πρωτοπρ. Ἰωάννου Φωτοπούλου, ἐφημερίου Ἱ.Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Ἀττικῆς
Δύο ἀπό τούς ἀμύντορες τοῦ Ἀλεξάνδρου Καρυώτογλου, ὁ π. Βασίλειος Θερμός καί ὁ κ. Θ. Παπαθανασίου, στά ἀτεκμηρίωτα κείμενά τους πού ἀναρτήθηκαν στό anastasiosk δέν παραλείπουν νά «στολίζουν» μέ ὕβρεις ὅσους τυχόν διαφωνοῦν μέ τήν παρουσία κοριτσιῶν στή διακονία τῆς Θ. Λειτουργίας. Ὁ π. Θερμός ἀναφωνεῖ στό τέλος τοῦ γραπτοῦ του : «Δέν θά δεχθοῦμε νά ἐπικρατήσουν οἱ ἀστοιχείωτοι»! καί ὁ κ. Παπαθανασίου πρό τῆς ἀρχῆς τοῦ κειμένου του θρηνεῖ : «Να θρηνήσω την ασέβειά τους, ή να σιχαθώ την αγραμματοσύνη τους;».
Εἴμαστε λοιπόν «ἀστοιχείωτοι» καί ἄξιοι νά μᾶς «σιχαίνονται» οἱ δοκησίσοφοι. Βέβαια ὁ κ. Παπαθανασίου, ἐγγράμματος ὤν, παίρνει αὐτή τή φράση ἀπό τά λόγια πού ἀπευθύνει ὁ Μ. Βασίλειος στούς Ἀρειανόφρονες, καί τήν ἐφαρμόζει σέ μᾶς. Ἄς εἶναι!
Ἄς δοῦμε τώρα, ἐφόσον ἐμεῖς εἴμαστε ἀστοιχείωτοι, πόσο ἐνήμερος εἶναι ὁ π. Βασίλειος ὅταν γράφει : Ιερό βήμα στην ουσία δεν υφίσταται (δικές μου ὅλες οἱ ὑπογραμμίσεις). Όσο λειτουργούσε υγιώς η εκκλησιολογία, δηλαδή κατά τους πρώτους 5-6 αιώνες, η καίρια διαχωριστική γραμμή βρισκόταν στην είσοδο του ναού προκειμένου να υποδηλώνει την διαφορά μεταξύ βαπτισμένων και αβαπτίστων. Όταν ολόκληρη η κοινωνία έγινε (κατ’ όνομα) χριστιανική, υψώθηκε τέμπλο και εισήχθη ο κληρικαλισμός[1], δηλαδή η διαχωριστική γραμμή κατάντησε να είναι μεταξύ κληρικών και λαϊκών!
Ἀλήθεια, ὑπάρχει σοβαρότητα καί ὑπευθυνότητα σέ ἱερέα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅταν ἐκφέρει τέτοιες ἀπόψεις;
α) Ὅσο λειτουργοῦσε ὑγιῶς ἡ ἐκκλησιολογία δηλαδή κατά τούς πρῶτους 5-6 αἰῶνες… Ἀποφασίζει ὁ π. Βασίλειος ὅτι ἡ ἐκκλησιολογία, ἡ ζωή καί ἡ διακονία τῆς Ἐκκλησίας, κατ΄ἐπέκτασιν ἡ Ἐκκλησία… ἀρρώστησε μετά τόν 6ο αἰῶνα! Ἀκραιφνῶς προτεσταντική ἄποψη. Καί βέβαια ἡ Ἐκκλησία περιμένει …διόρθωση, μέ κοριτσάκια, μέ ἀνόητες μεταφράσεις τῆς λειτουργίας, μέ κατάργηση τῶν ράσων, μέ τόν ἱερέα λειτουργοῦντα μέ ἀνεστραμμένη ἁγία Τράπεζα, μέ κατάργηση τοῦ τέμπλου κλπ. Τέτοιες διορθώσεις, προπαγανδίζει ἐδῶ καί χρόνια ἡ λεγόμενη «λειτουργική ἀνανέωση» μέ τήν ψυχαναλυτική βοήθεια τοῦ π. Θερμοῦ καί ἄλλων ἀγωνιστῶν κατεδαφίσεως τῆς Ὀρθοδόξου Λατρείας.
β) Ιερό βήμα στην ουσία δεν υφίσταται. Κι αὐτό τό ἀποφάσισε ὁ π. Βασίλειος. Ἄς δοῦμε τί λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες :
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος : Ὅταν ἴδῃς ἀνελκόμενα τά ἀμφίθυρα, τότε νόμισον διαστέλλεσθαι τόν οὐρανόν ἄνωθεν καί κατιέναι τούς ἀγγέλους(PG 62, 29).
Μετάφραση : «Ὅταν δεῖς νά αἴρονται τά βῆλα, τότε νόμιζε ὅτι ἀνοίγει ὁ οὐρανός καί κατεβαίνουν οἱ ἄγγελοι».
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής : ἡ Ἐκκλησία…διαιρουμένη εἴς τε τὸν μόνον ἱερεῦσι τε καί λειτουργοῖς ἀπόκληρον τόπον, ὅν καλοῦμεν ἱερατεῖον· καί τόν πᾶσι τοῖς πιστοῖς λαοῖς πρός ἐπίβασιν ἄνετον, ὅν καλοῦμεν ναόν, Μυσταγωγία Β΄ (PG 91,668)
Μετάφραση : «Ἡ ἐκκλησία (ὁ ναός) διαιρεῖται σέ τόπο ἀφιερωμένον μόνο στούς ἱερεῖς καί διακόνους, τόν ὁποῖο καλοῦμε ἱερατεῖο, καί σέ τόπο πού εἶναι ἐλεύθερος γιά νά εἰσέλθει ὅλος ὁ λαός καί τόν ὀνομάζουμε ναό»[2]
Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει ὅτι ὁ Ἀαρών καί τό θυσιαστήριο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι τύπος τοῦ Χριστοῦ καί τῆς θυσίας του. Ὁ Ἀαρὼν εἰκονίζει τόν Χριστό, καί τά παιδιά του πού συνιερουργοῦν, τούς ἁγίους Ἀποστόλους. Καί συνεχίζει : «Καί ἐὰν ἤθελε κάποιος νά ἐξετάσει μέ λεπτομέρεια καί τήν τάξη τῆς Ἐκκλησίας θά θαύμαζε εὔλογα τήν προτύπωσή της μέσα στό νόμο. Πράγματι στούς ἐπισκόπους, ἐπειδή τούς ἔλαχε νά εἶναι ἡγέτες καί βέβαια καί σέ ἐκείνους πού κυβερνοῦσαν τήν κατώτερη τάξη, ἐννοῶ τούς πρεσβυτέρους, ἐμπιστεύθηκε τό θυσιαστήριο καί τό ἐσωτερικό τοῦ καταπετάσματος…ἐνῶ στούς διακόνους ταιριάζει τό <θά ἀναλάβουν τή φρούρηση τῆς σκηνῆς καί ὅλων τῶν σκευῶν της>, ἤ μήπως δέν δίνουν αὐτοί τά προστάγματα φωνάζοντας στίς ἐκκλησίες, ἄλλοτε ὅτι τά πλήθη πρέπει νά ἀναπέμπουν ὕμνο…καί τούς παροτρύνουν σέ προσευχές καί ὅταν τελεῖται ἡ ἀναίμακτη θυσία δέν προσκομίζουν αὐτοί τά ἱερότερα ἀπό τά σκεύη…; Ἱερουργοῦν λοιπόν οἱ προεξάρχοντες, ἀλλά βοηθοῦν οἱ Λευΐτες στήν τάξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱερατείας σύμφωνα μέ τήν προσταγή τοῦ γράμματος τοῦ νόμου. Ἀντίθετα ἐμποδίζεται ὁ λαός ἀπό κάθε ἱερό πράγμα (Ἐξείργεται δέ τό δημοτικόν παντός ἱεροῦ πράγματος).(Περί τῆς ἐν Πνεύματι καί ἀληθείᾳ προσκυνήσεως, Λόγος ΙΓ΄)
Αὐτά λέγουν οἱ ἅγιοι Πατέρες καί δέν πιστεύω ὅτι τολμᾶ ὁ π. Βασίλειος νά τούς κατηγορήσει γιά «κληρικαλισμό». Ἐξ ἄλλου οἱ δύο ἐξ αὐτῶν ζοῦν τόν τέταρτο καί πέμπτο αἰῶνα. Εἶναι μέσα στό ὅριο τῆς «ὑγιοῦς ἐκκλησιολογίας» πού ἔταξε ὁ π. Βασίλειος. Ἄς…συγχωρήσει τόν ἅγιο Μάξιμο πού ζεῖ τόν 7ο αἰῶνα!
Ἔχουμε βέβαια καί τούς Ἱερούς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων:
Μὴ ἐξέστω τινὶ τῶν ἁπάντων ἐν λαϊκοῖς τελοῦντι, ἔνδον ἱεροῦ εἰσιέναι θυσιαστηρίου ( ΞΘ΄(69) Κανών Στ΄Οἰκ. Συνόδου.
Μετάφραση : «Νά μήν ἐπιτρέπεται σέ κανένα λαϊκό νά εἰσέρχεται στό ἱερό θυσιαστήριο».
Ὅσον ἀφορᾶ στά κοριτσάκια μικρά καί…μεγάλα ἰδού ὁ ΜΔ΄(44) Κανών τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου πού ἐπικυρώθηκε ἀπό τήν ΣΤ΄ Οἰκ. Σύνοδο : Ὅτι οὐ δεῖ γυναῖκας ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ εἰσέρχεσθαι δηλ. « δέν πρέπει οἱ γυναῖκες νά εἰσέρχονται στό θυσιαστήριο».
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τήν τάξη της, ἀφοῦ ἀκόμα καί τά οὐράνια ἔχουν τή δική τους. Ὑπάρχουν ἀγγελικά τάγματα, καθένα ἀπό τά ὁποῖα ἔχει τήν ἐγγύτητά του στόν Θεό, τή δόξα του καί τή διακονία του. Στούς κληρικούς ἀντιστοίχως ὁ Χριστός ὡς «οἰκονόμους τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ» ἐμπιστεύθηκε τό «ἔσω τοῦ καταπετάσματος». Οἱ λαϊκοί συμμετέχουν μυστικῶς. Διά τοῦ ἱερέως εὐλογοῦνται, καλοῦνται συνεχῶς κατά τή διάρκεια τῆς Θ. Λειτουργίας νά ὑψώσουν τίς καρδιές τους στόν οὐρανό, νά εἰρηνεύουν, νά εὐχαριστοῦν τόν Θεό γιά ὅλα καί πρό πάντων γιά τή Δωρεά τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματός Του καί νά μετέχουν ἰσότιμα μέ τούς κληρικούς στά Ἄχραντα Μυστήρια. Δέν συνιερουργοῦν, δέν συλλειτουργοῦν μέ τούς ἱερεῖς. Διά τοῦτο τῶν μυστηρίων τὸν ἁγιασμὸν τῇ εὐχῇ τοῦ ἱερέως πιστεύομεν, γράφει ὁ ἱερός Νικόλαος Καβάσιλας. Ἡ ἱερωσύνη τοῦ ἱερέως δέν εἶναι δική του, εἶναι ἡ ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο «διά τῆς χειρὸς καὶ γλώσσης τῶν ἱερέων τά μυστήρια τελεσιουργεῖ». Γι΄αὐτό γράφει ὁ ἅγιος Νικόλαος ὅτι ἀφοῦ ὁ ἱερεύς εὐχαριστήσῃ τόν Κύριο (εὐχαριστήσωμεν τῷ Κυρίῳ) «καί ἀφοῦ συμφωνήσουν ὅλοι καί ἀναφωνήσουν τό ἄξιον καὶ δίκαιον αὐτός προσφέρει μόνος του τήν εὐχαριστία πρός τόν Θεό (αὐτὸς ἐφ΄ ἑαυτοῦ τὴν εὐχαριστίαν ἀναφέρει).
Ἄντί λοιπόν νά ἀρκούμαστε μόνο στά κείμενα τοῦ διαδικτύου ἄς διαβάσουμε ὁλόκληρη τήν Ἑρμηνεία τῆς Θ. Λειτουργίας τοῦ ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα γιά νά δοῦμε τί εἶναι καί τί σημαίνει ἡ Θ. Λειτουργία. Ἄς μήν ἀρκεσθοῦμε σέ αὐθαίρετες ἑρμηνεῖες, εὐχάριστες στή νωθρή πνευματική μας κατάσταση. Πάντως τό νά κολακεύουμε τούς λαϊκούς, νά τούς ξεσηκώνουμε ἐναντίον τῶν ἱερέων καί ἐπισκόπων γιά διεκδίκηση δικαιωμάτων στό χῶρο τῆς λατρείας καί νά τούς «κανακεύουμε», ἀντί νά τούς νουθετοῦμε νά ἀγωνίζονται κατά τῶν παθῶν τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, δέν ταιριάζει οὔτε στήν ποιμαντική διακονία μας, οὔτε στό ἀνδρεῖο φρόνημα τῶν κληρικῶν.
Ὅσον ἀφορᾷ στὸ «βασίλειον ἱεράτευμα», τή λαϊκή ἱερωσύνη, αὐτήν κατέχουν οἱ λαϊκοί ὄχι γιά νά συλλειτουργοῦν μέ τούς ἱερεῖς, ἀλλά γιά νά προσφέρουν πνευματικές θυσίες στόν Θεό, τή συντετριμμένη καρδιά, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή τή θυσία καί ἀφιέρωση τῶν ἐπιθυμιῶν στόν Θεό, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ ἅγιοι Πατέρες.
Βέβαια πέραν τούτου οἱ λαϊκοί δέν εἶναι ἄλογα πρόβατα καί οἱ κληρικοί ὀφείλουν μαζί μέ τήν ἠθική διδασκαλία νά διδάσκουν στό λαό τήν ὀρθή πίστη καί τήν ἁγία Παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Καί τότε μέ τή σειρά τους καί οἱ λαϊκοί ἀντιδροῦν ὅταν βλέπουν νά καταπατεῖται εἴτε ἡ Πίστις εἴτε ἡ Παράδοσις. Ἔτσι ἔγινε μεγάλη φασαρία μέσα στήν Ἁγία Σοφία καί ὁ λαός ἐγκατέλειψε τόν ναό, ὅταν ὁ Νεστόριος στό κήρυγμά του ἀρνήθηκε νά ὀνομάσει τήν Παναγία Θεοτόκο. Ὁ λαός ἀντέδρασε στήν εἰκονομαχία ὑπομένοντας διωγμούς. Ὁ λαός περίμενε στήν προκυμαία τῆς Πόλης τούς ἐπισκόπους πού ἐπέστρεφαν ἀπό τήν Ἑνωτική Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1439) γιά νά μάθουν τί ὑπέγραψαν στή Σύνοδο καί ἄν φύλαξαν τήν ὀρθόδοξη πίστη. Στά μέσα τοῦ 19ου αἰῶνος ἔγινε φασαρία ἀπό τούς πιστούς σέ ναό τοῦ Πύργου τῆς Ἠλείας, (μαρτυρία Κωνσταντίνου Οἰκονόμου τοῦ ἐξ Οἰκονόμων) ὅταν ἀναγκάσθηκαν ὁ παπᾶς καί ὁ ψάλτης νά διαβάσουν μέ ἁπλῆ καί ὄχι ἐμμελῆ ἀνάγνωση τόν Ἀπόστολο καί τό Εὐαγγέλιο. Αὐτή τή θέση τοῦ λαοῦ στήν Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει καί ἡ Ἐγκύκλιος τοῦ 1848 τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς διακηρύσσοντας : ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ… Καί αὐτή ἡ θέση τοῦ λαοῦ ἦταν πού ἔκανε τούς πιστούς νά διαμαρτυρηθοῦν γιά τήν καινοτομία τοῦ ἐφημερίου τοῦ ἁγίου Νικολάου Ραγκαβᾶ κατά τήν ὥρα τῆς Θ. Λειτουργίας.
Ἀντί τῆς καλλιεργείας αὐτοῦ τοῦ φρονήματος, καταντήσαμε νά εἰσάγουμε μέσα στόν ἄβατο γιά καινοτομίες χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς λατρείας μας κοσμικά κριτήρια καί νά διακηρύσσουμε τή μειονεξία μας ὅτι «συντηρούμε μια κοινωνία ανισότητας και να αποδεικνύουμε πανηγυρικά ότι, σε εποχές κατά τις οποίες επέρχεται κοσμογονία στις ανθρώπινες σχέσεις, στις νοοτροπίες, στην τεχνολογία κτλ εμείς εξακολουθούμε να παραμένουμε κλεισμένοι αυτιστικά στον κόσμο μας».
Σιγά τήν «κοσμογονία στίς ἀνθρώπινες σχέσεις»! Ἡ κοινωνία ἔχει διαλυθεῖ ἀπό τήν ἀπροκάλυπτη σαρκολατρεία, τίς ἀλλεπάληλες ἐρωτικές σχέσεις, τά εὔκολα διαζύγια, τήν βδελυρή ὁμοφυλοφιλία, τήν ἐπιθετική ἀθεΐα κλπ. Μόνο ὅσοι προσπαθοῦν νά ζοῦν ἐν Χριστῷ καί ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ κρατοῦν τά σπίτια τους μέ πολύ κόπο καί πόνο. Ἄν αὐτό εἶναι «αὐτιστικό», τό κρίνει ἡ φοβερή πραγματικότητα πού ζοῦμε σήμερα, εἰδικότερα οἱ πνευματικοί καί οἱ ψυχοθεραπευτές, ἄν θέλουν κι’ αὐτοί νά βλέπουν γύρω τους χωρίς τά παραμορφωτικά γυαλιά ἑνός νεοεποχήτικου μοντερνισμοῦ.
Πάντως ὅσοι τείνουν εὐήκοον οὖς σέ διδασκαλίες καί ἀπόψεις σάν τοῦ π. Βασιλείου καί τοῦ κ. Παπαθανασίου πρέπει νά εἶναι προσεκτικοί, γιατί μπορεῖ νά διολισθήσουν σέ ἀντορθόδοξα καί ἀντίχριστα μονοπάτια ἐν ὄψει καί ἄλλων χειροτέρων ἐξελίξεων στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς κοινωνίας.