«Ὑμεῖς
δέ τίνα με λέγετε εἶναι;»[1]. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ
Θεοῦ τοῦ ζῶντος, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, καταδέχτηκε νά
ὀνομάζεται ἄνθρωπος, Ἠλίας ἤ ἕνας τῶν Προφητῶν, ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους,
καί ὄχι μόνο, ἀλλά ἀκόμα καί ἀρχηγός τῶν δαιμόνων καί φάγος καί
οἰνοπότης! Καί τί μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος, μέ αὐτή Του τήν στάση, τήν
ὑπομονή, τήν ἀνοχή σέ ὅλα αὐτά; Τί ἄλλο παρά τήν ταπείνωση. Ὁ Θεός μας
εἶναι ἄκρως ταπεινός καί αὐτό τό φάρμακο εἶναι γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Ὁ Κύριος, βεβαίως ὁ Ἴδιος, δέν εἶχε καμία ἀνάγκη γιά νά ὑποστεῖ ὅλα ὅσα
ὑπέστη, ἀλλά τό ἔκανε γιά νά διδάξει σέ μᾶς αὐτό τό σωτήριο μάθημα.
Αὐτό ἰσχύει καί γιά τά παιδιά ἀλλά καί γιά τούς γονεῖς πού θέλουν νά
μεγαλώσουν σωστά τά παιδιά τους.
«Μάθετε
τά παιδιά», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «νά ζητοῦν τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ».
Κι αὐτό βεβαίως προϋποθέτει ταπείνωση. Γιατί ἄν κανείς εἶναι ὑπερήφανος,
ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του καί δέν νιώθει τήν ἀνάγκη νά προσευχηθεῖ.
«Τό φάρμακο, τό μεγάλο μυστικό γιά τήν πρόοδο τῶν παιδιῶν», ἔλεγε ὁ
Ἅγιος Πορφύριος, «εἶναι ἡ ταπείνωση. Ἡ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό δίνει
ἀπόλυτη ἀσφάλεια». Σήμερα, παιδιά καί μεγάλοι, πάσχουν ἀπό ἀνασφάλειες
ποικίλες, ἀνόητες πολλές φορές, καί αὐτό ὀφείλεται στό ὅτι λείπει ἡ
ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. «Ὁ Θεός εἶναι τό πᾶν. Δέν μπορεῖ κανείς νά πεῖ ὅτι
ὁ ἐγώ εἶμαι τό πᾶν. Αὐτό ἐνισχύει τόν ἐγωισμό. Ὁ Θεός», ἔλεγε ὁ Ὅσιος,
«θέλει νά ὁδηγοῦμε τά παιδιά στήν ταπείνωση. Τίποτε δέν θά κάνουμε κι
ἐμεῖς καί τά παιδιά χωρίς τήν ταπείνωση»[2]. Γιατί χωρίς τόν Θεό δέν
μποροῦμε νά κάνουμε τίποτε. «Ἄνευ ἐμοῦ», χωρίς ἐμοῦ, «οὐ δύνασθε ποιεῖν
οὐδέν»[3] εἶπε ὁ Κύριος. Ἀλλά πῶς μποροῦμε νά ἔχουμε τόν Κύριο, ὁπότε
καί νά ποιήσουμε καί νά πράξουμε κάτι σημαντικό, κάτι θεάρεστο κάτι
ἀληθινά καλό; Μόνο ἄν ἔχουμε ταπείνωση.
«Θέλει
προσοχή», ἔλεγε ὁ Ἅγιος, «ὅταν ἐνθαρρύνετε τά παιδιά». Οἱ ψυχολόγοι καί
οἱ παιδαγωγοί λένε ὅτι πρέπει νά λέμε μπράβο στά παιδιά καί νά τά
ἐνθαρρύνουμε μέ αὐτό τόν τρόπο. Ἀλλά ἔτσι, κατά κανόνα, ἐνισχύεται ὁ
ἐγωισμός καί ἡ ὑπερηφάνια τῶν παιδιῶν, ὁπότε τά παιδιά διώχνουν τήν Χάρη
τοῦ Θεοῦ, χάνουν τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, μένουν μόνα τους καί φυσικά δέν
μποροῦν νά κάνουν τίποτε. Ὅταν ἐνθαρρύνουμε τά παιδιά, θά πρέπει νά τά
ἐνισχύουμε στήν πίστη στόν Θεό, νά τά παρακινοῦμε στήν προσευχή. «Στό
παιδί», ἔλεγε ὁ Ἅγιος, «δέν πρέπει νά λέτε: «Ἐσύ θά τά καταφέρεις, ἐσύ
εἶσαι σπουδαῖος, εἶσαι νέος, εἶσαι ἀνδρεῖος, εἶσαι τέλειος!...». Δέν τό
ὠφελεῖτε ἔτσι τό παιδί. Μπορεῖτε ὅμως νά τοῦ πεῖτε νά κάνει προσευχή. Νά
τοῦ πεῖτε: «Παιδί μου, τά χαρίσματα πού ἔχεις, ὁ Θεός σοῦ τά ἔδωσε.
Προσευχήσου νά σοῦ δώσει ὁ Θεός δυνάμεις, γιά νά τά καλλιεργήσεις καί νά
πετύχεις. Νά σοῦ δώσει ὁ Θεός τήν Χάρη Του». Τοῦτο δῶ εἶναι τό τέλειο.
Σ' ὅλα τά θέματα νά μάθουν τά παιδιά νά ζητᾶνε τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ»[4].
Καί τότε ἰσχύει πλέον αὐτό πού ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «Πάντα ἰσχύω
ἐν τῷ ἐνδυναμούντί με Χριστῷ»[5]. Τότε τό παιδί δυνάμει γίνεται
παντοδύναμο, ἀφοῦ ἔχει μέσα του τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ τοῦ Παντοδυνάμου.
«Στά
παιδιά ὁ ἔπαινος κάνει κακό», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Τί λέει ὁ λόγος
τοῦ Θεοῦ; «Λαός μου, οἱ μακαρίζοντες ὑμᾶς πλανῶσιν ὑμᾶς»[6]. Δηλαδή
αὐτοί πού σᾶς μακαρίζουν, σᾶς ἐπαινοῦν, σᾶς κολακεύουν, αὐτοί σᾶς
πλανοῦν, σᾶς ὁδηγοῦν δηλαδή σέ λάθος δρόμους. «Καί τήν τρίβον τῶν ποδῶν
ὑμῶν ταράσσουσιν»[7], καί διαταράσσουν τήν τρίβον τῶν ποδῶν σας, δηλαδή
σᾶς κάνουν νά φεύγετε ἀπό τόν δρόμο τόν ἀληθινό τόν σωστό, τόν δρόμο τοῦ
Θεοῦ. «Ὅποιος μᾶς ἐπαινεῖ, μᾶς πλανάει καί μᾶς χαλάει τούς δρόμους τῆς
ζωῆς. Πόσο σοφᾶ εἶναι τά λόγια τοῦ Θεοῦ! Ὁ ἔπαινος δέν προετοιμάζει τά
παιδιά γιά καμιά δυσκολία στή ζωή καί βγαίνουν ἀπροσάρμοστα καί τά
χάνουν καί τελικά ἀποτυγχάνουν»[8]. Εἶναι λανθασμένη ἡ ἀγωγή αὐτή πού
ἔχει ἐπικρατήσει σήμερα στίς διάφορες παιδαγωγικές σχολές. Ἡ ἀληθινή
ἀγωγή εἶναι αὐτή πού μᾶς διδάσκει ὁ Χριστός μας, ἡ ὁδήγηση τοῦ παιδιοῦ
στήν ταπείνωση, στήν πίστη στόν Θεό.
«Τώρα,
ὁ κόσμος χάλασε», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Στό μικρό παιδάκι λένε ὅλο
ἐπαινετικά λόγια. Μήν τό μαλώσομε, μή τοῦ ἐναντιωθοῦμε, μήν τό πιέσομε
τό παιδί. Μαθαίνει, ὅμως, ἔτσι καί δέν μπορεῖ ν' ἀντιδράσει σωστά καί
στήν πιό μικρή δυσκολία. Μόλις κάποιος τοῦ ἐναντιωθεῖ, τσακίζεται, δέν
ἔχει σθένος»[9]. Γιατί τό σθένος φυσικά, δέν ἔρχεται ἀπό μέσα μας, οὔτε
ἀπό τήν αὐτοπεποίθηση, πού εἶναι ἐγωισμός, ἀλλά ἔρχεται ἀπό τήν Χάρη τοῦ
Θεοῦ, ἡ ὁποία κατοικεῖ στόν ταπεινό.
«Οἱ
γονεῖς εὐθύνονται πρῶτοι γιά τήν ἀποτυχία τῶν παιδιῶν στή ζωή καί οἱ
δάσκαλοι καί οἱ καθηγητές μετά», λέει ὁ Ὅσιος. «Τά ἐπαινοῦν διαρκῶς τά
παιδιά. Τούς λένε ἐγωιστικά λόγια. Δέν τά φέρνουν στό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ,
τ' ἀποξενώνουν ἀπ' τήν Ἐκκλησία»[10]. Γιατί ἄραγε φεύγουν τά παιδιά ἀπό
τήν Ἐκκλησία; Γιατί ἀκριβῶς τούς τρέφουμε τόν ἐγωισμό, τήν ὑπερηφάνεια,
μέ τούς ἐπαίνους, καί δέν τούς δίνουμε τήν κατά Θεόν ἐνθάρρυνση, ἀλλά
τήν ἐνθάρρυνση τήν κατά κόσμον, ἤ καλύτερα κατά διάβολο. Τούς τονώνουμε
δηλαδή τήν πεποίθηση στόν ἑαυτό τους, τόν ἐγωισμό καί τήν ὑπερηφάνεια,
ὁπότε γίνονται ὑποχείρια τοῦ δαιμονικοῦ πνεύματος. Κι αὐτό τό πνεῦμα
φυσικά, τό δαιμονικό, δέν ἀφήνει τό παιδί μετά νά πάει στήν Ἐκκλησία.
«Ὅταν
μεγαλώσουν λίγο τά παιδιά», λέει ὁ Ὅσιος, «καί πᾶνε στό σχολεῖο μ' αὐτό
τόν ἐγωισμό, φεύγουν ἀπ' τή θρησκεία καί τήν περιφρονοῦν, χάνουν τόν
σεβασμό πρός τόν Θεό, πρός τούς γονεῖς, πρός ὅλους». Γιατί ἄν κανείς δέν
σέβεται τόν Θεό, οὔτε τούς γονεῖς του θά σεβαστεῖ οὔτε κανέναν ἄλλο
ἄνθρωπο στήν κοινωνία. «Γίνονται ἀτίθασα καί σκληρά καί ἄπονα, χωρίς νά
σέβονται οὔτε τή θρησκεία, οὔτε κἄν το Θεό. Βγάλαμε στή ζωή ἐγωιστές καί
ὄχι χριστιανούς»[11], λέγει ὁ Ὅσιος Πορφύριος.
Κι
ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἐπίσης τονίζει αὐτό τό θέμα, ὅτι θά πρέπει οἱ γονεῖς νά
ἐμπνεύσουν στά παιδιά τήν πίστη καί νά τά μάθουν νά προσεύχονται στόν
Θεό, νά ἀγαποῦν, τόν Θεό. «Μερικοί γονεῖς», λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «πού
θρησκεύουν, προσπαθοῦν νά βοηθήσουν τά παιδιά τους νά γίνουν καλά
παιδιά, ὄχι γιατί τούς ἀπασχολεῖ ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς τους, ἀλλά γιατί
θέλουν νά ἔχουν καλά παιδιά. Περισσότερο δηλαδή τούς στενοχωρεῖ τί θά
πεῖ ὁ κόσμος γιά τά παιδιά τους, παρά μήπως πᾶνε στήν κόλαση. Τότε πῶς
νά βοηθήσει ὁ Θεός; Σκοπός δέν εἶναι πηγαίνουν τά παιδιά μέ τό ζόρι στήν
ἐκκλησία, ἀλλά νά ἀγαπήσουν το Θεό καί τήν ἐκκλησία. Νά μήν κάνουν τό
καλό μέ τό ζόρι, ἀλλά νά τό αἰσθανθοῦν ὡς ἀνάγκη»[12]. Κι βέβαια θά
ξεκινήσει ἀπό τούς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι βέβαια θά πρέπει νά εἶναι ταπεινοί
κι ὄχι ἐγωιστές νά μήν θέλουν νά προβληθοῦν μέσῳ τῶν καλῶν τους παιδιῶν,
ἀλλά νά θέλουν νά ὁδηγήσουν τά παιδιά στό Θεό ἀπό ἀγάπη στόν Θεό.
«Ἡ
ἁγία ζωή τῶν γονέων πληροφορεῖ τίς ψυχές τῶν παιδιῶν», ἔλεγε ὁ Ἅγιος
Παΐσιος, «καί ὑποτάσσονται φυσιολογικά. Ἔτσι μεγαλώνουν μέ εὐλάβεια καί
μέ διπλή ὑγεία χωρίς ψυχικά τραύματα. Ἄν οἱ γονεῖς ζορίζουν τό παιδί
τους ἀπό φόβο Θεοῦ, βοηθάει ὁ Θεός καί βοηθιέται καί τό παιδί. Ἄν ὅμως
τό κάνουν ἀπό ἐγωισμό, τότε δέν βοηθάει ὁ Θεός. Πολλές φορές
ταλαιπωροῦνται τά παιδιά ἀπό τήν ὑπερηφάνεια τῶν γονέων καί δέν δέχονται
τήν σωστή ἀγωγή»[13]. Κι ὅπως εἴπαμε, λανθασμένη ἀγωγή εἶναι καί αὐτή ἡ
ἀγωγή πού ἔχει ὡς κύριο μέσο τόν ἔπαινο, τήν κολακεία, τό κανάκεμα τῶν
παιδιῶν. «Οἱ μητέρες», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «χωρίς νά ζορίζουν τά
παιδιά πρέπει νά τά μαθαίνουν ἀπό μικρά νά προσεύχονται». Ἑπομένως, ὄχι
νά τά ἐπαινοῦν καί νά τούς τρέφουν τόν ἐγωισμό ἀλλά νά τά μάθουν ταπεινά
νά κρέμονται ἀπό τόν Θεό νά ζητᾶνε τήν θεία Χάρι καί βοήθεια συνεχῶς.
«Στά χωριά τῆς Καππαδοκίας οἱ κάτοικοι ζοῦσαν ἔντονα τήν ἀσκητική
παράδοση. Πήγαιναν μέ τά παιδιά τους στά ἀσκητήρια κι ἐκεῖ ἔκαναν
μετάνοιες καί προσεύχονταν μέ δάκρυα κι ἔτσι μάθαιναν τά παιδιά τους νά
προσεύχονται»[14]. Αὐτή ἡ παράδοση ὑπάρχει καί στήν πατρίδα μας ἤ ὑπῆρχε
κι γι' αὐτό φτιάχνουμε καί τά ἐξωκλήσια, γιά νά πηγαίνουν οἱ γονεῖς τά
παιδιά, οἱ ἄνθρωποι γενικῶς, νά ἡσυχάζουν, νά προσεύχονται, νά
ἀσκοῦνται.
«Οἱ
Τσέτες», λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «ὅταν πήγαιναν τό βράδυ νά τούς
ληστέψουν ἐκεῖ στά χωριά τή Καππαδοκίας, περνοῦσαν ἔξω ἀπό τά
ἐκκλησάκια, ἄκουγαν κλάματα καί ἀποροῦσαν». Ἔκλαιγαν δηλαδή στήν
προσευχή∙ ἦταν προχωρημένοι στήν προσευχή οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι. «Καλά τί
γίνεται; ἔλεγαν. Αὐτοί τήν ἡμέρα γελᾶνε καί τήν νύχτα κλαῖνε; Δέν
μποροῦσαν νά καταλάβουν τί συμβαίνει. Μέ τίς προσευχές τῶν μικρῶν
παιδιῶν μποροῦν νά γίνουν θαύματα. Ὅ,τι ζητοῦν ἀπό τόν Θεό, τούς τό
δίνει, γιατί ἔχουν ἀθωότητα κι ὁ Θεός ἀκούει τήν καθαρή προσευχή τους.
Θυμᾶμαι μιά φορά πού οἱ γονεῖς μας εἶχαν πάει στό χωράφι, μέ εἶχαν
ἀφήσει στό σπίτι μέ τά δύο μικρότερα ἀδέλφια μου. Ξαφνικά ὁ οὐρανός
μαύρισε κι ἄρχισε καταρρακτώδης βροχή. Τί θά κάνουν τώρα οἱ γονεῖς μας;
εἴπαμε. Πῶς θά ἔρθουν στό σπίτι; Τά δύο μικρά παιδιά ἄρχισαν νά κλαῖνε.
Ἐλᾶτε, τούς εἶπα, θά παρακαλέσουμε τόν Χριστό νά σταματήσει τήν βροχή.
Γονατίσαμε καί τά τρία μπροστά στό εἰκονοστάσι καί προσευχηθήκαμε. Σέ
λίγα λεπτά ἡ βροχή σταμάτησε.
Οἱ
γονείς πρέπει νά βοηθοῦν μέ διάκριση τά παιδιά ἀπό μικρά νά πλησιάσουν
στόν Χριστό καί νά ζήσουν ἀπό μικρά τίς ἀνώτερες χαρές, τίς πνευματικές.
Νά μήν ζητοῦν τά μπράβο καί τίς ἀνθρώπινες γήινες χαρές. «Ὅταν ἀρχίσουν
νά πηγαίνουν στό σχολεῖο, πρέπει σιγά‐σιγά νά τά μάθουν νά μελετοῦν
κάποιο πνευματικό βιβλίο καί νά τά βοηθοῦν νά ζοῦν πνευματικά. Τότε θά
εἶναι ἀγγελούδια καί μέ τήν προσευχή τους θά ἔχουν μεγάλη παρρησία πρός
τόν Θεό»[15]. Θά πρέπει ὅμως, βεβαίως, οἱ γονεῖς καί οἱ ἴδιοι νά βιώνουν
αὐτά πού προσπαθοῦν νά διδάξουν στά παιδιά.
«Ὅποιος
φανεῖ μιά φορά ἐλαστικός στά καπρίτσια τοῦ παιδιοῦ του, θά εἶναι πάντα
δοῦλος στίς ἰδιοτροπίες του», ἔλεγε καί ὁ μακαριστός ἱεροκήρυκας
Παναγόπουλος. «Ἀλίμονο σέ μερικούς γονεῖς πού τά παιδιά τους ὁ Θεός τά
εἶχε φτιάξει ἀπό μικρά νά ἀγαποῦν τήν ἐκκλησία, νά τρέχουν νά φυλοῦν τό
χέρι τοῦ παπά καί αὐτοί νά ἐκριζώνουν αὐτή τήν ἔμφυτη κλήση τους καί
στήν συνέχεια, οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς νά μήν παραδέχονται ὅτι ἔχουν κάνει
πνευματική ἄμβλωση στά παιδιά τους. Λόγῳ τῆς δικῆς τους ἀθεΐας καί
ἀπιστίας στεροῦν ἀπό τά παιδιά τους τήν γνωριμία τους μέ τόν Θεό.
Ἀλλοίμονο σέ αὐτούς τούς γονεῖς ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως»[16]. Εἶναι θά λέγαμε
ἐγκληματίες καί μάλιστα τοῦ χειρίστου εἴδους, ἀφοῦ ἐγκληματοῦν πάνω στίς
ψυχές τῶν παιδιῶν τους.
«Τήν
καρδιά τοῦ παιδιοῦ», ἔλεγε πάλι ὁ μακαριστός ἱεροκήρυκας, «μποροῦμε νά
τήν παρομοιάσουμε μέ ἕνα κῆπο καί τούς γονεῖς μέ κηπουρούς τοῦ Θεοῦ, οἱ
ὁποῖοι γονεῖς εἶναι ὑποχρεωμένοι ἀπό τήν βρεφική ἡλικία νά καθαρίσουν
τόν κῆπο ἀπό τά ἀγριόχορτα καί τά ζιζάνια τῆς ἁμαρτίας. Ἄν ὅμως οἱ
γονεῖς ἀργοπορήσουν καί τό κακό ριζώσει καλά στίς καρδίες τῶν παιδιῶν
τους καί ἡ παιδική καρδιά «χορταριάσει» ἀπό ἐλαττώματα, τότε δέν θά
μποροῦν νά τά βγάλουν πέρα μέ τά ζιζάνια αὐτά.
Ἡ
μάνα», παρατηρεῖ πάλι, «ἔμαθε πῶς νά πιάνει τό μαχαίρι καί τό πιρούνι,
πῶς νά καθαρίζει τό φροῦτο καί πῶς τό αὐγό. Δέν τό ἔμαθε ὅμως πῶς νά
προσεύχεται. Γιατί ἄραγε; Μά σάμπως προσεύχεται ἐκείνη; Δέν μπορεῖ νά
δώσει στό παιδί της κάτι πού ἡ ἴδια δέν ἔχει. Βέβαια δέν εἶναι κακό νά
μάθει ἡ μάνα στό παιδί της πῶς νά τρώει. Εἶναι ὅμως κακό νά τό μάθει νά
τρώει μόνο σαρκικῶς καί νά μήν τρώει πνευματικῶς. Ἔτσι ἀφήνει τό παιδί
της ἀπροστάτευτο ἀπό τίς παγίδες τοῦ σατανᾶ, ὁ ὁποῖος εὔκολα θά τό βάλει
στό χέρι. Κάθε μάνα πρέπει νά ἐξοπλίζει τό παιδί της μέ τό νά τό μάθει
νά προσεύχεται»[17]. Βλέπουμε πῶς ὅλοι οἱ Ἅγιοι, καί οἱ παλιοί καί οἱ
σύγχρονοι, ὅλοι οἱ φωτισμένοι ἄνθρωποι, συμβουλεύουν τίς μητέρες καί
τούς γονεῖς γενικά, νά μάθουν στά παιδιά τους τήν προσευχή, τήν
ταπείνωση, τήν καταφυγή στόν Θεό κι ἔτσι νά φτιάχνουν σωστά καί
ἐπιτυχημένα παιδιά, ὄχι μόνο γιά αὐτήν ζωή, ἀλλά καί τήν αἰωνιότητα.
Ἄς
παρακαλοῦμε τόν Ἅγιο Πορφύριο καί ὅλους τούς Ἁγίους μας νά μᾶς
φωτίζουν, νά μᾶς ἐνισχύουν στόν πνευματικό μας ἀγῶνα, ὥστε ὅλοι νά
ἐνεργοῦμε μέ διάκριση, εἴτε εἴμαστε μέ οἰκογένεια, εἴτε εἴμαστε στό
μοναστήρι, εἴτε εἴμαστε μόνοι μας. Ὅλοι θά πρέπει νά ἀγωνιστοῦμε γιά νά
ἀγαπήσουμε τόν Θεό καί νά καταφεύγουμε ταπεινά σέ Αὐτόν μέ πίστη καί
ἐμπιστοσύνη.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Μᾶρκ. 8, 29.
[2] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[3] Ἰωάν. 15, 5.
[4] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[5] Φιλ. 4, 13.
[6] Ἡσ. 3, 12.
[7] Ὅ.π.
[8] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[9] Ὅ.π.
[10] Ὅ.π.
[11] Ὅ.π.
[12]
Οἰκογενειακή ζωή, Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Δ’, Ἱερό Ἡσυχαστήριο
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, 2002, (στό ἑξῆς: Οἰκογενειακή ζωή, Ἁγίου
Παϊσίου Ἁγιορείτου).
[13] Οἰκογενειακή ζωή, Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου.
[14] Ὅ.π.
[15] Ὅ.π.
[16] Ἀπάνθισμα Ὁμιλιῶν, Δημητρίου Παναγόπουλου, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη.
[17] Ὅ.π.