Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2022

Ο εορτασμός τών Χριστουγέννων

 

Μιχάλης Μαυροφοράκης και Αγάπιος Ματσαγκούρας

 Η σημασία των Χριστουγέννων

Τα Χριστούγεννα, είναι Θεοφανεία. Φανέρωσις του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος, στην Α’ προς Τιμόθεον επιστολή του κεφ. Γ: 16, γράφει: «Θεός εφανερώθη εν σαρκί”. Και πώς εφανερώθη ο Θεός εν σαρκί;  Αφού γεννήθηκε ως άνθρωπος. Δηλαδή, άνθρωπος σαν κι εμάς, από σάρκα και αίμα. «Κεκοινώνηκεν σαρκός και αίματος», όπως αναφέρει στην Προς Εβραίους επιστολή 2/β: 14.

Τα Χριστούγεννα είναι η ημέρα που η αγία Ορθόδοξη Εκκλησία μας εορτάζει την κατά σάρκα γέννηση του Υιού του Θεού εκ της Υπεραγίας Θεοτόκου στο σπήλαιο της Βηθλεέμ της Ιουδαίας επί Καίσαρος Αυγούστου. Από τότε δε, αρχίζει και η εκκλησιαστική μας ιστορία. Αυτή η φανέρωση του Θεού εν σαρκί, αυτή η γέννηση του Θεού ως ανθρώπου, είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό γεγονός διότι αυτό, αν εξαιρέσει κανείς τον Ευαγγελισμό προς την Παρθένο Μαρία που προηγήθηκε στην ουσία, σηματοδοτεί την έναρξη της σωτηριώδους οικονομίας και των γεγονότων που οδήγησαν τον άνθρωπο στην λύτρωση από την αμαρτία και στη δυνατότητα της αναστάσεως και της θεώσεως. Διότι φυσικά αν δεν υπήρχε το μυστήριον της σάρκωσης  του Υιού του Θεού,, δεν θα  υπήρχε και το σωτηριώδες Πάθος και δεν θα ακολουθούσε  η Ανάστασις δια της οποίας αναστήθηκε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος από τον θάνατο και την πτώση της αμαρτίας.

Γιατί όμως είναι εορτή, και γιατί εορτάζεται; Στην Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, που είναι το σώμα του σαρκωθέντος Θεού, δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ των εκκλησιαστικών εορτών και των γεγονότων που η Εκκλησία εορτάζει  στις ιερές ακολουθίες της. Γιατί, ένα σωτηριώδες και  θεόσταλτο γεγονός  που κατά τη Θεία Οικονομία της Σωτηρίας του Κόσμου συνέβη σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή, συνέβη με τέτοιο τρόπο και με τέτοιο σκοπό, ώστε να μείνει μετά για πάντα. Δηλαδή συνέβη κατά τέτοιον τρόπο, για να γίνει λειτουργικό, που σημαίνει ανθρωποσωτήριο, συνεχώς παρατεινόμενο, μέσω όλης της ιστορίας της εκκλησίας επί γης, μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία και σ’ όλη την αιωνιότητα. Και αυτή η λειτουργική για τον άνθρωπο σωτήριος μεταφορά και προέκταση των θείων γεγονότων μέσω της ζωής μας σ’ αυτή τη γη, είναι πράγματι η ζωή της Εκκλησίας, και το εορτολόγιο της εκκλησίας είναι πράγματι η λειτουργία της. Η λειτουργία του ζώντος Θεού που με ζωοποιεί και μας σώζει.

Ολόκληρο το Ευαγγέλιο και τα Καινοδιαθηκικά γεγονότα της ιστορίας της σωτηρίας, συνοψίζονται στο Ευαγγέλιο, δηλαδή στη χαρμόσυνη αγγελία της ενσαρκώσεως του Θεού, της ενανθρωπίσεως του Χριστού. Ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί, ο Θεός Λόγος έλαβε σώμα, έγινε άνθρωπος. Και αυτό ακριβώς το Θεανθρώπινο γεγονός είναι εκείνο που εμείς εορτάζομε τα Χριστούγεννα. Το συγκεκριμένο γεγονός είναι η κατά σάρκα γέννηση του Ιησού Χριστού ως ανθρώπου. Και γι’ αυτό είναι επίσης ένα συγκεκριμένο γεγονός και η Ορθόδοξη χριστιανική εορτή των Χριστουγέννων μας. Γιατί κάθε Ορθόδοξη εκκλησιαστική εορτή και ιδιαίτερα τα Χριστούγεννα, είναι για μας ορθόδοξη, λειτουργική και ευχαριστιακή μετοχή και κοινωνία μας, και οικείωσή μας, προς το μυστηριακό αλλά και πραγματικό γεγονός της σαρκώσεως του σωτήρος Ιησού Χριστού, «δι’ ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν», ως λέγει η Εκκλησία. «Ότι ετέχθη ημίν σήμερον, Σωτήρ, ος εστίν Χριστός, Κύριος εν πόλει Δαυίδ».

Αντιρρήσεις για τη γιορτή των Χριστουγέννων

Εν τούτοις υπάρχουν πολλοί οι οποίοι ονομάζονται «Χριστιανοί» οι οποίοι αρνούνται, (όσο παράξενο και αν φαίνεται αυτό) να εορτάσουν αυτό το συγκλονιστικό και συνάμα χαρμόσυνο γεγονός στην ιστορία της ανθρωπότητος. Έχουμε κατά νου τους επονομαζόμενους  «Μάρτυρες του Ιεχωβά» οι οποίοι προβάλλουν τις αντιρρήσεις τους για το εάν πρέπει να εορτάζεται το γεγονός αυτό της σαρκώσεως του Κυρίου και όσο μας επιτρέψει ο χρόνος, καλούμαστε να δώσουμε όσες απαντήσεις μπορούμε, δίνοντας ταυτόχρονα και την πραγματική διάσταση αυτού του χαρμόσυνου γεγονότος.

Ας αρχίσουμε όμως θέτοντας τα βασικά ερωτηματικά που καλούμαστε να απαντήσουμε και να αναλύσουμε. Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι «εάν πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα», και γενικότερα «εάν υπάρχουν εορτές για τους χριστιανούς». Εάν δηλαδή οι Χριστιανοί αρμόζει να εορτάζουν ορισμένα θρησκευτικά γεγονότα.

Στη συνέχεια το επόμενο ερώτημα, έχει πολλές όψεις. Θα μπορούσαμε λοιπόν να το θέσουμε ως εξής: «Πότε και πώς και τι πρέπει να εορτάζουν οι χριστιανοί;»  Αυτό βέβαια το ερώτημα μπορούμε να το συγκεκριμενοποιήσουμε και πρέπει για την εορτή των Χριστουγέννων. Ένα άλλο ερώτημα που ακολουθεί, είναι το «από πότε άρχισαν οι Χριστιανοί να εορτάζουν τα Χριστούγεννα;» Και αυτό το θέτουμε όχι μόνο για την ιστορική διάσταση του θέματος, αλλά και διότι έχουν προσπαθήσει οι επονομαζόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά» που προηγουμένως αναφέραμε, να «αποδείξουν» ιστορικά, ότι αυτή είναι μία εορτή η οποία δήθεν εισήχθη πολύ αργότερα και κατ’ αυτό τον τρόπο επιχειρούν να δικαιολογήσουν το γιατί αρνούνται τον εορτασμό της. Ένα επιπλέον ερώτημα ή θέμα  που μπαίνει και που έχει σχέση  με αυτή την εορτή των Χριστουγέννων, είναι τα περί της προσκύνησης των Μάγων και περί του Αστέρος, που τους οδήγησε στο να αναζητήσουν και να προσκυνήσουν τον βασιλιά των Ιουδαίων.

Τέλος, θα διερευνήσουμε το πότε πρέπει να εορτάζομε τα Χριστούγεννα και αυτό διότι έχουν αναφερθεί αντιρρήσεις από την προαναφερθείσα ομάδα ανθρώπων, ότι δεν είναι αυτή η ορθή ημερομηνία, (ο Δεκέμβριος μήνας), αλλά τοποθετούν τη Γέννηση του Χριστού στο μήνα Οκτώβριο. Αυτές και άλλες ερωτήσεις, γύρω από το ζήτημα του εορτασμού της του Χριστού Γεννήσεως, θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε και να απαντήσουμε.

Ας είμαστε λοιπόν πολύ συγκεκριμένοι, γιατί είναι σημαντικό να δούμε από κοντά τις θέσεις αυτών των μικρών ομάδων των λεγομένων «Χριστιανών», όπως είναι οι λεγόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά».

Μια πρώτη δικαιολογία που προβάλλεται, είναι η ακόλουθη: «Οι εορτές γενικώς και ειδικά αυτή της Γεννήσεως του Κυρίου, δεν είναι αυτό που φαίνεται, αλλά έχει (και έχουν οι εορτές), μία παγανιστική, μη Χριστιανική προέλευση, και μάλιστα συχνά συνοδεύονται  από ελευθεριάζουσες πράξεις και δραστηριότητες, όπως είναι η οινοποσία, η μέθη, η πορνεία και άλλα. Αυτό αναφέρεται και αυτή τη δικαιολογία επικαλείται, το βιβλίο  «Τα Πάντα Δοκιμάζετε..» στη σελίδα 241. Είναι βιβλίο των λεγομένων «Μαρτύρων του Ιεχωβά».

Ένα δεύτερο επιχείρημα που προβάλλεται, είναι ότι οι γιορτές δεν μνημονεύονται στην Αγία Γραφή εκτός κάτω από αρνητικές περιστάσεις, όπως οι συντροφιές των γεννεθλίων, στις οποίες κάποιος πάντοτε θανατώθηκε. Και προβάλλεται η περίπτωση τόσο των γεννεθλίων του Φαραώ όπου άνθρωποι θανατώθηκαν, όσο και των γεννεθλίων του Ηρώδη κατά τα οποία θανατώθηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Προβάλλεται αντ’ αυτού η αντίληψη ότι η μόνη προσταγή  του Κυρίου για να γιορτάζουμε κάτι, είναι «το Δείπνο του Κυρίου». Όλα αυτά βρίσκονται στο ίδιο βιβλίο «Τα Πάντα Δοκιμάζετε» στη σελίδα 235 -236.

Και ένα τελευταίο επιχείρημα και αντίληψη – αιτιολογία που προβάλλεται, είναι ότι οι γιορτές γενικώς ειδωλοποιούν κάτι ή κάποιον άλλον εκτός του Θεού, και η Αγία Γραφή λέει «φεύγετε από την ειδωλολατρία» και δεν είναι οι Χριστιανοί μέρος του κόσμου, δεν είναι εκ του κόσμου, και συνεπώς  γιατί να γιορτάζουν πράγματα τα οποία ειδωλοποιούν οτιδήποτε; Αυτά από το ίδιο βιβλίο που αναφέραμε, από τη σελίδα 241 και 242.

Τέλος σχετικά με τα Χριστούγεννα, προβάλλουν το επιχείρημα ότι ο Χριστός δεν γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου, και έτσι, γιατί να γιορτάζει κανείς, κάποια ημερομηνία που συμπίπτει με το χειμερινό ηλιοστάσιο που εορταζόταν παλιά από τους λάτρεις του ήλιου;

Προτού να εξετάσουμε αυτές τις αντιρρήσεις, ας δούμε κάποιες αρχές, γενικές αρχές πρώτα, που τόσο οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, όσο και οι Χριστιανοί συμφωνούμε, ότι είναι βασικές και δεν επιδέχονται περαιτέρω διαπραγμάτευση. Στη συνέχεια θα εξετάσουμε την ερμηνεία που δίνουν οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά σ’ αυτά, και θα αποκαλύψουμε την ασυνέπεια της Εταιρίας Σκοπιά και την αποτυχία τους να αντιληφθούν τη Χριστιανοσύνη.

Κατ’ αρχήν να πούμε ότι η Αγία Γραφή είναι πολύ σαφής όταν λέει μερικά πράγματα, τα οποία δεχόμαστε: Ότι δεν είμαστε εκ του κόσμου. Και εμείς πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να έχουμε κοσμικό φρόνημα, κατά το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, 17/ιζ κεφάλαιο, 16 εδάφιο. Ότι πρέπει να απέχουμε από το πονηρό, σύμφωνα με την προτροπή του αποστόλου Παύλου, στην Α΄ Θεσσαλονικείς, 5/ε: 22. Ότι δεν συμμετέχουμε, και πρέπει να αποφεύγουμε να συμμετέχουμε στα έργα τα άκαρπα του σκότους, σύμφωνα με την προς Εφεσίους επιστολή επίσης του αποστόλου Παύλου, 5/ε: 11, και 13/ιγ: 12. Και ότι δεν υπάρχει κοινωνία ανάμεσα στο φως και στο σκότος, σύμφωνα με τη Β΄ Κορινθίους επιστολή του αποστόλου Παύλου, 6/στ: 14. Όλοι όσοι ισχυριζόμαστε ότι είμαστε Χριστιανοί, πράγματι πιστεύουμε, και θέλουμε να ζούμε μ’ αυτές τις αρχές. Η αντιπαράθεση αρχίζει, όταν αυτές οι αρχές ερμηνεύονται για να τεθούν σε εφαρμογή στην καθημερινή ζωή.

Ας δούμε λοιπόν, αναλυτικότερα τις αντιρρήσεις που προαναφέραμε:

Ειδωλολατρική προέλευση;

Θα εξετάσουμε πρώτα, την αντίρρηση ότι οι γιορτές γενικά, (αλλά και τα Χριστούγεννα), έχουν μία ειδωλολατρική προέλευση, μια μη Χριστιανική προέλευση, και ότι συνοδεύονται από έργα όπως είναι η μέθη ή η πορνεία.

Είναι αλήθεια, ότι μπορεί να φαίνεται πως διάφορες γιορτές, συμπίπτει να γίνονται σε χρόνο που παλιά, αρχαίοι λαοί, γιόρταζαν τις δικές τους γιορτές. Να φαίνεται ότι τάχα αυτές οι γιορτές έχουν προέλευση που σχετίζονται με έθιμα και ήθη και πράξεις ειδωλολατρείας, ή παγανισμού. Είναι επίσης αλήθεια όμως, ότι υπάρχουν ένα σωρό πράγματα, τα οποία έχουν την προέλευσή τους στον παγανισμό και τα χρησιμοποιούμε. Ένα παράδειγμα είναι το ημερολόγιό μας! Ο μήνας Ιανουάριος φερ’ ειπείν. Έχει το όνομά του παρμένο από έναν αρχαίο «θεό». Ή ο Αύγουστος, είναι τίτλος τιμής, ενός ειδωλολάτρη βασιλέα. Πολλές φορές, ζευγάρια γιορτάζουν την επέτειο του γάμου τους. Αλλά το ίδιο συνήθιζαν ζευγάρια στην ειδωλολατρική εποχή των αρχαίων λαών. Το ίδιο συνηθίζουν και οι λεγόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά». Τα δαχτυλίδια στο γάμο, έχουν επίσης ρίζες παγανιστικές. Και άλλα παρόμοια σύμβολα χρησιμοποιούνται και στον καθημερινό κόσμο των επιχειρήσεων. Μήπως πρέπει να ξεδιαλέγουμε, όλα τα μικρά και μεγάλα πράγματα, για να βρούμε τι ρίζα έχει το καθένα, και έτσι να τα απορρίψουμε; Αυτός είναι ο στόχος της Χριστιανικής μας πορείας; Μήπως αυτό φέρνει στη μνήμη μας τους Φαρισαίους οι οποίοι «διύλιζαν τον κώνωπα, και κατάπιναν την κάμηλο», ψάχνοντας να βρουν τι είναι καθαρό και τι είναι ακάθαρτο; Αυτός είναι ο στόχος της σωτηρίας μας;

Σε αυτό το σημείο η εταιρία Σκοπιά λέει: «όχι, χρειάζεται να έχουμε μια ισορροπία, και υπάρχει ένα άρθρο στο περιοδικό της «Ξύπνα» της 22ας Δεκεμβρίου 1976, (στην Αγγλική), στις σελίδες 12-15, που εκεί αναφέρεται πολύ συγκεκριμένα, ότι «το γεγονός ότι άλλες θρησκείες μπορεί να χρησιμοποιούν κάποια πράγματα που είναι της φύσης που ο Θεός δημιούργησε, και να τα χρησιμοποιούν ως σύμβολα στη λατρεία των ειδώλων, δεν καθιστά αυτά τα πράγματα εσφαλμένα για τους αληθινούς λάτρεις, που τα χρησιμοποιούν διαφορετικά». Οποιοσδήποτε επισκεπτόταν τον Ναό του Θεού του Σολομώντα, μπορούσε να αντιληφθεί ότι οι λάτρεις του Θεού, δεν λάτρευαν εκείνα τα διακοσμητικά σύμβολα που υπήρχαν στους τοίχους. Έτσι, οι Χριστιανικές ανάγκες, δεν πρέπει πρωτίστως να επικεντρώνονται σ’ ένα συγκεκριμένο σύμβολο, και να σκέπτονται τι μπορεί αυτό να εννοούσε και να σήμαινε πριν από χιλιάδες χρόνια, ή πώς μπορεί να το θεωρούν στην άλλη μεριά του κόσμου. Αλλά θα πρέπει να επικεντρώνονται στο ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ, για τους περισσότερους ανθρώπους, μεταξύ των οποίων οι Χριστιανοί ζουν. Αυτό λέει το περιοδικό «Ξύπνα» του 1976, και τα ίδια αναφέρει και η «Σκοπιά» 15 Μαϊου του 1972. Ότι εάν ένα αντικείμενο είναι είδωλο ή όχι, πρωτίστως εξαρτάται, από το πώς το θεωρεί κανείς.

Αυτά δείχνουν κάτι πολύ βασικό. Η εταιρία Σκοπιά, τονίζει ότι:

Ότι τα σχήματα ή τα σύμβολα καθεαυτά, δεν είναι κάτι κατ’ ανάγκην κακό, να χρησιμοποιούνται σήμερα, ακόμα και αν κάποτε χρησιμοποιούνταν από τους ειδωλολάτρες στην εσφαλμένη λατρεία.

Ότι είναι χάσιμο χρόνου, και δεν είναι αναγκαίο, να καθίσουμε να δούμε, τι σήμαινε κάθε αντικείμενο που βρίσκεται πάνω στη γη στο παρελθόν, ή σήμερα.

Κι εδώ φαίνεται η ασυνέπεια της εταιρίας Σκοπιά: Καμιά Χριστιανική γιορτή, δεν γιορτάζει ΤΙΠΟΤΑ από εκείνα που γιόρταζαν οι αρχαίοι ειδωλολάτρες. Και αν στην ημερομηνία κάποιας Χριστιανικής γιορτής, συνέπιπτε να υπάρχει κάποια ειδωλολατρική γιορτή, δεν έχει καμία τέτοια σημασία η ημέρα αυτή σήμερα για μας. Για παράδειγμα τα Χριστούγεννα. Πολύ πριν αρχίσουν να γιορτάζουν τη γέννηση του Χριστού οι Χριστιανοί, οι ειδωλολάτρες γιόρταζαν τον ήλιο, στις 25 Δεκεμβρίου. Ήταν η ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου. Ήταν τότε γι’ αυτούς, ένας καιρός που έδιναν δώρα, και βέβαια υπήρχε και κραιπάλη. Όταν άρχισαν οι Χριστιανοί να γιορτάζουν, την Χριστού Γέννηση, όλα αυτά αντικαταστάθηκαν. Και στην παλαιά γιορτή του αυτοκράτορα Αυρηλίου, που είχε ξεκινήσει τον 3ο αιώνα οι Χριστιανοί έβαλαν τη δική τους γιορτή. Τώρα τι θα πούμε; Ότι η σημερινή γιορτή, έχει σχέση, και είναι απομεινάρι της αρχαίας γιορτής; Μήπως οι Χριστιανοί εννοούν σήμερα με τη γιορτή των Χριστουγέννων, αυτά που εννοούσαν οι αρχαίοι ειδωλολάτρες; Μήπως εξακολουθούμε δηλαδή, να λατρεύουμε τον Ήλιο; Όχι! Μπορεί για μερικούς να είναι καιρός που υπάρχει κατάχρηση. Αλλά αυτό δεν είναι το Χριστιανικό μήνυμα. Για εμάς, η δόξα του Ήλιου της Δικαιοσύνης, που ανέτειλε στον κόσμο, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που γεννήθηκε για εμάς ως άνθρωπος, δεν έχει καμία σχέση με την τιμή που απέδιδαν στον ήλιο, (τον κτιστό ήλιο), οι αρχαίοι λάτρεις του.

Οι ίδιοι λοιπόν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ερχόμενοι σε σύγκρουση με τους εαυτούς τους, αντιφάσκοντας, έχουν γράψει στα επίσημα έντυπά τους, ότι δεν χαρακτηρίζει την λατρεία η ιστορία των μέσων που χρησιμοποιούνται, αλλά η λατρεία χαρακτηρίζεται άμεσα, από το πώς χρησιμοποιείται και το πώς τελείται. Λέγουν λοιπόν, ότι δεν είναι ανάγκη αφ’ ενός να εξετάζει κανείς με λεπτομέρεια τα αντικείμενα που χρησιμοποιεί, εάν είχαν ειδωλολατρική προέλευση, και αφ’ ετέρου ότι εάν κανείς χρησιμοποιεί τρόπους ή μεθόδους για τη λατρεία του αληθινού Θεού, που πιθανόν χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν και από μη Χριστιανικούς λαούς, αυτό δεν αλλοιώνει την απόδοση της λατρείας. Έτσι λοιπόν, στηριζόμενοι στα ίδια τους τα λεγόμενα, μπορούμε να πούμε, ότι η γιορτή των Χριστουγέννων, όπως και κάθε άλλη Χριστιανική γιορτή, αποδίδει δόξα και τιμή και λατρεία και αίνο, στον αληθινό Θεό, και κατά συνέπειαν κανένας δεν πρέπει να εξετάζει και να ασχολείται, με το ποιοι και πότε στο παρελθόν, εόρταζαν πιθανόν σε παρόμοιες ημέρες θεούς ειδωλολατρικούς.

Πρέπει οι Χριστιανοί να έχουν γιορτές;

Και ερχόμαστε τώρα στο δεύτερο σημείο, στο σημείο που λένε ότι στην Αγία Γραφή και ιδιαίτερα στην Καινή Διαθήκη, δεν αναφέρονται εορτές, ότι πρέπει δηλαδή οι Χριστιανοί να εορτάζουν εορτές, αλλά μόνο την εορτή του «Δείπνου του Κυρίου».

Κατ’ αρχήν, θέλουμε να πούμε, ότι η Αγία Γραφή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι γεμάτη από εορτές για τον Κύριο. Ο Ίδιος ο Κύριος, και στην Παλαιά Διαθήκη, και στην Καινή, έχει θεσπίσει εορτές, και μάλιστα μέσω αυτών των εορτών, καθαγιάζεται και ο χρόνος.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:

Η πρώτη εορτή, που αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη, είναι αυτή καθεαυτή αυτή η εορτή για την οποία μιλούμε σήμερα. Είναι δηλαδή, η εορτή της Γεννήσεως του Κυρίου. Χαρακτηριστικά, στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, στο 2/β: 6-14, αναφέρονται (συνοπτικά και αποσπασματικά) τα εξής: «Και είπεν αυτοίς, (δηλαδή στους ποιμένες ο άγγελος): Μη φοβείσθε, ιδού γαρ, ευαγγελίζομαι ημιν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαώ». Ο άγγελος λοιπόν, φέρνει ένα χαρμόσυνο άγγελμα στους ποιμένες, και μάλιστα αναφέρει τη χάρα σαν μεγάλη χαρά. Είναι πολύ χαρμόσυνο δηλαδή το γεγονός της Θείας Ενανθρωπίσεως. Και μάλιστα δεν αφορά μόνο αυτούς, αλλά και «παντί τω λαώ», όπως λέει ο άγγελος στη συνέχεια. Αλλά δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτούς η χαρά, δηλαδή στους ποιμένες, αλλά στη χαρά αυτή συμμετέχει και πλήρος αγγέλων. Στο στίχο 13 αναφέρεται: «Και εξαίφνης, εγένετο συν τω αγγέλω, πλήθος στρατιάς ουρανίου, αινούντων τω Θεώ και λεγόντων: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκίας». Παρατηρούμε λοιπόν, ότι αυτό το χαρμόσυνο, το γιορταστικό γεγονός, γιορταζόταν και από τους ανθρώπους και από τους αγγέλους, και μάλιστα με αίνους προς τον Θεό.

Σ’ αυτό το σημείο, οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά με τη Σκοπιά 15 Δεκεμβρίου του 1991 στην Ελληνική, προβάλλουν στην 5 σελίδα την αντίρρηση, και λένε, ότι «αλλοίμονο, αν πρόκειται να γιορτάζουμε κάθε γεγονός, για το οποίο οι άγγελοι αλλαλάζουν! Να, λένε, οι άγγελοι χαίρονταν και ότι δημιουργήθηκε η γη. Μήπως πρέπει να γιορτάζουμε κάθε χρόνο και τη δημιουργία της γης;

Η Χριστιανική απάντηση σε αυτό, είναι η εξής, ότι πράγματι ο Κύριος είχε θεσπίσει στον Ισραήλ την ημέρα του Σαββάτου, ως «ημέρα αναπαύσεως από πάντων των έργων αυτού», ημέρα κατά την οποία όλη η δημιουργία χαιρόταν, για το γεγονός ότι ο Κτίστης είχε συντελέσει αυτή τη δημιουργία. Και οι Χριστιανοί ποτέ δεν έπαψαν να τιμούν αυτό ακριβώς το γεγονός, αλλά πώς; Μέσα στην ημέρα της ΑΝΑ-δημιουργίας, μέσα στα πλαίσια της ανάστασης του Κυρίου. Όλη αυτή λοιπόν η χαρά των αγγέλων για τη δημιουργία, περιλαμβάνεται στην ανακαίνιση της κτίσεως, και του σύμπαντος, που είναι η ημέρα της ανάστασης του Κυρίου. Και όλα αυτά, και η ανάσταση και η δημιουργία, η αναδημιουργία, η προοπτική του μέλλοντος αιώνος, η ενανθρώπιση του Κυρίου μας…, όλα αυτά, περιλαμβάνονται σε αυτή τη σύναξη, γύρω από το τραπέζι του Δείπνου του Κυρίου. Τη Σύναξη την Ευχαριστιακή, που λέμε εμείς. Αυτή είναι η υπέρτατη γιορτή. Ειδικά μέσα στο δείπνο του Κυρίου, που είναι η σύναξη της Βασιλείας και η χαρά της Βασιλείας, περιλαμβάνονται όλα: Περιλαμβάνεται και η γέννηση του Χριστού, και η πορεία του στη γη, και η ανάστασή του, και ο θάνατός του και η ανάληψη, και η αναδημιουργία.

Περί εορτασμού γενεθλίων και αγιασμού του χώρου

Όσον αφορά το άλλο που λένε, ότι οι Χριστιανοί δεν γιορτάζουν γενέθλια, και αναφέρονται σε μία παραπομπή από την Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου, ότι οι πρώτοι Χριστιανοί δεν γιόρταζαν τη γέννηση οποιουδήποτε ατόμου, γιατί το θεωρούσαν ειδωλολατρικό έθιμο, έχουμε να πούμε τα εξής: Εντάξει, δεν διαφωνούμε. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν γιορτάζει γενέθλια. Εμείς γιορτάζουμε τη σχέση της αναγέννησης με τον Κύριο. Η αναγέννηση σχετίζεται με αυτό το όνομα το καινούργιο που δίνει ο Θεός στον άνθρωπο. Όχι με τη γέννηση κανενός ανθρώπου. Όσο δε για τον Κύριο Ιησού Χριστό, του Οποίου τη γέννηση γιορτάζουμε, δεν είναι ο Κύριος ένας «απλός άνθρωπος». Είναι ο Θεός που ενανθρώπισε! Και εκεί βρίσκεται η ουσία αυτής της υπόθεσης. Δεν είναι ένας απλός άνθρωπος, αλλά είναι ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ. Και δεν εντάσσεται σε μια τέτοια συλλογιστική, για μια δική του γιορτή, για μια γιορτή της γεννήσεώς Του. Συνεπώς, δεν πρόκειται για καμία γιορτή ειδωλολατρείας, αλλά για μια γιορτή τιμής στο πρόσωπο του Κυρίου μας, και συνεπώς η όλη ενέργεια της Εκκλησίας, είναι μια ενέργεια που χάριτι Θεού, δίνει αγιασμό δια του γεγονότος της δικής Του ενανθρωπίσεως και στον χρόνο και στον χώρο.

Αυτόν ακριβώς τον αγιασμό της κτίσεως, είναι εκείνο που επιδιώκει η Εκκλησία και τα μέλη της το καθένα ξεχωριστά, και γι’ αυτό γιορτάζουν όλα αυτά τα Θεία γεγονότα, μεταξύ των οποίων και το πολύ σημαντικό γεγονός της Θείας Ενανθρωπίσεως που εορτάζει η Χριστιανική Εκκλησία κατά την εορτή των Χριστουγέννων.

Όπως και προηγουμένως τονίσαμε, αποκορύφωμα και κέντρο του εορτασμού, είναι η Θεία Ευχαριστία, το Δείπνο του Κυρίου, και σε αυτό δεν υπάρχει καμία αντίρρηση και αμφιβολία. Μέσα σ’ αυτό το γεγονός, οι Χριστιανοί εορτάζουν ολόκληρη τη Θεία Οικονομία, η οποία βεβαίως περιλαμβάνει όλα τα στάδια και τις φάσεις της Θείας Ενανθρωπίσεως, και της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, που αυτή συνεπάγεται. Ωστόσο, ας δούμε αυτό το γεγονός, (το σημαντικό γεγονός), μέσα από κάποια χωρία της Αγίας Γραφής.

Κατ’ αρχήν, ας ανατρέξουμε στο βιβλίο της Εξόδου, 3/γ: 5. Εκεί ο Θεός λέει τα εξής στον Μωυσή, όταν εμφανίσθηκε εν μέσω της φλεγομένης και μη κατακαιομένης βάτου: «Λύσον τα υποδήματά σου εκ των ποδών σου, διότι ο τόπος επί του οποίου ίστασαι είναι γη αγία». Ο τόπος λοιπόν, με την εμφάνιση και την παρουσία του Κυρίου, αγιάσθηκε.

Ο αγιασμός του χρόνου και το γλέντι

Όμοια όμως, αγιάζεται και ο χρόνος. Ένα μικρό παράδειγμα θα αναφέρουμε από το βιβλίο του Νεεμία. Εκεί, στο 8ο κεφάλαιο και στίχους 8-11, αναφέρονται τα εξής: «Και ανέγνωσαν εν βιβλίω νόμου του Θεού, και εδίδασκεν Έσδρας και διέστελλεν εν επιστήμη Κυρίου, και συνήκεν ο λαός εν τη αναγνώσει. 9 και είπε Νεεμίας και Έσδρας ο ιερεύς και γραμματεύς και οι Λευίται και οι συνετίζοντες τον λαόν και είπαν παντί τω λαω· ημέρα αγία εστί τω Κυρίω Θεω ημών…». Και σημειώνουμε εδώ, ότι αυτή η ημέρα, ήταν η πρώτη ημέρα του 7ου μηνός. Δεν ήταν δηλαδή μία από τις καθιερωμένες ημέρες εορτής από τον Νόμο. Εδώ συμβαίνει ένα χαρούμενο γεγονός, ένα γεγονός που έχει σχέση με την επιστροφή των Ισραηλιτών από τη Βαβυλώνια αιχμαλωσία, και ο λαός του Θεού ορίζει την ημέρα αυτή ως αγία, και μ’ αυτόν τον τρόπο στην ουσία νομοθετεί θα μπορούσαμε να πούμε, ως λαός του Θεού, και αγιάζει, καθαγιάζει τον χρόνο. Επανερχόμαστε λοιπόν, διαβάζοντας: «…ημέρα αγία εστί τω Κυρίω Θεω ημών, μη πενθείτε μηδέ κλαίετε· ότι έκλαιε πας ο λαός, ως ήκουσαν τους λόγους του νόμου. 10 και είπεν αυτοίς· πορεύεσθε φάγετε λιπάσματα και πίετε γλυκάσματα και αποστείλατε μερίδας τοις μη έχουσιν· ότι αγία εστίν η ημέρα τω Κυρίω ημών· και μη διαπέσητε, ότι εστί Κύριος ισχύς ημών. 11 και οι Λευίται κατεσιώπων πάντα τον λαόν λέγοντες· σιωπάτε, ότι ημέρα αγία, και μη καταπίπτετε». Παρατηρούμε λοιπόν, με ποιο τρόπο καθιερώθηκε η ημέρα αυτή ως αγία, ως ημέρα εορτής, και με ποιο τρόπο προτρέπει ο Νεεμίας και ο Έσδρας τους Ισραηλίτες να τη γιορτάσουν. Ποιος ήταν λοιπόν ο τρόπος τον οποίο υπεδείκνυε εμμέσως ο Θεός, για να εορτάζεται αυτή η αγία ημέρα; Ήταν η ανάγνωση και η ερμηνεία του Νόμου, του λόγου του Θεού, αλλά ήταν επίσης (εκτός από την πνευματική θα λέγαμε ευχαρίστηση και τροφή), ήταν και η υλική αγαλλίαση, και αυτό γινόταν με παράσταση τραπέζης, δηλαδή με φαγητό και ποτό. Παράλληλα όμως, η τράπεζα αυτή, είχε το χαρακτήρα και της κοινωνίας, και της ελεημοσύνης προς τους μη έχοντας.

Η αγία ημέρα, η εορτή δηλαδή για τον Κύριο, συμπεριλαμβάνει τη χαρά ολοκλήρου του λαού, και έτσι πρέπει να εορτάζονται και οι Χριστιανικές εορτές. Αυτό βέβαια πόρω απέχει, από το να οδηγείται κανείς σε κραιπάλη και μέθη, και τελικά να απομακρύνεται από το σκοπό της εορτής, που είναι ο αίνος και η δόξα προς τον Κύριο, αλλά και η υλική ευφροσύνη.

  Εισαγωγή

Η πολύ σημαντική εορτή των Χριστουγέννων, της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, δυστυχώς, κακοποιείται από πολλούς, οι οποίοι ομολογούν ότι είναι Χριστιανοί και συχνά φέρουν επιχειρήματα για να στηρίξουν τις εσφαλμένες απόψεις τους ότι τα Χριστούγεννα δεν πρέπει να εορτάζονται διότι, δήθεν, δεν είναι χριστιανική εορτή ή ότι ο Θεός δεν αρέσκεται σε τέτοιου είδους λατρεία.

Θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε συγκεκριμένα ερωτήματα σχετικά με το θέμα των Χριστουγέννων. Συνοπτικά, εάν πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα και γενικότερα εάν υπάρχον χριστιανικές εορτές, εορτές που πρέπει να γιορτάζουν οι χριστιανοί σε τακτά χρονικά διαστήματα ή ημερομηνίες, και πότε και πώς και τι πρέπει να εορτάζουν οι χριστιανοί εν γένει. Πιο συγκεκριμένα όσον αφορά την εορτή των Χριστουγέννων, εορτή κατά την οποία η Εκκλησία μας ενθυμείται και χαίρεται και εορτάζει το γεγονός της Χριστού γεννήσεως, το γεγονός, δηλαδή, της σαρκώσεως του Λόγου, της ενανθρωπίσεως του Υιού του Θεού.

Το ερώτημα είναι για το πότε πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα και συγκεκριμένα εάν πρέπει να εορτάζονται την 25η Δεκεμβρίου ή κάποια άλλη ημερομηνία, όπως τοποθετούν πολλοί από τους αιρετικούς, την ημερομηνία της γεννήσεως του Χριστού.

Ένα άλλο ερώτημα στο οποίο υπάρχει εσφαλμένη πληροφόρηση από πλευράς των αντιθέτων είναι το από πότε άρχισαν να εορτάζουν οι χριστιανοί, η Εκκλησία μας, αυτή την εορτή. Τέλος, θα ασχοληθούμε και με το ζήτημα της προσκύνησης των Μάγων, για το οποίο πολλά λέγονται και παράλληλα με το ζήτημα του Αστέρος.

Είχαμε ήδη εξετάσει το εάν πραγματικά οι Χριστιανοί πρέπει να εορτάζουν την γιορτή αυτή της Γεννήσεως του Χριστού. Διαπιστώσαμε μέσα από τις αφηγήσεις της Καινής Διαθήκης, ιδιαίτερα, ότι το γεγονός της σαρκώσεως του Λόγου και της γεννήσεως του Χριστού από την Παρθένο Μαρία, αποτέλεσε ένα συγκλονιστικό γεγονός, όχι μόνο για την γη αλλά και για τον ουρανό. Παρατηρούμε ότι άγγελοι ευαγγελίζονται το γεγονός αυτό στους ποιμένες. Δηλαδή, άγγελος Κυρίου αναγγέλλει με χαρά, αυτό το χαρμόσυνο, το συγκλονιστικό γεγονός στους ποιμένες και τους προσκαλεί στην προσκύνηση του γεννηθέντος Χριστού και στον συνεορτασμό. Παράλληλα παρατηρούμε ότι πλήθος αγγέλλων υμνούν, δοξολογούν το Θεό και ψάλλουν ευχαριστιακούς ύμνους ορμώμενοι, ακριβώς, από αυτό το γεγονός.

Διαπιστώσαμε –άλλοτε– κάποιες από τις αιτίες γι’ αυτό τον χαρμόσυνο τρόπο και την χαρμόσυνη εκδήλωση από πλευράς των αγγέλων. Ταυτόχρονα παρατηρούμε ότι ένας Αστέρας ουράνιος καθοδηγεί τους Μάγους –άνθρωποι που μέχρι τότε δεν ήταν στην ορθή πορεία της πίστης– και τους οδηγεί στο να προσκυνήσουν τον γεννηθέντα Βασιλέα και να του προσφέρουν δώρα. Έτσι, λοιπόν, ήδη από την στιγμή που συνέβη το γεγονός αυτό αντιμετωπίστηκε με χαρμόσυνο και εορταστικό τρόπο. Είναι, λοιπόν, απολύτως φυσικό οι χριστιανοί να ακολουθήσουμε αυτή την παράδοση και με τον τρόπο μας κι εμείς να συμμετέχουμε σ’ αυτό το τόσο σπουδαίο γεγονός που αποτελεί, τρόπον τινά, την αφετηρία της σωτηρίας μας.

Ένα δεύτερο σημείο που είδαμε άλλοτε, είναι ότι πολλοί από αυτούς που κακόδοξα πιστεύουν ότι δεν πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα, φέρουν –εκ των υστέρων, προφανώς– διάφορα επιχειρήματα για να πείσουν τους οπαδούς τους για κάτι τέτοιο, όπως ότι εορτάζεται σε μια ημερομηνία που συμπίπτει με κάποιες ειδωλολατρικές εορτές. Συγκεκριμένα οι Ευαγγελιστές, αλλά και οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά ισχυρίζονται ότι η 25η Δεκεμβρίου αποτελεί ημερομηνία κατά την οποία οι ειδωλολάτρες συνήθιζαν να εορτάζουν τα Σατουρνάλια. Εν τούτοις, οι ίδιοι αναιρούν τους εαυτούς τους και αντιφάσκουν με τα όσα λένε γιατί όπως είδαμε από δικές τους παραθέσεις, από δικά τους έντυπα, σε άλλες περιπτώσεις καθοδηγούν και διδάσκουν τους οπαδούς τους να μην ακολουθούν αυτή την συλλογιστική στο να ερευνούν με κάθε λεπτομέρεια ήθη, έθιμα, αντικείμενα για το εάν αποτελούσαν στο παρελθόν ειδωλολατρικές συνήθειες. Να μην ασχολούνται και να μη τρώνε τον χρόνο τους με αυτού του είδους τις ακαρποφόρητες έρευνες παρά να προσπαθούν με κάθε τρόπο στη σημερινή κοινωνία και με τις σημερινές αντιλήψεις, να προστρέχουν στη λατρεία του Θεού.

Μια εσφαλμένη προσπάθεια χρονολόγησης της γέννησης του Κυρίου

Θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις κατά το δυνατόν στα υπόλοιπα ερωτηματικά και πρώτα απ’ όλα ξεκινώντας από το πότε πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα. Και πιο συγκεκριμένα, εάν θα πρέπει να εορτάζονται την 25η Δεκεμβρίου ή κάποια άλλη ημερομηνία όπως η 1η Οκτωβρίου –επί παραδείγματι– που κάποιοι τοποθετούν σ’ αυτή την ημερομηνία την Γέννηση του Χριστού.

Στο Λουκ. α΄/1, 5 (απόδοση Βάμβα), διαβάζουμε: «υπήρξε επί των ημερών Ηρώδου του βασιλέως της Ιουδαία βασιλεύς τις τω όνομα Ζαχαρίας εκ της εφημερίας Αβιά και η γυνή αυτού ήτο εκ των θυγατέρων του Ααρών και το όνομα αυτής Ελισσάβετ». Από το χωρίο αυτό, ξεκινώντας, οι Ευαγγελιστές αλλά και οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, λένε ότι μπορούν να προσδιορίσουν πότε ήταν η εφημερία Αβιά, συνεπώς, πότε συνελήφθη από την Ελισσάβετ ο προφήτης Ιωάννης και άρα, προσθέτοντας στη συνέχεια έξι μήνες –επειδή τόσο ήταν η διαφορά ανάμεσα στον Ιωάννη και τον Κύριό μας– να προσδιορίσουν πότε συνελήφθη ο Κύριος Ιησούς Χριστός από την Παρθένο Μαρία, εκ Πνεύματος Αγίου. Λένε, λοιπόν, ότι με βάση το Α΄ Χρον. δ΄/4, 10 (απόδ. Βάμβα), ο Δαυίδ είχε χωρίσει τις ιερατικές οικογένειες κατά κλήρους, σε 24 ομάδες, για να υπηρετούν στη διάρκεια του έτους. Ο όγδοος κλήρος έπεσε στον Αβιά. Λένε, λοιπόν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ότι επί 15 ημέρες ιεράτευαν ως εφημέριοι ιερείς η κάθε μια από αυτές τις ομάδες. Παίρνουν λοιπόν, το 8ο δεκαπενθήμερο του έτους κι από’ κει και πέρα ξεκινάει η μέτρηση.

Έχουμε να κάνουμε τις εξής παρατηρήσεις, οι οποίες πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν όταν κανείς μπαίνει σε τέτοια συλλογιστική. Και το λέμε αυτό γιατί στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν γιορτάζονται ημερομηνίες. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία κηρύττουμε το Ευαγγέλιο του Χριστού. Και την μια μέρα τονίζουμε την Γέννησή Του, την άλλη μέρα τονίζουμε το γεγονός ότι βαπτίστηκε, το γεγονός ότι υπάκουε στον προφήτη του Θεού, την άλλη μέρα τονίζουμε το γεγονός ότι σταυρώθηκε για μας, την άλλη μέρα τονίζουμε ότι αναλήφθηκε. Οποιαδήποτε μέρα του έτους θα μπορούσε να γίνει αυτό το πράγμα, διότι ο στόχος μας δεν είναι να τονίσουμε ημερομηνίες. Είναι να κηρύξουμε το Ευαγγέλιο του Χριστού, που περιλαμβάνει τα πάντα: την Γέννησή Του, την Βάπτισή Του, την Σάρκωση, την επι γης πρώτη Του Παρουσία, την σταυρική του Θυσία, την Ανάστασή Του.

Καμία από τις σοβαρές μελέτες που αφορούν το θέμα της ιερωσύνης του Ισραήλ λέει ότι επί 15 ημέρες ιεράτευε η εφημερία. Η εφημερία ήταν μόνο για μία εβδομάδα, από το Σάββατο έως το επόμενο Σάββατο. Και αυτό γινόταν περίπου 2 φορές το χρόνο. Παραπέμπουμε στο έργο του Φλαβίου Ιώσηππου “Αρχαιότητες”, βιβλ. 7ο, 14-7: οι εφημερίες ήταν εβδομαδιαίες εναλλασσόμενες ανά Σάββατο, περίπου 2 φορές το χρόνο. Αλλά μη φανταστεί κανείς ότι κι έτσι μπορεί να βρει πότε ήταν η εφημερία Αβιά την εποχή του Ζαχαρία. Διότι άλλη κατάσταση έχουμε πριν από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία και άλλη μετά από αυτήν.

Από τα δεδομένα του βιβλίου του Έσδρα β΄/2, 36 (απόδ. Βάμβα) πληροφορούμαστε ότι εκείνοι που επέστρεψαν από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία ήταν οι εκπρόσωποι ΜΟΝΟ 4 ομάδων. Διαβάζουμε (στίχοι 36-39): «36 οι ιερείς υιοί Ιεδαΐα», που ήταν ένας από τους κλήρους του Ιεδαΐα. Παρακάτω: «37 υιοί Ιμμήρ», «38 υιοί Πασχώρ» και «39 υιοί Χαρήμ». Μόνο 4 κλήροι επιστρέφουν, μόνο 4 ομάδες. Οι άλλες 20 δεν επέστρεψαν.

Όταν, τον καιρό του Νεεμία ξεκινά πάλι η υπηρεσία στον Ναό, έχουμε και πάλι 24 ομάδες που υπηρετούν. Το ερώτημα είναι: η εφημερία του Αβιά στην οποία ο εμφανίζεται ο Ζαχαρίας να ανήκει, είναι με βάση τα αρχαία ονόματα ή με βάση τα ονόματα από τον καιρό του Νεεμία; Λ.χ. στο Νεεμ. ιβ΄/12, 17 αναφέρεται ο Αβιά και, ως εκπρόσωπος του Αβιά, ο Ζιχρί. Αλλά η διάταξη εδώ, μας δίνει 11ο τον Αβιά.

Τι θέλουμε να πούμε; Ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στο να προσδιορίσουμε:

α) ποια είναι η εφημερία Αβιά στην οποία ανήκει ο Ζαχαρίας, αν είναι η παλαιά ή μετά την Βαβυλώνια αιχμαλωσία

β) δεν είναι δυνατόν, επίσης, να προσδιοριστεί με κανέναν τρόπο ποια στιγμή του χρόνου εμφανίζεται η δεδομένη εφημερία, όποια κι αν είναι αυτή, για το λόγο ότι οι εφημερίες προχωρούν καθέτως αλλά κάθε τρία χρόνια, περίπου, έχουμε έναν εμβόλιμο μήνα. Και στην διάρκεια του εμβόλιμου μήνα θα υπηρετήσουν κάποιες εφημερίες, οπότε το νέο έτος θα αρχίσει με κάποια άλλη κι όχι με την πρώτη εφημερία, όπως είχε κανονικά ξεκινήσει. Υπάρχουν, λοιπόν, όπως και να το πούμε, πολλά προβλήματα στο να προσδιορίσουμε με βάση τις εφημερίες, με βάση τους ιερατικούς κλήρους την ακριβή ημερομηνία στην οποία υπηρέτησε ο Ζαχαρίας.

Αρχαία πληροφορία μας λέει ότι ο Ζαχαρίας υπηρέτησε κατά μήνα Σεπτέμβριο. Αλλά δεν θα επιμείνουμε σ’ αυτήν εμείς, διότι είδαμε ότι δεν είναι η ημερομηνία αυτή που προσδιορίζει τα πράγματα. Επίσης, αρχαία πληροφορία και συγκεκριμένα από τον Ιώσηππο, μας λέει ότι η απογραφή στην οποία ο Κύριος Ιησούς εμφανίζεται να γεννάται, έγινε την 9η του μηνός Σαπέτ (από χειρόγραφο του Ιωσήππου που πάρθηκε μαζί με τα υπόλοιπα που πήρε ο Τίτος, ο αυτοκράτορας της Ρώμης, και φυλάσσεται αυτή τη στιγμή στα μουσεία της Ρώμης), που είναι περίπου 25 Δεκεμβρίου. Εκείνο που θέλουμε να υπογραμμίσουμε είναι ότι δεν είναι δυνατόν ούτε με βάση την ιερωσύνη, τις εφημερίες, ούτε με άλλη πληροφορία να προσδιοριστεί επακριβώς η ημερομηνία, τουλάχιστον μέχρι τώρα.

Διαπιστώσαμε μέχρι στιγμής ότι σύμφωνα με τη μαρτυρία που εκτίθεται στην Καινή Διαθήκη περί της ιερωσύνης του Ζαχαρία και περί τις ιερατείας, κατά την τάξη του Αβιά, δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί η ημερομηνία της Γεννήσεως του Χριστού. Διότι αυτό το επιχείρημα, κυρίως, χρησιμοποιεί μια ομάδα καθ’ ομολογίαν χριστιανών, και συγκεκριμένα οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, για να αποδείξουν με τον τρόπο που επιχειρούν, ότι δεν είναι ορθή η ημερομηνία την οποία η Εκκλησία μας έχει καθορίσει, όπως και άλλες επίσης, για τον εορτασμό της Χριστού Γεννήσεως. Το επιχείρημά τους αυτό, λοιπόν, όπως και άλλα επιχειρήματα ιστορικής φύσεως που χρησιμοποιούν, είναι βεβιασμένο, είναι ένα επιχείρημα που δεν απορρέει από τα ιστορικά δεδομένα αλλά πιέζουν τα ιστορικά γεγονότα, τα χωρία της Γραφής και κάποια συλλογιστική δική τους, ώστε να αποδείξουν ότι η ημερομηνία αυτή δεν είναι σωστή. Και με το ίδιο σκεπτικό, με τον συλλογισμό, οδηγούνται στην ημερομηνία της 1ης Οκτωβρίου. Είναι λοιπόν σαφές, από τα ιστορικά δεδομένα που υπάρχουν σήμερα, ότι δεν είναι δυνατόν από την εφημερία του Αβιά να προσδιοριστεί η ημερομηνία της Γεννήσεως του Χριστού και προφανώς, το επιχείρημα αυτό καταπίπτει.

Η καταλληλότητα του χρόνου της απογραφής

Παράλληλα, όμως, εκτός από αυτό το κεντρικό επιχείρημα που χρησιμοποιούν, χρησιμοποιούν και μια άλλη είδους συλλογιστική όπως ότι δεν μπορεί, –δήθεν–, να είναι η 25η Δεκεμβρίου η ημέρα Γεννήσεως του Χριστού διότι κατ’ εκείνον τον καιρό έγινε η απογραφή. Και δεν θα μπορούσε να βγει διάταγμα περί απογραφής καιρό χειμώνος, διότι δεν θα μπορούσαν –δήθεν– να μετακινηθούν οι άνθρωποι. Ή ότι αναφέρει το ευαγγελικό ανάγνωσμα ότι υπήρχαν ποιμένες αγραυλούντες. Σ’ αυτά τα δυο περιστασιακά, θα μπορούσαμε να απαντήσουμε τα εξής με λίγα λόγια.

Κατ’ αρχήν, οι ποιμένες που ήταν αγραυλούντες φύλαγαν «φυλακάς», δηλαδή σκοπιές, την νύχτα. Δεν λέει το κείμενο ότι παρέμεναν όλη τη νύχτα στο ύπαιθρο. Γνωρίζουμε από τα κλιματολογικά στοιχεία για την περιοχή εκείνη ότι ο χειμώνας είναι αρκετά ήπιος και τουλάχιστον, για κάποια μικρή χρονική περίοδο της νύχτας και εναλλάξ, θα μπορούσαν οι ποιμένες να φυλούν πραγματικά σκοπιές χωρίς να υπάρχει άμεσο πρόβλημα ψύχους. Όσο δε, για το επιχείρημα που χρησιμοποιούν περί του ότι ο χειμώνας δεν είναι κατάλληλη εποχή για τις απογραφές, θα θέλαμε να πούμε ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Διότι οι περίοδοι της απογραφής πρέπει να επιλέγονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μη συμπίπτουν με περιόδους κατά τις οποίες υπάρχουν αυξημένες γεωργικές ή κτηνοτροφικές εργασίες. Δηλαδή, δεν θα έπρεπε οι πολίτες, ο κόσμος που θα απεγραφόταν, να είναι απασχολημένος με αγροτικές εργασίες ούτως ώστε να μπορεί να μετακινηθεί όπως στη περίπτωσή μας, ο Ιωσήφ με την Παρθένο Μαρία. Αντίθετα, λοιπόν: το επιχείρημα που χρησιμοποιούν από τη συλλογιστική τους, και μάλλον αποδεικνύει ότι η 1η Οκτωβρίου όπου οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τοποθετούν σαν ημερομηνία την Γέννηση του Χριστού δεν θα ταίριαζε για περίοδο απογραφής διότι, όπως είναι γνωστό, η περίοδος αυτή είναι φορτισμένη με ένα σωρό από αγροτικές εργασίες.

Η Ορθόδοξη θεώρηση των Χριστουγέννων

Ωστόσο, επαναλαμβάνουμε και τονίζουμε, ότι η χριστιανική Εκκλησία δεν στέκεται σε ημερομηνίες, στέκεται όμως στα γεγονότα. Και αυτά είναι εκείνα τα οποία ενθυμείται, αυτά είναι τα οποία εορτάζει διότι αυτά τα γεγονότα σαν σύνολο είναι η ιστορία της Πρώτης Παρουσίας και κατ’ επέκταση είναι το περιεχόμενο του Ευαγγελίου, είναι το περιεχόμενο του σωτηριολογικού κηρύγματος.

Οι χριστιανοί, όταν γιορτάζουμε, είπαμε ότι τιμούμε και τονίζουμε κάθε φορά τα γεγονότα εκείνα της ζωής και της διδασκαλίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Γιορτάζουμε πνευματικά, τιμούμε με τούτο. Δεν είπε ο Κύριός μας ότι, αν τηρούμε τις εντολές Του κι έτσι αν τον αγαπούμε, Αυτός και ο Πατέρας θα’ ρθούν και θα κατοικήσον μέσα μας; Έρχεται ο Χριστός και γεννιέται μέσα μας! Και κατοικεί και μορφώνεται μέσα μας. Αυτό είναι το Ευαγγέλιο, αυτή είναι η διδασκαλία της Ορθόδοξης χριστιανικής Εκκλησίας της πίστης μας. Μήπως ο Απόστολος Παύλος στην Γαλ. δ΄/4, 19 δεν μιλεί γι’ αυτή την πνευματική γέννηση, την πνευματική γέννηση του Χριστού μέσα μας; Λέει: «19 τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω, άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν!». Για χάρη των οποίων πάει, βρίσκεται σε ωδίνες τοκετού, «άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν», «μέχρις ότου πάρει μορφή, να σαρκωθεί μέσα σας ο Χριστός». Αυτή είναι η γέννηση του Χριστού. Για την οποία γέννηση ο πνευματικός πατέρας βρίσκεται σε ωδίνες. Αυτή τη γέννηση τονίζουμε κι έτσι θέλουμε να εορτάζουμε. Πως την επόμενη μέρα το πρωί, όταν έχουμε ένα βραδινό γλέντι ή γλεντοκόπι, για το οποίο μας κατηγορούν για οινοποσίες, θα συγκεντρωθούμε στην Θεία Ευχαριστία στο Δείπνο του Κυρίου θα υμνολογήσουμε και νωρίς το πρωί θα αποδεχτούμε τον Ήλιο της Δικαιοσύνης, τον Κύριό μας, ο οποίος ήλθε ακριβώς για να φέρει τη ζωή και το φως, σε όλους μας; Ας είμαστε σοβαροί όταν κρίνουμε μερικά πράγματα.

Η Ορθόδοξη χριστιανική Εκκλησία διαφέρει σε πολλά από την Δυτική. Και ίσως για ορισμένα από όσα κατηγορούν τους χριστιανούς να εννοούν την δυτική, την Παπική Εκκλησία. Αλλά θα πρέπει να είναι κανείς προσεκτικός στο τι λέει, γιατί το λέει και που το λέει.

Από πότε γιορτάζουμε Χριστούγεννα;

Ας δούμε τώρα από πότε έχουμε την εορτή των Χριστουγέννων. Κατ’ αρχήν μας λένε εκείνοι που προσπαθούν να κρίνουν την πίστη μας ότι για πρώτη φορά καθιερώθηκε η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων, γύρω στο 335 από την εκκλησία της Ρώμης και κατόπιν στις υπόλοιπες εκκλησίες εμφανίζεται η εορτή των Χριστουγέννων. Θέλουμε να τονίσουμε ότι σαν μεμονωμένη ημερομηνία εορτής της Γεννήσεως του Χριστού ξεκινάμε από τον 4ο αιώνα να την εορτάζουμε. Αλλά την Γέννηση του Χριστού την γιορτάζουμε από την αρχή. Και μάλιστα, ως την Επιφάνεια του Κυρίου μας (ή Τα Επιφάνεια, αφού γιορτάζουμε την Γέννηση μαζί με την Βάπτιση). Τα γεγονότα αυτά που τονίζουν ότι ο Κύριός μας ήρθε και σαρκώθηκε, πήρε τη δική μας σάρκα κι έτσι σωζόμεθα. Μάλιστα από το 180 μ.Χ. έχουμε μια φιλολογία που αναφέρεται, ακριβώς, σ’ αυτό το ζήτημα, ότι προηγείται των ετών που μας λένε, το γεγονός της εορτής της Γεννήσεως του Κυρίου, προκύπτει και από επιστολή του Αρχιεπισκόπου Νικαίας Ιωάννου, προς Ζαχαρίαν τον Καθολικόν της Μεγάλης Αρμενίας όπου πληροφορούμαστε ότι ο Πάπας Ρώμης Ιούλιος ο Α΄, απαντάει στον Επίσκοπο Ιεροσολύμων, ο οποίος Επίσκοπος Ιεροσολύμων, έγραφε σ’ εκείνον: «Πως να παραστώ συγχρόνως και στη γιορτή της γεννήσεως στη Βηθλεέμ, και στη γιορτή της Βαπτίσεως στον Ιορδάνη;» Και τότε ο Πάπας Ρώμης, του απάντησε ότι υπάρχει στα αρχεία της Ρώμης, τμήματα από διασωθέν έγγραφο του Ιωσήπου, που λέει ότι την 9η του μηνός Σαπέτ (25 Δεκεμβρίου), έγινε η γέννηση του Χριστού.

Εν πάση περιπτώσει δεν θα μείνουμε σ’ αυτά, εκείνο που έχουμε να πούμε είναι ότι πράγματι, οι χριστιανοί, από πάντα τιμούσαν την Σάρκωση του Κυρίου, την επί γης Παρουσία Του.

Οι κοσμικότητες και ο άγιος Βασίλειος

Ένα άλλο πράγμα για το οποίο κατηγορούν την Ορθόδοξη πίστη, γενικά τους χριστιανούς, είναι τα χριστουγεννιάτικα δώρα σαν μέρος της γιορτής και όσα έχουν σχέση με τον Άγιο Βασίλη. Κατ’ αρχήν έχουμε να πούμε ότι όταν κανείς γιορτάζει και όταν χαίρεται για όσα έκανε ο Κύριος για μας, πραγματικά μοιράζεται με τους αδερφούς του ό,τι έχει. Όπως λ.χ. ο Νεεμίας στο Νεεμ. η΄/8, 9: «αύτη είναι αγία εις Κύριον τον Θεόν σας μη πενθείτε μηδέ κλαίετε 10 και είπε προς αυτούς· υπάγετε φάγετε παχέα και πίετε γλυκάσματα και αποστείλατε μερίδας προς τους μη έχοντας μηδέν ητοιμασμένον διότι η ημέρα είναι αγία εις τον Κύριον ημών» (απόδ. Βάμβα). Το να μοιραζόμαστε με τους αδερφούς μας ό,τι έχουμε είναι άγιο. Δεν επιμένουμε ούτε στα δώρα που υπάρχουν στη Δύση, ούτε σε κραιπάλες, ούτε σε οινοποσίες. Αυτό να το πούμε και να το τονίσουμε ξανά. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος έλεγε ότι «δεν εορτάζουμε κοσμικώς αλλά υπερκοσμίως». Τώρα, όσον αφορά τις ιστορίες σχετικά με τον Άγιο Βασίλειο: κατ’ αρχήν την πρώτη Ιανουαρίου, τιμούμε την περιτομή του Κυρίου μας. Βεβαίως, τιμούμε και την μνήμη του Αγίου Βασιλείου. Ο Άγιος Βασίλειος ήταν ένας άνθρωπος που έκανε πάρα πολλά για τον κόσμο, πνευματικώς και υλικώς. Στη Δύση υπάρχει ο Άγιος Νικόλαος, ο λεγόμενος Santa Claus, ένας άνθρωπος πολύ πλούσιος που τα μοίρασε όλα στους ανθρώπους που είχαν ανάγκες. Και μάλιστα κατά το αγιογραφικό «μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου» (Ματθ. ς΄/6, 3), πολλές φορές νύχτα πήγαινε μεταμφιεσμένος, για να μη τον γνωρίσουν. Μάλιστα ήταν πολύ χαρακτηριστική η περίπτωση όπου πέταξε τρία τσουβάλια χρυσάφι σε έναν άνθρωπο ο οποίος ήταν σε φοβερή ανάγκη, είχε πολλά χρέη και ήταν έτοιμος, κυριολεκτικά, να πουλήσει τις τρεις θυγατέρες του.

Υπάρχει μια βάση για όλα αυτά αλλά όχι και να φτάσουμε σ’ αυτή την εμπορική διαφήμιση που υπάρχει. Προς Θεού, δεν είναι ούτε μέρος της πίστης μας ούτε μέρος της χριστιανικής μας πορείας. Το τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος είναι δικό του θέμα και ο Θεός θα κρίνει, για όλα αυτά τα ζητήματα.

Επιλεγόμενα

Τονίζουμε λοιπόν, συμπερασματικά, ότι σχετικά με το πότε εμφανίζεται η εορτή των Χριστουγέννων, έχουμε να πούμε ότι δεν εμφανίζεται στον 4ο αιώνα. Τον 4ο αιώνα έχουμε την τοποθέτησή της σε μια ιδιαίτερη ημερομηνία. Αλλά οι χριστιανοί τιμούν τα Χριστούγεννα από την ΑΡΧΗ. Γι’ αυτό και υπάρχει η φιλολογία από τον 2ο αιώνα. Να το τονίσουμε γιατί υπάρχει και παραπλάνηση και ελλειπής πληροφόρηση.

Ας θίξουμε επίσης, έστω κατ’ ελάχιστον, το ζήτημα της προσκύνησης των Μάγων και του Αστέρος. Από την ευαγγελική αφήγηση ο Αστέρας οδήγησε τους Μάγους στο να προσκυνήσουν το Χριστό και να του προσφέρουν δώρα. Οι αυτο-ονομαζόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ισχυρίζονται ότι ο Αστέρας ήταν όργανο του Σατανά που οδήγησε τους Μάγους όχι για να προσφέρουν αληθινή λατρεία στο Χριστό αλλά που τελικά, οδήγησε στη σφαγή των 14.000 νηπίων. Τούτο όμως, είναι πέρα για πέρα εσφαλμένο και αποδεικνύεται και μέσα από την ευαγγελική αφήγηση αλλά και από την Παράδοση της Εκκλησίας. Κατ’ αρχή, ποτέ ο Σατανάς δεν έχει οδηγήσει ανθρώπους πιστούς στο να προσκυνήσουν το Χριστό και να του προσφέρουν δώρα, να τον τιμήσουν, δηλαδή, ως Βασιλέα, ως Θεό και να τιμήσουν την Σταύρωση και την ταφή Του, όπως συμβολίζουν τα δώρα που προσεφέρθησαν. Αντιθέτως, η Παράδοσις, σε συμφωνία με την Αγία Γραφή, λέγει ότι ήταν σοφοί εκ της Αραβίας (γιατί η έννοια Μάγος είχε και αυτή την έννοια, μαζί με το «διδάσκαλος», «ιερέας», κ.ο.κ. την εποχή εκείνη). Πορεύτηκαν κατά πάσα πιθανότητα από την Αραβία και προσέφεραν αντίστοιχα δώρα. Έτσι, λοιπόν, εκπληρώνεται η προφητεία που αναφέρεται στο Ψαλμ οβ΄/72, 10, (Ψαλμ. οα΄/71, 10 κατά τους Ο΄) όπου αναφέρει «οι βασιλείς της Θαρσείς και των νήσων θέλουσι προσφέρει προσφοράς, οι βασιλείς της Αραβίας και της Σεβά θέλουσι προσφέρει δώρα». Ταυτόχρονα όμως, μας θυμίζει και μια άλλη προφητεία που έκανε ένας ανάλογος των Μάγων αλλά πολύ προγενέστερος και αυτός δεν είναι άλλος από τον Βαλαάμ. Η δε προφητεία του αναφέρεται στο Αριθ. κδ΄/24. Εκεί, ένας μάγος, ένας προφήτης εκτός Ισραήλ οδηγείται στο να δει σε όραση τον Παντοδύναμο και να προφητεύσει για τον ερχομό του Μεσσίου. Δεν ήταν, λοιπόν, στους λαούς αυτούς άγνωστος ο ερχομός του Χριστού και κατ’ επέκτασιν και κατά συνέπειαν αυτός ήταν ο λόγος που οδηγήθηκαν στο να τον βρουν, στο να τον αναζητήσουν και να Του προσφέρουν αυτού του είδους τα δώρα.

Εν κατακλείδι μεταφέρουμε τα λόγια του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου όπου φαίνεται με σαφή τρόπο το πως εμείς οι χριστιανοί βλέπουμε αυτή την εορτή των Χριστουγέννων και πως πρέπει να την εορτάζουμε: «Τοίνυν εορτάζομεν μη πανηγυρικώς αλλά θεϊκώς, μη κοσμικώς αλλά υπερκοσμίως, μη τα ημέτερα αλλά τα του Ημετέρου, μάλλον δε τα του Δεσπότου». Δηλαδή, όχι να τιμούμε τους εαυτούς μας αλλά να τιμούμε το Χριστό τον Δεσπότη. «Μη τα της ασθενείας αλλά τα της ιατρείας, μη τα της πλάσεως αλλά τα της αναπλάσεως».

Αυτό είναι το πραγματικό περιεχόμενο της εορτής των Χριστουγέννων και μ’ αυτό τον τρόπο πρέπει οι χριστιανοί να εορτάζουμε αυτή την αγία ημέρα.


Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: “Ορθοδοξία και Αίρεση“, του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του. Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 1-1-1994. Ακούστε την από την ΟΟΔΕ και σε ηχητικό αρχείο ΜΡ3Απομαγνητοφώνηση Η. Μ. και Ν. Μ.