ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΗΣΥΧΑΣΤΟΥ ΓΈΡΟΝΤΟΣ ΚΛΕΟΠΑ
Ὅταν ὑπηρετοῦσε σάν δεύτερος διακονητής στήν ἐκκλησία τῆς Μονῆς ἦτο αὐτόπτης μάρτυς μερικῶν θαυμάτων πού συνέβησαν στήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας, στήν ἐκκλησία τῆς Σκήτης Συχαστρία. Ἰδού τί μᾶς διηγήθηκε: «Νά ἐβλέπατε τί ἔπαθα μ᾿ ἕνα ἐνάρετο ἱερέα, τόν π. Καλλίστρατο Μπόμπου. Ὡς Πνευματικός ἐπέρασε κάποτε ἀπό μία μοναχή, ἀσκήτρια σέ σπηλιά τοῦ δάσους. Τότε στά δάση ἀσκήτευαν περί τούς 50 μοναχούς καί μοναχές. Αὐτή ἡ μοναχή εἶπε στόν π. Καλλίστρατο:
Ὅταν ὑπηρετοῦσε σάν δεύτερος διακονητής στήν ἐκκλησία τῆς Μονῆς ἦτο αὐτόπτης μάρτυς μερικῶν θαυμάτων πού συνέβησαν στήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας, στήν ἐκκλησία τῆς Σκήτης Συχαστρία. Ἰδού τί μᾶς διηγήθηκε: «Νά ἐβλέπατε τί ἔπαθα μ᾿ ἕνα ἐνάρετο ἱερέα, τόν π. Καλλίστρατο Μπόμπου. Ὡς Πνευματικός ἐπέρασε κάποτε ἀπό μία μοναχή, ἀσκήτρια σέ σπηλιά τοῦ δάσους. Τότε στά δάση ἀσκήτευαν περί τούς 50 μοναχούς καί μοναχές. Αὐτή ἡ μοναχή εἶπε στόν π. Καλλίστρατο:
«Σέ ἐσᾶς δέν κατέρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα, διότι ἀκολουθήσατε τό Νέο Ἡμερολόγιο!» Ἀπό τότε ὁ πατήρ Καλλίστρατος διατελοῦσε ἐν πολλῆ ἀμφιβολίᾳ. Μιά φορά, ὅταν ἤμουν βοηθός διακονητής στήν ἐκκλησία, παρετήρησα ὅτι τό πρόσφορο πού λειτουργοῦσε ὁ Ἡγούμενος ἦτο ἄσπρο καί γλυκό, ἐνῶ αὐτό μέ τό ὁποῖο λειτούργησε ὁ πατήρ Καλλίστρατος ἦτο πικρό καί πρασινωπό. Τότε ἐρώτησα τόν Γέροντα π. Ἰωαννίκιο: -Γέροντα, γιατί ὅταν λειτουργῆ ὁ πατήρ Καλλίστρατος τό πρόσφορό του εἶναι μουχλιασμένο καί πικρό; -Μά, παιδί μου, διότι λειτουργεῖ μέ ἀμφιβολία. Δηλαδή ἀμφιβάλλει ἄν κατέρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πού ἀκολουθεῖ τό Νέο Ἡμερολόγιο. Μετέβη πρό καιροῦ σέ μιά ἐρημίτισσα τοῦ δάσους καί αὐτή τοῦ εἶπε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν κατέρχεται στήν Θεία Λειτουργία ἐξ αἰτίας τοῦ Νέου Ἡμερολογίου. Τοῦ εἶπα ὅτι πλανήθηκε, διότι δέν πιστεύει ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα κατέρχεται στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας! Κάποτε ὁ πατήρ Καλλίστρατος τελοῦσε τήν Θεία Λειτουργία καί, ὅταν ἐκάλεσε τό Ἅγιο Πνεῦμα νά κατέλθη, μέ ἔκπληξί του εἶδε ὅτι ὁ Ἀμνός ἔγινε κρέας καί ἔτρεχε τό Ἅγιο Αἷμα ἀπό τό Δισκάριο καί τό Ἀντιμήνσιο. Ὅταν παρετήρησε μέσα στό Ἅγιο Ποτήριο εἶδε ἀνθρώπινο Αἷμα. Τότε μ᾿ ἐκάλεσε καί μοῦ εἶπε: -Ἀδελφέ Κωνσταντῖνε, ἔλα ἐδῶ κοντά! Τί βλέπεις; -Πώ, πώ, πάτερ Καλίστρατε! Ἡ θεία Κοινωνία ἔγινε κρέας καί αἷμα! Τότε ἔστειλα νά εἰδοποιήσουν γρήγορα τόν Ἡγούμενο. Ὅταν ἦλθε ὁ στάρετς, ἔβαλε μοναχούς νά διαβάζουν τό Ψαλτήριο στόν χορό καί εἶπε: -Ἐε! Πάτερ Καλλίστρατε, πιστεύεις τώρα ὅτι ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί μεταβάλλει τά Δῶρα ἤ ὄχι; -Συγχώρεσέ με, πάτερ! Κι ἔπεσε στά γόνατά του κλαίγοντας. -Πρόσεχε! Κατῆλθε τό Ἅγιο Πνεῦμα. Μετεβλήθη τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ σέ κρέας! Μετεβλήθη τό νερό καί κρασί σέ Τίμιο Αἷμα Του! Γιατί πλέον ἀμφιβάλλεις, πάτερ; -Πιστεύω, Γέροντα. Σέ παρακαλῶ συγχώρεσέ με! -Πιάσε καί σφίγξε τά Τίμια Δῶρα!
Μετά ὁ πατήρ Ἰωαννίκιος τόν ἐπετίμησε μέ ἀποχή ἀπό τήν Θεία Λειτουργία 40 ἡμέρες, λέγοντάς του: «Σοῦ ἔλεγα νά πιστεύης ἀκράδαντα, ἀλλά ἐσύ ἐπήγαινες στίς ἐρημίτισσες τοῦ δάσους νά διδαχθῆς γιά τό Ἡμερολόγιο!» Αὐτό συνέβη τό 1932. Τόν ἴδιο καιρό ἤμουν μάρτυς κι ἑνός ἄλλου θαυμαστοῦ γεγονότος πού συνέβη στόν καιρό τῆς θείας Λειτουργίας.
Κάποια φορά, ὅταν λειτουργοῦσε ὁ πατήρ Ἰωαννίκιος, μετά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων, ἔπεσε ἀπό τό Ἅγιο Ποτήριο μία σταγόνα Αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στό Ἅγιο Ἀντιμήνσιο. Ἐκείνη ἡ σταγόνα ἄρχισε νά λάμπη καί μετά νά μεταβάλλεται σέ ἀκτίνα. Τότε ὁ στάρετς Ἰωαννίκιος μέ φώναξε γρήγορα: -Ἀδελφέ Κωνσταντῖνε, ἔλα ἐδῶ κοντά! Κυττάζοντας ἐγώ, μοῦ εἶπε ὁ στάρετς:
-Τί βλέπεις ἐδῶ στό Ἅγιο Ἀντιμήνσιο; -Βλέπω μία σταλαγματιά ἀπό τό Ἅγιο Αἷμα. Ἀκτινοβολεῖ τόσο δυνατά, πού δέν ἠμπορῶ νά τήν ἀντικρύσω ἀπό κοντά! Τότε ὁ στάρετς μοῦ εἶπε:
-Βλέπεις, Ποιόν ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί ὑπηρετοῦμε; Γι᾿ αὐτό νά στέκεσαι μέ μεγάλο φόβο καί εὐλάβεια μπροστά στή Ἁγία Τράπεζα! Κατόπιν ὁ στάρετς Ἱωαννίκιος κοινώνησε αὐτή τήν σταλαγματιά τοῦ Τιμίου Αἵματος τοῦ Χριστοῦ (Μεταφρασις ἀπό π. Δαμασκηνό Γρηγοριάτη)
Ἀπό π.Δαμασκηνό Γρηγοριάτη
Μετά ὁ πατήρ Ἰωαννίκιος τόν ἐπετίμησε μέ ἀποχή ἀπό τήν Θεία Λειτουργία 40 ἡμέρες, λέγοντάς του: «Σοῦ ἔλεγα νά πιστεύης ἀκράδαντα, ἀλλά ἐσύ ἐπήγαινες στίς ἐρημίτισσες τοῦ δάσους νά διδαχθῆς γιά τό Ἡμερολόγιο!» Αὐτό συνέβη τό 1932. Τόν ἴδιο καιρό ἤμουν μάρτυς κι ἑνός ἄλλου θαυμαστοῦ γεγονότος πού συνέβη στόν καιρό τῆς θείας Λειτουργίας.
Κάποια φορά, ὅταν λειτουργοῦσε ὁ πατήρ Ἰωαννίκιος, μετά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων, ἔπεσε ἀπό τό Ἅγιο Ποτήριο μία σταγόνα Αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στό Ἅγιο Ἀντιμήνσιο. Ἐκείνη ἡ σταγόνα ἄρχισε νά λάμπη καί μετά νά μεταβάλλεται σέ ἀκτίνα. Τότε ὁ στάρετς Ἰωαννίκιος μέ φώναξε γρήγορα: -Ἀδελφέ Κωνσταντῖνε, ἔλα ἐδῶ κοντά! Κυττάζοντας ἐγώ, μοῦ εἶπε ὁ στάρετς:
-Τί βλέπεις ἐδῶ στό Ἅγιο Ἀντιμήνσιο; -Βλέπω μία σταλαγματιά ἀπό τό Ἅγιο Αἷμα. Ἀκτινοβολεῖ τόσο δυνατά, πού δέν ἠμπορῶ νά τήν ἀντικρύσω ἀπό κοντά! Τότε ὁ στάρετς μοῦ εἶπε:
-Βλέπεις, Ποιόν ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί ὑπηρετοῦμε; Γι᾿ αὐτό νά στέκεσαι μέ μεγάλο φόβο καί εὐλάβεια μπροστά στή Ἁγία Τράπεζα! Κατόπιν ὁ στάρετς Ἱωαννίκιος κοινώνησε αὐτή τήν σταλαγματιά τοῦ Τιμίου Αἵματος τοῦ Χριστοῦ (Μεταφρασις ἀπό π. Δαμασκηνό Γρηγοριάτη)
Ἀπό π.Δαμασκηνό Γρηγοριάτη
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου