Ἡ ἁμαρτία, ποὺ στὴν ὀρθόδοξη πίστη μας σημαίνει ἀστοχία, λαθεμένη ἐπιλογή, καὶ διαφέρει ριζικὰ ἀπὸ τὴν δικανικὴ ἀντίληψη τοῦ αἱρετικοῦ δυτικοῦ χριστιανισμοῦ, χωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ Θεό. Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς σημειώνει:
«Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ μοναδικὴ διασπαστικὴ δύναμη, ποὺ χωρίζει καὶ διακόπτει κάθε δεσμὸ μὲ τὸν Θεό. Χωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό, χωρίζει τὸν ἄγγελο καὶ κάθε ἄλλο ὄν. Ἔτσι, ἀπομακρύνοντας ἡ ἁμαρτία τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό, τὸν καταβυθίζει στὴ μωρία, στὴν χωρὶς νόημα κατάσταση, στὸ θάνατο, στὸ διαβολισμὸ (στὸ κράτος τοῦ διαβόλου). Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ φιλάνθρωπος Κύριος, ὁ Θεὸς Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος καὶ μὲ τὴν ἕνωση στὸν Ἑαυτό Του, τῆς Θείας καὶ ἀνθρώπινης φύσεως, “ἀσυγχύτως καὶ ἀδιαιρέτως”, καθάρισε τὴν φύση μας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὴν παραφροσύνη, τὸν θάνατο καὶ τὸν διάβολο. Μὲ τὴν Θεανθρώπινη ζωή Του καὶ τὴν ὁλόπλευρη Θεανθρώπινη “οἰκονομία” τῆς σωτηρίας, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔδωσε τὶς Θεοχαριτωμένες δυνάμεις, μὲ τὶς ὁποῖες οἱ ἄνθρωποι γίνονται “οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ”, γίνονται “γεγεννημένοι ἐκ τοῦ Θεοῦ καὶ σὺν Θεῷ”, περιτειχίζονται στὴν ἁγία ἐκκλησία καὶ φθάνουν στὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς καὶ τῆς αἰωνιότητας, διαμέσου τῆς εὐλογημένης Θεανθρωπότητας (Ἐφεσ. 2, 10-22).
Σύμφωνα μὲ τὸν προαιώνιο προορισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό, ὅλοι εἶναι δημιουργημένοι γιὰ τὸν ἴδιο σκοπό, ὅλοι εἶναι κάτω ἀπὸ τὸν ἴδιο Κύριο καὶ Θεό, εἶναι κάτω ἀπὸ τὴν αἰώνια θεϊκὴ Ἀλήθεια, τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀγαθότητά Του, ὅλοι εἶναι προορισμένοι “εἰς υἱοθεσίαν διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς αὐτόν, κατὰ τὴν εὐδοκίαν τοῦ θελήματος Αὐτοῦ” (Ἐφεσ. 1, 4-5). Γι’ αὐτὸ σ’ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους εἴτε εἶναι Ἰουδαῖοι, εἴτε εἶναι Ἕλληνες, δοῦλοι ἢ ἐλεύθεροι, δόθηκε ἕνας, ὁ ἴδιος Σωτήρας καὶ μία, ἡ ἴδια σωτηρία, τὰ ἴδια μέσα καὶ οἱ ἴδιες δυνάμεις σωτηρίας, ἕνα καὶ τὸ ἴδιο Εὐαγγέλιο. Ἡ σωτηρία ἐπιτυγχάνεται διαμέσου τῆς εὐλογημένης, χαριτωμένης ψυχικῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Σωτῆρα Χριστό»!