Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2022

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΜΑΡΤΥΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ

 

Άννας Βογιατζή

μέλους της ομάδας εργασίας της Π.Ε.Γ.

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΜΑΡΤΥΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ

 α) Η προσωπική μου εμπειρία

Υπήρξα μια από τους πολλούς οπαδούς-θύματα των Μ.Ι., που στρατολογούνται κατά χιλιάδες ανά τον κόσμο από τη μετοχική Εταιρεία «Σκοπιά» του Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης.

Ήμουνα αυτό που λέμε «γέννημα-θρέμμα» των Μαρ­τύρων του Ιεχωβά. Η δική μου γενιά είναι η τέταρτη στην οικογένεια που πρόσφερε τη λεγόμενη «Ιερή υπηρεσία στον Ιεχωβά».

ΟΙ γονείς μου παρ’ όλο που είναι βαφτισμένοι χρι­στιανοί ορθόδοξοι, μεγάλωσαν σ’ ένα περιβάλλον που είχε άμεση επιρροή από την οργάνωση αυτή, ώστε η μεν μητέρα μου να αιχμαλωτιστεί στις τάξεις της από την ηλι­κία των 11 χρόνων, ο δε πατέρας μου να γίνει ολοκληρω­τικά ενεργό μέλος πριν τα 25 του χρόνια.

Ανατράφηκα, φυσικά, σαν μια «πιστή-δούλη του Ιεχωβά», σύμφωνα με το υπόδειγμα της Εταιρείας. Δι­δάχτηκα συστηματικά από τα έντυπά της την αγάπη και το φόβο για τον Ιεχωβά που ουσιαστικά είναι η καλυμμέ­νη ολοκληρωτική υποταγή και εξάρτηση από την «άγια» οργάνωσή του. Από μικρή ήξερα ύμνους, ποιήματα ή γραφικά εδάφια προσαρμοσμένα στα μέτρα της Εται­ρείας, με στόχο την με κάθε τρόπο κατάρτισή μου στη διδαχή του «πιστού και φρονίμου δούλου». Πολύ νωρίς διδάχτηκα πως ο Ιεχωβάς Θεός δεν ήθελε να είμαστε μέ­ρος του διαβολοκρατούμενου κόσμου. Έμαθα να υποτάσσω τον αυθορμητισμό μου σε πράγματα που ο Θεός της Εταιρείας μισεί, όπως το να κάνω το σταυρό μου, να πηγαίνω σε γενέθλια ή παιδικές γιορτές, να συμμετέχω σε θρησκευτικές ή εθνικές εκδηλώσεις. Και όλα αυτά μέσα από υποτιθέμενες γραφικές ιστορίες, που η Εταιρεία είχε προσαρμόσει για παιδιά στο βιβλίο της «Ακούγοντας τον Μεγάλο Διδάσκαλο». Από τα πρώτα σχολικά μου χρόνια γεύτηκα και τον λεγόμενο «διωγμό των Χριστιανών». Α­ντιμετώπισα ονειδισμό, περιφρόνηση και ψυχολογική πίεση από δασκάλους, καθηγητές ή συμμαθητές και η απάντηση που ερχότανε από παντού στο περιβάλλον μου ήταν πως οι Μ.Ι. διώκονται επειδή κηρύττουν την αλήθεια του Θεού, όπως ακριβώς διώκονταν και οι πρώτοι χρι­στιανοί. Και αυτός ο κανόνας επιβεβαιωνότανε συνεχώς μέχρι που πολύ αργότερα δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις να εξετάσω κριτικά την οργάνωση και να διαπιστώ­σω πως οι «άγιοί» της, επαίρονται και επιβεβαιώνονται με το να διαβολοποιούν τους άλλους.

Με τον καιρό προσαρμόστηκα σε κάθε είδους πιέσεις «εκ των έξω» και διδάχτηκα ν’ αντιδρώ και να υπερασπίζω την Εταιρεία με την μαρτυρία μου σε κάθε περίστα­ση.

Για κάθε καλοπροαίρετη απορία υπήρχε μία καλοστημένη απάντηση του «ζωηρότερου φωτός», χωρίς να υπάρχει σαφής δυνατότητα να μπορεί να ερευνήσει κανείς ιστορι­κά την διδασκαλία της Εταιρείας και ακόμα πιο πολύ ν’ αμφισβητήσει τις μεταμορφούμενες λάμψεις του ζωηρό­τερου αυτού φωτός.

Η μέθοδος της πλύσεως εγκεφάλου με τις γραφικές μελέτες, τις συναθροίσεις, την ανάγνωση και ανάλυση των κειμένων της Εταιρείας με τις προκατασκευασμένες ερωταπαντήσεις και την καθοδηγούμενη σκέψη καθώς και η υποχρεωτική αγοραπωλησία των εντύπων, λειτουρ­γούσε έτσι ώστε κάθε τι που μας σέρβιρε η Εταιρεία να μας εθίζει σε τυφλή αφομοίωση των ατελείωτων αποκαλύψεων του «αγωγού του Θεού».

Ο πατέρας μου είχε αφιερωθεί «ψυχή τε και σώματι» στην οργάνωση και εγώ αντλούσα από την «ιερή», κατά τους Μάρτυρες, αυτή αυταπάρνηση και έπαιρνα θάρρος για τους δικούς μου προσωπικούς αγώνες. Γιατί μπαίνο­ντας στην εφηβεία ήταν φυσικό να έρθουν απορίες ή προθέσεις που τα καθορισμένα πλαίσια της Εταιρείας δεν μπορούσαν να επιτρέψουν, όπως για παράδειγμα να μάθω τι πιστεύει η ορθοδοξία, αλλά όχι με τόσο αγνή πρό­θεση. Πειθήνιο όργανο της οργάνωσης, ήθελα να γνωρί­ζω τις θέσεις του αντίπαλου στρατοπέδου, θα έλεγα, έτσι ώστε στο κήρυγμά μου να μπορώ με αντιπαράθεση να είμαι πειστική στον ορθόδοξο ακροατή. Ήμουν πλήρως πεπεισμένη τότε, ότι καμία πιστή δεν μπορούσε να παρα­βληθεί με την διδασκαλία της «Σκοπιάς» και ότι το να θε­ολογεί κανείς ήταν θέμα τακτικής παρακολούθησης των συναθροίσεων. Αλλά η εταιρεία πάντα φοβάται την έ­ρευνα οποιοδήποτε κίνητρο και αν έχει αυτή. Η δαιμόνια οργάνωση διαθέτει αμέτρητα τεχνάσματα για να τρομο­κρατήσει το άτομο και το άμεσο περιβάλλον του, ώστε να μην έρθει σε επαφή με τον «έξω κόσμο που τον εξουσιά­ζει ο Διάβολος».

Συγκεκριμένα έτυχε σε μία έκθεση βι­βλίου στο Βόλο να δω ένα βιβλίο σχετικό με τους Μ.Ι χωρίς να προσέξω τον συγγραφέα (που ήταν ο πατήρ Αντώνιος Αλεβιζόπουλος) και το αγόρασα με την πρό­θεση να διαπιστώσω τι λέει για μας η άλλη πλευρά. Όταν πήγα σπίτι και το έδειξα πρόσεξα την τρομοκρατημέ­νη αντίδραση στο περιβάλλον μου, γιατί ήδη στις τάξεις των Μ.Ι. ο πατήρ Αντώνιος είχε κατασυκοφαντηθεί ως αμετανόητος φανατικός διώκτης του Ιεχωβά Θεού και κα­ταδικασμένος εχθρός της «αγίας» οργανώσεώς του. Κατά συνέπεια το μιαρό βιβλίο καταστράφηκε. Τρομάζοντας η ίδια με το «αποστατικό» πνεύμα μου ή τρομάζοντας τους άλλους με προθέσεις που ξέφευγαν από τα όρια της τρο­μοκρατικής πίστης της Εταιρίας, περιορίστηκα στην «τροφή του πιστού και φρονίμου δούλου».

Η επίδραση της Εταιρείας δυνάμωνε συνεχώς και η αλλοίωση της προσωπικότητας είχε φτάσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε τον καιρό, που ο πατέρας μου υπέφερε με σοβαρό κίνδυνο της ζωής του από τους Μ.Ι. επειδή είχε ζήσει πράγματα που τον ανάγκαζαν να ομολογεί πως η τακτική της εταιρείας είναι φασιστική και ολοκληρωτική και φτάνοντας σε αδιέξοδο να θέλει να εγκαταλείψει την οργάνωση ύστερα από 30χρονη ανιδιοτελή υπηρεσία με μεγάλο οικονομικό, επαγγελματικό και οικογενειακό κό­στος, η μητέρα μου και εγώ ασκήσαμε πάνω του τρομα­κτική πίεση, προσπαθώντας να τον πείσουμε πως η τρο­μερή δοκιμασία ερχότανε από τον Ιεχωβά.

Εδώ μπορείτε να διαπιστώσετε πως μέσα στην οργά­νωση αυτή ο ένας πιέζει τον άλλο όχι για χάρι της πίστης, αλλά για το συμφέρον της Εταιρείας. Και μπορείτε να φαντασθείτε την ψυχολογική κατάσταση του κάθε Μ.Ι. σε κάθε στιγμή, που καλείται να καταπνίξει την προσωπι­κότητά του, ν’ αγαπά και να μισεί κατά παραγγελία, χω­ρίς προσωπικά κριτήρια, να παπαγαλίζει τα άρθρα της Σκοπιάς με σκοπό να γίνει ένας πιστός κήρυκας της «αγά­πης του Ιεχωβά», να είναι ένας καλός στρατιώτης του Θεού για να εξασφαλίσει έτσι τη σωτηρία του στη Μεγά­λη μάχη του Αρμαγεδώνα που θα σημάνει και την απώ­λεια των ασεβών.

Βέβαια το πλήρωμα του χρόνου με τη βοήθεια του Θεού έφτασε, για ν’ απαλλαγούμε από την φριχτή αυτή οργάνωση μέσα όμως σ’ έναν ανεμοστρόβιλο από ενοχές, τύψεις, σκέψεις για προσωπική αποτυχία στη θητεία μας στην οργάνωση, αλλά και στην ζωή, με έμμονη την α­πειλή της αυτοκτονίας να πλανιέται παντού — είχαμε άλ­λωστε ζήσει αυτοκτονίες στην περιοχή μας εξαιτίας της α­φόρητης πίεσης της οργάνωσης στα αποστατικά μέλη της — με διλήμματα ως προς το που να στραφούμε για να στηρίξουμε την προσωπική μας υπόσταση που σπασμω­δικά απαλλασσόταν από μια μακροχρόνια πλύση εγκεφά­λου και όλα αυτά για τον καθένα προσωπικά, αλλά και για όλα μαζί τα μέλη της οικογένειας.

β) Η εμπειρία μου με τους άλλους

Και εδώ θα ήθελα να σταθώ λίγο στην επιρροή των πιστών ανθρώπων έξω από την οργάνωση πάνω στους Μ.Ι., πάλι από προσωπική εμπειρία, κατά τα στάδια που ένα άτομο 1) αρχίζει να συμπαθεί την οργάνωση, 2) εν­τάσσεται στην οργάνωση και εξαρτάται απ’ αυτή, 3) κα­τά το στάδιο που το άτομο αρχίζει ν’ αμφιβάλλει για το ποιόν της οργάνωσης, 4) όταν την εγκαταλείπει και 5) ό­ταν αποφασίζει να ενταχθεί στην ορθόδοξη πίστη και ζωή.

Η τακτική της ενημέρωσης και ιδιαίτερα του προ­βληματισμού αποτελεί φάρμακο, ενώ αντίθετα η τακτική των χαρακτηρισμών, του αποκλεισμού και της απόρριψης χειροτερεύει παρά διευκολύνει τις συγκεκριμένες κατα­στάσεις.

Πρώτα όταν αρχίζει κάποιος να συμπαθεί την οργά­νωση και ένας άλλος, προσπαθώντας να βοηθήσει επιτί­θεται προσωπικά στο άτομο και επιδίδεται σε υβρεολόγιο ή σταματά την επικοινωνία μαζί του, υπάρχει κίνδυνος να δώσει ακόμα μια σπρωξιά στον συμπαθούντα, ώστε να πέσει πιο εύκολα στην καλοστημένη παγίδα.

Για παράδειγμα θα ήθελα ν’ αναφέρω κάτι από την ε­μπειρία της μητέρας μου. Παρ’ όλο που είχε βαφτιστεί χριστιανή, πέρα από το γεγονός ότι δυστυχώς δεν κατηχή­θηκε έστω και στοιχειωδώς στην ορθόδοξη πίστη, όταν οι Μ.Ι. άρχισαν να ζώνουν την οικογένεια και να την απομονώνουν, δυστυχώς το γύρω ορθόδοξο θρησκευτικό περι­βάλλον ενίσχυε αυτήν την απομόνωση με το ν’ αποφεύγει ακόμα και την «Καλημέρα» με τα υποψήφια θύματα και το αποτέλεσμα ήταν η μητέρα μου να απομείνει ευκολότατη λεία στις αρπακτικές διαθέσεις της Εταιρείας.

Ή ακόμα η μαρτυρία της θείας μου λέει πως σε κά­ποια γραφική μελέτη που είχανε, έτυχε εκείνη την ώρα να έλθει στο σπίτι ιερέας που η οικοδέσποινα είχε καλέσει για αγιασμό. Όταν διαπίστωσε πως υπήρχαν Μ.Ι. στο σπίτι άρχισε να καταφέρεται άσχημα εναντίον τους, φυ­σικά το πράγμα τελείωσε, αλλά όταν ο Ιερέας έφυγε, οι Μ.Ι. δυστυχώς είχαν κερδίσει τις εντυπώσεις στο παγιδευμένο άτομο με την καλοδιδαγμένη ευγένεια και τις καλοστημένες απαντήσεις.

Επίσης εκείνο που είχα διαπιστώσει ήτανε πως όταν στο «έργο δρόμου» που κάνανε οι Μ.Ι. ερχότανε κάποιος και έκανε φασαρία προκαλώντας απλά και μόνο αναστάτωση εναντίον μας, οι πωλήσεις των περιοδικών της Ε­ταιρείας, παράξενα αυξάνονταν, ενώ στην αντίθετη περί­πτωση εισπράτταμε την αδιαφορία των περαστικών.

 Επίσης στο σχολείο, όταν ο θεολόγος καθηγητής με προκαλούσε αποκαλώντας τους Μάρτυρες σατανάδες ή λέγοντας ότι πατάμε τις εικόνες εγώ με την τυφλή μου ει­λικρίνεια καλούσα τον καθηγητή και την τάξη στις συνα­θροίσεις για να διαπιστώσουν το πνεύμα της αγάπης των αδελφών, και φυσικά υπερασπιζόμουνα την οργάνωση με νύχια και με δόντια. Μετά από τέτοιες συζητήσεις ξέ­ρετε ποιο ήταν το σχόλιο πολλών συμμαθητών; «Μπρά­βο, τον έσκισες». Και το αποτέλεσμα ήταν την ώρα των θρησκευτικών να παλεύουμε ο Θεολόγος και γω για το ποιοι ήταν οι «Σατανάδες» στη γη, θα έλεγα, χωρίς να δί­νεται το παραμικρότερο κίνητρο να προσανατολιστεί το κάθε νέο άτομο διαφορετικά, με την ευγενική διάθεση και σταθερότητα ή κυρίως με κάποιες αιχμές γύρω από την διδαχή της εταιρείας.

2) Κατά το στάδιο τώρα που ήμουνα ενταγμένη στην οργάνωση και πλήρως πεπεισμένη ότι εκτελώ το έργο του Θεού επί της γης, περισσότερο ο υγιής προβληματισμός θα αύξανε τις ελπίδες να λυτρωθώ παρά οτιδήποτε άλλο.

Γιατί η ίδια η διδασκαλία της Εταιρείας είναι ουσια­στικά το μόνο μέσο το οποίο τραντάζει το οικοδόμημά της μπροστά στον κάθε Μ.Ι. Και αυτό είναι το πιο ευάλωτο σημείο της γι’ αυτό και μισεί την αντικειμενική αποκάλυψη της Ιστορίας της που αποτελεί τον ουσιαστικότερο τρόπο να βοηθηθεί το παγιδευμένο άτομο να θέσει σε λειτουργία την προσωπική του σκέψη, πράγμα που με μανία η Εταιρεία προσπαθεί να εξουδετερώσει.

Για παράδειγμα για τον διωγμό από τους έξω η Εται­ρεία ψύχραιμα απαντούσε στα μέτρα της. Ο Σατανάς εί­ναι ο εξουσιαστής του εμπορικού, πολιτικού και θρη­σκευτικού συστήματος πραγμάτων, έλεγε. Ο Σατανάς είναι ο πατέρας του ψεύδους και της πλάνης. Επομένως και οι εκπρόσωποι του στη γη και ιδιαίτερα οι θρησκευτι­κοί ηγέτες δεν μπορεί παρά να διώκουν τους αληθινούς χριστιανούς, δηλ. τους Μ.Ι. Και εγώ, που ήμουνα ή τουλά­χιστον προσπαθούσα να είμαι πεπεισμένη ότι κηρύττω τον σύγχρονο προφήτη του Θεού στη γη, δεν μπορούσα να δώσω άλλη απάντηση στον εαυτό μου για το γεγονός ότι κατατρέχομαι σαν αμαρτωλή παρά ότι είμαι μια αληθινή χριστιανή. Και το αποτέλεσμα ήταν ν’ αυτοεπιβεβαιώνομαι συνεχώς στην πλάνη μου, να εξαρτώμαι όλο και περισσότερο από την οργάνωση και να πιστεύω πως δεν θα μπορούσα να βρω πουθενά αλλού αγάπη και αλήθεια παρά μόνο μέσα σ’ αυτήν.

Γιατί η Εταιρεία για τους πολέμους, την κακία, την εκμετάλλευση, την αδικία, την αρρώστια και τον θάνατο απαντούσε ότι ο άνθρωπος μπορεί να βρει ανακούφιση στο μόνο μέρος που βασιλεύει ο Θεός, δηλ. στην αγκαλιά της φριχτής αυτής οργάνωσης.

Αλλά τότε μόνο τα βέλη της στρέφονται εναντίον της, όταν ξεσκεπάζεται η ίδια μέσα από την «αλάθητη, θεία» διδαχή της. Θυμάμαι πόσο πολύ τραντάχτηκε η αυθεντία της όταν κατάπληκτη διαπίστωσα για παράδειγμα πως το 1891 ο αγωγός του Θεού προφήτεψε ότι ο Χρι­στός είναι ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, αλλά το 1917 διόρ­θωσε τη λάμψη της προφητείας, στην ερμηνεία του εδα­φίου της Αποκ. ιβ’ 7, λέγοντας πως ο Μιχαήλ είναι ο Αντίχριστος και 10 χρόνια αργότερα, το 1927, προφα­νώς μπερδεύοντας τις οράσεις, προφήτεψε πως τελικά ο Μιχαήλ είναι ο Χριστός και όχι ο Αντίχριστος!

Θυμάμαι, ότι όταν μετά από χρόνια, με την πολύ­πλευρη συμπαράσταση δασκάλας και φίλης ανακουφίστηκαν οι αμφιβολίες και οι φόβοι μου για τον έξω κόσμο και την αγάπη του και μπόρεσα τελικό να διαβάσω βιβλία του π. Αντωνίου και να δω την απάτη όσο κι αν ταλαν­τευόμουνα για το αλάθητο της Εταιρείας παρ’ όλο που το μυαλό μου ήταν σαν να έπαιρνε ανάποδες στροφές θα έλεγα, μαθαίνοντας τις αντιφατικές διδασκαλίες της, άρ­χισα τότε μόνο να αισθάνομαι πως θα μπορούσα να στη- ριχθώ αργά – αργά στα πόδια μου, σαν ύστερα από μια μακροχρόνια αρρώστια.

3) Για μένα η λύτρωση ήρθε όταν άρχισα ν’ αμφιβάλλω για την οργάνωση. Πιστεύω πως ο Θεός με προστά­τεψε, ώστε να μην μπω σ’ ένα κύκλο ατελείωτων θρη­σκευτικών ή υπαρξιακών αναζητήσεων, γιατί ήρθε στο δρόμο ο πατήρ Αντώνιος που με πολλή υπομονή, επιμονή, κατανόηση και χριστιανική αγάπη, κατέχοντας πλή­ρως το πρόβλημα, βοήθησε βαθμιαία ν’ απαγκιστρωθώ από την φριχτή οργάνωση και να προσανατολιστώ μ’ ελπίδα στην ορθόδοξη χριστιανική πίστη.

 Αρχικά ο πατήρ Αντώνιος με μια σοφή ποιμαντική- αντιαιρετική αντιμετώπιση, κατέρριψε την αυθεντία της οργάνωσης με γνήσια κείμενα της Εταιρείας, που το ένα αναιρούσε το άλλο και συγκλόνιζαν εμένα. Κατόπιν στα πρώτα βήματα της κατηχήσεως μέσα από το βιβλίο «Διά­λογος με την Εταιρεία Σκοπιά», έγινε μια σύγκριση με γιατί και διότι — ο πατήρ Αντώνιος επέμενε πως χαιρό­τανε να έχω απορίες και αντιρρήσεις, γιατί φυσικά ήξερε πως αυτό καλούσε την προσωπική σκέψη να μπει σε λει­τουργία — έγινε λοιπόν μια σύγκριση των διδασκαλιών της Εταιρείας και της πίστης της Ορθοδοξίας και κατό­πιν η κατήχηση προχώρησε σε θέματα ορθόδοξης πίστης και ζωής πιο διεξοδικά.

Όμως το πιο σημαντικό ήταν πως με τη βοήθεια του πνευματικού αυτού πατέρα, βοηθήθηκε όλη σχεδόν η οι­κογένεια ν’ απαγκιστρωθεί. Και σ’ αυτή την περίπτωση ε­κείνο που επέδρασε καταλυτικά ήταν η γλυκύτητα της πίστης η οποία θ’ ανακούφιζε ή τουλάχιστον θα προβλημάτιζε πολλούς Μ.Ι. ιδιαίτερα στην περίπτωση εκείνη που αυτή θα προερχόταν από τους πνευματικούς ποιμένες.

4) Όταν τώρα κάποιος αποφασίζει να εγκαταλείψει την οργάνωση αυτή, πιστεύω ότι περνάει μια από τις πιο κρίσιμες φάσεις της ζωής του. Οι «αδελφοί» που αναγκαστικά αποτελούσαν και τον μοναδικό κοινωνικό περίγυρο διδάσκονται να θεωρούν τον «αποστάτη» μίασμα για την οργάνωση, έναν αμαρτωλό, λεπρό και όχι μόνο διακό­πτουν κάθε επαφή μαζί του, αλλά συνειδητά ή ασυνείδη­τα τον κατασυκοφαντούν παντού και στον επαγγελματικό χώρο. Αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Ο πατέρας μου, για παράδειγμα, από τη στιγμή που εγκατέλειψε την Εταιρεία, μάθαινε κατάπληκτος από συναδέλ­φους ή γείτονες ότι ξαφνικά είχε αποκτήσει φήμη απατε­ώνα, ανήθικου ατόμου, ανισόρροπού και κακοήθη.

Αποκομμένο, λοιπόν, το άτομο από το πρώην «κοι­νωνικό» περιβάλλον, κουβαλώντας ακόμα την διδαχή της Εταιρείας και έχοντας παράλληλα το στίγμα του «Αμαρ­τωλού χιλιαστή» ανάμεσα στους πιστούς χριστιανούς, υ­πάρχει σοβαρός κίνδυνος να παρασυρθεί από την δίνη ο­δυνηρών αναζητήσεων με ανεπανόρθωτα καταστροφικές συνέπειες για την ζωή του και την αληθινή σωτηρία του. Και εδώ, ξανά η χριστιανική αγάπη, ο διάλογος με τον προβληματισμό μπορούν μόνο να επιδράσουν ευεργετικά σε μια προσωπικότητα που έχει αποδυναμωθεί χάριν των οικονομικών συμφερόντων μιας αδίσταχτης Εταιρείας, και να την θεραπεύσουν.

5) Όταν τέλος γίνει κάποιος χριστιανός ορθόδοξος από Μ.Ι. η δυσπιστία και η καχυποψία είναι ό,τι πιο ανα­σταλτικό μπορεί να συμβεί σ’ ένα άτομο που προσπαθεί να οικοδομηθεί πάνω στην ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Π.χ. η θεία μου έξι μήνες μετά το Ιερό χρίσμα δεν είχε ακόμα μπορέσει να εκκλησιαστεί στην ενορία της, γιατί για πολλούς καλοπροαίρετους χριστιανούς — Ιερείς και λαϊκούς — ήταν απλώς μια «Ιεχωβού» που πήγαινε στην Εκκλησία.

Προσωπικά θα ήθελα ν’ αναφερθώ σ’ ένα πρόσφατο γεγονός που συνέβη την ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

Σεβαστός Μητροπολίτης, παριστάμενος στην θεία Λειτουργία και αφού χοροστάτησε ο ίδιος, στην μεγάλη αυτή γιορτή σε ναό της συνοικίας μου, μετά το τέλος της τελετής, μέσα στην ευλογία και τις πατρικές νουθεσίες αγάπης προς το εκκλησίασμα, άρχισε συγχρόνως να καταφέρεται εναντίον των «αντίχριστων Ιεχωβάδων», συμ­βουλεύοντας τους πιστούς να μην τους μιλούν ή όταν τους συναντούν να τους κλείνουν την πόρτα και πολλά άλλα παρόμοια. Ομολογώ ότι ένιωσα λύπη για όλη αυ­τήν την μάλλον άστοχη ενέργεια. Θα ήθελα εκείνη την στιγμή να πω στον Σεβασμιώτατο ότι ήμουν μια «πρώην αντίχριστη», ένα «βδέλυγμα» που βρήκε, όμως, τον δρόμο προς την Εκκλησία του γλυκύτατου Κυρίου Ιησού Χρι­στού. Και θυμήθηκα μ’ ευγνωμοσύνη το χάρισμα της ιερωσύνης που αξίωσε να δώσει στον πατέρα Αντώνιο και σκέφτηκα τους αγαπημένους αδελφούς χριστιανούς που με περιέβαλαν με «πνεύμα δυνάμεως» και με στήριξαν στην δύσκολη αυτή μεταβατική περίοδο της ζωή μου.

Όμως ο πικρός τρόπος, ο στυφός τόνος κυκλοφορεί, δυστυχώς, ευρύτατα ανάμεσα στους ποιμένες και πι­στούς με αποτέλεσμα να υπάρχει ένας φανατισμός ενα­ντίον εύπιστων και αφελών ανθρώπων που έχουν γίνει θύ­ματα της ευσέβειάς τους παρά την θέλησή τους — συχνό­τατα — και αντίθετα, κανείς να μην στρέφεται εναντίον του αληθινού αίτιου του κακού, εναντίον του πλαστού προσωπείου της δόλιας Εταιρείας που έχει δεσμεύσει βά­ναυσα την ζωή των θυμάτων της με τις ψευδοπροφητικές διδαχές της και τις εξευτελιστικές πρακτικές της. Δηλαδή, τελικά δεν μισούμε την αμαρτωλή «Σκοπιά», αλλά τα ανή­μπορα, παγιδευμένα θύματά της που, δυστυχώς, μετριού­νται κατά κεφαλή για τα κέρδη της στυγνής οικονομικής επιχείρησης. Έτσι ο κάθε Χριστιανός ή Μάρτυς του Ιε­χωβά χώνεται στο χαράκωμά του και ανταλλάσσονται ήπιοι ή οξείς διαξιφισμοί που μόνο την λύτρωση δεν φέρ­νουν και που φυσικά είναι πολύ μακριά από την ουσία του προβλήματος.

Και δυστυχώς η τακτική αντιμετώπισης, δείχνει σχε­δόν κανένα να μην φαίνεται να προβληματίζεται για το τι είναι ικανό που κάνει απλούς ανθρώπους «κλέπτες και ληστάς της πίστης και της ελευθερίας, λύκους, βαρείς και άρπαγες», σύμφωνα μ’ ένα ενημερωτικό φυλλάδιο.

Γιατί μια προπαγανδιστική ιδεολογία ή πίστη που αλ­λάζει απόψεις ανά πενταετία ή δεκαετία δεν θα μπορούσε να επιβιώσει διαφορετικά παρά με την φριχτή μέθοδο της Εταιρείας — μια μακρόχρονη πλύση εγκεφάλου —που «κουρδίζοντας τους δυστυχισμένους οπαδούς της τους πείθει ν’ αλλάζουν κάθε τόσο θεωρίες πίστης εκτός από την θεωρία για το αλάθητο της Εταιρείας, που ισχυρίζε­ται παρ’ όλα αυτά πως αντιπροσωπεύει τον αγωγό του Θεού πάνω στην γη, τον σύγχρονο προφήτη.

Είναι φανερό πως η σατανική αυτή μέθοδος εκκολά­πτει άρρωστες προσωπικότητες. Και ένα άρρωστο άτομο που υποφέρει στην ψυχή ή στο σώμα θα μπορούσε ποτέ να θεραπευτεί αν αρχίζαμε να το αποκαλούμε ή να το αντιμετωπίζουμε σαν «προδότη», «πράκτορα του ψεύ­δους», «καταχθόνιο» ή «αντίχριστο», σύμφωνα πάλι με τους χαρακτηρισμούς του χριστιανικού ενημερωτικού φυλλαδίου; Η προσωπική μου εμπειρία λέει με λύπη, πως έτσι βαθαίνει η «πληγή του χιλιασμού» παρά επου­λώνεται.

 Η ορθόδοξη όμως μαρτυρία θα μπορούσε να γίνει ακριβώς με ορθοδοξία, με αγνή σταθερότητα όσον αφορά την πίστη, με διακριτικό τρόπο προσέγγισης, μ’ έντεχνο σεβασμό απέναντι στην — δυστυχώς πάσχουσα — προ­σωπική υπόσταση του άλλου, με όσο το δυνατό πιο συμ­πληρωμένη γνώση και κατάρτιση για την σωστή αντιμετώπιση του προβλήματος, με στερεωμένη ορθόδοξη προσωπικότητα, αποτέλεσμα εμπνευσμένης κατηχήσεως ή τέλος-τέλος μ’ ένα ευγενικό κλείσιμο της πόρτας: «Ευχαριστούμε πολύ, αλλά είμαστε ορθόδοξοι χριστιανοί». Κι ακόμα η προσευχή για τον πλανεμένο αδελφό, με την θερμή ευχή να γυρίσει μια μέρα στον μόνο αληθινό Θεό, εντασσόμενος στην Εκκλησία Του, γι’ αυτούς τους ανθρώπους που τους βαραίνει σταυρός ψεύδους και πλά­νης καθημερινό. Μήπως δεν ήταν για το «απολωλός» που εγκαταλείπει ο Κύριος της παραβολής ολόκληρο το κοπά­δι;

    Θα ήθελα τώρα, να τελειώσω την σύντομη αυτή μαρ­τυρία με μια αναφορά στις προσωπικές εμπειρίες ενός άλλου μέλους της οικογένειας.

Η ίδια αναφέρει;

«Ονομάζομαι Κλειδωνάρη Φιλίτσα και είμαι 43 χρό­νων. Από τα 9 χρόνια έως τα 33, υπήρξα μέλος της διε­φθαρμένης οργανώσεως των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Το πως με μίσησαν και τι φοβερές εμπειρίες έζησα δεν τα αναφέρω. Δεν έχουν πια σημασία. Εκείνο που καίει σήμε­ρα είναι πως για χάρη χιλιάδων αθώων ανθρώπων, που είναι περισφυγμένοι στα πλοκάμια της, πρέπει να βρεθεί ο χριστιανικός τρόπος να λυτρωθούν. Ιδιαίτερα οι νέοι. Πόσο πονάει η ψυχή μου όταν σκέφτομαι ότι εκατοντά­δες νέοι στην πατρίδα μας, όταν καταλάβουν που μπλέ­χτηκαν, θα έχουν ήδη καταστρέψει την ζωή τους.

Στους σεβαστούς Ιερείς της Ορθοδόξου Πίστεως και αγωνιστές του Χριστού, αναφέρω μερικά πράγματα που ελπίζω να τους φέρουν κοντά στο πρόβλημα.

Όταν ήμουνα 17 χρόνων κοπέλα είχαμε μεταβεί με την αδελφή μου στο σπίτι μιας φίλης να της κάνουμε γραφική μελέτη για να μυηθεί σιγά-σιγά στην οργάνωση. Λίγο πριν τελειώσουμε χτύπησε η πόρτα. Ήταν κάποιος ιερέας. Κρύψαμε τα βιβλία και ο Ιερέας μπήκε μέσα. Είχε έλθει να κάνει αγιασμό στο σπίτι της φίλης μας. Η φίλη μας ασπάσθηκε τον σταυρό. Όταν εμείς αρνηθήκαμε να τον ασπασθούμε, ο Ιερέας μας ρώτησε σε ποια θρησκεία ανήκουμε. Εμείς του απαντήσαμε ότι είμαστε Μάρτυρες του Ιεχωβά. Άρχισε τότε, να καταφέρεται εναντίον μας με άσχημο τρόπο. Μάλιστα είπε στην κοπέλα να μην μας ξαναδεχθεί. Αναφέραμε το περιστατικό στους πρεσβυτέρους Μάρτυρες του Ιεχωβά και μας βεβαίωσαν πως «οι Αληθινοί χριστιανοί» μισούνται και διώκονται, όπως είπε ο Χριστός.

Και αναλογίζομαι τώρα, ύστερα από 26 χρόνια. Αν αυτός ο ιερέας μας πλησίαζε με αγάπη και μας έδειχνε πό­σο λαθεμένη ήταν η οργάνωση που ανήκαμε και πόσο πιο κοντά στον Θεό είναι η Ορθοδοξία, ίσως να είχε την χα­ρά να σώσει δυο ζωές από την καταστροφή.

Περνούσε ο καιρός και χρόνο με το χρόνο διεπίστωνα πόσο διεφθαρμένη και Αντίχριστη ήταν αυτή η οργάνω­ση, επαναστατούσε η ψυχή μου.

Σε μια περίπτωση στα τριάντα μου χρόνια ήρθα σε φοβερή ρήξη με δύο πρεσβυτέρους Μάρτυρες του Ιε­χωβά από τη Λάρισα είχα τόσο αγανακτήσει με την κακή συμπεριφορά τους! Άλλωστε οι ίδιοι προκάλεσαν μεγά­λο κακό στην οικογένειά μου.

Ήθελα να φύγω, να λυτρωθώ. Αλλά πως; Που ν’ ακουμπήσω, φως πουθενά! Με τους μάρτυρες, οι σχέσεις μου τελείως κατεστραμμένες. Ζητούσαν αφορμή να με αφορίσουν. Με μισούσαν διότι μιλούσα ανοιχτά εναντίον τους. Από τα 33 μου χρόνια έως τα 40 έζησα περιφρονημένη από τους πάντες.

Αφού έφυγα από τους μάρτυρες, με αφόρισαν και δεν επέτρεπαν σε κανένα να με χαιρετάει. Στη γειτονιά δε, που μετακόμισα, βρήκα πολλές γειτόνισσες του κατηχητι­κού. Περνούσαν και δεν με καλημέριζαν, νομίζοντας ότι είμαι Μάρτυς του Ιεχωβά.

Ξεκομμένη από τους ανθρώπους, ζητούσα λίγη αν­θρώπινη ζεστασιά, λίγη επικοινωνία με ανθρώπους του Θεού. Ώσπου φάνηκε ένα μικρό φως στην κουρασμένη μου ζωή. Μακριά, από την Αθήνα, ερχόταν. Μια γλυκιά και ήρεμη μορφή. Ένας πραγματικός χριστιανός, ένας καλός Σαμαρείτης, ο πατήρ Αντώνιος, έσκυψε πάνω από τις πληγές της ψυχής μας, έριξε λάδι και άρχισε με πολύ αργό ρυθμό η θεραπεία.

Αφού πήρα το χρίσμα, άρχισα να κάνω δειλές προ­σπάθειες να ενταχθώ στη χριστιανική Εκκλησία. Και πάλι συνάντησα πολλές δυσκολίες. Ανθρώπους χωρίς χρι­στιανική παιδεία, που μ’ έκαναν και πάλι ν’ απογοητευθώ.

Ευτυχώς για μας, οι ιερείς της ενορίας μας (Ανάληψη Βόλου), είναι πολύ καλοί και προσιτοί και μας έδειξαν κα­τανόηση. Τώρα έχουμε συνδεθεί με την Εκκλησία και παρακολουθώ τις λειτουργίες με τα παιδιά μου. Η ζωή μου είναι ήρεμη και ελπίζω σε κάτι καλύτερο ακόμη.

Μια έκκληση απευθύνω στους Ιερείς οποιασδήποτε βαθμίδας: Δείξτε στοργή στα θύματα αυτής της οργάνωσης. Μόνο η αγάπη και η γλυκύτητα του Χριστού μας, σώζει ζωές. Ας την ενδυθούμε όλοι μας».

Αυτές οι δύσκολες καταστάσεις θεραπεύονται μόνο με διαρκή προσπάθεια αγάπης και κατανόησης, ουσιαστικά με ζωντανή πίστη. Πράγματα που με την βοήθεια του Θεού μπορούν ν’ ανθίσουν απλόχερα, μακριά από την ε­πίπλαστη αγάπη των επιτήδειων κάθε λογής, που λει­τουργεί σαν θανάσιμο δόλωμα του αληθινού ψεύτη και ανθρωποκτόνου.

Κάπου ο ιερός Χρυσόστομος μας λέει στο κήρυγμά του: «Αν είχαμε και δείχναμε στους ετερόδοξους περισ­σότερη αγάπη θα τους είχαμε πάρει όλους μαζί μας, αδελφοί… Αλλά μέχρι να γίνει αυτό θα διαμαρτυρόμαστε για τις ολοένα αυξανόμενες αιρέσεις κι απογοητεύσεις και οι άνθρωποι θα φεύγουν μακριά μας... Μόνο αν είχαμε την Αγάπη θα τους τραβούσαμε όλους και δεν θα είχε μείνει ούτε ένας που να μην είναι Χριστιανός»…

 

 


ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:

ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΝΟΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ , Ένα καυτό, ποιμαντικό πρόβλημα

Έκδοσις Π.Ε.Γ. Αθήνα 1989

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ