ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΟΤΑΝ ΕΠΕΣΤΡΕΨΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΧΗ
Άραγε με θυμόσασταν κατά τον ενδιάμεσο αυτό χρόνο που χωρίστηκα από σάς; Γιατί εγώ ποτέ δεν μπόρεσα να σας ξεχάσω, αλλά αν και άφησα την πόλη, όμως δεν άφησα τη θύμησή σας, και όπως αυτοί που αγαπούν τα ωραία σώματα, όπου και αν πάνε, φέρνουν μαζί τους το πρόσωπο που ποθούν, έτσι λοιπόν και εγώ, επειδή αγάπησα την ομορφιά της ψυχής σας, φέρνω πάντοτε μαζί μου την ομορφιά της ψυχής σας.
Και όπως ακριβώς οι ζωγράφοι, αναμειγνύοντας διάφορα χρώματα, φτιάχνουν τις εικόνες των ανθρώπων, έτσι και εγώ, αφού ανάμειξα, σαν διάφορα χρώματα της αρετής, το ενδιαφέρον σας για τις συγκεντρώσεις μας, την προθυμία σας για την ακρόαση, την αγάπη σας για τον ομιλητή, και όλα τα άλλα σας κατορθώματα, και ζωγράφισα την εικόνα της ψυχής σας και την τοποθέτησα μπροστά στα μάτια της διάνοιάς μου, έπαιρνα με τη φαντασία αυτή μεγάλη παρηγοριά στο χωρισμό αυτό.
Έτσι λοιπόν κι όταν έμενα στο σπίτι και όταν απουσίαζα, και όταν βάδιζα κι όταν αναπαυόμουν, κι όταν έμπαινα κι όταν έβγαινα, έφερνα συνέχεια στη φαντασία μου την αγάπη σας και έβρισκα ευχαρίστηση σ’ αυτές τις ονειροπολήσεις, όχι μόνο την ημέρα, αλλά και τη νύχτα. Και εκείνο που είπε ο Σολομών, «εγώ κοιμάμαι και η καρδιά μου αγρυπνεί», αυτό πάθαινα κι εγώ τότε. Η ανάγκη δηλαδή του ύπνου βάραινε τα βλέφαρά μου, αλλ’ η τυραννική δύναμη της αγάπης σας απομάκρυνε τον ύπνο από τα μάτια της ψυχής μου, και πολλές φορές νόμιζα πως μιλούσα μαζί σας.
Γιατί η φύση της ψυχής είναι τέτοια, ώστε να βλέπει τη νύχτα στο όνειρό της όσα σκέφτεται την ημέρα, πράγμα που συνέβαινε τότε και σ’ εμένα. Κι ενώ δεν σάς έβλεπα με τα μάτια του σώματος, σας έβλεπα με τα μάτια της αγάπης, κι ενώ δεν βρισκόμουν κοντά σας μετά το σώμα, βρισκόμουν κοντά σας με τη διάθεση, και στ’ αυτιά μου αντηχούσε πάντοτε η φωνή σας. Γι’ αυτό, αν και η σωματική αρρώστια μ’ ανάγκαζε να μένω εκεί περισσότερο, ωφελούμενος στην υγεία του σώματος από τον καθαρό αέρα, η δύναμη της αγάπης σας δε το ανεχόταν αυτό, αλλά κραύγαζε δυνατά και δεν έπαψε να με ενοχλεί, ώσπου μ’ έπεισε να φύγω και πριν από την ώρα που έπρεπε, κάμνοντάς με να θεωρήσω σαν υγεία κι ευχαρίστηση και οτιδήποτε άλλο αγαθό τη συντροφιά σας.
Σ’ αυτή τη φωνή υπάκουσα εγώ και προτίμησα να επιστρέψω έχοντας τα υπολείμματα της αρρώστιας, παρά να θεραπευθώ τελείως από την ασθένεια του σώματος και να λυπήσω πολύ περισσότερο την αγάπη σας.
Καθόσον παραμένοντας εκεί άκουα τις κατηγορίες σας, αλλά και επιστολές η μία πίσω από την άλλη μετέφερναν τα παράπονά σας, φυσικά εγώ πρόσεχα πολύ περισσότερο εκείνους που κατηγορούσαν, παρά εκείνους που επαινούσαν, γιατί οι κατηγορίες εκείνες προέρχονταν από ψυχή που ξέρει ν’ αγαπά.
Και για όλα αυτά σηκώθηκα κι έτρεξα, για όλα αυτά ποτέ δεν μπόρεσα να σάς βγάλω από το νου μου. Και τι το αξιοθαύμαστο είναι εάν εγώ, μένοντας στην εξοχή και απολαμβάνοντας την ησυχία, είχα διαρκώς στη μνήμη μου την αγάπη σας, τη στιγμή βέβαια που ο Παύλος, αν και ήταν αλυσοδεμένος και έμεινε στη φυλακή και έβλεπε αμέτρητους κινδύνους να υψώνονται μπροστά του, ζώντας στη φυλακή σαν να ζούσε μέσα σε λιβάδι, έτσι είχε στη μνήμη του τους αδελφούς και γράφοντας έλεγε, «και είναι σωστό να σκέφτομαι έτσι για όλους εσάς, γιατί σάς έχω στην καρδία μου και στα δεσμά μου και κατά την απολογία μου και κατά την κήρυξη και βεβαίωση του Ευαγγελίου»;
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ -30 – σελ.88-90
ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ-ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΩΤΗ
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ