Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Ἰ. Παπαδάκης
Λόγοι ἐπιβάλλοντες τὴν καθαίρεσιν
Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος λόγῳ τῶν αἱρετικῶν ἀπόψεων καὶ
τῶν ἀντικανονικῶν πράξεών του εἶναι, δυστυχῶς, καθαιρετέος, πρέπει νὰ
καθαιρεθεῖ ἀπὸ Ὀρθόδοξος Πατριάρχης. Καὶ μόνο μὲ τὴν ψευδοσύνοδο τοῦ
Κολυμβαρίου, ποὺ ἐμόλυνε τὴν Ὀρθοδοξία τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν παναίρεση
τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ τὴν ψευδοαυτοκεφαλία τῆς Οὐκρανίας, ποὺ σχίζει τὴν
Ὀρθόδοξη Καθολικὴ Ἐκκλησία στὰ δύο, εἶναι ἄξιος καταδίκης καὶ
καθαιρέσεως.
Οἱ κυριώτεροι λόγοι (αὐτὸ) καθαιρέσεώς του εἶναι οἱ ἀκόλουθοι:
1. Πιστεύει καὶ ἐφαρμόζει τὴν αἱρετικὴν θεωρίαν τῶν κλάδων
Δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι Ὀρθόδοξος Πατριάρχης καὶ νὰ πιστεύεις ὅτι οἱ
χριστιανικὲς αἱρέσεις (μονοφυσιτισμός, παπισμός, προτεσταντισμὸς κλπ.),
καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μαζί, εἶναι ζωντανοὶ κλάδοι τοῦ ἴδιου δέντρου,
τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ συμβόλου τῆς
πίστεως, τοῦ «Πιστεύω». Κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία, τὴν ὁποία
πρέπει νὰ διδάχτηκε ὁ Πατριάρχης στὴ θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης, ἡ
Ἐκκλησία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ΜΙΑ καὶ αὐτὴ εἶναι ΜΟΝΟ ἡ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία, οἱ κλάδοι ποὺ ἔχουν ἀποσπασθεῖ ἢ ἀποκοπεῖ ἀπ’ αὐτὴν εἶναι οἱ
αἱρέσεις. Καὶ ἔχει ἀποδειχθεῖ ἱστορικὰ καὶ πραγματικὰ ὅτι αὐτοὶ οἱ
κλάδοι, αὐτὲς οἱ αἱρέσεις, ὑπῆρξαν, καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι, οἱ
χειρότεροι ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας παρὰ τὰ ὑποκριτικὰ χαμόγελα, τὶς
εὐγένειες καὶ τὶς «βοήθειες».
Ἐὰν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπέφερε καὶ ὑποφέρει ἀπὸ τὸν Ἰσλαμισμὸ καὶ τὸν
ἄθεο Μαρξισμό, δὲν ἔχουν εὐθύνη μόνο οἱ Ἑβραῖοι, ποὺ ἀρνοῦνται καὶ
πολεμοῦν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία του, ἀλλὰ καὶ οἱ αἱρετικοὶ
χριστιανοί, πού, ἂν μή τι ἄλλο, ἐπιχαίρουν γιὰ τὶς ταλαιπωρίες τῶν
Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Τὰ 400 χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας δὲν ἔκαναν τίποτε,
τὸ ἴδιο καὶ τὰ 70 χρόνια τῆς κομμουνιστικῆς δικτατορίας καὶ τώρα μέσῳ
τοῦ οἰκουμενισμοῦ ἐπιδιώκουν – μάταια βέβαια – τὴν διάλυση τῆς
Ἐκκλησίας.
Ἀφοῦ ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος δὲν πιστεύει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία
εἶναι ἡ ΜΙΑ καὶ μοναδικὴ Ἐκκλησία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ μία ἀπὸ τὶς
πολλὲς «ἐκκλησίες» – κλάδους, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι Πατριάρχης Ὀρθοδόξων
Χριστιανῶν καὶ πρέπει, ἢ νὰ ἀποχωρήσει οἰκειοθελῶς ἀπὸ τὴ θέση του, ἢ νὰ
καθαιρεθεῖ. Τὸ ὅτι δὲν πιστεύει ὀρθόδοξα τὸ ἀπέδειξε καὶ στὴν
ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμβαρίου, ἡ ὁποία μὲ δική του πρωτοβουλία καὶ ἐπιμονὴ
ἀποφάνθηκε ἀντορθόδοξα ὅτι οἱ αἱρέσεις εἶναι… ἐκκλησίες! Ἀντὶ νὰ
παριστάνει τὸν Ὀρθόδοξο Πατριάρχη, ἂς γίνει παπικὸς ἢ προτεστάντης, ἀφοῦ
δὲν εἶναι πλέον κατὰ τὴν πίστη Ὀρθόδοξος.
2. Δέχεται ὡς πρὸς τὴν πίστιν τὴν μασονικήν σχετικότητα
Ἡ σχετικότητα ὡς πρὸς τὴν πίστη (θρησκευτικὸς συγκρητισμὸς) ἦταν
πολιτικὴ τῶν αὐτοκρατόρων τῆς εἰδωλολατρικῆς Ρώμης. Γι’ αὐτὸ εἶχαν τὶς
προτομὲς ὅλων τῶν θεῶν τῶν λαῶν τῆς αὐτοκρατορίας στὸ πάνθεο στὴ Ρώμη,
μαζὶ καὶ τοῦ αὐτοκράτορα ποὺ εἶχε αὐτοθεοποιηθεῖ. Ἤθελαν ὁ θεὸς τῶν
Χριστιανῶν νὰ γίνει θεὸς τοῦ ρωμαϊκοῦ πανθέου, ἕνας ἀκόμη θεὸς δίπλα
στοὺς ἄλλους θεοὺς καὶ τὸν αὐτοκράτορα- θεό, ἀλλ’ οἱ Χριστιανοὶ
ἀρνούμενοι νὰ θυσιάσουν στοὺς θεοὺς διακήρυτταν τὴν μοναδικότητα τοῦ
Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς Τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ὅμως, ἔτσι, δὲν ἦταν
«νομιμόφρονες», γιατί μεταξὺ τῶν θεῶν ἦταν καὶ ὁ αὐτοκράτορας- θεός,
ἐθεωροῦντο ἐχθροί τοῦ κράτους καὶ ἄξιοι νὰ ὑποστοῦν μαρτύρια.
Ἑκατομμύρια ὑπῆρξαν οἱ μάρτυρες γιὰ τὴν πίστη τους ἀποκλειστικὰ στὸν
Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό.
Σήμερα μὲ τὸν οἰκουμενισμὸ τῶν σιωνιστῶν καὶ τῶν μασόνων κάτι παρόμοιο
ἐπιδιώκεται. Ἡ ὀρθόδοξη πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ γίνει μέρος τῆς
κατασκευαζομένης πανθρησκείας γιὰ τὸ παγκόσμιο κράτος τοῦ ἀντιχρίστου,
ὥστε νὰ χαθεῖ μέσα στὴν ποικιλία τῶν διαφόρων πίστεων (αἱρετικῶν καὶ
ἀλλοθρήσκων), ἡ σωτήρια μοναδικότητά της. Γιατί μόνο ἡ Ὀρθόδοξη πίστη
στὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὴν ὁποία κατέχει καὶ κηρύττει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία,
ὡς μοναδικὴ ταμειοῦχος τῆς θείας χάριτος, σῴζει τὸν ἄνθρωπο καὶ καμμιὰ
ἄλλη.
Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, θεωρώντας ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μοιράζεται
τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὶς αἱρέσεις καὶ
τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου, σχετικοποιεῖ μὲ τὸν θρησκευτικὸ συγκρητισμὸ
τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Ἔτσι, ὅμως, αὐτόματα κατατάσσεται στοὺς μασόνους
(τέκτονες) Πατριάρχες, ὅπως ἦταν οἱ Ἰωακεὶμ Γ΄, Μελέτιος Μεταξάκης,
Ἀθηναγόρας κ.ἄ., ἄσχετα ἂν ὄντως εἶναι μέλος κάποιας μασονικῆς στοᾶς τῆς
Τουρκίας ἢ ἀλλοῦ.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πιστεύει καὶ κηρύττει ὅτι μόνο αὐτὴ διαφυλάττει τὴν
ὀρθὴ πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ὅποιος δὲν ἔχει αὐτὴ τὴ θέση δὲν εἶναι
Ὀρθόδοξος Χριστιανός, πολὺ περισσότερο δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι Ἐπίσκοπος,
Ἀρχιεπίσκοπος ἢ Πατριάρχης Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν· ἔχει ἐκπέσει τῆς
πίστεως καὶ φυσικὰ τοῦ θρόνου του. Ὅσοι δὲν πιστεύουν ἀποδεδειγμένα
ὀρθόδοξα, κακῶς κατέχουν αὐτὲς τὶς θέσεις, γιατί ἐμπαίζουν πρῶτα τὸν
ἑαυτό τους καὶ ἔπειτα τοὺς ὀρθοδόξους πιστοὺς καὶ τὸν ἴδιο τὸν Θεό.
3. Θεωρεῖ τοὺς ἱεροὺς κανόνας «τείχη τοῦ αἴσχους»
Οἱ ἱεροὶ κανόνες τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων, τῶν τοπικῶν συνόδων, ποὺ
ἔχουν ἐπικυρωθεῖ ἀπὸ οἰκουμενικές, καὶ τῶν συνόδων μὲ πανορθόδοξη
ἀποδοχή, ἀπορρέουν, ὅπως καὶ οἱ δογματικοὶ Ὅροι, ἀπὸ τὸ γράμμα καὶ τὸ
πνεῦμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς (Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης) καὶ τῆς Ἱερᾶς
Παραδόσεως, τῶν δύο πηγῶν τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως. Ἕνας Ὀρθόδοξος
Πατριάρχης δὲν μπορεῖ νὰ θεωρεῖ τοὺς ἱεροὺς κανόνες «τείχη τοῦ αἴσχους»,
ἐπειδὴ πῆρε διδακτορικὸ μὲ θέμα τοὺς ἱεροὺς κανόνες, στὴ Ρώμη, ὅπου
ἕνας «ἀλάθητος» (δηλαδὴ 100/ 100 αἱρετικός), ἤδη ἀπὸ τὸ 1054 μέχρι
σήμερα «κανονίζει» τὰ πάντα στὴν «Ἐκκλησία» – Κράτος του, ὅπως τοῦ
καπνίσει.
Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τὸ ἀλάθητο μετὰ τὸν Θεὸ τὸ ἔχει μόνο ἡ
Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἐφόσον ἔχει γίνει ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὴν συνείδηση τοῦ
πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας (κλήρου καὶ λαοῦ) καὶ μόνο αὐτὴ ἑρμηνεύει
αὐθεντικὰ καὶ μπορεῖ νὰ συμπληρώσει καὶ μεταβάλλει ἐνδεχομένως ἱεροὺς
κανόνες, κανένας ἄλλος κι ἂς εἶναι Πατριάρχης. Σ’ ὅποιον δὲν ἀρέσουν
κάποιοι ἱεροὶ κανόνες, γιατί τοὺς κρίνει μὲ κριτήρια κοσμικά, εἰσηγεῖται
τὴν ἀλλαγὴ καὶ δὲν τοὺς ἀλλάζει μόνος του, ὅπως κάνει ὁ Πατριάρχης
Βαρθολομαῖος (ἐκκλησιολογία, β΄ γάμος κληρικῶν κ.ἄ.), γιατί εἶναι
ἐπικίνδυνο, ἐπειδὴ ἄλλοι μπορεῖ νὰ θέλουν τὴν ἀλλαγὴ ἱερῶν κανόνων ποὺ
τὸν στηρίζουν.
Ὁ 28ος κανόνας τῆς Δ΄ οἰκουμενικῆς συνόδου (451 μ.Χ.) ἔδωσε καὶ στὸν
Ἐπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως τὰ ἴδια δικαιώματα ποὺ εἶχε – καὶ
προκλητικῶς προέβαλε – ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, γιὰ τὸν λόγο ὅτι ἡ
Κωνσταντινούπολη ἦταν, τότε, ἡ πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας. Σήμερα,
ὅμως, οὔτε ἡ Ρώμη, οὔτε ἡ Κωνσταντινούπολη, εἶναι πρωτεύουσες
αὐτοκρατοριῶν, ἡ δεύτερη οὔτε πρωτεύουσα κράτους, ἀντίθετα ἡ Μόσχα εἶναι
πρωτεύουσα… «αὐτοκρατορίας»! Μὲ αὐθαίρετες ἀλλαγὲς ἱερῶν κανόνων τὰ
πάντα μποροῦν νὰ συμβοῦν, μήπως αὐτὸ ἐπιδικώκεται τελικά;
4. Δέχεται ὅτι ὅλαι αἱ θρησκεῖαι σῴζουν
Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς χριστιανικὲς αἱρέσεις, κατὰ τὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο,
σῴζουν τὸν ἄνθρωπο καὶ οἱ διάφορες θρησκεῖες, εἶναι ὁδοί σωτηρίας, ἀλλά,
τότε, δὲν ἦταν ἀνάγκη νὰ ἔλθει ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Μπορεῖ νὰ εἶναι
Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ὅποιος πιστεύει κάτι τέτοιο;
Κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη Σωτηριολογία ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου προϋποθέτει
συμμετοχὴ στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τὴν κατὰ Χριστὸν ζωή καὶ προπαντὸς
τὴν ὀρθὴ πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ σύμφωνα μὲ τὰ ἀποκαλυπτικά του λόγια:
«ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδείς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα
εἰ μὴ δι’ ἐμοῦ» (Ἰωάν. ιδ΄ 6). Καὶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἔχει διακηρύξει:
«οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία· οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν
οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ΄ 12).
Τὸ τί θὰ κάμει ὁ Θεὸς γιὰ τοὺς μὴ Ὀρθοδόξους (αἱρετικούς, ἀλλοθρήσκους,
ἀθέους) εἶναι ζήτημα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Προφανῶς κατὰ τὴν κρίση τοῦ
ἀνθρωπίνου γένους, θὰ ληφθοῦν ὑπ’ ὄψη ἡ συμπεριφορὰ τοῦ κάθε ἀνθρώπου,
οἱ συνθῆκες ὑπὸ τὶς ὁποῖες ἔζησε καὶ ἡ ὀρθὴ ἢ μὴ πίστη του: «ὅταν γὰρ
ἔθνη τὰ μὴ νόμον ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῇ, οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες
ἑαυτοῖς εἰσι νόμος» (Ρωμ. β΄ 14). Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ὅλες οἱ
θρησκεῖες σῴζουν, γιὰ νὰ ἀπαρτίσουν, μαζὶ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὴν
πανθρησκεία, τὸ πάνθεο τοῦ παγκόσμιου αὐτοκράτορα- θεοῦ, τοῦ
ἀντιχρίστου.
Εἶναι νὰ ἀπορεῖ κανείς, πῶς ἕνας Ὀρθόδοξος Πατριάρχης προδίδει τὴν
ὀρθόδοξη πίστη καὶ δὲν ἐλέγχεται ἀπὸ τοὺς ἄλλους Πατριάρχες,
Ἀρχιεπισκόπους καὶ Ἐπισκόπους. Ἀρνεῖται τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς τὸν μοναδικὸ
σωτήρα τοῦ κόσμου καὶ παραμένει ἀνενόχλητος στὴ θέση του, ὅταν ἡ
Ἐκκλησία (κλῆρος καὶ λαὸς) πιστεύει ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλος σωτήρας ἐκτός
τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἐὰν ἡ σωτηρία παρέχεται στοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς
διάφορες θρησκεῖες, τότε, δὲν χρειάζεται ἡ Ὀρθόδοξη ἱεραποστολή, παρὰ
τὴν ρητὴ ἐντολὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ
ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καί του
Ἁγίου Πνεύματος» (Ματθ. κη΄ 19). Ἆραγε, γι’ αὐτὸ καταργήθηκε τὸ μάθημα
τῆς Ἱεραποστολῆς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν; Ἡ συνοδικὴ ἐπιτροπὴ «ἐπὶ
τῶν αἱρέσεων» καὶ τὸ «ἱεραοποστολικὸ σεμινάριο» μᾶλλον δὲν χρειάζονται.
5. Διδάσκει καὶ ἀσκεῖ
τὴν ψευδοαγάπην (ἀγαπολογίαν)
Ὅταν ὁ γιατρὸς δὲν λέγει τὴν πικρὴ ἀλήθεια γιὰ τὴν κατάσταση τῆς ὑγείας
τοῦ ἀσθενῆ στοὺς οἰκείους του καὶ τὸν ἴδιο, ὁ γιατρὸς δὲν ἐνδιαφέρεται
γιὰ τὴν ὑγεία τοῦ ἀσθενῆ. Εἶναι ἐνδεχόμενο ὁ ἀσθενής, ὅταν μάθει τὴν
πικρὴ ἀλήθεια γιὰ τὴν ὑγεία του νὰ καταπέσει ψυχολογικὰ πρὸς στιγμή,
ἀλλὰ σύντομα θὰ συνέλθει καὶ θὰ ἐνδιαφερθεῖ γιὰ τὴν ἀποκατάστασή της
συνεργαζόμενος μὲ τὸν γιατρό.
Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι Ὀρθόδοξοι προκαθήμενοι, δὲν
τολμοῦν νὰ ποῦν τὴν πικρὴ ἀλήθεια στοὺς αἱρετικοὺς ὅτι εἶναι βαριὰ
ἀσθενεῖς ὡς πρὸς τὴν πίστη. Δὲν τοὺς λέγουν τὴν ἀλήθεια, γιὰ νὰ μὴ τοὺς
στενοχωρήσουν καὶ χαλάσουν τὶς καλὲς σχέσεις μαζί τους, ἀλλ’ ἔτσι δὲν
ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία τους, δὲν εἶναι καλοὶ
πνευματικοὶ γιατροί. Δὲν ἀγαποῦν πραγματικὰ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ τοὺς
ἑαυτούς τους, γιὰ νὰ φαίνονται εὐχάριστοι τοὺς λέγουν ψέματα ὅτι
σώζονται μένοντας στὴν αἵρεσή τους καὶ δὲν χρειάζεται νὰ γίνουν
Ὀρθόδοξοι. Οἱ λεγόμενοι θεολογικοὶ διάλογοι εἶναι ἁπλῶς γιὰ
ἀλληλογνωριμία, δὲν ὁδηγοῦν στὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀφοῦ οἱ
διαλεγόμενοι ἐξ ἀρχῆς ἀποδέχονται ὅτι κανεὶς δὲν ἔχει τὴν ἀλήθεια καὶ
ψάχνουν νὰ τὴ βροῦν! Μὲ τοὺς διαλόγους αὐτοὺς οὐδεὶς αἱρετικὸς
ἐγκατέλειψε τὴν αἵρεσή του. Προσπαθοῦν νὰ συγκολλήσουν τὸ ψεῦδος μὲ τὴν
ἀλήθεια. Ματαιοδοξία καὶ ματαιοπονία.
Τὸ χειρότερο, ὅμως, εἶναι ὅτι οἱ αἱρετικοί, ποὺ θέλουν νὰ γίνουν
Ὀρθόδοξοι, ἐμποδίζονται ἀπὸ τούς… Ὀρθοδόξους ποὺ ἔχουν γίνει
οἰκουμενιστές, ὅπως ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος. Εἶναι ἀποκαλυπτικὰ ὅσα
γράφει ὁ προτεστάντης πάστορας, ποὺ ἔγινε Ὀρθόδοξος ἱερέας, Ἀμερικανὸς
Πῆτερ Γκίλκουιστ στὸ βιβλίο του: «Καλῶς ἤλθατε στὸ σπίτι σας…», ἐκδόσεις
Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2008.
Τὴν πεντηκοστὴ τοῦ 1985 εἴκοσι Ἀμερικανοὶ ὡς ἐκπρόσωποι περίπου 2.000
προτεσταντῶν, ποὺ ἤθελαν νὰ γίνουν Ὀρθόδοξοι, ἐπισκέφθηκαν γι’ αὐτὸ τὸ
Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, ἔπειτα ἀπὸ δικές τους
ἔρευνες… δέκα ἐτῶν, εἶχαν καταλήξει ὅτι ἡ ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ἤθελαν νὰ γίνουν μέλη της. Ἡ
ἀντιμετώπισή τους ὑπῆρξε τόσο ψυχρή, ὥστε ἔφυγαν ἀπογοητευμένοι. «Τὸ
ταξίδι στὴν Κωνσταντινούπολη» (σ. 215 – 222), ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ τότε
Πατριάρχης Δημήτριος καὶ τὸ δεξί του χέρι καὶ διάδοχός του Βαρθολομαῖος
ὡς οἰκουμενιστὲς ἀποθάρρυναν τοὺς αἱρετικούς, ποὺ ἤθελαν νὰ γίνουν
Ὀρθόδοξοι. Εὐτυχῶς οἱ ἐν λόγῳ Ἀμερικανοὶ ἔγιναν δεκτοὶ στὴν Ἀμερικὴ ἀπὸ
τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας, δυστυχῶς χωρὶς
βάπτισμα μόνο μὲ χρῖσμα, ὡς νὰ εἶναι ἔγκυρο τὸ βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν.
Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος καὶ οἱ λοιποὶ οἰκουμενιστές, ποὺ πιστεύουν ὅτι
οἱ αἱρετικοὶ σώζονται μέσα στὶς αἱρέσεις τους, στρέφονται εὐθέως κατὰ
τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων, οἱ ὁποῖες συνεκλήθησαν πρωτίστως γιὰ τὴν
ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων, νὰ διασαφηνίσουν τὶς ἀλήθειες τῆς πίστεως,
ποὺ διέστρεφαν, νὰ προφυλάξουν τοὺς πιστοὺς καὶ νὰ βοηθήσουν ὅσους
αἱρετικοὺς ἤθελαν νὰ παραμείνουν Ὀρθόδοξοι. Οἱ οἰκουμενιστὲς τὶς
διαστροφὲς τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως, τῶν δογμάτων, τὶς ὀνομάζουν τώρα
διαφορετικὲς παραδόσεις, ἐνῶ ἀποφεύγουν τὴ χρήση τῆς λέξεως αἵρεση, ὅπως
στὰ κείμενα τῆς ψευδοσυνόδου τοῦ Κολυμβαρίου, γιὰ νὰ μὴ δυσαρεστοῦν
τοὺς αἱρετικούς. Διπλωματία τῆς ἀγαπολογίας (ψευδοαγάπης), ποὺ ἀνατρέπει
εὐαγγελικὲς θέσεις, σχετικοποιεῖ τὰ πάντα καὶ ὁδηγεῖ στὸ σύγχρονο
πάνθεο, τὴν πανθρησκεία.
Καὶ δὲν εἶναι μὸνο κατὰ τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων ὁ Πατριάρχης
Βαρθολομαῖος εἶναι καὶ κατὰ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἀγωνίστηκαν
κατὰ τῶν αἱρέσεων. Θεωρεῖ ὅτι ἔπεσαν «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως», τοῦ
διαβόλου καὶ γι’ αὐτὸ ἦταν κατὰ τῶν αἱρέσεων! Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἴδιος
δὲν εἶναι πλὲον Ὀρθόδοξος καὶ φαίνεται νὰ «παίζει» τὸ ρόλο τοῦ
Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη ὡς πρῶτος ἠθοποιὸς τοῦ οἰκουμενιστικοῦ θιάσου.
Βρίσκεται σὲ διατεταγμένη ὑπηρεσία φθορᾶς ἐκ τῶν ἔσω τῆς Ὀρθόδοξης
Ἐκκλησίας.