Βαθειά στήν συνείδησή του ὁ π. Γεώργιος πίστευε ὅτι ὁ π. Ἰουστῖνος ἦταν τό τιμαλφές κειμήλιο τῆς Ὀρθοδοξίας. Δέν εἶχαν συναντηθῆ προσωπικά. Ὅμως ὁ φημισμένος ὁμολογητής τῆς πίστεως, ὁ διωγμένος ἀπό τό ἀθεϊστικό καθεστώς, ὁ περιφρονημένος ἀπό τήν ἐκκλησιαστική διοίκηση, ὁ ἀδίκως στερημένος τήν καθηγητική ἕδρα στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Βελιγραδίου, ὁ ἔγκλειστος γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στό κελλί ἑνός μοναστηριοῦ, ὁ μιμητής καί διάδοχος τῶν μεγάλων Ὁμολογητῶν, ἦταν τόσο γνώριμος στόν π. Γεώργιο.
Ἦταν τότε πού ὁ π. Γεώργιος, νεαρός λαϊκός θεολόγος, εἶχε γυρίσει ἀπό τήν Ἀμερική, εἶχε τελειώσει τό μεταπτυχιακό του στήν Ποιμαντική τῶν φυλακισμένων, εἶχε γνωρίσει τό ἀδιέξοδο τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, εἶχε συνειδητοποιήσει τόν ὀλισθηρό δρόμο πού εἶχε πάρει ὁ λεγόμενος διαχριστιανικός οἰκουμενισμός στήν Εὐρώπη, καί εἶχε στραφῆ μέ ζῆλο στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί εἶχε ἀκουμπήσει σταθερά στούς αὐθεντικούς ἐκφραστές τῆς πατερικῆς θεολογίας ἐκείνη τήν ἐποχή. Ἔληγε ἡ δεκαετία τοῦ ’60. Ἡ αἰχμαλωσία τῆς θεολογίας στόν γερμανικό ὀρθολογισμό βρισκόταν στό τέλος της. Ἀναδυόταν ἡ νοσταλγία τῆς φιλοκαλικῆς παραδόσεως καί τῆς πατερικῆς θεολογίας.
Ἡ ἀκαδημαϊκή θεολογία ἀνακάλυπτε τούς Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τήν στιγμή πού ἡ φιλοκαλική παράδοση, ἀφανής βεβαίως καί κεκρυμμένη ἀπό τά μάτια τοῦ ματαιόφρονος κόσμου, ζωντανή ὅμως καί ἀκμαία περνοῦσε χωρίς διακοπή καί χάσματα ἀπό τούς ὕστερους Κολλυβάδες τοῦ 19ου αἰῶνος, ἀπό τόν ἅγιο Νεκτάριο, τόν ἅγιο Σάββα τῆς Καλύμνου, τόν ἅγιο Σιλουανό τόν Ἀθωνίτη, τόν παπα-Πλανᾶ, στόν π. Ἀμφιλόχιο τῆς Πάτμου, στόν π. Φιλόθεο Ζερβάκο, στόν π. Παΐσιο, στόν π. Πορφύριο. Ὁ κόσμος σέ Ἀνατολή καί Δύση βάδιζε με γρήγορους ρυθμούς πρός τήν ἐκκοσμίκευση, ἀλλά ὁ Θεός ἀναδείκνυε ψυχές χαριτωμένες, γεμάτες ἀπό θεία ἀγάπη.
Αὐτά στήν Ἑλλάδα. Στήν Σερβία ἡ ἐκκλησιαστική εὐσέβεια καί ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία ἔπαιρναν μορφή στά πρόσωπα καί στά ἔργα τοῦ ἐπισκόπου Νικολάου Ζίτσης καί τοῦ π. Ἰουστίνου Πόποβιτς. Μέσα σέ αὐτό τό κλῖμα, νεαροί Σέρβοι θεολόγοι ἔφερναν στήν Ἀθήνα τήν πνοή τῆς σερβικῆς εὐσέβειας, πού ἦταν σάν τήν σπίθα κρυμμένη κάτω ἀπό τίς στάχτες τοῦ ἀθεϊσμοῦ.
Στήν Ἀθήνα, βοηθός στήν ἕδρα τῆς Ποιμαντικῆς ὑπό τόν καθηγητή Κων. Μουρατίδη, ὁ π. Γεώργιος Καψάνης ἐλάμβανε τίς πρῶτες πληροφορίες γιά τόν π. Ἰουστῖνο ἀπό τούς σχεδόν συνομηλίκους του Σέρβους θεολόγους. «Ἐάν αὐτά πού σᾶς γράφω συμφωνοῦν μέ τούς ἁγίους Πατέρες, κρατῆστε τα. Ἄν δέν συμφωνοῦν, ἀπορρίψτε τα». Αὐτό σημείωνε ὁ π. Ἰουστῖνος σέ γράμμα πού ἔστελνε ἀπό τό Τσέλιε στήν Ἀθήνα, στά πνευματικά του παιδιά, στόν Ἀμφιλόχιο Ράντοβιτς καί τόν Ἀθανάσιο Γέβτιτς. Ἡ πατερική θεολογία σαρκωμένη!
Τό «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι» αὐθεντικό, χωρίς τίς ἑρμηνεῖες καί τίς στρεβλώσεις τῶν θεολογικῶν ἐργαστηρίων! Ἡ Ὀρθόδοξη ταπείνωση! Ἡ ἁγιότης! Ὁ δέσμιος καί μάρτυς τοῦ Χριστοῦ, ὁ π. Ἰουστῖνος, ἦταν γιά τόν π. Γεώργιο ὁ αὐθεντικός διδάσκαλος τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτό ἀκριβῶς θά φανῇ ἀπό τήν σύντομη ἀναφορά στό πῶς ἔβλεπε τό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ π. Ἰουστίνου ὁ π. Γεώργιος Καψάνης.
Στό τεῦχος 4/1979, σελ. 65, τοῦ περιοδικοῦ Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος, ἡγούμενος πιά στήν Μονή Γρηγορίου, ὁ π. Γεώργιος ἔγραψε γιά τόν π. Ἰουστῖνο: «Τήν 25ην Μαρτίου παλαιοῦ ἡμερολογίου [ἐνν. τοῦ 1979] ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ Ἀρχιμανδρίτης πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς, διδάσκαλος καί ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας. Ἑνωμένος μέ τόν Θεό ἔζησε καί ἐκήρυξε ἀποστολικά καί ἁγιοπατερικά τό μυστήριο τοῦ Θεανθρώπου καί τῆς Ἐκκλησίας Του. Οἱ πιστοί Ὀρθόδοξοι σέ ὅλο τόν κόσμο αἰσθάνθηκαν τήν παράκλησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού ἀνέβλυζε ἀπό τήν σεπτή μορφή του καί τά θεόσοφα συγγράμματά του. Ἀγαποῦσε ἰδιαιτέρως τό Ἅγιον Ὄρος καί τήν Ἑλλάδα. Μεταξύ τῶν τελευταίων του λόγων πρός τά πνευματικά του τέκνα ἦσαν καί αὐτοί: Νά ἀγαπᾶτε τούς Ἕλληνας. Εἶναι οἱ διδάσκαλοι καί οἱ φωτισταί μας».
Εἶχε ὁ π. Γεώργιος ἀναθέσει σέ σερβομαθεῖς ἀδελφούς τῆς Μονῆς μας νά μεταφράσουν ὁμιλίες τοῦ π. Ἰουστίνου στά ἑλληνικά. Ἐθαύμαζε τό βάθος, τήν δύναμη καί τήν πρωτοτυπία τοῦ πηγαίου λόγου του. Τό 2006, Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, σέ σύναξη τῆς Ἀδελφότητος εἶχε ἀναγνώσει (σέ ἑλληνική μετάφραση) ἀποσπάσματα ἀπό ὁμιλία τοῦ π. Ἰουστίνου στήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας.
Πρίν τήν ἀνάγνωση, εἰσαγωγικά, εἶπε: «Τήν ἔστειλα καί στά γυναικεῖα μοναστήρια. Καί μέ πῆραν ἀπό τήν Αἴγινα... Ἡ Γερόντισσα μέ εὐχαρίστησε πολύ. Πολύ συγκινημένη. “Μᾶς συγκλόνισε”, λέει, “αὐτό τό κείμενο. Τό διαβάσαμε καί στούς Χριστιανούς πού ἦταν σήμερα στήν Ἐκκλησία...”. Ὅπως πάντα ὁ λόγος τοῦ π. Ἰουστίνου προφητικός καί θεολογικός... Εἶναι εὐλογία νά ἀκοῦμε τί ἐκήρυττε ὁ π. Ἰουστῖνος, πού εἶναι σύγχρονος ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Σέ ἕνα μικρό ἐκκλησάκι, πού χωροῦσε λίγους ἀνθρώπους –ἀξιώθηκα καί ἐγώ νά λειτουργήσω ἐκεῖ, μαζί μέ ἀρχιερεῖς καί ἄλλους πατέρες στό 40θήμερο μνημόσυνο τοῦ π. Ἰουστίνου– ἐκεῖ, σέ αὐτό τό ἐκκλησάκι λειτουργοῦσε ὁ π. Ἰουστῖνος ἁπλᾶ, ταπεινά, μόνος του ὡς ἱερομόναχος, καί ἐκεῖ ἐκφωνοῦσε αὐτούς τούς λόγους, οἱ ὁποῖοι εἶναι σάν νά εἶναι γιά ὅλη τήν οἰκουμένη καί γιά ὅλους τούς αἰῶνες. Καί γι’ αὐτό ἔχουν μεγάλη ἀξία.
Σέ ἕνα ταπεινό ἐκκλησάκι μιλοῦσε, [καί ὁ λόγος του ἦταν] γιά ὅλο τόν κόσμο, γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα, γιά ὅλη τήν ὀρθοδοξία. Τήν εὐχή του νά ἔχουμε». Μετά τήν ἀνάγνωση τῆς ὁμιλίας, συμπλήρωσε ὁ π. Γεώργιος: «Εἴδατε πού εἶναι προφητικός ὁ λόγος του; Σάν νά εἶναι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος πού κήρυττε στήν Ἁγία Σοφία στήν Κων/πολη. Ὅπως εἴπαμε, σέ ἕνα ταπεινό ἐκκλησάκι ἐκήρυττε αὐτά τά ἱερά καί μεγαλειώδη κηρύγματα. Ἦταν πέντε-δέκα ἄνθρωποι ἐκεῖ, ἀλλά γιά τήν οἰκουμένη εἶναι... Ὁ π. Ἰουστῖνος ἦταν ὁ προφήτης, ὁ ἀπόστολος, ὁ εὐαγγελιστής τοῦ θεανθρωποκεντρικοῦ χαρακτῆρος τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖον ἐτόνισε μέ ὅλη τήν θεολογία του –ἐνῶ ὁ δυτικός χριστιανισμός εἶναι ἀνθρωποκεντρικός–. Καί ἔδειξε πόσο θεανθρωποκεντρική εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, καί πόσο ἀνθρωποκεντρικός εἶναι ὁ πολιτισμός, ἡ θεολογία καί ἡ ἐκκλησιαστική ζωή τοῦ δυτικοῦ ἀνθρώπου. Καί γι’ αὐτό τοῦ ὀφείλουμε χάριτας. Βέβαια πρό τοῦ π. Ἰουστίνου ἦταν ὁ ἅγιος ἐπίσκοπος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, ὁ ὁποῖος καί αὐτός εἶχε συλλάβει τό νόημα. Καί ἄν ἔχετε διαβάσει τό βιβλίο τοῦ π. Ἰουστίνου Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, ἔχει πολλά ἀποσπάσματα τοῦ Νικολάου γιά τήν Εὐρώπη, πολύ ὡραῖα».
Τήν Γ΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν τῆς ἴδιας χρονιᾶς, μετά ἀπό τήν ἀνάγνωση ὁμιλίας τοῦ π. Ἰουστίνου στόν Τίμιο Σταυρό, ὁ π. Γεώργιος παρατήρησε: «Βλέπετε πόσο Χριστοκεντρικός εἶναι ὁ π. Ἰουστῖνος; Ὅπως καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ζοῦσαν αὐτοί, ἀλλά ζοῦσε ὁ Χριστός ἐν αὐτοῖς καί αὐτοί ἐν τῷ Χριστῷ... Εὐχαριστοῦμε τόν Θεόν, ὁ Ὁποῖος ἀπέστειλε τόν π. Ἰουστῖνο στήν ἐποχή μας, νά ἀνανεώσῃ τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Ἁγίων καί τῶν Μαρτύρων, καί νά μᾶς βοηθήσῃ καί ἐμᾶς μέ τά θεόσοφα κείμενά του στήν μετάνοια καί εἰς τήν ἀκολούθησιν τοῦ Χριστοῦ».
Τήν Δ΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν ὁ Γέροντας διάβασε πάλι μία ἄλλη ὁμιλία τοῦ π. Ἰουστίνου, σχετική μέ τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. Σχολιάζοντας κατόπιν τήν ἔντονα βιωματική ἐκφορά τοῦ λόγου τοῦ π. Ἰουστίνου ἔλεγε: «Αὐτό πού λέγαμε τό πρωΐ γιά τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, τό λέμε τώρα γιά τόν π. Ἰουστῖνο. Ὅτι ἔζησε, ἐβίωσε καί ἔγραψε ἐκ πείρας. Καί φαίνεται ὅτι αὐτά τά ὁποῖα λέει, τά ζῇ, καί ἐπειδή τά ζῇ, τά λέει ἔτσι πού τά μεταδίδει καί σέ μᾶς μέ πόθον Χριστοῦ. Νά μεταδώσῃ καί σέ μᾶς πόθον, γιά νά ἀγωνισθοῦμε καί ἐμεῖς τόν ἴδιον ἀγῶνα, πού ὁ ἴδιος εἶχε ἀγωνισθῆ».
Ὁ π. Ἰουστῖνος τό 1936 εἶχε γράψει ἤ εἶχε ἐκφωνήσει ὡς ὁμιλία ἕνα κείμενο μέ τίτλο «Καταδικασμένοι νά εἶναι ἀθάνατοι»2. Μέ τό κείμενο αὐτό εἶχε ὑπερβῆ τήν ἐποχή του καί ἐξέφραζε τό βαθύτερο χριστολογικό καί ἀνθρωπολογικό περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ἔλεγε: «Ὁμολογῶ εἰλικρινῶς, ὅτι ἐγώ οὐδέποτε θά ἐπίστευον εἰς τόν Χριστόν, ἐάν δέν εἶχεν ἀναστῆ καί δέν εἶχε νικήσει τόν θάνατον»3, καί ἐπίσης ἀναφωνοῦσε μέ ἐνθουσιασμό: «Ναί, ναί, ναί, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός μέ τήν ἀνάστασίν Του ἔδειξε καί ἀπέδειξεν ὅτι εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, ὁ μόνος ἀληθινός Θεάνθρωπος εἰς ὅλους τούς ἀνθρωπίνους κόσμους»4.
Ὁ π. Γεώργιος εἶχε καθιερώσει νά διαβάζεται ἡ γνωστή αὐτή ὁμιλία τοῦ π. Ἰουστίνου στήν Τράπεζα τῆς Μονῆς ἀπό ἄμβωνος μετά ἀπό τήν Ἀνάσταση ἤ μετά ἀπό τόν Ἑσπερινό τῆς Ἀγάπης. Εἶναι τό ἀγαπημένο πασχαλιάτικο ἀνάγνωσμα στήν Μονή μας. Πέραν ἀπό τό ὁμιλητικό, καί στό συγγραφικό ἔργο τοῦ π. Γεωργίου γίνονται ἀναφορές στό πρόσωπο καί στήν θεολογία τοῦ π. Ἰουστίνου. Τόν ἐπεκαλεῖτο ὁ π. Γεώργιος κάθε φορά πού ἤθελε νά τονίσῃ στοιχεῖα Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας.
Ἔτσι π.χ. στό κείμενο πού δημοσίευσε τό 2007 μέ τίτλο «Τό Κείμενο τῆς Ραβέννας καί τό Πρωτεῖο τοῦ Πάπα» παραπέμπει στόν π. Ἰουστῖνο ὡς ἑξῆς: «Εὐχή καί ἐλπίδα μας πάντως εἶναι νά ἀποβάλουν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί τήν παποκεντρική τους ἑρμηνεία ἐπί τῶν ἱστορικῶν στοιχείων τῆς πρώτης χιλιετίας, καθώς καί τό συνεπακόλουθο πρωτεῖο παγκοσμίου δικαιοδοσίας. Ἴσως ἔτσι, αἰρομένου τοῦ αἰτίου, πού εἶναι ἡ παπική ἡγεμονική διάθεσις, διορθωθοῦν καί οἱ δογματικές συνέπειες. Ὁ π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς συνέδεε ὡς αἴτιο μέ αἰτιατό τό παπικό πρωτεῖο μέ τίς παπικές κακοδοξίες:” Τό ὀρθόδοξον δόγμα, μᾶλλον δέ τό παν-δόγμα περί Ἐκκλησίας, ἀπερρίφθη καί ἀντικατεστάθη διά τοῦ λατινικοῦ αἱρετικοῦ δόγματος περί τοῦ πρωτείου καί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα, δηλαδή τοῦ ἀνθρώπου. Ἐξ αὐτῆς δέ τῆς παναιρέσεως ἐγεννήθησαν καί γεννῶνται συνεχῶς ἄλλαι αἱρέσεις: τό Filioque, ἡ ἀποβολή τῆς Ἐπικλήσεως, τά ἄζυμα, ἡ εἰσαγωγή τῆς κτιστῆς Χάριτος, τό καθαρτήριον πῦρ,τό θησαυροφυλάκιον τῶν περισσῶν ἔργων...”»5.
Γενικῶς ὁ π. Γεώργιος παρέπεμπε στήν θεολογία τοῦ π. Ἰουστίνου, γιά νά στηρίξῃ τήν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή ὁ π. Ἰουστῖνος ἔθετε ὡς βάσιν τῆς μοναδικότητός της τήν μοναδικότητα τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ, καί ὄχι παρερμηνεῖες τοῦ τριαδικοῦ δόγματος πού ὁδηγοῦν σέ μία περιεκτική (comprehensive) Ἐκκλησιολογία προτεσταντικοῦ τύπου. Ὁ σεβασμός τοῦ π. Ἰουστίνου στούς ἐκκλησιαστικούς θεσμούς καί τούς ἐκπροσώπους των εἶναι χαρακτηριστική. Διαφωνοῦσε, ἀλλά σεβόταν. Διαμαρτυρόταν, ἀλλά μέ πόνο. Διαπίστωνε μέ ὀξυδέρκεια τίς ἐκτροπές, ἀλλά ἔγραφε μέ σύνεση. Σήκωνε οὐρανομήκη φωνή, ἀλλά ἦταν πάντα ταπεινός, ἀκόμη καί ὅταν ἤλεγχε. Ζοῦσε τό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Καί ὁ π. Γεώργιος ἐπίσης ἔτρεφε καί ἐξεδήλωνε ἀπεριόριστο σεβασμό στούς ἐκκλησιαστικούς ἄρχοντες, παρότι τά κείμενά του μαρτυροῦν γιά τό αὐθεντικό θεολογικό του κριτήριο καί γιά τόν ἀσυμβίβαστο θεολογικό του λόγο. Καταγεγραμμένο στό τεῦχος 33/2008, σελ. 14-15, τοῦ περιοδικοῦ Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος εἶναι ἕνα εἰσαγωγικό σχόλιο σέ κείμενο τοῦ π. Ἰουστίνου, σχόλιο πού δείχνει τό θεολογικό ἦθος ἀμφοτέρων τῶν ἀνδρῶν. Ὁ π. Γεώργιος στό ὡς ἄνω τεῦχος δημοσίευσε σέ ἑλληνική μετάφραση τήν προσφώνηση πού εἶχε ἑτοιμάσει ὁ π. Ἰουστῖνος, γιά νά διαβασθῇ ἀπό τόν Σέρβο ἐπίσκοπο Σιρμίου Μακάριο κατά τήν προγραμματιζομένη τότε ἐπίσκεψη τοῦ πατριάρχη Ἀθηναγόρα στήν Σερβία. Ἡ ἐπίσκεψη δέν πραγματοποιήθηκε, ἀλλά τό κείμενο ἔμεινε μνημεῖο ἐκκλησιαστικοῦ καί θεολογικοῦ ἤθους.
Τό εἰσαγωγικό σχόλιο ἔγραφε: «Τό ἔτος 2009 συμπληρώνονται 30 χρόνια ἀπό τῆς μακαρίας ἐκδημίας τοῦ ἁγιασμένου Γέροντος π. Ἰουστίνου Πόποβιτς. Ἡ συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας τόν ἔχει κατατάξει ἤδη μετά τῶν Ἁγίων, καθώς ἡ μορφή του, ὁ ἀγώνας του, ἡ ὁμολογία του, τό μαρτύριό του, τό συγγραφικό του ἔργο καί οἱ καρποί τῆς φωτεινῆς παρουσίας του στό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας βεβαιώνουν ὅτι ὑπῆρξε κανών Ὀρθοδόξου Πίστεως καί ζωῆς... Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον καί εἰς ἔκφρασιν εὐγνωμοσύνης δι᾿ ὅ,τι ὑπῆρξε καί δι᾿ ὅ,τι ἔπραξε καί ἔγραψε ὁ ἀοίδιμος Γέροντας, δημοσιεύουμε κατωτέρω κείμενο προσφωνήσεως πρός τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, σέ ἰδική μας μετάφρασι ἀπό τά σερβικά.
Τό κείμενο αὐτό βρέθηκε στό ἀρχεῖο τοῦ π. Ἰουστίνου καί δημοσιεύθηκε στόν τόμο Setve i Zetve (Σπορά καί συγκομιδή), σελ. 558-560, τόν 20ό τόμο τῶν «Ἁπάντων» του. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἐπιμελητής τῆς ἐκδόσεως, τό κείμενο ἑτοιμάσθηκε ἀπό τό π. Ἰουστῖνο γιά νά τό ἐκφωνήσῃ κατά τήν ὑποδοχή τοῦ Πατριάρχου ὁ ἐπίσκοπος Σιρμίου Μακάριος καί εἶναι ἕνα κείμενο γραμμένο μέ σοφία, στό πνεῦμα τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὡς ὕμνος πρός τόν Θρόνο τῆς Κων/πόλεως, τόν πρῶτο Θρόνο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλά ταυτοχρόνως καί ὡς ὑπενθύμησις ὅτι ὁ Θρόνος αὐτός πρέπει νά μείνῃ πιστός στήν ἁγία Ὀρθοδοξία, καθώς ὁ μακαριστός Γέροντας εἶχε ὑπ᾿ ὄψιν του συγκεκριμένες κατ᾿ ἐκείνη τήν ἐποχή δηλώσεις καί ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου (ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 849).
Ὁ π. Ἰουστῖνος εἶχε ἑτοιμάσει νά λεχθοῦν τά ἑξῆς κατά τήν προσφώνηση: «Παναγιώτατε, Καλῶς ἤλθατε! Καλῶς ἦλθε μαζί Σας καί ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας... Καλῶς ἦλθε μαζί Σας ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια ὅλων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων... Καλῶς ἦλθε μαζί Σας ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου... Καλῶς ἦλθε μαζί Σας ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια τοῦ χρυσορρήμονος Εὐαγγελιστοῦ τῆς οἰκουμένης, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου... Καλῶς ἦλθε μαζί Σας καί ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ... Καλῶς ἦλθε μαζί Σας ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου... Καλῶς ἦλθε μαζί Σας ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια τοῦ ἁγίου Φωτίου, τοῦ ἀληθῶς μεγάλου καί ὑπερμεγίστου πατριάρχου τῆς Κων/πόλεως... Καλῶς ἦλθε μαζί Σας ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου... Καλῶς ἦλθε μαζί Σας ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια τῶν ὁσίων καί θεοφόρων καί θεοσόφων Πατέρων... Οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους τό κριτήριο, τό μέτρο τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Ὀρθόδοξο εἶναι μόνο ἐκεῖνο τό ὁποῖο εἶναι τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ὅ,τι εἶναι σύμφωνο μέ αὐτούς. Κάθε τι ἄλλο δέν εἶναι δικό μας, δέν εἶναι ὀρθόδοξο, δέν εἶναι τοῦ Χριστοῦ. Σέ τί συνίσταται ἡ Ὀρθοδοξία; Στήν Οἰκουμενική Ἀλήθεια τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, μέ μία λέξι τῶν Ἁγίων.
Αὐτή ἡ Οἰκουμενική Ἀλήθεια ἰσχύει καί γιά τούς ἀγγέλους στόν οὐρανό καί γιά τούς ἀνθρώπους στήν γῆ. Καί αὐτή ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὅ,τι κυρίως λείπει σήμερα ἀπό τόν κόσμο, ὁ ὁποῖος θανάσιμα βασανίζεται τρεφόμενος μέ τά ξυλοκέρατα τοῦ ἀθέου εὐρωπαϊκοῦ οὐμανισμοῦ καί σχετικισμοῦ. Ὁ κόσμος σήμερα κουράστηκε ἀπό διεστραμμένα εὐαγγέλια Χριστοῦ. Περισσότερο παρά ποτέ εἶναι ἀναγκαῖο στόν κόσμο τό αἰώνιο Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ (Ἀποκ. ιδ΄ 6), τό ὁποῖο διαφυλάσσεται μόνο στήν Ὀρθοδοξία. Αὐτό εἶναι τό Εὐαγγέλιο, στό ὁποῖο ἐπιθυμοῦν νά παρακύψουν οἱ ἄγγελοι (Α΄ Πέτρ. α΄ 12). Χάριν αὐτοῦ τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, αὐτῆς τῆς Αἰωνίου Ἀληθείας τῆς Ὀρθοδοξίας, δέν εἶναι δυνατόν νά γίνῃ κανένας συμβιβασμός, καμμία παραχώρησις, πουθενά, ποτέ καί μέ κανένα»6. Μπορεῖ κανείς νά βεβαιώσῃ ὅτι καί οἱ δύο ἄνδρες, ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος καί ὁ π. Γεώργιος, εἶχαν συνδυάσει τήν ἀκεραιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τήν κατά Χριστόν ταπείνωση, δηλαδή τό ἐκκλησιαστικό ἦθος. Προφητικός λόγος, ἀντικειμενική κριτική, κανένα ἴχνος συμβιβασμοῦ μέ τήν θεολογική παρέκκλιση, ἀλλά καί κανένα ἴχνος ἀμετροέπειας ἀπέναντι στούς ἀπό Θεοῦ τεταγμένους ἐκκλησιαστικούς ἄρχοντες.
Θά τελειώσω μέ τήν ἀνάγνωση λίγων σειρῶν ἀπό τόν ἐπιμνημόσυνο λόγο τοῦ π. Γεωργίου στόν π. Ἰουστῖνο, στόν ἅγιο Ἰουστῖνο σήμερα. «Δοξασμένος ὁ ἀναστάς Κύριος πού μᾶς ἐχάρισε στήν δύσκολο ἐποχή μας ἄνδρα “ἀπεσταλμένο παρά Θεοῦ”, ᾧ ὄνομα Ἰουστῖνος. Εὐλογητός ὁ Κύριος καί Θεός μας, πού δέν ἀφήνει ἀπαράκλητο τόν λαό του, ἀλλά σέ κάθε ἐποχή ἀνιστᾶ ἄνδρας προφήτας, πού παρακαλοῦν τήν καρδίαν τῆς Ἱερουσαλήμ. Ὁ π. Ἰουστῖνος παρακάλεσε τήν καρδίαν τῆς ἐπιγείου καί οὐρανίου Ἱερουσαλήμ. Αἰσθανόμεθα οἱ ὀρθόδοξοι, ἁπανταχοῦ τῆς γῆς, ὅτι ὁ π. Ἰουστῖνος δέν ὡμίλησε ὡς ἕνα ἄτομο, ἀλλά ὡς στόμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἐξέφρασε τήν συνείδησι τῆς Ἐκκλησίας, τήν πίστι τῆς Ἐκκλησίας. Ἔζησε τόν πόνο τῆς Ἐκκλησίας, ἐσήκωσε τόν Σταυρό τῆς Ἐκκλησίας καί ἔγινε ἡ χαρά καί ἡ ἐλπίδα τῆς Ἐκκλησίας.
Γι᾿ αὐτό τώρα αἰσθανόμεθα ὅτι στόν τάφο του ἀκουμπᾶ ὅλη ἡ ὀρθόδοξος Σερβία, ὅλη ἡ ὀρθόδοξος Ἑλλάς, τό Ἅγιον Ὄρος καί ὅλη ἡ Ὀρθοδοξία. Ἤλθαμε ταπεινά ἀπό τό Ἅγιον Ὅρος... νά γονατίσουμε στόν τάφο τοῦ π. Ἰουστίνου καί νά τόν εὐχαριστήσουμε. Νά τόν εὐχαριστήσουμε, γιατί στήν δύσκολο ἐποχή μας ἀνανέωσε προφητικά τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί ὑπενθύμισε σέ ὅλους ὅτι μόνον ὁ Θεάνθρωπος Χριστός εἶναι ὁ Σωτήρ μας καί ἡ μοναδική ἐλπίδα μας. Μᾶς ὑπενθύμισε ἀκόμη ὅτι ἡ σωτηρία εὑρίσκεται στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι μόνον ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Καθολική Ἐκκλησία μας καί ὅτι ἡ ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν θά γίνῃ ὅταν οἱ χριστιανοί τῶν ἄλλων δογμάτων, πού δέν ἀκολουθοῦν τήν ὀρθή πίστι τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ἐπιστρέψουν μέ μετάνοια στόν Θεάνθρωπο Χριστό. Εἴμεθα εὐγνώμονες στόν π. Ἰουστῖνο, διότι ἀντετάχθη καί ἀπετέλεσε ἕνα ἰσχυρό ἀνάχωμα στό ρεῦμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως πού ἀπειλεῖ τήν Θεολογία καί τήν ζωή μας. Στή συνείδησί μας ὁ π. Ἰουστῖνος εἶναι Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας»7.
Μετά ἀπό τά λίγα καί ταπεινά αὐτά ψελλίσματα περί τοῦ πῶς ὁ π. Γεώργιος αἰσθανόταν τό πρόσωπο καί τό θεολογικό ἔργο τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, αἰσθάνομαι καί ἐγώ τήν ἀνάγκη νά ζητήσω τίς ἰσχυρές πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου, ὥστε νά μή φανοῦμε ἀγνώμονες στή μεγάλη πνευματική κληρονομιά πού ἐκεῖνος ἔχει ἀφήσει σέ ὅλους μας. Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν. Ἀμήν. Σᾶς εὐχαριστῶ.
4. Ἐνθ’ ἀνωτ., σελ. 47.
5. Περιοδ. Παρακαταθήκη, τεῦχ. 57/2007, σελ. 9.
"Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ", ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Β΄ ΕΤΟΣ 2019 ΑΡΙΘΜ. 44