Πρωτ. Βασίλειος Σπηλιόπουλος
Ανάμεσα στις ξεχασμένες πια εντολές του Θεού υπάρχει και μια, η οποία αναφέρεται στη χρήση του ονόματος του Θεού:
Ου λήψει το όνομα Κυρίου τού Θεού σου επί ματαίω· ου γάρ μη καθαρίσει Κύριος τον λαμβάνοντα το όνομα αυτού επί ματαίω.
Το «κλειδί» φυσικά στη συγκεκριμένη εντολή είναι η φράση «επί ματαίω», διότι μπορεί οι Εβραίοι να μην πρόφεραν ποτέ το όνομα του Θεού, που γραφόταν με το τετραγράμματο αλλά στην Εκκλησία μας, ερμηνεύοντας σωστά την εντολή όχι απλώς προφέρουμε το όνομα του Θεού αλλά και με στόχο να το προφέρουμε όσο το δυνατό συχνότερα έως και αδιαλείπτως! Αυτό όμως δεν μας δίνει το δικαίωμα να προφέρουμε το όνομα του Θεού σε οποιαδήποτε περίσταση εκτός της προσευχής. Ποιοι λοιπόν και σε ποιες περιπτώσεις παραβαίνουμε την 3η εντολή του Θεού;
Κατά τον «ξεναγό» και «οδηγό» μας Άγιο Νικόδημο, την εντολή την παραβαίνουν:
Οι Βλάσφημοι! Βλάσφημοι είναι μόνο αυτοί, οι οποίοι κατά χυδαίο τρόπο καθυβρίζουν τα Θεία; Δεν είναι βλάσφημοι όσοι διατυπώνουν, όσοι προβάλλουν, όσοι ενεργητικά αλλά και παθητικά – με την σιωπή και την ανοχή – αποδέχονται κι όσοι διαδίδουν βλάσφημες θεωρίες και φαντασίες τόσο για το πρόσωπο του Κυρίου όσο και για οτιδήποτε Ιερό;
Αν η μάταιη λήψη τού ονόματος τού Θεού απαγορεύεται, πόσο πιο πολύ αποτρόπαιη είναι η βλασφημία τού αγίου του ονόματος, που είναι σύμπτωμα βαθιάς ακαθαρσίας και βδελυρότητος ψυχής, έστω κι αν αυτή γίνεται επιπόλαια και μηχανικά!
Δεν είμαστε βλάσφημοι, όταν κατά την ώρα της προσευχής ο νους «τρέχει» σε κοσμικές φροντίδες και πολλές φορές και αισχρούς λογισμούς;
Δεν είμαστε βλάσφημοι, όταν αμφισβητούμε τη δύναμη του Θεού και μας καταβάλλει ο φόβος και δυσπιστία;
Όταν τελούμε τα μυστήρια της Εκκλησίας κατά τρόπο καθαρώς κοσμικό και μόνο ως μια κοινωνική εκδήλωση κι όχι ως πραγματικά μυστήρια;
Όταν κατά την τέλεση των ακολουθιών και των Μυστηρίων αρνούμαστε να μετάσχουμε ή κουβεντιάζουμε;
Όταν προσερχόμαστε να λάβουμε το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου απροετοίμαστοι, χωρίς ουσιαστική και ειλικρινή μετάνοια, χωρίς ευλογία του πνευματικού και γενικά χωρίς καμία προετοιμασία εσωτερική και εξωτερική; Σε τι διαφέρουμε τότε από τον Ιούδα;
Δεν είμαστε βλάσφημοι, όταν προσπαθούμε να εντυπωσιάσουμε με θαύματα και θαυμαστά τα οποία εξωτερικά μόνο «χρεώνουμε» στην Θεία Χάρη αλλά ειλικρινώς και ουσιαστικώς αναφέρουμε στο πρόσωπό μας;
Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος τονίζει ότι «δια τούτο δεν είναι μεγαλειτέρα αμαρτία από το να προσεύχεται τινάς εις τον Θεόν καταφρονητικώς» (Μέρος πρώτο, λόγος 8ος) και επεξηγεί ότι ο Θεός ως ασώματος και αόρατος πρέπει να λατρεύεται ασωμάτως και αοράτως και όχι με «θυσίαν και ολοκαυτώματα» αλλά με «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην».
Μα, θα απαντήσει κάποιος, εγώ φταίω που το μυαλό μου φεύγει; Προφανώς και είμαστε υπεύθυνοι για το φαινόμενο αυτό, διότι πρώτον αποδεχόμαστε τον παραμικρό λογισμό και αντί να τον διώξουμε, καταφεύγοντας στην ευχή, αρχίζουμε μαζί του διάλογο.
Δεύτερον εμείς οι ίδιοι έχουμε δώσει «υλικό» για να δημιουργούνται λογισμοί μέσα από τις πέντε αισθήσεις που, κατά τον άγιο Νικόδημο, είναι οι πέντε είσοδοι των λογισμών. Αν είχαμε «φυλακή των αισθήσεων», προσέχαμε δηλαδή τι ερεθίσματα λαμβάνουμε από αυτές, ούτε τόσους λογισμούς θα είχαμε ούτε φαντασία.
Τρίτον διότι ακόμα και σε αυτήν την κατάσταση «φορτώνουμε» σε άλλον την ευθύνη και δεν ξεκινούμε, έστω και αργά, να «γυμνάσουμε» τον νου να αντιλαμβάνεται όσο το δυνατόν πιο γρήγορα την «εισβολή λογισμών» και να την αναχαιτίζει δια της προσευχής. Η πνευματική πλαδαρότητα είναι η κυρίως υπεύθυνη για την αδυναμία μας να συγκεντρωθούμε στα λόγια της προσευχής είτε το παραδεχόμαστε είτε όχι! Αν ποτέ μέσα στη μέρα δεν διώξαμε ούτε έναν λογισμό, αυτό θα γίνει κατά την ώρα της προσευχής;
Στην εντολή αυτή σφάλλουν και όσοι κάνουν όρκους, κατά τον άγιο Νικόδημο, ή παραβαίνουν όρκους ή βάζουν άλλους να ορκιστούν. Περιττό να τονίσουμε ότι η «ηθική αυτουργία», που τονίζεται εδώ, δεν πρέπει να λείπει από την παράβαση καμιάς άλλης εντολής. Πάντοτε οι ηθικοί αυτουργοί είναι εξίσου ή και πιο υπεύθυνοι για κάθε αμαρτία, που συμμετέχουν.
Την εντολή αυτοί παραβαίνουμε και όταν κάνουμε διάφορα ταξίματα, τα οποία δεν εκπληρώνουμε. Δεν σφάλλουμε όμως και γενικώς, όταν κάνουμε τάματα και μάλιστα χωρίς μεγάλη ανάγκη; Δεν κατεβάζουμε τον Θεό στο επίπεδο του εμπόρου και την σχέση μας μαζί Του στο εμπορικό πεδίο; Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή και στο σημείο αυτό, για να μη καταντήσουμε την κοινωνία μας με τον Θεό εμπορική ή και μαγική.
Την εντολή παραβαίνουν και οι διάφοροι ψευδοπροφήτες και προφανέστατα στην κατηγορία αυτή ανήκει ο οποιοσδήποτε υποκρίνεται αρετές και χαρίσματα για να προσελκύσει την εύνοια, τον θαυμασμό και, πολλές φορές, την υποταγή των ανθρώπων.
Την εντολή αυτή παραβαίνουμε και όταν ζητούμε από τον Θεό πράγματα άπρεπα και κατά το θέλημά μας!! Ο καθένας ας ζυγίσει πόσο βαθιά φτάνει η «απαγόρευση» να ζητούμε πράγματα κατά το θέλημά μας και πόσο εύρος έχει. Σφάλουμε δηλαδή ό,τι κι αν ζητήσουμε ή όταν αυτό που ζητάμε είναι πολύ ατομικιστικό και εγωιστικό; Σφάλουμε όπως κι αν το ζητήσουμε ή αν το «απαιτούμε» εμμέσως ή αμέσως; Ο καθένας ας τα βρει με τη συνείδησή του στο σημείο αυτό.
Την εντολή παραβαίνουμε, επίσης, όταν χρησιμοποιούμε το όνομα του Θεού, και οτιδήποτε ιερό, όπως τα Γραφικά λόγια, για να αστειευτούμε ή να γελάσουμε ή να πειράξουμε. Θα προσθέταμε, όταν βλέπουμε ταινίες και θεατρικά έργα με τον Θεό και τους αγίους, ειδικώς όταν δεν έχουν στόχο την κατήχηση αλλά την «διασκέδαση».
Σφάλλουν επίσης στην εντολή όσοι κατηγορούν τον Θεό ως άδικο, όταν κατηγορούν την Γραφή και τους Πατέρες και επαινούν τα εθνικά και κοσμικά συγγράμματα σε αντίθεση και όσοι συνεργούν σε αυτά και τέλος όσοι δεν υποφέρουμε αγογγύστως τις ταλαιπωρίες και τις ασθένειες και θεωρούμε άδικο, ανελεήμονα, σκληρό και αυστηρό τον Θεό.
Αυτό το τελευταίο είναι ίσως και το πιο σημαντικό και χρήζει ειδικής προσέγγισης και ατομικής. Είναι από τα πιο σημαντικά ζητήματα στην πνευματική ζωή. Ο δε Μ. Βασίλειος, όπως και πολλοί άλλοι πατέρες, έχει ειδική ομιλία με τίτλο “ότι δεν είναι αίτιος των κακών ο Θεός”!
Την εντολή παραβαίνουμε φυσικά, όταν στον λόγο μας χρησιμοποιούμε φράσεις όπως «μα το Θεό», «ο Χριστός κι η Παναγία», «μάρτυς μου ο Θεός» και δεκάδες άλλες, που δυστυχώς έχουμε σε καθημερινή χρήση.
Κλείνοντας, ας μας επιτραπεί αν όχι να προσθέσουμε, να προτείνουμε για προσθήκη την παράβαση της εντολής απ’ όσους μεταχειρίζονται τα ιερά σε μαγγανείες, ξόρκια, δεισιδαιμονίες και όσους, αντιστρόφως, εμβάζουν στα ιερά τέτοιες ειδωλολατρικές συνήθειες όπως, επί παραδείγματι, το σπάσιμο των πιάτων στις κηδείες, τα φιτίλια στους γάμους κ.ά.
Να δώσει ο Θεός να μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε την σοβαρότητα και αυτής της εντολής και το γρηγορότερο να απαλλαχθούμε από συνήθειες, ήθη και έθιμα, που μας καταστούν παραβάτες της. Ας χρησιμοποιούμε αδιαλείπτως το όνομα του Θεού μόνο για να κοινωνούμε μαζί του και να τον δοξάζουμε.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ (ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΤΑΡΙΟΝ)
Περί της Γ’ Εντολής
«ΟΥ λήψη το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω, ου γαρ μη καθαρίση Κύριος τον λαμβάνοντα το όνομα αυτού επί ματαίω».
Εις ταύτην σφάλλουν οι βλάσφημοι. Όσοι κάμνουν όρκους, η παραβαίνουν τους όρκους, η βάλλουν άλλους να κάμνουν όρκους. Όσοι εις κάθε υπόθεσιν λέγουν, Μα τον Θεόν, ο Θεός το γινώσκει, και άλλα όμοια. Όσοι υπόσχονται εις τον Θεόν να κάμουν καμμίαν αγαθοεργίαν, έπειτα δεν τελειώνουν τας υποσχέσεις των, οι ψευδοπροφήται, και όσοι ζητούν από τον Θεόν ζητήματα άπρεπα κατά το θέλημά τους.
Εις ταύτην ακόμη σφάλλει και αν μεταχειρίζεται τινάς τα λόγια της Γραφής εις μετεωρισμούς και χωρατάδες. Εάν δεν υποφέρη τας δυστυχίας και ασθενείας του σώματος με υπομονήν και ευχαρίστησιν, αλλά γογγύζη κατηγορών τον Θεόν ως άδικον. Εάν όχι μόνον βλασφημή εις τον Θεόν, ή εις τους Αγίους αυτός, αλλά κάμνη και άλλους να βλασφημούν. Εάν λέγη ότι η θεία Γραφή περιέχει μύθους και εναντιολογίας εις τον εαυτόν της, και επαινή περισσότερον τα συγγράμματα των Εθνικών.
Αγορά του βιβλίου: «Εξομολογητάριον» Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου
ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ:
ΡΑΝΤΕΒΟΥ Μ’ ΕΝΑΝ ΑΓΝΩΣΤΟ (ΠΕΡΙ ΤΗΣ 1ΗΣ ΕΝΤΟΛΗΣ)
ΤΑ ΚΑΛΑ ΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΑ (ΠΕΡΙ ΤΗΣ 2ΗΣ ΕΝΤΟΛΗΣ)
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΚΛΕΦΤΗΣ (ΠΕΡΙ ΤΗΣ 7ΗΣ ΕΝΤΟΛΗΣ)