ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄
(ὁ π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης στὴν Κοζάνη)
Μέρος 22, σελ. 49-52
(Διήγηση τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης στον Κύκλο Ἁγίας Γραφῆς Ἂνδρῶν, στὴν Μητρόπολη Φλωρίνης, στὴν πρὸς Κολασσαεῖς Α΄ (Τεταρτ. πρὸ Κυριακῆς Bαίων 1976)
«Πρό ἐτῶν ἦρθε στὴν Κοζάνη ἕνας λαμπρὸς νομάρχης, λαμπρὸ παιδί. Ἔψαλε λιγάκι καὶ ἔψαλε καλά. Μιλοῦσε καὶ πολὺ ὥραία, μιλοῦσε πρακτικά, ζωντανά, μιλοῦσε θαυμάσια. Πήγαινε σὲ χωριά, πήγαινε στὶς διάφορες κοινότητες καὶ ἐκκλησιαζόταν. Πρώτη φορὰ ἔβλεπαν στὴν ἐκκλησία νομάρχη. Οἱ ἄλλοι οἱ μασκαράδες ἔβγαζαν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία τὸν πρόεδρο, γιὰ νὰ κουβεντιάσουν. Αὐτὸς ἐμπαινε στὴν ἐκκλησία, ἀνέβαινε καὶ στὸν ἄμβωνα καὶ ἔλεγε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Ἤ!!! ἀκούγαν αὐτοί. Ὠραία λόγια!
Kάναν μία ἀναφορά, κάτω στὸ Ὑπουργεῖο καὶ λένε· «Mά, νομάρχη μᾶς στείλατε ή παπά». Ἄκου τὰ τέρατα!
Λοιπόν, τὸ ἀποτέλεσμα· Ἦταν μασόνος ὁ ὑπουργός καὶ τάκ, τὸν ἀπολύει, ἀντὶ νὰ τοῦ πῇ μπράβο.
Nά ὁ σταυρός. Ἦρθε καὶ μὲ βρῆκε. Ἦταν στεναχωρεμένος, ὄχι ἐπειδὴ
ἀπελύθη, γιατὶ ἦταν καλὸς καὶ ἱκανός δικηγόρος, ἔβγαζε λεφτά, ἀλλὰ γιὰ
τὴν ἀτιμίαν των καὶ γιὰ τὸν λόγο ποὺ τὸν ἀπέλυσαν.
Ἄκουσε, τοῦ λέω, τί θὰ κάνης
Θυμᾶμαι κατὰ τὸ 1948-49
ἐδημοσιεύθη σὲ μιὰ ἐφημερίδα, μιὰ ὡραία φωτογραφία. «Δὲν θυμᾶμαι ποιά,
ἀλλὰ θὰ πᾶς στὴν βιβλιοθήκη, θὰ τὴν ψάξῃς καὶ αὐτὴ θὰ σὲ ἀπαλλάξῃ. Kάνε
συγχρόνως καὶ προσφυγὴ στὸ Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας ὅτι κακῶς ἀπελύθης
καὶ θὰ ἐπανέλθῃς. Θὰ βοηθήσω καὶ ἐγὼ ἀπὸ δῶ πέρα». Πάει, λοιπόν καὶ
ψάχνει καὶ βρίσκει τὴν φωτογραφία. Ἔπρεπε νὰ τὴν ἔχω, γιὰ νὰ τὴν δῆτε.
Σ’ ἕνα χωριὸ ἔξω ἀπὸ τὸ Λονδίνο, ἕνας λαϊκός εἶχε τὸ Εὐαγγέλιο
καὶ τὸ ἑρμήνευε σὲ καμμιὰ ἑκατοστὴ χωρικούς καὶ ἔγραφε ἀπὸ κάτω· «Mπορεῖτε νὰ φανταστῆτε ποιός εἶνε αὐτὸς, ποὺ ὁμιλεῖ ἐπὶ τοῦ ἄμβωνος
τοῦ ναοῦ; Σᾶς πληροφοροῦμε, ἔγραφε ἡ ἐφημερίδα, ὅτι ὁ ὁμιλών, δὲν εἶνε
ἱεροκήρυκας ἢ πάστορας ἢ ξερω ἐγὼ καὶ λοιπά, ἢ πάτερ, εἶνε ὁ
πρωθυπουργὸς τῆς χώρας, εἶνε ὁ Ἄτλι.