Αρχιμανδρίτου Θεοφίλου Λεμοντζή Δρ.Θ.
Ο Μικρός και ο Μέγας Παρακλητικός Κανόνας είναι δύο αριστουργηματικά ποιήματα τα οποία ψάλλονται στους ιερούς Ναούς μας εναλλάξ τα απογεύματα του Δεκαπενταύγουστου.
Δυο ύμνοι πασίγνωστοι, δημοφιλείς, ταπεινή εξομολόγηση αμέτρητων ψυχών, θρηνητική και παρακλητική αναφορά του πληρώματος των πιστών στην Κυρία και Δέσποινα του κόσμου, την Υπεραγία Θεοτόκο, συνοψίζουν την πίστη της Εκκλησίας μας για το πρόσωπο της Κυρίας Θεοτόκου, όπως μας την παρέδωσαν οι Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων. Ταυτόχρονα εναποθέτουν στη στοργική αγκαλιά της όλα τα βάσανα, τους καημούς, τους πειρασμούς, τις θλίψεις, τις δοκιμασίες, εκλιπαρώντας για βοήθεια και προστασία.
Ας υμνήσουμε και εμείς μετά των αγίων Αγγέλων όχι μόνο με λόγια και λέξεις, αλλά κυρίως με έργα αρετής και αγάπης, μιμούμενοι κατά το δυνατόν τον ανυπέρβλητο πλούτο της αρετής και την αγιότητα της Παναγίας μας, της Μητέρας των Χριστιανών, ώστε να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε σε όλα τα εμπόδια του παρόντος κόσμου που ζούμε και να φθάσουμε στη “μέλλουσαν πόλιν”(Εβρ.13,14) που επιζητούμε, τον αγιασμό και τη σωτηρία.
10.“Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν, πλήρωσον Παρθένε”
Η Υπεραγία Θεοτόκος, η μητέρα της χαράς
και υπέρβαση της λύπης
Αν και ο σύγχρονος άνθρωπος έχει τα πάντα, όμως τίποτα δεν τον γεμίζει, ζει ευδαιμονιστικά, και πάλι ανακαλύπτει ότι δεν έχει κατακτήσει τη χαρά. Αυτό το οποίο αναζητά εναγωνίως ο σύγχρονος άνθρωπος ο οποίος βασανίζεται από στενοχώρια, κατάθλιψη και λύπη, αυτό και ο υμνωδός αποζητά να του δωρίσει η Παναγία αναφωνώντας στον Μικρό Παρακλητικό Κανόνα: “Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν, πλήρωσον, Παρθένε”, δηλαδή πλημμύρισε την καρδιά μου, γέμισε την ψυχή μου με χαρά και ευφροσύνη, Παναγία Παρθένε.
Η Παναγία είναι το πρόσωπο που έγινε η αιτία να έλθει η χαρά στον κόσμο, καθώς γέννησε “τῆς εὐφροσύνης τὸν αἴτιον”, όπως λέγει αλλού ο υμνωδός, “τῆς χαρᾶς τὸ πλήρωμα”, τον Ιησού Χριστό, ο οποίος εξάλειψε το αντίθετο της χαράς, τη λύπη, και ειδικότερα “τῆς ἁμαρτίας τὴν λύπην”.
Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο “ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν”(Ιω.10,10), για να νοηματοδοτήσει την ανθρώπινη ύπαρξη, να δώσει πληρότητα και λόγο ύπαρξης. Πράγματι, σε όλο το Ευαγγέλιο, από την αρχή μέχρι το τέλος, η χαρά είναι το στοιχείο που το διατρέχει. Άγγελος Κυρίου ανήγγειλε στους ποιμένες της Βηθλεέμ το χαρμόσυνο μήνυμα της γέννησης του Μεσσία: “μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ γὰρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην”(Λουκ.2,10), αλλά και οι Μυροφόρες “ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἀπὸ τοῦ μνημείου μετὰ φόβου καὶ χαρᾶς μεγάλης”(Ματθ.28,8), όπως επίσης και οι μαθητές “ἐχάρησαν ἰδόντες τὸν Κύριον”(Ιω.20,20) μετά την Ανάστασή Του.
Δυστυχώς οι άνθρωποι, μέσα στο παραλήρημα της αμαρτίας, διακηρύσσουν ως χαρά της ζωής πολυάριθμες ανοησίες και μικρότητες. Αναζητούν μάταια τη χαρά σε εφήμερες επιδιώξεις, στα πλούτη, τη δόξα, τις σωματικές απολαύσεις. Η πλάνη που βιώνει ο άνθρωπος είναι ότι θεωρεί τα πράγματα του κόσμου ως σταθερά και αιώνια θεοποιώντας την απατηλή λάμψη του παρόντος κόσμου. Εγκλωβισμένος μέσα σε αυτήν την αυταπάτη νομίζει ότι η χαρά βρίσκεται στην αμαρτία και τα πάθη που τον καταδυναστεύουν.
Η υποταγή στα διάφορα πάθη, στις διάφορες εξαρτήσεις δεν οδηγούν στη χαρά και τη γαλήνη αλλά στην κατάθλιψη, στο άγχος, στην έλλειψη νοήματος ζωής μέχρι και την αυτοκτονία. Το να θελήσουμε ν’ αποδείξουμε ότι η αμαρτία είναι ο δρόμος του παραλόγου που οδηγεί σε προσωπική, οικογενειακή και κοινωνική καταστροφή δεν χρειάζεται να επικαλεστούμε περίπλοκα φιλοσοφικά επιχειρήματα. Αρκεί να δούμε τις ειδήσεις μιας συνηθισμένης ημέρας όπου άνθρωποι κυριευμένοι από τα πάθη τους οδηγούνται σε αποτρόπαιες πράξεις και εγκλήματα. Ο υπερφίαλος εγωισμός, η φιλαυτία, μέσα στις κοινωνικές σχέσεις, στην οικογένεια, στην εργασία οδηγεί σε διάλυση αυτών των σχέσεων με ανυπολόγιστες και επώδυνες συνέπειες για όλους. Κατά συνέπεια, ο καρπός της αμαρτίας είναι η λύπη και όχι η χαρά.
Στον αντίποδα όλων αυτών, οι Άγιοι της Εκκλησίας αν και υπέστησαν διώξεις, πειρασμούς και μαρτύρια, όμως βίωσαν την πληρότητα της χαράς διότι αντέγραψαν πιστά με τη ζωή τους το πρότυπό μας τον Ιησού Χριστό ο οποίος είπε: “ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ ἐν ὑμῖν μείνῃ καὶ ἡ χαρὰ ὑμῶν πληρωθῇ”(Ιω.15,11). Η χαρά είναι καρπός του αγίου Πνεύματος(Γαλ. 5,22–23) και οι Άγιοι λουσμένοι με τη χάρη του αγίου Πνεύματος μάς δείχνουν ότι η χαρά δεν είναι ένα παροδικό συναίσθημα διότι όπως λέγει ο άγιος Πορφύριος ο καυσοκαλυβίτης: “όπου υπάρχει η αγάπη στον Χριστό, εξαφανίζεται η μοναξιά. Είσαι ειρηνικός, χαρούμενος, γεμάτος. Ούτε μελαγχολία, ούτε αρρώστια, ούτε πίεση, ούτε άγχος, ούτε κατήφεια, ούτε κόλαση”, “καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς αἴρει ἀφ’ ὑμῶν”(Ιω. 16,22), όπως μας διαβεβαίωσε ο Κύριος.
Αν και εμείς οι πιστοί ζούμε σε αυτόν τον παροδικό κόσμο, των μεταβολών και των θλίψεων, των συμφορών και των οδυνών, των βασάνων και των πειρασμών, σε αυτήν την “κοιλάδα του κλαυθμώνος”, είμαστε αγκιστρωμένοι από την Παναγία, όπως το παιδί από τη μάνα του, η οποία είναι “τῶν θλιβομένων χαρὰ καὶ ἀντίληψις”, και “ἐν ταῖς λύπαις”, μέσα στις οδύνες μας, την αναγνωρίζουμε ως “χαρὰν καὶ εὐφροσύνην”, όπως λέγει ο υμνωδός.
Πράγματι, αναρίθμητα παραδείγματα και περιστατικά όπως αποκαλύψεις, οράματα, χαρίσματα, ιάσεις, θαυμαστές επεμβάσεις, φανερώσεις, θαυματουργίες, ευεργεσίες, φανερές και αφανείς, και άλλα θαυμαστά γεγονότα, καταδεικνύουν την συγκλονιστική παρουσία της Κυρίας Θεοτόκου μέσα στην ταλαίπωρη ζωή μας. Όλα αυτά μετατρέπουν τη λύπη μας σε χαρά, την απαισιοδοξία και απόγνωση σε ελπίδα και αποδεικνύουν την αμέριστη συμπαράσταση της Παναγίας προς τα παιδιά Της. Γι΄ αυτό, εκπλησσόμενοι από το μέγεθος της αγάπης της γλυκυτάτης μητέρας μας Παναγίας ας αναφωνήσουμε μαζί με τον υμνωδό: “οὐκ ἔστιν ἀριθμήσασθαι δυνατόν, μεγαλεῖα τὰ σὰ Θεονύμφευτε, καὶ τὸν βυθόν, τὸν ἀνεξερεύνητον ἐξειπεῖν, τῶν ὑπὲρ νοῦν θαυμάτων σου, τῶν τετελεσμένων διηνεκῶς, τοῖς πόθῳ σε τιμῶσι, καὶ πίστει προσκυνοῦσιν, ὡς ἀληθῆ Θεοῦ λοχεύτριαν”.