Πολλές φορές κάνουμε το λάθος να νομίζουμε ότι μπορούμε να αποφύγουμε στη ζωή μας όλα τα δυσάρεστα, καλοπιάνοντας το Θεό. Προσφέροντας ελεημοσύνες ή εκτελώντας κάποιες εντολές, δημιουργούμε μέσα μας την ψευδαίσθηση ότι έχουμε υποχρεωμένο το Θεό, ότι πρέπει κι Αυτός να φροντίσει να μας έρχονται όλα καλά και βολικά. Βέβαια, μια τέτοια αντίληψη είναι εντελώς λανθασμένη, εντελώς αβάσιμη, κάθε άλλο παρά χριστιανική. Μέσα στο Ευαγγέλιο λέει ρητά, ότι έχουμε χρέος και καθήκον να ζούμε με συνέπεια τη χριστιανική ζωή, χωρίς να διεκδικούμε καμία αμοιβή και κανένα αντάλλαγμα. Τόσο η συμμόρφωσή μας προς όσα το Ευαγγέλιο ζητά, όσο και η υπομονή στις θλίψεις και τις δυσκολίες της ζωής, αποτελούν τη σφραγίδα της γνησιότητάς μας.
Πολλές φορές συμβαίνει να λυγίζουμε μπροστά στον πόνο, γιατί νομίζουμε ότι είμαστε οι μόνοι που σηκώνουμε τόσο βαρύ σταυρό. Κάτι τέτοιες σκέψεις καθόλου δεν βοηθούν. Αντίθετα, συνειδητοποιώντας ότι και άλλοι σαν κι εμάς σήκωσαν και σηκώνουν τον ίδιο σταυρό, αυτό μας δίνει κουράγιο και δύναμη. Διάφοροι άγιοι σήκωσαν τον ίδιο σταυρό. Είδαν τα βλαστάρια τους να πεθαίνουν, νεκροφίλησαν τα σπλάχνα τους, θρήνησαν πάνω σε νιόσκαφτους τάφους. Ως άνθρωποι πόνεσαν, δάκρυσαν, έκλαψαν. Όμως, πέραν του ανθρώπινου συναισθηματισμού, αντιμετώπισαν το θάνατο και με το φακό της πίστεως, της ελπίδας, της ανάστασης, όπως αρμόζει σε χριστιανούς.
Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου δεν είναι τιμωρητική ενέργεια του Θεού, αλλά επίσκεψη του Θεού στη ζωή μας. Και δεν μπορούμε να έχουμε παράπονο από το Θεό. Μέσα στον πόνο μας οφείλουμε να ανοίξουμε τα μάτια της ψυχής μας, και τότε θα δούμε ότι αυτό το θλιβερό που μας συνέβη, όσο πικρό κι ανεπιθύμητο κι αν είναι, δεν παύει να αποτελεί μια έκφραση της αγάπης του Θεού σε μας. Πριν από μας, αποδέκτες αυτής της αγάπης του Θεού ήσαν, κυρίως, οι άγιοι του Θεού.
* * *
Οι θλίψεις, οι δοκιμασίες και τα βάσανα είναι η οδός των αγίων. Όλοι οι άγιοι, προκειμένου να εισέλθουν στη δόξα του Θεού, στη ζωή τους βάδισαν τη στενή και τεθλιμμένη οδό. Είτε ο Θεός επέτρεψε πειρασμούς και δοκιμασίες στη ζωή τους κι έδωσαν την καλή μαρτυρία της υπομονής και της υποταγής στο θείο θέλημα, είτε εκούσια οι ίδιοι, με απάρνηση των τερπνών και ευχάριστων της ζωής αυτής, υπετάγησαν στο εκούσιο μαρτύριο της ασκητικής ζωής.
Και στις δυο περιπτώσεις, αντάλλαξαν τις ηδονές της παρούσας ζωής με οδύνη πρόσκαιρη, για να απολαύσουν τις αιώνιες και ανεκλάλητες χαρές της Βασιλείας του Θεού. Εξ άλλου αυτή την οδό του μαρτυρίου βάδισε πρώτος ο Κύριος, όταν αίροντας το Σταυρό Του ανέβηκε στον κρανίου τόπο.
Αυτή η πρωτοπορία του Χριστού στο δρόμο του Γολγοθά πρέπει να είναι πάντοτε εναργής στη μνήμη μας. Για να θυμούμαστε ότι στις δύσκολες ώρες του πόνου έχουμε συμπαραστάτη, συνοδοιπόρο, συμμέτοχο και κοινωνό της δικής μας δυσκολίας τον ίδιο το Θεάνθρωπο Χριστό. Στο Ευαγγέλιο πουθενά δεν αναφέρεται να έχει γελάσει ο Ιησούς. Δάκρυσε, όμως, όταν πλησίασε τον τάφο του φίλου του Λαζάρου. Αυτό το δάκρυ του Ιησού λέει, νομίζω, πολλά.
Βέβαια η ευαισθησία του Ιησού μπροστά στον πόνο που προκαλεί ο θάνατος δεν τελείωσε με ένα δάκρυ. Γιατί ο Κύριος προχώρησε και στην ανάσταση του Λαζάρου. Όπως ανέστησε και την κόρη του Ιαείρου. Όπως ανέστησε και το γιό της χήρας στη Ναΐν. Όπως, με τη δική του τριήμερη Ανάσταση νίκησε το θάνατο, γενόμενος πρόδρομος και της δικής μας ανάστασης και της ανάστασης των δικών μας προσφιλών κεκοιμημένων. Αυτή είναι η μεγαλύτερη παραμυθία για μας.
Από το βιβλίο: «Πρωτοπρεσβύτερος π. Ευέλθων Χαραλάμπους. Ο χαρισματικός και αναστάσιμος καλός ποιμένας και Σαμαρείτης της Εκκλησίας του Χριστού». Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη”, Θεσσαλονίκη 2011, σ. 68.