖα γεωμετρικά σχήματα. 'Αγιογρα­φήθηκε τό 1514 καί γιά δεύτερη φορά τό 1984 λόγω καταστροφής ή πολυκαιρίας τών παλαιών τοιχογραφιών. Εντός δεξιά καί άριστερά τού ναού ύπάρχουν οί τάφοι τοῦ ήγεμόνος κτίτορος Ράδου καί Μιχαήλ τού Γενναίου, τοῦ οποίου φυλάσσεται έκεῖ καί ή κάρα του 150

Οσο καιρό ήταν πρωτεύουσα ή Τιργκόβιστα, τό μοναστήρι Ντεά­λου ήταν τόπος Αναπαύσεως γιά τούς κεκοιμημένους ήγεμόνας. Έ­κτός τής έκκλησίας αύτής, ύπάρχει καί τό χειμερινό παρεκκλήσιο νεωτάτης κατασκευής, πρός τιμήν τής Θείας Σκέπης τής Θεομήτο­ρος.

Έδώ λειτούργησε καί τό πρώτο τυπογραφείο τής Βλαχίας, στό όποιο έργάσθηκε ό τυπογράφος Μακάριος, Μητροπολίτης μετέπει­τα τής Ρουμανικής Χώρας. Τά πρώτα εκδοθέντα έργα του ήταν: έ­να Λειτουργικό (1508), ένα Όκτωήχι (1510) καί ένα τετραευάγγελο (1512). Τό 1647 μεταφέρθηκε τό τυπογραφείο όριστικά στήν μητρόπολι Τιργκόβιστας.

Άπό τό μουσείο τής Μονής τά σπουδαιότερα άντικείμενα είναι ό δωρηθείς στήν Μονή τό 1648 ξυλόγλυπτος σταυρός άπό τόν ήγε­μόνα Ματθαίο Μπασαράμπ, ό όποιος έχει έπενδυθή μέ έπιχρυσωμένο άσήμι. Καί ένα όλόχρυσο Ποτήριο δώρο έπίσης τοῦ ιδίου ήγε­μόνος καί τής συζύγου του Ελένης στήν Μονή. Τά άλλα άντικείμε­να δέν έχουν κάποια ιδιαίτερη άξία.

Λόγω τοῦ έπισυμβάντος τό 1976 σεισμού, έπλήγη σοβαρά ή έκ­κλησία, τό καμπαναριό καί οί άλλοι χώροι. Ηδη έχουν άρχίσει τά άνάλογα τής έπιστηρίξεως καί άναστηλώσεως έργα.

Πλησίον αύτής τής Μονής, σέ άπόστασι μόλις δύο χιλιομέτρων ύπάρχει καί άλλη γυναικεία Μονή, ή Βιφορίτα, πού ιδρύθηκε τό 1530. Τιμάται στό Γεννέσιο τής Θεοτόκου. Εχει 120 μοναχές μέ ήγουμένη τήν μοναχή Άρσενία. Έκεί λειτουργούν σπουδαία εργα­στήρια κεντημάτων, ένδυμάτων καθώς καί οίκοι άναπαύσεως καί εύγηρίας γιά τίς χήρες ιερέων ή συγγενείς αύτών, οί όποιες δέν έ­χουν στόν κόσμο κανένα στήριγμα.

Τό έργο γηροκομήσεως τέτοιων προσώπων έχει έμπνευσθή ή Ρουμανική Έκκλησία καί τό έχει άναθέσει σέ ώρισμένες Μονές, προκειμένου νά άνταποκριθή στόν κοινωνικό τομέα της, όσον ά­φορα πρόσωπα συγγενικά τοῦ ίεροῦ κλήρου. Δέν έπισκεφθήκαμε ό­μως αύτή τήν Μονή λόγω έλλείψείος χρόνου.

 

7) Τό Παλάτι τον ήγεμόνος Ράδου τοῦ Μεγάλου

Εύρίσκεται έντός τής πόλεως Τιργκόβιστα. Διασώζονται σέ κα­λή κατάστασι ό ύψηλός στρογγυλός πύργος, κτισμένος άπό κεραμίδα καί ή έκκλησία τοῦ παλατιού, ή λεγομένη ήγεμονική, στήν ό­ποία έκκλησιάζοντο ή οικογένεια τοῦ ήγεμόνος καί ή αύλική συνο­δεία του. Ή έκκλησία είναι ένα άπό τά άρχαιότερα καλλιτεχνικά μνημεία άρχιτεκτονικής καί εικονογραφίας. 'Ιδρύθηκε καί άγιογραφήθηκε στίς άρχές τοῦ 16ου αιώνος. 'Ομοιάζει μέ τούς παλαιούς βυζαντινους ναούς τής Θεσσαλονίκης. Εσωτερικά είναι παντού άγιογραφημένη μέ τίς γνωστές σκηνές τής ζωής τοῦ Χρι­στού, τών Χαιρετισμών τής Θεοτόκου, άσκητικών μορφών καί ά­γιων ιεραρχών, πού έχουν ονόματα έλληνικής γραφής. Τό έργο κα­θαρισμού τών τοιχογραφιών έγινε τό 1962. Τό τέμπλο είναι ξυλό­γλυπτο μεγάλης καλλιτεχνικής άξίας. Εντός τής έκκλησίας ύπάρ­χει ό τάφος τοῦ ήγεμόνος Ματθαίου Μπασαράμπ, ιδρυτού πολλών έκκλησιών τής επαρχίας αύτής καί άνακαινιστοῦ Άγιορειτικών Μονών. Έδώ λειτουργούσε τοχνά ό Αγιος Νήφων, πρώην πατριάρχης Κων/λεως, τόν όποιον ό Μέγας Ράδος έφερε στήν χώρα του γιά νά κατήχηση τόν λαόν του. Τά Αγια Λείψανά του σήμερα αναπαύονται στόν τόπο τής Μετανοίας του, τήν 'Ιερά Μονή Διονυ­σίου Άγίου "Ορους.

 

8) Τό μοναστήρι Κόζια

Εύρίσκεται σ' ένα γραφικό περιβάλλον τό όποιον στολίζεται ά­πό δάση καί τήν κοιλάδα "Ολτου πού διασχίζεται άηό τόν όμώνυνο ποταμό. Ή μοναχική ζωή έδώ άρχίζει τόν 14ον αιώνα. Οί πρώτοι ή- συχασταί άσκήτευσαν σέ ξύλινες καλύβες, ένα χιλιόμετρο χαμηλό­τερα άπό τό σημερινό μοναστήρι. Είχαν ιδρύσει καί ξύλινη έκκλη­σία πρός τιμήν τής Αγίας Τριάδος, όπου τήν νύκτα συγκεντρώνον- το γιά τίς άκολουθίες καί τήν ήμέρα άγωνίζοντο στά κελλιά των. Τό μοναστήρι αύτό είναι τό παλαιότερο στήν Ρουμανία, μετά άπό τό Τισμάνα. 'Ιδρύθηκε τό 1388 άπό τόν ήγεμόνα Μίρτσεα τόν Γέ­ροντα καί άφιερώθηκε άπ' αύτόν στήν Αγία καί Ζωαρχική Τριάδα. 'Υπάγεται στήν μητρόπολι Όλτένιας τοῦ νομοῦ Ρίμνικ-Βίλτσεα καί άπέχει έως πέντε ώρες άπό τό Βουκουρέστι.

Ή έκκλησία έχει πολλά τά γνωρίσματα τοῦ βυζαντινού ρυθμού καί ομοιάζει μέ τούς Άγιους Αποστόλους τής Θεσσαλονίκης. Ό πρόναος προστέθηκε τό 1707. Είναι κτισμένη σέ άλλεπάλληλες σειρές άπό λευκή πέτρα καί κεραμίδες, μέ σκαλιστά παράθυρα καί οδοντωτές κόγχες.

Εντός καί δεξιά τοῦ νάρθηκος σέ μία αιγυπτιακή σαρκοφάγο, άναπαύονται τά οστά τοῦ κτίτορος Μίρτσεα τοῦ Γέροντος, άποθανόντος στίς 13 'Ιανουαρίου 1418.

Άλλα παρεκκλήσια ένσωματωμένα στίς πτέρυγες τών κελλιών είναι τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, πού ιδρύθηκε τό 1583 καί τών 'Αγίων Πάντων άπό τό 1710.

Τό μουσείο διατηρεί συλλογές άπό παλαιές εικόνες σέ ξύλο ή σέ τζάμι τού 17ου, 18ου καί 19ου αιώνος, άντικείμενα λατρείας, έντυ­πα ρουμανικής γλώσσης σέ κυριλλική γραφή, Εύαγγέλια χειρόγραφα, τό Ψαλτήριο τοῦ Δοσιθέου σέ στίχους καί άλλα.

Έκτός τής Μονής καί έπί λόφου εύρίσκεται ή έκκλησία τών Άγίων 'Αποστόλων Πέτρου καί Παύλου πού παλαιότερα έχρησιμοποιεῖτο γιά τούς ασθενείς τοῦ γηροκομείου. Σήμερα λειτουργεί ώς έκκλησία τοῦ Κοιμητηρίου τής Μονής. Οικοδομήθηκε τό 1542 ύπό τοῦ ήγεμόνος Πέτρου. Ή άγιογραφία είναι βυζαντινή νωπογραφία καί διατηρείται σέ άρκετά καλή κατάστασι. Πρόκειται περί άληθινοῦ κομψοτεχνήματος καί σπουδαίου ίστορικοῦ μνημείου τέχνης.

Ή Μονή έχει καί νεώτερα κτίσματα τά όποια προσετέθησαν εις διαφόρους καιρούς. Αλλοι σπουδαίοι ήγεμόνες πού έκαναν τέ­τοιες άνακαινίσεις καί οικοδομήσεις ήταν ό Νεάγκος Μπασαράμπ καί ό Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάν, τού όποιου σώζεται καί ή ήγεμονική κατοικία στό μοναστήρι.

Σήμερα ή Μονή έχει περί τούς 30 πατέρας μέ ήγούμενο τόν άρχιμ. π. Γαμαλιήλ, ό όποιος πρόθυμα καί έγκάρδια μάς φιλοξένησε καί μάς συνώδευσε πεζή στήν γειτονική μονή Τούρνου. Ή Θεία Λειτουργία επιτελείται καθημερινώς μέ καθολική τήν συμμετοχή τών πατέρων. Άνάμεσά τους διακρίνεται ό σεβαστός γέροντας ίερομόναχος Δανιήλ Μπάϊκους, ό άσκητικώτερος άδελφός τής Μο­νής. Είναι πράος, ταπεινός, γνώστης τής 'Αγίας Γραφής καί τών Πατέρων. Στό κελλί του, καθώς μας έλεγαν οί πατέρες, κοπιάζει πολύ στήν άγρυπνία, τήν άνάγνωσι, τήν προσευχή, τίς μετάνοιες, τούς ιερούς στοχασμούς, ένώ άπό τήν έκκλησία ούδέποτε άπουσιάζει. Τήν Καινή Διαθήκη διαβάζει μία φορά τήν εβδομάδα καί έργάζεται ολίγο καί στό ξυλουργείο.

Ή συνάντησις καί συνομιλία μας είχε πολλή ώφέλεια γιά τίς ψυ­χές μας.

     Εύλογεῖτε, πάτερ Δανιήλ, ήλθαμε γιά ένα λόγο πνευματικό στήν άγιωσύνη σας.

     Είμαι άνθρωπος άμαρτωλός, πατέρες, άλλά, έάν μού δώση λόγο σωτηρίας ό Σωτήρ νά μιλήσουμε, άς είναι εύλογημένο.

      Ποιός σάς προέτρεψε γιά τήν μοναχική ζωή;

      Κανείς. Διαβάσαμε μέ τόν μεγαλύτερο άδελφό μου τήν Και­νή Διαθήκη καί τούς Βίους τών 'Αγίων καί άποφασίσαμε ν' άκολουθήσουμε τόν Χριστό.

     Ποιοί άπό τούς Πνευματικούς Πατέρας σάς ώφέλησαν τότε περισσότερο;

  Ολοι μέ ώφελοῦσαν, άλλά περισσότερο μέ οικοδομούσαν οί Βίοι τών Αγίων καί οί διδασκαλίες τους.

      Πώς μπορεί ό χριστιανός ν' άποκτήση τήν σιωπή καί έγκράτεια τής γλώσσης;

     Αύτός πού στοχάζεται τά λόγια τής 'Αγίας Γραφής, τά όποια είναι τού Αγίου Πνεύματος, δέν έχει καιρό νά όμιλή γιά πολλά καί μάταια πράγματα.

      Πώς μπορεί κανείς νά περιορίση τά μάτια του καί τήν κοιλία του άπό τήν περιέργεια καί τήν γαστριμαργία;

    Οποιος έχει στήν καρδιά του τόν φόβο τού Θεού, έκεῖνος μπορεί νά φυλάξη μέ εύκολία τόν νοῦ του άπό τούς κακούς λογι­σμούς καί τά μάτια του γιά νά μήν άντικρύζουν τίς προκλητικές τροφές καί έτσι θά τρώγη σύμμετρα.

      Πώς μπορεί ό χριστιανός νά λυτρωθή άπό τούς άκαθάρτους λογισμούς κάι τά πάθη τής άκολασίας;

       "Οποιος άποκτήση άπό τόν Θεό τήν λύπη τής καρδίας γιά τίς άμαρτίες του καί τό έσωτερικό πένθος, τότε δέν έχει τέτοιου εί­δους πόλεμο καί λογισμούς. "Εχουμε άνάγκη, πατέρες, άπό νηστεια και προσευχή.

  Πώς μπορεί νά χρησιμοποιή καλλίτερα τά χρήματα ό άνθρωπος γιά νά λυτρωθή άπο τό πάθος τής φιλαργυρίας;

  "Οποιος δαπανά τά χρήματα γιά συντήρησι καί ελεημοσύνη δέν κινδυνεύει νά παγιδευθή. Τό πρώτιστο έργο του είναι νά μήν κρατά χρήματα μέ πάθος καί έάν έχη άπ' αύτά περισσότερα νά τά δίνη στούς έχοντας άνάγκη.

  Ποιου είδους προσευχή είναι ώφελιμώτερη γιά τόν χριστιανό;

  Καθένας άς διαβάζη έκείνη τήν προσευχή στήν όποία έχει πε­ρισσότερη εύλάβειά, διότι όλοι οί άνθρωποι δέν είναι τό ίδιο. Μερι­κοί άγαποῦν τό ψαλτήρι πού έχει πράγματι πολλή δύναμι, άλλοι προσεύχονται άπό τό 'Ωρολόγιο τής Έκκλησίας. "Αλλοι διαβά­ζουν Χαιρετισμούς 'Αγίων, ένώ άλλοι κάνουν πολλές μετάνοιες καί λέγουν τήν εύχή: «Κύριε 'Ιησού Χριστέ...». "Ολα είναι καλά. Μόνο νά τά κάνουμε μέ πίστι καί προσοχή.

  Πώς μπορεί νά έτοιμασθοῦμε καλλίτερα γιά τόν θάνατο καί τήν Μέλλουσα Κρίσι;

  Νά σκεπτώμεθα πάντοτε τόν θάνατο κάι τήν κρίσι τοῦ Θεοῦ, νά προσευχώμεθα, ν' άγρυπνοῦμε, νά φυλάγουμε τόν νοῦ μας κα­θαρό καί μέ τήν καρδιά μας νά τούς άγαποῦμε όλους. Έάν κάνου­με αύτά, έχουμε ελπίδες.

  Πάτερ Δανιήλ, πώς μπορούμε νά έπαυξήσουμε τήν πίστι μας καί τήν άγάπη μας ένώπιον τοῦ Θεοῦ καί τοῦ πλησίον;

  Μέ τήν συχνή προσευχή, τήν άνάγνωσι τών ιερών βιβλίων καί τήν ελεημοσύνη. Νά ζητάμε τό έλεος τοῦ Θεοῦ καί νά μένουμε στήν ταπεινοφροσύνη.

  Πώς μπορούν οί μοναχοί νά βοηθήσουν στήν σωτηρία τών άνθρώπων;

  Μέ τήν προσευχή καί τό προσωπικό τους παράδειγμα. Νά προσεύχωνται γιά τούς άνθρώπους, νά τούς συμπεριφέρωνται ευπρεπώς καί νά μή τούς σκανδαλίζουν. Τό καλό παράδειγμα ένός μοναχού διδάσκει τούς πολλούς, χωρίς λόγια, πώς πρέπει νά ζοῦν κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μακάρι νά μή τούς σκανδαλίζουμε, πα­τέρες, διότι αύτό είναι μεγάλη άμαρτία.

  Πάτερ Δανιήλ, πρίν άναχωρήσουμε, δός μας μία ώφέλιμη συμβουλή γιά τήν σωτηρία μας.

  Θά σάς δώσω μία καλή συμβουλή άπό τόν άγιο Ισαάκ τόν Σῦρο, ό όποιος μας προτρέπει νά διαβάζουμε πάντοτε τήν 'Αγία Γραφή καί νά εμβαθύνουμε στήν διδασκαλία της. Σ' αύτήν εύρίσκουμε τήν ζωή καί τόν θάνατο. Σ' αύτήν εύρίσκουμε τούς λόγους τής αιωνίου ζωής καί τίς αιτίες τής αιωνίου κολάσεως. Μόνο νά τήν διαβάζουμε μέ εύλάβεια, μέ προσοχή καί πίστι. Ο,τι δέν κατα­λαβαίνουμε νά έρωτάμε. Έγώ συνηθίζω κάθε ήμέρα νά έκλέγω ένα έδάφιο άπό τήν 'Αγία Γραφή καί έπάνω σ' αύτό σκέπτομαι τό βά­θος του όλη τήν ήμέρα. Κατόπιν τίς έννοιες πού άποκομίζω άπ' αύ­τό τό έδάφιο μέ τήν προσευχή μου, τίς λέγω πρός ψυχική ώφέλεια καί στούς άλλους. Θά ήθελα τώρα νά μοῦ είπήτε, πατέρες, έάν κάνω καλά μέ αύτό μου τό έργο.

— Είναι καλό καί εύάρεστο στόν Θεό, πάτερ Δανιήλ, άπήντησε ό συνοδός μου π. Ίωαννίκιος. Συνεχίστε έπί πολύ νά προσεύχεσθε καί γιά έμάς, μάλιστα όταν είσθε μπροστά στό 'Ιερό Θυσιαστήριο.

Παίρνοντας εύλαβικά τήν εύχή του άναχωρήσαμε.

 

9) Τό μοναστήρι Τούρνον

'Απέχει άπό τό μοναστήρι Κόζια τρία περίπου χιλιόμετρα καί εύρίσκεται στήν ίδια κοιλάδα τοῦ "Ολτου ποταμοῦ. Παλαιότερα ή­ταν σκήτη τής μονής Κόζια, σήμερα λειτουργεί ώς κοινόβιο μονα­στήρι μέ 15 άδελφούς καί ήγούμενο τόν άρχιμ. Θεόκτιστο. Κτίσθη­κε τό 1676 άπό τόν μητροπολίτη τής Ρουμανικής Χώρας Βαρλαάμ στόν ήσυχαστικό τόπο, όπου παλαιότερα είχαν άσκητεύσει δύο σπουδαίοι έρημίται ό Πνευματικός Δανιήλ καί ό μαθητής του Μισαήλ ό ήγούμενος. Αύτοί άρχικά έκοινοβίασαν στό Κόζια καί μετά γιά περισσότερη ησυχία ήλθαν έδώ, έσκαψαν καθένας τήν πέτρινη σπηλιά του καί άγωνίσθηκαν καρτερικώς έπί 20 χρόνια. Οί σπηλιές αύτές στόν περίβολο τής Μονής διατηρούνται σέ καλή κατάστασι καί μαρτυρούν γιά τήν άνθοῦσα ήσυχαστική ζωή έδώ τοῦ παρελθόντος.

Τό καμπαναριό κατασκευάσθηκε τό 1894-1911 μέ μία πτέρυγα κελλιών άπό τόν Επίσκοπο Άρτζες Γεράσιμο. Εντός τής πτέρυγος περιέβαλε καί έκκλησία πρός τιμήν τής Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτήρος. Ή έκκλησία τής Μονής τιμάται στά Είσόδια τής Θεοτό­κου, είναι μικρών διαστάσεων, άλλά κομψότατη καί έσωτερικά α­γιογραφημένη.

Οί πατέρες μας δέχθηκαν μέ άγάπη καί έγκαρδιότητα καί στό τέλος μάς άποχαιρέτισαν δίνοντάς μας ονόματα γιά μνημόνευσι στό Αγιον "Ορος. Τήν ευλάβεια τών χριστιανών τής Τρανσυλβα­νίας διεπίστωσα ιδιαίτερα σ' αύτό τό μοναστήρι. Καθώς φεύγαμε, μερικές εύσεβεῖς χωρικές γυναίκες έγονάτισαν, έκαναν τόν σταυρό τους καί προσηύχοντο γιά τό ταξίδι μας καί συγχρόνως μέ τόση εύλάβειά μάς άποχαιρετοῦσαν.

Ή Μονή Κόζια έχει ώς έξαρτηματική τήν μονή Τούρνου καθώς καί μερικές σκήτες: Τήν σκήτη Καλιμανέστ στό ομώνυμο νησί, τήν σκήτη Κορνέτ καί τήν σκήτη Στηνισιοάρα, όπου κατοικούν περί τούς 10 άδελφούς μέσα σ' ένα δασώδες άπόκοσμο καί άπόκρημνο περιβάλλον. Έδώ ή άσκητική ζωή ύπάρχει άπό τόν 15ο αιώνα. Οί σωζόμενες σέ βράχους σκαλιστές σπηλιές καί οί φυσικές λόχμες μαρτυρούν ότι εύαρέστησαν τόν Θεό πολλοί ήσυχασταί. 'Αρχάς τοῦ Που αιώνος έξι μοναχοί άπό τό Κόζια άσκήτευσαν έδώ. Σπουδαιότερος είναι ό όσιος Μελέτιος, γνωστός άπό τήν όμώνυμη πηγή, ή όποία άνέβλυσε θαυματουργικώς μπροστά άπό τήν πέτρινη σπη­λιά του. Αλλος ήταν ό όσιος Νεόφυτος πού άγωνίσθηκε μέ σκληρή άσκησι 30 χρόνια σέ μία σπηλιά πού τήν έσκαψε ό ίδιος. Ολη τήν έβδομάδα ένήστευε καί προσευχόταν καί τήν Κυριακή έπήγαινε στήν μονή Τούρνου τέσσερα χιλιόμετρα μακριά γιά τήν Λειτουργία καί τήν Θεία Μετάληψι.

Μετά τόν θάνατό του, μετέφεραν τά λείψανά του καί τά έθαψαν δίπλα στήν έκκλησία τής Μονής Κόζια. Τήν νύκτα όμως παρουσιά­σθηκε στόν ήγούμενο καί τόν διέταξε νά τά μεταφέρη στόν τόπο, ό­που εύρίσκοντο. 'Αργότερα σκορπίσθηκαν καί μόνο ή σπηλιά του παραμένει γνωστή μέ τό όνομά του.

Ολη αύτή ή περιοχή πού ένθυμίζει Αγιον Ορος έφιλοξένησε πλήθος ήσυχαστών οί όποιοι είχαν τό ίδιο σκληρό πρόγραμμα.

 

10) Τό μοναστήρι Τισμάνα

Τό μοναστήρι αύτό, κτιτορικό έργο άπό τό 1367 τοῦ όσίου Νικοδήμου τοῦ Ήγιασμένου, άσκητοῦ τοῦ Αθωνα εύρίσκεται περιτριγυρισμένο άπό τίς σειρές τών Καρπαθίων ορέων καί άποτελεί έπί έξι τώρα αιώνας τό πνευματικό φρούριο τής άγιότητος καί τής δόξης τοῦ Θεοῦ. Έδώ άσκήτευσαν χιλιάδες μοναχοί, πολλοί τών όποιων δοξάσθηκαν καί ώς άγιοι  στήν γή καί στόν ούρανό. Μέχρι τό 1948 τό Τισμάνα ήταν άνδρικό, έκτοτε λειτουργεί ώς γυναικείο μέ μία άδελφότητα άπό 30 μοναχές καί ήγουμένη τήν μοναχή Ίερουσαλήμα. Ή Θεία Λειτουργία γίνε­ται καθημερινώς, ώς καί οί λοιπές άκολουθίες. Εορτάζεται στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου.

Βορείως τής Μονής διατηρείται άκόμη ή σπηλιά τοῦ όσίου Νικοδήμου, ό όποιος μετά τόν έρχομό του άπό τό Αγιον Ορος, ά­φοῦ ίδρυσε τό μοναστήρι καί έδίδαξε τήν νοερά προσευχή, άποτραβήχθηκε στήν ερημιά καί τελειώθηκε όσιακώς τό 1406. Σέ ένα πα­ρεκκλήσιο τής Μονής εύρίσκεται ό τάφος του, ένώ στήν έκκλησία διασώζεται άφθαρτος ό άντίχειρ τής δεξιάς του χειρός. Άπό τήν ό­σία κοίμησι τοῦ άγίου Νικοδήμου καί μέχρι τόν 19ον αιώνα ύπήρχε ήσυχαστικός μοναχισμός στήν περιφέρεια τής κοιλάδος τοῦ ποταμοῦ Τισμάνα.

Αλλα άσκητικά κέντρα πού δημιουργήθηκαν άπό μοναχούς τής Μονής Τισμάνα ήταν ή σκήτη Πλωστίνα Ντραγοέστα, ή σκήτη Άνηνοάσα καί ή σκήτη Πολοβράντζι, ή όποία σήμερα λειτουργεί ώς μοναστήρι μέ άρκετούς άδελφούς καί έκκλησία άφιερωμένη στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου.

 

11) Τό μοναστήρι Φρασινέϊ

Είναι κτισμένο στίς πλαγιές ένός ύψηλοῦ βουνοῦ Παρίγκ ονό­ματι καί φθάνει κανείς έδώ, άφοῦ διανύσει περί τά 10 χιλιόμετρα σέ χωματόδρομο. Αποτελεί, ώς γνωστόν, κτιτορικό έργο τοῦ άγίου Καλλινίκου, Επισκόπου τοῦ Ρίμνικ-Βίλτσεα. Τό ίδρυσε τό 1843 καί τό καθιέρωσε ώς άβατο, ώστε άπερίσπαστα οί μοναχοί νά έπιδίδωνται στούς μοναχικούς των άγώνας. Ό φυσικός όρίζων είναι άπό παντού κλειστός, λόγω τών ύψηλών ορεινών όγκων καί άφθονοῦν τά δένδρα, κυρίως ή φλαμουριά, στά ρουμανικά φρασίν έξ ού καί τό όνομα Φρασινέϊ.

Στόν ίδιο τόπο παλαιότερα, άρχάς τοῦ 17ου αιώνος άσκήτευσαν άρκετοί έδώ μοναχοί, φτιάχνοντας καί μία ξύλινη έκκλησία πρό τιμήν τής Γεννήσεως τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Σήμερα αύτή ή έκκλησία διατηρείται καί χρησιμοποιείται ώς Κοιμητήριο τής Μο­νής.

Ή άδελφότης έχει περί τούς 60 πατέρας μέ ήγούμενο τόν άρχιμ. Νεονίλλο καί πέντε ιερείς. Τό πρόγραμμά των είναι άσκητικώτερο άπό ό,τι είναι στίς άλλες μονές. Ή κεντρική έκκλησία τιμάται στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου, ένώ ένα άλλο παρεκκλήσιο, όλο αγιο­γραφημένο στήν μνήμη τών Τριών Ιεραρχών.

Έζητήσαμε καί είδαμε τό δωμάτιο μέ τά προσωπικά άντικείμενα τοῦ άγίου Καλλινίκου, τό όποιον εύρίσκεται έκτός τοῦ φρουρίου τής Μονής.

Σέ άπόστασι ένός χιλιομέτρου γύρω άπό τήν Μονή άπαγορεύεται ή προσέγγισις γυναικών. Ετσι στήν άπόστασι αύτή, πλησίον τοῦ δρόμου, εύρίσκονται έκκλησία, κοιτώνες καί ένας ιερεύς Πνευ­ματικός γιά τίς πνευματικές άνάγκες τών γυναικών.

 

12) Ή σκήτη Ίέζερ

Γιά πρώτη φορά κατοίκησαν στά άγια δάση τών βουνών Κέϊα άσκηταί μοναχοί κατά τόν 14ον-15ον αιώνα καί προήρχοντο άπό τίς Μονές Κόζια καί Μπίστριτσα τής Όλτένιας. "Οταν έγιναν περισσότεροι, έφτιαξαν ξύλινη έκκλησία πρός τιμήν τών Είσοδίων τής Θεο­τόκου σέ ένα ξέφωτο, κοντά στήν ορεινή λίμνη (Ίέζερ στά ρουμανι­κά σημαίνει ορεινή λίμνη). 'Αργότερα συστήθηκε τό πρώτο κοινόβιο μοναστήρι ύπό τοῦ ήγεμόνος Μίρτσεα Τσιομπάν (1553), ό ό­ποιος έκτισε πέτρινη έκκλησία πρός τιμήν τής ιδίας εορτής καί πτέρυγες κελλιών. 'Ανακαινίσθηκε, λόγω έπισυμβάσης πυρκαϊάς, τόν 18ον αιώνα ύπό Ίλαρίωνος 'Επισκόπου Άρτζες καί τοῦ μεγαλοσχήμου 'Αντωνίου τοῦ Ήσυχαστοῦ. Αύτοῦ ή σπηλιά εύρίσκεται ένα χιλιόμετρο ύψηλότερα άπό τήν Σκήτη. Τήν έσκαψε ό ίδιος σέ ένα μεγάλο βράχο καί άγωνίσθηκε γιά τήν πνευματική του τελειό­τητα έπί 28 χρόνια. 'Εκοιμήθη έν Κυρίφ τό 1742 καί έτάφη μπροστά άπό τήν πόρτα τής σπηλιάς του. Άφησε φήμη άγίου άνδρός καί εί­ναι γνωστός σ' όλόκληρη τήν Ρουμανική Χώρα.

Σήμερα, σ' αύτή τήν μικρή πνευματική έστία κατοικούν 10 μο­ναχές μέ ήγουμένη τήν μοναχή Ειρήνη. Λόγω τής έρημικής καί δα­σώδους τοποθεσίας είναι σχεδόν άποκομμένη άπό τόν έξω κόσμο. Τό τελευταίο γειτονικό χωριό άπέχει πέντε χιλιόμετρα. Ζοῦν πράγ­ματι ώς άσκήτριες διότι στερούνται σχεδόν καί τών άναγκαίων τής ζωής. Άκόμη καί ή Θεία Λειτουργία γίνεται μόλις 4-5 φορές τό έ­τος, λόγφ έλλείψεως ιερέως καί τής μακρινής άποστάσεως.

Έφύγαμε μέ έκδηλο τόν θαυμασμό μας γιά τήν σκληρή ζωή τους καί μέ τόν πόνο στήν καρδιά μας, διότι σπανίως άπολαμβάνουν ιερών άκολουθιών μέ ιερέα καί Θεία Μετάληψι.

 

13) Τό μοναστήρι Γκόβορα

Τό μοναστήρι Γκόβορα άπέχει 20 χιλιόμετρα άπό τήν πόλι Ρίμνικ-Βίλτσεα, ή όποία είναι καί έδρα 'Επισκόπου τής περιοχής. 'Ιδρύθηκε γιά πρώτη φορά τό 1492 ύπό τοῦ ήγεμόνος Ράδου τοῦ Μεγάλου καί άνακαινίσθηκε τό 1636 ύπό τοῦ Ματθαίου Μπασαράμπ. Ή έκκλησία τιμάται στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου. Είναι παντοῦ έσωτερικά Αγιογραφημένη σέ στύλ Μπρινκοβεάνικο. Τό τέμ­πλο είναι σπανίας ξυλογλυπτικής τέχνης καί έχει σπουδαίες φορη­τές βυζαντινές εικόνες.

Έδώ λειτούργησε τό 1642 ύπό τοῦ ήγεμόνος Ματθαίου τό πρώ­το τυπογραφείο τής Ρουμανικής Χώρας. Τό πρώτο βιβλίο τής έκ­κλησίας πού τυπώθηκε έδώ ήταν τό Πηδάλιο.

Σήμερα ή μονή Γκόβορα λειτουργεί ώς γυναικείο κοινόβιο μέ 20 αδελφές καί ήγουμένη τήν μοναχή Ίουστινιάνα, ή όποία είναι καί σπουδαία ψάλτρια καί μουσικός.

Άφοῦ προσκυνήσαμε τήν έκκλησία, έπισκεφθήκαμε τό μικρό μουσείο καί κερασθήκαμε, αναχωρήσαμε κάπως έσπευσμένα γιά τό μοναστήρι Χουρέζ, διότι έπλησίαζε νά βραδυάση.

 

14) Τό μοναστήρι Χουρέζι

'Ανάμεσα στά μοναστήρια πού ύπάρχουν καί ώς ιστορικά μνη­μεία καί στολίζουν τήν Ρουμανία, ή μονή Χουρέζ είναι άναμφίβολα τό άντιπροσωπευτικώτερο άρχιτεκτονικό μνημείο, τό όποιο μέ τίς πέντε σκήτες του άποτελεϊ τό σπουδαιότερο συγχρόνως μοναστικό συγκρότημα στήν Ούγγροβλαχία, όπου δεσπόζει τό Μπρινκοβεάνικο στύλ.

Τό Χουρέζ είναι τό μοναστήρι τοῦ ήγεμόνος Κωνσταντίνου Μπρινκοβεάνου τόσο ώς κτιτορικό έργο, όσο καί ώς κατοικία καί τόπος ιερός γιά τίς πνευματικές του άνάγκες. Στό δεύτερο έτος τής ήγεμονίας του δηλαδή τό 1690, άρχισε τήν θεμελίωσι τής Μονής. Τόν κεντρικό ναό, ό όποιος έχει άνοικτό νάρθηκα (χωρίς θύρες), μέ δύο τρούλλους καί ώραιότατο σκαλιστό τέμπλο, άφιέρωσε στούς αγίους Ίσαποστόλους Κωνσταντίνο καί Ελένη. Ένώ στήν δυτική πτέρυγα κατεσκεύασε τό προσωπικό παρεκκλήσιο του πρός τιμήν τού Γεννεσίου τής Θεοτόκου, όπου συχνά προσευχόταν μέ τήν οίκογένειά του. Είναι όλόκληρο άγιογραφημένο μέ σκηνές τών Χαι­ρετισμών τής Θεοτόκου καί διαφόρων όλοσώμων άγίων.

Μετά τήν μεγαλοπρεπή είσοδο στήν Μονή καί δεξιά ύπάρχει σέ άριστη κατάστασι ή προσωπική κατοικία τού εύσεβοῦς ήγεμόνος, ή όποία σήμερα χρησιμοποιείται ώς μουσείο. Τά σκαλιστά πέτρινα θωράκια, καθώς άνερχόμεθα στίς σκάλες, οί ραβδωτοί κίονες, τά γλυπτά κιονόκρανα καί όλος ό διάκοσμος μαρτυρούν γιά τήν πα­λαιά αίγλη τής Μονής καί τήν πνευματικότητα τοῦ ήγεμόνος.

Ή Μονή διατηρεί, όπως είπαμε, καί τίς περισσότερες σκήτες, δηλαδή ήσυχαστικούς τόπους, όπου μποροῦν νά άγωνίζωνται οί έναρετώτεροι μοναχοί. Εύρίσκονται γύρω άπό τήν Μονή σέ άπόστα­σι πέντε χιλιομέτρων καί είναι οί έξής: 1) Τού άγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου, 2) Τής Κοιμήσως τής Θεοτόκου, πού ίδρύθηκε τό 1697, 3) Τοῦ 'Αρχαγγέλου Μιχαήλ πού ιδρύθηκε τό 1700 ύπό τοῦ Κωνσταντίνου Μπρινκοβεάνου, 4) Τών Αγίων 'Αποστόλων μέ έτος ιδρύσεως τό 1697 καί 5) Ή εύρισκόμενη σέ έρείπια σκήτη πρός τι­μήν τοῦ άγίου 'Ιωάννου τοῦ Προδρόμου.

Στό μουσείο είδαμε πολλά άπό τά προσωπικά άντικείμενα τοῦ άγίου ήγεμόνος, καθώς έπίσης εύαγγέλια, σκαλιστούς σταυρούς, χειρόγραφα καί άλλα. Στήν κεντρική έκκλησία ώς έπισκοπικός θρόνος διατηρείται ό ηγεμονικός θρόνος τοῦ Κωνσταντίνου Μπριν­κοβεάνου, ό όποιος είναι μεγάλης αρχιτεκτονικής άξιας.

Γιά τήν αρετή καί ευσεβή ζωή του ό ήγεμών άξιώθηκε άπό τόν Θεό καί μαρτυρικού τέλους. Σέ κάποια μάχη συνελήφθη αιχμάλω­τος άπό τούς τούρκους καί ώδηγήθηκε μέ τήν οίκογένειά του στήν Κωνσταντινούπολη Έκεί μή δεχόμενος ν' άρνηθή τήν πίστι του, παρά τίς μάταιες ύποσχέσεις τών τούρκων, έπροτίμησε τόν διά ξί­φους θάνατο, καθώς καί όλα τά παιδιά του. Τήν γυναίκα του έλευθέρωσαν, ή όποία καί επέστρεψε στήν χώρα της. Σήμερα δεξιά καί έντός τοῦ νάρθηκος ύπάρχει έπιβλητικό κενοτάφιο, όλομάρμαρο καί σκαλιστό, πρός τιμήν τοῦ μάρτυρος ήγεμόνος, ένώ στήν πρόσοψι τοῦ νάρθηκος, δίπλα στό κενοτάφιο ολόκληρη ή άγία οικογέ­νεια τοῦ ήγεμόνος σέ τοιχογραφία.

Μέχρι τό 1950 λειτουργοῦσε ή Μονή ώς άνδρικό κοινόβιο. Κα­τόπιν λειτουργεί ώς γυναικείο μέ 45 σήμερα μοναχές καί ήγουμένη τήν μοναχή Παρθενία. Ή Θεία Λειτουργία καθώς καί όλες οί άκολουθίες γίνονται καθημερινώς, κατά τά γνωστά τυπικά.

 

15) Τό μοναστήρι Μπίστριτσα Όλτένιας

Ή τρίτη ήσυχαστική έστία, μετά τό Τισμάνα, καί τό Κόζια, ήταν ή Μπίστριτσα στόν νομό Βίλτσεα. Έδώ οί πρώτοι ήσυχασταί άσκήτευσαν μέσα σέ φυσικά σπήλαια ή καλυβόσπιτα πλησίον τοῦ ομωνύμου ποταμού. Αλλοι άγωνίσθηκαν έκεϊ όπου είναι σήμερα τό μοναστήρι Άρνότα καί ή σκήτη Παπούσα. Άπό τόν 14ον αιώνα είχαν ύψώσει μία ξύλινη έκκλησία πρός τιμήν τής Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτήρος καί έκεί συγκεντρώνοντο γιά τίς άκολουθίες Κυρια­κών, έορτών καί γιά τήν μετάληψι τών Αχράντων Μυστηρίων. Τήν έποχή έκείνη αύτή ή περιοχή άνέδειξε τούς πλέον έναρέτους μοναχούς.

Αύτή ή ζωή μετατράπηκε σέ κοινοβιακή, όταν άρχοντες άπό τήν πόλι Κράγιοβα ίδρυσαν τήν πρώτη πέτρινη έκκλησία πρός τι­μήν τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, τά πρώτα κελλιά καί μετέφεραν έκεϊ τό 'Ιερό Λείψανο τοῦ άγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου. Τήν ί­δια έποχή ό σπουδαιότερος κτίτωρ έξ αύτών Μπάρμπου Κραγιοβέσκου γίνεται έκεί μεγαλόσχημος καί άσκείται ώς έρημίτης στήν λε­γόμενη «Σπηλιά τής Μπιστρίτσας», μέχρι τέλους τής ζωής του.

Κατά τόν 19ον αιώνα ήγωνίζοντο σέ σπηλιές πέντε έρημῖται, έ­νώ στόν αιώνα μας ό ονομαστότερος ήσυχαστής ήταν ό ιερομόνα­χος Βαρνάβας Λασκόνι, σπουδαίος Πνευματικός καί διδάσκαλος τής νοεράς προσευχής. Τό όνομά του είχε γίνει γνωστό στήν γύρω περιοχή, διότι, έπειδή έλαβε τό χάρισμα έκδιώξεως τών άκαθάρτων πνευμάτων, έρχοντο πολλοί άσθενεῖς νά τούς θεραπεύση. Ό ί­διος, καθώς πολλές φορές έλεγε, ύπέφερε πολλά άπό τούς δαίμονες. Κάποια φορά τοῦ παρουσιάσθηκε μέ όρατή μορφή 6 σατανάς καί πιάνοντάς τον άπό τά ροῦχα, τόν έρριξε στόν γκρεμό. Τό χέρι όμως τοῦ Κυρίου τόν έλύτρωσε, διότι πιάσθηκαν τά ράσα του άπό ένα γερό κλαδί καί έτσι έγλύτωσε άπό τόν βίαιο θάνατο. Μέχρι τό τέλος τής ζωής του πού ήλθε τό 1953, ό ιερομόναχος Βαρνάβας προσέφερε τά πάντα γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί τήν διακονία τοῦ πλησίον. Ενταφιάσθηκε στήν διπλανή σκήτη Παπούσα καί έζησε συνολικά έπί τής γής 69 έτη.

Τό μοναστήρι Μπίστριτσα κατά τόν παρόντα αιώνα δέν διακρί­θηκε γιά τήν πνευματική του ζωή καί παράδοσι διότι άπό τό 1876 λειτουργούσε ώς ορφανοτροφείο καί άναμορφωτήριο 1.000 περίπου παιδιών, τά όποια ήταν καί διαννοητικά καθυστερημένα. Μόλις πρό έτών κατώρθωσε τό κράτος νά κατασκευάση τά κατάλληλα κτίρια στεγάσεώς των πλησίον τής Μονής καί νά παραχωρήση πά­λι έξ ολοκλήρου τό μοναστήρι αύτό στήν Έκκλησία.

Σήμερα γίνεται μία προσπάθεια έπανδρώσεως άπό τόν άρχιμανδρίτη Βενιαμίν ό όποιος, νεώτατος στήν ήλικία, έχει στήν συνοδεία του επτά δοκίμους άδελφούς.

Τό μεγαλύτερο θησαύρισμα γιά τήν Μονή καί τούς κατοίκους τών γύρω χωριών είναι τό ολόσωμο Λείψανο τοῦ άγίου Γρηγορίου τού Δεκαπολίτου, τό όποιο φυλάσσεται σέ ειδική άργυρά λειψανοθήκη έντός καί άριστερά τοῦ κυρίως ναοῦ τής κεντρικής μεγαλο­πρεπούς έκκλησίας. Ή μνήμη του τελείται πανηγυρικώς τήν 22αν Νοεμβρίου μέ τήν συμμετοχή χιλιάδων λαοῦ. Πολλοί πιστοί προ­σέρχονται καί καθημερινώς γιά Λειτουργίες καί Παρακλήσεις στόν Αγιο, ό όποιος καί τούς έκπληρώνει ένίοτε τά αίτήματά των.

Στήν κόγχη τοῦ 'Ιερού Βήματος φυλάσσεται καί μία εικών τερα­στίων διαστάσεων ζωγραφισμένη έπί δέρματος, ή όποία είναι έργο τοῦ 1913, μοναχών τής Ρουμανικής Σκήτης, Τιμίου Προδρόμου Ά­γίου "Ορους. Ή είκών παριστά τήν Θεοτόκο μέ τό Μαφόριό της καί δίπλα της στέκεται ό Πρωτομάρτυς Στέφανος.

Φεύγοντας άπό έδώ σέ άπόστασι 20 χιλιομέτρων, έφθάσαμε στό μοναστήρι Ντίντρου-Λέμν.

 

16) Τό μοναστήρι Ντίντρου-Λέμν

Σέ άπόστασι 26 χιλιόμετρα άπό τήν πόλι Ρίμνικ-Βίλτσεα εύρί­σκεται ένα άπό τά ώραιότερα μοναστήρια άπό φυσικής καί πνευ­ματικής χάριτος στήν μητρόπολι Όλτένιας. Ή ονομασία του πού σημαίνει «άνάμεσα σ' ένα δένδρο», συνδέεται μέ τήν έξής παλαιά παράδοσι: Σέ χειρόγραφο τοῦ 1653 ό πατριάρχης Αντιοχείας Μα­κάριος επισκέφθηκε τήν Ρουμανική Έκκλησία μέ τόν διάκο του Παῦλο Άλέπ. Έσημείωσε λοιπόν αύτός ό διάκονος ότι ένας μονα­χός εύρήκε μία μικρή εικόνα τής Παναγίας μέσα στήν κουφάλα μιάς βελανιδιάς, άπό όπου καί άκουσε μία φωνή: «Επιθυμία ιδική μου είναι νά κτίσης έσύ έδώ ένα μοναστήρι γιά έμένα μέ αύτό τό δένδρο». Καί ό μοναχός κατόπιν έπί 20 χρόνια, μέ τήν ξυλεία πού κατεργάσθηκε άπό ένα μόνο δένδρο, έφτιαξε τήν ξύλινη έκκλησία, στήν κορυφή έκείνου τοῦ λόφου. Επειδή άρεσε αύτός ό τόπος ώς ήσυχαστικός πού ήταν άνέκαθεν, στούς ήγεμόνες Πρέντα Μπρινκοβεάν καί Ματθαίο Μπασαράμπ, άνέλαβαν καί οί δύο σέ διαφο­ρετικές έποχές τήν ϊδρυσι τής ομωνύμου Μονής μέ πέτρινη πλέον έκκλησία, κελλιά καί όλα τά άναγκαῖα. Τήν αφιέρωσαν στήν Γέννησι τής Θεοτόκου καί τήν έστόλισαν μέ ώραῖο κωδωνοστάσιο, καί Καθολικό, πτέρυγες, άρχονταρίκι καί όλα τά άναγκαῖα.

Έδώ άνθιζε μοναχική ζωή μέ μοναχές άπό τό πρώτο άκόμη ήμι­συ τοῦ 16ου αιώνος. Έπί τέσσερεις τώρα αιώνες ό τόπος αύτός πα­ραμένει ώς ένας άπό τούς ήσυχαστικωτέρους στήν Ρουμανική Χώρα καί εδωσε πολλούς τούς καρπούς στόν μυστικό άμπελώνα τοῦ Κυρίου.

Ό άγιος αύτός τόπος συνδέεται μέ τήν παράδοσι τής Θαυμα­τουργού Εικόνος τής Θεομήτορος, ή όποία εύρίσκεται στό τέμπλο τής έκκλησίας. 'Αποτελεί τό ίερώτερο καί πολυτιμώτερο κειμήλιο τής Μονής καί τής γύρω περιοχής. Εχει ῦψος 1,50, πλάτος 1,10 μ. έχει αύστηρά μορφή, βυζαντινή στήν τέχνη της καί έπενδεδυμένη μέ άργυροῦν υποκάμισο. Πολλοί άπό τούς έρευνητάς λέγουν ότι εί­ναι έργο τοῦ 15ου αιώνος καί ζωγραφίσθηκε στό Βυζάντιο πρό τής αλώσεως ή στό "Αγιον "Ορος.

Στήν κορυφή τοῦ λόφου, όπου φτιάχθηκε τόν 16ο αιώνα ή ξύλι­νη έκκλησία, λόγω πυρκαϊας καταστράφηκε τελείως κατά τόν 19ον αἰῶνα. Στόν ίδιο τόπο στήθηκε άπό τό 1810 ή ύπάρχουσα μέχρι τώ­ρα ξύλινη έκκλησία άπό τόν Κωνσταντίνο Σοκοτεάνου. "Εχει μή­κος 13 μέτρα, πλάτος 5,50 ένώ τό ῦψος της περί τά 4 μέτρα. Πέριξ αύτής ύπάρχουν οί τάφοι τών άδελφών τής Μονής.

Ή Μονή διατηρεί μία άπό τίς πλουσιώτερες συλλογές καί έκθέσεις εικόνων, βιβλίων καί έκκλησιαστικών άντικειμένων. Είχε καί άλλα κειμήλια, δώρα κτιτόρων ή άλλων εύεργετών τής Μονής, τά όποια όμως κατά καιρούς, άφαιρέθηκαν άπό τό κράτος, ένώ άλλα κατεστράφησαν άπό διάφορες βαρβαρικές επιδρομές καί λεηλα­σίες.

Τό μοναστήρι, καθώς είσερχόμεθα, διαιρείται σέ τρεις περιβό­λους, έκ τών όποιων ό ένας είναι ύψηλότερος άπό τόν άλλο καί έχει τήν συμβολική σημασία μιάς ορθοδόξου έκκλησίας. Ό πρώτος πε­ρίβολος μέ τά κελλιά προσφέρεται γιά τούς λαϊκούς έπισκέπτας ή έργάτας τής Μονής· είναι θά έλέγαμε ό νάρθηξ τής έκκλησίας. Ό δεύτερος είναι ό κυρίως ναός, ό περίβολος δηλαδή τής Μονής μέ τήν κεντρική έκκλησία καί τά κελλιά τών μοναζουσών καί ό τρίτος χώρος, ώσάν νά είναι τό 'Ιερό Βήμα, καθόσον έκεῖ στόν λόφο ύ­πάρχει ή μικρή ξύλινη έκκλησία μέ τά οστά τών κεκοιμημένων ά­δελφών.

Σήμερα ή Μονή έχει 45 άδελφές πού κυβερνώνται άπό τήν τρια­κονταετή ήγουμένη Έμμανουέλα Μοναχή. Αποτελεί πρότυπο μο­ναχικής ζωής, διότι συνδιάζει άναντιρρήτως τις άρετές τής ύπακοής, τής ψυχικής ένότητος, τής έν Χριστώ άγάπης καί φιλοξενίας πρός πάντας.

Σπουδαίος Πνευματικός πού έζησε έδώ καί άνύψωσε πνευματι­κά τό κοινόβιο ήταν ό πρωτοσύγκελλος Ιωσήφ Ρούσου (1883-1966), τοῦ όποιου ό βίος εύρίσκεται στό Ρουμανικό Γεροντι­κό σελίς 423.

 

17) Ή έκκλησία τοῦ Παλατιού στήν πόλι "Αρτζες

Μετά άπό άπόστασι 60 χιλιομέτρων έφθάσαμε στήν πόλι Αρ­τζες, ή όποία ήταν ή πρώτη πρωτεύουσα τής Ούγγροβλαχίας. 'Επι­σκεφθήκαμε τό παλάτι τοῦ τότε ήγεμόνος Ματθαίου Μπασαράμπ, όπου τό μόνο πού διασώζεται σέ πολύ καλή κατάστασι είναι ή έκ­κλησία τού παλατιού ή λεγομένη ήγεμονική έκκλησία. Ιδρύθηκε τό 1352 έπ' ονόματι τοῦ άγίου Νικολάου καί είναι ή παλαιότερη άπό όσες διασώζονται τόσο καλά σήμερα στήν Ρουμανία, γι' αύτό καί άποτελεῖ ιστορικό μνη­μείο.

Έντός τοῦ ναού στό δάπεδο ύπάρχουν τάφοι διαφόρων εύεργετών ή ήγεμόνων. Άνάμεσά τους είναι καί ό τάφος τοῦ ήγεμόνος Βλάίκου Βόδα, ό όποιος ύπήρξε καί ό Β' κτίτωρ τής άγιορειτικής μονής Κουτλουμουσίου. Τότε έμόναζαν στό Κουτλουμούσι έλληνες καί ρουμάνοι μαζί. Επειδή όμως οί ρουμάνοι δέν μπορούσαν ν' α­κολουθήσουν τό κοινοβιακό σύστημα, μεταφέρθηκαν άπό τόν ήγε­μόνα Βλάϊκο στήν ύπάρχουσα καί τώρα Κουτλουμουσιανή σκήτη.

'Ολόκληρος ό ναός τοῦ παλατιού είναι εσωτερικά αγιογραφημέ­νος, ένώ τά ειλητάρια τών ίστορουμένων μορφών έντός τοῦ 'Ιερού Βήματος είναι γραμμένα στήν έλληνική γλώσσα. Οί τοιχογραφίες είναι τής βυζαντινής παραδόσεως, καθώς καί όλόκληρη ή έκκλη­σία ομοιάζει μέ τούς παλαιούς βυζαντινούς ναούς τής Θεσσαλονί­κης.

Φεύγοντας άπό έδώ σέ λίγη άπόστασι, στήν άκρη τής πόλεως ύ­πάρχει ή μονή Κούρτεα τήν όποία καί έπισκεφθήκαμε.

 

18) Τό μοναστήρι Κούρτεα στήν πόλι "Αρτζες

Μέσα σ' ένα εύρύχωρο, καταπράσινο περιβάλλον, πού περι­στοιχίζεται άπό πανύψηλα δένδρα εύρίσκεται ή μονή αύτή, τής ό­ποιας έξέχουσα θέσι γιά τήν ιστορική καί καλλιτεχνική της άξία έ­χει ή έκκλησία. Τιμάται στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου καί σήμερα διατηρείται ώς ιστορικό μνημείο. Λειτουργείται μόνο δύο φορές τόν χρόνο, τήν ήμέρα τής μνήμης της 15η Αύγούστου καί στίς 7 Δε­κεμβρίου, ότε πανηγυρίζει πρός τιμήν τής άγίας μάρτυρος Φιλοθέ­ης, τής όποιας τό 'Ιερό Λείψανο διατηρείται έδώ άφθαρτο.

Ή έκκλησία αύτή είναι κτίσμα τοῦ εύσεβεστάτου ήγεμόνος Νεάγκου Μπασαράμπ, ό όποιος έδωσε έντολή στόν άρχιτέκτονα ονό­ματι Μανουήλ νά τοῦ φτιάξη τήν ώραιότερη έκκλησία πού είναι δυ­νατόν νά ύπάρξη στόν κόσμο. Μετά τήν άποπεράτωσί της πού έγι­νε στά χρόνια 1512-1517, λέγει μία έντόπια εύσεβής παράδοσις, ό ή­γεμών διέταξε τόν πρωτομάστορα νά ζήση τό ύπόλοιπο τής ζωής του έπάνω στήν στέγη τής έκκλησίας, φοβούμενος μήπως τόν ζη­τήσουν καί άλλοι ήγεμόνες καί θελήσουν καί έκεϊνοι νά κάνουν ωραιότερες έκκλησίες. Ό Μανουήλ όμως μή μπορώντας νά ζή έπάνω στήν στέγη, έφτιαξε, όπως ό Δαίδαλος καί ό "Ικαρος τής ελλη­νικής μυθολογίας, πτερά άπό κερί καί έπέταξε στόν άέρα. Σέ λίγο όμως έλυωσαν τά πτερά του καί έπεσε κοντά στήν Μονή μέσα σ' έ­να φρεάτιο, τό όποιο σήμερα λέγεται «Τό πηγάδι τοῦ Μανωλιοῦ».

Ή εκκλησία πράγματι ξεπερνά κάθε άνθρώπινη περιγραφή. Εί­ναι στολισμένη μέ 150 διαφορετικά άρχιτεκτονικά σχέδια, ένώ ό χρυσός, οί διαμαντόπετρες, ό σμάλτος, τό φίλντισι, ό μπροῦτζος καί κάθε είδους πετράδια καί μέταλλα έχουν κυριολεκτικά καλλω­πίσει τόσο τήν έκκλησία, ώστε όντως νά θεωρήται ό καλλιτεχνικώτερος ναός τών Βαλκανίων.

Οταν έγιναν τά έγκαίνια τό 1521 ό ήγεμών Νεάγκος έκάλεσε έκπροσώπους άπό όλες τίς τότε ορθόδοξες χώρες. Άκόμη καί άπό τό Αγιον Ορος έπήγε ό τότε Πρώτος μέ τήν συνοδεία του, καθώς άναφέρουν ιστορικά στοιχεία.

'Εντός τής έκκλησίας ύπάρχουν 12 κίονες, όσοι καί οί "Αγιοι Απόστολοι, οί σκαλιστοί θρόνοι τών 'Επισκόπων καί ήγεμόνον στόν δεξιό καί άριστερό χορό άντιστοίχως καί άρκετοί τάφοι. Αύ- τοί άνήκουν στήν οικογένεια τοῦ Νεάγκου κάι στούς τελευταίους βασιλείς τής Ρουμανίας. Ή εύσέβεια καί άγιότης τοῦ ήγεμόνος Νεάγκου δέν φαίνεται μόνο άπ' αύτά τά άριστουργήματα τής τέχνης, άλλά καί άπό ένα βιβλίο του πού έγραψε. Αύτό περιέχει πνευματι­κές διδασκαλίες τών 'Αγίων Πατέρων καί ιδικές του συμβουλές, τό όποιο άφιέρωσε στόν υίό του Θεοδόσιο γιά νά διδαχθή άπό τούς Πατέρας τήν εύσέβεια καί νά γίνη ικανός καί δίκαιος ήγεμών. Τό βιβλίο αύτό έχει μεταφρασθή στά ελληνικά άπό ρουμάνο, καθηγη­τή τής έλληνικής γλώσσης τού πανεπιστημίου τοῦ Βουκουρεστίου, τόν Βασίλειο Γκρέκου τό 1941.

Σήμερα ή Μονή αύτή πνευματικώς εύρίσκεται σέ παρακμή. 'Υ­πάρχουν μόνο 3-4 μοναχοί, μερικοί έργάται καί ύπάλληλοι τοῦ κράτους ώς φύλακες τοῦ ιστορικού μνημείου, τής έκκλησίας. Ώς ήγούμενος καί Πνευματικός είναι ένας ένάρετος ιερομόναχος ονό­ματι Κλήμης, ό όποιος τό καλοκαίρι, κάθε άπόγευμα, άνεβαίνει στά γειτονικά βουνά γιά τήν καθιερωμένη του νοερά προσευχή.

Αλλη έκκλησία, όπου τελοῦνται καί οί ιερές άκολουθίες είναι τής Γεννήσεως τής Θεοτόκου, όπου φυλάσσεται καί τό Λείψανο τής άγίας μάρτυρος Φιλοθέης, τής όποιας τόν βίο θά γράψουμε πα­ρακάτω σέ ειδικό κεφάλαιο.

 

19) Επίσκεψις στό υδροηλεκτρικό φράγμα Βιντράρου

Παρότι τό πρόγραμμά μας είχε προσκυνηματικό χαρακτήρα, όμως μέ προτροπή τοῦ άγαπητοῦ μου π. Νικοδήμου άπό τήν Σκήτη Κράσνα, έπισκεφθήκαμε καί άλλα άξιοθέατα μέρη τής Ρουμανίας.

Σέ άπόστασι λοιπόν άπό τήν πόλι Αρτζες 20 χιλιομέτρων εύρί­σκεται τό μεγαλύτερο τεχνικό φράγμα τής Ρουμανίας. Σήμερα συ­νολικά λειτουργοῦν 22 φράγματα στήν Ρουμανία, λόγφ τών πολ­λών λιμνών, ποταμίων ύδάτων καί συνεχών βροχοπτώσεων. Τό φράγμα Βιντράρου κατασκευάσθηκε στήν τετραετία (1962-1966). Μερικοί άριθμοί γιά ν' άντιληφθοῦμε τό μέγεθος καί τήν προσφορά του θά μάς είναι άπαραίτητοι. Εχει λοιπόν ύψος 166 μέτρα. Ή λί­μνη του πού σχηματίσθηκε άπό τά νερά τοῦ ποταμού Αρτζες έχει βάθος 80 μέτρα, μήκος 14 χιλιόμετρα καί 465 έκατομμύρια κυβικά νερό. Τό μήκος τοῦ φράγματος είναι 307 μέτρα, τό πάχος στήν βάσι του 25 μέτρα, ένώ στήν κορυφή του έξι μέτρα, όπου υπάρχει ασφαλτοστρωμένος δρόμος γιά αύτοκίνητα.

Τό νερό διοχετεύεται υπογείως μέ σωλήνα διαμέτρου δύο περί­που μέτρων καί έρχεται στό εργοστάσιο γιά τήν παραγωγή ρεύμα­τος, τό όποιον εύρίσκεται μέσα στήν γή σέ βάθος 50 μέτρα καί σέ άπόστασι άπό τό φράγμα 34 χιλιόμετρα. Εχουν δηλαδή σκάψει τό βουνό δημιουργώντας υπόγεια σήραγγα, άπό τήν όποία διέρχεται ό τεραστίων διαστάσεων άγωγός καί φθάνει στό εργοστάσιο. Μετά τά νερά πάλι μέ ύπόγειο σήραγγα, πού έσκαψαν σέ βάθος 50 μέτρα, μεταφέρονται 9 χιλιόμετρα μακριά ύπογείως καί χάνονιαι σέ χεί­μαρρο. Γιά όλο αύτό τό έπίτευγμα έδαπανήθηκαν 480 έκατομμύρια κιλά τσιμέντου καί έργάσθηκαν χιλιάδες έργάτες γιά τήν άποπερά τωσί του μέσα σέ τέσσερα μόνο χρόνια.

 

20) Τό μοναστήρι Ζαμφείρα

Άναχωρήσαντες άπό τό φράγμα ήλθαμε στήν μονή Ζαμφείρα, ή όποία άπέχει άπό τό Πλοέστι 20 χιλιόμετρα. Ή πρώτη έκκλησία πού κτίσθηκε έκεῖ τό 1734 εύρισκομένη έκτός τοῦ φρουρίου τής Μονής, είναι έργο μιάς εύσεβοῦς κυρίας ονόματι Ζαμφείρας, άπό τήν όποία καί ή Μονή επήρε τό όνομα της. Σήμερα αύτή ή έκκλη­σία χρησιμοποιείται καί ώς ένορία τού διπλανού χωριού Λιπανέστ.

Ή κεντρική έκκλησία τής Μονής κτίσθηκε άπό τόν μητροπολί­τη Βουκουρεστίου Νήφωνα τό 1855 καθώς καί τά γύρω κελλιά, ό ό­ποιος καί τήν άφιέρωσε στήν μνήμη τού άγίου Νήφωνος τοῦ Διονυσιάτου, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. 'Αγιογραφήθηκε τό 1857 άπό τόν Νικόλαο Γρηγορέσκου, ό όποιος γιά πρώτη φορά ερ­γάσθηκε σ' αύτή τήν έκκλησία.

Τό μουσείο έχει συλλογή άπό εικόνες, άμφια καί εκκλησιαστι­κά εϊδη, τά όποια είναι σχεδόν όλα έργα τοῦ 18ου αιώνος.

Τό μοναστήρι είναι ιδιόρρυθμο ώς πρός τό φαγητό, ένώ γιά τά άλλα διοικητικά ή πνευματικά προβλήματα ύπάρχει ή ήγουμένη Μιχαέλα, ή όποία διακρίνεται γιά τά διοικητικά της προσόντα καί τήν άβραμιαία φιλοξενία πού μάς πρόσφερε κατά τό διήμερο τής διαμονής μας έκεϊ, βοηθούμενη καί άπό τήν υποτακτική της Γαβριέλα μοναχή.

Έκτός άπό τίς γεωργοκτηνοτροφικές έργασίες άσχολοῦνται καί μέ τήν κατασκευή ταπήτων καί κεντημάτων. Άποτελοῦν μίαν εύλογημένη συνοδεία άπό 40 άδελφές καί έχουν καθημερινή Θεία Λειτουργία ύπό τοῦ Πνευματικού καί έφημερίου τής Μονής π. Γα­βριήλ, ό όποιος είναι καί έφημέριος τοῦ διπλανού χωριοῦ καί έχει άδελφό κατά σάρκα μονάζοντα στήν Ρουμανική Σκτήτη τοῦ Τ. Προδρόμου Άγίου "Ορους ονόματι Ίουστινιανόν.

 

21) Ή Σκήτη Κράσνα

Τό ήσυχαστικό περιβάλλον όπου εύρίσκεται σήμερα ή σκήτη αύτή προσείλκυσε άπό ένωρίς άρκετούς ήσυχαπτάς μοναχούς, οί όποιοι, άκόμη καί άπό τήν εποχή τού όσίου Νικοδήμου Τισμάνα άσκήτευαν έδώ. Ό πρωταρχικός τρόπος ζωής τους ήταν ή κατά μόνας ή καθ' ομάδας ζωή. Μένοντας σέ ξύλινα κελλιά προσηύχοντο μέ νηστείες, μετάνοιες, άνάγνωσι ψαλτηρίου καί έδοξολόγουν τόν Θεό. Ή πρώτη έκκλησία των φτιαγμένη άπό ξύλο, ήταν άφιερωμένη στόν άγιο Ιεράρχη Νικόλαο. Τό 1636 ό Δημήτριος Φαλισάνου έ­φτιαξε τήν πρώτη πέτρινη έκκλησία στόν τόπο τής ξύλινης καθώς καί κελλιά καί έπέβαλε τήν κοινοβιακή τάξι. Αργότερα ό ήγούμε­νος Βαρθολομαίος (1757) καί ό καπετάνιος Δημήτριος Ούρσάκης (1808) ἀνεκαίνισαν τήν Σκήτη, ἐνῶ λίγο ἀργότερα (1824) ὁ Κωνσταντῖνος Πορλότζια, υίός ιερέως ίδρυσε τήν υπάρχουσα σήμερα έκκλησία, πού τιμάται στούς άγιους Βασιλείς Κωνσταντίνο καί Ε­λένη. Τό τέμπλο της είναι ξύλινο, σκαλιστό καί έπιχρυσωμένο καί κατασκευάσθηκε τό 1838. Έκτός αύτής τής έκκλησίας ύπάρχει καί τό χειμερινό παρεκκλήσιο πρός τιμήν τής Θείας Σκέπης τής Θεομήτορος. Έδώ έπί έποχής τοῦ κτίτορος τής έκκλησίας, άρχές τοῦ 19ου αιώνος, λειτούργησε άπό τόν ίδιον μοναχόν όντα μέ τό ό­νομα Καισάριον, σχολή μικρών τεχνών καί γραμμάτων γιά τά παι­διά τών γειτονικών χωριών, ιδιαίτερα τοῦ πλησιεστέρου ονόματι Σκιουλέστ.

Σήμερα ή Σκήτη κυβερνάται ουσιαστικά άπό τόν Πνευματικό καί Γέροντα όλης τής άδελφότητος, άποτελουμένης άπό 18 άδελφούς, ιερομόναχο π. Νικόδημο Δημουλέσκου, ό όποιος ύπήρξε καί ό συνοδός μου σ' αύτή τήν έπίσκεψί μας στίς Μονές τής Ούγγροβλαχίας. Ηγούμενος είναι ό μαθητής του, τριακονταετής στήν ήλι­κία καί άπόφοιτος θεολόγος π. Γαλακτίων, ό όποιος διακρίνεται γιά τόν ζήλο του στά πνευματικά του καθήκοντα, γι' αύτό λειτουρ­γεί ό ίδιος καθημερινώς. Αλλοι έκλεκτοί ιερομόναχοι είναι ό π. Σεραφείμ, ό π. Παντελεήμων, οί όποιοι μάς ύποδέχθηκαν μέ πρω­τοφανή χαρά καί φιλαδελφία.

Οί πατέρες έκτός άπό τίς γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες, επι­δίδονται μέ έπιτυχία στήν άγιογραφία. "Αξια μνείας τά έργα τοῦ νεαροῦ καί αύτοδιδάκτου βυζαντινού άγιογράφου Μαρκέλλου, ό ό­ποιος μέ άγάπη καί ένθουσιασμό άξιοποιεῖ τό τάλαντο του, καθώς καί άλλοι μοναχοί.

Έδώ, όπως καί άλλοῦ είδαμε, τό θρησκευτικό συναίσθημα τών χριστιανών είναι πολύ άνεπτυγμένο. Εκατοντάδες πιστοί, βαδί­ζοντας τό όλιγώτερο τρία χιλιόμετρα, κατακλύζουν τόν ιερό χώρο τής Σκήτης, ιδιαίτερα τίς Κυριακές καί έορτές, γιά νά συνεορτά­σουν μέ τούς πατέρες, νά κάνουν εύχέλαιο, έξομολόγησι κλπ.

Ή πνευματικότης τών πατέρων, τό κατανυκτικό τών ιερών ακολουθιών, ή ήσυχία τοῦ τόπου, καθόσον είναι λόφος μέ θεόρατες όξυές, δημιουργούν μία ίερά άτμόσφαιρα γιά όλους τούς έπισκέπτας καί προσκυνητάς τής Σκήτης.

Εύχαριστοῦμε τούς πατέρας καί άδελφούς, ιδιαίτερα τόν Γέρον­τα καί Πνευματικόν π. Νικόδημο γιά τίς άγνές καί πλούσιες έκδηλώσεις τής άγάπης των πρός τήν ταπεινότητά μας. Ή εύγνωμοσύνη μας θά διαρκέση όσο καί ή ζωή μας.

 

22) Επίσκεψις στίς υπόγειες αίθουσες άλατιοῦ στό χωριό Σλενίκ

Μέσα στό χωριό Σλενίκ έδώ καί 100 χρόνια είχαν αρχίσει συ­νεργεία στά λεγόμενα άλατορυχεϊα νά έκμεταλλεύωνται τό άλάτι άπό τό ύπέδαφος. Έδώ είργάζοντο κυρίως οί φυλακισμένοι καί οί κατάδικοι. Σήμερα έχει σταματήσει στό μέρος αύτό ή έξαγωγή ο­ρυκτού άλατιοῦ, διότι άπό τίς δημιουργηθεῖσες ύπόγειες στοές, τό θέαμα έχει πάρει τουριστικές διαστάσεις καί ώς έκ τούτου διατη­ρούνται ώς ιστορικό μνημείο.

Ή κατάβασις εντός τής γής σέ βάθος 220 μέτρων γίνεται μέ άνσανσέρ. Έκεῖ λοιπόν, έχουν δημιουργηθή άπό τήν συνεχή σέ βάθος καί πλάτος διόρυξι, τεράστιες αίθουσες, οί όποιες είναι φωταγωγη­μένες. Σέ μία άπ' αύτές έχουν τοποθετηθή κρεββάτια, ώς είδος νο­σοκομείου γιά τούς άσθματικούς, οί όποιοι παραμένοντας έκεῖ ένα διάστημα θεραπεύονται σχεδόν τελείως. Σέ άλλες αίθουσες έχουν σκαλιστή προτομές ή άνδριάντες ιστορικών προσώπων καί τό υλι­κό κατασκευής τους είναι τό άλάτι, τό όποιο είναι σκληρό όσο τό μάρμαρο καί κρυσταλλικό Έδώ δέν ύπάρχει ίχνος ύγρασίας, διότι πρόκειται περί ύπογείων όγκων άπό συμπαγές άλάτι.

Εκτός τοῦ ύπογείου άλατιοῦ ύπάρχει καί ύπέργειο. Επισκεφθή­καμε λοιπόν στήν ίδια περιοχή ένα πετρώδες λόφο, άπό λευκό- κρυσταλλικό άλάτι. Έξωτερικά έχει έντυπωσιακή θέα, διότι τά νε­ρά τών βροχών έχουν παρασύρει πολύ άλάτι καί έχουν σχηματισθή αιχμηρές κωνικές κορυφές σάν σταλαγμίτες. Άπό μία πόρτα μπαί­νει ό έπισκέπτης στό εσωτερικό τού άλάτινου βράχου. Δέν βλέπει τίποτε παρά ένα άνοιγμα στήν κορυφή τοῦ βράχου αύτοῦ, άπό όπου γινόταν ή έξαγωγή τοῦ άλατιοῦ καί ένα τεράστιο χάος έντός τοῦ λόφου, όπου έσκαβαν τό άλάτι. Τώρα αύτός ό χώρος έχει μεταβλη- θή σέ λίμνη άπό τά όμβρια ύδατα, τά όποια είναι άδύνατον νά ά- πορροφηθοῦν άπό τά άλάτινα τοιχώματα τοῦ λόφου.

Εκτός τοῦ λόφου ύπάρχει φυσική λίμνη, όπου κάνουν φυσιοθε­ραπεία οί άσθενεῖς άπό ρευματισμούς. Λόγω τής μεγάλης ποσότη­τος άλατιοῦ πού περιέχει είναι νεκρά, όπως ή Νεκρά Θάλασσα καί οί λουόμενοι, λόγω τής μεγάλης άνώσεως τοῦ ύδατος, δέν πνίγον­ται, έστω καί άν δέν γνωρίζουν νά κολυμβοῦν.

 

23) Τό μοναστήρι Σουζάνα

Εύρίσκεται στήν κοιλάδα Τελεαζέν καί άπέχει άπό τό Πλοέστι 60 χιλιόμετρα. 'Ιδρύθηκε τό 1740 άπό μία μοναχή ονόματι Σουζά­να, ή όποία καταγόταν άπό τό Άρντεαλ. Ή παρούσα έκκλησία τής Μονής οικοδομήθηκε τό 1882 καί έορτάζεται στήν μνήμη τοῦ Άγίου Νικολάου. Τότε έγιναν καί όλα τά κελλιά, όπως έχουν σή­μερα. Ή άγιογράφησις τής έκκλησίας έγινε τήν ίδια έποχή άπό τόν ρουμάνο άγιογράφο Γεώργιο Ταταρέσκου. Τό χειμερινό παρεκκλή­σιο τιμάται στήν Θεία Σκέπη τής Θεομήτορος καί στήν μνήμη τής άγιας Μάρτυρος Φιλοθέης τού Άρτζες. Αύτό ιδρύθηκε γιά πρώτη φορά τό 1911 καταστράφηκε όμως λόγω πυρκαϊάς τό 1971 καί πάλι οικοδομήθηκε τό 1974 άπό τόν πατριάρχη Ρουμανίας Ιουστινιανό, ό όποιος έφτιαξε καί τό ξύλινο σκαλιστό τέμπλο. "Ολες οί εικόνες του στά Δεσποτικά καί τό δωδεκάορτο είναι έπενδεδυμένες μέ άρ γυρά ομοιώματα τών είκονιζομένων άγιων. Έδώ φυλάσσονται καί τεμάχια ιερών Λειψάνων, όπως τοῦ άγίου Μηνά, Βλασίου, Χαρα­λάμπους καί Θεοδώρου τοῦ Στρατηλάτου.

Ή Μονή σήμερα άκολουθεῖ τό ιδιόρρυθμο σύστημα ζωής καί έ­χει 70 μοναχές μέ ήγουμένη τήν Γερόντισσα Συγκλητική. "Ολες οί άκολουθίες καί ή Θεία Λειτουργία γίνονται καθημερινώς ύπό τοῦ ε­νάρετου Πνευματικού τής Μονής π. Θεοκτίστου. Αύτός είναι μία άγια καί άσκητική μορφή. Στό παρελθόν είχε χρηματίσει ήγούμε- νος στά μοναστήρια Κέϊα καί Κράσνα.

Ή Μονή διατηρεί μουσείο μέ πολλά άντικείμενα έκκλησιαστικής τέχνης, τά σπουδαιότερα είναι εικόνες, ευαγγέλια, έπιτάφιοι καί ιερά άμφια.

 

24) Τό μοναστήρι Κέϊα

Εύρίσκεται στήν ίδια περιοχή καί κοιλάδα μέ τό μοναστήρι Σουζάνα άπό τό όποιο άπέχει έπτά χιλιόμετρα. Ή μοναχική έδώ ζωή έμφανίσθηκε πρό τοῦ 1700. Έπτά έρημῖται μοναχοί ήλθαν έδώ, έφτιαξαν τά πρώτα κτίσματα καί άπετέλεσαν τήν πρώτη συνοδεία, τό πρώτο κοινόβιο. Ή Μονή όπως έχη σήμερα ιδρύθηκε τό 1835- 1839 στόν καιρό τής ήγεμονίας τοῦ 'Αλεξάνδρου Γκίκα. Κτίτορες είναι οί κατά σάρκα άδελφοί μοναχοί Δαμασκηνός καί Ίουστῖνος, οί όποιοι προήρχοντο άπό τό μοναστήρι Καλνταρουσάνι.

Ή Μονή τιμάται έπ' ονόματι τής Αγίας Τριάδος. Ή κεντρική έκκλησία είναι σταυροειδής μέ τρεις τρούλλους μεγάλων διαστά­σεων. Πέριξ καί έκτός τής έκκλησίας σέ συμμετρικές άποστάσεις ύπάρχουν σέ ειδικά πλαίσια τοιχογραφημένες παραστάσεις άπό τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, τών Αποστόλων καί τών Προφητών. Τό τέμ­πλο αποτελεί δώρο τοῦ Επισκόπου Μπουζέου Καισαρίου. Είναι ξύ­λινο, σκαλιστό μέ τόπο κατασκευής του τήν Βιέννη, ένώ οί εικόνες του είναι έργο τοῦ γνωστοῦ άγιογράφου Γεωργίου Ταταρέσκου. Οί έντός τής έκκλησίας τοιχογραφίες έγιναν τό 1835 άπό έναν λαϊκό ονόματι Ναούμ καί διατηρούνται πολύ ζωντανές μέχρι σήμερα χω­ρίς καμμία άναπαλαίωσι καί καθαρισμό. Τά μανουάλια είναι άξια προσοχής, καθόσον είναι φτιαγμένα άπό μία λευκή-γυαλιστερή πέ­τρα πού λέγεται άλάβαστρος καί είναι έργα τοῦ 1935.

Τό χειμερινό παρεκκλήσιο τιμάται στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου καί ιδρύθηκε τό 1924-1927 άπό τόν τότε ήγούμενο τής Μονής Γρηγόριο Γεωργέσκου.

Σήμερα ή Μονή εύρίσκεται σέ παρακμή. 'Απέμειναν μόνο επτά άδελφοί μέ ήγούμενο τόν άρχιμ. Ίουστῖνο Μάρκις. Οί άκολουθίες όμως γίνονται καθημερινώς πλήν τής Θείας Λειτουργίας, ή όποία γίνεται τρεις φορές τήν έβδομάδα καί τίς έορτές.

Έδώ, λόγω τοῦ εύκράτου κάι ύγιεινοῦ κλίματος, τό Πατριαρ­χείο χρησιμοποιεί μία ολόκληρη πτέρυγα κελλιών για τόνέκάστοτε Πατριάρχη καί τούς ιερείς, οί όποιοι επιθυμούν νά ζήσουν ολίγες ήμέρες στό μοναστήρι ώς διακοπές. Τά έξοδα συντηρήσεώς των φυ­σικά επιβαρύνεται τό Πατριαρχείο ή οί παραθερίζοντες ιερείς. Άλ­λά καί όλη ή γύρω περιοχή είναι κατάλληλη ώς ορεινός παραθερι­στικός τόπος, γι' αύτό πολλοί άσθενεῖς, κυρίως νευρασθενεῖς, ένοικιάζουν κατοικίες καί διέρχονται λίγο χρονικό διάστημα στήν ήσυ­χία αύτής τής περιοχής.

 

25) Ή Σκήτη 'Αγία Μαρία στό Τέκιργκιολ Κωνστάντζας

Άπό τό Βουκουρέστι ταξιδεύοντας μέ τό τραίνο φθάνουμε στήν Κωνστάντζα, τό μεγάλο λιμάνι τής Ρουμανίας στόν Εύξεινο Πόν­το. Σέ 20 λεπτά μέ τό λεωφορείο φθάνουμε στήν κωμόπολι Τέκιρ­γκιολ, όπου καί ή όμώνυμη λίμνη, ή όποία, λόγω τής μεγάλης πο­σότητος αλατιού, παραμένει πάντοτε νεκρά. Έντός λοιπόν αύτής τής πόλεως είναι ή σκήτη Αγία Μαρία, ή όποία διοικητικώς είναι έξαρτηματική άπό τήν μονή Κέϊα.

Ή ξύλινη έκκλησία τής Σκήτης, πού τιμάται στήν Κοίμησι τής Θεοτόκου, κατασκευάσθηκε περίπου τό 1750 άπό μαστόρους τής περιοχής Μαραμοῦρες τής Τρανσυλβανίας. Ή ιδιότυπη αύτή αρχι­τεκτονική της έκκλησίας, πού είναι άσυνήθιστη στήν νότια Ρουμα­νία, μέ τήν χωριάτικη άγιογράφησί του, άποτελεί έντυπωσιακό δείγμα τέχνης γιά όσους έπισκέπτονται τήν μοναδική αύτή άκτή τής Ρουμανίας.

Παλαιότερα ή συνοδεία αύτής τής Σκήτης κατοικούσε κοντά στήν πόλι Σινάϊα καί μόλις τό 1951 ό πατριάρχης Ιουστινιανός τήν μετέφερε στό Τέκιργκιολ. Έδώ ύπάρχουν καί τά κτίρια κατασκη­νώσεων γιά ιερείς τής Χώρας, οί όποιοι έπί δύο έβδομάδες μένουν στήν Σκήτη τούς καλοκαιρινούς μήνας. Πληρώνουν ένοίκιο γιά τήν διαμονή καί συντηρούνται μέ έδοξα ιδικά των. Τίς οικοκυρικές έργασίες κάνουν οί άδελφές τής Σκήτης. Τά κτίρια είναι φτιαγμένα κατά τόν παλαιό μέ άψίδες καί κολώνες μοναστηριακό τύπο καί α­νακαινίσθηκαν τό 1965-1967. Οί ώραῖοι διάδρομοι μέ τίς πρασινά­δες καί τά λουλούδια δίνουν σ' όλο τόν χώρο μία θαυμαστή χάρι καί ομορφιά καί δημιουργούν μία άτμόσφαιρα γαλήνης καί ψυχικής ήρεμίας.

Τό κοινόβιο τής Σκήτης έχει 15 αδελφές πού κυβερνώνται άπό τήν λογία καί ένάρετη ήγουμένη Σεπφώρα Μοναχή. Βασικό στέλε­χος αύτής πού πρωτοστατεί στά έργα τής φιλοξενίας, διοικήσεως καί φιλαδελφίας είναι ή μοναχή Αικατερίνη, πρός τήν όποία άπευθύνονται πολλές ευχαριστίες, καθώς καί στίς άλλες άδελφές τής Σκήτης.

Εκτός τών άνωτέρω προσώπων, έξέχουσα θέσι κατέχει ό Πνευ­ματικός τής Σκήτης καί όλης τής κωμοπόλεως ιερομόναχος π. 'Αρσένιος Παπατσιώκ. Μέ τήν πραότητά του, τήν ταπείνωσι, τήν πνευματική του σοφία, τίς προσωπικές του έμπειρίες καί τήν πατερική του κατάρτισι έχει άναδειχθή ένας χαρισματούχος Πνευματι­κός, ό όποιος μέ τήν στοργή καί τήν καλωσύνη του άναπαύει χιλιά­δες ψυχές κάτω άπό τό πετραχήλι του.

Ό Πνευματικός τής Σκήτης ίερομ. π. 'Αρσένιος.

Τώρα είναι ήλικίας 71 έτών. Παλαιότερα ύπηρέτησε ώς ήγούμε­νος στά μοναστήρια Σλάτινα καί Κέϊα, Πνευματικός στούς σπουδαστάς του θεολογικού σεμιναρίου τής μονής Νεάμτς καί πρίν 12 χρόνια άποσπάσθηκε άπό τήν Μετάνοια του, τήν μονή Συχαστρία Μολδαβίας, γιά νά ύπηρετήση τό μικρό αύτό κοινόβιο τών μονα- ζουσών καί τόν περιεστώτα λαό. Λειτουργεί ολίγες φορές τήν έβδομάδα καί σ' δλες τίς μεγάλες εορτές, λόγω τών γηρατειών του καί τοῦ ύπερβολικοῦ φόρτου τών καθηκόντων του.

Ή προσφορά του στόν ορθόδοξο μοναχισμό τής Ρουμανίας εί­ναι μεγάλη. Τοῦτο φαίνεται ζωηρότερα άπό τόν πνευματικό διάλο­γο πού άκολουθεῖ.

 

26) Πνευματική συζήτησις μέ τόν Πνευματικό π. Αρσένιο Παπατσιώκ

   Τί διδαχθήκατε, πάτερ 'Αρσένιε, στήν μοναχική σας ζωή μέ­χρι σήμερα;

   'Αφ' ότου εισήλθα στόν μοναχισμό, αισθάνθηκα πολύ μικρός καί άσήμαντος, άλλά συγχρόνως μία μυστική δύναμις αύτής τής θείας δωρεάς μέ περιεκύκλωνε. Αισθάνθηκα τήν άνεκτίμητη ά­ξια τής ψυχικής μου άναγεννήσεως μέσα στήν ταπεινή ύπαρξί μου, πράγμα τό όποιον στόν κόσμο δέν ζούσα ούτε καί έγνώριζα, διότι δέν υπάρχει ό χρυσούς σταυρός τής έκκοπής τοῦ ιδίου θελήματος. Έδώ στήν μοναχική ζωή βγαίνουν στήν επιφάνεια όλες οί άδυναμίες τοῦ άνθρώπου καί αισθάνεσαι τήν άνάγκη νά ταπεινωθής, πράγμα πού άποτελεῖ τό φύραμα γιά τήν πνευματική-προσωπική μεταμόρφωσι τοῦ μοναχού. Έδώ μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ λεπτύνεται ό νοῦς καί ταπεινώνεται ή καρδιά καί γνωρίζει τόν έσωτερικό της κόσμο, πού άγνοοῦσε τό βάθος της μέχρι τότε. Έδώ διδάχθηκα ότι ό ταπεινός άνθρωπος δέν φαίνεται έξωτερικά καί κανείς δέν μπορεί νά μετρήση τήν ταπείνωσί του. 'Ακόμη έμαθα ότι ή ταπείνωσις εί­ναι ένα δυνατό άρμα τοῦ Θεοῦ πού μάς προστατεύει άπό τά άκάθαρτα πνεύματα. Έδώ στήν μοναστηριακή ζωή διεπίστωσα ότι δέν μάς άποκαλύπτονται οί μυστικές διαστάσεις τής καθαράς ζωής, διότι ό Θεός, όπως λέγει ό Τερός Αύγουστϊνος, θέλει νά μάς χαρίση περισσότερα πνεματικά άγαθά, άπό έκεϊνα πού εμείς ζητάμε.

Έδώ στό μοναστήρι έμαθα περισσότερο νά συγχωρώ, νά προσεύχωμαι ήμέρα καί νύκτα στόν Θεό καί ν' άγαπώ άμερόληπτα τούς άνθρώπους. Άλλά τήν μεγαλύτερη εύχαριστία καί εύγνωμοσύνη μου έκφράζω στήν άπειρη άγαθότητα τοῦ Θεοῦ, διότι δι' Αύ­τοῦ έγνώρισα τήν μεσίτριά μας Κυρία Θεοτόκο, τήν άπροσμάχητη Προστασία τών άμαρτωλών. Στήν μοναχική μου ζωή άναψε στήν καρδιά μου ή άγία χαρά, τήν όποία μοῦ έμπιστεύθηκε ό Κύριος μέ τίς πρεσβείες τής Θεοτόκου καί πάντων τών Αγίων.

Τί έργα πρέπει νά κάνη ένας μοναχός γιά ν' άποκτήση πλου σίως τήν έλπίδα τής σωτηρίας του;

  «Νά μάθη πώς νά όδηγή τό "Αγιον Πνεῦμα μέσα στήν καρ­διά του», λέγει ό άγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Δέν μάς σώζουν τόσο τά καλά μας έργα, όσο ή χάρις καί τό έλεος τοῦ Θεοῦ, πού μάς προσφέρονται άπό ύψηλά γιά τήν κάθαρσι τών ψυχών μας άπό τά πάθη καί ιδιαίτερα άπό τό μίσος κατά τοῦ πλησίον μας. Τό νά άγα- πάς άπό καρδίας τόν Θεό καί όλους τούς άνθρώπους αύτή είναι ή πρώτη καί τελευταία προῦπόθεσις γιά τήν σωτηρία μας. Νά μή κατακρίνης μέ τόν λογισμό σου ούτε έξωτερικά μέ τά λόγια σου τόν άδελφό σου. "Οταν παραμένουμε σ' αύτή τήν χαρά καί εύωδία τής καθολικής άγάπης, κανένα έργο μας δέν μένει άνεκτέλεστο μέ τήν χάρι τού Θεοῦ. Γι' αύτό θά μάς έρωτήση ό Σωτήρ πρώτα στήν μέλ­λουσα κρίσι, περί τής άγάπης καί έλεημοσύνης πρός τόν πλησίον μας.

Τί θά κάνη ό μοναχός πού δέν μπορεί νά έκτελέση τίς ύπο- σχέσεις τής κουράς του γιά τήν σωτηρία του;

  Νά κάνη μέ άγάπη κάθε είδους ύπακοή, διότι μεγαλύτερη εί­ναι ή έκκοπή τοῦ θελήματος καί ή ύπακοή άπό τήν προσευχή. Νά μή γογγύζη ούδέποτε ότι είναι μισητός ένώπιον τοῦ Θεοῦ. Νά θεωρή όλους τούς άδελφούς άνωτέρους του καί νά τούς βοηθή στίς άνάγ­κες τους. Νά μή κρίνη ή δικάζη κάποιον καί μάλιστα τόν Πνευμα­τικό του πατέρα. Νά δοξάζη καί εύχαριστή τόν Θεό διότι εύρίσκε­ται στήν μοναχική ζωή. Νά έξομολογήται καθαρά τούς λογισμούς του καί νά κοινωνή τοῦ Σώματος καί τοῦ Αίματος τοῦ Χριστοῦ. Τε­λευταία μου συμβουλή είναι νά κάνη τό κάθε τι στό μοναστήρι μέ εύλογία καί έντολή τοῦ Πνευματικοῦ του πατρός.

  Πώς μπορούμε νά λυτρωθοῦμε άπό τό πλήθος τών βιοτικών φροντίδων γιά νά προσευχώμεθα περισσότερο, πάτερ 'Αρσένιε;

  Πατέρες μου, μεγάλη είναι ή άξία τής καθαράς προσευχής, πού προέρχεται άπό τίς καρδιές καί τά στόματα όλων μας. Ό μο­ναχισμός ονομάζεται άγγελικός βίος καί πολίτευμα, διότι όμοιάζει μέ τήν ζωή τών άγγέλων, οί όποιοι προσεύχονται άκατάπαυστα. Συνεπώς καί έμεῖς νά προσευχώμεθα πάντοτε. "Οταν είναι δυνατόν στήν έκκλησία, στό κελλί καί, όταν δέν μποροῦμε, νά προσευχώ­μεθα κάνοντας διακόνημα. Όπουδήποτε, όποτεδήποτε καί όπωσδήποτε νά μή σταματούν οί καρδιές καί τά στόματά μας τήν δοξο­λογία καί ικεσία πρός τόν Κύριο.

  Πώς μπορούμε νά αποκτήσουμε τό δώρο τής ταπεινώσεως καί τών δακρύων στήν προσευχή;

  Ή ταπείνωσις δέν μπορεί νά έλθη μόνη της, έάν έσύ δέν τήν ποθήσης, δέν τήν καλέσης καί δέν τής άνοιξης τήν θύρα, δηλαδή έ­άν δέν σκεφθής ότι δέν μπορείς νά κάνης τίποτε καί δέν είσαι τίπο­τε χωρίς τήν χάρι τοῦ Θεοῦ. Άδελφέ, δέν ξέρεις ότι, έάν έχης έγωϊστικές γνώμες καί ύπερηφάνους λογισμούς, είσαι έγκαταλελειμένος άπό τήν θεία βοήθεια; Διότι λέγει ή Γραφή: «Ό Θεός ύπερηφάνοις άντιτάσσεται, ταπεινοῖς δε δίδωσι χάριν». Συνεπώς νά σκέ­πτεσαι ότι, έάν ό ζήλος καί ό πόθος σου δέν είναι στά ούράνια μέ τούς άγγέλους, πρέπει άκόμη νά ταπεινωθής, διότι μόνο μέ τούς έπιγείους κόπους άποκτάς τίς καλλονές τοῦ ούρανίου κόσμου. "Ο­λα τά καλά έργα χωρίς τήν ταπείνωσι δέν μποροῦν νά σέ σώσουν. Αύτή κάνει ό,τι δέν μποροῦν νά κάνουν όλες μαζί οί άλλες άρετές. Είναι τό κονίαμα πού ένώνει όλα τά πνευματικά έργα μέ τά όποια κτίζεται ό αιώνιος άχειροποίητος οίκος μας στούς ούρανούς. Ή ταπείνωσις καί τά δάκρυα στήν προσευχή είναι θεία δώρα καί άποκτοῦνται μόνο μέ τήν προσευχή, τήν συγχώρησι καί χριστιανική ά­γάπη.

  Τί ώφέλειες άποκομίζει κανείς άπό τήν Θεία Λειτουργία;

  Δεν μπορώ νά έξηγήσω μέ άνθρώπινο στόμα καί νοῦ τά θαύ­ματα, τήν άξία καί τίς ώφέλειες τής Θείας Λειτουργίας. Μόνο μέ τήν πίστι καί πνευματική αῖσθησι γνωρίζουμε, αισθανόμεθα καί πι­στεύουμε ότι ό Ίησοῦς Χριστός είναι ένώπιον τής Αγίας Τραπέ­ζης, περικυκλωμένος άπό θείους άγγέλους στόν καιρό τελέσεως τής Θείας Λειτουργίας. Γι' αύτό μεγάλη ύποχρέωσι έχουν οί πιστοί νά συμμετέχουν τακτικά στό μυστήριο τής Θείας Λειτουργίας, διό­τι τότε ό Χριστός θυσιάζεται γιά τόν καθένα άπό έμάς καί γιά όλο τόν κόσμο, γιά τήν συγχώρησι τών άμαρτιών μας καί τήν ψυχική άναγέννησι τής χριστιανικής μας ζωής.

Μέ τήν συμμετοχή μας στήν Θεία Λειτουργία λαμβάνουμε τήν χάρι τοῦ Άγίου Πνεύματος, δοξάζουμε τόν Θεό μέ τούς άγγέλους καί άδελφωνόμεθα μεταξύ μας. 'Επίσης ψάλλουμε, προσευχόμεθα γιά τήν σωτηρία μας, τήν σωτηρία τοῦ κόσμου, τήν άνάπαυσι τών νε­κρών, τήν ειρήνη καί ένότητα τών χριστιανών έν Χριστώ Ίησοῦ. Ό Θεός κρατεί τήν γή καί τήν ζωή σ' αύτήν χάριν τελέσεως τής Θείας Λειτουργίας, πού επιτελείται πρός Αύτόν, γι' Αύτόν καί άπ' Αύτόν.

  Τί συμβουλές δίνετε, πάτερ 'Αρσένιε, στά πνευματικά σας παιδιά;

   Ολοι είμεθα παιδιά τού Θεοῦ έξαγορασμένοι μέ τό Αίμα Του, γεννημένοι καί βαπτισμένοι στό "Ονομά Του, τρεφόμενοι άπό τό Σώμα Του, σφραγισμένοι άπό τό "Αγιό Του Πνεῦμα. Ή συμβου­λή μου ώς μεγαλυτέρου άδελφοῦ σας, άλλά καί γιά δλους είναι μία μόνο: Νά μή άπελπιζώμεθα γιά οποιοδήποτε άμάρτημά μας, διότι ό Θεός είναι ό Πατέρας μας καί είναι μακρόθυμος καί πολυέλεος. Γι' αύτό, άδελφοί, νά μή χάνουμε τήν έλπίδα μας έστω καί άν μάς έξηπάτισε ό φθονερός διάβολος. Ό Θεός, ώς φιλάνθρωπος, πρώτος θά μάς άναζητήση, θά μάς εύρη, θά μάς έναγκαλισθή, θά μάς πάρη στήν συνοδεία Του, θά μάς άγαπήση, διότι έμεῖς, όσο καί νά άμαρτήσαμε, δέν Τόν έγκαταλείψαμε.

  Τί πνευματικές συμβουλές άφήνετε, ώς πνευματική διαθήκη στούς άπογόνους σας, πάτερ 'Αρσένιε;

   Ν' άγαποῦμε ό ένας τόν άλλον. Νά προσπαθούμε ν' άγαποῦμε όλο τόν κόσμο, άδιακρίτως τάξεως καί πολιτείας τοῦ καθενός. Ν' άγαποῦμε τήν πληγή καί αύτόν πού μάς τήν προκάλεσε. Νά μά­θουμε νά κερδίζουμε τόν Χριστό μέσω τών εχθρών μας. Αύτός μέ­νει κρυμμένος άνάμεσα σ' αύτούς πού μάς μισούν. Δέν μπορείς νά γίνης κατοικητήριο τοῦ Χριστοῦ, έάν δέν άγαπήσης αύτούς πού Τόν κρατούν μυστικά καί έάν ή καρδιά σου δέν γίνη ένας μικρός ούρανός τής άγάπης. Στόν Ίησοῦ Χριστό άνήκουν οί πρώτοι καρ­ποί όλων τών έργων, άναμφίβολα δέ οί πρώτοι καρποί τής άγάπης.

 

27) Τό μοναστήρι Τσιολάνου

Ή άφιξις στό μοναστήρι Τσιολάνου άπό τό Βουκουρέστι γίνεται μέ τό τραίνο μέχρι τήν πόλι Μπουζέου, ή όποία άπέχει δύο ώρες καί είναι έδρα Επισκόπου μέ 120 χιλιάδες πληθυσμό. Μετά άπό τό Μπουζέου σέ άπόστασι 30 χιλιομέτρων, μέσα σέ μία πανοραματική τοποθεσία πού περιβάλλεται άπό ύψηλό ορεινό ορίζοντα μέ δέν­δρα, εύρίσκεται ή μονή Τσιολάνου. Σέ υψόμετρο άπ' αύτήν χιλίων μέτρων ύπάρχει ή σκήτη Τσετατσούϊα, ή όποία τιμάται στήν Μεταμόρφωσι τοῦ Χριστού. 'Ιδρύθηκε τό 1854 άπό τόν σύγκελλο Ίωσήφ, κελλιώτη μοναχό τής Μονής καί σήμερα έχει μόνο δύο αδελ­φούς.

Κτίτωρ τής Μονής είναι ή σύζυγος τοῦ ήγεμόνος Μίχνεα τής Μουντένιας Νεάγκα τό όνομά της, ή όποία τήν έκτισε τό 1570 καί ετάφη έκεϊ. Τήν άφιέρωσε στόν άγιο Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο είτε διότι ήταν προστάτης στήν ζωή της, είτε διότι είχε τήν ϊδια έορτή ή παλαιότερη ξύλινη έκκλησία. "Αλλη μικρότερη έκκλησία έντός τού περιβόλου τής Μονής είναι ή πρός τιμήν τών άγίων 'Αποστό­λων Πέτρου καί Παύλου. Ιδρύθηκε τό 1828 ώς χειμερινό παρεκ­κλήσιο άπό τόν 'Επίσκοπο Μπουζέου Καισάριο.

Ή παλαιά τοιχογραφία τής μεγάλης έκκλησίας δέν σώζεται, έ­νώ ή υπάρχουσα είναι τοῦ 1850 καί είναι έργο τού Νικολάου Θεοδωρέσκου. Τό τέμπλο φιλοτεχνήθηκε άπό μοναχούς τής ιδίας Μονής καί είναι μεγάλης άξίας, λόγω τών γλυπτών παραστάσεων καί σχη­μάτων.

Τό μουσείο τής Μονής συστήθηκε τό 1790. Σέ δύο μεγάλες αί­θουσες πού παλαιότερα έχρησίμευσαν ώς ήγουμενεϊο καί ώς κοινο­βιακή τράπεζα, τοποθετήθηκαν έργα τέχνης. Τά σπουδαιότερα εί­ναι παλαιές κατά τό πλείστον βυζαντινές εικόνες μέ γράμματα κυ­ριλλικά, σλαβωνικά καί έλληνικά. 'Επίσης ύπάρχουν ιερατικά καί άρχιερατικά άμφια του 19ου αιώνος, χρυσοκέντητοι έπιτάφιοι καί χειρόγραφα βιβλία μέ ρουμανική ή κυριλλική γραφή. Στήν πρώτη τράπεζα πού είναι τοιχογραφημένη άπό τόν μοναχό Έλισσαῖο τό 1859, έχουν έκτεθή μεταλλικά ιερά σκεύη, 16 σκαλι­στοί σταυροί πού είναι καί άργυροεπένδυτοι, "Αγια Ποτήρια άργυροεπίχρυσα, θυμιατήρια καί κατσί άσημένια, κιβώτια ιερών λειψά­νων, άργυροεπένδυτα Εύαγγέλια καί άλλα πολύτιμα άντικείμενα.

Σήμερα τό μοναστήρι Τσιολάνου έχει μία άδελφότητα άπό 20 άδελφούς καί μέ ήγούμενο τόν άρχιμ. Νεόφυτο. Αλλοι ενάρετοι καί μορφωμένοι πατέρες είναι οί ιερομόναχοι Εύγένιος, Συμεών, Ίωάσαφ, καί ό π. Βησσαρίων. Πρός όλους έκφράζουμε τίς θερμές μας ευχαριστίες γιά τήν άδελφική άγάπη, φιλοξενία καί τιμή πού μάς περιέβαλαν.

Μεταξύ τών οσίων κοιμηθέντων άδελφών τής Μονής πού δια­κρίθηκαν γιά τήν άσκησι καί τούς άγώνες των ύπέρ τής καθάρσεως καί άγιασμού τών ψυχών των είναι καί ό μεγαλόσχημος Γρηγόριος Μπίκα (1945), ό όποιος σ' όλόκληρη τήν ζωή του ύπηρέτησε τό μο­ναστήρι ώς έκκλησιαστικός καί κηπουρός. Γιά τήν ύπομονή καί τήν άρετή του άξιώθηκε τρεις ήμέρες πρό τοῦ θανάτου του νά είδοποιηθή άπό τόν Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο, ότι πλησιάζει τό τέλος τής έπιγείου ζωής του, πράγμα τό όποιον καί έγινε, κατά τήν πρόρρησι τοῦ Άγίου.

 

28) Τό μοναστήρι Ρατέστ

Σέ άπόστασι 15 χιλιομέτρων άπό τήν μονή Τσιολάνου, άπέναντι άπό τόν ποταμό Μπουζέου, σέ μία γραφική τοποθεσία εύρίσκεται ή γυναικεία μονή Ρατέστ. Στήν περιοχή αύτή υπήρχαν άπό τόν 16ο αιώνα ήσυχαστήρια μέ άρκετούς μοναχούς, οί όποιοι έκκλησιάζοντο τίς Κυριακές καί έορτές σέ μία ξύλινη έκκλησία πρός τιμήν καί λατρείαν τής 'Αγίας Τριάδος. Τό 1786 τρεις μοναχές άπό τήν Μολ­δαβία, μεταφέροντας μαζί τους καί μία θαυματουργό εικόνα τής Θεοτόκου, ήλθαν έδώ καί έφτιαξαν κελλιά καί μία ξύλινη έκκλησία πρός τιμήν τού άγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Θεσσα­λονικέως. Άπό τότε τό ήσυχαστήριο αύτό λειτούργησε ώς γυναι­κείο καί άργότερα άναδείχθηκε σέ μοναστήρι μέ τήν πρωτοβουλία ένός εύσεβοῦς χριστιανού, κτίτορος της Μονής 'Αντωνίου Μπαντσέσκου. Τιμάται λοιπόν, ή Μονή στήν 'Αγία Τριάδα καί στόν "Α­γιο Δημήτριο τόν Μυροβλύτη. "Εχει 60 άδελφές πού ζοῦν κατά τό ι­διόρρυθμο σύστημα καί μέ ήγουμένη στά διοικητικά τήν μοναχή Άρσενία.

Ή έκκλησία είναι εσωτερικά παντού άγιογ ρ αφημένη. Τό έργο αύτό έγινε τό 1977. 'Υπήρχαν καί παλαιότερες αγιογραφίες, άπό τήν περίοδο ίδρύσεώς της (1844), άλλά λόγφ σεισμών καί καιρικών μεταβολών ύπέστησαν ρωγμές καί άλλοιώσεις. Ώς άγιογράφος τής πρώτης Αγιογραφίας άναφέρεται ό Νικόλαος Θεοδωρέσκου, ό όποιος εργάσθηκε μέ έλαιοχρώματα.

Τό μουσείο είναι άρκετά άξιόλογο. Περιέχει συλλογές άπό ίερά σκεύη, παλαιά βιβλία, εικόνες καί άμφια. Τά σπουδαιότερα άπ' αύ­τά είναι μία έλληνική είκών βυζαντινής τέχνης τού Προφήτου Ή­λιου τού 1837, ή όποία έχει γύρω γύρω σκηνές άπό τήν ζωή του. "Ε­να ογκώδες έντυπο βιβλίο πού περιέχει σέ τέσσερεις γλώσσες: ε­βραϊκή, λατινική, έλληνική καί συροχαλδαϊκή βιβλία 12 προφητών τής Παλαιάς Διαθήκης καί τό βιβλίο τών Μακκαβαίων. Τυπώθηκε στήν Γαλλία τό 1629. "Ενα εύαγγέλιο κυριλλικής γραφής τού 1723, άλλα νεώτερα ευαγγέλια καί μνημεία τοῦ 1800.

'Εδώ έχρημάτισε ώς εφημέριος καί Πνευματικός ένας ενάρετος άνθρωπος τόν όποιο άξιωθήκαμε νά γνωρίσουμε καί νά πάρουμε τήν εύχή του.

Εύρισκόταν στό κρεββάτι διότι έπασχε άπό καρκίνο τών έντέρων. Οί ιατροί είπαν ότι δέν έχει ζωή περισσότερο άπό τρεις μήνες. 'Ερωτήσαμε τούς διακονητάς του γιά νά μάθουμε κάτι γι' αύτόν καί μάς είπαν: «Είναι 82 έτών, άπό τά όποια 55 χρόνια έχει ώς ιε­ρεύς. Τά 30 έζησε στό μοναστήρι όπου λειτουργούσε καθημερινά μέχρι τά 80 χρόνια του. Υπήρξε μεγάλος νοικοκύρης. Μετά τήν καθημερινή Λειτουργία του πού τήν τελοῦσε μέ συνεχή δάκρυα καί πόθο Θεοῦ, έδούλευε όλη την ήμέρα σκληρά σάν χαμάλης. Τό ώραῖο Κοιμητήριο τής Μονής, τό όστεοφυλάκιο, οί διάφορες άποθήκες, σκάλες, δένδρα, λουλούδια, κάγκελλα, τσιμεντένιοι διάδρο­μοι, άλλα μικρά οικήματα, όλα είναι έργα ιδικά του. Κάθε πρωί σηκωνόταν στίς τρεις καί έκανε τήν Προσκομιδή, όπου έδιάβαζε χι­λιάδες ονόματα, ζώντων καί νεκρών, ένώ, όταν έψαλλε, έτριζαν τά τζάμια τής έκκλησίας άπό τήν δυνατή καί μελωδική φωνή του».

Αύτός είναι ό Γέρο-Δοσίθεος, ό έκουσίως τόν δρόμο τού αναί­μακτου μαρτυρίου βαδίσας!

Ή φωτεινή μορφή του έλαμπε. Δέν άφήσαμε τήν εύκαιρία νά τόν έρωτήσουμε κάτι άπό τήν πείρα του.

  Πάτερ Δοσίθεε, πέστε μας τό άποστάλαγμα τής καρδιάς σας, τό συμπέρασμά σας άπ' αύτή τήν ζωή. 'Αφού έδίστασε άρκετά νά μάς μιλήση, ψελλίζοντας ότι «είμαι άμαρτωλός, είμαι άμαρτωλός», τελικά άνοιξε τό στόμα του καί μάς είπε:

  Παλαιότερα πού ήμουν ήγούμενος σέ άλλο μοναστήρι, έκα­να ύπακοή καί στόν τελευταίο δόκιμο, διότι καί στήν καρδιά τοῦ πιό μικρού άδελφοῦ κατοικεί ό Χριστός. "Ετσι μπορεί καί ό τελευ­ταίος άδελφός νά είπή λόγο ώφέλιμο άκόμη καί γιά τόν ήγούμενο. Ουδέποτε έκρύωσε ή καρδιά μου άπό τόν θείο έρωτα. Βιβλία πολλά δέν είχα, άλλά ό,τι έδιάβαζα έφρόντιζα μέ ύπομονή νά τό εφαρμό­σω. Ή πρώτη φροντίδα μου ήταν νά σωθώ έγώ καί όσες ψυχές ζού­σαν μαζί μου.

  Τί σημαίνει μετάνοια, πάτερ Δοσίθεε;

  Μετάνοια, κατά τήν ταπεινή μου σκέψι, ήταν νά λειτουργώ μέ πολλή πίστι στόν Θεό καί ύπακοή στό θέλημά Του. Ή ύπακοή τών καλογραιών, όσα χρόνια έζησα έδώ, μέ ένίσχυε πνευματικά νά πραγματοποιήσω αύτό πού σκεπτόμουνα ότι θά ήταν ώφέλιμο γιά όλους μας.

  Φοβάσθε τόν θάνατο Γέροντα;

  "Οχι, καθόλου, διότι έκεῖ είναι ή άληθινή καί αιώνια κατοικία μας. Σάς λέγω μόνο αύτό πού έζήτησα καί έγραψαν στό σταυ­ρό τοῦ έτοιμασμένου τάφου μου: «Δέν ζητώ νά μέ κλάψετε, ούτε νά λυπηθήτε γιά μένα, άλλά μόνο νά μέ μνημονεύετε στίς άγιες προ­σευχές σας...».

Έψάλαμε, κατά τήν επιθυμία του, στά έλληνικά τό άπολυτίκιο τοῦ 'Αγίου Δημητρίου, τής Πεντηκοστής καί τό κοντάκιο τής Θεο­τόκου «Τή Ύπερμάχῳ...». Κατόπιν άνασηκώθηκε ό ίδιος μέ τήν βοήθεια μας άπό τό κρεββάτι του καί έψαλε μέ τήν δυνατή φωνή του τό «'Αγαπήσω σε, Κύριε...» στά ρουμανικά, μάς άσπάσθηκε θερμά καί δυνατά καί πάλι εξάπλωσε στό κρεββάτι του.

Άφοῦ εύχηθήκαμε μεταξύ μας τόν Καλόν Παράδεισο καί καλή άντάμωσι στήν άλλη ζωή, άναχωρήσαμε βαθειά συγκινημένοι καί ώφελημένοι άπό τά λόγια του.

Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης (Ἀπό τήν πρώτη μου ἐπίσκεψι στήν Ρουμανία τό 1984)

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου