Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2023

Πόσο άφοβα και χαρούμενα και ειρηνικά αντιμετωπίζουν οι άγιοι το θάνατο...

ΝΥΝ ΑΠΟΛΥΕΙΣ

Ζακχαίος: «Εζήτει ιδείν τον Ιησούν τις έστι». Είχε πλούτη, κοινωνική θέση, υλικά αγαθά, αλλά δεν αναπαυόταν σε αυτά, ούτε ησύχαζε με αυτά. Δεν είχε άχρηστα πάθη, αλλά κατά Θεόν πάθος. Το πάθος της συναντήσεως και της γνωριμίας με τον Χριστό.

Χαναναία: Αφήνει τον λαό της, την πατρίδα της, την θρησκεία της, τους μάγους και όλα αυτά που υπήρχαν στην ειδωλολατρία και θέλει να συναντήσει τον Χριστό. Θέλει να πάρει από τη χάρη και τη δύναμή του και να θεραπεύσει την κόρη της. Γνωρίζει ότι δεν δικαιούται αυτή τη συνάντηση, ούτε και την δωρεά, διότι δεν ανήκει στο Ισραήλ. Δεν είναι μέλος της Εκκλησίας της Παλαιάς Διαθήκης. Αλλά παρά ταύτα επιθυμεί σαν σκυλάκι να έρθει κοντά στον Χριστό και να πάρει ψίχουλα από την χάρη του και την διδασκαλία του.

Συμεών Θεοδόχος: Περίμενε ολόκληρη την ζωή του, μελετούσε την Παλαιά Διαθήκη, προσευχόταν και ζητούσε να συναντήσει προσωπικά, με ζωντανή επαφή, τον Σωτήρα που περίμεναν οι Ιουδαίοι και ο οποίος ήταν φως για τα έθνη και δόξα για τον Ισραήλ. Και ο Θεός του είχε αποκαλύψει ότι ο πόθος του αυτός θα πραγματοποιηθεί. Με έμπνευση και ώθηση του αγίου Πνεύματος κάποια στιγμή πηγαίνει στον χώρο γύρω από τον ναό (αυτό σημαίνει το «ιερόν» εδώ) και εκεί συναντά τον Ιωσήφ και την Παναγία, αλλά και τον σαράντα ημερών Ιησούν. Το Άγιο Πνεύμα του αποκαλύπτει ότι το μωρό ήταν αυτός που περίμενε να συναντήσει. Το πήρε στην αγκαλιά του και ευλόγησε τον Θεό για την αποκάλυψη αλλά και για την τιμή που του έκανε και είπε την γνωστή πλέον σε όλους τους χριστιανούς φράση· «Νυν απολύεις τον δούλον σου, δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ό ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ».

Απολύομαι σημαίνει φεύγω από τη δουλεία, από τη φυλακή, από το στρατό, από την υπηρεσία μου. Κατ' επέκταση φεύγω από το κάτεργο του κόσμου και τις υποχρεώσεις μου. Φεύγω από τον πόνο, τη λύπη, τη δυστυχία και έρχομαι στην άνεση, την χαρά, την αιωνία απόλαυση. Συνεπώς λέγει στον Θεό· μπορείς να με απολύσεις, τελείωσε ο προορισμός μου και ικανοποιήθηκε ο πόθος μου. Δεν έχω τίποτα άλλο να κάνω και δεν περιμένω τίποτα άλλο. Δεν επισπεύδει αυτός την απόλυσή του, αλλά τη ζητά, αφού τέλειωσε την υπηρεσία του, σαν χάρη.

Ο ύμνος αυτός από τον 5ο αιώνα (Αποστ. Διαταγ. VII 48)

α´. χρησιμοποιείται στον εσπερινό,

β´. επίσης στην ευχαριστία μετά τη θεία Κοινωνία

γ´. και τον είπαν πολλοί άγιοι, όταν κοιμήθηκαν.

Πόσο άφοβα και χαρούμενα και ειρηνικά αντιμετωπίζουν οι άγιοι το θάνατο.

Ο Παύλος που ήταν εραστής παράφορος της βασιλείας του Θεού, διότι γνώρισε απ’ αυτή τη ζωή τα κάλλη του παραδείσου, έλεγε στις επιστολές του· «Εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος» (Φιλιπ. 1,21) και «Ζω δε ουκέτι εγώ. ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2,20). Δηλαδή, ζούσε μόνο για το χατίρι του Χριστού, για να βοηθεί το έργο της Εκκλησίας και το θάνατο τον θεωρούσε κέρδος και τυχερό! Δεν είχε ανθρώπινες επιθυμίες, ανθρώπινα οράματα και σχεδιασμούς. Όλα ήταν απόλυτα θεϊκά. Και αλλού λέγει «εάν τε ζώμεν εάν τε αποθνήσκωμεν, του Κυρίου εσμέν» (Ρωμ. 14,8). Συνεπώς δεν παίζει ρόλο εάν ζω ή αποθνήσκω, αλλά εκείνο που με ενδιαφέρει είναι να είμαι του Κυρίου. Να ανήκω σ' αυτόν και να ζω για αυτόν.

Το ίδιο και ο Μέγας Βασίλειος, όταν απειλήθηκε από τον Μόδεστο, ότι θα τον εκτελέσει αν δεν υπακούσει τον αρειανό αυτοκράτορα Ουάλη, εκείνος απάντησε· «Αμάν και πότε».

Οι Πράξεις των αποστόλων μας διηγούνται πως ο Ηρώδης φόνευσε τον Ιάκωβο τον αδελφόν του Ιωάννη του Θεολόγου και ευαγγελιστού και, βλέποντας πόσο χάρηκαν και ικανοποιήθηκαν οι Ιουδαίοι, προχώρησε και στην σύλληψη του Πέτρου για να τον φονεύσει κι αυτόν. Εκείνο το βράδυ που επρόκειτο να φονευθεί ο Πέτρος είχε ξαπλώσει ήρεμος, βγάζοντας το ιμάτιο (εξωτερικό ρούχο) και τα πέδιλά του, και κοιμόταν. Καμμιά αγωνία, κανένα άγχος, κανένας φόβος. Η Εκκλησία των Ιεροσολύμων όμως αγρυπνούσε και προσευχόταν εκτενώς γι' αυτόν. Και τότε άγγελος Κυρίου τον ξύπνησε, τον ελευθέρωσε από τις αλυσίδες και του είπε να ντυθεί, να φορέσει τα πέδιλα του και να τον ακολουθήσει, και έτσι τον έβγαλε από την φυλακή.

Κοιμόταν λοιπόν ήρεμος και ήσυχος ο μελλοθάνατος Πέτρος. Πόσο πτωχός και ασήμαντος είναι ο κόσμος με όλα τα θέλγητρά του για εκείνον που γνώρισε και αγκάλιασε τον Κύριο!

Ο ιερός Χρυσόστομος παρατηρεί, στην ομιλία του προς την αγία Πελαγία, μια νεαρή κοπέλα που έπεσε από το ψηλότερο μέρος του σπιτιού της και σκοτώθηκε, για να μη την ατιμάσουν οι Ρωμαίοι στρατιώτες που ήρθαν να την συλλάβουν, ότι, μετά την ενανθρώπιση του Κυρίου μας, ο θάνατος έγινε τόσο ανίσχυρος, που τον περιφρονούν όχι μόνο οι άνδρες, όχι μόνο οι γυναίκες, αλλά και αυτές οι κόρες.

Όπως όταν συλλάβουν ένα λιοντάρι, του βγάλουν τα δόντια, του σπάσουν τα νύχια, του κόψουν τη χαίτη και το αλυσοδέσουν, κανείς δεν το φοβάται· όπως βγάζουν το δηλητήριο από τις κόμπρες και μετά παίζουν μαζί τους· έτσι έγινε και με το θάνατο. Τον περιφρονούν ακόμη και τα νεαρά κορίτσια. Ενώ στην Παλαιά Διαθήκη –που δεν ήταν ολοφάνερο το δόγμα της αναστάσεως– άνδρες μεγάλοι και σπουδαίοι –όπως ο Αβραάμ, ο Ιακώβ, ο Ηλίας– φοβήθηκαν τον θάνατο (πρβλ. Γεν. 12,11-13 · 28,20 · Βασ. Γ΄ 19,2-3).

Λοιπόν ας έχουμε πόθο για να συναντήσουμε τον Χριστό, να ενωθούμε με αυτόν, να ανήκουμε στο σώμα του, την Εκκλησία. Αν το πετύχουμε και το βιώσουμε, τότε τίποτα δεν θα μπορεί να μας φοβίσει και να μας εξουθενώσει.

ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ