Ἡ Γέννησις τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα καὶ ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἂν ἔλθῃ τὰ ἀποκείμενα αὐτῷ, καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν» (Γέν. 49,10)
Ὁ Ἰακώβ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἕνας ἀπὸ τοὺς ὀνομαστοὺς ἄνδρες τῆς παλαιᾶς διαθήκης, γνωστὸς γιὰ τὰ 12 παιδιά του. Πέρασε θλίψεις, διώχθηκε, ξενιτεύτηκε, ἀπατήθηκε –ὅπως κι αὐτὸς κάποτε ἀπάτησε–, ἤπιε πικρὰ ποτήρια. Τώρα ἡ ζωή του, ὅπως ὅλων, φτάνει πιὰ στὸ τέλος. Εἶνε 147 ἐτῶν καὶ φεύγει. Ἀπ᾽ τὸ Θεὸ ξεκίνησε, στὸ Θεὸ ἐπιστρέφει. Ἐν ὄψει τῆς αἰωνιότητος, ποὺ τὸν περιμένει, θέλει ν᾽ ἀποχαιρετίσῃ τὰ παιδιά του, νὰ δώσῃ σὰν πατέρας στὸν καθένα τὴ συμβουλή του. Ὁ νοῦς του ὅμως αὐτὴ τὴν ὥρα ἐλλάμπεται, φωτίζεται· βλέπει τί θὰ συμβῇ στὸ μακρινὸ μέλλον.
Ἀπ᾽ ὅλα τὰ λόγια του ἰδιαίτερη
σημασία ἔχει ἕνας στίχος ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ εἶπε στὸν τέταρτο γυιό του,
τὸν Ἰούδα. «Οὐκ ἐκλείψει», λέει ὁ γέροντας Ἰακώβ, «ἄρχων ἐξ Ἰούδα καὶ
ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἂν ἔλθῃ τὰ ἀποκείμενα αὐτῷ, καὶ
αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν» (ἔ.ἀ. 49,10). Ἡ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, δηλαδή, θὰ εἶνε
ἡγετική, ἀπ᾽ αὐτὴν θὰ βγαίνουν ὅλοι οἱ κυβερνῆτες, μιὰ ἁλυσίδα ἀπὸ
βασιλιᾶδες· κάποτε ὅμως ἡ ἁλυσίδα αὐτὴ θὰ διακοπῇ, θὰ πάψῃ ἡ φυλὴ νὰ
βγάζῃ βασιλιᾶδες…
Αὐτὴ εἶνε ἡ περίφημη προφητεία, ποὺ ἐλέχθη τὸν 18ο π.Χ. αἰῶνα.
Καὶ ἀνοίγοντας τὴν ἱστορία τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους βλέπουμε, ὅτι ὄντως ἡ
φυλὴ τοῦ Ἰούδα ἐπὶ αἰῶνες κρατοῦσε τὸ βασιλικὸ σκῆπτρο. Ἀλλὰ θὰ
ἐρχόταν ἐποχὴ ποὺ οἱ Ἰουδαῖοι θὰ πενθοῦσαν γιατὶ ὁ θρόνος Δαυῒδ καὶ
Σολομῶντος θὰ ἔμενε κενός. Γιὰ πάντα κενός; Ὄχι. Ποιός θὰ τὸν
κατελάμβανε; Ἐκεῖνος, λέει ἡ προφητεία, στὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς θὰ ἀναθέσῃ
τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῆς ἀνθρωπότητος. Αὐτὸς θὰ εἶνε ὁ νέος βασιλεύς,
αὐτὸς θὰ εἶνε ἡ «προσδοκία», ἡ ἐλπίδα τῶν ἐθνῶν.
* * *
Προτοῦ δοῦμε ἂν καὶ πότε
ἐκπληρώθηκε ἡ προφητεία αὐτή, πρέπει νὰ ποῦμε, ὅτι αὐτὴ στάθηκε γιὰ τὸν
ἰουδαϊκὸ λαὸ σὰν πολικὸς ἀστέρας, ποὺ τοὺς καθωδηγοῦσε στὴν πορεία
τους, ὥστε καὶ στὶς πιὸ δύσκολες συνθῆκες νὰ μὴ χάνουν τὴν ἐλπίδα τους,
κι ἀπ᾽ τὸ πιὸ βαθὺ σκοτάδι νὰ ἐλπίζουν ὅτι θὰ προβάλῃ ὁ βασιλεὺς
ἐκεῖνος, ὁ Ἥλιος ποὺ θὰ φωτίσῃ ὄχι μόνο τὸ δικό τους ἔθνος ἀλλὰ ὅλα τὰ
ἔθνη τῆς γῆς. Ἐπὶ τῆς δικῆς του βασιλείας οἱ ἄνθρωποι θὰ ζοῦν σὲ
πρωτοφανῆ εἰρήνη καὶ εὐτυχία. Στὴν ὕπαιθρο τὰ ζῷα θὰ βόσκουν ἄφοβα μὲ
ἀσφάλεια, θὰ δένουν τὸ πουλάρι μὲ τοὺς ἕλικες τοῦ κλήματος, ἡ χώρα θὰ
ἔχῃ πλοῦτο, τὸ κρασὶ θὰ τρέχῃ ἄφθονο σὰν τὸ νερό, θὰ πλένουν τὰ ῥοῦχα
τους «ἐν αἵματι σταφυλῆς» (μὲ μοῦστο), τὰ μάτια θά ᾽νε χαρωπά, τὰ
πρόσωπα θὰ λάμπουν, τὰ δόντια θά ᾽νε πιὸ λευκὰ ἀπ᾽ τὸ γάλα (βλ. Γέν.
49,11-12). Εἰκόνες βέβαια αὐτὰ καὶ ἀλληγορίες, ποὺ παριστάνουν τὴν
τρισευτυχισμένη ζωὴ ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, τὴν ὁποία ἀτενίζει τὸ βλέμμα
τοῦ πατριάρχου Ἰακώβ.
Σὰν ἄστρο ἡ προφητεία αὐτὴ ὡδηγοῦσε τὸν Ἰσραήλ. Καὶ ὅταν
περιπέτειες καὶ ἐθνικοὶ κίνδυνοι σκέπαζαν τὴ λάμψι του κ᾽ ἔπεφτε στὶς
ψυχὲς ἀπελπισία καὶ δειλία, σηκώνονταν ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ οἱ προφῆτες,
ἀναζωογονοῦσαν τὴν ἐλπίδα, προσέθεταν νέα στοιχεῖα, συμπλήρωναν μὲ
νέες λεπτομέρειες τὴν εἰκόνα τοῦ ἀναμενόμενου Μεσσία· κι ὅσο πλησίαζε ἡ
χρόνος τῆς ἐκπληρώσεως, τὸ ἄστρο ἔλαμπε ὅλο καὶ πιὸ ζωηρά. Ὁ Μεσσίας
ἔρχεται!
Ἀλλὰ καὶ κάτι ἄλλο ὀφείλουμε νὰ προσθέσουμε. Τὴν προφητεία αὐτὴ
στὸ πρωτότυπο βέβαια τὴν κρατοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι, ἀντίγραφά της ὅμως
κυκλοφοροῦσαν σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Ἀπὸ τὰ στόματα δηλαδὴ τῶν κατοίκων ὄχι
μόνο τῆς Παλαιστίνης ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν περάτων τῆς γῆς ἐπαναλαμβανόταν
σὲ διάφορες γλῶσσες καὶ παραλλαγὲς ἡ ἴδια προφητικὴ φωνή. Παντοῦ ὁ
πόθος γιὰ μιὰ πανανθρώπινη ἀλλαγὴ τοῦ κλίματος, παντοῦ ἡ ἐλπίδα ὅτι
θὰ ἔλθῃ ὁ Δυνατός, ὁ Σοφός, ὁ Ἅγιος, ποὺ θὰ συντρίψῃ τὸ κακό, θὰ
φωτίσῃ τὸν κόσμο, θ᾽ ἀπαλλάξῃ τὴν ἀνθρωπότητα ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ τὴ
μαστίζουν. Παγκόσμια ἀναμονή. Ὅπου κι ἂν πήγαινε κανείς, θὰ ἄκουγε
ἀπ᾽ τὰ βάθη τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς νὰ βγαίνῃ ἕνας βαθὺς ἀναστεναγμὸς
γιὰ τὴν ἄβυσσο ὅπου κατρακύλισε τὸ ἀνθρώπινο γένος, ἀλλὰ καὶ μιὰ
ἐλπίδα ὅτι θ᾽ ἀνατείλῃ φῶς, θὰ ἔλθῃ ἡ «ἀνατολὴ ἐξ ὕψους» (Λουκ. 1,78).
Ἔρχεται ὁ Λυτρωτής!
Οἱ ἱστορικοί, ὅσοι βλέπουν βαθύτερα τὰ γεγονότα καὶ
φιλοσοφοῦν, μένουν ἐκστατικοὶ μπροστὰ στὸ ἑξῆς φαινόμενο. Ὅλος ὁ
προχριστιανικὸς κόσμος βρίσκεται σὲ μιὰ ζωηρὴ ἀναμονὴ κάποιου προσώπου
ἱκανοῦ νὰ λυτρώσῃ τὸν κόσμο. Καὶ Ἕλληνες καὶ Αἰγύπτιοι καὶ Πέρσες καὶ
Κινέζοι καὶ Ἰνδοὶ κι αὐτοὶ ποὺ κατοικοῦσαν στὰ πιὸ ἀπόμακρα νησιά,
ὅλοι ζοῦσαν περιμένοντας κάποιον ποὺ θὰ λύτρωνε τὴν ἀνθρωπότητα. Ἡ ἰδέα
ὅτι ὅπου νά ᾽νε ἔρχεται ὁ Δυνατὸς εἶχε ταράξει κι αὐτὴν ἀκόμη τὴ
μακαριότητα τῶν βραχμάνων (ἱερέων τῶν Ἰνδῶν). Ἂν κάποιος ἐρευνητής, ἀπ᾽
ὅλες τὶς χῶρες τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου ἀλλὰ κ᾽ ἐκείνου ποὺ ἀνακαλύφθηκε
ἀργότερα, εὕρισκε καὶ συνέλεγε τὶς ἰδέες, τοὺς χρησμούς, τοὺς μύθους,
τὶς κατὰ τόπους παραδόσεις, θὰ σχημάτιζε ἕναν ὀγκώδη τόμο μὲ τὴν
ἐπιγραφὴ «Προσδοκία τῶν ἐθνῶν». Ὅλα συγκλίνουν σὲ ἕνα, στὸν πόθο
λυτρώσεως, ποὺ ζωηρὰ ἐξέφραζαν οἱ Σιβύλλες (γυναῖκες τῆς ἀρχαιότητος μὲ
μαντικὲς ἱκανότητες) ὡς ἑξῆς.
«Ἔλα λοιπόν, ποθητὲ ἀπόγονε τοῦ οὐρανοῦ, μεγάλε βλαστὲ τοῦ
Διός! Ὁ προαναγγελμένος χρόνος πλησιάζει· ἔλα νὰ λάβῃς τὶς μεγάλες
τιμὲς ποὺ σοῦ πρέπουν. Γιά δές· ὅλος ὁ κόσμος σαλεύεται στὸν ἐρχομό
σου· ἡ γῆ, ἡ θάλασσα κι ὁ οὐρανὸς ταράζονται, ὅλα σκιρτοῦν στὸ
πλησίασμα τῆς μελλοντικῆς νέας ἐποχῆς».
Τὸν πόθο τῆς λυτρώσεως, τὴν ἐλπίδα τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ λυτρωτοῦ,
ὅτι ζυγώνει τὸ τέλος τῶν δεινῶν, μὲ τὸν πιὸ δραματικὸ τρόπο ἐξέφρασε ὁ
ποιητὴς Αἰσχύλος στὴν τραγῳδία του «Προμηθεὺς δεσμώτης». Ἀλλὰ καὶ ὁ
φιλόσοφος Σωκράτης, ἀπολογούμενος στὴν Ἀθήνα ἐμπρὸς στοὺς δικαστάς του,
εἶπε τὸν περίφημο ἐκεῖνο λόγο· «Θὰ ἐξακολουθῆτε νὰ κοιμᾶστε μέχρις ὅτου
ὁ θεὸς σᾶς λυπηθῇ καὶ στείλῃ κάποιον ἄλλο». Καὶ ἐπὶ λέξει· «Καθεύδοντες
διατελοῖτε ἄν, εἰ μή τινα ἄλλον ὁ θεὸς ὑμῖν ἐπιπέμψειε κηδόμενος ὑμῶν»
(Πλάτ. Ἀπολογ. Σωκρ. 18[31α]).
* * *
Ἡ προφητεία τοῦ Ἰακὼβ διαδιδόταν
στὴν οἰκουμένη. Ὁ κόσμος ὅλος ἀπ᾽ τὴν Ἀνατολὴ ὣς τὴ Δύσι κι ἀπ᾽ τὸ
Βορρᾶ ὣς τὸ Νότο περίμενε μὲ ἀγωνία τὸν Ποθητό, ποὺ ἡ φαντασία τῶν λαῶν
τὸν κοσμοῦσε μὲ μύριους τρόπους. Καὶ ὁ Ποθητὸς τῶν ποθητῶν, ὁ Σοφὸς τῶν
σοφῶν, ὁ Δυνατὸς τῶν δυνατῶν, «ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος
τῶν κυριευόντων» (Α΄ Τιμ. 6,15· βλ. & Ἀπ. 16), ὁ Ἅγιος τῶν ἁγίων
ἦλθε! Μπῆκε στὸν κόσμο ὄχι μὲ κάποια θριαμβευτικὴ ἁψῖδα, ἀλλὰ σὰν ὁ
ταπεινότερος ἀπ᾽ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Γεννήθηκε σὲ φάτνη ἀλόγων. Ὤ, τί
μυστήριο ἀνερμήνευτο! Ἦλθε –καὶ ἐδῶ ἐφιστῶ τὴν προσοχή σας– σὲ ἐποχὴ
πού, σύμφωνα μὲ τὴν προφητεία αὐτὴ τοῦ Ἰακώβ, ἐπάνω στὸ θρόνο τοῦ
βασιλείου τοῦ Ἰούδα δὲν ὑπῆρχε πλέον βασιλιᾶς. Τὸ βασίλειο εἶχε
καταλυθῆ. Ὁ Ἰουδαϊκὸς λαὸς βρισκότων ὑπὸ κατοχήν. Κυριαρχοῦσε ἡ ῾Ρώμη.
῾Ρωμαῖος ἡγεμόνας, ὁ πραίτωρ, διοικοῦσε τὴν Παλαιστίνη μὲ ἕδρα του τὴν
Ἰερουσαλήμ. Ὁ βασιλιᾶς Ἡρῴδης, ποὺ στὶς φλέβες του ἔτρεχε αἷμα
Ἰδουμαίου, ἦταν μιὰ θλιβερὴ εἰκόνα πεσμένης βασιλείας. Ἀληθινὸς
Ἰουδαῖος βασιλιᾶς δὲν ὑπῆρχε. Ἀλλ᾽ οὔτε καὶ ἀληθινὸς ἀρχιερέας. Ὁ Ἄννας
καὶ ὁ Καϊάφας ἦταν ἄλλες θλιβερὲς εἰκόνες, γελοιογραφίες μιᾶς
ἀρχιερωσύνης ποὺ κατέπεσε σὲ βάθος διαφθορᾶς. Ἡ προφητεία τοῦ Ἰακὼβ
ἐκπληρώθηκε στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὄχι μόνο
αὐτή, ἀλλὰ καὶ ὅλες οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὸ Χριστὸ βρῆκαν
τὴν ἐπλήρωσί τους. Καὶ αὐτὴ ἡ μέχρι λεπτομερειῶν ἐκπλήρωσι τῶν
προφητειῶν ἀποτελεῖ ἕνα θαῦμα, ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα, ποὺ μία μόνο ἐξήγησι
ἔχει· ὅτι ὁ Θεὸς ὁ αἰώνιος διὰ τῶν ἐκλεκτῶν του δούλων θέλησε καὶ
προανήγγειλε τὸ μέγιστο γεγονὸς τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, τὴ Γέννησι τοῦ
Σωτῆρος Χριστοῦ.
–Μὰ οἱ Ἑβραῖοι, θὰ πῇ κάποιος, δὲν πιστεύουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος εἶνε ὁ προφητευμένος Μεσσίας.
Κ᾽ ἐμεῖς ἐρωτοῦμε. Ἂν οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης δὲν
ἔχουν ἐφαρμογὴ στὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο, τότε σὲ ποιόν ἄλλον ἀπ᾽ ὅσους
ἐμφανίστηκαν στὸν κόσμο ἔχουν ἐφαρμογή; Οἱ Ἰουδαῖοι, ὅσο καὶ ἂν
πασχίσουν νὰ βροῦν τέτοιο πρόσωπο, δὲν θὰ βροῦν. Ἡ οὐράνια στολή, τὴν
ὁποία βελονιὰ – βελονιὰ ἔπλεξαν οἱ προφῆτες, μόνο στὸν Ἰησοῦ ταιριάζει.
Κάθε ἀπόπειρα ν᾽ ἀποδώσουν τοὺς ὑπέροχους χαρακτηρισμοὺς τῶν προφητῶν
σὲ ἄλλο πρόσωπο, θὰ προκαλέσῃ τὸ γέλιο, ὅπως γέλιο θὰ προκαλοῦσε ἡ
ἀπόπειρα κάποιου νὰ ντύσῃ ἕνα νᾶνο μὲ στολὴ ῥαμμένη γιὰ κάποιον γίγαντα.
Οἱ προφητεῖες γιὰ τὸ Μεσσία, ἐπαναλαμβάνουμε, μόνο στὸν Ἰησοῦ τὸ
Ναζωραῖο βρίσκουν τὴν ἐκπλήρωσί τους. Καὶ οἱ Ἑβραῖοι, μὴ μπορώντας νὰ
βροῦν ἄλλο πρόσωπο καὶ νὰ ποῦν «Νά ὁ Μεσσίας!», γιατὶ θὰ γελοιοποιηθοῦν
σ᾽ ὅλο τὸν κόσμο, μεταθέτουν τὶς ἐλπίδες γιὰ τὸ μέλλον.
Οἱ Ἑβραῖοι ἐξακολουθοῦν νὰ περιμένουν τὸ Μεσσία. Τί θλιβερό! Ὁ
ἥλιος νὰ μεσουρανῇ, νὰ λούζῃ μὲ τὶς ἀκτῖνες του τὴ γῆ, κι αὐτοὶ νὰ
λένε ὅτι δὲν ἀνέτειλε ἀκόμη.
Ἀλλὰ μήπως τὸ πάθημα αὐτὸ εἶνε μόνο τῶν ἀπιστούντων Ἑβραίων;
Εἶνε δυστυχῶς καὶ πολλῶν ἄλλων, ἀμέτρητων λεγομένων σήμερα χριστιανῶν
πού, ἐνῷ τὸ φῶς ἦλθε, δὲν πιστεύουν στὸ φῶς, δὲν πιστεύουν στὸν Σωτῆρα
τοῦ κόσμου, ἀλλὰ κυλιόνται στὰ σκοτάδια τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας, καὶ
μὲ τὴ νοσηρὴ φαντασία τους πλάθουν ψευτοσωτῆρες, μύθους, στὸ βάθος τῶν
ὁποίων, ἂν ὑπάρχῃ ἕνας κόκκος ἀληθείας, αὐτὸς εἶνε ἡ αἰώνια νοσταλγία
τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς, ποὺ μόνο στὸ Χριστὸ βρίσκει τὴν ἀνάπαυσι. Γιατὶ
ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ ἐλπίδα τοῦ κόσμου. Αὐτὸς καὶ μόνο.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἄρθρο ποὺ δημοσιεύθηκε ὑπὸ τὸν ἀρχικὸ τίτλο «Προσδοκία ἐθνῶν» στὸ περιοδικὸ «Σταυρός» (τ. 58/Δεκ. 1965, σσ. 177-181) καὶ ἀναδημοσιεύθηκε ὑπὸ τὸ νέο τίτλο «Ἔρχεται!» στὸ βιβλίο «Χριστούγεννα» (Ἀθῆναι 1988, σσ. 28-39). Μεταγλώττισις στὴν ὁμιλουμένη σήμερα καὶ σύντμησις 19-10-2022.