Περί ἀπιστίας καί ἀμφιβολίας
Γιατί δέν πιστεύεις; Κλεῖσε τό στόμα σου! Ποιός σέ ἔφερε τότε στό μοναστήρι; Αὐτοί εἶναι λογισμοί τοῦ διαβόλου. Γιατί ἀκοῦς αὐτά πού σοῦ λέγει ὁ διάβολος; Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ διαβόλου νά ὁδηγήση τούς ἀνθρώπους στήν ἀμφιβολία, νά μή πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει Θεός. 'Εάν δέν ὑπάρχη Θεός, δέν ὑπάρχει οὔτε ἁμαρτία καί οἱ ἄνθρωποι ἠμποροῦν νά κάνουν ὅ,τιδήποτε. 'Η ἀμφιβολία εἶναι τό ἥμισυ τῆς ἀρνήσεως καί μ' αὐτή μᾶς πειράζει ὁ διάβολος. Διότι ὁ Σωτῆρας μας Χριστός λέγει ὅτι θά ἔλθουν αὐτές οἱ ἡμέρες. Βλέπε λοιπόν, τώρα ὅτι ἦλθαν. Δέν λέγουν σήμερα πολλοί ἄνθρωποι ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀπό τόν πίθηκο; *Ητο κάποιος τρελλός πού ἔλεγε αὐτά· ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωσι τοῦ Θεοῦ.
Καί ὁ 'Ιησοῦς πειράσθηκε. Στήν ἀρχή τοῦ εἶπε ὁ σατανᾶς: "Λέγε σ'αὐτές τίς πέτρες νά γίνουν ψωμιά". 'Η 'Αγία Γραφή λέγει "ψωμιά" γιά νά δείξη ὅτι ὁ πρῶτος πειρασμός τοῦ διαβόλου ἦτο τῆς κοιλίας, ροῦχα, πολυτέλεια, τροφές κλπ. Κατόπιν τοῦ εἶπε: "Νά πέσης κάτω ἀπό τό πτερύγιο τοῦ ναοῦ, διότι ἔτσι εἶναι γραμμένο: ῞Οτι ὁ Θεός θά δώση ἐντολή γιά σένα στούς ἀγγέλους Του καί αὐτοί θά σέ σηκώσουν στά χέρια τους" (Πρβ.Ματ. 4, 6). Αὐτή εἶναι ὑπερηφάνεια τῆς αἱρέσεως. Διότι οἱ αἱρετικοί λέγουν πάντοτε ὅτι αὐτό καί τό ἄλλο εἶναι γραμμένο ἐκεῖ καί ἐκεῖ. Καί ὁ τρίτος πειρασμός ἦτο: "Νά μέ προσκυνήσης". Σ' αὐτόν τόν πειρασμό ἔπεσαν οἱ ἄθεοι. Αὐτό εἶναι πού λέγει ὁ ἀθεϊσμός. 'Αλλ' ὁ Χριστός ἐνίκησε ὅλους αὐτούς τούς πειρασμούς γιά νά μᾶς διδάξη ὅτι κι ἐμεῖς πρέπει νά τούς νικήσουμε.
Μή δέχεσθε αὐτούς τούς λογισμούς, παιδιά μου, διότι εἶναι τοῦ διαβόλου. Ποιό εἶναι γιά σένα τό πρόβλημα, ἐάν δέν αἰσθάνεσαι πάντοτε τήν εὐωδία τῶν ἁγίων Λειψάνων; 'Εσύ σκέπτεσαι τά κατορθώματα τοῦ 'Αγίου, σκέπτεσαι τήν ζωή του. Κι ἐγώ ἔλαβα τό ῞Αγιο Μῦρο καί μερικές φορές δέν εὐωδίαζε. Κρατεῖστε ὅμως τήν πίστι στόν Χριστό, παιδιά μου.
Κάποτε ἦσαν δύο γέροντες ἡλικιωμένοι καί ἤθελαν νά πᾶνε στά 'Ιεροσόλυμα. 'Ο ἕνας ἀρώστησε στόν δρόμο καί ἐπέστρεψε ὀπίσω. 'Ενῶ ὁ ἄλλος ἐπῆγε λίγο μακρύτερα, μπῆκε σ' ἕνα πλοῖο καί ἐπιθυμοῦσε κι αὐτός νά ἐπιστρέψη στόν τόπο του. 'Αλλά στό ταξίδι του θυμήθηκε ὅτι ὁ ἄλλος γέρος τόν εἶχε παρακαλέσει θερμά νά τοῦ φέρη ἕνα κομματάκι ἀπό τό Ξύλο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Καί τότε αὐτός, γιά τήν ἀγάπη πού εἶχε στόν ἀσθενῆ φίλο του, ἔκοψε ἕνα κομματάκι ἀπό τά ξύλα τοῦ καραβιοῦ καί μ'αὐτό ἐγύρισε στό σπίτι του. 'Επῆγε στό σπίτι τοῦ ἀσθενοῦς καί δέν τοῦ εἶπε τί ἔπαθε καί ὅτι δέν ἐπῆγε στά 'Ιεροσόλυμα. 'Εκεῖνος τόν ἐρώτησε: "Μοῦ ἔφερες ἕνα κομματάκι τίμιο ξύλο ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου μας;" Ναί, τοῦ ἀπήντησε ἐκεῖνος, καί τοῦ ἔδωσε τό κομματάκι πού εἶχε σπάσει ἀπό τό πλοῖο. 'Ο γέρος ἐκεῖνος μέ τόση πίστι τό προσκύνησε, ὥστε θεραπεύθηκε. 'Ακόμη καί πολλά θαύματα ἔγιναν ἀπό τό κομμάτι αὐτό τοῦ καραβιοῦ, γιά τό ὁποῖο ὅλοι ἐπίστευαν ὅτι προέρχεται ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ μας. 'Ιδού τί κάνει ἡ πίστις! 'Εκεῖνος ὁ γέρος μέ τήν ἀκράδαντη πίστι του θεραπεύθηκε καί σώθηκε. ῎Αρα, λοιπόν, αὐτός πού ἔχει ἀκλόνητη πίστι ἠμπορεῖ νά σωθῆ.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου