Ἕνας πατέρας τριῶν παιδιῶν, καλοί μου φίλοι, μοῦ ἔλεγε μὲ παράπονο: «Ὅταν ζητήσω κάτι ἀπὸ τὰ παιδιά μου ἢ δὲν ἀνταποκρίνονται καθόλου ἢ ἀνταποκρίνονται μὲ δυσφορία, ἀκόμη καὶ μὲ ἐκνευρισμό! Τὸ ἴδιο παρατηρῶ καὶ στὰ ἀνίψια μου! Δὲν εἶναι ποιὰ ἡ σημερινὴ νεολαία, ὅπως αὐτὴ ποὺ ἦταν κάποτε. Κοιτάζει τὸν ἑαυτό της καὶ μόνο. Οὔτε κἄν τοὺς γονεῖς της!». Ἔχει δίκιο; Καὶ τί συμβαίνει ἀκριβῶς;
* * *
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι σήμερα ζοῦμε σὲ μία κοινωνία ποὺ γίνεται ὅλο καὶ πιὸ πολὺ ἀτομικιστική, ὅλο καὶ πιὸ πολὺ ἐγωκεντρική, ὅλο καὶ πιὸ πολὺ ἀσχολούμενη μὲ τὸν ἑαυτό της. Κι αὐτὸ δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν νεολαία μόνο. Μὴ τὴν ἀδικοῦμε. Ἔχει νὰ κάνει μὲ ὅλους μας, δυστυχῶς!
Οἱ γονεῖς ὅλο καὶ λιγοστεύουν τὴν ἐνασχόληση μὲ τὰ παιδιά τους. Ὅλο καὶ πιὸ πολὺ μειώνουν τὸ χρόνο ποὺ τοὺς ἀφιερώνουν καὶ προτιμοῦν νὰ πληρώνουν, γιὰ νὰ καλύπτουν τὶς ὅποιες ἀνάγκες ἔχουν αὐτά! Ἔτσι τὸ κενὸ τῆς μὴ παρουσίας τῶν γονέων στὴ ζωὴ τῶν παιδιῶν παραμένει, μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται. Πέραν τοῦ ὅτι τὰ παιδιὰ γαλουχοῦνται πλέον ἔτσι.
Ἀλλὰ καὶ οἱ γονεῖς τῶν γονιῶν αὐτῶν, δηλαδὴ οἱ παπποῦδες καὶ οἱ γιαγιάδες, μήπως κάνουν κι αὐτοὶ κάτι διαφορετικό; «Ἀπολαμβάνουν» κι αὐτοὶ τὴ ζωή τους, μὴ δεχόμενοι νὰ βοηθήσουν τὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἐγγόνια τους. Τὸ σκεπτικό τους εἶναι ὅτι «μία ζωὴ δούλευα, ἦλθε τώρα ἡ ὥρα νὰ ξεκουραστῶ»!
Πρόκειται γιὰ μία καθαρὰ δυτικὴ νοοτροπία, θὰ τὴν λέγαμε προτεσταντική, ὅπου ὁ καθένας κλείνεται στὸ καβούκι του, κοιτάζει τὸν ἑαυτούλη του καὶ τὴν καλοπέρασή του!
Ἔτσι ὅλοι ζοῦμε ξεχωριστά! Σὲ ξεχωριστὰ σπίτια καὶ μάλιστα ὅσο μακριὰ γίνεται, ἀλλὰ καὶ σὲ ξεχωριστὰ δωμάτια, ὅταν εἴμασθε ἀναγκασμένοι νὰ ζοῦμε μαζὶ σὰν οἰκογένεια. Μὲ ἐπικοινωνία μικρή, ποὺ ὅλο καὶ μικραίνει! Ἀνταλλάσσουμε ἐλάχιστες κουβέντες, ποὺ μοιάζουν μέ… συνθήματα ἢ μηνύματα τύπου SMS!
Κι ὅταν πιὰ οἱ παπποῦδες καὶ οἱ γιαγιάδες γεράσουν, εἰσπράττουν πλέον τὸ τίμημα. Μία γυναίκα στὸ σπίτι τους, γιὰ νὰ τοὺς βοηθάει κι ἕνα καλὸ ποσὸ σ’ αὐτήν, γιὰ νὰ εἴμασθε ἐντάξει καὶ μὲ τὴ συνείδησή μας. Κι ὅλα αὐτά, στὴν καλύτερη περίπτωση! Γιὰ δὲ τοὺς γονεῖς … μακριὰ κι ἀγαπημένα!!
Ἐκεῖ καταλήγει ὁ ἀτομικισμὸς καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ ἑαυτούλη μας. Κι αὐτὸ σὰν ἕνα ἁπλὸ παράδειγμα καὶ μόνο!
Βλέπετε ὅλοι ἔχουμε «δουλειές», «ὑποχρεώσεις», «τρεξίματα». Καὶ πολλὲς δικαιολογίες γιὰ νὰ μὴ κάνουμε κάτι γιὰ τὸν συνάνθρωπο, ἀκόμη κι ἂν αὐτὸς εἶναι κάποιος οἰκεῖος μας. Κι ἐπειδὴ δὲν θέλουμε νὰ βοηθᾶμε, δὲν θέλουμε καὶ νὰ βοηθιόμαστε, ξέρετε. Ἄλλο κι αὐτὸ πάλι! Ναί, ὥς ἐκεῖ φθάσαμε. Μιλᾶμε γιὰ μεγάλη ἀντιστροφὴ τῶν πραγμάτων! Ἢ γιὰ διαστροφή;
Παρατηρῆστε το! Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ζητάει τὴν βοήθεια τῶν ἄλλων, στὸ τέλος ὅλο καὶ πιὸ πολὺ δὲν ζητάει βοήθεια ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸν Θεό! Κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει τάχα ἀνάγκη τοὺς ἄλλους, καταντάει νὰ πιστεύει ὅτι δὲν ἔχει ἀνάγκη οὔτε καὶ τὸν Θεό! Ἐξάλλου γι’ αὐτὸν Θεός… δὲν ὑπάρχει! Ἢ κι ἂν ὑπάρχει, δὲν νοιάζεται γιά μᾶς!
* * *
Ὅμως δὲν μᾶς θέλει ἔτσι ὁ Χριστός. Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς εἶπε τὸ «αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε· κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν. Πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται.” (Ματθ. 7, 7-8 ). Ναί, ὁ Χριστὸς θέλει νὰ τοῦ ζητᾶμε καὶ νὰ μᾶς δίνει, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ τί κάνει Ἐκεῖνος γιά μᾶς.
Κατ’ ἐπέκταση θέλει αὐτὸ νὰ τὸ κάνουμε καὶ στοὺς συνανθρώπους μας, ἐπειδὴ μετὰ τὴν πτώση τῶν πρωτοπλάστων – ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἱ. Χρυσόστομος – ἔβαλε στὴ ζωή μας τοὺς ἄλλους (γονεῖς, ἀδέλφια, συγγενεῖς, φίλους, γείτονες κ.λπ.), γιὰ νὰ τὴν κάνει καλύτερη.
Τονίζει ὑπέροχα ὁ Μ. Βασίλειος: «Τίποτα δὲν εἶναι τόσο χαρακτηριστικὸ τῆς φύσεώς μας, ὅσο τὸ νὰ ἔχουμε κοινωνία ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλον, νὰ χρειαζόμασθε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον καὶ νὰ ἀγαπᾶμε τὸ γένος μας».
Ἐπιπλέον ὅλα ἔχουν νὰ κάνουν καὶ μὲ τὴν ἀγάπη. Πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν συνάνθρωπο. Παρατηρεῖ ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Ὁ Χριστὸς λέγει νὰ ἀγαποῦμε τὸν Θεὸ “μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ μας”, τὸν πλησίον δέ, “ὅπως τὸν ἑαυτὸ μας”, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἴσο μὲ τό, “μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ μας”». Μάλιστα, ὅπως ὁ ἴδιος τονίζει, «ἡ ἀγάπη εἶναι κοινὸ γνώρισμα τῶν ἀνθρώπων καὶ τοῦ Θεοῦ».
Ἔπειτα εἶναι καὶ ὁ ἄλλος λόγος τοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖνο τὸ «μακάριόν ἐστιν διδόναι μᾶλλον ἢ λαμβάνειν» (Πράξ. 20, 35), δηλαδὴ εἶναι καλύτερο τὸ νὰ δίνει κανεὶς παρὰ τὸ νὰ παίρνει. Γιατί αὐτὸς ποὺ δίνει, δέχεται τελικὰ ὅλες τὶς εὐλογίες. Ναί!
Τονίζει καὶ πάλι ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Τίποτα δὲν εἶναι τόσο ἀρεστὸ στὸν Θεό, ὅσο τὸ νὰ ζοῦμε ὠφελώντας τοὺς συνανθρώπους μας. Γι’ αὐτὸ μᾶς ἔδωσε ὁ Θεὸς λόγο καὶ χέρια καὶ πόδια καὶ σωματικὴ δύναμη καὶ λογικὸ καὶ φρόνηση, γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε ὅλα αὐτὰ γιὰ τὴ δική μας σωτηρία καὶ γιὰ τὴν ὠφέλεια τῶν ἄλλων».
Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς τῆς Κριμαίας, ὁ ἰατρός, ποὺ δαπανήθηκε κυριολεκτικὰ στὰ χειρουργεῖα καὶ ὄχι μόνο βοηθώντας τοὺς συνανθρώπους του, τονίζει: «Στὴ ζωή μου ποτὲ δὲν θὰ ἀκολουθοῦσα αὐτὸ ποὺ θὰ ἄρεσε σὲ μένα, ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ θὰ ἦταν χρήσιμο γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν».
Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ, ἔλεγε: «Ἂν δὲν ἀποκτήσουμε τὸ πνεῦμα τῆς διακονίας τοῦ πλησίον, ἡ ζωή μας θὰ εἶναι ἀνώφελη».
Ὡραιότατος καὶ τοῦτος ὁ λόγος: «Ὅταν ζητᾶμε νὰ σηκώνουμε τὰ βάρη τῶν ἄλλων, ἐλαφρώνουμε τὰ δικά μας». Πέραν τοῦ ὅτι, ὅταν δίνουμε τὸ χέρι, νιώθουμε πιὸ δυνατοί, πιὸ σίγουροι γιὰ τὸν ἑαυτό μας, σκορπίζουμε ἀνθρωπιὰ ποὺ θὰ τὴν βροῦμε ἀργὰ ἢ γρήγορα μπροστά μας. Ὁπωσδήποτε!
Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ κορυφαῖο; Αὐτὸ ποὺ ὑπέροχα εἶπαν: «Βοήθα ὅλους ὅσους μπορεῖς, ἰδιαίτερα δὲ ἐκείνους ποὺ δὲν θὰ μποροῦν νὰ σοῦ τὸ ἀνταποδώσουν». Αὐτὸ κι ἂν εἶναι ἡ θραύση τοῦ ἀτομικισμοῦ!
Ἂς προσέξουμε καὶ τοῦτο τὸν λόγο μίας ἀνάπηρης: «Εἶναι φοβερὸ νὰ εἶσαι ἀπόλυτα ὑγιὴς καὶ ἀρτιμελής, νὰ ἔχεις καὶ αὐτοκίνητο, καὶ νὰ μὴ βοηθᾶς κανένα»!
Ἔπειτα εἶναι καὶ ἡ προσευχή μας μὲ τὴν ὁποία μποροῦμε νὰ βοηθήσουμε τὸν ἀδελφό μας. Ἔλεγε ἕνας Γέροντας, ὁ π. Δημ. Γκαγκαστάθης: «Νὰ ἔχετε ἀγάπη ἀναμεταξύ σας, πίστη ἀκλόνητη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ νὰ προσεύχεσθε γιὰ τοὺς ἄλλους. Ὅταν προσεύχεσθε γιὰ τοὺς ἄλλους, ὁ Θεὸς εὐλογεῖ ἐσᾶς!». Οὔτε κι αὐτὸ δὲν τὸ μποροῦμε, γιὰ νὰ τύχουμε μίας τέτοιας εὐλογίας; Ὑπόψη καὶ τοῦτο: «Ὅ,τι δὲν μοιράζεται εὐλογία, δὲν ἔχει»!
Λέει πολὺ σωστὰ καὶ ἡ παροιμία: «Ὅποιος δὲν ξέρει νὰ βοηθάει, μένει κατάμονος καὶ δυστυχάει». Γι’ αὐτὸ καὶ «ποτὲ μὴ διστάσεις νὰ ἁπλώσεις τὸ χέρι σου, ποτὲ μὴ διστάσεις νὰ πιάσεις τὸ ἁπλωμένο χέρι». Σοφότατο!
Τονίζει ὁ Μ. Βασίλειος: «Μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀποδώσει τὴν ἀγάπη στὸν Θεὸ μὲ τὸ νὰ ἀγαπᾶ τὸν πλησίον, γιατί ὁ Θεὸς δέχεται τὴν εὐεργεσία σὰν νὰ ἀποδίδεται σ’ Αὐτόν».
* * *
Εἶναι τόσο πολὺ σημαντικὰ ὅλα αὐτά, ποὺ ἔκαναν τὸν μακαριστὸ Γέροντα π. Ἀνανία Κουστένη νὰ λέει: «Ἂν θέλεις νὰ βοηθήσεις κάποιον, ζήτα του πρῶτα ἐσὺ βοήθεια»! Μοιάζει πολὺ παράξενο αὐτό, ἔτσι δὲν εἶναι; Καὶ ὅμως αὐτὸ ἔκανε ὁ Χριστός. Πῶς; Μὲ τὸ νὰ ζητήσει ὁ Ἴδιος βοήθεια, ναὶ Αὐτὸς ὁ Παντοδύναμος, ἀπὸ μία γυναίκα καὶ μάλιστα ἐλαφρῶν ἠθῶν, τὴν Σαμαρείτιδα. Μὲ ποιὸ τρόπο; Φάνηκε διψασμένος καὶ νὰ ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ νερό, προκειμένου νὰ τὴν βοηθήσει νὰ βρεῖ «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν».
Τί τρόπος κι αὐτός!
Ἀλλὰ εἶναι κι αὐτό. Πέραν τῶν ὅσων εἴπαμε, ὅταν ζητᾶμε βοήθεια, ἀπ’ τὴν μία ἐμεῖς ταπεινωνόμασθε καὶ ἀπ’ τὴν ἄλλη ὑψώνουμε τὸν ἄλλο. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἔκανε τὸ πρότυπο τῆς ταπείνωσης, ὁ Χριστὸς στὴν πιὸ πάνω περίπτωση. Στ’ ἀλήθεια, πόσο μπορεῖ αὐτὸ νὰ τὸ δεχθεῖ ἡ ἀτομιστικὴ ἐποχή μας; Καὶ βέβεια τό… ἐγώ μας;
* * *
Λοιπόν, ποῦ καταλήγουμε; Σ’ αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παϊσιος: «Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπάει τὸν Θεό, ἀγαπάει καὶ τὸν πλησίον του καὶ μετὰ παθαίνει ὑπερχείλιση ἡ καρδιά του καὶ ἀγαπάει ἀκόμα καὶ τὰ ζῷα καὶ ὅλη τὴν κτίση». Καὶ ἀναρωτιέται κανείς: Τελικὰ μήπως ἀπὸ ἐκεῖ προέρχεται ὅλο αὐτὸ τὸ πρόβλημα; Ὅτι, δηλαδή, δὲν ἀγαπᾶμε πραγματικὰ τὸν Θεό; Ἂς τὸ σκεφθοῦμε…