Κυριακή 9 Απριλίου 2023

Ἕνα πανόραμα των ἀκολουθιῶν της Μ. Ἑβδομάδος

ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΑΝΑΣΤΑΣΗ

Κυριακὴ τῶν Βαΐων

Ἀπόψε, ἀγαπητοί μου, ἀρχίζει ἡ ἁγία καὶ Με­γάλη Ἑβδομάδα. Λέγεται ἁγία γιατί, ἂν ὅ­λος ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας πρέπῃ νὰ δι­έρχεται ἐν ἁγιότητι, πολὺ περισσότερο ἡ ἑ­βδομάδα αὐτή· εἶνε ἡ κατ᾽ ἐξοχὴν ἁ­γία. Καὶ λέγεται Μεγάλη, ὄχι διότι ἐκ­τείνεται χρονι­κῶς περισσότερο, ἀλλὰ γιὰ τὰ μοναδικὰ κοσμοϊστορικὰ γεγονότα ποὺ συν­έβησαν καὶ ἑορτάζονται κατ᾽ αὐτήν. Τὰ παλιὰ τὰ χρόνια τὴν ἑβδομάδα αὐτὴ ὅλη ἡ φτωχὴ πατρίδα μας γινόταν σὰν ἕνα Ἅγιο Ὄρος!

Ἂν κάθε ἁμαρτία εἶνε καταδικαστέα, πολὺ περισσότερο ἁμαρτίες ποὺ γίνονται τὴν ἑ­βδομάδα αὐτή. Θυμᾶμαι πρὸ πολλῶν ἐτῶν, ὅ­­ταν ἤμουν ἱεροκήρυκας σὲ κάποια ἄλλη πόλι, ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ λέει· –Ἔ­χω κάνει ἁ­μαρ­­τίες, τὶς ἐξωμολογήθηκα καὶ πιστεύω ὁ Θεὸς νὰ μὲ συχωρέσῃ· ἀλλὰ ἔχω καὶ μιὰ ἁμαρτία ποὺ ἀμφιβάλλω ἂν θὰ μοῦ συγχωρηθῇ. –Γιατί; τοῦ λέω. –Γιατὶ τὴν ἔκανα Μεγάλη Παρασκευὴ καὶ μοῦ φαίνεται πο­λὺ πιὸ βαρειά… Δὲν εἶχε ἄδικο.

Νὰ μιλήσουμε τώρα μὲ σύγχρονη γλῶσσα; Σήμερα ἀνοίγει ἕνα πνευματικὸ ὑπερ-θέαμα, μία τηλεόρασι τοῦ οὐρανοῦ. Ἐδῶ ἔλα, νὰ δῇς καὶ ν᾽ ἀκούσῃς πράγματα καὶ θαύματα, λόγους καὶ γεγονότα ὑπερφυᾶ καὶ παγκόσμια. Θὰ ἐπιχειρήσω νὰ σᾶς δώ­σω πολὺ σύν­τομα μία γενικὴ εἰκόνα, ἕνα ἂς ποῦμε παν­όραμα ὅλης τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος.
Νὰ ξέρουμε, ὅτι τὰ «γράμματα» καθεμιᾶς ἀπὸ τὶς βραδινὲς αὐτὲς ἀκολουθίες εἶνε ὄχι τοῦ ἑσπερινοῦ ἀλλὰ τοῦ ὄρθρου. Θὰ ἔπρεπε νὰ λεχθοῦν τὸ ἑπόμενο πρωί. Ἡ μετάθεσις αὐτὴ γίνεται –ἂς τ᾽ ἀκούσουν αὐτὸ καὶ οἱ ἀ­γαπητοί μας παλαιοημερολογῖτες–, διότι ἡ Ἐκ­κλησία εἶνε μάνα καὶ συγκαταβαίνει στὴν ἀδυναμία τῶν παιδιῶν της, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἐκκλησι­άζωνται τὸ πρωὶ γιατὶ ἐργάζονται· θέλει δηλαδὴ νὰ τοὺς διευκολύνῃ. Καὶ ἔχει τὸ δικαίωμα ἡ Ἐκκλησία νὰ ἀλλάζῃ ἡμέρες, πλὴν μόνον τῆς ἡμέρας τοῦ Πάσχα, γιὰ τὴν ὁποία δεσμεύεται ἀπὸ τὴν Πρώτη Οἰ­κου­μενικὴ Σύνοδο. Βλέπουμε δηλαδή, ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας δὲν ἐνδιαφέρεται τόσο γιὰ τὸ πότε θὰ ἑορτά­σῃ ὅσο γιὰ τὸ πῶς θὰ ἑορτάσῃ.

* * *

☼ Ἀπόψε, Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ψάλλεται ὁ ὄρ­θρος τῆς Μεγάλης Δευτέρας. Ἀκοῦμε τὸ κατανυκτικὸ «Ἰ­δοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέ­σῳ τῆς νυκτός…». Τὸ πρῶτο ποὺ προβάλλει μπροστά μας ἡ Ἐκκλησία εἶνε ὁ ἅγιος Ἰωσὴφ ὁ πάγ­καλος, ἕνα ἱ­στορικὸ πρόσωπο τῆς παλαι­ᾶς δι­αθήκης μὲ πολλὲς ἀρετὲς καὶ μάλιστα τὴν σω­φροσύνη. Ὁ Ἰωσὴφ εἶνε πρότυπο τοῦ Χριστοῦ· ὅ­πως δηλαδὴ αὐ­τὸς μισήθηκε, φθονήθηκε καὶ καταδι­ώχθη­κε ἀπὸ τ᾽ ἀδέρφια του, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς σταυρώ­θηκε ἀπὸ τοὺς συμπατριῶτες του· ὅ­πως ὁ Ἰωσὴφ πουλήθηκε γιὰ «εἴκοσι χρυσᾶ» νομίσμα­τα (Γέν. 37,28), ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς προδόθηκε γιὰ «τριά­κοντα ἀργύρια» (Ματθ. 26,15)· καὶ ὅπως ὁ Ἰωσὴφ δοξάστηκε καὶ ἔγινε βασιλεὺς μεγάλου κράτους, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς ὑψώθηκε καὶ εἶνε –καὶ ὡς ἄνθρωπος πλέον– ὁ βασιλεὺς τοῦ σύμπαντος κόσμου. Καὶ τὸ δεύτερο ποὺ μᾶς ὑπενθυμίζει ἡ Ἐκκλησία εἶνε ἡ καταραμένη ἄκαρπη συκιά, ἡ ὁποία εἰ­κονίζει τὴν ἰουδαϊκὴ συναγωγὴ ποὺ ἐγκαταλείφθηκε πλέον.
☼ Αὔριο Μεγάλη Δευτέρα, τὸ βράδυ ποὺ ψάλλεται ὁ ὄρθρος τῆς Μεγάλης Τρίτης, ἡ Ἐκ­κλησία μας προ­βάλλει στὴν πνευματική της τηλε­όρασι ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τὴν παραβολὴ τῶν δέκα παρθένων (βλ. Ματθ. 25,1-13). Αὐτὴ στηρίζεται στὰ ἔθιμα τοῦ ἰσραηλιτικοῦ γάμου(*). Ὅταν γινόταν γάμος, λοιπόν, ὁ γαμ­­πρὸς ἄφηνε πλέον τὸ πατρικό του σπίτι καὶ συνοδευόμενος ἀ­πὸ τοὺς φίλους του ἔφτανε πολλὲς φορὲς λόγῳ ἀποστάσεως ἀργὰ τὴ νύχτα στὸ σπίτι τῆς νύφης. Ἐκεῖ ἔβγαιναν συγγενεῖς της παρθένες κοπέλλες καὶ τὸν προϋπαντοῦσαν ντυμένες στὰ λευκὰ καὶ μὲ λαμ­πάδες (λυχνάρια) στὸ χέρι. Καὶ ὅταν ἡ πομ­πὴ ἔμπαινε στὸ σπίτι τῆς νύφης, ἔκλεινε ἡ πόρτα καὶ ἄρχιζε ἡ τελετή (βλ. Μ. Σιώτου, Γάμος Θ.Η.Ε. τ. 4ος, στ. 199). Ἐπάνω σ᾽ αὐτὸ τὸ ὡραῖο ἔ­θιμο στηρίζει ὁ Κύριος τὴν παραβολὴ ποὺ εἶπε· ὅτι δηλαδὴ δέκα παρθένες, περιμένοντας τὸ γαμπρὸ ποὺ ἀργοῦσε νὰ φτάσῃ, νύσταξαν κι ἀποκοιμήθηκαν. Μόλις ἀκούστηκε «Ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρ­χεται…» πετάχτη­καν ν᾽ ἀνάψουν τὰ λυχνά­ρια τους. Ἀλλὰ μόνο οἱ πέν­τε εἶχαν προνοήσει νὰ ἔχουν λάδι, οἱ ἄλλες οἱ ἀπερί­σκεπτες δὲν εἶχαν· καὶ τρέχοντας τὴν ὥρα ἐκείνη ν᾽ ἀγοράσουν ἡ πομπὴ προχώρησε, μπῆκε στὸ σπίτι, ἡ πόρτα ἔκλεισε, κι αὐτὲς ἔμειναν ἔξω. Τί ἐννοεῖ ἡ παραβολή; Νυμφίος, ὁ ὡραῖος Νυμφίος, μὲ Νῦ ὄχι μικρὸ ἀλλὰ κεφαλαῖο, εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Νύμφη ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκ­κλησία. Καὶ δέκα παρθένες ὅλοι ἐμεῖς, ποὺ πρέπει ἕ­τοιμοι νὰ περιμένουμε τὴν ὥρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας του – ἢ τοῦ θανάτου μας, γιὰ νὰ εἴμαστε πλέον αἰωνί­ως μαζί του. Ναί, θὰ ἔλθῃ. Τὸ πότε εἶνε ἄγνωστο, καὶ ἂς ὁρίζουν οἱ χιλιασταὶ χρονολογίες ποὺ διαψεύδονται. Γι᾽ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία κελεύει· «Μὴ μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶ­νος Χριστοῦ» (κοντάκ. & οἶκ.) καὶ «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν» (Ματθ. 25,13· 26,41 & γ΄ ἀντίφ. ὄρθρ. Μ. Παρ).
☼ Συνεχίζουμε τώρα. Τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Τρί­της, δηλαδὴ στὸν ὄρθρο τῆς Μεγάλης Τετάρτης, ἡ Ἐκκλησία προβάλλει μπροστά μας τὴ μετά­νοια τῆς πόρνης, τῆς ἁμαρτωλῆς ἐκείνης γυναί­κας ποὺ ἄλειψε μὲ μύρο τὸν Κύριο καὶ ὁ Χριστὸς τὴ συγχώρησε· μιλήσαμε γι᾽ αὐτὴν ἄλλοτε πολλὲς φορές, δὲν λέω ἐδῶ περισσότερα.
☼ Προχωροῦμε. Τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Τε­τάρτης, ποὺ ψάλλεται ὁ ὄρθρος τῆς Μεγάλης Πέμ­πτης, ἑορτάζουμε τέσσερα γεγονότα. Τὸ πρῶτο εἶνε ὁ ἱερὸς Νιπτήρ· ὅτι ὁ Χριστός, ποὺ ἐξουσιάζει τὸ σύμπαν, ἔδειξε τέτοια ταπείνωσι, ὥστε φόρεσε ποδιά, ἔγινε «γκαρσόνι», γέμισε μιὰ λεκάνη νερό, ἔσκυψε καὶ ἔπλυνε τὰ ἀκάθαρτα πόδια τῶν μαθητῶν, κι αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ Ἰούδα. Τὸ δεύτερο εἶνε ὁ μυστι­κὸς δεῖπνος, τὸ μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας ποὺ ἐτέλεσε ὁ Κύριος καὶ κοινώνησε τοὺς μαθητάς του. Τὸ τρίτο εἶνε ἡ ὑπερφυὴς προσευχή, ποὺ ἔκανε ὁ Χριστὸς μετὰ τὸ μυστικὸ δεῖπνο καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα, τὰ παιδιά του νὰ εἶνε ἑνωμένοι, «νὰ εἶνε ἕνα» (Ἰω. 17,12 κ.ἑ.), μὲ βάσι τὸ λόγο καὶ τὴν ἀλήθειά του. Τὰ λόγια αὐτὰ δὲν ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὰ ζυγίσουμε. Ἡ ἑνότης εἶ­νε τὸ ὅραμα – ὁ πόθος τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ γνώρισμα τῆς Ἐκκλησίας του, ὅπως ὥρισε ὅταν εἶπε «καὶ γενήσεται μία ποίμνη εἷς ποιμήν» (ἔ.ἀ. 10,16). Τέλος τὸ τέταρτο, ποὺ μᾶς ὑπενθυμίζει ἡ Ἐκ­κλη­σία στὸν ὄρθρο τῆς Μεγάλης Πέμπτης, εἶνε θλιβερό· εἶνε ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα, ὅτι ἐξ αἰτίας τῆς φιλαργυρίας ἕνας μαθη­τὴς ἐπούλησε τὸν Διδάσκαλό του γιὰ τριάκον­τα ἀργύρια.
☼ Φτάνουμε, ἀγαπητοί μου, στὴ Μεγάλη Πέμ­πτη τὸ βράδυ, δηλαδὴ στὸν ὄρθρο τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Ἐδῶ εἶνε ἡ συγκλονιστικὴ ἀκολουθία τῶν ἀχράντων παθῶν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὸ χαρακτηριστικό της εἶνε, ὅτι κατ᾽ αὐ­τὴν διαβάζονται τὰ Δώδεκα εὐαγγέλια. (Θυμᾶμαι, ὅ­ταν ἤμουν ἱεροκήρυκας στὴν Ἀθήνα, ὅτι ἕνας με­γαλοδικηγόρος, ποὺ ὡς πρὸς τὴν ἁγία Γραφὴ ὅμως εἶχε μεσάνυ­χτα, ἐπέμενε ὅτι τὰ Εὐαγγέλια εἶ­­νε δώδεκα· τοῦ ἐξηγοῦσα, ὅτι τὰ Εὐαγγέλια εἶνε τέσσερα (τοῦ Ματθαίου, τοῦ Μάρκου, τοῦ Λουκᾶ καὶ τοῦ Ἰωάννου) κι ὅτι τὰ Δώδεκα εὐαγγέλια τῆς Μεγάλης Πέμπτης εἶνε ἁ­πλῶς δώδεκα περικοπὲς διαλεγμένες ἀπὸ τοὺς τέσσερις εὐαγγελιστάς· εἶ­δα κ᾽ ἔπαθα νὰ τὸν πείσω). Τὸ σπουδαιότερο λοι­πὸν ἀπὸ τὰ δώδεκα εὐαγγέλια εἶνε τὸ πρῶτο, τὸ με­γάλο· ὠκεανὸς θεολογίας, ποὺ ἕνας ἀπὸ τοὺς νεωτέρους φιλοσόφους τὸ διάβαζε κάθε βρά­δυ με­τὰ δακρύων. Στὸ μέσον τῆς ἀκολου­θίας, πρὶν ἀπὸ τὸ ἕκτο εὐαγγέλιο, ἀκούγεται τὸ «Σήμερον κρεμᾶ­ται ἐπὶ ξύλου…» καὶ ὑψώνεται στὸ κέντρο τῆς ἐκ­κλησίας ὁ ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου· εἶνε ἡ πιὸ ἱερὴ σκηνὴ τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου. Τέλος, στὸ δωδέκατο εὐαγγέλιο, ὁ Πιλᾶτος δύσ­θυμος, ἀφοῦ ὑπέκυψε στὶς πι­έσεις τῶν ἀρχιερέων καὶ φαρισαί­ων, ὑπογράφει τὴν τελευταία διαταγὴ γιὰ τὴν ταφὴ τοῦ Ἐσταυρωμένου μὲ φρουρά, ὥσ­τε ν᾽ ἀποκλει­σθῇ κάθε ἐνδεχόμενο νὰ κλέψῃ κάποιος τὸ σῶ­μα τοῦ Ἰησοῦ (αὐτὸ ποὺ οἱ ἴδιοι ὅμως θὰ διαδώσουν κατόπιν ψευδῶς), καὶ τοὺς λέει· «Ἔ­χετε κουστωδίαν· ὑπάγετε ἀσφαλίσασθε ὡς οἴ­δατε»· καὶ αὐτοὶ «πορευθέντες ἠσφαλίσαντο τὸν τάφον σφρα­γίσαντες τὸν λίθον μετὰ τῆς κουστωδίας» (Ματθ. 27,65-66). Ἡ ἀκολουθία κλείνει μὲ τὸ κατανυκτικὸ ἀπολυτίκιο «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ Νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι…».
☼ Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ τὸ πρωὶ γίνονται οἱ μεγάλες Ὧρες καὶ ὁ ἑσπερινὸς τῆς Ἀποκαθηλώσεως. Καὶ τὸ βράδυ, ποὺ ψάλλεται ὁ ὄρθρος τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ἔχουμε τὸν λαοφιλῆ Ἐπιτάφιο Θρῆνο. Ἡ Ἐκκλησία μας, μαζὶ μὲ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ συμμετέχοντας στὸ ἀπέραντο πένθος της, προσφέρει σὲ μία συλλογὴ τρία μπουκέτα ἀπὸ ποιητικὰ ἄνθη· εἶνε τὰ παρήγορα Ἐγκώμια σὲ τρεῖς Στάσεις· «Ἡ Ζωὴ ἐν τάφῳ κατετέθης, Χρι­στέ…», «Ἄξιόν ἐστι μεγαλύνειν σε τὸν ζωοδότην…» καὶ «Αἱ γενεαὶ πᾶσαι ὕμνον τῇ ταφῇ σου προσφέρουσι, Χριστέ μου». Αὐτά, κοντὰ στὰ λουλούδια τῆς ἀ­νοί­ξεως ποὺ ­φέρνουν οἱ πιστοὶ στὸ κουβούκλιο, συνθέτουν ἕνα ἄλλο στεφάνι, ποὺ μένει ἀμάραντο στὰ χείλη ὅλων τῶν ὀρθοδόξων στὰ Βαλκάνια καὶ σὲ ὅλη τὴν Ὀρθοδοξία.
☼ Τὸ πρωὶ πλέον τοῦ Μεγάλου Σαββάτου ἀ­κού­­γονται τὰ πρῶτα ἀναστάσιμα μηνύματα. Αὐτὸ εἶνε «τὸ εὐλογημέ­νον Σάββατον, …ἡ τῆς καταπαύ­σεως ἡμέρα» (δοξ. στιχηρ.). Γίνεται ὁ ἑσπερινὸς μὲ μία σειρὰ ἀπὸ ὑπέροχα ἀναγνώσματα τῆς Παλαιᾶς Δι­αθήκης, κ᾽ ἐν συνεχείᾳ τελεῖται ἡ θεία Λειτουρ­γία τοῦ μεγάλου Βασιλείου. Τὸ χαρακτηριστι­κό της εἶ­νε, ὅτι μετὰ τὸν ἀπόστολο ὁ ἱερεὺς κρατώντας ἕ­να πανέρι γεμᾶτο φύλλα δάφνης, σύμβολο τῆς νίκης καὶ τοῦ θριάμβου, τὰ σκορπάει παντοῦ σὲ ὅ­λους, δεξιὰ-ἀριστερά, ἄνω-κάτω, σὲ ὅλα τὰ σημεῖα τῆς ἐκκλησίας, καὶ ψάλλει τὸ νικητήριο ᾆσμα «Ἀνά­στα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονο­μήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι» (Ψαλμ. 81,8). ͺἩ Λειτουργία αὐτὴ ἔχει καὶ τὸν ἰδιαίτερο καὶ γλυκύτατο χερουβικὸ ὕμνο «Σιγησάτω πᾶσα σὰρξ βροτεία…».
☼ Τέλος τὸ βράδυ, ἀργὰ τὴ νύχτα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ὅταν πλησιάζουν τὰ μεσάνυχτα, θὰ χτυ­πήσῃ ἡ καμπάνα καὶ θὰ μαζευτοῦμε στὴν ἐκκλησία γιὰ τὴν τελετὴ τῆς Ἀναστάσεως. Μετὰ τὸν κανόνα «Κύματι θαλάσσης…» θὰ βγῇ στὰ σκοτεινὰ ὁ ἱερεὺς στὴν ὡραία πύλη κρατώντας λαμ­πάδα καὶ θὰ δώσῃ στοὺς πιστοὺς τὸ ἅγιο φῶς ψάλλοντας «Δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός…». Κατόπιν ὅ­λοι μὲ τὶς λαμπάδες καὶ ψάλλοντας τὸ τροπάριο «Τὴν ἀνάστασίν σου, Χριστὲ Σωτήρ, ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἐν οὐρανοῖς· καὶ ἡμᾶς τοὺς ἐπὶ γῆς καταξίωσον ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ σὲ δοξάζειν» (ἀπόστ. ἑσπ. πλ. β΄), θὰ βγοῦμε ἔξω καὶ θὰ πᾶμε στὴν ἐξέδρα, γιὰ ν᾽ ἀκούσουμε ἀ­πὸ ᾽κεῖ τὸ ἀναστάσιμο εὐαγγέλιο καὶ τὸ θριαμβευτικὸ «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν…» πολλὲς φορές. Καὶ ὅταν ἐπιστρέψουμε μέσα στὸ ναὸ θ᾽ ἀκολουθήσῃ ἡ χαρμόσυνη λειτουργία τοῦ Πάσχα.

* * *

Μὲ τὰ λίγα αὐτὰ καὶ συνοπτικὰ σᾶς ἔδωσα, ἀ­δελφοί μου, μία περίληψι τῶν ἀκολουθιῶν. Τὰ ὑπό­λοιπα θὰ τὰ βρῆτε στὰ εἰδικὰ βιβλιαράκια.
Εὔχομαι, αὐτὴ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα νὰ μετάσχουμε μὲ συναίσθησι στὶς ἀκολουθίες τῶν ἁγίων παθῶν τοῦ Κυρίου.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 3-4-1977 βράδυ, μὲ ἐλαφρῶς νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 14-3-2023.

https://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=102022#more-102022