Διαβάστε περισσότερα στο βιβλίο ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ὁ π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης στὴν Κοζάνη Ν2, σελ. 42-64, τῆς Ανδρονίκης Καπλάνογλου
του πρωτοπρεσβυτέρου ΙΩΑΝΝΗ ΣΙΟΥΡΟΥΝΗ, που ήταν παρών και θυμᾶται· ἀπὸ τὴν στρατιωτικήν μου ζωὴν παρὰ τῷ τότε προϊσταμένῳ τοῦ Κ.Ε.Θ. ἀρχιμανδρίτῃ π. Αὐγουστίνῳ Καντιώτῃ, κατὰ τὸ ἔτος 1949-1950
Δυστυχῶς ἔφθασα ἐκεῖ τελευταῖος
καὶ δὲν πρόλαβα πολλὰ μαθήματα. Ἐκεῖ εὑρῆκα, ὡς στρατιῶτες τότε,
σπουδαίους θεολόγους ὅπως τοὺς μετέπειτα καθηγητὰς Πανεπιστημίου κ.κ.
Μιχάλην Μακράκην, Ἰωάννην Κορναράκην, τὸν ἀείμνηστον Γεώργιον Γρατσέαν
κ.ἄ.. Τὸ φθινόπωρον τοῦ 1949 διελύθη τὸ Κ.Ε.Θ. καὶ ὅλοι προωθήθημεν
πρὸς τὰ σύνορα, ὅπου ὁ ἐθνικός μας Στρατὸς μὲ ἀλλεπάλληνες νικηφόρες
ἐξορμήσεις ἐνίκησε τὸν ἐχθρὸν καὶ ἔφερε τὴν εἰρήνην. Κατὰ τὸ διάστημα
αὐτὸ ὑπηρέτησα εἰς Κοζάνην ὡς στρατιώτης εἰς τὸ «γραφεῖον» τοῦ π.
Αὐγουστίνου, ὁ ὁποῖος κάθε ἄλλο παρὰ εἰς τὸ «γραφεῖον» εὑρίσκετο…
Μετὰ τὴν νίκην τοῦ Στρατοῦ μας συγκρατῶ εἰς τὴν μνήμην μου ἕνα μοναδικὸ γεγονός, ποὺ ἔζησα ὁ ἴδιος κοντά του.
Ὁ
π. Αὐγουστῖνος ἐπληροφορήθη ὅτι πρό τινος εἶχε ὑπογραφῆ Βασιλικὸν
Διάταγμα, διὰ τοῦ ὑπουργείου Προνοίας, τὸ ὁποῖον ἐπέτρεπε εἰς τὴν
Μασονίαν (ὡς δῆθεν φιλανθρωπικὸν Σωματεῖον) νὰ διενεργῆ ἐράνους παντοῦ,
ἀκόμα καὶ στὶς ἐκκλησίες καὶ τὰ μοναστήρια! Αὐτὸ βέβαια κανείς πιστὸς
χριστιανὸς δὲν μποροῦσε νὰ τὸ δεχθῇ πολὺ περισσότερο ἕνας Καντιώτης.
Κάθισε καὶ ἔγραψε μιά «πύρινη» Σπίθα μὲ θέμα Η ΜΑΣΟΝΙΑ, ποὺ ἐκυκλοφορήθη
σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα (φύλ. 99) ἐνῷ ἀκόμα ἦτο στρατιωτικὸς ἱεροκῆρυξ Β´
Σώματος Στρατοῦ μὲ ἕδρα τότε τὸν λόφον Ἁγίου Ἀθανασίου, πλησίον τῆς
Κοζάνης. Μία Κυριακὴ τοῦ φθινοπώρου αὐτοῦ ἀποφάσισε νὰ λειτουργήση ὁ
ἴδιος εἰς τὸν Ναὸν αὐτὸν τοῦ Ἁγ. Ἀθανασίου, πρᾶγμα ὄχι σύνηθες. Εἰς τὸ
Ἱερὸν τοῦ ναοῦ εὑρισκόμην καὶ ἐγώ. Πρὶν προχωρήση ἡ θ. Λειτουργία
ἐκάλεσε εἰς τὸ Ἱερὸν τὸν ψάλτη καὶ τοῦ εἶπε· «Πρόσεξε νὰ μὴ ψάλλης
πολυχρόνιον τοῦ βασιλέως ἡμῶν Παύλου κ.λπ., διότι ὑπέγραψε Διάταγμα ὑπὲρ τῆς
Μασονίας καὶ ἡ Μασονία εἶναι ἀντίχριστος…». Ὁ ψάλτης ἐμβρόντητος ἄκουε
τὰ λόγια αὐτὰ καὶ κούνησε τὸ κεφάλι του, καταφατικῶς, ὅπως φαινόταν,
τοὐλάχιστον. Ὅταν ὅμως προχώρησε ἡ θ. Λειτουργία καὶ ἔφθασε εἰς τὸ
σημεῖον ἐκεῖνο, πρὸ τοῦ Ἀποστόλου, ὁπότε τότε ἐψάλλετο τό «πολυχρόνιον»
τοῦ βασιλέως, βλέποντας ὁ ψάλτης ἐμπρός του ὅτι εἶχαν προσέλθει πολλοὶ
ἀνώτεροι καὶ ἀνώτατοι ἀξιωματικοί, ἐφοβήθη νὰ παραλείψη τὸ «πολυχρόνιον»
τοῦ Βασιλέως καὶ ἄρχισε νὰ τὸ ψάλλῃ ὅπως ἔκανε πάντοτε μέχρι τότε. Τότε
τὸν διακόπτει ὁ π. Αὐγουστῖνος λέγοντάς του ἐντόνως· «Δὲν σοῦ εἶπα νὰ
μὴν ψάλλης πολυχρόνιον, διότι ὁ Βασιλεὺς ὑπέγραψε Διάταγμα ὑπὲρ τῶν
μασόνων κ.λ.π.;». Ἀμέσως ἐπεκράτησε ταραχὴ καὶ κατάπληξις σὲ ὅλους.
Τὸ ἴδιο βράδυ ὁ ἀντισυνταγματάρχης τοῦ Α2 καλεῖ τὸν π.
Αὐγουστῖνον εἰς τὸ γραφεῖον του καὶ τοῦ κάνει δριμύτατες παρατηρήσεις:
«Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ μᾶς ἔκανες, Αὐγουστῖνε; Ἐμεῖς πρὶν λίγο καιρὸ
στείλαμε ἀναφορὰ εἰς τὸ Γενικὸν Ἐπιτελεῖον νὰ σοῦ ἀπονείμῃ εὔφημον
μνείαν κ.λπ. γιὰ τὰ τόσο φλογερὰ ἐθνικοθρησκευτικά σου κηρύγματα, ποὺ
ἀναπτερώνουν τὸ ἠθικὸν τοῦ Στρατοῦ κ.λπ.».
Ἀφοῦ τὸν ἄκουσε προσεκτικὰ ὁ π. Αὐγουστῖνος, τοῦ ἀπαντᾶ:
«Κύριε συνταγματάρχα, ἀγαπᾶτε
τὴν Πατρίδα;». «Βεβαιότατα», ἀπαντᾶ ἐκεῖνος. «Λοιπόν, θὰ ἐδέχεσθε ποτὲ
σεῖς, ἕνας συνταγματάρχης, νὰ σᾶς διατάζη ἕνας ἀνθυπολοχαγός;». «Ποτέ!»,
ἀπαντᾶ ἐκεῖνος. «Καὶ ὅμως, ἂν ἤσασταν μασόνος, θὰ τὸ ἐκάνατε
ἀσυζητητί!». «Ξέρετε ποίους ὅρους ἔθεσε ὁ στρατηγὸς Φὸς διὰ νὰ δεχθῆ τὴν
ἀρχιστρατηγείαν τῶν Δυτικῶν συμμαχικῶν δυνάμεων κατὰ τῆς Γερμανίας κατὰ
τὸν Α´ Παγκόσμιον Πόλεμον, ποὺ ἐκινδύνευαν νὰ ἡττηθοῦν;». «Δὲν
ἐνθυμοῦμαι ἀκριβῶς». «Σᾶς ἀναφέρω λοιπὸν ὅτι ἕνας ὅρος βασικὸς ἦτο ἡ
ἄμεσος διάλυσις τῆς Μασονίας μέσα εἰς τὸ στρατόν, διότι διαφορετικὰ δὲν
μπορεῖ νὰ ὑπάρξη ἀληθινὸς στρατός!». Κόκκαλο ὁ ἀρχηγός τοῦ Α2… Ἀργότερα
ἐμάθαμε ὅτι σὲ σχετικὸ ἔγγραφο πρὸς ΓΕΣ προσεπάθησε νὰ αἰτιολογήσει τὸ
πρωτοφανὲς αὐτὸ γεγονὸς «λόγῳ ὑπερβάλλοντος ζήλου» κ.ἄ..
Εἰς τὸ φύλλο τῆς Σπίθας ποὺ ἀναφέραμε ὁ π. Αὐγουστῖνος κατέληγε
ὡς ἑξῆς περίπου. «Σήμερον ἐπὶ τοῦ ἀρχιεπισκοπικοῦ θρόνου εὑρίσκεται
ἰσχυρὸς ἀνὴρ (ἐννοοῦσε τὸν ἀείμνηστον Σπυρίδωνα Βλάχον) ὅστις θὰ ἀνέλθῃ
μέχρι των ἀνακτόρων καὶ θὰ εἴπῃ εἰς τὸν βασιλέα· Βασιλεῦ, πιστεύω ὅτι
δὲν εἶσθε μασόνος· ἂν ὅμως συμβαίνῃ κάτι τέτοιο, τότε εἰς τὸν Ναὸν πῶς
θὰ εἰποῦμε “τοῦ εὐσεβεστάτου…”; Διότι οἱ μασόνοι, Βασιλεῦ, δὲν εἶναι
εὐσεβάστατοι. Ἐκκαθαρίσατε τὴν θέσιν σας». Καὶ ὄντως μὲ ἐπέμβασιν τοῦ
τότε Ἀρχιεπισκόπου ὁ Βασιλεὺς ἀνακάλεσε τὸ Διάταγμα ἐκεῖνο!
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔμεινε βαθειὰ χαραγμένο μέσα εἰς τὴν μνήμη μου,
διότι φανερώνει ὁλοκάθαρα ὅτι ὁ π. Αὐγουστῖνος σὲ ὅλην του τὴν ζωὴν
ὑπεράνω πάσης ἐπιγείου ἐξουσίας ἔθετε τὸν Μέγαν Βασιλέα τοῦ παντός, τὸν
Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν…
Ὁ ἐλάχιστος τῶν ἱερέων
πρωτοπρεσβύτερος ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΟΥΡΟΥΝΗΣ
ἐπίτιμος λυκειάρχης